ΠΩΣ ΕΡΧΕΤΑΙ Η ΕΙΡΗΝΗ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ
(ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία τοῦ Ἱερομονάχου Σάββα Ἁγιορείτη στόν Ἱερό Ναό τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου Γιαννιτσῶν στίς 2-3-2014)
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος τονίζει ὅτι ὅταν ὑπάρχει εἰρηνική συμβίωση, τότε δέν ἐπιτρέπει, αὐτή ἡ εἰρηνική συμβίωση, νά εἰσχωρήσει τίποτα δυσάρεστο στήν οἰκογενειακή ζωή. Ἀκόμη καί ὅταν ὑπάρχουν πολλές ἐξωτερικές δυσκολίες, αὐτές δέν εἰσχωροῦν μέσα στό σῶμα τῆς οἰκογένειας.
Ὅταν ἔχουν εἰρήνη ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναῖκα πρῶτα μέσα τους καί κατόπιν μεταξύ τους, αὐτό τούς προφυλάσσει ἀπό τήν ἁμαρτία. Ὁ ἕνας βοηθεῖ τόν ἄλλο, ὥστε νά μήν διαταραχθεῖ ἡ ἐσωτερική οἰκογενειακή εἰρήνη ἀκόμη καί ἄν μύρια κύματα ὑπάρχουν ἐξωτερικά.
Ἄν ὅμως μεταξύ τῶν συζύγων ὑπάρχει φιλονεικία, ὑπάρχει μιά ἀντιπαράθεση, μιά διαμάχη, τότε αὐτή ἡ ταραχή ἐξαπλώνεται καί στά ὑπόλοιπα μέλη τῆς οἰκογένειας. Ταράζονται τά παιδιά καθώς καί ὅποιοι ἄλλοι συμβιώνουν μέ τό ταραγμένο ζεῦγος (παπποῦδες, γιαγιάδες κ.λ.π.).
Τό ἄγχος, οἱ βιοτικές μέριμνες καί ἡ οἰκογενειακή εἰρήνη
«Βασική αἰτία τῆς ἀκαταστασίας στήν οἰκογένεια», λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, εἶναι «ἡ ὑπερβολική καί ἀγωνιώδης μέριμνα γιά τίς βιοτικές ἀνάγκες».
Ἄς προσέξουμε τίς λέξεις: ὑπερβολική μέριμνα καί ἀγωνιώδης. Μέριμνα θά πεῖ φροντίδα, ὑπερβολική ἀγωνιώδης φροντίδα.
Ἡ φροντίδα, ἡ ὁποία ἔχει μέσα της ἀγωνία, εἶναι αἰτία ταραχῆς. Ἡ μέριμνα εἶναι ἕνα μεγάλο λάθος. Ὁ Κύριος μᾶς εἶπε:«Μήν μεριμνᾶτε, μήν ἔχετε φροντίδα γιά τίποτα ἐκτός ἀπό τήν Βασιλεία Μου». Μάλιστα μᾶς τόνισε νά μήν ἔχουμε ποτέ ἀγωνία.
Τό «μή μεριμνᾶτε»[१], ὁ Κύριος μᾶς τό ἔδωσε ὡς ἐντολή καί ὄχι ὡς μία ἁπλῆ προτροπή.
Ἡ μέριμνα μᾶς ἀπορροφᾶ ὁλόκληρους, μᾶς γεμίζει μέ ἄγχος καί μᾶς χωρίζει ἀπό τόν μόνο ἀληθινό Θεό. Ὅταν μεριμνοῦμε γιά ὅ,τιδήποτε πλήν τοῦ Κυρίου ἀποδεικνυόμαστε ἄπιστοι στήν πράξη καί ἀνάξιοι τοῦ Θεοῦ.
Δέν τηροῦμε τήν πρώτη Ἐντολή πού ἀπαιτεῖ ἀπό ἐμᾶς τό ὁλοκληρωτικό δόσιμο στόν Θεό: « Ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου» (Μαρκ. 12, 30) μᾶς λέγει.
Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος ὑποδουλωθεῖ στίς βιοτικές μέριμνες, δίδει ὅλην του τήν ψυχή, ὅλην του τήν δύναμη (ψυχική καί σωματική), ὅλην του τήν καρδιά σ’ αὐτές χάνοντας τήν εἰρήνη τοῦ Θεοῦ καί γεμίζοντας τήν ὕπαρξή του μέ ἄγχος. Συνάμα ταράζει καί τούς γύρω του, τήν οἰκογένειά του· μεταδίδει τό ἄγχος του, ἰδίως ἡ μητέρα πρός τά παιδιά
«Γιά τοῦτο ἀκριβῶς καὶ σᾶς λέγω, μὴ φροντίζετε μὲ στενοχωρίαν καὶ ἀγωνίαν διὰ τὴν ζωήν σας, δηλαδὴ διὰ τὸ τί θὰ φάγετε καὶ τὸ τί θὰ πίετε, οὔτε καὶ διὰ τὸ σῶμα σας μὲ τί θὰ ἐνδυθῆτε. Δὲν ἀξίζει ἡ ζωὴ περισσότερον ἀπὸ τὴν τροφὴν καὶ τὸ σῶμα ἀπὸ τὸ ἔνδυμα; (Ὁ Θεός, ποὺ σᾶς ἔδωσε τὸ πολυτιμότερον, δὲν θὰ σᾶς δώση καὶ τὸ κατώτερον;).
Παρατηρῆστε τὰ πτηνὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἴδετε ὅτι αὐτὰ οὔτε σπέρνουν οὔτε θερίζουν οὔτε συγκεντρώνουν τροφές σέ ἀποθῆκες. Καὶ ὅμως ὁ Πατέρας Σας ὁ οὐράνιος τὰ τρέφει. Σεῖς δὲν ἔχετε ἀσυγκρίτως μεγαλύτερη ἀξία ἀπὸ αὐτά;
Ποιὸς δὲ ἀπό σᾶς, ὅσες πολλές καί μεγάλες φροντίδες καὶ ἂν καταβάλη, ἠμπορεῖ νὰ προσθέση στὸ ἀνάστημά του ἕνα πῆχυν; Καὶ ὅμως σᾶς λέγω τοῦτο, οὔτε καὶ αὐτὸς ὁ Σολομών μὲ ὅλην του τὴν βασιλικὴν μεγαλοπρέπειαν καὶ δόξαν δὲν ἐφόρεσε ποτὲ ἕνα τόσον περίλαμπρον ἔνδυμα ὡσὰν αὐτό, μὲ τὸ ὁποῖον περιβάλλεται ἕνα ἀπὸ τὰ ταπεινὰ αὐτὰ ἄνθη.
Ἐὰν δὲ ὁ Θεὸς ἐνδύη μὲ τόσην λαμπρότητα τὰ χορτάρια τοῦ ἀγροῦ, ποὺ σήμερα ὑπάρχουν καὶ αὔριον ρίπτονται στὸν φοῦρνον, δὲν θὰ ἐνδύση πολὺ περισσότερόν ἐσᾶς, ὀλιγόπιστοι; Λοιπὸν μὴ κυριευθῆτε ποτὲ ἀπὸ τὴν ἀνήσυχη μέριμνα καὶ μὴ λέτε συνεχῶς, τί θὰ φᾶμε ἤ τί θὰ πιοῦμε ἤ τί θὰ ντυθοῦμε;
Διότι οἱ εἰδωλολάτρες (ποὺ δὲν γνωρίζουν τὰ αἰώνια ἀγαθὰ καὶ τὴν στοργικὴ πρόνοια τοῦ Θεοῦ), ἐπιζητοῦν ἀποκλειστικά καὶ μόνον αὐτὰ τὰ φθαρτὰ ἀγαθά. Σεῖς ὅμως μὴν κυριεύεσθε ἀπὸ τέτοιες μέριμνες, διότι ὁ Πατέρας Σας ὁ οὐράνιος γνωρίζει ὅτι ἔχετε ἀνάγκην ἀπὸ ὅλα αὐτά, καὶ σὰν πανάγαθος, ποὺ εἶναι, θὰ σᾶς τὰ δώση. Ζητεῖτε δὲ κατὰ πρῶτον καὶ κύριον λόγον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἀρετὴν ποὺ θέλει ἀπὸ σᾶς ὁ Θεός, καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ ἐπίγεια ἀγαθὰ θὰ σᾶς δοθοῦν μαζί μὲ τὰ ἀνεκτίμητα ἀγαθὰ τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν.
Λοιπὸν μὴ καταληφθῆτε ποτὲ ἀπὸ τὴν ἀνήσυχη μέριμνα γιά τίς ἀνάγκες τῆς αὐριανῆς ἡμέρας. Διότι ἡ αὔριο θὰ φροντίση γιά ὅσα θὰ χρειασθῆτε κατ’ αὐτήν. Σέ κάθε ἡμέρα ἀρκοῦν οἱ ἰδικές της ἀσχολίες καὶ τὰ ἰδικὰ της βάσανα»[2].
Οἱ ὑπερβολικές βιοτικές φροντίδες, οἱ ἀγωνιώδεις γήινες μέριμνες γιά δουλειά, λεφτά, κοινωνική καταξίωση, ὑλικές ἀπολαύσεις, ἀνθρώπινη δόξα, πολύ ἀπομακρύνουν τούς γονεῖς καί τήν οἰκογένεια ἀπὸ τὸν Θεό γεμίζοντας την μέ ταραχή.
Εἶναι σὰν τὰ πολὺ μακριὰ φορέματα τά ὁποῖα δέν ἐπιτρέπουν στούς συζύγους νά βαδίσουν, νά τρέξουν πρός τόν Θεό μαζί μέ τά παιδιά τους.
«Ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν καταληφθεῖ πολὺ ἀπὸ τὶς μέριμνες τῆς ζωῆς σύρονται στὰ χαμηλὰ σὰν παχιὲς ὄρνιθες μαζὶ μὲ τὰ ζῶα πού βόσκουν στή γῆ, ἔχοντας τὰ φτερὰ χωρὶς σκοπό»[3], λέει ὁ Μέγας Βασίλειος.
Οἱ ἀγωνιώδεις ὑπερβολικές γήινες φροντίδες γιά τήν οἰκογένεια, τό σπίτι, τό φαγητό, τήν ἐπιπλωση, τά παιδιά, τίς «δραστηριότητες» τῶν παιδιῶν -πού ἐν πολλοῖς εἶναι ἄχρηστες ἤ καί ζημιογόνες- ὁδηγοῦν σέ ἀπώλεια πολύτιμου ψυχικοῦ δυναμικοῦ τῶν συζύγων.
Ὁ πατέρας καί ἡ μητέρα φορτισμένοι ἀπ’ ὅλα αὐτά μέ σφίξιμο στήν ψυχή καί ἀγωνία στά μάτια προσπαθοῦν μάταια ν’ ἀνταποκριθοῦν στίς λεγόμενες «καθημερινές ἀπαιτήσεις».
Πόσο ὅμως αὐτές οἱ λεγόμενες ἀνάγκες εἶναι ἀληθινές ἀνάγκες;
Στήν πραγματικότητα εἶναι ὑπερβολικές, «κατασκευασμένες» καί οὐσιαστικά ἀνύπαρκτες «ἀνάγκες», τίς ὁποῖες δημιουργεῖ τό σύγχρονο marketing, οἱ διαφημίσεις, τά ΜΜΕ, καί ἡ φιλαυτία μας μέ τά τρία ἔκγονά της: τήν φιλοδοξία, τήν φιλαργυρία καί τήν φιληδονία.
Ὁ Κύριος μᾶς εἶπε ὅτι στήν πραγματικότητα καμμία ἀνάγκη δέν ἔχουμε παρά μόνο μία… «Ἑνός ἐστί χρεία»: Τοῦ νά μοιάσουμε στή ἁγία Μαρία τήν ἀδελφή τοῦ ἁγίου Λαζάρου· τοῦ νά καθίσουμε στά πόδια τοῦ Χριστοῦ καί ν’ ἀκούσουμε τοῦ λόγου Του. Αὐτή εἶναι ἡ «ἀγαθή μερίδα» πού φέρνει τήν βαθειά εἰρήνη στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἀλλά καί στήν καρδιά τῆς οἰκογένειας.
Οἱ ὑπερβολικές καί ἀγωνιώδεις βιοτικές φροντίδες ὁδηγοῦν ἀναπόφευκτα στήν ἀπώλεια πολύτιμου πνευματικοῦ-ψυχικοῦ-σωματικοῦ δυναμικοῦ τόσο ἀπαραίτητου γιά τίς καθημερινές πνευματικές ἀσκήσεις καί προπάντων γιά τήν προσευχή. Χωρίς ἀδιάλειπτη προσευχή χάνεται ὁ Χριστός, χάνεται ἡ Θεία Χάρη (ἀπενεργοποιεῖται), χάνεται ἡ ἀληθινή εἰρήνη.
Οἱ πολλές βιοτικές μέριμνες, ἀπενεργοποιοῦν τή Θεία Χάρη πού λάβαμε κατά τό Ἅγιο Βάπτισμά μας.
Ἀλλοίμονον! Σέ τί τραγική κατάσταση βρισκόμαστε! Ἡ Θεία Χάρη ἔχει καταντήσει ἀνενεργός στούς περισσότερους ἀπό τούς βεβαπτισμένους.
Αἰτία: ἡ ἄγνοια τοῦ Θεοῦ καί τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνα· πρό πάντων δέ ἡ ὑπερβολική ἐνασχόληση μέ τά βιοτικά. Ὁ Κύριος παρομοίασε τίς βιοτικές μέριμνες μέ τά ἀγκάθια τά ὁποῖα πνίγουν τόν σπόρο πού ἀρχίζει νά βλαστάνει.
-Ἀπό ποῦ ὅμως πηγάζουν οἱ μέριμνες, οἱ ἀγωνιώδεις φροντίδες πού κατατρώγουν σχεδόν ὅλους τούς σύγχρονους ἀνθρώπους καί μάλιστα τούς συζύγους;
-Ἀπό τήν ὀλιγοπιστία μας.
Ἡ ὀλιγοπιστία στόν Θεό καί στήν Θεία Πρόνοια Του ὠθεῖ τόν ἄνθρωπο στό νά ἀναζητήσει ἄλλα στηρίγματα καί ἄλλου εἴδους προστασία καί «ἐξασφάλιση».
Ἠ πρόταση τοῦ πονηροῦ καί τῆς διεφθαρμένης μας λογικῆς εἶναι ἕτοιμη: «Τά χρήματα. Τά χρήματα εἶναι τό πᾶν. Στηρίξου σ’ αὐτά. Κυνήγησέ τα…».
Ἄν ὑποταχθεῖ ὁ ἄνθρωπος, ὁ σύζυγος-πατέρας καί ἡ σύζυγος-μητέρα, καί ἀκολουθήσουν τήν ὑποβολή τοῦ πονηροῦ, τότε γεμίζουν μέ μέριμνες καί ἀγωνιώδεις φροντίδες.
Τότε μπαίνουν στήν διαδικασία τοῦ νά γίνουν πλούσιοι ἤ τουλάχιστον νά ἔχουν μία «καλή δουλειά», γιά νά εἶναι «ἐξασφαλισμένοι αὐτοί καί τά παιδιά τους».
Γίνονται ἔτσι δοῦλοι τῶν γήινων ἐπιθυμιῶν τους καί ὑπηρετοῦν τό μαμωνᾶ, δηλαδή τόν διάβολο καί τά πάθη (φιλαργυρία, φιληδονία καί φιλοδοξία). Ἔχουν κάνει πλέον ἄλλο Θεό. Πλανῶνται βέβαια ἄν νομίζουν ὅτι «πιστεύουν» ἀκόμη στόν ἀληθινό Θεό.
Ἡ εἰρήνη ἀπό τήν οἰκογένεια ἔχει χαθεῖ πρό πολλοῦ, ἀφοῦ πρῶτα χάθηκε ἀπό μέσα τους. Οἱ ψυχές τους τώρα μία ἀγωνία ἔχουν:«Πῶς θά ἔχουν χρήματα ὅσο γίνεται περισσότερα». Ὁ νέος τους κύριος, ὁ Μαμωνᾶς, εἶναι πολύ ἀπαιτητικός· τούς θέλει ὁλόκληρους, «ψυχῇ καί σώματι» δοσμένους στήν ὑπηρεσία του.
Ὁ Κύριος ὅμως μᾶς τό ξέκαθάρισε ὅτι δέν μποροῦμε νά δουλεύουμε σέ δύο κυρίους. «Κανεὶς δὲν ἠμπορεῖ νὰ ὑπηρετῆ συγχρόνως δύο κυρίους· διότι ἤ θὰ μισήση τὸν ἕνα καὶ θὰ ἀγαπήση τὸν ἄλλον ἤ θὰ προσκολληθῆ στὸν ἕνα καὶ θὰ καταφρονήση τὸν ἄλλο.
Καὶ σεῖς δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπηρετῆτε τὸν Θεὸν καὶ τὸν πλοῦτον· ἤ θὰ ἀγαπήσετε τὸν Θεὸν καὶ θὰ περιφρονήσετε τοὺς ἐπιγείους θησαυροὺς ἤ θὰ ὑποδουλωθῆτε εἰς αὐτοὺς καὶ θὰ καταφρονήσετε τὸν Θεόν»[4]. Ἐκεῖ πού εἶναι ὑποδουλωμένος κάποιος ἐκεῖ καί προσκυνᾶ, ἐκεῖ καί πιστεύει, ἐκεῖ καί λατρεύει.
Ποῦ δίνουμε τό χρόνο μας , τή σκέψη μας καί τήν καρδιά μας; Στά χρήματα, στή μάταιη δόξα τῶν ἀνθρώπων, στίς ἡδονές; Αὐτά τότε εἶναι πού ἔχουμε ὡς θεούς, αὐτά προσκυνᾶμε, αὐτά λατρεύουμε, σ’ αὐτά πιστεύουμε, γι’ αὐτά μεριμνοῦμε, γι’ αὐτά ἀγωνιοῦμε…Αὐτά γίνονται αἰτία νά μήν ὑπάρχει ποτέ εἰρήνη στίς ψυχές τῶν συζύγων ὁπότε οὔτε καί στήν οἰκογένεια.
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς συμβουλεύουν νά ἐλευθερωνόμαστε ἀπό τίς ἀγωνιώδεις βιωτικές φροντίδες καί ἀπό τό κοσμικό φρόνημα σκεπτόμενοι τόν ἐπικείμενο θάνατό μας καί τήν ἄδηλο κρίση τοῦ Θεοῦ.
Ὁ ἅγιος Ἠσαΐας ὁ Ἀναχωρητὴς λέει χαρακτηριστικά: «Ἔχε μπροστὰ στὰ μάτια σου τὸν θάνατο, κάθε μέρα· συνεχῶς νὰ σκέπτεσαι τὸ πῶς θὰ χωριστεῖς ἀπὸ τὸ σῶμα σου, πῶς θὰ περάσεις ἀπὸ τὴν περιοχὴ τῶν δυνάμεων τοῦ σκότους ποὺ θὰ σὲ συναντήσουν στὸν ἀέρα καὶ πῶς θὰ παρουσιαστεῖς ἐνώπιόν του Θεοῦ! Προετοιμάσου γιὰ ἐκείνη τὴ Φοβερὴ Ἡμέρα, κατὰ τὴν ὁποία θὰ σὲ βρεῖ ἡ Κρίση τοῦ Θεοῦ, σὰν νὰ τὴν βλέπεις ἤδη ἀπὸ τώρα!»[5].
Οἱ βιοτικές μέριμνες μᾶς κάνουν νά ξεχνοῦμε τό πιό βέβαιο γεγονός τῆς γήινης ζωῆς μας, πού κάθε στιγμή μᾶς πλησιάζει ὅλο καί περισσότερο: τόν θάνατο…
Κάθε βῆμα πού κάνουμε, μᾶς διδάσκει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, πρέπει νά σκεπτόμεθα ὅτι εἶναι ἕνα βῆμα πού μᾶς φέρνει πλησιέστερα πρός τόν τάφο. Θά πρέπει συχνά νά ἐπισκεπτόμεθα τά κοιμητήρια γιά νά διδασκόμαστε ἀπό αὐτά τήν προσωρινότητα τῆς ζωῆς αὐτῆς.
«Ἐὰν δὲν πρόκειται νὰ πεθάνουμε ποτέ», παρατηρεῖ ὁ μέγας ἱεροκήρυκας Ἠλίας Μηνιάτης, «ἀλλὰ πρόκειται νὰ ζήσουμε στὸν κόσμο αἰωνίως, ἂς εἶναι, ἂς γίνωμε δοῦλοι δικοί του γιὰ νὰ τὸν χαροῦμε. Ἄλλα ἐὰν εἴμαστε θνητοί, μία φούχτα χῶμα, καὶ σήμερα ἢ αὔριο πεθαίνουμε καὶ διαλυόμαστε, ἂν αὐτὸς ὁ κόσμος εἶναι πρόσκαιρος, «παράγει γὰρ τὸ σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου»[6] λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ἂν λοιπὸν ἐμεῖς ἐδῶ εἴμαστε διαβάτες καὶ ἡ πατρίδα μας εἶναι στὸν οὐρανό, ἂν ἐμεῖς ἔχουμε ἀφεντικὸ καὶ Πατέρα μόνο τὸν Θεό, ἂν στὸ ἅγιο Βάπτισμα Τοῦ ὑποσχεθήκαμε νὰ εἴμαστε πιστοί Του δοῦλοι, τότε τὸν Θεὸ ἂς ὑπηρετοῦμε «ἐξ ὅλης της διανοίας μας καὶ ἐξ ὅλης της ψυχῆς μας καὶ ἐξ ὅλης της ἰσχύος μας»»[7].
Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι θά γίνουμε ὀκνηροί, ὅτι θά γίνουμε ἀδιάφοροι καί δέν θά κάνουμε αὐτά πού πρέπει, αὐτά πού μᾶς πληροφορεῖ ἡ συνείδηση καί ἡ λογική.
Ἀντίθετα θά κάνουμε ὅ,τι πρέπει, ἀλλά χωρίς ἄγχος, χωρίς ἀγωνία. Καλλίτερα νά μήν γίνει ἡ ὅποια «δουλειά» παρά νά γίνει μέ ἄγχος, ἀγωνία, ψυχική ἀκαταστασία καί ταραχή τῆς ψυχῆς τῶν ἄλλων καί τῆς δικῆς μας.
Ὁ Κύριος μᾶς εἶπε ὅτι πρέπει νά ζητᾶμε συνεχῶς τήν Βασιλεία Του καί τήν δικαιοσύνη Του( δηλ. τήν σύνολη ἀρετή). Γιά ὅλα τά ὑπόλοιπα, τά βιοτικά θά φροντίσει Ἐκεῖνος.
Ἐμεῖς θά προσπαθήσουμε νά Τόν ἔχουμε Βασιλιά μέσα μας καί Ἐκεῖνος θά μᾶς προσθέσει ὅλα αὐτά τά γήινα, πού σάν ἄνθρωποι γνωρίζει ὅτι χρειαζόμαστε: Τί θά φᾶμε δηλαδή, τί θά πιοῦμε, πῶς θά ζήσουμε, πόσα χρήματα θά ἔχουμε ἄν πρέπει νά ἔχουμε χρήματα κλπ., κλπ.
Ἐμεῖς ἄς ζητᾶμε πάντοτε νά γίνεται τό θέλημά Του καί νά ἐπικρατεῖ ἡ ἀρετή στή ζωή μας, καί Ἐκεῖνος θά μᾶς δώσει ἕτοιμα ὅλα ὅσα χρειαζόμαστε γιά τήν βιολογική μας συντήρηση. «Ζητεῖτε πρῶτον τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιωσύνην Αὐτοῦ καί ταῦτα πάντα (τά βιοτικά) προστεθήσενται ὑμῖν».
[1] Ματθ. 6,25
[2] Μτ. 6, 34
[3]Μ. Βασιλείου, Ἐπιστολαί, Ἐπιστολή 293,TLG, Basilius Theol., Epistulae (2040: 004) “Saint Basile. Lettres, 3 vols.”, Ed. Courtonne, Y. Paris: Les Belles Lettres, 1:1957; 2:1961; 3:1966. Epistle 293, section 1, line 19. Τό κείμενο ἔχει ὡς ἑξῆς:« Ἐπεὶ οἵ γε σφοδρῶς ταῖς τοῦ βίου μερίμναις κατειλημμένοι, οἷον ὄρνιθες πολύσαρκοι εἰκῆ τὸ πτερὸν ἔχοντες, κάτω που σύρονται μετὰ τῶν βοσκημάτων».
[4] Ματθ. 6,24
[5] Ἁγίου Νικολάου Ἀχρίδος: Γιά τίς βιοτικές μέριμνες,
http://hristospanagia3.blogspot.com/2011/07/blog-post_6072.html
[6] Α΄Κορ. 7, 31.
[7]Πρβλ. Μαρκ. 12,30 «ἀγαπήσεις κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου». Ἀναφορά στό: Ἠλία Μηνιάτη, Ἐπισκόπου Κερνίκης καί Καλαβρύτων, Ὁμιλία στό «Οὐδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν». Βρίσκεται στό: Πατερικό Κυριακοδρόμιο, Ἔκδ. Ι. Κελλίον Ἁγίου Νικολάου Μπουραζέρη, Ἅγιον Ὄρος, σελ. 155-156
«Ὁ συνήθης λόγος διαπληκτισμοῦ καί φιλονικίας εἶναι ὁ ἐγωισμός καί τό ἴδιο θέλημα».
Πόσο σοφά εἶναι αὐτά πού λέει ὁ Ἅγιος! …
Ὁ ἐγωισμός καί τό ἴδιο θέλημα. Ὅταν ὁ καθένας κρατάει τό θέλημά του πεισματικά, «στήνει» τό θέλημά του, τό γεγονός αὐτό εἶναι αἰτία διαπληκτισμοῦ καί ταραχῆς.
Ὅλοι ξέρουμε πόσο εὔκολο, εἶναι νά συμβεῖ αὐτό μέσα στήν οἰκογένεια. Ὅταν ὁ καθένας ἐμμένει στό θέλημά του, τότε συμβαίνει αὐτός ὁ διαπληκτισμός, αὐτός ὁ «τσακωμός», ὅπως τόν λέμε.
Γι’ αὐτό ἐκεῖ, ὅπου δέν ὑπάρχει τό «ἴδιον θέλημα», ἐπικρατεῖ ὁμόνοια καί εἰρήνη.
-Βλέπετε πῶς ἡ οἰκογένεια μοιάζει πάρα πολύ μέ ἕνα μικρό μοναστηράκι;
Ὅπως στο μοναστήρι τό πρῶτο πού ζητιέται εἶναι ἡ ὑπακοή -δηλαδή τό νά μήν ἔχει κανείς δικό του θέλημα- τό ἴδιο εἶναι ἀπαραίτητο καί μές τήν οἰκογένεια: Νά μάθει καί ὁ ἄντρας νά μήν ἔχει δικό του θέλημα καί ἡ γυναῖκα ἐπίσης, νά μήν ἔχει δικό της θέλημα. Θά πρέπει καί οἱ δυό νά κάνουν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Ὅταν λοιπόν καί ὁ ἄντρας καί ἡ γυναίκα προσπαθοῦν νά κόβουν τό δικό τους θέλημα καί νά κάνουν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τότε τί γίνεται; Ἔχουν καί οἱ δυό τό ἴδιο θέλημα, ὁπότε δέν ὑπάρχει «τσακωμός».
Ἀντίθετα ὅταν ὁ καθένας κρατάει τό δικό του θέλημα, πάντα ὑπάρχει μιά αἰτία καί μιά συνεχής κατάσταση ἔντασης καί ἐκνευρισμοῦ. Σέ μία τέτοια οἰκογένεια, ὁ καθένας προσπαθεῖ νά ἐπιβάλει τό θέλημά του στόν ἄλλον, νά ἔχει «τό πάνω χέρι» ὅπως λέμε, νά κάνει τό «κουμάντο». Καί εἶναι ἐγωισμός βέβαια αὐτό, ἀλλά εἶναι καί μιά μόνιμη αἰτία ταραχῆς καί τσακωμοῦ.
Ἡ ἀγάπη καί ἡ συμφωνία τῶν συζύγων, ἀποτελεῖ βασική προϋπόθεση γιά τήν εὐημερία ὅλης τῆς οἰκογένειας. Ἄν οἱ γονεῖς δέν εἶναι ἀγαπημένοι, τότε ὅλη ἡ οἰκογένεια δέν πάει μπροστά. Τότε καί τά παιδιά δέν αἰσθάνονται καλά, ἀλλά καί οἱ σύζυγοι δέν χαίρονται τήν ζωή τους.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, προβάλει τήν ἑνότητα τῆς ψυχῆς μέ τό σῶμα, σάν πρότυπο ἑνότητας τοῦ ἄνδρα μέ τήν γυναῖκα. Πῶς εἶναι ἑνωμένη, λέει, ἡ ψυχή μέ τό σῶμα, ἔτσι πρέπει νά εἶναι ἑνωμένος ὁ ἄνδρας μέ τήν γυναῖκα.
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς διδάσκουν ὅτι ἡ ψυχή δέν εἶναι μέσα στό σῶμα, ἀλλά τό σῶμα εἶναι μέσα στήν ψυχή. Δηλαδή ἡ ψυχή ἀγκαλιάζει τό σῶμα. Ἔτσι πρέπει νά εἶναι καί ἡ σχέση τοῦ ἄνδρα μέ τήν γυναῖκα.Ψυχή καί σῶμα εἶναι ἀδιάσπαστα. Τό μόνο πού τά χωρίζει εἶναι ὁ θάνατος. Ὁ θάνατος εἶναι, πού χωρίζει καί τόν ἄνδρα ἀπ΄ τήν γυναίκα.
Στό πλαίσιο μιᾶς τέτοιας ἑνότητας εἶναι ἀδιανόητη ἡ διά¬σταση καί ἡ διαμάχη. Ὅπως εἶναι ἀδιανόητο, εἶναι ἀδύνατο τό νά σκεφτεῖς ὅτι ἡ ψυχή πολεμάει τό σῶμα ἤ τό σῶμα τήν ψυχή. Ἀντίθετα ὑπάρχει μία ἀγάπη μεταξύ τους, ἐξ αἰτίας τῆς ὁποίας, μᾶς λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες, πρίν τήν Δευτέρα Παρουσία, κατά τήν κοινή ἀνάσταση, ἡ κάθε ψυχή θά βρεῖ τό δικό της σῶμα, τό σῶμα μέ τό ὁποῖο ἔζησε ἐδῶ στήν γῆ.
Κατά ἀνάλογο τρόπο εἶναι ἀδιανοητο νά ὑπαρχει διάσταση καί διαμάχη ἀνάμεσα στόν ἄνδρα καί στήν γυναῖκα…
Καί ὅμως γίνεται… καί βεβαίως δέν εἶναι παρά μία φοβερή ἀρρώστια… Κάτι ἀνάλογο μέ αὐτό πού συμβαίνει στίς ἀρρώστιες, τίς ψυχικές ἤ καί τίς σωματικές. Σ΄ αὐτήν τήν ἀρρωστημένη κατάσταση ἐπιτίθεται ἡ ψυχή ἐναντίον τοῦ σώματος ἤ τό ἀντίθετο…
-Πότε;
-Ὅταν δέν λειτουργεῖ σωστά ὁ ἄνθρωπος.
Συμβαίνει δηλαδή τότε αὐτό, πού λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «ἡ σάρξ ἐπιθυμεῖ κατά τοῦ πνεύματος καί τό πνεῦμα κατά τῆς σαρκός». Ὅταν κυριαρχήσει στόν ἄνθρωπο τό σωματικό, τό σαρκικό φρόνημα, τότε τό σῶμα ἐπιτίθεται στό πνεῦμα, στήν ψυχή. Ἀντίστοιχα ὅταν ἡ ψυχή ὑποδουλωθεῖ στήν ἁμαρτία τότε φθείρει καί τό σῶμα. Στήν κατάσταση τῆς ἁμαρτίας νοσοῦν ἀμφότερα, σῶμα καί ψυχή, καί ἐπιτίθενται τό ἕνα στό ἄλλο. Ἀντίθετα ὅταν ἡ ψυχή ὑποτάσσεται στόν Θεό, τότε εἶναι ὑγιής, τότε δέν ἐπιτίθεται στό σῶμα. Τό σῶμα ἐπίσης, τότε χαλιναγωγεῖται μέ τήν Θεία Χάρη πού ἐπισκιάζει τόν ὑπάκουο καί ταπεινό ἄνθρωπο καί ὑποτάσσεται στήν ψυχή. Ψυχή καί σῶμα ζοῦν ἁρμονικά καί τό ἕνα βοηθεῖ τό ἄλλο. Ὑπάρχει ἑνότητα καί ἁρμονία.
Τό ἴδιο πρέπει νά συμβαίνει καί μέ τήν οἰκογένεια. Δέν νοεῖται νά ἐπιτίθεται ὁ ἄνδρας στήν γυναῖκα ἤ ἡ γυναῖκα στόν ἄνδρα.
Τώρα βλέπετε ὅτι καθημερινά συμβαίνει αὐτό… Καί ἔχουμε φτάσει στό σημεῖο νά τό θεωροῦμε καί φυσιολογικό.
– «Σκοτώνονται», σοῦ λέει, «πάλι σκοτώνονται»… Καί τούς ἀκούει καί ἡ γειτονιά, πολλές φορές καί βρίζονται καί χτυπιοῦνται. Μοῦ ἔλεγε κάποιος γιά τούς συγκατοίκους του, τοῦ πάνω ὀρόφου:«κάθε βράδυ τούς ἀκούω πού χτυπιοῦνται…, ξύλο…».
– Λοιπόν γιατί; Τί ζωή εἶναι αὐτή;…
Αὐτή ἡ βίωση τῆς ἑνότητας μέσα στήν οἰκογένεια δέν ἀποτελεῖ αὐτονόητη καί δεδομένη πραγματικότητα. Ἀντίθετα εἶναι τό κατ’ ἐξοχήν καθημερινό ζητούμενο. Ἡ ἑνότητα δέν ἐπιτυγχάνεται κατά μαγικό, μηχανιστικό τρόπο: «Παντρευτήκαμε ἄρα θά εἴμαστε ἑνωμένοι».
-Ὄχι. Ἀντίθετα εἶναι ἕνα ἀγώνισμα, τό νά φυλάξεις αὐτήν τήν ἑνότητα καί τήν εἰρήνη, μέ τόν/τήν σύζυγό σου ἀντίστοιχα. Ἀγώνισμα καθημερινό. Χρειάζεται κόπος.
Γιά νά πετύχει κανείς σ’ αὐτό, προϋποτίθεται ἡ πνευματική ἐγρήγορση καί ἡ ἄσκηση. Γιά νά μπορέσεις νά φυλάξεις ἑνότητα στήν οἰκογένεια θά πρέπει νά ἔχεις πνευματική ἐγρήγορση. Νά καλλιεργεῖς αὐτό, πού ἀπό τούς Ἁγίους Πατέρες ὀνομάζεται νήψη. Δέν πρέπει νά κοιμάσαι πνευματικά. Ἀντίθετα θά πρέπει νά ἀγωνίζεσαι συνεχῶς, νά προσεύχεσαι καί νά ἔχεις ἄσκηση.
-Ἡ ἄσκηση τί χρειάζεται, τί κάνει;
-Δίνει στόν ἄνθρωπο τίς ἀπελευθερωτικές δυνάμεις ἀπό τά πάθη του. Κατ’ ἐξοχήν, μάλιστα, τόν ἀπελευθερώνει ἀπό τήν φιλαυτία του. Ὅταν κανείς ἔχει ἐγκράτεια, γιά παράδειγμα στό φαγητό, ἀντιστρατεύεται σέ αὐτήν τήν ἐπιθυμία τῆς τροφῆς πού εἶναι βεβαίως φυσική καί ἀδιάβλητη. Ὅταν ὅμως τίς ἀνάγκες πού σχετίζονται μέ τήν σωματική μας συντήρηση τίς ὑπερκαλύπτουμε, τότε ἡ πράξη π.χ. τῆς λήψης τροφῆς γίνεται διαβλητή καί ἁμαρτωλή. Ὅταν τρῶμε παραπάνω ἀπό ὅσο χρειαζόμαστε, πέφτουμε στήν ἁμαρτία, στό πάθος τῆς γαστριμαργίας.
Ὅταν κανείς ἀντιστέκεται λοιπόν σ’ αὐτήν ἐδῶ τήν ἐπιθυμία, τότε μαθαίνει νά ἀντιστέκεται γενικότερα στό θέλημα του. Καί αὐτό ἀκριβῶς εἶναι πού τόν βοηθάει νά ὑπακούει στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Νά κόβει τό δικό του θέλημα κάθε στιγμή. Ὅταν αὐτό τό κάνει καί ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναῖκα, τότε πετυχαίνουν καί οἱ δυό νά ἔχουν τό ἴδιο θέλημα, τότε φθάνουν στήν ἑνότητα.
Ὅταν δέν ἔχουν ἄσκηση, ὅταν δέν ὑποτάσσονται στήν νηστεία πού ὁρίζει ἡ Ἐκκλησία, (τώρα γιά παράδειγμα ἀπ΄τήν Δευτέρα θά ἔχουμε νηστεία γιά ἕνα μήνα, τήν νηστεία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων) τότε δέν μποροῦν γενικότερα νά ὑποτάξουν τά διάφορα σαρκικά καί φίλαυτα θελήματά τους καί νά τά ἐλέγξουν. Ὅταν οἱ γονεῖς, οἱ σύζυγοι δέν ὑποτάσσονται στήν Ἐκκλησία, στήν νηστεία, στούς κανόνες
Της, τότε γενικότερα συνηθίζουν νά μήν ὑποτάσσονται στόν Θεό. Γενικότερα μαθαίνουν νά ἔχουν τό δικό τους θέλημα καί νά θέλουν νά τό ἐπιβάλλουν, ὁπότε μετά ὑπάρχει ἡ μεταξύ τους διάσταση.
Ὁ Ἀββᾶς Δωρόθεος, δίνει μία ὡραία εἰκόνα. Λέει: «Ὑποθέστε ὅτι ὁ Θεός εἶναι στό κέντρο καί ἐμεῖς εἴμαστε γύρω-γύρω σ’ ἕναν κύκλο. Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι βρισκόμαστε στήν περιφέρεια τοῦ κύκλου. Ὅσο οἱ ἄνθρωποι πλησιάζουμε πρός τό κέντρο τόσο μικραίνει ὁ κύκλος, τόσο πλησιάζουμε καί μεταξύ μας. Ὅσο ἀπομακρυνόμαστε ἀπό τό κέντρο, δηλαδή ἀπό τόν Θεό, τόσο ἀπομακρυνόμαστε καί μεταξύ μας. Δηλαδή μεγαλώνει ὁ κύκλος, μεγαλώνει καί ἡ μεταξύ μας ἀπόσταση, μεγαλώνει ἡ μοναξιά μας. Αὐτό εἶναι πολύ βασικό ἄν τό καταλάβουμε.
Ὅσο οἱ γονεῖς (καί μετά βεβαίως καί τά παιδιά ἀκολουθοῦνε τους γονεῖς) πλησιάζουν πρός τό κέντρο, πρός τόν Θεό δηλαδή, τόσο πλησιάζουν καί μεταξύ τους, τόσο ἑνώνονται δηλαδή. Ὅσο ἀπομακρύνονται ἀπό τό κέντρο ἀπ’ τό Θεό, τόσο ἀπομακρύνονται καί μεταξύ τους.
Ὅσο δέν τηροῦν τίς ἐντολές-θεραπευτικές ὁδηγίες τῆς Ἐκκλησίας πού εἶναι ἡ ἄσκηση, ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία, ἡ προσευχή, ἡ τακτική ἐξομολόγηση (μία φορά τόν μήνα περίπου), ἡ Θεία Κοινωνία ἡ τακτική· ὅσο δέν τά τηροῦν αὐτά οἱ σύζυγοι, τόσο ἀπομακρύνονται ἀπό τόν Θεό, ἀλλά καί μεταξύ τους χωρίζονται. Βλέπετε πόσο βασικό πρᾶγμα εἶναι ὁ πνευματικός ἀγώνας, γιά νά πετύχει ἡ οἰκογένεια καί ἡ οἰκογενειακή ζωή.
Ἄν δέν ὑπάρχει πνευματικός ἀγῶνας καί στούς δυό συζύγους, δέν μποροῦνε νά’ ρθοῦνε κοντά, γιατί μεγαλώνει ὁ κύκλος, μεγαλώνει καί ἡ ἀπόσταση μεταξύ τους. Ὅσο κι ἄν «ἀγαπιοῦνται» κοσμικά.
«Ἔχουν πολύ ἔρωτα», λέει, «μεταξύ τους αὐτοί καί εἶναι ἀχώριστοι». Κι ὅμως, μετά, αὐτός ὁ ἔρωτας μπορεῖ νά γίνει μίσος. Πολύ εὔκολα μεταστρέφεται σέ ἄσπονδο μίσος, αὐτός ὁ μεγάλος ἔρωτας, αὐτή ἡ μεγάλη ἀγάπη.
-Πότε;
– Ὅταν δέν ὑπάρχει ἡ προσέγγιση στό κέντρο, πού εἶναι ὁ Χριστός.
Ὁ ἱερός Πατήρ καλεῖ καί τούς δυό συζύγους νά φροντίζουν ὥστε νά ἀποκρύνονται τά αἴτια τῆς δυσαρέσκειας. Ὁ,τιδήποτε δηλαδή τους πικραίνει, τούς πίκρανε, τούς δυσαρέστησε, αὐτό πρέπει νά ἀπομακρυνθεῖ νά μήν ὑπάρχει μέσα τους . Γιά νά ἐπιτευχθεῖ αὐτό θά πρέπει καί οἱ δύο νά ἔχουν τήν ἁπλότητα μαζί μέ τήν διάκριση καί νά ὁμολογήσουν αὐτό, πού τούς πικραίνει.
-Εἴδατε τί λέει στό Εὐαγγέλιο;
Ἄν ἔχεις κάτι κατά τοῦ ἀδελφοῦ σου –καί ὁ ἀδελφός σου, μέ τήν γενικότερη ἔννοια, μπορεῖ νά εἶναι καί ὁ συζυγός σου- νά πᾶς καί νά τόν ἐλέγξεις, νά τοῦ μιλήσεις γιά ὅ,τι σέ στενοχωρεῖ ἰδιαιτέρως· μεταξύ σοῦ καί αὐτοῦ μόνο. Νά τοῦ πεῖς:
-Γιατί τό ἔκανες αὐτό; Νά τοῦ μιλήσεις ἔτσι ἥρεμα, χωρίς πάθος καί θυμό, ἀλλά ἐπίσης ἰδιαιτέρως καί ὄχι δημόσια. Ὄχι μπροστά στούς ἄλλους, ἀκόμη οὔτε καί μπροστά στά παιδιά.
Βλέπετε; Πόσο ὡραῖα τά ’χει τακτοποιήσει ὁ Θεός, γιά νά φεύγει ἡ αἰτία τῆς δυσαρέσκειας.
Οὔτε πάλι εἶναι σωστό νά τό κρατήσεις μέσα σου καί νά περιμένεις ὁ ἄλλος νά ἔχει προορατικό χάρισμα ἤ διορατικό χάρισμα, καί νά καταλάβει γιατί ἐσύ ἔχεις κατεβασμένα μοῦτρα… Πῶς νά τό καταλάβει;
Πρέπει νά ἔχεις τήν ἁπλότητα νά τοῦ πεῖς:
-Ξέρεις μ’ αὐτό πού ἔκανες μέ στεναχώρησες· γιατί τό ἔκανες; Χωρίς νά θυμώσεις καί νά τόν ταπεινώσεις καί νά τόν πικράνεις, ἀλλά νά μιλήσεις γιά νά φύγει ἡ αἰτία τοῦ σκανδαλισμοῦ.
Τότε ξέρετε τί ὅμορφα τακτοποιοῦνται ὅλα; Πολλές φορές μάλιστα αὐτό, πού σέ εἶχε πικράνει, βλέπεις μετά ὅτι ἦταν ἕνα τίποτα καί ἔφταιγες ἐσύ, δέν ἔφταιγε ὁ ἄλλος. Ὁ ἄλλος μπορεῖ νά ἐνήργησε ἀπό μιά ἁπλότητα, μιά ἀφέλεια, μιά παιδικότητα καί ἐσύ τό πῆρες τελείως ἀνάποδα, γιατί εἶσαι ἐσύ διεστραμμένος. Ἐσύ δέν σκέφτεσαι σωστά· ἔχεις καί πολύ φαντασία καί φτιάχνεις πολλά καί διάφορα σενάρια, ἐνῶ οὐσιαστικά δέν συμβαίνει τίποτα.
Ἄν ὅμως εἶχες τήν ἁπλότητα νά τοῦ πεῖς ἀμέσως, ἰδιαιτέρως, μέ ἡρεμία τήν στενοχώρια σου, τότε θά σοῦ ἔλεγε καί ὁ ἄλλος τί πραγματικά συμβαίνει, ὁπότε μετά θά ἀποφευγόταν, ἐξ ἀρχῆς, ἡ δύσκολη κατάσταση τῆς ψυχρότητας καί δυσαρέσκειας.
Συμβαίνει δυστυχῶς αὐτή ἡ ἀπομάκρυνση καί δυσαρέσκεια νά «τραβάει» γιά πολύ καιρό. Τά θέματα αὐτά θά πρέπει ἀμέσως νά τακτοποιοῦνται.
Γι’ αὐτό καί λέει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ:«Μή ἐπιδυέτῳ ὁ ἥλιος ἐπί τῷ παροργισμῷ ἡμῶν», «νά μήν δύει ὁ ἥλιος καί ἐσεῖς εἴσαστε ἀκόμη ὀργισμένοι». Δηλαδή «Νά μήν ἔχετε μέσα σας κάτι, ὁ ἕνας ἐναντίον τοῦ ἄλλου. Θά πρέπει νά τό φροντίσετε νά τό τακτοποιήσετε τό ἀργότερο πρίν δύσει ὁ ἥλιος. Καί βεβαίως θά πρέπει νά ἔχετε τήν καλοσύνη καί τήν ἁπλότητα νά δεχθεῖτε τήν ἐξήγηση πού θά σᾶς πεῖ ὁ ἄλλος».
Γιατί βεβαίως μπορεῖ νά τοῦ πεῖς:
– Γιατί τό ἔκανες αὐτό;
Ἐκεῖνος τότε θά σοῦ πεῖ τήν ἀπάντηση καί ἐσύ εἶναι ἐνδεχόμενο, ἄν δέν ἔχεις καλή διάθεση μέσα
σου, νά σκεφτεῖς: μπά…. ψέμματα μοῦ λέει. Τότε βέβαια δέν γίνεται τίποτα. Τότε τόν κατακρίνεις μέσα σου. Τότε δέν τόν ἀγαπᾶς- ἀφοῦ σκέφτεσαι ὅτι ὁ ἄλλος σοῦ λέει ψέματα. «Ἡ ἀγάπη οὐ λογίζεται τό κακό». Θά πρέπει νά ἔχεις τήν ἁπλότητα νά δεχτεῖς τήν ἐξήγηση πού θα σοῦ δώσει ὁ ἄλλος καί νά εἰρηνεύσεις.
Λέει πολύ ὡραῖα στό Γεροντικό:
Κάνει κάποιος ἕνα λάθος, τό βλέπεις ἐσύ καί πᾶς καί τοῦ λές: «Γιατί τό ἔκανες αὐτό;» Καί σοῦ λέει: «Ὄχι δέν τό ΄κανα».
Τί πρέπει νά κάνεις ἐσύ μετά; Δέν πρέπει νά τοῦ πεῖς: «Ὄχι το΄κανες ἀφοῦ σέ εἶδα». Ἀντίθετα θά πρέπει νά τό δεχτεῖς, ὅπως σοῦ τό λέει. Νά μήν ἐπιμείνεις. Γιατί μπορεῖ νά κάνεις ἐσύ λάθος.
Ἀκόμη καί στά μάτια σου νά μήν ἐμπιστεύεσαι. Τό εἶδες σἰγουρα; Πόσες φορές βλέπουμε καί δέν βλέπουμε σωστά. Νομίζουμε, ὅτι βλέπουμε σωστά. Θά πρέπει νά ἔχεις τήν ἑτοιμότητα νά δεχτεῖς τόν λόγο τοῦ ἀδελφοῦ σου. Νά πεῖς ἀφοῦ μοῦ λέει «δέν το’ κανα», πράγματι δέν το’ κανε, ὁπότε κατόπιν εἰρηνεύουμε. Ἐνῶ μέ τό νά ἐπιμείνεις λέγοντας: «το’ κανες, βέβαια το’ κανες καί πρέπει νά τό παραδεχτεῖς, νά βάλεις μυαλό», δέν θά γίνει τίποτα. Οὔτε ἐσύ εἰρηνεύεις καί ἐκεῖνον τόν ταράζεις.
Ἔτσι λοιπόν θά διασφαλίζεται ἡ βαθειά εἰρήνη στήν οἰκογένεια: Ὅταν καί οἱ δυό φροντίζουν νά ἀπομακρύνουν τά αἴτια τῆς δυσαρέσκειας.
Τῷ δέ Θεῷ δόξα πάντοτε νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων Ἀμήν!
Ἱερομόναχος Σάββας ὁ Ἁγιορείτης