π. Δημητρίου Μπόκου
Στὶς 15 Νοεμβρίου ἀρχίζει τὸ σαρανταήμερο, ἡ χριστουγεννιάτικη νηστεία. Ἡ νηστεία αὐτὴ ἀνήκει στὶς ἐλαφρὲς νηστεῖες τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, ἐφόσον ἐπιτρέπεται νὰ τρῶμε λαδερὰ φαγητὰ καὶ ψάρι (ὄχι βέβαια Τετάρτες καὶ Παρασκευὲς) μέχρι καὶ τὶς 17 Δεκεμβρίου, γίνεται δηλαδὴ κατάλυσις ἰχθύος, ὅπως σημειώνουν τὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίας. Δὲν τρῶμε κατὰ τὴ νηστεία αὐτὴ κρέας, γάλα, τυρὶ καὶ αὐγά.
Κατὰ τὴν πρώτη ἑβδομάδα τῆς νηστείας (15-21 Νοεμβρίου), κατὰ παράδοση ἄγραφη τοῦ Ὀρθοδόξου λαοῦ, νηστεύουμε καὶ ἀπὸ ψάρι, ἐπειδὴ παλαιόθεν οἱ Χριστιανοὶ εἶχαν τὴν εὐλαβῆ συνήθεια νὰ κοινωνοῦν στὴν πλειονότητά τους κατὰ τὴ μεγάλη ἑορτὴ τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου (τῆς Παναγίας τῆς Πολυσπορίτισσας, ὅπως τὴν ξέρει ὁ λαός μας).Ὁ κανόνας τῆς νηστείας δὲν εἶναι βέβαια ὁ ἴδιος γιὰ ὅλους. Ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας διέπεται πάντα ἀπὸ φιλάνθρωπα κριτήρια. Οἱ ἅγιοι διδάσκουν νὰ νηστεύει ὁ καθένας ἀνάλογα μὲ τὶς δικές του δυνατότητες, τὴν ἡλικία δηλαδή, τὴν κατάσταση τῆς ὑγείας του, τὴν ὅλη του ψυχοσωματικὴ ἀντοχὴ καὶ ἰδιοσυγκρασία. Ὁ καθένας πρέπει νὰ συμβουλεύεται ἀπαραιτήτως τὸν πνευματικό του καὶ νὰ ἔχει τὴ σύμφωνη γνώμη καὶ εὐλογία του γιὰ τὸν κανόνα τῆς νηστείας ποὺ θὰ κάνει.
Ἡ πνευματικὴ προετοιμασία γιὰ τὴ μεγάλη ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων δὲν ἐξαντλεῖται φυσικὰ στὴ λιγοστὴ νηστεία. Ὁ Χριστιανὸς ἀγωνίζεται νὰ ἀπέχει συνολικὰ ἀπὸ κάθε πάθος, κάθε κακία. Ταυτόχρονα φροντίζει νὰ ἐξομολογεῖται τακτικά, γιατὶ μόνο ἔτσι λαμβάνει «ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» καὶ ἐλαφρύνει τὴν ψυχή του. Τὸ ρηχὸ ἐπιχείρημα «δὲν ἔχω κάνει τίποτα», ἂς τὸ ἀφήσουμε γιὰ πωρωμένους ἐγωιστὲς καὶ ἀνεγκέφαλους ποὺ θεωροῦν ὅτι τὰ ξέρουν ὅλα. Ἐμεῖς ἂς ἀκούσουμε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, ποὺ λέει ὅτι καὶ μία μέρα νὰ εἶναι ἡ ἐπίγεια ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου, θὰ ἁμαρτήσει (Ἰώβ, 14, 4-5). Καὶ ὅτι ἀπὸ τὴ μικρὴ ἀκόμα ἡλικία ἡ σκέψη τοῦ ἀνθρώπου ρέπει πρὸς τὰ πονηρὰ (Γεν. 8, 21). Ἁμαρτία δὲν εἶναι μόνο ὁ φόνος καὶ ἡ κλεψιά, ἀλλὰ κάθε βλέμμα, κάθε σκέψη, κάθε λόγος ποὺ ἐκκλίνει ἀπὸ τὸ φρόνημα τοῦ Θεοῦ (Ματθ. 5, 28).
Κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ σαρανταημέρου (ἀπὸ 15 Νοεμβρίου μέχρι 24 Δεκεμβρίου) γίνεται καθημερινὰ Θεία Λειτουργία, τὸ λεγόμενο σαρανταλείτουργο. Πολλοὶ νομίζουν ὅτι αὐτὸ γίνεται ἀποκλειστικὰ γιὰ τοὺς νεκρούς, τοὺς κεκοιμημένους. Ἡ Θεία Λειτουργία ὅμως (ὅπως δείχνουν οἱ πολλές της δεήσεις καὶ κυρίως ἡ ἀκολουθία τῆς Προσκομιδῆς, δηλαδὴ ἡ προετοιμασία τῶν Τιμίων Δώρων ὅπου μνημονεύονται καὶ τὰ ὀνόματα) προσφέρεται γιὰ ὅλο τὸν κόσμο, «ὑπὲρ τοῦ σύμπαντος κόσμου», ζώντων καὶ τεθνεώτων. Οὐδέποτε τελεῖται Θεία Λειτουργία, χωρὶς νὰ μνημονευθούν καὶ οἱ ζῶντες καὶ νὰ ἐξαχθοῦν μερίδες καὶ γι’ αὐτούς. Γι’ αὐτὸ μποροῦμε νὰ βάλουμε καὶ τὰ ὀνόματα τῶν ζώντων στὸ σαρανταλείτουργο, παρὰ τὴ σχεδὸν ἑδραιωμένη ἀντίληψη ὅτι αὐτὸ γίνεται κυρίως ὑπὲρ τῶν κεκοιμημένων.
Ἄσχετα πρὸς αὐτό, ἡ ἀξία τῆς Θείας Λειτουργίας εἶναι τεράστια γιὰ ὅλους. Οἱ ψυχὲς τῶν κεκοιμημένων ἰδιαίτερα βοηθοῦνται τὰ μέγιστα ἀπὸ τὴν τέλεσή της. Ἄλλωστε οἱ προσευχὲς (ἀτομικὲς καὶ ἐκκλησιαστικὲς-τρισάγια, μνημόσυνα καὶ κυρίως ἡ Θεία Λειτουργία) μαζὶ μὲ τὶς ἐλεημοσύνες, εἶναι τὰ μοναδικά, ἀλλὰ καὶ σπουδαιότατα πράγματα ποὺ μποροῦμε νὰ κάνουμε γιὰ τοὺς κεκοιμημένους μας. Εἶναι οἱ «ἀποσκευές» τους ποὺ φροντίζουμε ὁπωσδήποτε νὰ τὶς στείλουμε ξοπίσω τους, ἀφότου ἐκεῖνοι ἔχουν φύγει. Αλλιῶς θὰ μᾶς κατηγορήσουν κατὰ τὴ Δευτέρα Παρουσία πὼς τοὺς ἀμελήσαμε (ἅγ. Ἰω. ὁ Χρυσόστομος).
Τὸ σαρανταλείτουργο, ὅπως καὶ κάθε ἄλλη ἱεροπραξία, τελεῖται δωρεάν. Δὲν χρειάζεται νὰ προσφέρετε χρήματα. Χρειάζεται ὅμως ὁπωσδήποτε ἡ προσωπική συμμετοχή σας σ’ αὐτό. Ἡ Θεία Λειτουργία δὲν γίνεται μὲ τὸν παπά μονάχα. Εἶναι ἔργο τοῦ λαοῦ (λεῖτος [=λαὸς] + ἔργο), δηλαδὴ ὅλων μας. Δὲν ἀρκεῖ νὰ «διαβάζει» μόνος ὁ παπὰς τὰ «γράμματα» καὶ τὸ χαρτάκι μὲ τὰ ὀνόματα γιὰ νὰ λυθοῦν μαγικὰ τὰ προβλήματά μας. Χρειάζεται
α) καὶ νὰ εἴμαστε παρόντες στὴν κοινὴ προσευχή, ἀλλὰ
β) καὶ νὰ προσπαθοῦμε νὰ διορθώνουμε τὴ ζωή μας κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Χωρὶς τὸν ἀγώνα αυτὸν μάταια πασχίζουμε. Δὲν ἀγοράζονται ὅλα μὲ τὰ λεφτά. Δὲν χτίζουν σχέση μὲ τὸν Θεό. Χωρὶς αλλαγὴ ζωῆς (μετάνοια), δὲν ἔχουν πέραση πουθενά. Καὶ εὐτυχῶς δηλαδή, γιατὶ ἀλλιῶς, ὁ Παράδεισος θά ’ταν μόνο γιὰ τοὺς πλούσιους (ποὺ θὰ μπορούσαν νὰ τὸν ἀγοράσουν μὲ λεφτά).
Ἡ Θεία Λειτουργία λοιπὸν δὲν ἐνεργεῖ ποτὲ μὲ τρόπο μαγικό. Ἀντιθέτως!
Ἐκκλησιαζόμαστε ὅλοι ἀπολύτως συνειδητὰ καὶ συμπροσευχόμαστε μὲ τὸν ἱερέα σὰν μιὰ οἰκογένεια, σὰν μέλη τοῦ ἑνὸς Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Φροντίζουμε ὅλοι γιὰ ὅλους, ὄχι μόνο γιὰ τοὺς δικούς μας. Καὶ ὅπου ἐμεῖς εἴμαστε ἑνωμένοι καὶ ἀγαπημένοι, χωρὶς καμμιὰ ἔχθρα μεταξύ μας, ἐκεῖ παρευρίσκεται ἀοράτως καὶ ὁ Θεός μας, πλημμυρίζοντάς μας μὲ τὴν εὐλογία καὶ τὴ Χάρη του.
ΚΑΛΟ ΣΑΡΑΝΤΑΗΜΕΡΟ – ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ!
πηγή:ἠλεκτρονικό ταχυδρομεῖο