«Αἰτεῖτε, καὶ δοθήσεται ὑμῖν, ζητεῖτε, καὶ εὑρήσετε, κρούετε, καὶ ἀνοιγήσεται ὑμῖν …» (Λκ. 11, 9). Ξέρουμε όλοι αυτό το λόγο του Χριστού και τον αγαπάμε. Σ’ αυτόν στηρίζουμε τις ελπίδες μας. Με την πίστη περιμένουμε να πραγματοποιηθούν και σε μας αυτά τα λόγια. Πολλοί όμως αποθαρρύνονται αν δεν λαμβάνουν αμέσως αυτό που ζητάνε και γογγύζουν κατά του Θεού. Για να μην μας συμβεί αυτό πρέπει να καταλάβουμε το νόημα αυτού του λόγου του Χριστού, να καταλάβουμε τι μας υπόσχεται ο Κύριος μ’ αυτό το λόγο του.
 
Βλέπουμε στη ζωή μας ότι αυτός που ζητάει δεν παίρνει αμέσως, αυτός που ψάχνει δεν βρίσκει γρήγορα και σ’ αυτόν που χτυπάει δεν του ανοίγεται κατευθείαν. Και αυτό τι σημαίνει; Διαψεύδεται ο λόγος του Χριστού; Ασφαλώς όχι. Ο λόγος Του είναι αλήθεια. Για να εξηγήσουμε την φαινομενική αντίφαση ανάμεσα σ’ αυτά που λέει ο Χριστός και σ’ αυτά που βλέπουμε στη ζωή μας πρέπει να κατανοήσουμε βαθύτατα αυτό που λέει ο Χριστός παρακάτω.
 
«Τίνα δὲ ἐξ ὑμῶν τὸν πατέρα αἰτήσει ὁ υἱὸς ἄρτον, μὴ λίθον ἐπιδώσει αὐτῷ; ἢ καὶ ἰχθύν, μὴ ἀντὶ ἰχθύος ὄφιν ἐπιδώσει αὐτῷ; ἢ καὶ ἐὰν αἰτήσῃ ᾠόν, μὴ ἐπιδώσει αὐτῷ σκορπίον; εἰ οὖν ὑμεῖς, ὑπάρχοντες πονηροί, οἴδατε δόματα ἀγαθὰ διδόναι τοῖς τέκνοις ὑμῶν, πόσῳ μᾶλλον ὁ πατὴρ ὁ ἐξ οὐρανοῦ δώσει πνεῦμα ἀγαθὸν τοῖς αἰτοῦσιν αὐτόν;» (Λκ. 11, 11-13).
 
Τώρα βλέπουμε τι ακριβώς ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός υπόσχεται να δώσει σ’ αυτόν που χτυπάει επίμονα την θύρα της ευσπλαχνίας του και ζητάει με εμμονή. Όχι αυτό που εμείς συνήθως ζητάμε, όχι τα γήινα αγαθά, όχι αυτό που θέλει ο σαρκικός μας άνθρωπος, τα πάθη μας, αλλά κάτι τελείως διαφορετικό. Μας υπόσχεται ότι ο Πατήρ ο Ουράνιος θα δώσει το Άγιο Πνεύμα σε όσους το ζητούν. Μεγάλες δωρεές της θείας χάριτος, τις δωρεές του Αγίου Πνεύματος θα λάβει αυτός που με επιμονή το ζητάει. Και θα του ανοιχθούν οι θύρες του ελέους του Θεού.
 
Το ίδιο πράγμα αλλά με διαφορετικά λόγια είπε ο Κύριος Ιησούς Χριστός και μία άλλη φορά, όπως μας το διηγείται το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο: «καὶ ὅ,τι ἂν αἰτήσητε ἐν τῷ ὀνόματί μου, τοῦτο ποιήσω, ἵνα δοξασθῇ ὁ πατὴρ ἐν τῷ υἱῷ. ἐάν τι αἰτήσητε ἐν τῷ ὀνόματί μου, ἐγὼ ποιήσω» (Ιω. 14, 13-14). Αυτό όμως που ζητάμε στο όνομα του Χριστού πρέπει να είναι ευάρεστο στον Θεό. Ασφαλώς δεν θα ακουστούμε αν θα ζητάμε την βοήθειά του σε έργα πονηρά, διότι γίνεται μερικές φορές να ζητάνε και οι ληστές την βοήθειά του, όταν πάνε να κάνουν τη δουλειά τους. Αυτό ακριβώς μας λέει και ο απόστολος Ιάκωβος στην επιστολή του: «αἰτεῖτε καὶ οὐ λαμβάνετε, διότι κακῶς αἰτεῖσθε, ἵνα ἐν ταῖς ἡδοναῖς ὑμῶν δαπανήσητε» (Ιακ. 4, 3).

 
Θα ήθελα να προσέξετε εκείνα τα λόγια του Χριστού που διαβάσαμε πριν λίγο: «ὅ,τι ἂν αἰτήσητε ἐν τῷ ὀνόματί μου, τοῦτο ποιήσω». Μεγάλη δογματική αλήθεια περιέχουν αυτά τα λόγια. Αν τις δεήσεις μας, που απευθύνουμε στον Θεό, τις πραγματοποιεί ο Χριστός τότε αυτό σημαίνει ότι Αυτός είναι ο αληθινός Θεός. Το να πραγματοποιεί Αυτός εκείνο που ζητάμε από τον Πατέρα στο όνομά του, για να δοξαστεί ο Πατέρας μέσω του Υιού, επιβεβαιώνει και έναν άλλο λόγο του Χριστού: «ἐγὼ καὶ ὁ Πατὴρ ἕν ἐσμεν» (Ιω. 10, 30).
 
Η θύρα της θείας ευσπλαχνίας ανοίγει μόνο σ’ αυτούς που την χτυπάνε με επιμονή. Αυτό μας διδάσκει ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός στην παραβολή του αδίκου κριτού. Θέλω να σας την υπενθυμίσω. «Ἔλεγε δὲ καὶ παραβολὴν αὐτοῖς πρὸς τὸ δεῖν πάντοτε προσεύχεσθαι αὐτοὺς καὶ μὴ ἐκκακεῖν, λέγων· κριτής τις ἦν ἔν τινι πόλει τὸν Θεὸν μὴ φοβούμενος καὶ ἄνθρωπον μὴ ἐντρεπόμενος. Χήρα δὲ ἦν ἐν τῇ πόλει ἐκείνῃ, καὶ ἤρχετο πρὸς αὐτὸν λέγουσα· ἐκδίκησόν με ἀπὸ τοῦ ἀντιδίκου μου. καὶ οὐκ ἠθέλησεν ἐπὶ χρόνον· μετὰ δὲ ταῦτα εἶπεν ἐν ἑαυτῷ· εἰ καὶ τὸν Θεὸν οὐ φοβοῦμαι καὶ ἄνθρωπον οὐκ ἐντρέπομαι, διά γε τὸ παρέχειν μοι κόπον τὴν χήραν ταύτην ἐκδικήσω αὐτήν, ἵνα μὴ εἰς τέλος ἐρχομένη ὑπωπιάζῃ με. εἶπε δὲ ὁ Κύριος· ἀκούσατε τί ὁ κριτὴς τῆς ἀδικίας λέγει· ὁ δὲ Θεὸς οὐ μὴ ποιήσῃ τὴν ἐκδίκησιν τῶν ἐκλεκτῶν αὐτοῦ τῶν βοώντων πρὸς αὐτὸν ἡμέρας καὶ νυκτός, καὶ μακροθυμῶν ἐπ᾿ αὐτοῖς;» (Λκ. 18, 1-7).
 
Τα τελευταία λόγια της παραβολής: «ὁ δὲ Θεὸς οὐ μὴ ποιήσῃ τὴν ἐκδίκησιν τῶν ἐκλεκτῶν αὐτοῦ τῶν βοώντων πρὸς αὐτὸν ἡμέρας καὶ νυκτός, καὶ μακροθυμῶν ἐπ᾿ αὐτοῖς;» είναι πολύ σημαντικά. Για να μας αποδώσει όμως το δίκαιο ο Θεός, να ακούσει τις δεήσεις μας, εμείς πρέπει να προστεθούμε στους εκλεκτούς του, πρέπει να εφαρμόσουμε στη ζωή μας αυτό που λέει ο άγιος απόστολος Ιάκωβος: «ἐγγίσατε τῷ Θεῷ, καὶ ἐγγιεῖ ὑμῖν. καθαρίσατε χεῖρας ἁμαρτωλοὶ καὶ ἁγνίσατε καρδίας δίψυχοι. ταλαιπωρήσατε καὶ πενθήσατε καὶ κλαύσατε· ὁ γέλως ὑμῶν εἰς πένθος μεταστραφήτω καὶ ἡ χαρὰ εἰς κατήφειαν. ταπεινώθητε ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, καὶ ὑψώσει ὑμᾶς» (Ιακ. 4, 8-10).
 
Γιατί όμως είπε ο Κύριος ότι θα αναβάλει ο Θεός να αποδώσει το δίκαιο στους εκλεκτούς του; Είναι δυνατόν και Αυτός, όπως και οι γεμάτοι υπερηφάνεια άρχοντες της γης, να θέλει να τον παρακαλάνε πολύ; Ασφαλώς όχι. Η υπερηφάνεια είναι γνώρισμα του διαβόλου και ο Θεός είναι αγαθοσύνη, ευσπλαχνία και αγάπη. Η αγάπη δεν καυχάται, δεν εξαίρει τον εαυτό της και δεν βάζει το αίτημά της πάνω απ’ αυτόν που παρακαλεί. Ο λόγος για τον οποίο ο Θεός αναβάλλει την πραγμάτωση των δεήσεών μας, ακόμα και τότε που τον παρακαλάμε, για τις δωρεές του αγίου Πνεύματος, είναι πολύ βαθύς.
 
Η αιτία βρίσκεται στο ότι η προσευχή μας είναι, η κοινωνία με τον Θεό. Μέσω αυτής της κοινωνίας, με έναν τρόπο μυστικό, απαρατήρητα για μας, πραγματοποιείται αυτό που λέει ο απόστολος Ιάκωβος: «ἐγγίσατε τῷ Θεῷ, καὶ ἐγγιεῖ ὑμῖν». Οι άγιοι, οι δεήσεις των οποίων πάντα ακούγονταν από τον Θεό, έφτασαν σ’ αυτό το μέτρο τελειότητας και πλησίασαν τον Θεό μετά από πολλά χρόνια ασκήσεως. Δεν απόκτησαν εύκολα την ειρήνη του Θεού. Η οσία Μαρία η Αιγυπτία, που στην αρχή ήταν μεγάλη πόρνη, όταν ο Θεός συντάραξε την καρδιά της και αυτή συνειδητοποίησε την ακαθαρσία και την αμαρτωλότητά της, άφησε τον κόσμο και πήγε στην έρημο. Εκεί μόνο μετά από δεκαεφτά χρόνια αδιάλειπτης προσευχής και νηστείας βρήκε την ειρήνη και την ησυχία. Από ακάθαρτη πόρνη έγινε μεγάλη αγία και άγγελος εν σαρκί.
 
Γνωρίζετε για τον άγιο Σεραφείμ του Σαρώφ ότι αυτός χίλιες ημέρες και χίλιες νύχτες στεκόταν πάνω σ’ ένα βράχο, χειμώνα και καλοκαίρι, προσευχόμενος στο Θεό. Μέσα στις καρδιές των μεγάλων αυτών δικαίων του Θεού τελούνταν το αόρατο μυστήριο του αγιασμού της καρδιάς, με το οποίο γίνονταν αυτοί ναός του Αγίου Πνεύματος.
 
Καταλαβαίνετε ότι δεν μοιάζει καθόλου με την προσευχή των αγίων η προσευχή εκείνων των ανθρώπων που, ενώ δεν έχουν το Θεό στη ζωή τους, όταν παρουσιαστεί ανάγκη προσεύχονται σ’ Αυτόν, μερικές φορές, και με δάκρυα ακόμα. Ακόμα και αυτοί που δεν πιστεύουν καθόλου στον Θεό και βλασφημούν το άγιο όνομά Του μπορεί την στιγμή του θανάσιμου κινδύνου να στρέφονται προς Αυτόν και να Τον παρακαλάνε να τους βοηθήσει. Θα ακουστούν αυτοί από τον Θεό, θα πραγματοποιηθεί σ’ αυτούς ο λόγος του Χριστού: «Αἰτεῖτε, καὶ δοθήσεται ὑμῖν, ζητεῖτε, καὶ εὑρήσετε, κρούετε, καὶ ἀνοιγήσεται ὑμῖν»; (Λκ. 11,9).
 
Να μην γινόμαστε και εμείς όμοιοι μ’ αυτούς τους δυστυχισμένους ανθρώπους. Να χτυπάμε αδιαλείπτως την θύρα της θείας ευσπλαχνίας, να επιζητάμε την Βασιλεία του Θεού και την Δικαιοσύνη Του, να έχουμε ζήλο και να εφαρμόζουμε στη ζωή μας τις εντολές του Θεού και, τότε, αξίως θα λάβουμε αυτό που ζητάμε στο όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, του Οποίου η δόξα και το κράτος μετά του Ανάρχου Αυτού Πατρός και του Παναγίου Πνεύματος εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
 
(Αγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας, Λόγοι και Ομιλίες Τόμος Α΄, εκδόσεις Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη, 2014)
 
 
 
(Πηγή ψηφ. κειμένου: agiosthomas.gr)
 
https://alopsis.gr/αιτείτε-και-δοθήσεται-υμίν-άγιος-λο/