– Έργο του μοναχού είναι να γίνη δοχείο του Αγίου Πνεύματος. Νά κάνη την καρδιά του ευαίσθητη σάν το φύλλο του χρυσού των αγιογράφων. Όλο το έργο του μοναχού είναι αγάπη, όπως καί το ξεκίνημα του γίνεται από αγάπη προς τόν Θεό, η οποία έχει καί την αγάπη προς τόν πλησίον.
Ό μοναχός μελετάει την δυστυχία της κοινωνίας, πονάει η καρδιά του καί προσεύχεται συνεχώς καρδιακά για τόν κόσμο.
Έτσι ελεεί τόν κόσμο με την προσευχή.
Υπάρχουν μοναχοί πού βοηθούν τους ανθρώπους περισσότερο από όσο θά τους βοηθούσε όλος ο κόσμος μαζί.
Υπάρχουν μοναχοί πού βοηθούν τους ανθρώπους περισσότερο από όσο θά τους βοηθούσε όλος ο κόσμος μαζί.
Ένας κοσμικός λ.χ. προσφέρει δύο πορτοκάλλια ή ένα κιλό ρύζι σε κάποιον φτωχό, πολλές φορές μόνο για νά τον δουν οι άλλοι, καί κατακρίνει μάλιστα, γιατί οι άλλοι δέν έδωσαν. Ό μοναχός όμως βοηθάει με τόννους σιωπηλά μέ την προσευχή του.
Ό μοναχός δεν βάζει δικά του σχέδια και προγράμματα κοσμικά γιά ιεραποστολές, άλλα προχωρεί χωρίς κανένα δικό του σχέδιο και ο Καλός Θεός τόν περνάει στο σχέδιο το δικό Του, το θεϊκό, καί, αν χρειασθή γιά ιεραποστολή, τόν στέλνει ο Θεός μέ θείο τρόπο.
Δεν ζητάει ο Θεός από τους μοναχούς νά βγουν στον κόσμο, γιά νά κρατούν τους ανθρώπους νά περπατούν, αλλά ζητάει νά τους δώσουν τό φως μέ το βίωμά τους, γιά νά οδηγηθούν στην αιώνια ζωή. Ό μοναχός δηλαδή δεν έχει ώς αποστολή νά βοηθήση τόν κόσμο μέ τό νά βρίσκεται μέσα στον κόσμο.
Φεύγει μακριά από τόν κόσμο, όχι γιατί μισεί τόν κόσμο, αλλά γιατί αγαπάει τόν κόσμο, καί ζώντας μακριά από τόν κόσμο, θά τόν βοηθήση μέ τήν προσευχή του σέ ο,τι δεν γίνεται ανθρωπίνως παρά μόνο μέ θεϊκή επέμβαση. Γι’ αυτό ο μοναχός πρέπει νά βρίσκεται σέ διαρκή επικοινωνία μέ τόν Θεό, νά παίρνη σήματα καί νά δείχνη στους ανθρώπους τόν δρόμο προς τόν Θεό.
Δέν μπορούσα νά καταλάβω πώς δικαιολογούν μερικά πράγματα οι Ρωμαιοκαθολικοί. Μού λύθηκε η απορία πριν από λίγο καιρό, όταν πέρασαν άπό τό Καλύβι δύο Ρωμαιοκαθολικοί αρχιτέκτονες από τήν Ρώμη.
Είχαν άγνοια αλλά καλή διάθεση. «Τί κάνουν οι μοναχοί, μου λένε, καί κάθονται εδώ; Γιατί δέν πηγαίνουν στον κόσμο νά κάνουν κοινωνικό έργο;». «Οι φάροι, τους λέω, δέν πρέπει νά είναι πάντοτε πάνω στά βράχια; Τί, πρέπει νά πάνε στις πόλεις νά προστεθούν στά φανάρια; Άλλη αποστολή έχουν οι φάροι, άλλη τα φανάρια».
Ο μοναχός δέν είναι φαναράκι, γιά νά τοποθετηθή στην πόλη σέ μιά άκρη του δρόμου καί νά φωτίζη τους διαβάτες, νά μή σκοντάφτουν.. Είναι φάρος απομακρυσμένος, στημένος ψηλά στά βράχια, πού μέ τις αναλαμπές του φωτίζει τά πελάγη καί τους ωκεανούς, γιά νά κατευθύνωνται τά καράβια καί νά φθάνουν στον προορισμό τους, στον Θεό.
«Τό αθόρυβο κήρυγμα τον μοναχού»
Θα κάνω προσευχή εσείς οι τρεις δόκιμες να μή μεγαλώσετε, να μείνετε έτσι, με αυτά τά μπλε μαντήλια, σ’ αυτό το ύψος, σ’ αυτήν τήν ηλικία! Ξέρετε πώς βοηθιούνται αθόρυβα οι άνθρωποι, όταν σας βλέπουν;
Γιατί σήμερα στον κόσμο δεν βρίσκουν εύκολα μιά σωστή κοπέλα. Οι περισσότερες είναι αγριεμένες, μέ τά τσιγάρα στο χέρι, κάνουν κάτι μορφασμούς… Και βλέπουν εδώ νέες αφιερωμένες, νά ψέλνουν, νά χαίρωνται… Σου λέει: «Τί γίνεται εδώ; κάτι συμβαίνει. Νά πούμε ότι είναι χαζές; δεν είναι. Νά πούμε ότι τους λείπει κάτι; δεν τους λείπει. Φαίνεται, κάτι ανώτερο υπάρχει». Πράγματι, ξέρετε πόσο βοηθάει αυτό;
Όταν πηγαίνουν κοσμικοί σε ένα μοναστήρι καί βλέπουν σωστούς μοναχούς, τότε καί άπιστοι νά είναι, αν έχουν καλή διάθεση, γίνονται πιστοί.
Πολλοί άθεοι επιστήμονες πού ήρθαν μόνο γιά μιά επίσκεψη στο Άγιον Όρος, άλλαξαν ζωή. Προβληματίζονται μέ τήν καλή έννοια και βοηθιούνται.
Βλέπουν νέους ανθρώπους, χαρούμενους, πού είχαν όλες τις προϋποθέσεις νά αναδειχθούν στον κόσμο, νά αφήνουν πλούτη, θέσεις κ.λπ., καί νά ζουν ασκητικά, μέ προσευχή καί αγρυπνία, καί λένε: «Τί γίνεται; αν όντως υπάρχη Θεός, αν ύπάρχη άλλη ζωή, αν υπάρχη κόλαση, εγώ τί κάνω;». Έτσι φρενάρουν τήν αμαρτωλή ζωή τους ή καί την διορθώνουν.
Ξέρω μιά περίπτωση· μιά κοπέλα είκοσι χρονών έκανε απόπειρα αυτοκτονίας, έκοψε τις φλέβες της, άλλα τήν πρόλαβαν. Βρέθηκε μετά ένας μοναχός, τήν πήρε καί τήν πήγε σε ένα γυναικείο μοναστήρι. Ήταν η καημένη αγριεμένη. Όταν όμως είδε εκεί τις μοναχές, συνήλθε. «Βλέπω άλλον κόσμο εδώ, είπε. Μπορώ νά μείνω;».
Αυτό είναι τό αθόρυβο κήρυγμα του μοναχού. Πολλοί κηρύττουν, λίγοι εμπνέουν εμπιστοσύνη, γιατί η ζωή τους δεν ανταποκρίνεται στά λόγια τους.
Ο μοναχός δεν κάνει κηρύγματα δυνατά νά τον ακούσουν οι άλλοι, άλλα κηρύττει σιωπηλά μέ την ζωή του τον Χριστό και βοηθάει μέ την προσευχή του. Ζή το Ευαγγέλιο και η Χάρις του Θεού τον προδίδει. Έτσι κηρύττεται τό Ευαγγέλιο κατά τον θετικώτερο τρόπο, πράγμα πού διψάει ο κόσμος, ιδίως ο σημερινός. Και όταν μιλάη ο μοναχός, δεν λέει απλώς μιά σκέψη· λέει μιά εμπειρία. Άλλα καί μιά σκέψη νά πή, και αύτη είναι φωτισμένη.
Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, από το βιβλίο Λόγοι Β΄ – Πνευματική αφύπνιση.
https://paraklisi.blogspot.gr/2017/01/blog-post_283.html