Η Α.Μ. εκ Βόλου είχε καταστεί τελείως παράλυτη και νοσηλευόταν στον Ερυθρό Σταυρό, στο Νευρολογικό τμήμα.
Υπέφερε δέκα πέντε ολόκληρα χρόνια από φρικτούς πόνους και το
σώμα της από κατάκλιση ήταν όλο μια πληγή. Δεν ανεχόταν να ακουμπήσει τίποτε επάνω της.
Οι καλύτεροι ιατροί, Έλληνες και ξένοι, που την εξέτασαν, είπαν ότι ηασθένειά της είναι ανίατη και δεν υπήρχε καμμία ελπίδα να θεραπευτεί. Θα ήταν ως το θάνατό της μια ζωντανή νεκρή, κατάκοιτη και ακίνητη.
Ένα πρωί στις 10, χωρίς κανένα φάρμακο, ούτε από την επίδραση καμιάς δυνατής συγκινήσεως ή συγκλονιστικού γεγονότος – διηγείται μια αυτόπτης μάρτυς του θαύματος, Κοινωνική Λειτουργός και φίλη της – την είδαμε ξαφνικά να σηκώνεται από το κρεββάτι.
Είδε τον Άγιο Χαράλαμπο και της έλεγε:
– «Σήκω, παιδί μου, εν ονόματι του Κυρίου Ιησού Χριστού!»
Η παράλυτη Α. Φώναξε δειλά:
– Δεν μπορώ, Άγιε, θα πέσω, φοβάμαι. Πονώ. Δέκα πέντε ολόκληρα χρόνια είμαι ακίνητη.
Ξαφνικά την είδαμε να περπατά μπρος στα κατάπληκτα μάτια της προϊσταμένης, των ιατρών και όλου του προσωπικού.
«Τα αδύνατα παρά ανθρώποις δυνατά παρά Θεώ» (Λουκ. ιη’, 27).
Το Συναξάρι του Αγίου Χαραλάμπους
Θεοτέκνης Μοναχής
Ιεράς Μονής Αγίου Στεφάνου Άγια Μετέωρα