Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ΝΕΥΡΟΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΑΣΘΕΝΕΙΑ, Η ΔΕ
ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ
πρ. Ιωάννης Σ. Ρωμανίδης, Καθηγητής Πανεπιστημίου
7. Θεολογία καί δόγμα
Όλοι όσοι έφθασαν στον δοξασμόν μαρτυρούν το γεγονός, ότι “Θεόν φράσαι μεν αδύνατον, νοήσαι δε αδυνατώτερον,” αφού γνωρίζουν απ’ αυτήν την εμπειρία τους, ότι δεν υπάρχει οποιαδήποτε ομοιότητα μεταξύ κτιστού και ακτίστου.
Αυτό σημαίνει, ότι τα περί Θεού ρήματα και νοήματα, τα οποία δεν αντιτίθενται στην εμπειρία της θεώσεως, αλλά και οδηγούν στην κάθαρση και τον φωτισμό της καρδιάς και την θέωση, είναι Ορθόδοξα. Ρήματα και νοήματα, τα οποία αντιτίθενται στον δοξασμό και απομακρύνουν από την κάθαρση και τον φωτισμό της καρδιάς και την θέωση είναι αιρετικά.
Αυτό είναι το κλειδί των αποφάσεων των Επτά Ρωμαϊκών Οικουμενικών Συνόδων, όπως και της 8ης του 879 και της 9ης του 1341.Σχεδόν όλοι οι ιστορικοί των δογμάτων αγνοούν το κλειδί αυτό και πιστεύουν ότι οι πατέρες προσπαθούν, σαν τον Αυγουστίνο, να κατανοήσουν στοχαστικά και διαλεκτικά το μυστήριο, το οποίο κρύβεται πίσω από τα του Θεού ρήματα και νοήματα. Επιστρατεύουν μεταξύ των πατέρων ακόμη και τον Γρηγόριο τον Θεολόγο στο στρατόπεδο της Φραγκο-Λατινικής θεολογίας, παρουσιάζοντας τον σε μετάφρασηυ να λέει, ότι επιτρέπεται “το φιλοσοφείν περί Θεού” μόνο στους “ήδη γενομένους ειδικούς εις τον διαλογισμόν” (past masters of meditation), αντί σε μόνους τους “διαβεβηκότας εν θεωρία,” η οποία είναι η θέα του Χριστού “δι’ εσόπτρου εν αινίγματι” “γλώσση” και “πρόσωπον προς πρόσωπον” κατά τον “δοξασμόν.”
Οι Πατέρες σαφώς απορρίπτουν ως πλάνη την ιδέα ότι η διατύπωση των δογμάτων αποτελεί μέρος προσπάθειας κατανοήσεως των μυστηρίων της πίστεως περί Αγίας Τριάδος και ενσαρκώσεως του Λόγου. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος γελοιοποιεί τέτοιους αιρετικούς: “Ειπέ συ την αγεννησίαν του πατρός, καγώ την γέννησιν του υιού φυσιολογήσω και την εκπόρευσιν του πνεύματος και παραπληκτίσομεν άμφω εις Θεού μυστήρια παρακύπτοντες” (Θεολ. Λόγος Δ’,8). Ούτε δέχθηκαν ποτέ οι Πατέρες την θέση του Αυγουστίνου και των Λατίνων που τον ακολουθούσαν, ότι η Εκκλησία κατανοεί καλύτερα και βαθύτερα την πίστη και τα δόγματα με την πάροδο του χρόνου. Κάθε περίπτωση δοξασμού μέσω των αιώνων είναι μετοχή “εις πάσαν την αλήθειαν” της Πεντηκοστής, η οποία ούτε αύξηση, ούτε βαθύτερη κατανόηση επιδέχεται.
Αυτό σημαίνει επίσης, ότι η Ορθόδοξη δογματική είναι καθ’ ολοκληρία ποιμαντική, αφού δεν υφίσταται εκτός των πλαισίων της θεραπείας της καρδιάς μέσω της καθάρσεως και του φωτισμού και εφόσον θεολόγος είναι κατ’ εξοχήν ο θεούμενος, του οποίου η θέωση είναι υπέρ πάντα λόγο και έννοια.
Το να είναι κανείς θεολόγος σημαίνει κατά πρώτον και κύριο λόγο, ότι είναι ειδικός στις μεθόδους του διαβόλου. Ο φωτισμός και κυρίως ο δοξασμός μεταδίδουν το χάρισμα της διακρίσεως των πνευμάτων για την κατατρόπωση του διαβόλου, ειδικά όταν αυτός προσφεύγει στην διδασκαλία της θεολογίας και πνευματικότητας σε εκείνους που αρχίζουν να γλιστρούν μέσα από τα χέρια του.
8. Τά Μυστήρια
Το σημαντικότερο αποτέλεσμα της από φραγκο-λατινικεύσεως της Ορθοδόξου θεολογικής παιδείας τον 18ο και 19ο αιώνα, υπήρξε η εξαφάνιση από τα δογματικά εγχειρίδια, και ιδίως από τα κεφάλαια περί μυστηρίων, της υπάρξεως των μελών του σώματος του Χριστού εντός των πλαισίων της καθάρσεως και του φωτισμού της καρδιάς και της θεώσεως, παρ’ ότι τα λειτουργικά κείμενα ακριβώς αυτά προϋποθέτουν. Επηρεασμένα από Ρωσικά και Λατινικά εγχειρίδια λησμόνησαν το γεγονός ότι το μυστήριο της ιεροσύνης προϋποθέτει την θέωση, δηλαδή την προφητεία, “μη αμέλει του εν σοι χαρίσματος, ο εδόθη σοι δια προφητείας μετά επιθέσεως των χειρών του πρεσβυτερίου. (Α’ Τιμ. 4:14)”
http://www.oodegr.com/oode/psyxotherap/nevrobiolog1.htm#IIb