Ὁ Σεβ. Ναυπάκτου ἐδημοσίευσε κείμενον, εἰς τὸ ὁποῖον δικαιολογεῖ τὸν Πρωθυπουργὸν διὰ τὴν ἀπαξιωτικὴν φράσιν του, ὀνοματίζει τοὺς ὁμοφυλοφίλους «μειονότητα» μὲ πολιτικὴν διάστασιν καὶ περιγράφει τὴν στάσιν τῶν Βουλευτῶν, χωρὶς νὰ τὴν χαρακτηρίζει. Ἀγνοεῖ ὅτι τὸ «Μαξίμου» ἀπεκάλεσε τοὺς Ἱεράρχας «κότες»; Μήπως ἐλησμόνησε τὴν ποινικοποίησιν τῆς θ. κοινωνίας; Τοὺς κληρικούς, οἱ ὁποῖοι δὲν τὸν ὑπήκουσαν, τοὺς καθήρεσε, τοὺς πολιτικοὺς θὰ τοὺς «χαϊδεύη»; Ποία ὑποκρισία εἶναι χειροτέρα; Παραθέτομεν μέρος τοῦ ἄρθρου του:
«Στὴν Ἑλλάδα οἱ Βουλευτὲς πού ψηφίζουν στὸ Κοινοβούλιο εἶναι μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ἐκφράζουν καὶ πρέπει νὰ ἐκφράζουν τοὺς ψηφοφόρους τους πού εἶναι κατὰ βάση Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, χωρὶς νὰ παραθεωροῦν τὰ δίκαια αἰτήματα τῶν μειονοτήτων.
Ἐπίσης, οἱ Βουλευτές, προκειμένου νὰ ἐκλεγοῦν συνήθως λαμβάνουν τὴν «εὐχὴ» τῶν κατὰ τόπους Ἐπισκόπων, καὶ τῶν Ἱερέων, ἐκκλησιάζονται «ἐπιδεικτικῶς» στοὺς Ἱεροὺς Ναούς, συνήθως ἀπαγγέλλουν τὸ «Πιστεύω» ἢ τὸ «Πάτερ ἡμῶν», κατὰ τὴν διάρκεια τῆς θείας Λειτουργίας, συμμετέχουν σὲ περίοπτη θέση στὶς λιτανεῖες, στὶς ὁποῖες παρευρίσκονται χιλιάδες Χριστιανοί, καὶ γενικὰ θέλουν νὰ ἔχουν σχέση μὲ τὴν Ἐκκλησία, κατὰ βάση γιὰ ἰδιοτελεῖς σκοπούς.
Τὸ ἴδιο κάνουν καὶ οἱ καὶ κατὰ καιροὺς Πρωθυπουργοί, ὑπουργοὶ καὶ ἀρχηγοὶ τῶν Κομμάτων κατὰ τὶς περιοδεῖες τους στὶς Ἐπαρχίες, οἱ ὁποῖοι θέλουν νὰ φωτογραφίζονται, ὅταν ἀνάβουν κερὶ στὶς εἰκόνες, ὅταν ἐπισκέπτονται τοὺς Ναοὺς ἢ τοὺς Μητροπολίτες ἢ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο στὰ Γραφεῖα τους, διότι καταλαβαίνουν τὴν ἐπιρροὴ τῆς Ἐκκλησίας στὸν λαό.
Ἐπίσης, στὴν ἀρχὴ τῆς Κοινοβουλευτικῆς περιόδου καὶ στὴν ἀρχὴ κάθε ἔτους τῶν ἐργασιῶν τῆς Βουλῆς γίνεται ἁγιασμὸς στὴν Βουλὴ ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο καὶ τὰ Μέλη τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου, τοὺς ὁποίους ὑποδέχονται μὲ σεβασμό! Βεβαίως στὸ Κοινοβούλιο ψηφίζονται νόμοι γιὰ διάφορα κοινωνικὰ ζητήματα, ἀφοῦ κανένα Κράτος δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἀπολύτως «Χριστιανικό», ἀλλὰ οἱ βουλευτὲς εἶναι κατὰ βάση Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, καὶ θέλουν αὐτὸ νὰ τὸ ἐκδηλώνουν ποικιλοτρόπως.
Ἑπομένως, οἱ διάφοροι προσβλητικοὶ λόγοι γιὰ τὴν Ἐκκλησία καὶ τοὺς ἐκπροσώπους της, σὰν καὶ αὐτὸν πού ἀκούστηκε ἐπισήμως στὴν Βουλή, ἡ ὁποία Ἐκκλησία ἀγαπᾶ τοὺς πάντες καὶ ἔχει μιὰ δυνατὴ παράδοση καὶ ζωή, δὲν περιποιεῖ τιμὴ σὲ αὐτοὺς πού τοὺς χρησιμοποιοῦν, ὅταν ἀναφέρονται πρὸς τὴν Ἐκκλησία, τοὺς Κληρικούς, ἀλλὰ καὶ πρὸς τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Ἱερώνυμο, ὁ ὁποῖος συμπεριφέρεται εὐγενικὰ σὲ ὅλους καὶ τοὺς ἀποδέχεται χωρὶς διακρίσεις.
Τὰ θέματα πού ἀναφέρονται στὴν Ἐκκλησία καὶ στοὺς Κληρικούς της, ἰδιαίτερα στὸν Ἀρχιεπίσκοπο Ἱερώνυμο, ἀντιμετωπίζονται μὲ σοβαρότητα καὶ ὄχι μὲ διαζευτικοὺς συνδέσμους…
Τὸ μόνο πού μὲ παρηγορεῖ εἶναι ὅτι ἐνδεχομένως αὐτὴ ἡ φράση (δηλ. ἢ παπὰς παπὰς ἢ ζευγὰς ζευγὰς) λέχτηκε σὲ μιὰ ἀτυχῆ στιγμὴ ὑπερέντασης πού νομίζω σὲ μιὰ ἄλλη στιγμὴ αὐτοσυνειδησίας καὶ αὐτοκριτικῆς θὰ ἀναθεωρηθῆ στὴν πράξη».
Εφημερίδα Ορθόδοξος Τύπος
https://aktines.blogspot.com/2024/03/blog-post_23.html