Γράφει ὁ πατὴρ Ἰωὴλ Κωνστάνταρος
Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα Κυριακῆς ΙΑ’ Λουκᾶ
(Λουκ. Ιδ’ 16-24)
Ἡ περίοδος τῆς νηστείας τῶν Χριστουγέννων μᾶς προετοιμάζει γιὰ τὴν μεγάλη ἑορτή.
Ἡ ὅλη ἀτμόσφαιρα τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας μὲ τοὺς θαυμασίους ὕμνους καὶ τὰ ἱερὰ ἀναγνώσματα, κατανύσσει τὶς ψυχὲς τῶν πιστῶν ποὺ ὁλοένα καὶ περισσότερο αἰσθάνονται τὴν ἀγάπη καὶ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι λοιπὸν τὴν Κυριακὴ αὐτὴ τῶν Προπατόρων, ὁ νοῦς μας στρέφεται στοὺς κατὰ σάρκα προγόνους τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ στοὺς ἱερούς μας ναοὺς ἀναγινώσκεται ἡ παραβολὴ τοῦ Μεγάλου Δείπνου.
Πρόκειται περὶ μίας παραβολῆς τόσο πραγματικῆς, ἀφοῦ περιγράφει ὄχι μόνο τὴν πρόσκληση τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ τὴν τραγικὴ ἐπιλογὴ ποὺ ἔχει (ἐὰν θέλει) ὁ ἄνθρωπος, τὸ νὰ ἀρνηθεῖ δήλ. τελικῶς τὸν Θεὸ καὶ νὰ πεῖ τὸ ὄχι στὴν σωτηρία του.
Ἀλλ’ ἂς δοῦμε πῶς περιγράφει τὶς προσκλήσεις τοῦ Μεγάλου Δείπνου ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς.
Ἕνας ἐπίσημος ἄνθρωπος «ἐποίησε δεῖπνον μέγα καὶ ἐκάλεσε πολλούς».
– Ἐλᾶτε! Ὅλα βρίσκονται ἕτοιμα! Τὸ δεῖπνο μου, ποὺ τόσο φρόντισα, σᾶς περιμένει!
Γιὰ ὅσους δὲν γνωρίζουν τὸ κείμενο, ὁπωσδήποτε θὰ περιμένουν ὅτι…
τὴν εὐκαιρία αὐτὴ οὐδεὶς θὰ ἀφήσει νὰ χαθεῖ καὶ ὅτι οἱ προσκεκλημένοι θὰ διακόψουν τὴν ἐργασία καὶ τὶς ἀπασχολήσεις τους, ὥστε νὰ σπεύσουν στὸν ἄρχοντα ποὺ τοὺς προσκαλεῖ. Αὐτὸ τουλάχιστον ὑπαγορεύει ἡ λογικὴ καὶ κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο ἐνεργοῦν ὅσοι σέβονται τὸν ἑαυτό τους καὶ γενικῶς ἐφαρμόζουν τοὺς κανόνες τῆς ὀρθῆς κοινωνικῆς συμπεριφορᾶς.
Νὰ ὅμως ποὺ τὰ πράγματα δὲν ἐξελίσσονται σύμφωνα μὲ τὴν λογικὴ καὶ δυστυχῶς κυριαρχεῖ τὸ παράλογο. Ἡ ἄρνησις τῆς προσκλήσεως. Καὶ τὰ πράγματα καταντοῦν τραγικὰ ὅταν κανεὶς σκεφθεῖ ὅτι τὸ ἐπίσημο αὐτὸ δεῖπνο δὲν ἔχει νὰ κάνει μὲ τὴν ὑλικὴ τροφή, ἀλλὰ μὲ Αὐτὸν τὸν ἴδιο τὸν Θεὸ καὶ τὴν Βασιλεία Του!
Εἶναι ἀπίστευτο καὶ παράλληλα ἀνεπανόρθωτα τραγικὸ τὸ ἀποτέλεσμα. Ὅταν μάλιστα συλλογίζεται κανεὶς τὶς ἀδικαιολόγητες δικαιολογίες τῶν προσκεκλημένων, ἕνα πνεῦμα ἀπογοητεύσεως τοῦ παγώνει τὴν καρδιά.
– «Ἀγόρασα ἕνα χωράφι καὶ τώρα εἶναι ἀνάγκη νὰ τὸ ἐπισκεφθῶ. Σὲ παρακαλῶ δικαιολόγησε τὴν ἀπουσία μου», ἀπάντησε ὁ πρῶτος στὸν δοῦλο ποὺ τοῦ ἔφερε τὴν πρόσκληση.
– «Ξέρεις, ἀγόρασα πέντε ζευγάρια βοδιῶν καὶ θέλω νὰ τὰ δοκιμάσω, γι’ αὐτὸ φρόντισε νὰ μὲ δικαιολογήσεις », τόνισε στὸν δοῦλο ὁ δεύτερος.
– « Νὰ ἔρθω στὸ δεῖπνο ; Μὰ δημιούργησα οἰκογένεια. Ἔχω γυναίκα, ἔχω ὑποχρεώσεις. Δὲν θὰ μπορέσω» , ἀπάντησε ὁ τρίτος μὲ μία ἄνευ προηγουμένου ψυχρότητα. Μάλιστα δὲν αἰσθάνθηκε καν τὴν ἀνάγκη νὰ ζητήσει συγγνώμη, ἢ τέλος πάντων νὰ παρακαλέσει τὸν κομιστὴ τοῦ καλέσματος ὥστε νὰ τὸν δικαιολογήσει αὐτὸς στὸν κύριό του.
Τί νὰ πεῖ κανείς; Ἔρχονται κάποιες στιγμὲς ὅπου κρίνεται ὁλόκληρη ἡ προσωπικότητα τοῦ ἀνθρώπου. Ἀνέρχεται στὴν ἐπιφάνεια εἴτε ὁ θησαυρὸς τῆς καρδίας, εἴτε ἡ ὀξείδωση τῆς ἀπρέπειας καὶ τῆς ἀδιαντροπιᾶς καὶ πάνω ἀπ’ ὅλα κάνει τὴν ἐμφάνισή της ἡ σκουριὰ τῆς ἀρνήσεως καὶ τῆς ἀπιστίας. Αὐτὸ ἀκριβῶς συνέβη καὶ μὲ τοὺς ἀνθρώπους αὐτούς. Ἐνῶ τὸ δεῖπνο τὸ μέγα εἶχε ἑτοιμαστεῖ γι’ αὐτοὺς τοὺς ἴδιους, ἐνῶ θὰ ἔπρεπε ἡ τιμὴ νὰ τοὺς χαροποιήσει σὲ τέτοιο βαθμὸ ὥστε νὰ λησμονήσουν τὰ τῆς καθημερινότητος ποὺ ἐπιτέλους καὶ μετὰ τὸ δεῖπνο θὰ τὰ εὕρισκαν ὅπως τὰ ἄφησαν, ἐν τούτοις αὐτοὶ ἀπέδειξαν ὅτι τελικῶς ἤσαν ἀνάξιοί της προσκλήσεως, καὶ τὸ δίχως ἄλλο ἐπιλέγουν οἱ ἴδιοι συνειδητὰ τὴν ἀποκοπή τους.
Δὲν χρειάζεται φίλοι μου ἰδιαίτερος κόπος γιὰ νὰ συνειδητοποιήσουμε ὅτι ὁ οἰκοδεσπότης τῆς παραβολῆς συμβολίζει τὸν ἴδιο τὸν Θεό, ὁ ὁποῖος θέλει νὰ φέρει τὸν κάθε ἄνθρωπο κοντά Του καὶ νὰ τὸν δοξάσει ὡς συνδαιτυμόνα Του στὸ Μέγα Δεῖπνο τῆς Βασιλείας Του. Ὅπως ἐπίσης οἱ ἀπαντήσεις τῶν ἀνθρώπων μὲ τὴν ἄπρεπη καὶ προσβλητικὴ συμπεριφορά, φωτογραφίζουν ξεκάθαρα τὸν καθένα ποὺ προσπαθεῖ νὰ βρεῖ ἀφορμὲς γιὰ ἄρνηση καὶ δικαιολογίες γιὰ νὰ προσκολλᾶται στὰ χρήματα, στὰ « ζεύγη τῶν αἰσθήσεων » καὶ στὶς δῆθεν ἀνειλημμένες ὑποχρεώσεις. Ἀλλὰ μήπως δὲν γνώριζαν ποῖος ἦταν αὐτὸς ποῦ τοὺς προσκάλεσε ; Μήπως ἔχουμε ἄγνοια τῆς σαρκωμένης ἀγάπης τοῦ Θεοῦ; Κάθε ἄλλο. Οὐδεμία δικαιολογία μπορεῖ νὰ σταθεῖ καὶ κάθε λόγος συμπαθείας στοὺς ἀρνητές, ἀποδεικνύει ἔλλειψη ἀγάπης κατ’ ἀρχὰς πρὸς τὸν Θεὸ καὶ σκληρότητα στὶς προσκλήσεις τῆς Χάριτος. Αὐτὸς δὲ εἶναι καὶ ὁ λόγος ποὺ ὁ ἀρνητὴς ἄνθρωπος δέχεται τελικῶς τὴν θεϊκὴ ἀγάπη μὲ τὴν ἄλλη τῆς μορφή. Μὲ τὴν μορφὴ τῆς δικαιοσύνης ποὺ τελικῶς κολάζει τὸν αὐτοκοπτόμενο ἄνθρωπο. Μᾶλλον σωστότερα, ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος ἐπιλέγει τὸν αὐτοκολασμό του.
Καὶ ὅτι ἔτσι ἔχει ἡ πραγματικότης, τοῦτο φαίνεται ἀπὸ τὴν συνέχεια τῆς παραβολῆς.
Τὴν πρόσκληση τὴν ἀποδέχονται οἱ ἄσημοι καὶ περιφρονημένοι ἄνθρωποι. Οἱ πτωχοὶ καὶ ἀνάπηροι. Οἱ τυφλοὶ καὶ χωλοί. Ὄχι ὅτι αὐτοὶ τώρα δὲν ἔχουν ἐργασίες καὶ δὲν τοὺς ἀπασχολεῖ ἡ καθημερινότητα ὅπως σχεδὸν “δικαιολογήθηκαν” οἱ προηγούμενοι, ἀλλὰ αὐτοὶ διέθεταν τὴν ἁγνὴ προαίρεση καὶ τὴν εἰλικρίνεια. Δήλ. ὅ,τι πιὸ καλὸ καὶ ἀγαθὸ γιὰ τὴν περίπτωση, γι’ αὐτὸ καὶ ἀμέσως δέχονται καὶ σπεύδουν στὸ δεῖπνο.
– « Κύριε, γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι τόπος ἐστι » .
– Πολὺ καλά. Πήγαινε τώρα ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη στοὺς δρόμους καὶ τοὺς φράκτες τῶν κτημάτων « καὶ ἀναγκασον εἰσελθεῖν, ἴνα γεμισθῆ ὁ οἶκος μου » .
Ἀλλὰ ἡ κατάληξις τῶν λόγων τοῦ οἰκοδεσπότου συγκλονίζει:
– Νὰ γνωρίζετε ὅτι κανεὶς ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἐκλήθησαν καὶ περιφρόνησαν τὴν πρόσκλησή μου, δὲν πρόκειται νὰ δοκιμάσει τὴν χαρὰ τοῦ Δείπνου μου. «Πολλοὶ γὰρ εἰσὶ κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοὶ” .
« Τάδε λέγει Κύριος Παντοκράτωρ»!
Ἀλλὰ ποῖοι εἶναι αὐτοὶ ποῦ ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς τοὺς χαρακτηρίζει ὡς «ἐκλεκτούς»;
Δὲν εἶναι ὁ κάθε ἄνθρωπος καὶ ἀκόμα περισσότερο ὁ κάθε πιστός; Φυσικὰ ὄχι.
Ὁ ὅρος «ἐκλεκτὸς» ἀναφέρεται σὲ ὅσους ἔχουν ἀποδεχθεῖ συνειδητὰ τὴν κλήση τους καὶ ἐργάζονται σὲ αὐτή. Σὲ ὅσους δέχθηκαν καὶ ἔλαβαν τὸ χάρισμα τῆς υἱοθεσίας καὶ οἱ ὁποῖοι ἀγωνίζονται ἐντὸς βεβαίως τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας γιὰ τὸν προσωπικό τους ἁγιασμό. Ἐννοεῖται δὲ ὅτι ὁ ὅρος καὶ τὸ χάρισμα αὐτὸ τοῦ «ἐκλεκτοῦ» εἶναι ἀδύνατον νὰ ἀποδοθεῖ σ’ ὅσους δὲν εἶναι ὀργανικῶς ἐνταγμένοι στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ δήλ. τὴν Ἐκκλησία μας, ὅσο κι ἂν κάποιοι ὑψηλὰ ἱστάμενοι σκανδαλωδῶς ἐπιμένουν γιὰ τὸ ἀντίθετο, πράγμα ποὺ συνεπάγεται βλασφημία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ὅσο κι ἂν ἡ «Νέα Ἐποχή», μέσω τῶν «δικῶν τῆς ἀνθρώπων» , σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα, ἀκόμα καὶ σ’ αὐτὰ τῆς ἐκκλησιαστικῆς διοικήσεως προσπαθοῦν νὰ ξεγελάσουν ὅσους δὲν εἶναι καν κλητοὶ ὅτι δῆθεν ἀποτελοῦν τὰ «ἐκλεκτὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας», ἡ ἀλήθεια τοὺς διαψεύδει μέσα ἀπὸ τὸ ἴδιο τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὴν ἐμπειρία τῶν Ἁγίων. 
Πρὸς ἐπίρρωσιν δὲ τῶν ἀνωτέρω, ἔρχεται καὶ πάλι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος νὰ τονίσει ὅτι οἱ  “ἐκλεκτοὶ” εὑρίσκονται σὲ συνεχῆ καὶ ἀδιάκοπη ἐπικοινωνία μὲ τὸν ἴδιο τὸν Θεὸ νύκτα καὶ ἡμέρα. Συνεχῶς διὰ τῆς προσευχῆς καὶ δὴ αὐτῆς τῆς καρδιακῆς καὶ ἀδιαλείπτου εὐχῆς – ποὺ ἀπὸ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς κατέχει ἡ Ἐκκλησία μᾶς – Χριστοποιοῦνται, περνώντας ἀπὸ τὴν κάθαρση στὸ εὐλογημένο ἐπίπεδό του φωτισμοῦ. Ὅσοι μάλιστα ἐξ αὐτῶν τῶν «ἐκλεκτῶν» λάβουν τὸ ἰδιαίτερο χάρισμα, ἡ Χάρις τοὺς θεώνει μὲ τὴν ἰδιαιτέρα «ἐκλογὴ» τῆς θεώσεως, ὅπως βλέπουμε νὰ συμβαίνει μὲ τοὺς μεγάλους Ἁγίους της Πίστεώς μας. Μάρτυς ἀψευδὴς τῶν ἀνωτέρω, τὰ ἄφθαρτα σκηνώματα τῶν ἁγίων ποὺ τιμοῦμε καὶ προσκυνοῦμε καὶ διὰ τῶν ὁποίων λαμβάνουμε τὶς ποικίλες ἐκφάνσεις τῆς Χάριτος.
Ἐπειδὴ λοιπὸν οἱ ὑπάρξεις αὐτὲς ἀπὸ « κλητὲς » κατέστησαν ἑαυτὰς διὰ τοῦ ἀγῶνος καὶ τῆς θείας ἐπισκέψεως «ἐκλεκτές» , γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Θεὸς «ποιήσει τὴν ἐκδίκησιν τῶν ἐκλεκτῶν αὐτοῦ τῶν βοώντων πρὸς αὐτὸν ἡμέρας καὶ νυκτὸς » (Λούκ. ἰη΄ 7) .
Ἀγαπητοί μου. Ὄχι μία φορὰ , ἀλλὰ ἐπὶ σειρὰ ἐτῶν καὶ καθημερινῶς ὁ Θεὸς καὶ ἄμεσα, καρδιακῶ τῷ τρόπω ἀλλὰ καὶ ἔμμεσα μέσω τῶν περιστάσεων καὶ μέσω τῶν δικῶν τοῦ ἀνθρώπων μᾶς στέλνει τὰ προσκλητήρια τῆς ἀγάπης Του γιὰ τὸ Μεγάλο Δεῖπνο. Δίχως νὰ τὸ ζητήσουμε μᾶς τοποθέτησε στὸν εὐλογημένο χῶρο τῶν κλητῶν. Τώρα στὸ δικό μας χέρι ἀποκλειστικῶς εἶναι νὰ ἀποδειχθοῦμε «ἐκλεκτοί». Νὰ ἀνέλθουμε στὸ βάθρο τῆς Χάριτος ποὺ λίγοι δυστυχῶς ἀποφασίζουν νὰ κατακτήσουν. Καὶ ἂς μὴ λησμονοῦμε ὅτι ἡ ἀχαρακτήριστη συμπεριφορὰ τῆς ἀρνήσεως ἔχει τὸ «προνόμιο» νὰ μετατρέπει τὴν πρόσκληση σὲ «ὀργὴ τοῦ οἰκοδεσπότου» , ὅποτε καὶ δέχεται κανεὶς τὰ ἐπιχείρα τῆς «ἐλευθέρας τοῦ ἐπιλογῆς».
Ἀμήν.


Ἀρχιμ.  Ἰωὴλ  Κωνστάνταρος
Mail: ioil.konitsa@gmail.com

Κόνιτσα.

http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2014/12/blog-post_88.html