ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ΛΟΥΚΑ [:Λουκ. 8,4-15]
 
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΣΠΟΡΕΩΣ 
 
«Ἐν δὲ τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἐξελθὼν ὁ Ἰησοῦς τῆς οἰκίας ἐκάθητο παρὰ τὴν θάλασσαν(:Την ίδια εκείνη ημέρα βγήκε ο Ιησούς από το σπίτι στο οποίο φιλοξενούνταν και κάθισε κοντά στη θάλασσα)»[Ματθ.13,1]. «Εάν θέλετε λοιπόν», λέγει, «να με δείτε και να ακούσετε τους λόγους μου, ορίστε, έρχομαι έξω και συζητώ μαζί σας». Επειδή δηλαδή έκανε πολλά θαύματα, στη συνέχεια τούς παρέχει και την ωφέλεια της διδασκαλίας Του. Και κάθεται κοντά στη θάλασσα αλιεύοντας και ελκύοντας πλησίον Του όσους κατοικούν στη γη. Δεν κάθισε τυχαία κοντά στη θάλασσα, πράγμα που και αυτό το υπαινίχτηκε ο Ευαγγελιστής. Στόχος του Ευαγγελιστή δηλαδή στο συγκεκριμένο σημείο ήταν να δείξει ότι ο Κύριος ήθελε με ακρίβεια να βάλει σε τάξη τους ακροατές Του. Πιο συγκεκριμένα, ο Κύριος προέβη σε αυτήν την ενέργειά Του, για να μην έχει κανένα πίσω Του, αλλά όλοι να βρίσκονται απέναντί Του. 
 
«Καὶ συνήχθησαν πρὸς αὐτὸν ὄχλοι πολλοί, ὥστε αὐτὸν εἰς πλοῖον ἐμβάντα καθῆσθαι, καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἐπὶ τὸν αἰγιαλὸν εἱστήκει (:και μαζεύτηκαν κοντά Του πολλά πλήθη λαού, ώστε να αναγκαστεί Αυτός να μπει στο πλοίο και να καθίσει σε αυτό, ενώ όλος ο λαός στεκόταν στην αμμουδιά της παραλίας)»[Ματθ.13,2]. Αφού λοιπόν κάθισε εκεί, άρχισε να τους διδάσκει με παραβολές. «Καὶ ἐλάλησεν αὐτοῖς πολλὰ ἐν παραβολαῖς λέγων(:και τους μίλησε για πολλά πράγματα με παραβολές και είπε)». Και είναι αλήθεια ότι δεν έκανε το ίδιο κατά την επί του όρους ομιλία Του, ούτε έπλεξε τον λόγο Του με τόσες πολλές παραβολές, επειδή τότε το ακροατήριό Του ήταν λαός απλοϊκός και πλήθος αδιάπλαστο, ενώ εδώ τώρα παρευρίσκονταν και οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι. 

 
Εσύ όμως πρόσεξε, σε παρακαλώ, ποια παραβολή λέει πρώτη ο Κύριος και πώς ο ευαγγελιστής τις παραθέτει με τη σειρά. Ποια λοιπόν λέγει πρώτη; Αυτήν που πριν απ’ όλες τις άλλες έπρεπε να πει, αυτήν που κάνει τον ακροατή προσεκτικότερο. Επειδή επρόκειτο να μιλήσει κάπως αλληγορικά, κεντρίζει πρώτα τη διάνοια των ακροατών Του με την παραβολή. Γι’ αυτό και άλλος ευαγγελιστής λέγει ότι ο Κύριος τούς επιτίμησε, γιατί δεν αντιλαμβάνονταν τη σημασία των λόγων Του και τους είπε: «οὐκ οἴδατε τὴν παραβολὴν ταύτην, καὶ πῶς πάσας τὰς παραβολὰς γνώσεσθε;(:Δεν καταλάβατε τη σημασία της παραβολής αυτής, που δεν είναι η δυσκολότερη από όλες τις άλλες. Τότε λοιπόν πώς θα μπορέσετε να κατανοήσετε όλες τις άλλες παραβολές;)» [Μάρκ. 4,13] Και δεν ομιλεί με παραβολές γι’ αυτόν τον λόγο μονάχα, αλλά και για να κάνει τον λόγο Του πιο παραστατικό και να τον εντυπώσει βαθύτερα στη μνήμη τους και να θέσει υπόψη τους ξεκάθαρα τα πράγματα. Το ίδιο κάνουν και οι προφήτες. 
 
Ποια είναι λοιπόν η παραβολή; «Ἰδοὺ ἐξῆλθεν ὁ σπείρων(:Ιδού, o σπορέας βγήκε έξω στο χωράφι του)», λέει, «τοῦ σπεῖραι (:για να σπείρει)». Από πού βγήκε Αυτός που είναι παρών σε όλα τα μέρη, Αυτός που γεμίζει με την παρουσία Του τα πάντα; Και πώς βγήκε; Όχι φυσικά τοπικά, αλλά κατά τη σχετική με εμάς οικονομία Του, με το ότι ήρθε πιο κοντά σε μας με την ένδυση της ανθρώπινης σάρκας. Επειδή δεν είχαμε τη δυνατότητα να εισέλθουμε, διότι τα αμαρτήματα μάς απέκλειαν σαν ένα τείχος την είσοδο, εξέρχεται ο Ίδιος προς εμάς. Και με ποιο σκοπό βγήκε; Μήπως για να καταστρέψει τη γεμάτη από αγκάθια γη; Μήπως για να τιμωρήσει τους γεωργούς; Ασφαλώς όχι, αλλά εξήλθε για να καλλιεργήσει και να φροντίσει τη γη των ψυχών μας και να σπείρει μέσα τους τον λόγο της ευσέβειας. «Σπόρο» εδώ εννοεί τη διδασκαλία, «χωράφι», τις ψυχές των ανθρώπων, και «σπορέα» τον εαυτό Του. 
 
Και τι γίνεται λοιπόν με τον σπόρο αυτό; Τρία μέρη χάνονται και σώζεται το ένα. «Καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτὸν(:και καθώς ο γεωργός αυτός έσπερνε)», λέγει, «ἃ μὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ ἐλθόντα τὰ πετεινὰ κατέφαγεν αὐτά (:άλλοι σπόροι έπεσαν κοντά στο δρόμο του χωραφιού, και επειδή παρέμειναν εκτεθειμένοι στην επιφάνεια του εδάφους, ήλθαν τα πουλιά και τους κατέφαγαν)»[Ματθ.13,4]. Δεν είπε ότι Αυτός τους έριξε εκεί αυτούς τους σπόρους, αλλά ότι μόνοι τους έπεσαν. 
 
«Ἄλλα δὲ ἔπεσεν ἐπὶ τὰ πετρώδη, ὅπου οὐκ εἶχε γῆν πολλήν, καὶ εὐθέως ἐξανέτειλε διὰ τὸ μὴ ἔχειν βάθος γῆς, ἡλίου δὲ ἀνατείλαντος ἐκαυματίσθη, καὶ διὰ τὸ μὴ ἔχειν ῥίζαν ἐξηράνθη· ἄλλα δὲ ἔπεσεν επὶ τὰς ἀκάνθας, καὶ ἀνέβησαν αἱ ἄκανθαι καὶ ἀπέπνιξαν αὐτά· ἄλλα δὲ ἔπεσεν ἐπὶ τὴν γῆν τὴν καλὴν καὶ ἐδίδου καρπὸν ὃ μὲν ἑκατόν, ὃ δὲ ἑξήκοντα, ὃ δὲ τριάκοντα. ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω(:Και άλλοι σπόροι κατέπεσαν πάνω σε εδάφη που είχαν από κάτω στρώμα πετρώδες χωρίς πολύ χώμα. Κι αμέσως βλάστησαν, προτού να ρίξουν βαθιές ρίζες, διότι δεν είχαν βάθος γης για να στεριώσουν οι ρίζες τους. Και όταν ανέτειλε ο ήλιος, κάηκαν από τη ζέστη, κι επειδή δεν είχαν ρίζα, ξεράθηκαν. Και άλλοι σπόροι έπεσαν σε μέρη που είχαν σπόρους αγκαθιών. Και τα αγκάθια βλάστησαν και τους έπνιξαν τελείως. Και άλλοι σπόροι έπεσαν πάνω στη γη την αφράτη και εύφορη και απέδωσαν καρπό, άλλος σπόρος εκατό φορές περισσότερο, άλλος εξήντα και άλλος τριάντα. Εκείνος που έχει αυτιά πνευματικά για να ακούει και καλή διάθεση, για να δέχεται και να εγκολπώνεται αυτό που λέω, ας ακούει)»[Ματθ.13,5-9]. 
 
Το ένα τέταρτο από τον σπόρο σώθηκε. Και αυτό όχι σε ίση ποσότητα, αλλά και εδώ με μεγάλη διαφορά. Τα έλεγε αυτά δείχνοντας ότι προς όλους μιλούσε με αφθονία. Κι όπως αυτός που σπέρνει, δεν χωρίζει σε κομμάτια το χωράφι που απλώνεται μπροστά του, αλλά απλά και χωρίς να κάνει διάκριση, ρίχνει τους σπόρους, έτσι κι Αυτός δεν ξεχωρίζει πλούσιο και φτωχό, σοφό και άσοφο, οκνηρό και φιλόπονο, γενναίο και δειλό· αντιθέτως, μιλούσε προς όλους, εκπληρώνοντας την αποστολή Του, αν και γνώριζε εκ των προτέρων τι θα συνέβαινε, ώστε να έχει το δικαίωμα και τη δυνατότητα να πει: «Τί ποιήσω ἔτι τῷ ἀμπελῶνί μου καὶ οὐκ ἐποίησα αὐτῷ; διότι ἔμεινα τοῦ ποιῆσαι σταφυλήν, ἐποίησε δὲ ἀκάνθας(:Τι υπολείπεται να κάμω ακόμη για την άμπελό μου αυτή και τι έως τώρα δεν έκανα γι’ αυτήν; Έκανα τα πάντα, για να καρποφορήσει αυτή σταφύλια. Εκείνη όμως έκανε αγκάθια!)» [Ησ.5,4]. Και οι μεν προφήτες μιλούσαν για τον λαό σαν να επρόκειτο για αμπελώνα: «Ἀμπελὼν ἐγενήθη τῷ ἠγαπημένῳ(:Ο αγαπημένος Κύριος απέκτησε έναν αμπελώνα)» [Ησ. 5,1], γράφει ο Ησαΐας. Και ο Ψαλμωδός επίσης λέγει: «ἄμπελον ἐξ Αἰγύπτου μετῇρας, ἐξέβαλες ἔθνη καὶ κατεφύτευσας αὐτήν(:τον λαό του Ισραήλ, σαν πολύκαρπη ευλογημένη άμπελό σου, μετέφερες από την Αίγυπτο στην Παλαιστίνη. Έδιωξες από εκεί τα ειδωλολατρικά έθνη και τη μεταφύτεψες και τη ρίζωσες σε αυτήν)» [Ψαλμ 79,9]. 
 
Ο Κύριος όμως μιλάει για σπόρο. Τι θέλει λοιπόν να δείξει; Ότι τώρα θα είναι γρήγορη η υπακοή και ευκολότερη και θα δώσει αμέσως τον καρπό της. Κι όταν ακούσεις ότι «βγήκε αυτός που σπέρνει για να σπείρει», μην το θεωρήσεις τούτο ταυτολογία· διότι αυτός που σπέρνει, βγαίνει πολλές φορές και για άλλη εργασία, να σκαλίσει, να κόψει τα άχρηστα χόρτα, να ξεριζώσει τα αγκάθια ή για να φροντίσει για κάτι παρόμοιο. Αυτός όμως βγήκε για να σπείρει. 
 
Πες μου όμως τώρα, σε παρακαλώ, για ποια αιτία χάθηκε το μεγαλύτερο μέρος του σπόρου; Ασφαλώς όχι εξαιτίας Αυτού που έριξε τον σπόρο, αλλά εξαιτίας της γης που δέχτηκε την σπορά, δηλαδή εξαιτίας της ψυχής που δεν Τον υπάκουσε. Και γιατί δεν λέει ότι άλλους σπόρους δέχτηκαν οι οκνηροί και τους έχασαν, άλλους οι πλούσιοι και τους απέπνιξαν, κι άλλους οι αδιάφοροι και τους άφησαν να αχρηστευτούν; Δεν θέλει να τους θίξει κατευθείαν με σφοδρότητα και με τρόπο σκληρό, για να μην τους οδηγήσει στην απόγνωση, αλλά αφήνει τον έλεγχο στην συνείδηση των ακροατών Του. Και δεν το έπαθε αυτό όμως ο σπόρος μονάχα, αλλά και το δίχτυ. Γιατί κι αυτό πολλά άχρηστα πράγματα ανέσυρε επάνω. Και τους λέει αυτή την παραβολή για να προγυμνάσει και να διδάξει τους μαθητές Του να μην απογοητεύονται, ακόμα κι αν χάνονται περισσότεροι απ’ όσους θα δέχονται το κήρυγμά τους· καθόσον βέβαια και στον Δεσπότη αυτό συνέβη· και Αυτός που οπωσδήποτε ήξερε εκ των προτέρων ότι θα συμβούν αυτά, δεν παρέλειψε το έργο της σποράς. 
 
«Και πώς θα μπορούσε να δικαιολογηθεί», θα ρωτούσε ίσως κάποιος, «το ότι έσπειρε πάνω στα αγκάθια, στο πετρώδες έδαφος και στον δρόμο;». Στην περίπτωση βέβαια του πραγματικού σπόρου και της πραγματικής γης, δεν υπάρχει δικαιολογία για κάτι τέτοιο από την πλευρά που γεωργού που κάνει τη σπορά. Στην περίπτωση όμως των ψυχών των ανθρώπων και των διδαγμάτων της αλήθειας, όχι μόνο δικαιολογείται η σπορά, αλλά και γίνεται αυτό αφορμή για πολύ έπαινο. Εύλογα και κατά πολύ φυσικό τρόπο θα μπορούσε κανείς να κατηγορήσει τον γεωργό που σπέρνει με τέτοιο τρόπο· διότι δεν είναι δυνατόν η πέτρα να γίνει χώμα, ούτε ο δρόμος να μην είναι δρόμος και ούτε τα αγκάθια να μην είναι αγκάθια· στις λογικές όμως υπάρξεις δεν συμβαίνει το ίδιο· διότι είναι δυνατό η πετρώδης ψυχή να μεταβληθεί και να γίνει γη εύφορη, και ο δρόμος να μην καταπατιέται πια, μήτε να είναι στη διάθεση όλων των περαστικών, αλλά να γίνει χωράφι εύφορο, παραγωγικό· και τα αγκάθια είναι δυνατό να αφανιστούν και να αφήσουν εντελώς ελεύθερα τα σπέρματα της αληθείας να αναπτυχθούν· διότι, αν δεν υπήρχε αυτή η δυνατότητα να συμβούν αυτά και να γίνει αυτή η μεταβολή, δεν θα έσπερνε ο Κύριος. Κι αν δεν πραγματοποιήθηκε σε όλους τους ανθρώπους αυτή η μεταβολή με τη μετάνοια, αυτό δεν οφείλεται σε Αυτόν που έσπειρε, αλλά σε αυτούς που δε θέλησαν να αλλάξουν. Ο Κύριος βέβαια ό,τι εξαρτιόταν από Αυτόν, το έκανε. Αν όμως εκείνοι πρόδωσαν και απέρριψαν την προσφορά Του, δεν έχει ευθύνη Αυτός που τόση φιλανθρωπία επέδειξε. 
 
Εσύ επίσης να προσέξεις, σε παρακαλώ, το εξής, ότι δεν είναι μία η οδός που οδηγεί στην απώλεια, αλλά πολλές και διαφορετικές μεταξύ τους. Πράγματι, οι άνθρωποι που παρομοιάζονται με δρόμο είναι οι βάναυσοι και οι οκνηροί και οι αδιάφοροι· εκείνοι που παρομοιάζονται με την πέτρα, είναι αυτοί μόνο που είναι ασθενέστεροι στην πίστη. «ὁ δὲ ἐπὶ τὰ πετρώδη σπαρείς(:και εκείνος που σπάρθηκε σε πετρώδες έδαφος)», λέγει ο Κύριος, «οὗτός ἐστιν ὁ τὸν λόγον ἀκούων καὶ εὐθέως μετὰ χαρᾶς δεχόμενος καὶ λαμβάνων αὐτόν(:αυτός είναι ο άνθρωπος που ακούει τον λόγο του Ευαγγελίου και τον δέχεται με χαρά)· οὐκ ἔχει δὲ ῥίζαν ἐν ἑαυτῷ, ἀλλὰ πρόσκαιρός ἐστι, γενομένης δὲ θλίψεως ἢ διωγμοῦ διὰ τὸν λόγον εὐθὺς σκανδαλίζεται (:Ο λόγος όμως δεν ρίχνει μέσα του βαθιές ρίζες, αλλά ο άνθρωπος αυτός είναι ασταθής, και η προθυμία που έδειξε διαρκεί λίγο χρόνο. Κι όταν συμβεί θλίψη ή διωγμός για το λόγο του ευαγγελίου, αμέσως ο άνθρωπος αυτός σκοντάφτει και χάνει τον ενθουσιασμό και την πίστη του)». 
 
«Παντὸς(:από καθέναν)», λέγει, «ἀκούοντος τὸν λόγον τῆς βασιλείας καὶ μὴ συνιέντος, ἔρχεται ὁ πονηρὸς καὶ αἴρει τὸ ἐσπαρμένον ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ· οὗτός ἐστιν ὁ παρὰ τὴν ὁδὸν σπαρείς(:που ακούει τον λόγο της βασιλείας και εξαιτίας αδιαφορίας και ψυχρότητας δεν τον κατανοεί, έρχεται ο πονηρός και αρπάζει εκείνο που έχει σπαρεί στην καρδιά του. Αυτός είναι ο πνευματικός σπόρος που σπάρθηκε κοντά στον δρόμο, δηλαδή ο άνθρωπος στου οποίου τη ράθυμη ψυχή έπεσε ως σπόρος ο λόγος του θείου κηρύγματος, αλλά αυτός δεν κατάλαβε τίποτε από αυτόν)»· διότι δεν είναι δηλαδή το ίδιο να μαραθεί η διδασκαλία, χωρίς κανένας να την βλάπτει ούτε να την καταπολεμεί, με το όταν πολλοί πειρασμοί την απειλούν. Αυτοί πάλι που μοιάζουν με τα αγκάθια είναι πολύ περισσότερο ασυγχώρητοι από τους προηγούμενους. 
 
Για να μην πάθουμε λοιπόν τίποτα παρόμοιο, ας επικαλύψουμε με την προθυμία μας όσα λέγονται, καθώς και με την αδιάκοπη θύμησή τους. Κι αν τους αρπάζει τους σπόρους ο διάβολος, στο χέρι μας είναι να μην τους αρπάζει· κι αν ξεραίνονται οι σπόροι, δε γίνεται αυτό από τον καύσωνα (γιατί δεν είπε ότι ξεράθηκαν από τον καύσωνα, αλλά επειδή δεν είχαν ρίζα)· επίσης αν και αποπνίγονται τα λεγόμενα, αυτό δε συμβαίνει από τα αγκάθια, αλλά απ’ αυτούς που επιτρέπουν στα αγκάθια να μεγαλώσουν· εφόσον είναι δυνατό, αν θέλεις, να εμποδίσεις τη βλαβερή αυτή βλάστηση και να χρησιμοποιήσεις τον πλούτο σου, όπως πρέπει. Και ακριβώς γι’ αυτό δεν είπε «ο ”αιώνας”»(: η ζωή αυτή), αλλά «η μέριμνα για τον ”αιώνα”». Ούτε είπε «ο πλούτος», αλλά «η απάτη του πλούτου». 
 
Ας μην κατηγορούμε λοιπόν τα χρήματα αλλά την διεφθαρμένη διάθεση· διότι είναι δυνατό να έχουμε πλούτο, χωρίς να μας παρασύρει η απάτη του· και να ζούμε στον «αιώνα» αυτό(: στη ζωή αυτή) χωρίς να μας αποπνίγουν οι μέριμνες· πράγματι έχει ο πλούτος δύο μειονεκτήματα αντίθετα· το ένα ότι δημιουργεί ένταση και προκαλεί συσκότιση, η αγχωτική μέριμνα, δηλαδή· το άλλο είναι ότι μας καθιστά μαλθακότερους, δηλαδή η τρυφή. Και σωστά είπε «η απάτη του πλούτου»· διότι όλα όσα παρέχει ο πλούτος είναι μία απάτη. Είναι μόνο ονόματα, που δεν ανταποκρίνονται προς την πραγματικότητα. Πραγματικά, η ηδονή και η δόξα και ο καλλωπισμός και όλα αυτά, είναι ένα είδος φαντασίας και όχι η αλήθεια των πραγμάτων. 
 
Αφού περιέγραψε τους τρόπους της απώλειας, αναφέρει έπειτα την εύφορη γη, ώστε να μη μας αφήνει να περιπέσουμε στην απόγνωση, αλλά μας δίνει την ελπίδα της μετανοίας και μας αποδεικνύει ότι είναι δυνατόν από την κατάσταση που περιέγραψε, να φθάσουμε σε αυτήν και να αλλάξουμε. Αλλά πάλι μολονότι η γη είναι εύφορη, ένας είναι ο σπορέας και ίδιος ο σπόρος, γιατί άλλος αποδίδει εκατό, άλλος εξήντα κι άλλος τριάντα; Και στην παρούσα περίπτωση πάλι η διαφορά οφείλεται στη φύση της γης· διότι όπου η γη είναι εύφορη, εκεί παρατηρείται και η μεγαλύτερη διαφορά στην απόδοση. Βλέπεις ότι δεν είναι αίτιος ο γεωργός, ούτε οι σπόροι, αλλά η γη που τους δέχεται; Όχι βέβαια εξαιτίας της φύσεως, αλλά εξαιτίας της διαθέσεως. Και στην περίπτωση αυτή μεγάλη αποδεικνύεται η φιλανθρωπία του Κυρίου, επειδή δεν ζητεί ένα μέτρο αρετής, αλλά δέχεται τους πρώτους, και τους δεύτερους δεν απορρίπτει, και στους τρίτους δίδει τόπο. Και αυτά τα λέγει για να μη νομίσουν όσοι Τον ακολουθούσαν ότι είναι αρκετή για τη σωτηρία η ακρόαση των λόγων Του μονάχα. 
 
«Και για ποιο λόγο», θα μπορούσε να αναρωτηθεί κάποιος, «δεν ανέφερε και τις άλλες πονηρίες, όπως είναι για παράδειγμα, η σαρκική επιθυμία και η κενοδοξία;». Μα όταν έκανε λόγο για την μέριμνα της παρούσης ζωής κα για την απάτη του πλούτου συμπεριέλαβε τα πάντα· διότι πράγματι και η κενοδοξία και τα άλλα όλα ανήκουν στα πράγματα της παρούσης ζωής και στην απάτη του πλούτου· όπως, για παράδειγμα, είναι η ηδονή και η γαστριμαργία και ο φθόνος και η κενοδοξία και όλα τα παρόμοια. 
 
Πρόσθεσε επίσης και τον δρόμο και την πέτρα, για να δείξει ότι δεν αρκεί να απαλλαγούμε από τα χρήματα μόνο, αλλά είναι ανάγκη να ασκούμε και την άλλη αρετή· διότι τι σημασία έχει, εάν είσαι ελεύθερος από τα χρήματα, αλλά είσαι άνανδρος και μαλθακός; Και ποιο το όφελος, αν δεν είσαι μεν άνανδρος, αλλά είσαι ράθυμος και αδιάφορος για την ακρόαση λόγων σωτηρίας; Διότι δεν είναι αρκετό ένα μόνο μέρος της αρετής για τη σωτηρία, αλλά χρειάζεται κατά πρώτον προσεκτική ακρόαση και συνεχής επαναφορά στη μνήμη μας όλων των λεγομένων, έπειτα ανδρεία, κατόπιν περιφρόνηση των χρημάτων και απαλλαγή από κάθε βιοτική φροντίδα. 
 
Γι’ αυτό λοιπόν προτάσσει την ακρόαση του λόγου του Θεού από όλα τα άλλα, επειδή αυτή χρειάζεται κατά πρώτον[πρβ. Ρωμ.10,14: «Πῶς οὖν ἐπικαλέσονται εἰς ὃν οὐκ ἐπίστευσαν; Πῶς δὲ πιστεύσουσιν οὗ οὐκ ἤκουσαν; Πῶς δὲ ἀκούσουσι χωρὶς κηρύσσοντος;(:Να λοιπόν γιατί οι Ισραηλίτες αποξενώθηκαν από τη σωτηρία και δεν πέτυχαν τη δικαίωση. Για να δικαιωθούν και να σωθούν, πρέπει να επικαλεστούν το όνομα του Κυρίου, αλλά πώς θα επικαλεστούν Εκείνον στον οποίο δεν πίστεψαν; Και πώς θα πιστέψουν σε Εκείνον τον οποίο δεν άκουσαν να κηρύττεται; Και πώς θα ακούσουν χωρίς να υπάρχει κάποιος που να κηρύττει;)»]· κατά παρόμοιο τρόπο και εμείς, εάν δεν προσέχουμε σε όσα λέγονται, δε θα μπορέσουμε να μάθουμε τι πρέπει να πράττουμε· έπειτα, τοποθετεί την ανδρεία και την περιφρόνηση κάθε αγωνιώδους φροντίδας για την παρούσα ζωή. 
 
Ακούγοντας λοιπόν αυτά, ας προφυλάσσουμε τους εαυτούς μας από παντού, προσέχοντας στα λεγόμενα, και αφήνοντας αυτά τα θεοδίδακτα λόγια να ριζώνουν βαθιά μέσα μας και καθαρίζοντας τους εαυτούς μας από όλες τις βιοτικές φροντίδες. Αν λοιπόν πράττουμε τα μεν και αδιαφορούμε για τα δε, δεν θα έχουμε κανένα επιπλέον όφελος· διότι και αν ακόμη δεν χαθούμε εξαιτίας του ενός, οπωσδήποτε όμως θα χαθούμε εξαιτίας του άλλου· διότι τι διαφέρει, αν δεν χαθούμε εξαιτίας του πλούτου, αλλά εξαιτίας της ραθυμίας ή αν όχι εξαιτίας της ραθυμίας, αλλά εξαιτίας της ανανδρίας; Διότι και ο γεωργός, είτε με τον έναν τρόπο χάσει τον σπόρο, είτε με τον άλλο, πενθεί ομοίως. Επομένως, ας μην μας παρηγορεί το γεγονός ότι δε χανόμαστε με όλους τους τρόπους, αλλά να πονούμε με οποιονδήποτε τρόπο και αν χανόμαστε. Και αυτό το γνωρίζουν οι πλούσιοι, οι οποίοι όχι μόνο δεν είναι χρήσιμοι για αυτά, αλλά ούτε και για άλλα· διότι με το να γίνονται αιχμάλωτοι των ηδονών, καθίστανται άχρηστοι και για τα πολιτικά πράγματα. Εάν πάλι είναι άχρηστοι για αυτά, θα είναι πολύ περισσότερο άχρηστοι και για τα ουράνια πράγματα. Καθόσον είναι διπλή η καταστροφή της διανοίας η προερχόμενη από τον πλούτο, και από την τρυφή και από τις φροντίδες· διότι το καθένα από αυτά τα πάθη είναι ικανό να καταποντίσει το σκάφος. Όταν όμως και τα δύο ενεργήσουν από κοινού, αναλογίσου πόσο μεγάλο θα αποβεί το ναυάγιο. 
 
Και μην παραξενεύεσαι επειδή αποκάλεσε την τρυφή «αγκάθια»· διότι εσύ δεν το αντιλαμβάνεσαι αυτό, επειδή σε μεθά το πάθος· όσοι όμως είναι υγιείς, γνωρίζουν καλά ότι πληγώνει περισσότερο από αγκάθι και ότι η τρυφή περισσότερο παρά η μέριμνα φθείρει την ψυχή.Και βαρύτερες προκαλεί τις οδύνες και για το σώμα και για την ψυχή. Πραγματικά δεν βλάπτεται κανείς τόσο από την φροντίδα, όσο από την αφθονία· διότι όταν τον άνθρωπο αυτού του είδους τον βασανίζουν αγρυπνίες, σπασμοί στους κροτάφους, πονοκέφαλοι και ψυχική οδύνη, αναλογίσου από πόσα αγκάθια είναι αυτά χειρότερα. Και όπως ακριβώς τα αγκάθια, από όπου κι αν τα πιάσεις, πληγώνουν τα χέρια που τα κρατούν, κατά όμοιο τρόπο και η τρυφή, τα πόδια, τα χέρια, το κεφάλι, τα μάτια και όλα εν γένει τα μέλη του σώματος τα φθείρει στην κυριολεξία. Επίσης, είναι ξηρή και άκαρπη, όπως το αγκάθι, και τραυματίζει περισσότερο από αυτό και μάλιστα στα καίρια σημεία. Πραγματικά, η τρυφή προκαλεί πρόωρο γήρας, εξασθενεί τις αισθήσεις, συσκοτίζει τη σκέψη, αχρηστεύει τον οξύ νου, κάνει το σώμα πλαδαρό, κάνει ευρύτερη την αποθήκη της κόπρου, συγκεντρώνει άφθονα κακά και μεγαλώνει το φορτίο και κάνει υπέρογκο το βάρος· γι΄αυτό πολλές και συνεχείς είναι οι πτώσεις και πυκνά τα ναυάγια. 
 
Για ποιον λόγο, πες μου, φορτώνεις το σώμα σου με λίπος; Μήπως σε έχουμε για να σε θυσιάσουμε; Μήπως θα σε προσφέρουμε σε κάποιο τραπέζι; Τις όρνιθες καλά κάνεις και τις τρέφεις για να παχύνουν· ή μάλλον ούτε και αυτές καλά κάνεις να τις ταΐζεις πολύ, διότι όταν παραπαχύνουν, είναι ακατάλληλες για μια υγιεινή διατροφή. Τόσο μεγάλο κακό είναι η τρυφή, ώστε και στα ίδια τα άλογα τα ζώα φανερώνει την καταστρεπτική της δύναμη. Καθόσον με το να τις παρατρέφουμε τις κότες τις καθιστούμε άχρηστες και για αυτές τις ίδιες και για εμάς. Καθόσον τα περιττώματα μένουν ακατέργαστα και το σάπισμα προέρχεται ακριβώς από το πάχος αυτό. Τα ζώα όμως που δεν τρέφονται κατά παρόμοιο τρόπο, αλλά που ζουν, θα έλεγε κανείς, με νηστεία και τρώγουν μέτρια και κοπιάζουν και ταλαιπωρούνται, αυτά είναι πάρα πολύ χρήσιμα και για τον εαυτό τους και για τους άλλους, και ως τροφή και ως προς όλα τα άλλα· διότι όσοι άνθρωποι διατρέφονται με αυτά είναι περισσότερο υγιείς, ενώ όσοι διατρέφονται με τα προαναφερθέντα ομοιάζουν με αυτά, γίνονται νωθροί και φιλάσθενοι και περιβάλλονται με βαρύτερο δεσμό. 
 
Διότι τίποτε δεν είναι για το σώμα τόσο εχθρικό και βλαβερό, όσο η τρυφή. Τίποτε δεν συντελεί τόσο στη διάρρηξη, τον αφανισμό και τη διαφθορά του σώματος, όσο η ασωτία. Για τον λόγο αυτόν μάλιστα θα μπορούσε κανείς εξαιτίας αυτού να μείνει κατάπληκτος για την ανοησία τους αυτή, διότι δεν θέλουν να επιδείξουν για τον εαυτό τους ούτε τόση φροντίδα, όση επιδεικνύουν οι άλλοι για τους ασκούς τους· διότι οι έμποροι του οίνου δεν βάζουν μέσα στους ασκούς τους περισσότερο οίνο από όσο πρέπει, για να μη διαρραγούν, ενώ αυτοί για την άθλιά τους κοιλία δεν επιδεικνύουν ούτε καν μία παρόμοια φροντίδα, αλλά αφού τη γεμίσουν και την κάνουν να σκάσει από την πολυφαγία, γεμίζουν τα πάντα μέχρι τα αυτιά, μέχρι τη μύτη, μέχρι τον φάρυγγα, και έτσι προξενούν διπλή στενοχώρια και στο πνεύμα τους και στη δύναμη που εξουσιάζει το ζώο. 
 
Μήπως όμως και ο φάρυγγας σού δόθηκε για να τον γεμίζεις μέχρι πάνω στο στόμα με σάπιο κρασί και με όλη την άλλη διαφθορά που το συνοδεύει; Όχι βέβαια, δεν σου δόθηκε για τον σκοπό αυτό, άνθρωπέ μου, αλλά κατά πρώτον για να υμνείς τον Θεό και να αναπέμπεις τις ιερές προσευχές και να αναγιγνώσκεις τους θείους νόμους και να συμβουλεύεις τα συμφέροντα στους συνανθρώπους σου. Εσύ όμως σαν να έλαβες από τον Θεό τον φάρυγγα για να πίνεις κρασί, δεν τον αφήνεις ούτε ελάχιστο χρόνο να επιτελέσει την αληθινή αυτή αποστολή και λειτουργία του που αναφέρθηκε προηγουμένως, αλλά σε ολόκληρη τη ζωή σου τον υποτάσσεις στην πονηρή αυτή δουλεία. Και όπως εάν κάποιος, που πήρε μία κιθάρα που είχε χρυσές χορδές και ήταν καλά κουρδισμένη, αντί να παίξει με αυτήν, την παναρμόνια μελωδία, να την κατάχωνε μέσα σε μια μεγάλη σωρό από κοπριά και λάσπη, έτσι και αυτοί κάνουν το ίδιο. 
 
«Κοπριά» βέβαια δεν ονόμασα την τροφή, αλλά την τρυφή(:την καλοπέραση και τη ζωή μέσα σε κάθε πολυτέλεια και αφθονία) και την υπερβολική εκείνη ασέλγεια. Διότι ό,τι υπερβαίνει αυτό που χρειαζόμαστε για να ζήσουμε δεν είναι τροφή, αλλά φθορά μόνο· διότι μόνο η κοιλιά έγινε μόνο για να δέχεται τις τροφές, ενώ το στόμα και ο φάρυγγας και η γλώσσα έγιναν για άλλα πολύ πιο αναγκαία από αυτά· ή μάλλον ούτε η κοιλιά δεν πλάσθηκε απλώς για να δέχεται τις τροφές, αλλά για να δέχεται μια κανονική και σύμμετρη ποσότητα τροφών. Και αυτό το φανερώνει η ίδια, που διαμαρτύρεται έντονα, όταν την βλάψουμε με την πλεονεξία αυτή· και όχι μόνο διαμαρτύρεται, αλλά και αμυνόμενη απαιτεί από μας την έσχατη τιμωρία για την αδικία που της γίνεται. 
 
Και κατά πρώτον τιμωρεί τα πόδια που μας σηκώνουν και μας οδηγούν στα πονηρά εκείνα συμπόσια. Έπειτα, παραλύει τα χέρια, που την υπηρετούσαν, επειδή της έδιναν τόσο πολλά και τέτοιας λογής εδέσματα· πολλοί μάλιστα άνθρωποι και το ίδιο το στόμα τους κατέστρεψαν και τα μάτια και το κεφάλι. Και όπως ακριβώς ένας υπηρέτης, στον οποίο ανατέθηκε κάποιο έργο που υπερβαίνει τις δυνάμεις του, χάνει πολλές φορές τον νου του και υβρίζει εκείνον που του έδωσε την διαταγή, κατά όμοιο τρόπο και η κοιλιά μαζί με την φθορά που προκαλεί στα μέλη αυτά του σώματος, όταν πιεστεί και παραφορτωθεί με τροφές, πολλές φορές βλάπτει και διαφθείρει και τον ίδιο τον εγκέφαλο. Αλλά και αυτό το οικονόμησε ορθά ο Θεός, ώστε από την υπερβολή και την απουσία κάθε μέτρου να προκαλείται τόσο μεγάλη βλάβη, με τον σκοπό, όταν εσύ δεν φιλοσοφείς με την θέλησή σου, να διδαχθείς, έστω και χωρίς την θέλησή σου, να ζεις με μέτρο, φοβούμενος μια τόσο μεγάλη φθορά για τον οργανισμό σου. 
 
Αφού, λοιπόν, γνωρίζουμε αυτά καλά, ας αποφεύγουμε την τρυφή και ας φροντίζουμε για τη μετρημένη ζωή, για να απολαύσουμε και του σώματος την υγεία και την ψυχή μας να απαλλάξουμε από κάθε ασθένεια και να αποκτήσουμε τα μελλοντικά αγαθά, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον Οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμη στους αιώνες των αιώνων. Αμήν. 
 
…………………………………………………………………………………………………………………………………………………………… 
 
Ομιλία ΜΕ΄(κατ΄επιλογήν) 
 
«Καὶ προσελθόντες οἱ μαθηταὶ εἶπον αὐτῷ· διατί ἐν παραβολαῖς λαλεῖς αὐτοῖς; ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτοῖς· ὅτι ὑμῖν δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ἐκείνοις δὲ οὐ δέδοται(:και τότε ήλθαν κοντά Του οι μαθητές και Του είπαν: “Γιατί τους μιλάς με παραβολές;” Και ο Ιησούς τους αποκρίθηκε: “Μιλάω με παραβολές, διότι σε σας που έχετε καλή και ειλικρινή διάθεση δόθηκε από τον Θεό ως χάρη να μάθετε τις μυστηριώδεις αλήθειες της βασιλείας των ουρανών, σ’ εκείνους όμως δεν έχει δοθεί αυτή η χάρη”)»[Ματθ.13,10-11]. 
 
Αξίζει να θαυμάσουμε τους μαθητές, πώς, επιθυμώντας να μάθουν, γνώριζαν πότε έπρεπε να ρωτήσουν. Δεν έκαναν δηλαδή παρουσία όλων την ερώτηση, πράγμα που το δήλωσε ο ευαγγελιστής Ματθαίος, λέγοντας: «καὶ προσελθόντες(:και αφού προσήλθαν)». Και το ότι οι λόγοι αυτοί δεν είναι φανταστικοί, το δήλωσε σαφέστερα ο ευαγγελιστής Μάρκος, λέγοντας ότι κατ ’ιδίαν προσήλθαν σε Αυτόν[βλ. Μάρκ.4,10: «Ὅτε δὲ ἐγένετο κατὰ μόνας, ἠρώτησαν αὐτὸν οἱ περὶ αὐτὸν σὺν τοῖς δώδεκα τὴν παραβολήν(:Όταν έμεινε μόνος Tου, Tον ρώτησε ο ευρύτερος κύκλος των μαθητών Tου μαζί με τους δώδεκα τη σημασία της παραβολής)». 
 
Αυτό λοιπόν έπρεπε να κάνουν προηγουμένως και οι αδελφοί και η μητέρα Του, και όχι να Τον καλέσουν έξω και να επιδειχθούν κατ’ αυτόν τον τρόπο[βλ. Μάρκ.3,31-32: «ἔρχονται οὖν ἡ μήτηρ αὐτοῦ καὶ οἱ ἀδελφοὶ αὐτοῦ, καὶ ἔξω ἑστῶτες ἀπέστειλαν πρὸς αὐτὸν φωνοῦντες αὐτόν·εἶπον δὲ αὐτῷ· ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου καὶ οἱ ἀδελφοί σου ἔξω ζητοῦσί σε (: έφθασαν τότε η μητέρα Του και αυτοί που πολλοί νόμιζαν ότι είναι αδελφοί Του, κι αφού στάθηκαν έξω απ’ το σπίτι, έστειλαν κάποιους σε Αυτόν και Τον φώναξαν. Κι ενώ γύρω Του καθόταν πολύς λαός, Του είπαν: “Για δες, η μητέρα σου και οι αδελφοί σου στέκονται απ’ έξω και σε ζητούν”)»]. 
 
Αλλά πρόσεξε και τη φιλοστοργία των μαθητών· πώς δηλαδή συζητούν με τον διδάσκαλό τους για χάρη των άλλων και πρωτίστως ενδιαφέρονται για εκείνους και έπειτα για του εαυτούς τους. Διότι λέγουν: «Διατί ἐν παραβολαῖς λαλεῖς αὐτοῖς;(:Για ποιο λόγο τους μιλάς με παραβολές;)». Δεν είπαν: «Γιατί ομιλείς προς εμάς με παραβολές;». Αλλά και σε άλλες περιπτώσεις φαίνονται με πολλούς τρόπους να εκδηλώνουν τη φιλοστοργία τους προς όλους, όπως για παράδειγμα όταν λένε: «ἀπόλυσον τὸν ὄχλον, ἵνα πορευθέντες εἰς τὰς κύκλῳ κώμας καὶ τοὺς ἀγροὺς καταλύσωσι καὶ εὕρωσιν ἐπισιτισμόν, ὅτι ὧδε ἐν ἐρήμῳ τόπῳ ἐσμέν(:Στο μεταξύ όμως η ημέρα άρχισε να γέρνει προς το βράδυ. Και τότε Τον πλησίασαν οι δώδεκα απόστολοι και Του είπαν: “Δώσε εντολή στα πλήθη του λαού να φύγουν, να πάνε στα γύρω χωριά και τα χωράφια και να βρουν εκεί καταλύματα να περάσουν τη νύχτα τους και τρόφιμα να φάνε· διότι εδώ βρισκόμαστε σε ερημικό τόπο”)»[Λουκ.9,12]· και επίσης: «τότε προσελθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ εἶπον αὐτῷ· οἶδας ὅτι οἱ Φαρισαῖοι ἐσκανδαλίσθησαν ἀκούσαντες τὸν λόγον;(: τότε Tον πλησίασαν οι μαθητές Tου και Tου είπαν: “Γνωρίζεις ότι οι Φαρισαίοι σκανδαλίστηκαν και αγανάκτησαν, όταν άκουσαν το λόγο που είπες για τις τροφές;’’)»[Ματθ.15,12]. 
 
Και ποια απάντηση λοιπόν δίνει ο Χριστός; «Ὑμῖν (:Σε εσάς)», λέγει, «δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν· ἐκείνοις δὲ οὐ δέδοται (:έχει δοθεί το προνόμιο να γνωρίσετε τα μυστήρια της βασιλείας των ουρανών, σε εκείνους όμως δεν δόθηκε αυτό το προνόμιο)»[Ματθ.13,11]. Και αυτό το είπε όχι για να δηλώσει ότι αυτό συνέβη κατ’ ανάγκην, ούτε ότι έγινε απλώς και ως έτυχε κάποια προτίμηση προς αυτούς, αλλά για να δείξει ότι οι ίδιοι οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι είναι αίτιοι όλων των συμφορών, και επειδή ίσως θέλει να καταστήσει γνωστό ότι αυτό το γνώρισμα είναι δωρεά και χάρη που δίνεται άνωθεν· επειδή όμως είναι δωρεά δεν σημαίνει ότι έχει καταργηθεί το δικαίωμα να ενεργήσουν ελεύθερα. Και αυτό καθίσταται φανερό από τα όσα ειπώθηκαν στη συνέχεια. 
 
Πρόσεξε λοιπόν πώς φανερώνει ότι μέσα μας βρίσκεται η αιτία της ελεύθερης εκλογής, ώστε ούτε εκείνοι να απογοητευθούν, αλλά ούτε και αυτοί να αδιαφορήσουν όταν θα ακούσουν γιατί τους δόθηκε το προνόμιο αυτό. «Ὃστις γὰρ ἔχει, δοθήσεται αὐτῷ καὶ περισσευθήσεται· ὅστις δὲ οὐκ ἔχει, καὶ ὃ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ᾿ αὐτοῦ(:διότι σε εκείνον που έχει πίστη και προθυμία, θα δοθεί η γνώση των θείων μυστηρίων, και θα δοθεί πλούσια και με πλεονασμό. Από εκείνον όμως που δεν έχει πίστη και αγαθή διάθεση, θα του αφαιρεθεί και η λίγη ακόμη γνώση που έχει)»[Ματθ.13,12]. Και είναι μεν γεμάτα από ασάφεια όσα ειπώθηκαν, παρά ταύτα όμως φανερώνουν ανεκδιήγητη δικαιοσύνη. 
 
Το νόημα των λόγων Του είναι το εξής: «Όταν κανείς δείχνει προθυμία και ενδιαφέρον, θα δοθούν σε αυτόν από τον Θεό και όλα τα άλλα, όταν όμως είναι άδειος από αυτά και δεν προσπαθεί όσο εξαρτάται από τον ίδιο, τότε δεν του δίνονται ούτε και αυτά του Θεού». «Καθόσον», λέγει, «αυτό που νομίζει ότι έχει θα του αφαιρεθεί»· όχι ότι του το αφαιρεί ο Θεός, αλλά επειδή ο ίδιος δεν αξιοποιεί αυτά που είχε. Το ίδιο κάνουμε και εμείς· όταν δηλαδή δούμε κάποιον να ακούει με ραθυμία και δεν μπορούμε παρά όλες τις παρακλήσεις μας να τον πείσουμε να προσέχει, παύουμε στη συνέχεια να επιμένουμε· διότι εάν συνεχίσουμε να επιμένουμε, τότε μεγαλώνει η αδιαφορία του. Εκείνον όμως που ενδιαφέρεται για να μάθει, τον προσελκύουμε και του διδάσκουμε πάρα πολλά. Και πολύ ορθά είπε «και αυτό που νομίζει ότι έχει»· διότι ούτε και αυτό που νομίζει ότι έχει το έχει. 
 
Ακολούθως κατέστησε περισσότερο σαφές αυτό που είπε, αφού εξήγησε τη σημασία των λόγων Του «ὅστις γὰρ ἔχει, δοθήσεται αὐτῷ καὶ περισσευθήσεται· ὅστις δὲ οὐκ ἔχει, καὶ ὃ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ᾿ αὐτοῦ(:διότι σε εκείνον που έχει πίστη και προθυμία, θα δοθεί η γνώση των θείων μυστηρίων, και θα δοθεί πλούσια και με πλεονασμό. Από εκείνον όμως που δεν έχει πίστη και αγαθή διάθεση, θα του αφαιρεθεί και η λίγη ακόμη γνώση που έχει)». «Διὰ τοῦτο(:Για τον λόγο αυτόν)», λέγει, «ἐν παραβολαῖς αὐτοῖς λαλῶ, ἵνα βλέποντες μὴ βλέπωσι(:ομιλώ με παραβολές προς αυτούς, διότι αν και έχουν μάτια και βλέπουν τα θαύματά μου, εντούτοις δεν θέλουν να δουν και να πιστέψουν)». «Έπρεπε λοιπόν», θα μπορούσε να πει κανείς, «να ανοίξουν τα μάτια τους, εφόσον τα έχουν κλειστά». Αλλά εάν μεν η τύφλωσή τους αυτή ήταν εκ φύσεως, έπρεπε να ανοίξουν τα μάτια τους, επειδή όμως η τύφλωσή τους οφείλεται στους ίδιους και είναι αυθαίρετη, για τούτο δεν είπε απλώς «δεν βλέπουν», αλλά «μολονότι έχουν μάτια, δεν βλέπουν». 
 
Επομένως η τύφλωσή τους οφείλεται στην πονηρία τους· διότι είδαν οι Φαρισαίοι και δαίμονες να εκβάλλονται από τους δαιμονισμένους κα έλεγαν: «Οὗτος οὐκ ἐκβάλλει τὰ δαιμόνια εἰμὴ ἐν τῷ Βεελζεβούλ, ἄρχοντι τῶν δαιμονίων(:αυτός δεν βγάζει τα δαιμόνια παρά μόνο με τη βοήθεια κα τη δύναμη του Βεελζεβούλ, που είναι ο άρχοντας των δαιμονίων)»[Ματθ. 12,24]. Τον άκουσαν να τους οδηγεί προς τον Θεό και να συμφωνεί απολύτως προς Αυτόν και όμως λέγουν ότι «οὗτος ὁ ἄνθρωπος οὐκ ἔστι παρὰ τοῦ Θεοῦ(:αυτός ο άνθρωπος δεν προέρχεται από τον Θεό)»[Ιω.9,16]. 
 
Επειδή λοιπόν διεκήρυσσαν τα αντίθετα και από όσα έβλεπαν και από όσα άκουγαν, «για τον λόγο αυτόν», λέγει, «τους αφαιρώ και τη δυνατότητα να ακούνε· διότι δεν έχουν να ωφεληθούν τίποτε επιπλέον από αυτό, αντίθετα μάλιστα αυξάνουν και επιπλέον την καταδίκη τους»· διότι όχι μόνο δεν πίστευαν, αλλά και Τον κατέκριναν, Τον κατηγορούσαν και Τον επιβουλεύονταν. Αλλά όμως δεν το λέγει αυτό· διότι δεν θέλει να είναι σκληρός κατήγορός τους κατά παρόμοιο τρόπο, αλλά αυτό συνέβη με πάρα πολλή σαφήνεια. Επειδή όμως ήσαν διεστραμμένοι και δεν έβλεπαν αυτά, για τον λόγο αυτόν στο εξής μιλάει με παραβολές. 
 
Έπειτα, για να μη νομίσει κανείς ότι τα όσα ειπώθηκαν είναι απλώς και μόνο κατηγορίες και ούτε να λένε ότι επειδή είναι εχθρός μας, μας κατηγορεί για όλα αυτά και μας διαβάλλει, επικαλείται και τους λόγους του προφήτη που συμφωνούν με τους δικούς Του. Διότι, λέγει: «Καὶ τότε πληρωθήσεται αὐτοῖς ἡ προφητεία Ἡσαΐου ἡ λέγουσα·ἀκοῇ ἀκούσετε καὶ οὐ μὴ συνῆτε, καὶ βλέποντες βλέψετε καὶ οὐ μὴ ἴδητε· ἐπαχύνθη γὰρ ἡ καρδία τοῦ λαοῦ τούτου, καὶ τοῖς ὠσὶ βαρέως ἤκουσαν, καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῶν ἐκάμμυσαν, μήποτε ἴδωσι τοῖς ὀφθαλμοῖς καὶ τοῖς ὠσὶν ἀκούσωσι καὶ τῇ καρδίᾳ συνῶσι καὶ ἐπιστρέψωσι, καὶ ἰάσομαι αὐτούς (:έτσι επαληθεύεται πλήρως σε αυτούς η προφητεία του Ησαΐα που λέει: ‘’Θα ακούσετε με τα σωματικά σας αυτιά το κήρυγμα της αλήθειας και δεν θα το καταλάβετε. Και βλέποντας με τα σωματικά σας μάτια, θα δείτε, αλλά δεν θα δουν και οι ψυχές σας για να φωτιστούν, αλλά θα παραμείνετε πνευματικώς τυφλοί. Και θα τους συμβεί αυτό, διότι εξαιτίας της κακής τους διαθέσεως ο νους του λαού αυτού σκληρύνθηκε και σκοτίστηκε, και με τα πνευματικά τους αυτιά άκουσαν με δυσφορία και έκλεισαν τα μάτια της ψυχής τους, μη θέλοντας να δουν κάποια φορά με τα πνευματικά τους μάτια και να ακούσουν με τα εσωτερικά τους αυτιά και να κατανοήσουν με την καρδιά τη σωτηριώδη αλήθεια και με τη μετάνοια να επιστρέψουν, οπότε και θα τους θεραπεύσω’’)»[Ησ. 6,9-10]. 
 
Είδες ότι είναι ακριβώς ίδια και η κατηγορία του Ησαΐα; Διότι ούτε και αυτός είπε ότι «δεν βλέπετε», αλλά «θα βλέπετε και δεν θα κατανοείτε»· ούτε είπε ότι «δεν θα ακούτε» αλλά «θα ακούσετε και δεν θα καταλαβαίνετε». Ώστε λοιπόν από την αρχή αυτοί οι ίδιοι απομάκρυναν τους εαυτούς τους από τη δυνατότητα να σωθούν, αφού βούλωσαν τα αυτιά τους, έκλεισαν τα μάτια τους και σκλήρυναν την καρδιά τους· διότι όχι μόνο δεν πρόσεχαν τις εντολές του Θεού, αλλά και «βαρέως ἤκουον(:τις άκουγαν με δυσφορία)». «Και αυτό το έκαναν», λέγει, «μήπως επιστρέψουν και τους θεραπεύσω», εννοώντας με αυτά τη μεγάλη πονηρία τους και την, κατά τρόπο πολύ πεισματώδη, αποστροφή τους. 
 
Και αυτό το λέγει με σκοπό να τους προσελκύσει και να διεγείρει την προσοχή τους και να τους δείξει ότι θα τους θεραπεύσει εάν επιστρέψουν. Είναι σαν να έλεγε κάποιος: «Δεν θέλησε να με δει και τον ευγνωμονώ· διότι αν αξιωνόμουνα να τον δω, επρόκειτο αμέσως να υποχωρήσω». Αυτό λοιπόν το λέγει για να δείξει με ποιον τρόπο θα ήταν δυνατόν να συμφιλιωθεί. Το ίδιο βέβαια λέγει και εδώ· «μήπως κάποτε επιστρέψουν και τους θεραπεύσω», δείχνοντας ότι και η επιστροφή είναι δυνατή, και ότι,εφόσον μετανοήσουν, είναι δυνατό να σωθούν· και ότι όλα τα έκανε όχι για τη δόξα Του, αλλά χάριν της σωτηρίας τους. 
 
Διότι, εάν δεν ήθελε να ακούσουν και να σωθούν, έπρεπε να σιγήσει και να μην τους ομιλούσε με παραβολές. Τώρα όμως ακριβώς για τούτο το πράγμα τους προτρέπει, με το να τους ομιλεί κατά τρόπο αλληγορικό. «Μὴ θελήσει θελήσω τὸν θάνατον τοῦ ἀνόμου, λέγει Κύριος, ὡς τὸ ἀποστρέψαι αὐτὸν ἐκ τῆς ὁδοῦ τῆς πονηρᾶς καὶ ζῆν αὐτόν;(: Μήπως, τάχα, εγώ θέλω τον θάνατο του αμαρτωλού, λέγει ο Κύριος, όπως και όσο θέλω και επιθυμώ να απαρνηθεί αυτός τον αμαρτωλό τρόπο της ζωής, να επιστρέψει μετανοημένος προς εμένα, για να ζήσει επί μακρόν;)»[Ιεζ. 18,23]. Το για το ότι βέβαια η αμαρτία δεν οφείλεται στη φύση, ούτε είναι αποτέλεσμα ανάγκης και βίας αλλά ελεύθερης επιλογής του κάθε ανθρώπου, άκουσε τι λέγει προς τους αποστόλους: «Ὑμῶν δὲ μακάριοι οἱ ὀφθαλμοί, ὅτι βλέπουσι, καὶ τὰ ὦτα ὑμῶν, ὅτι ἀκούουσιν(:Αυτά προείπε ο προφήτης για εκείνους. Τα δικά σας όμως πνευματικά μάτια είναι άξια μακαρισμού, διότι βλέπουν. Αλλά και τα αυτιά των ψυχών σας είναι μακάρια, διότι ακούνε)». Και δεν εννοώ την όραση ούτε την ακοή του σώματος, αλλά της διανοίας. Καθόσον και οι απόστολοι ήσαν Ιουδαίοι και είχαν την ίδια ανατροφή με αυτούς, αλλά όμως δεν υπέστησαν καμία βλάβη από την προφητεία, επειδή είχαν ευμενώς διακείμενη την προαίρεση και τη διάθεση, που αποτελεί τη ρίζα των αγαθών. 
 
Βλέπεις ότι το «δόθηκε σε σας» δεν ήταν αποτέλεσμα ανάγκης; Διότι δεν θα μακαρίζονταν, εάν το κατόρθωμα δεν ήταν προσωπικό. Αλλά, σε παρακαλώ, μη μου πεις ότι δεν ήσαν σαφή αυτά που τους έλεγε· διότι μπορούσαν να Τον πλησιάσουν και να Τον ρωτήσουν, όπως ακριβώς έκαναν και οι μαθητές Του. Αλλά δεν θέλησαν, επειδή ήσαν ράθυμοι και αναίσθητοι. Αλλά γιατί λέγω «δεν θέλησαν»; Διότι έκαναν τα τελείως αντίθετα. Όχι δηλαδή μόνο δεν πίστευαν, ούτε μόνο δεν άκουγαν, αλλά και Τον καταπολεμούσαν και περιφρονούσαν τελείως τους λόγους Του· και ακριβώς για τούτον τον λόγο παρουσιάζει τον προφήτη να τους κατηγορεί, λέγοντας ότι «βαρέως ἤκουον(:με δυσφορία άκουγαν)». 
 
Αλλά όμως δεν ήσαν τέτοιοι και οι μαθητές Του και για τον λόγο λοιπόν αυτόν και τους μακάριζε. Και σε άλλη ευκαιρία τους παρέχει την ίδια διαβεβαίωση πάλι, λέγοντας: «Ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν ὅτι πολλοὶ προφῆται καὶ δίκαιοι ἐπεθύμησαν ἰδεῖν ἃ βλέπετε, καὶ οὐκ εἶδον, καὶ ἀκοῦσαι ἃ ἀκούετε, καὶ οὐκ ἤκουσαν(: και οι πνευματικές σας αισθήσεις είναι μακάριες, διότι αληθινά σας λέω ότι πολλοί προφήτες και δίκαιοι επιθύμησαν να δουν αυτά που βλέπετε εσείς και δεν αξιώθηκαν να τα δουν. Επιθύμησαν και να ακούσουν αυτά που εσείς ακούτε, και δεν τα άκουσαν· διότι έζησαν σε παλαιότερα χρόνια και δεν πρόφτασαν να δουν την επίγεια παρουσία μου)»[Ματθ.13,17]· «και λέγοντας αυτά εννοώ», λέγει, «την έλευσή Μου στον κόσμο, αυτά τα θαύματα, τη φωνή, τη διδασκαλία μου». Στην προκειμένη περίπτωση τούς παρουσιάζει ως καλύτερους όχι μόνο από τους διεφθαρμένους, αλλά και από εκείνους που είχαν προκόψει στην αρετή, καθόσον λέγει ότι είναι περισσότερο αξιομακάριστοι αυτοί από εκείνους. 
 
Και τι σημαίνουν οι λόγοι αυτοί; Σημαίνουν ότι αυτοί βλέπουν όχι μόνο όσα δεν είδαν οι Ιουδαίοι, αλλά και όσα επιθύμησαν εκείνοι να δουν· διότι οι Δίκαιοι της Παλαιάς Διαθήκης μεν Τον είδαν μόνο δια της πίστεως, ενώ αυτοί Τον βλέπουν και με τα μάτια τους και πολύ πιο καθαρότερα. Βλέπεις πώς πάλι συνδέει την Παλαιά Διαθήκη με την Καινή, παρουσιάζοντας όχι μόνο εκείνους να γνωρίζουν τα μέλλοντα να συμβούν, αλλά και με το να τα επιθυμούν πάρα πολύ; Δεν θα ήταν δυνατό να το επιθυμήσουν εάν ήσαν οπαδοί κάποιου ξένου και αντίθετου Θεού. 
 
«Ὑμεῖς οὖν ἀκούσατε τὴν παραβολὴν τοῦ σπείραντος(:Εσείς λοιπόν που δεχθήκατε από τον Θεό τη δωρεά να γνωρίσετε τα μυστήρια της Βασιλείας των ουρανών, ακούστε τη σημασία της παραβολής του σπορέα)»,λέγει· και αναφέρει όλα όσα προηγουμένως ειπώθηκαν, δηλαδή τα περί ραθυμίας και προσπάθειας, τα περί δειλίας και ανδρείας, τα περί χρημάτων και ακτημοσύνης, δείχνοντας έτσι τη βλάβη που προέρχεται από το ένα μέρος και την ωφέλεια από το άλλο. Στη συνέχεια επίσης παρουσιάζει και τους διάφορους τρόπους της αρετής· διότι σαν φιλάνθρωπος που είναι δεν όρισε μία μόνο οδό, ούτε είπε ότι εάν κανείς δεν αυξήσει σε εκατό αυτά που έλαβε θα χαθεί· αλλά και αυτός που τα αυξάνει σε εξήντα, σώζεται· και όχι μόνο αυτός, αλλά και αυτός που τα αυξάνει σε τριάντα. Και αυτό το έκανε, για να κάνει εύκολη την σωτηρία. 
 
Και εσύ λοιπόν δεν μπορείς να ασκήσεις παρθενία; Σύναψε γάμο με σωφροσύνη. Δεν μπορείς να ασκήσεις την ακτημοσύνη; Δώσε κάτι από αυτά που έχεις. Δεν μπορείς να σηκώνεις εκείνο το φορτίο; Μοίρασε τα υπάρχοντά σου με τον Χριστό. Δεν θέλεις να Του τα παραχωρήσεις όλα; Δώσε Του έστω και τα μισά ή και το ένα τρίτο μόνο. Αδελφός του φτωχού Χριστιανού αδερφού σου είσαι και συγκληρονόμος· κάνε τον και στην εδώ ζωή συγκληρονόμο. Όσα επρόκειτο να δώσεις σε εκείνον, τα δίνεις στον εαυτό σου. Δεν ακούς τι λέει ο προφήτης; «Διάθρυπτε πεινῶντι τὸν ἄρτον σου καὶ πτωχοὺς ἀστέγους εἴσαγε εἰς τὸν οἶκόν σου· ἐὰν ἴδῃς γυμνόν, περίβαλε, καὶ ἀπὸ τῶν οἰκείων τοῦ σπέρματός σου οὐχ ὑπερόψει(:Κόβε το ψωμί σου και μοιράσου το με τον πτωχό. Βάλε αστέγους στο σπίτι σου· εάν δεις γυμνό, ντύσε τον. Και απέναντι των οικείων σου μη δείξεις αδιαφορία και καταφρόνηση)» [Ησ.58,7]. 
 
Εάν λοιπόν δεν πρέπει να περιφρονούμε τους συγγενείς, πολύ περισσότερο δεν πρέπει να περιφρονούμε τον Δεσπότη, που μας έδωσε όχι μόνο το δικαίωμα της δεσποτείας αλλά και της συγγένειας και άλλα ακόμη πολύ περισσότερα. Καθόσον και μέτοχο των αγαθών Του μας κατέστησε, χωρίς μάλιστα να πάρει τίποτε από εμάς, αλλά και πρώτος έκανε αρχή της ανέκφραστης αυτής ευεργεσίας. Επομένως, πώς δεν είναι έσχατη ανοησία το να μη γίνει κανείς φιλάνθρωπος ούτε χάρη αυτής της δωρεάς, ούτε να δώσει αμοιβή έναντι της χάριτος, και να προσφέρει ελάχιστα, έναντι τόσο πολλών και σπουδαίων που έλαβε; Διότι αυτός μεν σε έκανε κληρονόμο των ουρανών, ενώ εσύ δεν Του δίνεις ούτε τα γήινα πράγματά σου; Αυτός, χωρίς καμία δική σου προκοπή, αλλά και μολονότι ήσουν εχθρός Του, σε συμφιλίωσε με τον εαυτό Του, ενώ εσύ δεν δίνεις ούτε σε αυτόν που είναι φίλος και ευεργέτης σου; 
 
Άραγε δεν θα ήταν δίκαιο πριν από τη βασιλεία και πριν από όλες τις δωρεές να ευγνωμονεί κανείς αυτόν και για τον λόγο ότι του χαρίζει όλες αυτές; Καθόσον και οι δούλοι, όταν προσκαλούν τους κυρίους τους για να τους προσφέρουν γεύμα, πιστεύουν ότι δεν προσφέρουν, αλλά λαμβάνουν. Εδώ όμως συνέβη το αντίθετο· διότι δεν προσκάλεσε ο δούλος τον κύριό του, αλλά ο Κύριος πρώτος προσκάλεσε τον δούλο Του στην τράπεζά Του. Εσύ όμως ούτε και μετά από αυτό τον προσκαλείς; Πρώτος σε έβαλε μέσα στην οικία Του, εσύ όμως δεν κάνεις το ίδιο ούτε και δεύτερος; Αυτός όταν εσύ ήσουν γυμνός σε έντυσε, εσύ όμως δεν Τον βάζεις στην οικία σου, τώρα που είναι ξένος, ούτε και μετά από αυτά; Πρώτος σε πότισε από το ποτήριό Του, αλλά εσύ δεν Του δίνεις ούτε λίγο κρύο νερό; Σε πότισε με το άγιο Πνεύμα, εσύ όμως δεν ικανοποιείς ούτε τη σωματική Του δίψα; Αυτός, αν και είσαι άξιος κολάσεως, σε πότισε με Πνεύμα, εσύ όμως, αν και διψάει, Τον περιφρονείς, αν και πρόκειται όλα αυτά να τα κάνεις από τις δικές Του δωρεές; 
 
Δεν θεωρείς δηλαδή σπουδαίο πράγμα το να κρατήσεις στα χέρια σου το ποτήρι, από το οποίο πρόκειται να πιει ο Χριστός, και να το φέρεις στο στόμα σου; Δεν βλέπεις ότι μόνο στον ιερέα επιτρέπεται να προσφέρει το ποτήριο του Αίματος; «Εγώ όμως», λέγει, «δεν έχω ακριβή απαίτηση για όλα αυτά, αλλά δέχομαι και αν ακόμη ο ίδιος το προσφέρεις· και αν ακόμη είσαι λαϊκός δεν σε αποφεύγω. Και δεν ζητώ να μου δώσεις αυτό που σου έδωσα· διότι δεν σου ζητώ αίμα, αλλά κρύο νερό». Αναλογίσου σε Ποιον δίνεις νερό και φρίξε. 
 
Σκέψου ότι εσύ γίνεσαι ιερέας του Χριστού, δίνοντάς Του με το ίδιο το χέρι σου, όχι σάρκα, αλλά άρτο, όχι αίμα, αλλά ποτήριο κρύου νερού. Σε έντυσε με το ένδυμα της σωτηρίας, σε έντυσε με τον ίδιο Του τον εαυτό· εσύ ντύσε Τον στο πρόσωπο κάθε φτωχού και αναγκεμένου συνανθρώπου σου, έστω και με το ένδυμα δούλου. Σε έκανε ένδοξο στους ουρανούς· εσύ τουλάχιστον απάλλαξέ τον από τη φρίκη και τη γυμνότητα και την ασχημοσύνη. Σε έκανε συμπολίτη των αγγέλων· εσύ δώσε Του έστω και στέγη μόνο, δέξου Τον στην οικία σου έστω και όπως θα δεχόσουνα τον υπηρέτη σου. «Δεν περιφρονώ αυτό εδώ το καταφύγιο, και αν ακόμη προς χάριν σου άνοιξα ολόκληρο τον ουρανό. Σε απάλλαξα από πάρα πολύ φοβερή φυλακή· εγώ δεν ζητώ αυτό, ούτε λέγω, απάλλαξέ με και εσύ· αλλά και μόνο να με δεις με συμπάθεια, όταν θα είμαι δεμένος, αρκεί αυτό για να με παρηγορήσει. Εγώ, ενώ εσύ ήσουν νεκρός, σε ανέστησα· όμως δεν ζητώ το ίδιο και από εσένα, αλλά απλώς λέγω να με επισκεφτείς όταν θα είμαι άρρωστος». 
 
Όταν λοιπόν είναι τόσο μεγάλα αυτά που μας έχει δώσει και τόσο ασήμαντα αυτά που ζητεί από εμάς, και δεν Του παρέχουμε ούτε αυτά, πόσης τιμωρίας άραγε δεν θα είμαστε άξιοι; Δικαιολογημένα θα οδηγηθούμε στο πυρ, το ετοιμασμένο για τον διάβολο και τους αγγέλους του, εφόσον είμαστε πιο αναίσθητοι και από την πέτρα. Διότι, πες μου, πόσο μεγάλη είναι η αναισθησία μας, που, αν και λάβαμε τόσα πολλά και πρόκειται να λάβουμε ακόμη περισσότερα, παραμένουμε δούλοι των χρημάτων, τα οποία μετά από λίγο θα αποχωριστούμε και χωρίς να το θέλουμε; Και άλλοι μεν και την ψυχή τους έδωσαν και και το αίμα τους έχυσαν· εσύ όμως ούτε τα περιττά δεν απορρίπτεις χάριν των ουρανών και χάριν των τόσων στεφάνων; Και ποιας συγνώμης θα μπορούσες να αξιωθείς και ποιας απολογίας, κατά τη στιγμή που ευχαρίστως μεν κάνεις τα πάντα για τον σπόρο της γης και δανείζεις στους ανθρώπους χωρίς καμία φειδώ, όμως, όταν πρόκειται να φιλοξενήσεις τον Κύριό σου, διαμέσου αυτών που έχουν ανάγκη, γίνεσαι τόσο ωμός και απάνθρωπος; 
 
Όλα αυτά λοιπόν αφού τα χαράξουμε βαθιά στον νου μας και αναλογιστούμε αυτά που έχουμε λάβει, αυτά που πρόκειται να λάβουμε και αυτά που ζητούμε από τον Θεό, ας συγκεντρώσουμε όλο το ενδιαφέρον μας στα πνευματικά πράγματα. Ας γίνουμε επιτέλους ήπιοι και φιλάνθρωποι, για να μην επισύρουμε κατά του εαυτού μας την ανυπόφορη καταδίκη. Διότι τι δεν θα είναι ικανό να μας καταδικάσει; Οι τόσο πολλές και τόσο σπουδαίες δωρεές του Θεού σε σχέση με τη δική μας αχαριστία; Το ότι δεν επιδιώξαμε τίποτε το αξιόλογο; Το ότι δεν ενδιαφερθήκαμε για τέτοια πράγματα, τα οποία θα αφήσουμε εδώ και αν ακόμη δεν το θέλουμε; Το ότι συγκεντρώσαμε όλο το ενδιαφέρον μας και την αγάπη μας στα βιοτικά πράγματα; Διότι το καθένα από αυτά είναι ικανό και μόνο του να μας καταδικάσει· ποια όμως θα είναι η ελπίδα για τη σωτηρία μας όταν συγκεντρωθούν όλα μαζί; 
 
Ώστε λοιπόν για να αποφύγουμε όλη αυτήν την καταδίκη πρέπει να επιδείξουμε γενναιοδωρία προς τους πτωχούς· διότι έτσι θα απολαύσουμε όλα τα αγαθά, και τα εδώ και τα εκεί, τα οποία μακάρι να επιτύχουμε όλοι μας, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμις στους αιώνες των αιώνων. Αμήν. 
 
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ, 
 
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος 
 
 
 
ΠΗΓΕΣ: 
 
· https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf 
 
· Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλίες ΜΔ΄ και ΜΕ΄(κατ΄επιλογήν), πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 11, σελίδες 175-213. 
 
· Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 66, σελ. 113-131. 
 
 
· Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014. 
 
· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009. 
 
· Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005. 
 
 
· http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm