Κυριακή ΙΑ΄Λουκά (Λουκά ιδ΄16-24)

Υπομνηματισμός αγίου Ιωάννου, αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως του Χρυσοστόμου

στην παραβολή των βασιλικών γάμων[Ματθ.22,1-14]

[ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ: Ματθ. 22,8-14]

Εσύ λοιπόν πρόσεχε και στην περίπτωση αυτή την φιλοτιμία του Κυρίου: «σους ἐὰν ερητε(:Όσους θα βρείτε)», λέγει, «καλέσατε ες τος γάμους(:καλέστε τους στους γάμους)». Διότι πριν από αυτό που προανέφερα, κήρυτταν και προς τους Ιουδαίους και προς τους εθνικούς, και περνούσαν τον περισσότερο χρόνο τους διαμένοντας στην Ιουδαία, επειδή όμως επέμεναν οι Ιουδαίοι να τους επιβουλεύονται, άκουσε τον Παύλο που ερμηνεύει αυτή την παραβολή και λέγει τα εξής: «μν ν ναγκαον πρτον λαληθναι τν λόγον το Θεο. πειδ δ πωθεσθε ατν κα οκ ξίους κρίνετε αυτος τς αωνίου ζως, δο στρεφόμεθα ες τ θνη(:σύμφωνα με το σχέδιο του Θεού, ο οποίος κάλεσε στη σωτηρία τον Ισραήλ πριν από όλους τους άλλους λαούς, ήταν αναγκαίο και επιβεβλημένο να κηρυχθεί ο λόγος του Θεού πρώτα σε σας τους Ιουδαίους. Αφού όμως τον αποδιώχνετε και δεν τον δέχεστε και αφού εσείς οι ίδιοι βγάζετε για τους εαυτούς σας την απόφαση ότι δεν είστε άξιοι της αιώνιας ζωής, ιδού στρεφόμαστε πλέον στους εθνικούς)»[Πρ.13,46].

Για τον λόγο αυτό λέγει και ο Δεσπότης: «ο μεν γάμος είναι έτοιμος, οι καλεσμένοι όμως δεν ήσαν άξιοι». Βέβαια αυτό το γνώριζε και πριν να συμβεί, αλλά όμως για να μην τους αφήσει καμία πρόφαση αναίσχυντης αντιλογίας, μολονότι τα γνώριζε, προς αυτούς πρώτα και ο ίδιος ήλθε, και άλλους απέστειλε στη συνέχεια και αποστομώνοντας έτσι εκείνους και διδάσκοντάς μας να κάνουμε ό,τι εξαρτάται από μας, και αν ακόμη πρόκειται κανείς να μην κερδίσει τίποτε από αυτό.

Επειδή λοιπόν δεν ήσαν άξιοι, «πηγαίνετε», λέγει, «όπου βγάζουν οι δρόμοι και καλέστε όσους θα βρείτε» και αυτούς που θα βρίσκονται εκεί κατά τύχη και τους περιφρονημένους. Επειδή δηλαδή συνεχώς έλεγε, ότι «ο τελναι κα α πόρναι προάγουσιν μς ες τν βασιλείαν το Θεο(:πόρνες και τελώνες θα κληρονομήσουν τον ουρανό)» [Ματθ.21,31] και «Πολλο δ σονται πρτοι σχατοι κα σχατοι πρτοι(:οι πρώτοι θα γίνουν τελευταίοι και οι τελευταίοι πρώτοι)»[Ματθ.19,30] αποδεικνύει ότι αυτά δικαίως γίνονται, πράγμα που κατεξοχήν ενοχλούσε τους Ιουδαίους και τους πείραζε πολύ φοβερότερα αυτό και από την κατακρήμνιση του ναού, το να βλέπουν δηλαδή να εισάγονται οι εθνικοί και μάλιστα πολύ περισσότερο στη θέση εκείνη που ανήκε σε αυτούς.

Στη συνέχεια για να μην επαναπαυθούν και αυτοί απλώς και μόνο στην πίστη, τους ομιλεί και περί της κρίσεως για τις πονηρές πράξεις, των μεν απίστων για το ότι δεν προσήλθαν ακόμη στην πίστη, των δε πιστών για την ανάλογη φροντίδα που έδειξαν στη ζωή τους. Διότι στην περίπτωση αυτή «ένδυμα» είναι ο τρόπος ζωής και οι πράξεις. Και βέβαια η κλήση είναι έργο της χάριτος. Γιατί όμως ομιλεί με τόση ακρίβεια; Για το ότι η μεν κλήση και η κάθαρση είναι έργο της χάριτος, το να παραμείνει όμως κανείς από αυτούς που κλήθηκαν και ενδύθηκαν καθαρά ενδύματα με τέτοια ενδύματα, οφείλεται στη φροντίδα αυτών που εκλήθησαν. Η κλήση δεν έγινε εξαιτίας της αξίας τους, αλλά κατά θεία χάρη. Έπρεπε λοιπόν η χάρις να αμείψει αυτόν που υπάκουσε και να μη δείξει ο τιμημένος τόση κακία μετά την τιμή που του έγινε.

«Αλλά», θα πει κάποιος, «δεν απήλαυσα αυτά που απήλαυσαν οι Ιουδαίοι». Και όμως απήλαυσες πολύ περισσότερα αγαθά. Διότι αυτά που ετοιμάζονταν για εκείνους, αυτά τα έλαβες εσύ. Για τον λόγο αυτό και ο Παύλος λέγει: «τ δ θνη πρ λέους δοξάσαι τν Θεόν, καθς γέγραπται· δι τοτο ξομολογήσομαί σοι ν θνεσι, Κύριε, κα τ νόματί σου ψαλῶ(:και συγχρόνως και οι εθνικοί, που συμμετέχουν στη σωτηρία αυτή, να δοξάσουν τον Θεό για το έλεος που έδειξε σε αυτούς σύμφωνα με εκείνο που είναι γραμμένο στους ψαλμούς, όπου ο Χριστός λέει στον Πατέρα Του: ‘’Γι αυτό θα σε δοξάσω ανάμεσα στα έθνη και θα ψάλω ύμνο στο όνομά Σου’’)»[Ρωμ.15,9]. Διότι αυτά που προετοιμάζονταν για εκείνους σε όλη τη διάρκεια του χρόνου, αυτά εσύ τα έλαβες σε μία στιγμή χωρίς να είσαι άξιος. Για τον λόγο αυτό και αναμένει μεγάλη τιμωρία εκείνους που θα δείξουν αδιαφορία. Καθόσον, όπως ακριβώς εκείνοι τον προσέβαλαν που δεν προσήλθαν, έτσι και εσύ Τον προσβάλλεις με το να καθίσεις στην τράπεζα με τέτοιο διεφθαρμένο βίο. Διότι αυτό σημαίνει η είσοδος με ρυπαρά ενδύματα το να φύγει δηλαδή κανείς από αυτήν τη ζωή με βίο ακάθαρτο και ακριβώς για τον λόγο αυτό και «αυτός που δε φορούσε ένδυμα γάμου» σιωπούσε, όντας αναπολόγητος.

Βλέπεις πως αν και είναι τόσο ολοφάνερο το πράγμα, δεν τιμωρεί από την αρχή, προτού ο ίδιος ο αμαρτωλός γίνει αίτιος της καταδίκης του; Διότι, με το να μην έχει να πει τίποτε, κατέκρινε τον εαυτό του και έτσι οδηγείται προς τις απερίγραπτες τιμωρίες. Μη νομίσεις όμως ακούγοντας τη φράση «σκότος το πυκνότατο» ότι αυτός τιμωρείται κατ’ αυτόν τον τρόπο, οδηγούμενος δηλαδή απλώς και μόνο οδηγούμενος σε σκοτεινό μέρος, αλλά οδηγείται εκεί όπου είναι το κλάμα και ο τριγμός των δοντιών. Αυτό δε το λέγει για να δείξει τα ανυπόφορα βάσανα.

Ακούστε όσοι απολαύσατε των μυστηρίων και περιβάλλετε την ψυχή σας με ρυπαρές πράξεις, αν και προσήλθατε στους γάμους. Ακούσατε από πού προσκληθήκατε. Από τα σταυροδρόμια. Τι ήσαστε προηγουμένως; Χωλοί και ψυχικά ανάπηροι, πράγμα που είναι κατά πολύ χειρότερο από τον ακρωτηριασμό του σώματος. Σεβασθείτε την φιλανθρωπία Αυτού που σας κάλεσε και κανείς ας μη συνεχίσει να μένει με ρυπαρά ενδύματα, αλλά ο καθένας ας φροντίζει για την στολή της ψυχής του. Ακούστε, γυναίκες· ακούστε, άνδρες. Δε χρειαζόμαστε αυτά τα χρυσοΰφαντα ενδύματα, που μας στολίζουν εξωτερικά, αλλά εκείνα που μας στολίζουν εσωτερικά. Ενόσο θα έχουμε αυτά, είναι δύσκολο να ενδυθούμε εκείνα. Δεν είναι δυνατόν να καλλωπίζουμε συγχρόνως και την ψυχή και το σώμα. Δεν είναι δυνατό και στον μαμωνά να δουλεύεις και στον Χριστό να υπακούς όπως πρέπει.

Ας εκδιώξουμε λοιπόν από πάνω μας αυτή τη φοβερή τυραννίδα. Διότι ούτε θα το ανεχόσουν με ευχαρίστηση εάν κάποιος την μεν οικία του την στόλιζε κοσμώντας την με χρυσά παραπετάσματα, εσένα όμως σε προσκαλούσε να καθίσεις στο τραπέζι του κουρελιάρη και γυμνό. Αλλά να, τώρα εσύ το κάνεις αυτό στον εαυτό σου την μεν οικία της ψυχής σου, δηλαδή το σώμα, το καλλωπίζεις με άπειρα παραπετάσματα, την δε ψυχή σου την αφήνεις να κάθεται μέσα σε αυτό με κουρέλια. Δε γνωρίζεις ότι ο βασιλεύς της πόλεως πρέπει προπάντων να στολίζεται; Και ακριβώς για τον λόγο αυτόν για μεν την πόλη έχουν κατασκευαστεί παραπετάσματα από λινό, για δε τον βασιλέα αλουργίδα και στέμμα. Έτσι και συ, το μεν σώμα ένδυσέ το με πολύ ασήμαντη στολή, τον δε νου ένδυσέ τον με αλουργίδα και βάλε επάνω σε αυτόν στεφάνι και βάλε τον να καθίσει επάνω σε όχημα υψηλό και περίλαμπρο. Τώρα όμως κάνεις το αντίθετο την μεν πόλη την καλλωπίζεις ποικιλοτρόπως, τον βασιλέα όμως νου τον αφήνεις να σύρεται δεμένος οπίσω από τα παράλογα πάθη. Δε σκέπτεσαι ότι κλήθηκες σε γάμο και μάλιστα γάμο Θεού; Δεν αναλογίζεσαι πώς πρέπει να εισέρχεται σε αυτούς τους νυφικούς θαλάμους η καλεσμένη ψυχή, ενδεδυμένη δηλαδή με χρυσά κροσσωτά και καλλωπισμένη;

Θέλεις να σου δείξω αυτούς που είναι έτσι στολισμένοι; Αυτοί που έχουν ένδυμα γάμου; Ενθυμήσου εκείνους τους αγίους, τους ασκητές, περί των οποίων σας μίλησα παλαιότερα, που φορούν τρίχινα ενδύματα και κατοικούν στις ερήμους. Αυτοί κατεξοχήν είναι εκείνοι που φορούν τα ενδύματα εκείνων των γάμων· και αυτό γίνεται φανερό από το εξής· όσα δηλαδή βασιλικά ενδύματα και αν τους δώσεις, δε θα προτιμούσαν να τα λάβουν· αλλά όπως ακριβώς ένας βασιλιάς, εάν κάποιος αφού λάμβανε το κουρελιασμένα ενδύματα του πτωχού, προέτρεπε αυτόν να ενδυθεί αυτά, θα βδελυσσόταν την στολή, έτσι και εκείνοι σιχαίνονται την βασιλική στολή. Και συμβαίνει αυτό σε αυτούς όχι για κάποια άλλη αιτία, αλλά για το ότι γνωρίζουν το κάλλος της δικής τους στολής. Για τον λόγο αυτό και το βασιλικό εκείνο ένδυμα το περιφρονούν σαν αράχνη. Και όλα αυτά βέβαια τους τα δίδαξε ο σάκος που φορούν· καθόσον είναι πολύ υψηλότεροι και λαμπρότεροι και από αυτόν τον ίδιο τον βασιλέα. Και αν μπορέσεις να ανοίξεις τις πύλες του νου τους και να εξετάσεις την ψυχή τους και όλο τον εσωτερικό τους κόσμο και αν ακόμη καταπέσεις στη γη, δε θα μπορέσεις να αντέξεις τη λαμπρότητα της ομορφιάς τους και τη λάμψη των ενδυμάτων εκείνων και την απαστράπτουσα συνείδησή τους.

[…]Τι λοιπόν; Δε θα προσφύγουμε προς μία τόσο μεγάλη μακαριότητα; Δε θα φορέσουμε καθαρά ενδύματα για να ακολουθήσουμε τους γάμους αυτούς, αλλά θα παραμείνουμε επαίτες, χωρίς να βρισκόμαστε σε καλύτερη μοίρα από τους ζητιάνους των δρόμων, μάλλον δε σε πολύ χειρότερη και αθλιότερη κατάσταση; Καθόσον είναι πολύ χειρότεροι από εκείνους όσοι πλουτίζουν παράνομα, και είναι προτιμότερο να ζητιανεύει κανείς, παρά να αρπάζει διότι το μεν πρώτον είναι δυνατόν να συγχωρηθεί, το δεύτερο όμως είναι άξιο κατηγορίας και ο μεν ζητιάνος καθόλου δεν αντιστρατεύεται προς τον Θεό, αυτός που πλουτίζει αρπάζοντας τα αγαθά των άλλων όμως, παρανομεί και έναντι των ανθρώπων και έναντι του Θεού· και τους μεν κόπους της αρπαγής τούς υφίσταται, την ευχαρίστηση όμως της αρπαγής πολλές φορές την καρπώθηκαν ολόκληρη άλλοι.

Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά και απορρίπτοντας την πλεονεξία εξ ολοκλήρου, ας προσπαθούμε να συγκεντρώνουμε περισσότερο ουράνιο πλούτο, αρπάζοντας με πολλή προθυμία την ουράνια βασιλεία. Διότι δεν είναι δυνατόν, δεν είναι δυνατόν κάποιος που είναι ράθυμος να εισέλθει σε αυτήν. Είθε, λοιπόν, αφού όλοι γίνουν πρόθυμοι και επάγρυπνοι να επιτύχουν αυτήν, με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμις στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

ΠΗΓΕΣ:

  • https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf

  • Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 11Α, Υπόμνημα στον Ευαγγελιστή Ματθαίο, ομιλία ΞΘ΄, σελίδες 411-419 και σελ. 431.

  • Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 68, σελ. 90-104 (ή: 44 -49 του PDF) και σελ. 110-111(ή: 52 του PDF)

(https://drive.google.com/file/d/0ByZQkrKg4yKLVHVFMUh0ODd6QzA/view)

  • Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.

  • Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

πηγή:ἠλεκτρονικό ταχυδρομεῖο