ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ΄ΛΟΥΚΑ[: Κολ.3,4-15]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
[Μέρος δεύτερο: υπομνηματισμός των χωρίων Κολ.3,11-15]
«Καὶ ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ βραβευέτω ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν, εἰς ἣν καὶ ἐκλήθητε ἐν ἑνὶ σώματι· καὶ εὐχάριστοι γίνεσθε(: και η ειρήνη που δίνει ο Θεός ας επιστατεί και ας κυριαρχεί μέσα στις καρδιές σας. Γι’ αυτήν την ειρήνη εξάλλου προσκληθήκατε, ώστε να γίνετε ένα σώμα. Προσπαθείτε ακόμη να γίνεστε και ευχάριστοι μεταξύ σας)»[Κολ.3,15]. Η ειρήνη του Θεού, η σταθερή και ασφαλής αυτή είναι. Αν εξαιτίας ανθρώπου έχεις ειρήνη, γρήγορα διαλύεται, αν όμως έχεις ειρήνη εξαιτίας του Θεού, δε διαλύεται. Αν και ανέφερε το γενικό, δηλαδή την αγάπη, όμως έρχεται πάλι στο ιδιαίτερο· διότι υπάρχει και αγάπη χωρίς μέτρο, όπως, όταν από πολλή αγάπη κατηγορεί κανείς χωρίς λόγο και φιλονικεί και δείχνει αποστροφή. «Όχι», λέγει, «δεν θέλω αυτό. Όχι όπως στο παρελθόν, αλλά όπως ο Θεός έκανε ειρήνη προς εσάς, έτσι και εσείς να κάνετε». Πώς έκανε; Επειδή Αυτός θέλησε, χωρίς να λάβει κάτι από εμάς.
Τι σημαίνει «η ειρήνη που δίνει ο Θεός ας επιστατεί και ας κυριαρχεί μέσα στις καρδιές σας»; Εάν αντιμάχονται δύο σκέψεις, μην επιτρέψεις τον θυμό, μην επιτρέψεις την ύβρη να κατέχει το βραβείο, αλλά την ειρήνη. Για παράδειγμα, έστω ότι κάποιος υβρίστηκε άδικα. Από την ύβρη γεννήθηκαν δύο σκέψεις, η μία που προτρέπει να αμυνθεί και η άλλη να υπομείνει την ύβρη, και παλεύουν μεταξύ τους. Εάν η ειρήνη του Θεού βρίσκεται στο μέσο για να κρίνει, δίνει το βραβείο στη σκέψη που προτρέπει την υπομονή, και καταντροπιάζει την άλλη. Με ποιο τρόπο; Πείθοντας ότι ο Θεός είναι ειρήνη, ότι έκανε ειρήνη με εμάς. Δεν δείχνει μόνο μεγάλο τον αγώνα του πράγματος. «Ας μην επιστατεί και να κυριαρχεί», λέγει, «ο θυμός, ούτε η φιλονικία, ούτε η ειρήνη των ανθρώπων, διότι αυτή προέρχεται από την προσπάθεια να αμύνονται οι άνθρωποι, από το να μην παθαίνουν κανένα κακό. Αλλά δεν θέλω αυτήν την ειρήνη», λέγει, «αλλά εκείνη, την οποία και άφησε Αυτός. Έκανε στάδιο μέσα στις σκέψεις μας και αγώνα και άθληση και κριτή».
Έπειτα πάλι προτροπή· «εἰς ἣν καὶ ἐκλήθητε(:Γι’ αυτήν την ειρήνη εξάλλου προσκληθήκατε)», λέγει. Υπενθύμισε πόσων αγαθών αιτία είναι η ειρήνη. Γι’ αυτήν σε κάλεσε, σε αυτήν σε κάλεσε, ώστε να δεχτείς αξιόπιστα το βραβείο. Γιατί λοιπόν έκανε ένα σώμα; Όχι για να εξουσιάζει αυτή; Όχι για να έχουμε αφορμή για ειρήνη; Γιατί όλοι είμαστε ένα σώμα; Και πώς είμαστε ένα σώμα; Για την ειρήνη είμαστε ένα σώμα, και επειδή το σώμα είναι ένα, έχουμε ειρήνη. Γιατί όμως δεν είπε «η ειρήνη του Θεού ας νικά», αλλά «ας βραβεύει»; Έκανε περισσότερο αξιόπιστη. Δεν άφησε την πονηρή σκέψη να αγωνίζεται εναντίον της, αλλά να στέκεται πιο κάτω. Και το όνομα του βραβείου εξύψωσε τον ακροατή, διότι αν δώσει το βραβείο στην αγαθή σκέψη, όσες αναισχυντίες και αν κάνει εκείνη, δε θα προκύψει κανένα όφελος στο μέλλον. Άλλωστε και εκείνη αντιλαμβανόμενη, ότι όσα και αν κάνει, δεν θα λάβει το βραβείο όσο και αν εξαγριωθεί και επιχειρήσει να προσβάλλει πιο δυνατά, επειδή ματαιοπονεί, θα απομακρυνθεί.
Και καλώς πρόσθεσε «καὶ εὐχάριστοι γίνεσθε(:και να προσπαθείτε να γίνεστε ευχάριστοι μεταξύ σας)». Διότι αυτό σημαίνει να είναι κανείς ευχάριστος και πάρα πολύ υποχωρητικός, το να μεταχειρίζεται τους συνανθρώπους του με όμοιο τρόπο, όπως αυτόν ο Θεός, το να υποχωρεί στον κύριό του, το να υπακούει, το να αισθάνεται ευγνωμοσύνη για όλα, είτε τον υβρίσει κανείς, είτε τον χτυπήσει· διότι εκείνος που εκφράζει ευγνωμοσύνη στον Θεό, για τα όσα έπαθε, θα υπερασπιστεί τον Δημιουργό του, καθόσον εκείνος που υπερασπίζεται τον εαυτό του, δεν αισθάνεται ευγνωμοσύνη. Αλλά ας μη γίνουμε όπως εκείνος ο δούλος που χρωστούσε τα εκατό δηνάρια, για να μην ακούσουμε το «Πονηρέ δούλε»[Ματθ.18,32: «δοῦλε πονηρέ, πᾶσαν τὴν ὀφειλὴν ἐκείνην ἀφῆκά σοι, ἐπεὶ παρεκάλεσάς με. οὐκ ἔδει καὶ σὲ ἐλεῆσαι τὸν σύνδουλόν σου, ὡς καὶ ἐγώ σε ἠλέησα;(:δούλε πονηρέ, όλο το χρέος εκείνο, το τόσο μεγάλο, σου το χάρισα, επειδή με παρακάλεσες. Δεν έπρεπε και εσύ να λυπηθείς και να σπλαχνιστείς τον σύνδουλό σου, όπως και εγώ σε λυπήθηκα και σου έδειξα έλεος, αν και δεν είμαι σύνδουλός σου, αλλά κύριός σου;)»], διότι τίποτε δεν είναι χειρότερο από την αχαριστία αυτή. Ώστε αυτοί που δικαιολογούν τον εαυτό τους είναι αχάριστοι.
Γιατί όμως ανέφερε πρώτα την πορνεία; Διότι αφού είπε «Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς(:νεκρώστε λοιπόν τα μέλη σας που επιθυμούν τις γήινες απολαύσεις και ηδονές)», αμέσως λέγει «την πορνεία» και αυτό σχεδόν κάνει παντού. Επειδή αυτό το πάθος προπάντων εξουσιάζει, αφού και στην επιστολή του που έγραφε προς του Θεσσαλονικείς αυτό έκανε: «Τοῦτο γάρ ἐστι θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὁ ἁγιασμὸς ὑμῶν, ἀπέχεσθαι ὑμᾶς ἀπὸ τῆς πορνείας(:αυτό είναι το θέλημα του Θεού, ο αγιασμός σας· δηλαδή εσείς οι Χριστιανοί να αγιάζετε τους εαυτούς σας με την αγνότητα και να απέχετε από την πορνεία)»[Α΄Θεσ. 4,3].
Και τι το παράδοξο; Γράφοντας και στον Τιμόθεο λέγει: «χεῖρας ταχέως μηδενὶ ἐπιτίθει, μηδὲ κοινώνει ἁμαρτίαις ἀλλοτρίαις· σεαυτὸν ἁγνὸν τήρει(:να μη θέτεις γρήγορα τα χέρια σου σε κανένα για να τον χειροτονήσεις, ούτε να γίνεσαι συμμέτοχος και συνυπεύθυνος δε ξένες αμαρτίες, τις οποίες είναι επόμενο να διαπράξει αυτός που χειροτονείται ανάξια. Να διατηρείς τον εαυτό σου καθαρό και από δικές σου αμαρτίες αλλά και από ξένες)» [Α΄Τιμ. 5,22]· και πάλι αλλού λέγει: «Εἰρήνην διώκετε μετὰ πάντων, καὶ τὸν ἁγιασμόν, οὗ χωρὶς οὐδεὶς ὄψεται τὸν Κύριον(:επιδιώκετε ειρήνη με όλους. Επιδιώκετε και τον αγιασμό και την καθαρότητα της καρδιάς από κάθε πάθος· διότι χωρίς τον αγιασμό κανείς δεν θα δει τον Κύριο)» [Εβρ. 12,14].
«Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν(:Νεκρώστε λοιπόν)», λέγει, «(:τα μέλη σας)». Γνωρίζετε πώς είναι το νεκρό, μισητό, αποτρόπαιο, αποσυντεθειμένο. Αν το νεκρώσεις δεν μένει νεκρό, αλλά φθείρεται αμέσως, όπως ακριβώς το σώμα. Σβήσε λοιπόν τη θερμότητα και τίποτε δεν μένει νεκρό. Δείχνει αυτόν να κάνει αυτό, πράγμα που ο Χριστός έκανε στην περίπτωση του βαπτίσματος. Γι’ αυτό και τα ονομάζει μέλη, σαν να παρουσιάζει κάποιον άριστο και να μεταχειρίζεται πιο μεγάλη έμφαση. Και καλώς είπε «τὰ ἐπὶ τῆς γῆς(:τα ευρισκόμενα επάνω στη γη)», διότι εδώ μένουν και εδώ φθείρονται, πολύ περισσότερο από τα μέλη αυτά. Ώστε δεν είναι τόσο το σώμα γήινο, όσο γήινη είναι η αμαρτία. Διότι αυτό φαίνεται κάποτε και καλό, εκείνα όμως ποτέ. Και τα μέλη αυτά επιθυμούν όλες τις γήινες απολαύσεις. Αν το μάτι είναι τέτοιο, δεν βλέπει τα αγαθά που βρίσκονται στους ουρανούς, αν το αυτί είναι τέτοιο, αν το χέρι ή οποιοδήποτε άλλο μέλος αναφέρεις. Το μάτι βλέπει τα σώματα, τα κάλλη και τα χρήματα, αυτά που είναι από τη γη, με αυτά ευχαριστείται· το αυτί ευχαριστείται με το ηδυπαθές μελωδικό τραγούδι, την κιθάρα και τον αυλό και την αισχρολογία. Αυτά δεν έχουν σχέση με τη γη.
Αφού λοιπόν τοποθέτησε αυτούς στον ουρανό πλησίον του θρόνου, τότε λέγει : «Νεκρώστε τα μέλη σας που βρίσκονται επάνω στη γη». «Διότι δεν είναι δυνατό να σταθείτε στον ουρανό με τα μέλη αυτά· δεν είναι δυνατό εκεί, όπου πρέπει να ενεργούν». Και το χώμα αυτό είναι χειρότερο από εκείνο. Διότι εκείνο το χώμα γίνεται χρυσός· διότι λέγει:«δεῖ γὰρ τὸ φθαρτὸν τοῦτο ἐνδύσασθαι ἀφθαρσίαν καὶ τὸ θνητὸν τοῦτο ἐνδύσασθαι ἀθανασίαν(:και θα αλλάξουμε, διότι το φθαρτό αυτό σώμα πρέπει να ντυθεί αφθαρσία, και το θνητό αυτό σώμα να ντυθεί αθανασία)» [Α΄Κορ. 15,53], αυτό όμως το χώμα δεν μπορεί πια να αναχωνευτεί. Ώστε αυτά τα μέλη ανήκουν περισσότερο στη γη, παρά εκείνα.
Γι’ αυτό δεν είπε «από τη γη», αλλά «τα ευρισκόμενα επάνω στη γη», διότι μπορεί αυτά να μην είναι επάνω στη γη. Αυτά λοιπόν είναι ανάγκη να είναι επάνω στη γη, εκείνα όμως δεν είναι ανάγκη πια. Διότι όταν το αυτί δεν ακούει τίποτε από όσα λέγονται στη γη, από τα εδώ, αλλά από τους ουρανούς, δε βρίσκεται επάνω στη γη· όταν το στόμα δε λέγει τίποτε από τα εδώ, δε βρίσκεται επάνω στη γη· όταν το χέρι δεν πράττει τίποτε από τα πονηρά, δεν είναι από όσα βρίσκονται επάνω στη γη αυτά, αλλά από τα ευρισκόμενα στους ουρανούς.
Αυτό και ο Χριστός λέγει: «εἰ δὲ ὁ ὀφθαλμός σου ὁ δεξιὸς σκανδαλίζει σε, ἔξελε αὐτὸν καὶ βάλε ἀπὸ σοῦ· συμφέρει γάρ σοι ἵνα ἀπόληται ἓν τῶν μελῶν σου καὶ μὴ ὅλον τὸ σῶμα σου βληθῇ εἰς γέενναν(: και αν κάποιο πρόσωπο που είναι χρήσιμο, φιλικό και αγαπητό σε σένα σαν το δεξί σου μάτι σου γίνεται αφορμή εμπαθούς επιθυμίας και αμαρτίας, χωρίσου οριστικά από αυτό και πέταξέ το μακριά από εσένα· όπως θα έκανες και με το μάτι σου εάν κινδύνευε να πάθει και να βλαφτεί από αυτό όλο το σώμα σου· διότι σε συμφέρει να χαθεί ένα από τα μέλη σου και να μη ριχτεί όλο το σώμα σου στη φωτιά της κολάσεως. Σε συμφέρει να στερηθείς τη φιλία και τη χρησιμότητα του προσώπου αυτού και να μη ριχτείς μαζί με εκείνο στη φωτιά της κολάσεως)»[ Ματθ.5,29], δηλαδή εάν βλέπεις με ακόλαστο τρόπο, «να το βγάλεις», δηλαδή την πονηρή σκέψη. Εγώ όμως νομίζω ότι λέγοντας «πορνεία», «ακαθαρσία», «πάθος», «επιθυμία», εννοεί το ίδιο πράγμα, δηλαδή την πορνεία, απομακρύνοντάς μας με όλα αυτά από αυτήν. Διότι στην πραγματικότητα το πάθος αυτό είναι· και όπως ακριβώς πάσχει το σώμα ή έχει πυρετό ή τραυματίζεται, έτσι και αυτό.
Και δεν είπε «εμποδίστε», αλλά «νεκρώστε», ώστε να μην αναστηθούν στο μέλλον, και «απομακρύνετε». Εκείνο που γίνεται νεκρό το απομακρύνουμε, όπως παραδείγματος χάρη, αν υπάρχουν εξογκώματα στο σώμα, το σώμα είναι νεκρό, και απομακρύνουμε αυτό. Αλλά εάν μεν το κόψεις ενώ είναι ζωντανό, προκαλεί φοβερό πόνο, εάν όμως το κόψεις όταν είναι νεκρωμένο, ούτε καν το αισθανόμαστε. Έτσι λοιπόν συμβαίνει και με τα πάθη· κάνουν ακάθαρτη την ψυχή, κάνουν την αθάνατη ψυχή να υπόκειται σε πάθη.
Πώς έχει ονομαστεί ειδωλολατρία η πλεονεξία, πολλές φορές το έχουμε πει. Διότι εκείνα που υπερβολικά τυραννούν το ανθρώπινο γένος είναι αυτά, η πλεονεξία, η ακολασία και η κακή επιθυμία. «δι’ ἃ ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας(:για τα αμαρτήματα αυτά έρχεται η οργή του Θεού σε αυτούς που συστηματικά και με επιμονή δεν θέλουν να πιστεύουν)», λέγει. «Υἱοὺς τῆς ἀπειθείας» τούς ονομάζει, αποστερώντας αυτούς της συγνώμης και για να δείξει ότι επειδή δεν έχουν πειστεί, είναι ανάμεσα σε αυτούς. «ἐν οἷς καὶ ὑμεῖς περιεπατήσατέ ποτε (:Στα αμαρτήματα αυτά και εσείς κάποτε πορευθήκατε και τα υπηρετήσατε, όταν ζούσατε ανάμεσα σε αυτούς, τους άπιστους ανθρώπους)», λέγει, και πειστήκατε. Παρουσιάζει αυτούς ακόμη και να βρίσκονται ανάμεσα σε αυτούς και τους επαινεί λέγοντας: «Νυνὶ δὲ ἀπόθεσθε καὶ ὑμεῖς τὰ πάντα, ὀργήν, θυμόν, κακίαν, βλασφημίαν, αἰσχρολογίαν ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν (:Τώρα όμως βγάλτε και πετάξτε από πάνω σας κι εσείς, σαν ακάθαρτο ένδυμα, όλα αυτά τα κακά, την οργή, τον θυμό, την κακία και πονηριά, την κακολογία, την αισχρολογία από το στόμα σας)».
Αλλά σε άλλους μεταφέρει τον λόγο. Τις ύβρεις ονομάζει «πάθη και βλασφημίες», όπως ακριβώς από το θυμό λέγει την πονηρία. Και αλλού λέγει ελέγχοντας: «Διὸ ἀποθέμενοι τὸ ψεῦδος λαλεῖτε ἀλήθειαν ἕκαστος μετὰ τοῦ πλησίον αὐτοῦ· ὅτι ἐσμὲν ἀλλήλων μέλη(: γι’ αυτό πετάξτε από επάνω σας μια για πάντα το ψέμα, και ο καθένας σας να λέει την αλήθεια στο συνάνθρωπό του· διότι όλοι μας αποτελούμε ένα σώμα και είμαστε μεταξύ μας μέλη ο ένας του άλλου)»[Εφ.4,25]. Παρουσιάζει αυτούς σαν δημιουργούς των ανθρώπων, που άλλον τον απομακρύνουν, άλλον πάλι τον αποδέχονται. Είπε εκεί τα μέλη, εδώ λέγει τα πάντα. Ανέφερε την καρδιά αυτού, τον θυμό, το στόμα, τη βλασφημία, τα μάτια, την πορνεία, την πλεονεξία, τα χέρια και τα πόδια, το ψέμα, αυτήν τη διάνοια και τον παλαιό νου. Έχει μία βασιλική μορφή, τη μορφή του Χριστού. Νόμιζα ότι αυτοί προέρχονται μάλλον από τους εθνικούς· διότι όπως ακριβώς το χώμα που είναι άμμος, αν άλλη είναι πιο μεγάλη σε μέγεθος και άλλη πιο μικρή, έχασε πρώτα τη δική της μορφή και ύστερα γίνεται χρυσή, και όπως τα μαλλιά όποια και αν είναι δέχονται άλλη όψη και έκρυψαν την πρώτη, έτσι λοιπόν και ο πιστός.
«ἀνεχόμενοι ἀλλήλων(:Να ανέχεστε ο ένας τις αδυναμίες του άλλου)», λέγει. Έδειξε το δίκαιο, να ανέχεσαι τον άλλο και ο άλλος εσένα, πράγμα που λέγει στην «προς Γαλάτας» επιστολή του: «ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε, καὶ οὕτως ἀναπληρώσατε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ(:Για να προστατεύεστε λοιπόν απ΄ τον κίνδυνο να πέσετε κι εσείς, να υπομένετε ο ένας τις ενοχλήσεις του άλλου, που οφείλονται στα ελαττώματα και τις ελλείψεις του· και έτσι, με την υπομονετική αυτή ανοχή, εκπληρώστε τελείως τον νόμο του Χριστού, δηλαδή την εντολή της αγάπης. Άνθρωπος που δεν υπομένει με αγάπη την αδυναμία του άλλου, δε συναισθάνεται ότι έχει και αυτός ελαττώματα, αλλά έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του. Η ιδέα του όμως αυτή είναι ψεύτικη)» [Γαλ.6,2].
«καὶ εὐχάριστοι γίνεσθε(:προσπαθείτε ακόμη να γίνεστε και ευγνώμονες απέναντι στον ευεργέτη Θεό)», λέγει. Διότι αυτό προπάντων επιζητεί παντού, το αποκορύφωμα των αγαθών. Ας Τον ευχαριστούμε λοιπόν για όλα, όπως και αν γίνονται, διότι αυτό είναι ευχαριστία· διότι το να κάνουμε αυτό όταν ευημερούμε, δεν είναι σπουδαίο πράγμα, διότι η ίδια η φύση των πραγμάτων μάς ωθεί σε αυτό· όταν όμως Τον ευχαριστούμε ενώ βρισκόμαστε σε κατάσταση απογνώσεως, τότε είναι αξιοθαύμαστο. Όταν λοιπόν για εκείνα, που άλλοι βλασφημούν και αποθαρρύνονται, εμείς ευχαριστούμε Αυτόν, βλέπε πόση είναι η ευσέβεια. Πρώτο, ευχαρίστησες τον Θεό· δεύτερο, καταντρόπιασες τον διάβολο· τρίτο, και αυτό που έγινε δεν το φανέρωσες. Διότι συγχρόνως και εσύ ευχαριστείς και ο Θεός τη στενοχώρια αφαιρεί, και ο διάβολος υποχωρεί.
Αν λοιπόν αποθαρρυνθείς, επειδή πραγματοποίησε εκείνο που ήθελε, παραμένει αυτός, και ο Θεός επειδή βλασφημήθηκε, σε εγκαταλείπει, και το κακό αυξάνει. Εάν όμως ευχαριστήσεις, επειδή αποχωρείς χωρίς κανένα όφελος, αποχωρεί και ο διάβολος, και ο Θεός, επειδή τιμήθηκε, ανταποδίδει την τιμή πλουσιότερα. Και δεν υπάρχει άνθρωπος, που ευχαριστεί για τα κακά, να αισθάνεται τα κακά. Διότι χαίρεται η ψυχή επειδή πέτυχε, αμέσως καθίσταται γελαστή η συνείδηση, λάμπει από χαρά με τους επαίνους της η ψυχή, η γελαστή ψυχή δεν είναι δυνατό να είναι σκυθρωπή. Και εκεί ενώ μαζί με τη συμφορά έρχεται και η συνείδηση ως τιμωρός, εδώ όμως στεφανώνει και αναγνωρίζει τον νικητή.
Τίποτε δεν είναι αγιότερο από τη γλώσσα εκείνη που στα κακά ευχαριστεί τον Θεό. Πράγματι, δεν υπολείπεται καθόλου της γλώσσας των μαρτύρων, όμοια και αυτή και εκείνος στεφανώνονται. Καθόσον και σε αυτήν στάθηκε ο δήμιος αναγκάζοντάς την να αρνηθεί τον Θεό με βλασφημίες, στάθηκε ο διάβολος ενοχλώντας με βασανιστικές σκέψεις, προκαλώντας σύγχυση με στενοχώριες. Αν λοιπόν υποφέρει τις θλίψεις και ευχαριστήσει τον Θεό, έλαβε τον στέφανο του μαρτυρίου.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
· https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ad-colossenses.pdf
· Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην Προς Κολοσσαείς επιστολή, επιστολή Η΄(κατ΄επιλογήν), πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1983, τόμος 22, σελίδες 240-251.
· Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
· Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
· http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm