ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΣΤ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ((: Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, κεφ. 25, χωρία 14 έως 30)
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΔΕΚΑ ΤΑΛΑΝΤΩΝ
(Απόσπασμα από την ομιλία ΟΗ΄ από το Υπόμνημα του αγίου στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο)
[ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ]
Εάν στον ευαγγελιστή Λουκά εκτίθεται με άλλον τρόπο η παραβολή των ταλάντων[Λουκ. 19,12-21], πρέπει να λεχθεί ως απάντηση το εξής, ότι άλλη είναι η παραβολή αυτή και άλλη εκείνη. Διότι σε εκείνη μεν από το ίδιο κεφάλαιο προήλθαν διάφορα έσοδα· διότι από ένα χρυσό νόμισμα των εκατό δραχμών(μία «μνᾶ») ο μεν ένας παρουσίασε πέντε, ενώ ο άλλος δέκα, και γι’ αυτό και δεν αμείφτηκαν κατά τον ίδιο τρόπο. Εδώ όμως συνέβη το αντίθετο, γι’ αυτό και η βράβευση ήταν ίση. Διότι εκείνος που έλαβε δύο τάλαντα, έδωσε δύο, και εκείνος που έλαβε τα πέντε τάλαντα πάλι το ίδιο. Ενώ εκεί, επειδή υπό τις ίδιες προϋποθέσεις ο μεν ένας παρουσίασε περισσότερα, ενώ ο άλλος λιγότερα έσοδα, ορθώς και στα έπαθλα δεν τιμώνται και οι δύο εξίσου.
Πρόσεξε επίσης ότι παντού δεν απαιτεί αμέσως αυτά που τους εμπιστεύθηκε. Διότι στην παραβολή του αμπελώνα[βλ. Ματθ.21,33: «Ἄλλην παραβολὴν ἀκούσατε. ἄνθρωπός τις ἦν οἰκοδεσπότης, ὅστις ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα καὶ φραγμὸν αὐτῷ περιέθηκε καὶ ὤρυξεν ἐν αὐτῷ ληνὸν καὶ ᾠκοδόμησε πύργον, καὶ ἐξέδοτο αὐτὸν γεωργοῖς καὶ ἀπεδήμησεν(:Άλλη παραβολή ακούστε: Ήταν κάποιος νοικοκύρης, (ο Θεός δηλαδή), ο οποίος φύτεψε αμπέλι, (δηλαδή το ιουδαϊκό έθνος). Κι έδειξε ιδιαίτερη φροντίδα γι’ αυτό. Έβαλε δηλαδή τριγύρω του φράκτη κι έσκαψε μέσα σ’ αυτό πατητήρι, έκτισε πύργο για να μένουν οι φύλακες και εργάτες, και το εμπιστεύθηκε σε γεωργούς, (στους αρχιερείς και στους άρχοντες του λαού), κι αναχώρησε σε άλλη χώρα)»], αφού τον παρέδωσε στους γεωργούς, αποδήμησε· και στη σημερινή παραβολή των ταλάντων εμπιστεύθηκε τα τάλαντα και αποδήμησε, για να μάθεις τη μακροθυμία Του.
Εγώ πάλι νομίζω ότι λέγοντας αυτά υπαινίσσεται και την Ανάσταση. Μόνο που εδώ δεν αναφέρονται πλέον γεωργοί και αμπελώνας, αλλά όλοι είναι εργάτες. Διότι δεν αναφέρεται μόνο στους άρχοντες, ούτε στους Ιουδαίους, αλλά σε όλους. Και εκείνοι μεν που προσφέρουν, ομολογούν με ευγνωμοσύνη και τα δικά τους αλλά και όσα τους έδωσε ο δεσπότης. Έτσι ο μεν ένας λέγει: «Κύριε, πέντε τάλαντά μοι παρέδωκας(: Κύριε, πέντε τάλαντα μου παρέδωσες)»», ο δε άλλος λέγει «Κύριε, δύο τάλαντά μοι παρέδωκας(:‘’Κύριε, δύο τάλαντα μου παρέδωσες)», δείχνοντας ότι από Εκείνον έλαβαν το κεφάλαιο της εργασίας τους και Του αναγνωρίζουν μεγάλη χάρη και αποδίδουν το παν σε Αυτόν.
Τι λέγει λοιπόν ο δεσπότης; «εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ!(: ‘’Πολύ καλά, δούλε καλέ και πιστέ!’’)»(διότι αυτό είναι γνώρισμα του αγαθού, το να βλέπει στον πλησίον) «ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω· εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου. (:Σε λίγα ήσουν πιστός, σε πολλά θα σε εγκαταστήσω. Μπες μέσα για να απολαύσεις την ίδια χαρά με τον κύριό σου. Αφού φάνηκες πιστός στα πέντε τάλαντα, έλα να γίνεις συγκυρίαρχος στη μεγάλη περιουσία μου. Έλα να απολαύσεις την απεριόριστη μακαριότητα του ουρανού)», δηλώνοντας με την απάντηση αυτήν όλη τη μακαριότητα.
Δεν ομιλεί όμως και ο άλλος έτσι, αλλά πώς; «Κύριε, ἔγνων σε ὅτι σκληρὸς εἶ ἀνθρωπος, θερίζων ὅπου οὐκ ἔσπειρας καὶ συνάγων ὅθεν οὐ διεσκόρπισας· καὶ φοβηθεὶς ἀπελθὼν ἔκρυψα τὸ τάλαντόν σου ἐν τῇ γῇ·ἴδε ἔχεις τὸ σόν(:’’Κύριε, σε κατάλαβα ότι είσαι άνθρωπος σκληρός· διότι θερίζεις εκεί που δεν έσπειρες και μαζεύεις στην αποθήκη σου από εκεί που δεν σκόρπισες και δεν λίχνισες τον αλωνισμένο καρπό. Και επειδή φοβήθηκα, πήγα και έκρυψα το τάλαντό σου μέσα στη γη. Ορίστε, έχεις το χρήμα σου’’)». Τι του απαντά λοιπόν ο δεσπότης; «ἔδει οὖν σε βαλεῖν τὸ ἀργύριόν μου τοῖς τραπεζίταις (:Έπρεπε λοιπόν εσύ να καταθέσεις το χρήμα μου στους τραπεζίτες)», δηλαδή, έπρεπε να ομιλήσει, να παραινέσει, να συμβουλεύσει. Αλλά δεν πείθονται όσοι ακούνε αυτά που τους συμβουλεύεις; Αυτό δεν αφορά εσένα. Τι θα μπορούσε να γίνει περισσότερο λογικό από αυτό;
Οι άνθρωποι όμως δεν κάνουν έτσι, αλλά καθιστούν υπεύθυνο του απαιτούμενου εισοδήματος τον ίδιο τον δανειστή τους. Αυτός όμως δεν ενεργεί έτσι, αλλά λέγει ότι «εσύ έπρεπε να πληρώσεις και να μου επιστρέψεις το απαιτούμενο κέρδος». «Καὶ ἐλθὼν ἐγὼ ἐκομισάμην ἂν τὸ ἐμὸν σὺν τόκῳ(:κι όταν θα ερχόμουν εγώ, θα έπαιρνα με τόκο αυτό που μου ανήκει)»· ως «τόκο» εννοεί την επίδειξη των έργων. «Εσύ έπρεπε να κάνεις το ευκολότερο και να αφήσεις το δυσκολότερο σε εμένα». Επειδή λοιπόν δεν έκανε αυτό, λέγει: «ἄρατε οὖν ἀπ᾿ αὐτοῦ τὸ τάλαντον καὶ δότε τῷ ἔχοντι τὰ δέκα τάλαντα. τῷ γὰρ ἔχοντι παντὶ δοθήσεται καὶ περισσευθήσεται, ἀπὸ δὲ τοῦ μὴ ἔχοντος καὶ ὃ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ᾿ αὐτοῦ(:Πάρτε λοιπόν απ’ αυτόν το τάλαντο και δώστε το σε εκείνον που έχει τα δέκα τάλαντα. Διότι σε καθέναν που έχει και αύξησε με επιμέλεια και ζήλο εκείνο που του δόθηκε, θα του δοθούν κι άλλα και θα έχει και περίσσευμα. Από εκείνον όμως που του δόθηκαν χαρίσματα αλλά τα παραμέλησε και δεν τα εργάστηκε ώστε να έχει κι αυτός κάτι με τη δική του εργασία, θα του πάρουν κι αυτό το λίγο που του δόθηκε και το άφησε ακαλλιέργητο)».
Τι σημαίνει λοιπόν αυτό; Εκείνος που έχει το χάρισμα του λόγου και της διδασκαλίας για να ωφελεί και δεν χρησιμοποιεί το χάρισμά του, θα χάσει και το χάρισμα· ενώ εκείνος που καταβάλλει προσπάθεια, θα δεχθεί περισσότερη δωρεά· όπως εκείνος που χάνει και αυτό που έχει λάβει. Δεν περιορίζεται όμως μόνο μέχρι εδώ η ζημία για εκείνον ο οποίος δεν εργάζεται, αλλά τον αναμένει και ανυπόφορη τιμωρία και μαζί με την τιμωρία και η απόφαση η οποία είναι γεμάτη με βαριά κατηγορία. Διότι λέγει: «καὶ τὸν ἀχρεῖον δοῦλον ἐκβάλετε εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων(:Και τον άχρηστο δούλο βγάλτε τον από εδώ και ρίξτε τον στο πιο απομακρυσμένο από τη βασιλεία μου και απομονωμένο σκοτάδι. Εκεί οι άνθρωποι θα κλαίνε και θα τρίζουν τα δόντια τους’’)». Είδες ότι δεν τιμωρείται μόνο εκείνος που αρπάζει και είναι πλεονέκτης, ούτε εκείνος που προκαλεί κακά, αλλά τιμωρείται με την εσχάτη τιμωρία και εκείνος που δεν κάνει αγαθές πράξεις.
Ας ακούσουμε λοιπόν τα λόγια αυτά. Όσο είναι καιρός ας επιληφθούμε τη σωτηρία μας, ας πάρουμε λάδι στις λαμπάδες, ας καλλιεργήσουμε το τάλαντο. Διότι εάν ολιγωρήσουμε και εάν διερχόμαστε τον χρόνο μας εδώ χωρίς να εργαζόμαστε, δεν θα μας ελεήσει κανείς εκεί, έστω και αν χύσουμε μύρια δάκρυα. Κατηγόρησε τον εαυτό του και εκείνος που είχε βρωμερά ενδύματα, αλλά δεν ωφέλησε τίποτε. Επέστρεψε και ό,τι του εμπιστεύθηκε και εκείνος που έλαβε το ένα τάλαντο, και όμως καταδικάστηκε. Παρακάλεσαν και οι πέντε μωρές παρθένοι και προσήλθαν και έκρουσαν τη θύρα αλλά όμως όλα απέβησαν μάταια .
Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά, ας προσφέρουμε και χρήματα και προθυμία και προστασία και όλα για την ωφέλεια του πλησίον. Διότι ως «τάλαντα» εδώ εννοείται η δύναμη του καθενός, είτε σε προστασία, είτε σε χρήματα, είτε σε διδασκαλία, είτε σε οποιοδήποτε παρόμοιο πράγμα. Ας μην προφασίζεται κανείς ότι «ένα μόνο τάλαντο έχω και δεν μπορώ να κάνω τίποτε». Διότι μπορείς και με ένα να προκόψεις. Διότι δεν είσαι πτωχότερος από εκείνη τη χήρα[Μαρκ.12,42: «καὶ πολλοὶ πλούσιοι ἔβαλλον πολλά· καὶ ἐλθοῦσα μία χήρα πτωχὴ ἔβαλε λεπτὰ δύο, ὅ ἐστι κοδράντης καὶ προσκαλεσάμενος τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ εἶπεν αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἡ χήρα ἡ πτωχὴ αὕτη πλεῖον πάντων ἔβαλε τῶν βαλλόντων εἰς τὸ γαζοφυλάκιον· πάντες γὰρ ἐκ τοῦ περισσεύοντος αὐτοῖς ἔβαλον· αὕτη δὲ ἐκ τῆς ὑστερήσεως αὐτῆς πάντα ὅσα εἶχεν ἔβαλεν, ὅλον τὸν βίον αὐτῆς (:Και πολλοί πλούσιοι έριχναν πολλά χρήματα στο ειδικό κουτί για τους φτωχούς. Ήλθε και μια φτωχή χήρα και έριξε δύο λεπτά, δηλαδή έναν κοδράντη. Κάλεσε τότε ο Ιησούς τους μαθητές Του και τους είπε: ‘’Αληθινά σας λέω ότι η φτωχή αυτή χήρα έριξε περισσότερα απ’ όλους αυτούς που ρίχνουν χρήματα στο θησαυροφυλάκιο. Διότι όλοι αυτοί έριξαν απ’ το περίσσευμά τους. Αυτή όμως έριξε από το υστέρημά της και από την τέλεια φτώχειά της όλα όσα είχε, όλη την περιουσία της’’)»].
Ούτε είσαι περισσότερο φτωχός και ακαλλιέργητος από τον Πέτρο και τον Ιωάννη[βλ. Πράξ.3,6: «εἶπε δὲ Πέτρος· ἀργύριον καὶ χρυσίον οὐχ ὑπάρχει μοι· ὃ δὲ ἔχω τοῦτό σοι δίδωμι· ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Ναζωραίου ἔγειρε καὶ περιπάτει(:Αλλά ο Πέτρος του είπε: ‘’Ούτε ασημένια ούτε χρυσά νομίσματα έχω. Εκείνο όμως που έχω, αυτό και σου δίνω. Με τη δύναμη που δίνει η επίκληση με πίστη του ονόματος του Ιησού Χριστού του Ναζωραίου, σήκω όρθιος και περπάτα’’)»], οι οποίοι και άπειροι ήσαν και αγράμματοι, αλλά όμως επειδή έδειξαν προθυμία και έκαναν τα πάντα για το κοινό συμφέρον, κέρδισαν τους ουρανούς. Διότι τίποτε δεν αγαπά ο Θεός τόσο, όσο το να ζούμε εξυπηρετώντας τους πάντες.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος.
ΠΗΓΕΣ:
- https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
- Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ),εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 12, Υπόμνημα στον Ευαγγελιστή Ματθαίο, ομιλία ΟΗ΄, σελίδες 89-93.
- Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 69, σελ. 18-21 (ή: 6 – 7 του PDF) .
[https:drive.google.com/file/d/0ByZQkrKg4yKLa01IYjNYZEZ3YUk/view]
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm