ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ[Ιω.5,1-16]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ, ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ,
ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ ΤΗΣ ΒΗΘΕΣΔΑ [Μέρος Πρώτο: υπομνηματισμός των χωρίων Ιω.5,1-13]

[Επιλεγμένα αποσπάσματα από τις ομιλίες ΛΣΤ΄και ΛΖ΄του αγίου, που εμπεριέχονται στο Υπόμνημά του στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο]

«Μετὰ ταῦτα ἦν ἡ ἑορτὴ τῶν Ἰουδαίων, καὶ ἀνέβη ὁ Ἰησοῦς εἰς Ἱεροσόλυμα(:Έπειτα από αυτά ήλθε η εορτή των Ιουδαίων και ανέβη ο Ιησούς στα Ιεροσόλυμα)»[Ιω.5,1].Σε ποια εορτή αναφέρεται ο Ευαγγελιστής; Κατά την άποψή μου, στην εορτή της Πεντηκοστής. Κατά τις εορτές ο Ιησούς έμενε συνήθως στην πόλη, αφενός μεν για να φαίνεται ότι εορτάζει μαζί τους, αφετέρου δε για να προσελκύει στην πίστη τον απλό λαό. Και μάλιστα κατά τη διάρκεια εκείνων των ημερών συνέρρεαν στην πόλη οι πιο αγαθοί, καλοπροαίρετοι, απλοϊκοί άνθρωποι.
«ἔστι δὲ ἐν τοῖς Ἱεροσολύμοις ἐπὶ τῇ προβατικῇ κολυμβήθρα, ἡ ἐπιλεγομένη ἑβραϊστὶ Βηθεσδά, πέντε στοὰς ἔχουσα. ἐν ταύταις κατέκειτο πλῆθος πολὺ τῶν ἀσθενούντων, τυφλῶν, χωλῶν, ξηρῶν, ἐκδεχομένων τὴν τοῦ ὕδατος κίνησιν(: Εκεί λοιπόν στα Ιεροσόλυμα, κοντά στην προβατική πύλη του τείχους, υπήρχε μία δεξαμενή νερού, η οποία στα Εβραϊκά είχε το όνομα Βηθεσδά. Γύρω από αυτήν ήσαν και πέντε υπόστεγα. Σε αυτά τα υπόστεγα βρισκόταν πολύ πλήθος από αρρώστους, τυφλοί, χωλοί, άνθρωποι με ακίνητο και σαν ξερό κάποιο μέλος του σώματός τους και οι οποίοι όλοι περίμεναν να κινηθεί το νερό)». Ποιος τρόπος θεραπείας είναι αυτός; Ποιο μυστήριο υπαινίσσεται; Διότι αυτά δε γράφτηκαν χωρίς αιτία και τυχαία, αλλά περιγράφει τα μέλλοντα σαν μια προτύπωση και αναπαράσταση, για να μην κλονίσει τη δύναμη της πίστεως των πολλών αυτό το πολύ παράδοξο και απροσδόκητο που συνέβαινε.
Τι είναι λοιπόν αυτό που προτυπώνεται εδώ; Επρόκειτο να δοθεί στο μέλλον το Άγιο Βάπτισμα, το οποίο θα είχε πολλή δύναμη και θα ήταν μεγίστη δωρεά, βάπτισμα το οποίο θα καθάριζε όλες τις αμαρτίες και από πνευματικά νεκρούς θα τους έδινε ζωή. Αυτά περιγράφονται όπως σε μία απεικόνιση και για τη δεξαμενή της Βηθεσδά και για άλλα πολλά.
Και κατά πρώτον έδωσε το νερό, το οποίο καθαρίζει τις κηλίδες των σωμάτων και τους μολυσμούς που στην ουσία δεν υφίσταντο αλλά τους θεωρούσαν πραγματικούς οι Ιουδαίοι, όπως εκείνους που προέρχονται από την κηδεία, από τη λέπρα και από άλλα παρόμοια. Και θα μπορούσε να δει κανείς στην Παλαιά Διαθήκη ότι έχουν γίνει με νερό πολλές τέτοιες καθαρτικές ενέργειες, εξαιτίας της ιδέας ότι μολύνονταν από την επαφή με διάφορα απαγορευμένα πρόσωπα ή αντικείμενα.
Ας προχωρήσουμε όμως τώρα στο θέμα μας. Κατά πρώτον, λοιπόν, όπως προανέφερα, παραχωρεί να πραγματοποιούνται με το νερό καθαρισμοί σωματικών μολυσμών, έπειτα δε να θεραπεύονται και διάφορες ασθένειες. Ο Θεός δηλαδή, επειδή ήθελε να μας φέρει πλησιέστερα προς τη δωρεά του βαπτίσματος, όχι μόνο μολυσμούς απλώς καθαρίζει πλέον, αλλά και ασθένειες θεραπεύει. Διότι οι εικόνες που προσεγγίζουν περισσότερο την αλήθεια, και αυτές που αναφέρονται στο Βάπτισμα και αυτές που σχετίζονται με το Πάθος και όσες ανάγονται σε άλλα γεγονότα, είναι πιο ευδιάκριτες πλέον, εντονότερες και παραστατικότερες από τις παλαιότερες. Όπως δηλαδή οι σωματοφύλακες του βασιλέως, οι οποίοι στέκονται δίπλα του είναι εμφανέστεροι σε μας και μεγαλοπρεπέστεροι από αυτούς που στέκονται και τον φρουρούν από μακριά, κατά όμοιο τρόπο συνέβη και με τις προτυπώσεις της αλήθειας.
Κατέβαινε λοιπόν άγγελος και τάρασσε το νερό και του μετέδιδε θεραπευτική δύναμη, για να μάθουν οι Ιουδαίοι ότι πολύ περισσότερο δύναται να θεραπεύσει όλα τα νοσήματα της ψυχής ο Κύριος των αγγέλων. Αλλά όπως στην προκειμένη περίπτωση δε θεράπευε απλώς η ίδια η φύση του νερού( διότι αυτό τότε θα συνέβαινε συνεχώς), αλλά αποκτούσε θεραπευτικές ιδιότητες μόνο μετά την ενέργεια του αγγέλου να το ταράσσει, έτσι και σε μας δεν επιτελεί τον καθαρισμό από μόνο του το νερό του βαπτίσματος, αλλά τότε συγχωρεί όλα μας τα αμαρτήματα ανεξαιρέτως, όταν δεχθεί τη χάρη του Αγίου Πνεύματος.
Γύρω λοιπόν από αυτή τη δεξαμενή «βρισκόταν πολύ πλήθος από αρρώστους, τυφλοί, χωλοί, άνθρωποι με ακίνητο και σαν ξερό, κάποιο μέλος του σώματός τους και οι οποίοι όλοι περίμεναν να κινηθεί το νερό της». Τότε όμως η ασθένεια εμπόδιζε όποιον ήθελε να θεραπευθεί, ενώ σήμερα ο καθένας έχει τη δυνατότητα να προσέλθει· διότι δεν είναι άγγελος εκείνος που ταράσσει το νερό, αλλά ο Κύριος των αγγέλων είναι που εργάζεται και επιτυγχάνει τα πάντα. Και δεν μπορεί να πει τώρα ο άρρωστος «Άνθρωπο δεν έχω», δεν μπορεί να ισχυριστεί :«ενώ προσπαθώ να έλθω εγώ, προλαβαίνει άλλος και κατεβαίνει πριν από εμένα». Αλλά και αν ακόμη η οικουμένη ολόκληρη προσέλθει, η χάρη δεν λιγοστεύει, ούτε η θεϊκή ενέργεια δαπανάται, παρά διατηρείται η ίδια και μάλιστα σε τέτοια κατάσταση, στην οποία ήταν πριν από το βάπτισμα. Και όπως οι ακτίνες του ηλίου φωτίζουν κάθε μέρα χωρίς να δαπανώνται, ούτε να ελαττώνεται το φως τους από τη μεγάλη παροχή, κατά όμοιο τρόπο και σε μεγαλύτερο, μάλιστα, βαθμό και η ενέργεια του Αγίου Πνεύματος δεν ελαττώνεται εξαιτίας του πλήθους που την απολαμβάνει. Αυτό λοιπόν έγινε ώστε όσοι έμαθαν ότι υπήρχε η δυνατότητα να θεραπεύουν τις ασθένειες του σώματος στο νερό, και μάλιστα για πολύ χρόνο ασκήθηκαν σε αυτό το είδος της θεραπείας, να πιστέψουν ευκολότερα ότι το νερό, δια της επενεργείας του Αγίου Πνεύματος στο Βάπτισμα, είναι δυνατό να θεραπεύσει και τα νοσήματα της ψυχής.
Και γιατί ο Ιησούς αφού άφησε τους άλλους πλησίασε τον για τριάντα οχτώ χρόνια ασθενή και γιατί τον ρώτησε αν θέλει να γίνει υγιής; Όχι βέβαια για να μάθει (διότι αυτό ήταν περιττό),αλλά για να δείξει την καρτερία του και για να καταλάβουμε ότι γι’ αυτό άφησε τους άλλους και πήγε σε αυτόν. Τι έκανε ο ασθενής; «Αποκρίθηκε σε αυτόν και είπε· Κύριε, δεν έχω άνθρωπο να με βάλει στην δεξαμενή, όταν ταραχθεί το νερό, και ενώ έρχομαι, κατεβαίνει άλλος πριν από εμένα». Γι’ αυτό ο Χριστός τον ρώτησε· «Θέλεις να γίνεις υγιής;», για να μάθουμε αυτά. Και δεν του είπε «Θέλεις να σε θεραπεύσω;»(διότι ο ασθενής δεν είχε ακόμη καταλάβει ποιος ήταν ο Ιησούς και τι μπορούσε να του προσφέρει), αλλά «Θέλεις να γίνεις υγιής;»[χωρίς δηλαδή, εξαρχής άμεση αναφορά στη δική Του θεραπευτική επενέργεια].
Ήταν εκπληκτική η υπομονή του παραλυτικού, επειδή ήταν παράλυτος για τριανταοκτώ έτη και κάθε έτος είχε την ελπίδα ότι θα απαλλαγεί από την ασθένεια και επέμενε, χωρίς να παραιτείται από την προσπάθειά του. Διότι αν όχι τα παρελθόντα, τουλάχιστον τα μέλλοντα δεν ήσαν ικανά, εάν δεν ήταν καρτερικός, να τον απομακρύνουν από τον τόπο αυτόν. Σκέψου, ακόμη, σε παρακαλώ, πόσο έπρεπε να επαγρυπνούν εκεί και οι υπόλοιποι ασθενείς, διότι ο καιρός κατά τον οποίο ταρασσόταν το νερό δεν ήταν φανερός. Και οι μεν χωλοί και ακρωτηριασμένοι μπορούσαν να παρατηρούν, οι τυφλοί όμως πώς έβλεπαν; Ίσως να καταλάβαιναν από τον θόρυβο που γινόταν.
Ας αισθανθούμε ντροπή, αγαπητοί μου, ας αισθανθούμε ντροπή και ας στενάξουμε για την πολλή μας ραθυμία. Για τριανταοκτώ έτη επέμενε εκείνος ο παραλυτικός, χωρίς να πετυχαίνει αυτό που ήθελε, όμως δεν εγκατέλειπε απογοητευμένος την προσπάθεια και δεν απομακρυνόταν από εκεί. Και δεν πετύχαινε τον σκοπό του, όχι από τη δική του αμέλεια, αλλά για το γεγονός ότι παρεμποδιζόταν από τους άλλους και υφίστατο τη βία τους, χωρίς εντούτοις να αδιαφορεί για μια μελλοντική του θεραπεία, έστω και κάτω από τις συνθήκες αυτές. Εμείς όμως εάν επί δέκα μέρες μόνο επιμένουμε να παρακαλούμε για κάτι και δεν το επιτύχουμε, στη συνέχεια αδιαφορούμε να επιδεικνύουμε την ίδια προθυμία και θέρμη στις παρακλήσεις μας. Και πλησίον μεν των συνανθρώπων μας επιμένουμε τόσο πολύ χρόνο, στρατευόμενοι, ταλαιπωρούμενοι και προσφέροντας δουλικώς τις υπηρεσίες μας, χάνοντας πολλές φορές στο τέλος και αυτήν την ελπίδα, πλησίον όμως του Κυρίου μας, από τον Οποίον μπορούμε να επιτύχουμε αμοιβή πολύ μεγαλύτερη από τους κόπους μας(διότι λέγει ο Απόστολος «Η ελπίδα δεν ντροπιάζει»[Ρωμ.5,5]) δεν ανεχόμαστε να επιμένουμε με την πρέπουσα προθυμία.
[…] Μεγάλο επομένως κέρδος έχουμε από τις Άγιες Γραφές και μεγάλη ωφέλεια. Και αυτό θέλοντας να δείξει ο Απόστολος Παύλος λέγει: «Διότι, όσα κατά το παρελθόν είχαν γραφεί, γράφτηκαν για να νουθετούμε εμείς ,στους οποίους κατέληξαν οι έσχατοι χρόνοι[δηλαδή οι χρόνοι που οδήγησαν στην εμφάνιση του Μεσσία] για να διατηρούμε στέρεη την ελπίδα και την παρηγοριά από τις Γραφές»[Ρωμ.15,4].Πραγματικά τα θεία λόγια είναι θησαυροφυλάκιο εξεύρεσης παντός είδους φαρμάκων για κάθε ασθένεια. Επομένως, είτε παραστεί ανάγκη να εξαλείψει κανείς την αλαζονεία, ή να αποκοιμίσει κάποια επιθυμία ή να καταπατήσει τον έρωτα των χρημάτων ή να περιφρονήσει τον πόνο ή να μεταδώσει αισιοδοξία και να προετοιμάσει την υπομονή και να ενσταλλάξει τη χαρά, μπορεί να βρει μεγάλη ανακούφιση και εξεύρεση λύσεων για όλα αυτά μέσα στην Αγία Γραφή. Διότι ποιος από εκείνους που αγωνίζονται διαρκώς με την πενία ή από εκείνους που πάσχουν από βαριά νόσο, αφού αναγνώσει το παραπάνω χωρίο σχετικά με την υπομονή του παραλυτικού της Βηθεσδά, δε θα λάβει μεγάλη παρηγορία; Διότι αυτός έμενε επί τριανταοκτώ χρόνια παράλυτος και κάθε έτος έβλεπε άλλους μεν να θεραπεύονται, τον εαυτό του δε να εξακολουθεί να κατέχεται από το νόσημα, αλλά παρ’ όλα αυτά δεν έχασε το θάρρος του και δεν απογοητεύθηκε. Και όμως, η λύπη των παρελθόντων, αλλά και η έλλειψη ελπίδας για τα μέλλοντα θα μπορούσαν να τον είχαν κλονίσει.
Άκουσε λοιπόν τι λέγει και σκέψου το μέγεθος της τραγωδίας του. Όταν δηλαδή τον ρώτησε ο Χριστός αν θέλει να γίνει υγιής, απάντησε: «Ναι, Κύριε· όμως δεν έχω άνθρωπο να με βάλει στη δεξαμενή, όταν ταραχθεί το νερό». Τι περισσότερο λυπηρό θα μπορούσε να ακούσει κανείς; Ποια μεγαλύτερη συμφορά από αυτήν; Είδες ψυχή που είχε συντριβεί από τη διαρκή και μακρά ασθένεια; Είδες που είχε κατασταλεί κάθε οργή μέσα του για την κατάστασή του; Διότι δεν είπε τίποτε το βλάσφημο, όπως ακούμε από πολλούς που βρίσκονται σε παρόμοιες δύσκολες περιστάσεις, ούτε καταράστηκε την ημέρα που γεννήθηκε, ούτε θύμωσε για την ερώτηση, ούτε είπε: «Ήλθες να με περιπαίξεις και να με διακωμωδήσεις και ρωτάς κάτι το αυτονόητο, δηλαδή αν θέλω να γίνω υγιής;». Αντιθέτως, με πραότητα και σεβασμό μεγάλο απαντά: «Ναι, Κύριε».
Και όμως ούτε ήξερε ποιος ήταν Αυτός που τον ρωτούσε, ούτε ότι επρόκειτο να τον θεραπεύσει. Διηγείται, ωστόσο, τα πάντα με ηρεμία και δε ζητεί τίποτε πλέον, σαν να απευθυνόταν σε κάποιο γιατρό στον οποίο ήθελε να εξηγήσει την αρρώστιά του και μόνο. Πιθανό να ήλπισε ότι ο Χριστός θα του φαινόταν χρήσιμος σε αυτό, να τον ρίξει δηλαδή στο νερό και να ήθελε με τα λόγια αυτά να τον συγκινήσει. Τι έκανε, λοιπόν, ο Χριστός; Αφού απέδειξε ότι με τον λόγο Του μπορεί να κάνει τα πάντα, του είπε: «Σήκωσε το κρεβάτι σου και περπάτησε».
Μερικοί νομίζουν ότι ο παραλυτικός αυτός είναι ο ίδιος με εκείνον που αναφέρει ο ευαγγελιστής Ματθαίος(Ματθ. 9,1-8: « Καὶ ἐμβὰς εἰς πλοῖον διεπέρασε καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν. Καὶ ἰδοὺ προσέφερον αὐτῷ παραλυτικὸν ἐπὶ κλίνης βεβλημένον· καὶ ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν εἶπε τῷ παραλυτικῷ· θάρσει, τέκνον· ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου. καὶ ἰδού τινες τῶν γραμματέων εἶπον ἐν ἑαυτοῖς· οὗτος βλασφημεῖ. καὶ ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς τὰς ἐνθυμήσεις αὐτῶν εἶπεν· ἵνα τί ὑμεῖς ἐνθυμεῖσθε πονηρὰ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; τί γάρ ἐστιν εὐκοπώτερον, εἰπεῖν, ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι, ἢ εἰπεῖν, ἔγειρε καὶ περιπάτει; ἵνα δὲ εἰδῆτε ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ τῆς γῆς ἀφιέναι ἁμαρτίας – τότε λέγει τῷ παραλυτικῷ· ἐγερθεὶς ἆρόν σου τὴν κλίνην καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου. καὶ ἐγερθεὶς ἀπῆλθεν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ. ἰδόντες δὲ οἱ ὄχλοι ἐθαύμασαν καὶ ἐδόξασαν τὸν Θεὸν τὸν δόντα ἐξουσίαν τοιαύτην τοῖς ἀνθρώποις(:Αφού μπήκε στο πλοίο ο Ιησούς, πέρασε τη λίμνη και ήλθε στην πόλη Του, δηλαδή την Καπερναούμ. Και ιδού έφεραν προς Αυτόν ένα παραλυτικό, κατάκοιτο πάνω στο κρεβάτι· και όταν είδε ο Ιησούς την πίστη του παραλυτικού και εκείνων που τον έφεραν,είπε στον παραλυτικό: ’’θάρρος,παιδί μου, μη φοβάσαι ότι οι αμαρτίες σου θα εμποδίσουν τη θεραπεία· για την πίστη σου, σου έχουν συγχωρηθεί οι αμαρτίες. Και ιδού μερικοί από τους γραμματείς που ήσαν παρόντες, σκέφθηκαν: ‘’αυτός βλασφημεί, διότι οικειοποιείται την εξουσία του Θεού να συγχωρεί αμαρτίες’’. Όταν δε ο Ιησούς, ως παντογνώστης, είδε ολοκάθαρα τα πονηρές σκέψεις των γραμματέων, είπε: ‘’γιατί κυκλοφορείτε στον νου και την καρδιά σας τέτοιες σκέψεις; Διότι, τι είναι ευκολότερο να πει κανείς; Σου έχουν συγχωρηθεί οι αμαρτίες σου ή να πει: Σήκω επάνω και περπάτησε; [Το πρώτο, ως εσωτερικό, δεν το βλέπει κανείς και επομένως δεν μπορεί να το εξακριβώσει. Το δεύτερο, ως εξωτερικό και αισθητό, δεν μπορεί να το αρνηθεί, όσο κακόπιστος κι αν είναι.]Για να δείτε και να μάθετε καλά, ότι ο υιός του ανθρώπου έχει εξουσία να συγχωρεί αμαρτίες και να θεραπεύει ασθένειες, τότε λέγει προς τον παραλυτικό: Σήκω επάνω εντελώς υγιής, πάρε το κρεβάτι σου και πήγαινε στο σπίτι σου’’. Και αμέσως σηκώθηκε ο παραλυτικός εντελώς υγιής και πήγε στο σπίτι του. Όταν δε τα πλήθη του λαού είδαν αυτό που έγινε, θαύμασαν και δόξασαν τον Θεό, ο οποίος έδωσε στον Ιησού, που Τον θεωρούσαν ως έναν εκ των ανθρώπων, τέτοια εξουσία, να συγχωρεί δηλαδή αμαρτίες και να θεραπεύει ασθένειες»).
Δεν πρόκειται για τον ίδιο παραλυτικό που αναφέρει ο ευαγγελιστής Ιωάννης. Και αυτό αποδεικνύεται από πολλές απόψεις. Καταρχάς από το ότι ο παράλυτος της Βηθεσδά δεν είχε κανέναν άνθρωπο για να τον φροντίζει. Διότι ο μεν παραλυτικός που αναφέρει ο ευαγγελιστής Ματθαίος είχε πολλούς που τον φρόντιζαν και τον μετέφεραν, ενώ αυτός που αναφέρει εδώ ο ευαγγελιστής Ιωάννης δεν είχε κανέναν. Και γι’ αυτό έλεγε: «Δεν έχω άνθρωπο». Έπειτα αποδεικνύεται και από την απάντηση. Διότι εκείνος μεν δεν λέγει τίποτε, αυτός εδώ όμως διηγείται όλα όσα τον αφορούν. Και τρίτον αποδεικνύεται από τον χρόνο. Διότι ο παραλυτικός της Βηθεσδά θεραπεύεται κατά εορτάσιμη ημέρα και μάλιστα Σάββατο, ενώ ο άλλος σε άλλη ημέρα. Είναι επίσης διαφορετικός ο τόπος όπου επιτελούνται τα δύο αυτά θαύματα ιάσεως των παράλυτων ανθρώπων. Ο ένας θεραπεύεται στο σπίτι του, ενώ ο άλλος πλησίον της δεξαμενής της Βηθεσδά. Και ο τρόπος της θεραπείας είναι επίσης διαφορετικός. Διότι στον παραλυτικό που αναφέρει ο ευαγγελιστής Ματθαίος ο Ιησούς λέγει: «Παιδί μου, σου έχουν συγχωρηθεί οι αμαρτίες σου», ενώ στον παραλυτικό που αναφέρει ο ευαγγελιστής Ιωάννης πρώτα θεραπεύει το σώμα και έπειτα φροντίζει για την ψυχή. Και στη μία μεν περίπτωση δίνεται συγχώρηση· διότι ο Χριστός λέγει «Σου έχουν συγχωρηθεί οι αμαρτίες σου», ενώ στην άλλη περίπτωση εδώ δίδεται συμβουλή και απειλή, η οποία τον ασφάλιζε για το μέλλον· καθόσον ο Ιησούς του λέγει: «ἴδε ὑγιὴς γέγονας· μηκέτι ἁμάρτανε, ἵνα μὴ χεῖρόν σοί τι γένηται(:’’πρόσεξε· έγινες υγιής· μην αμαρτάνεις πλέον, για να μη σου συμβεί κάτι το χειρότερο”)»[Ιω.5,14]. Ωστόσο, και οι κατηγορίες τις οποίες διατυπώνουν οι Ιουδαίοι στις δύο αυτές περιπτώσεις είναι διαφορετικές. Διότι στην προκειμένη περίπτωση που καταγράφει ο ευαγγελιστής Ιωάννης, Τον κατηγορούν ότι εργάστηκε κατά την ημέρα του Σαββάτου, ενώ στην άλλη, ότι βλασφήμησε.
Εσύ όμως πρόσεξε, σε παρακαλώ το μέγεθος της σοφίας του Θεού· διότι δεν τον θεράπευσε αμέσως τον παραλυτικό της Βηθεσδά, αλλά πρώτα του δημιουργεί ατμόσφαιρα εμπιστοσύνης με την ερώτηση που του υποβάλλει, για να τον προετοιμάσει για την μελλοντική πίστη· και δεν τον σηκώνει μόνο όρθιο, αλλά τον παροτρύνει να σηκώσει και το κρεβάτι του, ώστε και το θαύμα που έγινε να διαπιστωθεί και να μην μπορέσει να υποψιασθεί κανείς ότι αυτό που είχε γίνει, ήταν μόνο αποκύημα φαντασίας και απάτη· διότι εάν τα μέλη του σώματος δεν είχαν αποκτήσει σταθερότητα και δύναμη, ο παραλυτικός δε θα μπορούσε να σηκώσει το κρεβάτι.
Και αυτό το πράττει πολλές φορές ο Ιησούς, για να αποστομώσει εντελώς όσους θα ήθελαν να διατυπώσουν αναίσχυντες αμφιβολίες. Πραγματικά και στο θαύμα του πολλαπλασιασμού των άρτων, για να μην υποστηρίξει κανείς ότι απλώς χόρτασαν και ότι το περιστατικό αυτό ήταν φανταστικό, προνοεί να μείνουν πολλά περισσεύματα από τους άρτους αυτούς. Και στον λεπρό τον οποίο καθάρισε, είπε: «ὕπαγε σεαυτὸν δεῖξον τῷ ἱερεῖ καὶ προσένεγκε τὸ δῶρον ὃ προσέταξε Μωσῆς εἰς μαρτύριον αὐτοῖς(:Πήγαινε, δείξε τον εαυτό σου στον ιερέα καθαρό όπως είσαι πλέον από τη λέπρα που είχες και πρόσφερε το δώρο που όρισε ο Μωυσής, για να πάρεις από τον ιερέα την πιστοποίηση ότι είσαι τελείως υγιής και μπορείς πλέον να επικοινωνείς με τους άλλους ανθρώπους)»[Ματθ.8,4], για να κάνει και την απόδειξη του καθαρισμού της λέπρας σταθερότατη και ακριβέστατη, αφετέρου για να κλείσει τα αναίσχυντα στόματα εκείνων, που υποστήριζαν ότι έκανε έργα αντίθετα προς όσα έχουν δοθεί ως εντολές από τον Θεό.
Και στο θαύμα της μεταβολής του νερού σε κρασί στην Κανά, το ίδιο έκανε. Δηλαδή όχι μόνο έδειξε απλώς το κρασί, αλλά φρόντισε να σταλεί και στον αρχιτρίκλινο, ώστε αυτός που ομολογούσε ότι δεν ήξερε τίποτε από όσα είχαν γίνει, να δώσει τη μαρτυρία του θαύματος χωρίς καμία υποψία. Γι’ αυτό ακριβώς ο Ευαγγελιστής είπε ότι ο αρχιτρίκλινος δεν ήξερε από πού προερχόταν το κρασί, αποδεικνύοντας με αυτόν τον τρόπο αδιάψευστη τη μαρτυρία του [ βλ. Ιω.2,9-10: «ὡς δὲ ἐγεύσατο ὁ ἀρχιτρίκλινος τὸ ὕδωρ οἶνον γεγενημένον -καὶ οὐκ ᾔδει πόθεν ἐστίν· οἱ δὲ διάκονοι ᾔδεισαν οἱ ἠντληκότες τὸ ὕδωρ- φωνεῖ τὸν νυμφίον ὁ ἀρχιτρίκλινος. καὶ λέγει αὐτῷ· πᾶς ἄνθρωπος πρῶτον τὸν καλὸν οἶνον τίθησι, καὶ ὅταν μεθυσθῶσι, τότε τὸν ἐλάσσω· σὺ τετήρηκας τὸν καλὸν οἶνον ἕως ἄρτι(:Μόλις λοιπόν δοκίμασε ο αρχιτρίκλινος το νερό, που είχε γίνει κρασί, και δεν γνώριζε αυτός από πού προέρχεται-οι υπηρέτες μόνο γνώριζαν που είχαν βγάλει το νερό και είχαν γεμίσει τις στάμνες-φωνάζει τον γαμπρό και του λέει: “Κάθε άνθρωπος που κάνει τραπέζι, βάζει, σύμφωνα με τη συνήθεια που υπάρχει, πρώτα το καλό κρασί και όταν οι άνθρωποι πιουν μέχρι μέθης, τότε προσφέρει το κατώτερο. Εσύ όμως φύλαξες το εκλεκτό κρασί έως αυτή τη στιγμή”)»].
Και σε άλλη περίπτωση επίσης, τότε που ανέστησε τη νεκρή κόρη του Ιαείρου, « διέταξεν αὐτῇ δοθῆναι φαγεῖν(: έδωσε εντολή να της δώσουν να φάει)»[Λουκ. 8,55], για να δώσει αναμφισβήτητη την απόδειξη της αναστάσεώς της. Με όλα αυτά προσπαθεί να πείσει τους ανόητους ότι δεν ήταν κάποιος απατεώνας ή φαντασιοκόπος, αλλά ότι ήρθε για την κοινή σωτηρία όλων των ανθρώπων.
Όμως, για ποιο λόγο δεν απαιτεί πίστη από τον παραλυτικό, όπως είχε κάνει με τους τυφλούς στους οποίους είπε: «πιστεύετε ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι;(:πιστεύετε ότι έχω τη δύναμη να κάνω αυτό που μου ζητάτε, δηλαδή να σας δώσω το φως σας;)»[ Ματθ.9,28].Ο λόγος είναι ότι ο παραλυτικός αυτός δεν ήξερε καθόλου ποιος ήταν ο Ιησούς· διότι αυτό συνήθιζε να το κάνει όχι πριν, αλλά μετά τα θαύματα· διότι εκείνοι οι ασθενείς μεν που είχαν δει την θαυματουργική δύναμή Του σε άλλες περιπτώσεις, δίκαια άκουγαν την ερώτηση αυτή. Εκείνοι, ωστόσο, οι ασθενείς που δεν Τον ήξεραν καθόλου, αλλά επρόκειτο να καταλάβουν από τα θαύματά Του ποιος ήταν ο Ιησούς, καλούνται στην πίστη μετά από τα θαύματα. Για τον λόγο αυτό, ο ευαγγελιστής Ματθαίος δεν παρουσιάζει τον Χριστό να υποβάλλει την ερώτηση αυτή από την αρχή που ξεκίνησε τα θαύματά Του, αλλά αφού πρώτα είχε θεραπεύσει πολλούς, έπειτα ζήτησε απάντηση σε αυτό από τους δύο τυφλούς.
Εσύ όμως και έτσι πρόσεξε την πίστη του παραλύτου. Διότι όταν άκουσε «Πάρε το κρεβάτι σου στον ώμο σου και περπάτησε», δε γέλασε, ούτε είπε: «Τι σημαίνουν αυτά τα λόγια τέλος πάντων; Εδώ κατεβαίνει άγγελος και ταράσσει το νερό και έναν μονάχα θεραπεύει, και εσύ, ένας άνθρωπος κοινός, πιστεύεις ότι θα κατορθώσεις κάτι σπουδαιότερο από τον άγγελο με ένα απλό πρόσταγμά σου μονάχα; Αυτά είναι εγωισμός και αλαζονεία και αξιογέλαστα πράγματα εκ μέρους σου». Δεν είπε τίποτε από αυτά όμως, ούτε τα σκέφθηκε, αλλά μόλις τα άκουσε, σηκώθηκε όρθιος και υγιής. Και αφού θεραπεύτηκε, δεν παράκουσε στον Ιησού που του έλεγε «ἔγειρε, ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει(:Σήκω επάνω,πάρε το κρεβάτι σου στον ώμο σου και περπάτησε)». «Καὶ εὐθέως ἐγένετο ὑγιὴς ὁ ἄνθρωπος, καὶ ἦρε τὸν κράβαττον αὐτοῦ καὶ περιεπάτει(:και αμέσως αποκαταστάθηκε η υγεία του ανθρώπου αυτού και πήρε το κρεβάτι του στον ώμο του και άρχισε να περπατάει)[Ιω.5,8-9].
Η υπακοή του αυτή είναι βέβαια θαυμαστή, αλλά τα όσα συνέβησαν στη συνέχεια είναι πολύ περισσότερο αξιοθαύμαστα. Μάλλον όμως η αρχική υπακοή του παραλύτου, όταν κανένας δεν τον εμπόδιζε να υπακούσει, δεν είναι τόσο αξιοθαύμαστη, ενώ η στάση που τήρησε ύστερα από αυτά, όταν οι Ιουδαίοι είχαν κυριευθεί από μανία και τον απειλούσαν ποικιλοτρόπως εξαγριωμένοι και τον κατηγορούσαν και τον πολιορκούσαν και του έλεγαν: « σάββατόν ἐστιν· οὐκ ἔξεστί σοι ἆραι τὸν κράβαττον(: Σήμερα είναι Σάββατο και δε σου επιτρέπεται να σηκώνεις το κρεβάτι σου)»[Ιω.5,10], το γεγονός ότι όχι μόνο αντιμετωπίζει με αδιαφορία τη μανία τους, αλλά και με μεγάλο θάρρος διακηρύσσει τον Ευεργέτη του ενώπιον όλων και αποστομώνει την αναίσχυντη γλώσσα τους, νομίζω εγώ τουλάχιστο ότι είναι απόδειξη μεγάλης γενναιότητας.
Πραγματικά, όταν τον περικύκλωσαν οι Ιουδαίοι και έλεγαν επιτιμητικά και με αυθάδεια στον πρώην παραλυτικό «Σήμερα είναι Σάββατο, δεν σου επιτρέπεται να σηκώσεις και να μεταφέρεις το κρεβάτι σου», άκουσε τι απαντά: «ὁ ποιήσας με ὑγιῆ, ἐκεῖνός μοι εἶπεν· ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει(: Εκείνος που με θαύμα αποκατέστησε την υγεία μου, μού είπε: Πάρε το κρεβάτι σου και περπάτησε)»[Ιω.5,11], σαν να τους έλεγε κατά κάποιο τρόπο, τα ακόλουθα: «Φλυαρείτε και παραφέρεστε, όταν με προτρέπετε να μη θεωρώ διδάσκαλο Εκείνον, που με θεράπευσε από μία τόσο μακρόχρονη και βαριά ασθένεια και να μην υπακούω απολύτως σε όλες τις εντολές Του». Και όμως, εάν ήθελε να συμπεριφερθεί με κακό τρόπο, μπορούσε και διαφορετικά να απαντήσει· για παράδειγμα, μπορούσε να έλεγε τα εξής: «Δεν κάνω αυτό με τη θέλησή μου, αλλά κατά διαταγή άλλου. Εάν αυτό αποτελεί παράβαση, να κατηγορήσετε Αυτόν που με διέταξε και θα αφήσω κάτω το κρεβάτι». Θα μπορούσε επίσης να αποκρύψει τη θεραπεία του· διότι γνώριζε πολύ καλά ότι οι Ιουδαίοι στην πραγματικότητα δε δυσφορούσαν τόσο για την κατάλυση της αργίας του Σαββάτου, όσο για τη θεραπεία της ασθένειας. Όμως ούτε αυτό το έκρυψε, ούτε εκείνο είπε, ούτε συγχώρηση ζήτησε από τους Ιουδαίους, αλλά με δυνατή φωνή ομολογούσε τον Ευεργέτη του και με παρρησία ανακήρυττε σε όλους τη θεραπεία του .
Και ο μεν παράλυτος έτσι συμπεριφέρθηκε, ενώ εκείνοι, πρόσεξε με πόση κακότητα ενεργούν. Διότι δεν του είπαν: «Ποιος είναι αυτός που σε θεράπευσε;», αλλά αυτό το αποσιώπησαν και προβάλλουν έντονα προς πάσα κατεύθυνση την, κατά τη γνώμη τους, παραβίαση της αργίας του Σαββάτου. « Ἠρώτησαν οὖν αὐτόν· τίς ἐστιν ὁ ἄνθρωπος ὁ εἰπών σοι, ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει;(:Ρώτησαν λοιπόν αυτόν: Ποιος είναι ο άνθρωπος που σου είπε να σηκώσεις το κρεβάτι σου και να αρχίσεις να περπατάς;)»[Ιω.5,12]. Ο παράλυτος όμως που είχε θεραπευθεί δεν ήξερε ποιος ήταν ο ευεργέτης του· διότι ο Ιησούς εν τω μεταξύ είχε απομακρυνθεί, δεδομένου ότι υπήρχε πολύς κόσμος και ήταν εύκολο αυτό[«ὁ γὰρ Ἰησοῦς ἐξένευσεν ὄχλου ὄντος ἐν τῷ τόπῳ»,Ιω.5,13].
Και γιατί απέκρυψε τον εαυτό Του ο Ιησούς; Κατά πρώτον, για να είναι η μαρτυρία του παραλύτου χωρίς υποψία, εφόσον ο Ιησούς θα ήταν απών· διότι αφού ο παραλυτικός αισθάνθηκε την αποκατάσταση της υγείας του, ήταν ο πλέον αξιόπιστος μάρτυρας της ευεργεσίας. Έπειτα για να μην ανάψει στις ψυχές των Ιουδαίων περισσότερο θυμό· διότι γνώριζε ότι και μόνο η παρουσία αυτού που προκαλεί το φθόνο, δεν ανάβει μικρή φωτιά σε όσους αισθάνονται το φθόνο γι’ αυτόν. Γι’ αυτό έφυγε και άφησε το ίδιο το έργο Του να αγωνίζεται προς αυτούς, ώστε να μη λέγει τίποτε ο Ίδιος για τον εαυτό Του, αλλά να συζητούν γι’ Αυτόν όσοι θεραπεύτηκαν και μαζί με αυτούς και οι κατήγοροί Του. Διότι πραγματικά και αυτοί τότε μαρτυρούν το θαύμα. Δεν είπαν, δηλαδή: «Γιατί έδωσες εντολή να γίνουν αυτά το Σάββατο;», αλλά «Γιατί πράττεις αυτά το Σάββατο;». Όχι επειδή αισθάνονταν δυσφορία για την κατάλυση της αργίας του Σαββάτου, αλλά επειδή αισθάνονταν φθόνο για την αποκατάσταση της υγείας και τη σωτηρία του παραλύτου.
Βέβαια, ωστόσο, τουλάχιστον όσον αφορά την ανθρώπινη εργασία, αυτό περισσότερο αποτελούσε εργασία, αυτό ακριβώς που έκανε ο παράλυτος[το ότι δηλαδή σήκωσε το κρεβάτι του, μέρα Σαββάτου]· ενώ εκείνο που είπε ο Ιησούς ήταν απλά και μόνο ένας λόγος. Στην προκειμένη λοιπόν περίπτωση, με άλλο τρόπο διατάσσει να καταλυθεί η αργία του Σαββάτου, ενώ άλλοτε το κάνει ο Ίδιος με άλλο τρόπο, αναμιγνύοντας πηλό και αλείφοντας με αυτόν τους οφθαλμούς του τυφλού που επρόκειτο να θεραπεύσει. Και ενεργεί με αυτόν τον τρόπο, όχι παραβιάζοντας τον Μωσαϊκό νόμο, αλλά υπερβαίνοντας τον Μωσαϊκό νόμο. Με το θέμα όμως αυτό θα ασχοληθούμε αργότερα· διότι δεν απολογείται με όμοιο τρόπο για την κατάλυση του Σαββάτου, κάθε φορά που κατηγορείται από τους Ιουδαίους. Και αυτό πρέπει να το εξετάσουμε με ακρίβεια, όχι όμως ακόμη τώρα.
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-joannem.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, ομιλίες ΛΣΤ΄ και ΛΖ΄(επιλεγμένα αποσπάσματα που αφορούν την ερμηνεία της συγκεκριμένης ευαγγελικής περικοπής),Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1978, τόμος 13Α, σελίδες 95-101 και 111-123.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 73, σελ. 14 -18 (ή: 2-5 του PDF) και σελ. -33 (ή: 8-12 του PDF).
https://drive.google.com/file/d/0ByZQkrKg4yKLdVNrLW9BNGRWcm8/view
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
ΠΗΓΗ:ἠλεκτρονικό ταχυδρομεῖο