ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΟΦΑΓΟΥ[:Ματθ.6,14-21]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
[…] Έπειτα, όπως είπα παραπάνω, θέλοντας ο Κύριος να δείξει ότι περισσότερο από όλα τα πάθη αποστρέφεται και μισεί τη μνησικακία και πιο πολύ από όλα επιδοκιμάζει την αρετή της συγχωρητικότητας που είναι αντίθετη στην κακία αυτή, και αμέσως μετά την παράδοση της Κυριακής προσευχής, υπενθύμισε πάλι το κατόρθωμα αυτό, οδηγώντας τον ακροατή στην τήρηση της εντολής αυτής και μέσω της επικείμενης τιμωρίας από την παράβασή της και μέσω της καθορισμένης αμοιβής από την υπακοή σε αυτήν. «Ἐὰν γὰρ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν(:Πρέπει λοιπόν να έχετε υπόψη σας ότι, αν και εσείς συγχωρείτε με όλη σας την καρδιά τα αμαρτήματα που έκαμαν σε σας οι άλλοι)», λέγει, «ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος(:και ο Πατέρας σας ο ουράνιος θα συγχωρήσει τα δικά σας αμαρτήματα)· ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν (:εάν όμως δεν δώσετε συγχώρηση στους ανθρώπους για τα αμαρτήματά τους απέναντι σε σας, τότε ούτε ο Πατέρας σας θα συγχωρήσει τις δικές σας αμαρτίες προς Αυτόν)»[Ματθ.6,14-15].
Για τον λόγο αυτόν πάλι ανέφερε τους ουρανούς και τον Πατέρα, ώστε και με αυτά να συγκρατήσει τον ακροατή, εάν επρόκειτο, μολονότι κατάγεται από τέτοιον Πατέρα, να μεταβληθεί σε θηρίο και, παρά την κλήση του στον ουρανό, να έχει φρόνημα γήινο, βιοτικό και υλιστικό˙διότι δεν πρέπει βέβαια να γίνουμε παιδιά Του δια της χάριτος μόνο, αλλά και με τις πράξεις μας. Και τίποτε δεν μας εξομοιώνει τόσο με τον Θεό, όσο το να παρέχουμε τη συγνώμη μας στους πονηρούς και σε όσους μας αδικούν· όπως ακριβώς λίγο πρωτύτερα είχε διδάξει, όταν έλεγε ότι «ο ήλιος ανατέλλει καθημερινά και για τους πονηρούς και τους αγαθούς»[Ματθ.5,45: «Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν, ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν, εὐλογεῖτε τοὺς καταρωμένους ὑμᾶς, καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς καὶ προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς καὶ διωκόντων ὑμᾶς. ὅπως γένησθε υἱοὶ τοῦ πατρὸς ὑμῶν τοῦ ἐν οὐρανοῖς, τὸν ἥλιον αὐτοῦ ἀνατέλλει ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθοὺς καὶ βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους(:Εγώ όμως σας λέω να αγαπάτε τους εχθρούς σας, να εύχεστε στον Θεό το καλό γι’ αυτούς που σας καταριούνται, να ευεργετείτε εκείνους που σας μισούν και να προσεύχεστε για χάρη εκείνων που σας μεταχειρίζονται υβριστικά και περιφρονητικά και σας καταδιώκουν άδικα, ακόμη κι όταν ο διωγμός τους αυτός σάς γίνεται για τις θρησκευτικές σας πεποιθήσεις. Για να μοιάσετε έτσι και να γίνετε παιδιά του Πατέρα σας που είναι στους ουρανούς˙ διότι και Αυτός τον ήλιο, που είναι δικός Του, τον ανατέλλει χωρίς διακρίσεις σε πονηρούς και καλούς, και βρέχει τη βροχή Του σε δικαίους και αδίκους)»].
Για τον λόγο αυτόν και σε κάθε αίτημα της προσευχής μας μάς προτρέπει να προσευχόμαστε από κοινού για όλους τους συνανθρώπους μας λέγοντας: «Πάτερ ἡμῶν» και «γενηθήτω τὸ θέλημά Σου, ὡς ἐν οὐρανῷ, καὶ ἐπὶ τῆς γῆς·» και «δὸς ἡμῖν τὸν ἄρτον» και «ἂφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν» και «μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν» και «ῥῦσαι ἡμᾶς». Παντού μας παροτρύνει να χρησιμοποιούμε πάντοτε τον πληθυντικό αριθμό, για να μην έχουμε εναντίον του αδελφού μας ούτε ίχνος οργής. Για πόση λοιπόν τιμωρία θα ήταν άξιοι, όσοι έπειτα από όλα αυτά, όχι μόνο δεν συγχωρούν οι ίδιοι τους συνανθρώπους τους, αλλά επικαλούνται και τον Θεό να τους βοηθήσει να εκδικηθούν τους εχθρούς τους και εκτελούν με διαμετρικά αντίθετο τρόπο τον νόμο αυτό και μάλιστα τη στιγμή που ο Θεός κάνει το παν και χρησιμοποιεί κάθε μέσο, ώστε να μην ερχόμαστε σε συγκρούσεις μεταξύ μας;
Επειδή, δηλαδή, ρίζα όλων των αγαθών είναι η αγάπη, αφανίζοντας όλα όσα την φθείρουν, από κάθε πλευρά μάς συνενώνει μεταξύ μας και μας συνδέει τον ένα με τους άλλους˙ διότι δεν υπάρχει κανένας, πραγματικά δεν υπάρχει κανένας, ούτε πατέρας, ούτε μητέρα, ούτε φίλος, ούτε οποιοσδήποτε άλλος που να μας έχει αγαπήσει τόσο, όσο μας αγάπησε ο Θεός που μας δημιούργησε. Και η αγάπη αυτή αποδεικνύεται πάρα πολύ ξεκάθαρα και από τις καθημερινές ευεργεσίες Του, και από τις εντολές που μας δίδει. Αν τώρα μου αναφέρεις τις λύπες και τις οδύνες και τα δεινά της ζωής, σκέψου σε πόσα γίνεσαι αντίθετος στο θέλημά Του καθημερινά και δεν θα απορήσεις πλέον αν σε βρουν περισσότερα από αυτά δεινά· πιο πολύ θα απορήσεις και θα καταπλαγείς αν δοκιμάσεις και κάποιο καλό. Τώρα όμως στην περίπτωση των συμφορών βλέπουμε αυτές που θα μας βρουν μελλοντικά, δεν αντιλαμβανόμαστε όμως τις καθημερινές παραβάσεις του θελήματος του Θεού και για τον λόγο αυτό αγωνιούμε και ταρασσόμαστε. Μιας ημέρας τα αμαρτήματα αν τα υπολογίζαμε λεπτομερώς και με ακρίβεια, τότε θα καταλαβαίναμε καλά για πόσα δεινά θα ήμασταν υπεύθυνοι.
Και αφού παραλείψω τα άλλα, δηλαδή τα ιδιαίτερα πλημμελήματα του καθενός, ας αναφέρω ενδεικτικά αυτά που γίνονται σήμερα εδώ στην εκκλησία που είμαστε συγκεντρωμένοι, αν και βέβαια δεν γνωρίζω σε ποιο συγκεκριμένο αμάρτημα έπεσε ο καθένας από μας. Είναι όμως τόσο μεγάλη η αφθονία των πλημμελημάτων μας, ώστε και εκείνος ακόμη που δεν τα γνωρίζει όλα με ακρίβεια, να μπορεί να αναφέρει μερικά από αυτά. Ποιος λοιπόν από σας δεν έδειξε ραθυμία κατά την προσευχή; Ποιος δεν απογοητεύθηκε; Ποιος δεν έδειξε κενοδοξία, ποιος δεν κακολόγησε τον αδελφό του, ούτε και δέχθηκε πονηρή επιθυμία; Ποιος δεν απηύθυνε ακόλαστα βλέμματα, δεν θυμήθηκε με μίσος και οργή τον εχθρό του και δεν έκανε την καρδιά του να φουσκώνει από εγωισμό;
Αν λοιπόν τώρα που βρισκόμαστε συγκεντρωμένοι στην εκκλησία, και εντός ολίγου διαστήματος γίναμε υπεύθυνοι για τόσα σφάλματα, τι θα γίνουμε όταν βγούμε από εδώ; Αν μέσα στο λιμάνι μας χτυπούν τόσο μεγάλα κύματα, όταν ανοιχτούμε στο πέλαγος των δεινών, δηλαδή την αγορά, τα πολιτικά πράγματα και τις οικογενειακές μέριμνες, θα μπορέσουμε τάχα τότε να αναγνωρίσουμε τους εαυτούς μας; Αλλά όμως για την απαλλαγή από τόσο πολλά και μεγάλα αμαρτήματα μάς έδωσε ο Θεός σύντομο και εύκολο δρόμο που δεν προκαλεί κανένα κόπο. Τι κόπος απαιτείται να συγχωρήσεις αυτόν που σε λύπησε; Αποτελεί κόπο το να μη συγχωρήσεις, αλλά να διατηρείς την έχθρα σου, ενώ το να απαλλαγείς από τον θυμό και πολλή άνεση σου προξενεί και για όποιον θέλει είναι πολύ εύκολο.
Πραγματικά δεν χρειάζεται να περάσεις πέλαγος, ούτε να κάνεις μακρινό ταξίδι, ούτε να διαβείς κορυφές βουνών, να δαπανήσεις χρήματα ή να ταλαιπωρήσεις το σώμα σου· φτάνει να θελήσεις και όλα τα αμαρτήματά σου έχουν διαγραφεί. Αν όμως, όχι μόνο δεν συγχωρείς ο ίδιος τον αδερφό σου, αλλά και στον Θεό προσεύχεσαι εναντίον του, ποια ελπίδα σωτηρίας έχεις, όταν την ώρα που προσπαθείς να προσελκύσεις το έλεος του Θεού και Τον παρακαλείς, την ίδια στιγμή Τον εξοργίζεις, παίρνοντας από τη μία πλευρά την όψη ικέτη, και από την άλλη βγάζοντας φωνές θηρίου ή εξακοντίζοντας εναντίον του εαυτού σου τα βέλη του Πονηρού; Για τον λόγο αυτό και ο απόστολος Παύλος, αναφερόμενος στην προσευχή, τίποτε δεν ζήτησε με τόση επιμονή, όσο τη φύλαξη της εντολής αυτής. «Βούλομαι οὖν προσεύχεσθαι τοὺς ἄνδρας ἐν παντὶ τόπῳ, ἐπαίροντας ὁσίους χεῖρας χωρὶς ὀργῆς καὶ διαλογισμοῦ(:Θέλω, λοιπόν, να προσεύχονται οι άντρες σε κάθε τόπο, υψώνοντας προς τον ουρανό ευλαβικά χέρια, καθαρά από κάθε μολυσμό, ελεύθεροι από οργή και δισταγμό ολιγοπιστίας)»[Α΄Τιμ.2,8].
Αν λοιπόν όταν έχεις ανάγκη το έλεος του Θεού, μήτε και τότε δεν αφήνεις την οργή σου, αλλά και πολύ μάλιστα την κρατείς μέσα σου, αν και γνωρίζεις ότι ωθείς το ξίφος προς τον εαυτό σου, πότε θα κατορθώσεις να γίνεις φιλάνθρωπος και να αποβάλεις το θανάσιμο δηλητήριο της κακίας αυτής;
Αν όμως δεν έχεις ακόμη αντιληφθεί το μέγεθος αυτού του ατοπήματος, συλλογίσου ότι αυτό συμβαίνει μεταξύ των ανθρώπων και τότε θα διαπιστώσεις το μέγεθος της ύβρεως. Εάν δηλαδή ερχόταν κάποιος σε σένα που είσαι άνθρωπος και σε παρακαλούσε να τον ελεήσεις, στη συνέχεια όμως και ενώ είχε πέσει ο ίδιος ικέτης προς εσένα στη γη, έβλεπε έναν εχθρό του και αφήνοντας την παράκλησή του προς εσένα, άρχιζε να κτυπά εκείνον, άραγε δεν θα αισθανόσουνα περισσότερο οργή εναντίον του, παρά έλεος; Το ίδιο σκέψου ότι συμβαίνει και με τον Θεό˙ διότι και εσύ, ενώ ικετεύεις τον Θεό, διακόπτοντας στο μεταξύ την ικεσία σου, κτυπάς με τα λόγια σου τον εχθρό σου και υβρίζεις τους νόμους του Θεού, επικαλούμενος Αυτόν που νομοθέτησε να αφήνουμε κάθε οργή εναντίον εκείνων που μας λύπησαν και αξιώνοντας να ενεργήσει αντίθετα προς τις δικές Του τις εντολές. Δεν είναι επαρκής λόγος για να τιμωρηθείς, που εσύ παραβαίνεις τον νόμο του Θεού, αλλά παρακαλείς και Αυτόν να κάνει το ίδιο;
Μήπως τάχα λησμόνησε όσα μας παρήγγειλε; Μήπως τάχα είναι άνθρωπος Αυτός που μας τα είπε αυτά; Είναι ο Θεός, ο οποίος γνωρίζει τα πάντα και θέλει να φυλάσσονται με κάθε ακρίβεια οι νόμοι Του, και τόσο απέχει από το να υλοποιεί αυτά που εσύ αξιώνεις, ώστε και εσένα που τα λέγεις αυτά σε αποστρέφεται και σε μισεί, μόνο διότι τα λέγεις αυτά παρακαλώντας ενάντια στον αδελφό σου και απαιτεί να υποστείς τη μέγιστη τιμωρία. Με ποια λογική λοιπόν έχεις την αξίωση να λάβεις από τον Θεό εκείνα τα οποία Αυτός εντέλλεται να αποφεύγεις με κάθε προσοχή;
Αλλά όμως υπάρχουν μερικοί που παραλογίζονται σε τέτοιο βαθμό, ώστε όχι μόνο εύχονται ενάντια στους εχθρούς τους, αλλά και τα παιδιά των εχθρών τους καταριούνται, και εύχονται, αν ήταν δυνατόν, να γευτούν ακόμα και τις σάρκες τους ή μάλλον τις γεύονται κιόλας. Μη μου το πεις αυτό, ότι δεν έμπηξες τα δόντιά σου στο σώμα εκείνου που σε έχει λυπήσει. Έκαμες κάτι πολύ χειρότερο από ό,τι μπορούσες, διατυπώνοντας την αξίωση να πέσει πάνω του η οργή από τον ουρανό, να παραδοθεί σε αιώνια τιμωρία και να καταστραφεί με όλη την οικογένειά του. Δεν είναι αυτά λοιπόν χειρότερα από όλα τα δαγκώματα; Δεν είναι οδυνηρότερα από όλα τα βέλη; Δεν σου δίδαξε αυτά ο Χριστός. Δεν σου όρισε να ματώνεις το στόμα σου με αυτόν τον τρόπο. Οι γλώσσες αυτές, που λένε τέτοια πράγματα, είναι χειρότερες από τα στόματα εκείνα που είναι ματωμένα από ανθρώπινες σάρκες.
Πώς λοιπόν θα ασπασθείς τον αδελφό σου; Πώς θα προσέλθεις στη Θυσία; Πώς θα γευθείς το Τίμιο Αίμα του Δεσπότου κατά τη Θεία Κοινωνία, έχοντας τόσο δηλητήριο μέσα στην ψυχή σου; Όταν προσεύχεσαι και λέγεις «σύντριψέ τον και το σπίτι του γκρέμισέ το, κατάστρεψέ του τα πάντα» και εύχεσαι να τον βρει κάθε είδος καταστροφής, τότε δεν διαφέρεις σε τίποτε από ένα φονιά ή μάλλον από ένα σαρκοφάγο θηρίο.
Ας σταματήσουμε λοιπόν την νόσο και την μανία αυτήν και ας δείξουμε σε όσους μας λύπησαν την αγάπη που όρισε ο Κύριος, για να γίνουμε όμοιοι με τον Πατέρα μας τον ουράνιο. Και θα σταματήσουμε τα πάθη αυτά, αν φέρουμε στον νου μας τα δικά μας αμαρτήματα, αν εξετάσουμε με ακρίβεια όλα τα παραπτώματα που έχουμε διαπράξει, είτε μέσα στο σπίτι μας, είτε έξω, είτε στην αγορά, είτε στην εκκλησία.
Πραγματικά, εάν για τίποτε άλλο, τουλάχιστο για την αδιαφορία που επιδεικνύουμε εδώ στην εκκλησία, μας αξίζει να υποστούμε την βαρύτερη τιμωρία. Ενώ δηλαδή ψάλλουν οι προφήτες, υμνούν οι απόστολοι, ομιλεί ο Θεός, ο νους μας περιπλανιέται έξω από την εκκλησία και μεταφέρουμε μέσα σε αυτήν τον θόρυβο των βιοτικών φροντίδων. Και δεν προσφέρουμε στους νόμους του Θεού ούτε τόση ησυχία, όση σιγή κρατούν στις βασιλικές ανακοινώσεις οι θεατές μέσα στο θέατρο˙διότι εκεί όταν διαβάζονται τα διατάγματα αυτά και οι ύπατοι και οι διοικητές και η βουλή και ο δήμος στέκονται όλοι ορθοί και ακούνε με ησυχία όσα λέγονται. Και αν στη μέση της βαθύτατης ησυχίας αυτής, εισέλθει απότομα κάποιος και μιλήσει δυνατά, δέχεται την βαρύτερη τιμωρία, διότι έχει φερθεί προσβλητικά στον βασιλέα. Εδώ, όμως, ενώ διαβάζονται ουράνια διατάγματα, επικρατεί μεγάλος θόρυβος από παντού, μολονότι και ο Αποστολέας των γραφών αυτών είναι πολύ ανώτερος από τούτον τον επίγειο βασιλέα και το «θέατρο» είναι πιο σεβαστό, διότι δεν αποτελείται μόνο από ανθρώπους, αλλά και από αγγέλους. Επίσης τα επινίκια αυτά που μας ευαγγελίζονται οι γραφές του Θεού, είναι πολύ φρικωδέστερα από τα επίγεια. Για τον λόγο αυτόν ακριβώς, δεν προτρεπόμαστε να επευφημούμε οι άνθρωποι μόνο, αλλά και οι άγγελοι και οι αρχάγγελοι και τα τάγματα του ουρανού και όλοι οι κάτοικοι της γης: «Εὐλογεῖτε τὸν Κύριον, πάντα τὰ ἔργα αὐτοῦ(:Δοξολογείτε τον Κύριο όλα τα δημιουργήματά Του)», λέγει ο ψαλμωδός Δαβίδ [Ψαλμ.102,22].
Διότι δεν είναι μικρά όσα επιτυγχάνονται, αλλά ξεπερνούν κάθε λογική και νου και ανθρώπινη σκέψη. Και αυτά τα αναγγέλλουν καθημερινά οι προφήτες, διακηρύσσοντας διαφορετικά ο καθένας την λαμπρή αυτή νίκη. Ο ένας λέγει: «Ἀνέβης εἰς ὕψος, ᾐχμαλώτευσας αἰχμαλωσίαν, ἔλαβες δόματα ἐν ἀνθρώποις(:Ύψιστε Κύριε, ανέβηκες στη Σιών. Ανέβηκες στα ανώτατα ύψη του ουρανού, αφού διεξήγαγες θρίαμβο τη γη, συνέλαβες αιχμαλώτους, δέχθηκες προσφορές από τους ανθρώπους)»[Ψαλμ.67,19] και «Κύριος κραταιὸς καὶ δυνατός, Κύριος δυνατὸς ἐν πολέμῳ(:Αυτός είναι ο Θεός, ο κραταιός και δυνατός, ο Κύριος ο πανίσχυρος στους πολέμους)»[Ψαλμ. 23,8]. Άλλος προφήτης λέγει: «Τῶν ἰσχυρῶν μεριεῖ σκῦλα(:Από τους ισχυρούς θα πάρει και θα διαμοιράσει λάφυρα)»[Ησ.53,12]˙ διότι για τον λόγο αυτόν εξάλλου ήλθε, για να κηρύξει στους αιχμαλώτους την απελευθέρωση και στους τυφλούς την ανάβλεψη. Και ψάλλοντας θριαμβευτικά τον επινίκιο ύμνο κατά του θανάτου, έλεγε: «Ποῦ σου, θάνατε, τὸ κέντρον; ποῦ σου, ᾅδη, τὸ νῖκος;(:Πού είναι, θάνατε, το φαρμακερό κεντρί σου; Άδη, πού είναι η νίκη σου;)»[Α΄Κορ.15,55].
Και άλλος πάλι προφήτης ευαγγελιζόμενος την απόλυτη ειρήνη έλεγε: «Καὶ συγκόψουσι τὰς μαχαίρας αὐτῶν εἰς ἄροτρα καὶ τὰς ζιβύνας αὐτῶν εἰς δρέπανα(:Και έτσι οι τότε εχθροί και πολέμιοι μεταξύ τους θα μετατρέψουν τα φονικά μαχαίρια τους σε αλέτρια και τα πολεμικά δόρατά τους σε δρεπάνια)»[Ησ.2,4] . Ένας άλλος προφήτης καλεί την Ιερουσαλήμ, λέγοντας: «Χαῖρε σφόδρα, θύγατερ Σιών· κήρυσσε, θύγατερ Ἱερουσαλήμ· ἰδοὺ ὁ βασιλεὺς σου ἔρχεταί σοι, δίκαιος καὶ σῴζων αὐτός, πραΰς καὶ ἐπιβεβηκὼς ἐπὶ ὑποζύγιον καὶ πῶλον νέον(:Χαίρε λοιπόν παρά πολύ, κόρη μου Σιών, διαλάλησε Ιερουσαλήμ· ιδού ο βασιλεύς σου έρχεται σε σένα δίκαιος, λυτρωτής και σωτήρας, πράος, καθισμένος επάνω σε ένα υποζύγιο, σε ένα νεαρό πουλάρι)»[Ζαχ.9,9].
Άλλος, επίσης, προφήτης εξαγγέλλει και την Δευτέρα παρουσία του Κυρίου, λέγοντας τα εξής: «Ἣξει Κύριος, ὃν ὑμεῖς ζητεῖτε καὶ τίς ὑπομενεῖ ἡμέραν εἰσόδου αὐτοῦ;(:Θα έλθει ο Κύριος, τον οποίον Κύριο εσείς ζητείτε. Ποιος όμως θα μπορέσει, να αντέξει κατά την ημέρα εκείνην της ελεύσεώς Του;)»· και: «Σκιρτήσετε ὡς μοσχάρια ἐκ δεσμῶν ἀνειμένα(:Θα σκιρτήσετε από χαρά ωσάν τα μοσχάρια, τα οποία αφέθηκαν ελεύθερα από τα δεσμά τους)»[Μαλαχ.3,1-2 και 4,2]. Και άλλος πάλι έλεγε κατάπληκτος: «Οὗτος ὁ Θεὸς ἡμῶν, οὐ λογισθήσεται ἕτερος πρὸς αὐτόν(:Αυτός είναι ο Θεός μας· κανείς άλλος δεν μπορεί να αντιμετρηθεί προς Αυτόν)»[Βαρούχ,3,36].
Κι όμως, ενώ λέγονται αυτά και πολύ περισσότερα εδώ στην εκκλησία και πρέπει να δοκιμάζουμε φρίκη και να μη νομίζουμε ότι βρισκόμαστε στη γη, εντούτοις εμείς θορυβούμε σαν να βρισκόμαστε στο μέσο της αγοράς, προκαλούμε ταραχή συζητώντας για θέματα που καθόλου δεν μας αφορούν και χάνουμε άσκοπα όλο τον χρόνο της συνάξεώς μας.
Όταν λοιπόν και στα μικρά και στα μεγάλα, και ακούγοντας και πράττοντας, και έξω και μέσα στην εκκλησία, είμαστε τόσο αδιάφοροι και εκτός και από όλα αυτά προσευχόμαστε και ενάντια στους εχθρούς μας, από πού θα λάβουμε ελπίδα σωτηρίας αφού στα τόσα αμαρτήματά μας, προσθέτουμε κάτι βαρύτερο ακόμη από αυτά, δηλαδή την παράλογη αυτή προσευχή ενάντια στους ίδιους μας αδελφούς;
Είναι λοιπόν δίκαιο να παραξενευόμαστε, αν μας συμβεί κάτι απροσδόκητο και λυπηρό, ενώ πρέπει να παραξενευόμαστε όταν δε μας συμβαίνει; Διότι η πρώτη περίπτωση είναι φυσική συνέπεια της ακολουθίας των πραγμάτων, ενώ η δεύτερη είναι πέρα από κάθε λογική και προσδοκία. Πραγματικά είναι πέρα από τη λογική, ενώ έχουμε γίνει εχθροί του Θεού και Τον παροργίζουμε, να απολαμβάνουμε τον ήλιο και την βροχή και όλα τα άλλα αγαθά εμείς, άνθρωποι που νικούμε τα θηρία στη σκληρότητα, που στρεφόμαστε εναντίον των άλλων, που ματώνουμε τη γλώσσα μας δαγκώνοντας με τα λόγια που εκστομίζουμε τους άλλους, έπειτα από τη συμμετοχή μας στο πνευματικό τραπέζι και τις τόσες ευεργεσίες και τα άπειρα παραγγέλματα για τη διευκόλυνση της ψυχικής μας σωτηρίας.
Έχοντας αυτά στον νου μας, ας αποβάλουμε το δηλητήριο, ας διαλύσουμε τις εχθρότητες και ας κάνουμε τις προσευχές που μας αρμόζουν: αντί της θηριωδίας των δαιμόνων, ας λάβουμε την ημερότητα των αγγέλων· και όσες αδικίες και αν μας έχουν γίνει, αφού φέρουμε στον νου μας τα δικά μας αμαρτήματα και τον μισθό που μας περιμένει εφόσον τηρήσουμε αυτήν την εντολή της μακροθυμίας και της συγχωρητικότητας, ας μετριάσουμε την οργή μας, ας καταστείλουμε τη θαλασσοταραχή μέσα μας, για να περάσουμε και την παρούσα ζωή ατάραχη και φθάνοντας εκεί να βρούμε τον Δεσπότη, όπως εμείς φανήκαμε συγκαταβατικοί και ευσπλαχνικοί προς τους συνδούλους μας.
Αν, πάλι, μας φαίνεται τούτο βαρύ και φοβερό, ας το κάνουμε ελαφρύ και επιθυμητό και ας ανοίξουμε τις λαμπρές πύλες της παρρησίας ενώπιον του Θεού. Και αυτό που δεν μπορέσαμε να επιτύχουμε με την αποχή από τα αμαρτήματα, αυτό ας το επιτύχουμε με το να γίνουμε ήμεροι προς αυτούς που μας έφταιξαν, διότι τούτο δεν είναι ούτε βαρύ, ούτε δύσκολο. Ευεργετώντας τους εχθρούς μας, ας σοδιάσουμε πολύ έλεος για εμάς˙ διότι έτσι και στη ζωή αυτήν θα μας αγαπήσουν όλοι, και περισσότερο από όλους ο Θεός και θα μας αγαπήσει και θα μας στεφανώσει και θα μας αξιώσει των μελλοντικών αγαθών, τα οποία μακάρι όλοι να τα επιτύχουμε με την χάρη και την φιλανθρωπία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού στον οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμη στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..
ΟΜΙΛΙΑ Κ΄
«῞Οταν δὲ νηστεύητε, μὴ γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ σκυθρωποί· ἀφανίζουσι γὰρ τὰ πρόσωπα αὐτῶν ὅπως φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἀπέχουσι τὸν μισθὸν αὐτῶν (:Και όταν νηστεύετε, μη γίνεστε σκυθρωποί και περίλυποι σαν τους υποκριτές·διότι αυτοί αλλοιώνουν τα πρόσωπά τους και παίρνουν την όψη και την έκφραση ανθρώπου καταβεβλημένου από τις στερήσεις, για να φανούν στους ανθρώπους ότι νηστεύουν· Αληθινά σας λέω ότι πήραν ολοκληρωτικά την αμοιβή τους από τους επαίνους των ανθρώπων)»[Ματθ.6,16].
Αρμόζει να στενάξουμε εδώ πολύ και να θρηνήσουμε πικρά. Δεν μιμούμαστε μόνο τους υποκριτές αλλά και τους έχουμε ξεπεράσει· διότι γνωρίζω, γνωρίζω πολλούς που όχι μόνο νηστεύουν και κάνουν επίδειξη, αλλά και πολλούς άλλους που δεν νηστεύουν και λαμβάνουν εντούτοις το ύφος ανθρώπων που νηστεύουν και κάνουν έτσι απολογία χειρότερη από την αμαρτία. «Για να μη σκανδαλίσω», λέγει, «τους πολλούς, το κάνω αυτό». Μα τι είναι αυτό που λες; Είναι ο νόμος του Θεού που τα ορίζει αυτά και θυμήθηκες το σκάνδαλο; Και νομίζεις ότι σκανδαλίζεις, όταν τον τηρείς και αποσοβείς το σκάνδαλο, όταν τον παραβαίνεις; Μπορεί να υπάρξει χειρότερη ανοησία από αυτήν; Δεν θα σταματήσεις να γίνεσαι χειρότερος και από τους υποκριτές και να διπλασιάζεις την υποκρισία κατανοώντας τη μεγάλη υπερβολή της κακίας αυτής, δεν θα ντραπείς την έμφαση της διατυπώσεως;
Δεν είπε μόνο ότι υποκρίνονται, αλλά επειδή ήθελε να τους θίξει περισσότερο, λέγει: «Ἀφανίζουσι γὰρ τὰ πρόσωπα αὐτῶν(:διότι αυτοί αλλοιώνουν τα πρόσωπά τους)», τα χαλούν δηλαδή, τα καταστρέφουν. Και αν τούτο λέγεται αφανισμός του προσώπου, το να φαίνεται ωχρό για λόγους κενοδοξίας, τι θα μπορούσαμε να πούμε για τις γυναίκες εκείνες που παραμορφώνουν με σκόνες και βαφές τα πρόσωπά τους προς καταστροφή των ακόλαστων νέων; Διότι εκείνοι τον εαυτό τους μόνο βλάπτουν, ενώ αυτές και τον εαυτό τους και όσους τις βλέπουν. Πρέπει και τη μία και την άλλη βλάβη να αποφεύγουμε με όλη τη δύναμή μας.
«Σὺ δὲ νηστεύων ἄλειψαί σου τὴν κεφαλὴν καὶ τὸ πρόσωπόν σου νίψαι, ὅπως μὴ φανῇς τοῖς ἀνθρώποις νηστεύων, ἀλλὰ τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ (:Εσύ όμως όταν νηστεύεις, άλειψε το κεφάλι σου και νίψε το πρόσωπό σου, ώστε να φαίνεσαι χαρούμενος, και να μη φανείς στους ανθρώπους ότι νηστεύεις· αλλά η νηστεία σου να φανεί μόνο στον Πατέρα σου, που είναι βέβαια αόρατος, αλλά βρίσκεται παρών και στα πιο απόκρυφα μέρη)»[Ματθ.6,17-18].
Μας έχει δώσει εντολή όχι μόνο να μην επιδεικνυόμαστε, αλλά και να προσπαθούμε να παραμένουμε απαρατήρητοι, πράγμα που έκαμε και προηγουμένως. Και στη μεν περίπτωση της ελεημοσύνης δεν το έθεσε απλά, αλλά όταν είπε: «Προσέχετε τὴν ἐλεημοσύνην ὑμῶν μὴ ποιεῖν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων (:Προσέχετε να μην κάνετε την ελεημοσύνη σας μπροστά στους ανθρώπους)», πρόσθεσε: «πρὸς τὸ θεαθῆναι αὐτοῖς (:για να σας δουν και να σας θαυμάσουν)»[Ματθ.6,1]. Στην περίπτωση όμως της νηστείας και της προσευχής δεν όρισε τίποτα τέτοιο. Γιατί τάχα; Επειδή η ελεημοσύνη είναι αδύνατον να κρυφτεί ολότελα, είναι όμως δυνατόν να κρυφτεί η προσευχή και η νηστεία. Όπως λοιπόν όταν είπε: «Σοῦ δὲ ποιοῦντος ἐλεημοσύνην μὴ γνώτω ἡ ἀριστερά σου τί ποιεῖ ἡ δεξιά σου(:Εσύ όμως όταν κάνεις ελεημοσύνη, ας μη μάθει το αριστερό σου χέρι τι κάνει το δεξί σου)»[Ματθ.6,3], δεν εννοούσε τα χέρια, αλλά ότι πρέπει με προσοχή να περνάς απαρατήρητος από όλους.
Και όταν συμβούλευσε να αποσυρόμαστε για προσευχή στο ιδιαίτερο δωμάτιό μας, δεν όρισε αποκλειστικά ή κυρίως εκεί μόνο να προσευχόμαστε, αλλά υπονοούσε πάλι το ίδιο[βλ.Ματθ.6,6: «Σὺ δὲ ὅταν προσεύχῃ, εἴσελθε εἰς τὸν ταμιεῖόν σου, καὶ κλείσας τὴν θύραν σου πρόσευξαι τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ, καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ(:Εσύ όμως, αντίθετα, όταν πρόκειται να προσευχηθείς, μπες μέσα στο ιδιαίτερο δωμάτιό σου, κι αφού κλείσεις την πόρτα σου, κάνε την προσευχή σου στον Πατέρα σου που είναι αόρατος και κρυμμένος)»]. Έτσι και εδώ, η εντολή Του να αλειφόμαστε για να μην καταλάβουν οι άλλοι ότι νηστεύουμε, δεν έχει το νόημα να αλειφόμαστε οπωσδήποτε· διότι τότε θα βρεθούμε όλοι ότι παραβαίνουμε αυτόν τον νόμο και περισσότερο από όλους αυτοί που έκαναν κύριο έργο τους τη φύλαξή του, οι κοινότητες των μοναχών που κατέφυγαν ως ασκητές στα βουνά.
Δεν όρισε λοιπόν αυτό. Αλλά επειδή οι παλαιοί συνήθιζαν να αλείφονται σε κάθε ευχάριστο και χαρούμενο γεγονός- και αυτό μπορεί να το διαπιστώσει κανείς και στην εποχή του Δαβίδ και του Δανιήλ- είπε να αλειφόμαστε και εμείς, όχι για να το κάνουμε αυτό οπωσδήποτε, αλλά να φροντίζουμε με κάθε τρόπο και πολλή προσοχή να κρύπτουμε το πράγμα αυτό. Και για να μάθεις ότι έτσι είναι όταν Εκείνος παρουσίασε στην πράξη αυτό που όρισε με τον λόγο, και νήστεψε για σαράντα μέρες, παραμένοντας απαρατήρητος ούτε αλείφτηκε ούτε πλύθηκε. Ωστόσο και χωρίς να τα κάνει αυτά έφερε εις τέλος την άσκησή Του περισσότερο ακενόδοξα από κάθε άλλον.
Αυτό ακριβώς ορίζει και σε μας και με το να φέρει τους υποκριτές στη μέση και με το να αποτρέψει με διπλό παράγγελμα τους ακροατές Του. Και κάτι άλλο μας αφήνει να εννοήσουμε με το όνομα «υποκριτές». Όχι δηλαδή μόνο με το ότι το πράγμα είναι καταγέλαστο και προκαλεί ζημία εξαιρετική, αλλά και με το να παρουσιάσει ως εφήμερη την απάτη αυτήν, μας εμποδίζει από την πονηρή επιθυμία· διότι ο υποκριτής έως τότε φαίνεται λαμπρός, έως ότου τον παρακολουθούν οι θεατές· μάλλον ούτε και τότε δεν έχουν όλοι την ίδια γνώμη επειδή γνωρίζουν οι περισσότεροι ποιος είναι και ποιον υποκρίνεται. Όταν όμως τελειώσει η παράσταση, φανερώνεται σε όλους ξεκάθαρα. Αυτό λοιπόν είναι απόλυτη ανάγκη να το υπομείνουν οι κενόδοξοι. Και είναι εδώ φανερό στους περισσότερους ότι αυτοί δεν είναι ό,τι φαίνονται αλλά φορούν ένα προσωπείο μόνο. Θα συλληφθούν πολύ περισσότερο μετά τη ζωή αυτήν, οπότε παρουσιάζονται όλα γυμνά και ξεσκέπαστα.
Και με άλλον τρόπο πάλι τους απομακρύνει από τους υποκριτές, παρουσιάζοντας την εντολή Του ότι είναι ελαφρά. Δεν κάνει αυστηρότερη τη νηστεία, ούτε διατάζει να την παρουσιάσουμε μεγαλύτερη, αλλά να μη χάσουμε τον στέφανο από αυτήν. Ώστε αυτό που φαίνεται βαρύ είναι κοινό και για εμάς και για τους υποκριτές, επειδή νηστεύουν και αυτοί. Εκείνο όμως που είναι ελαφρύτερο, το να μη χάσουμε τον μισθό επειδή κουραστήκαμε, «αυτό είναι», μας λέγει, «που ορίζω». Δεν προσθέτει τίποτε στον κόπο μας, εξασφαλίζει όμως για χάρη μας τους μισθούς μας και δεν αφήνει να φύγουμε αστεφάνωτοι όπως εκείνοι: «Καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ(:Και ο Πατέρας σου που βλέπει στα κρυφά, θα σου αποδώσει την αμοιβή σου στα φανερά)»[Ματθ.6,18].Ούτε θέλουν να μιμηθούν αυτούς που αγωνίζονται στους Ολυμπιακούς αγώνες, οι οποίοι παρόλο που τους παρακολουθεί τόσο πλήθος και τόσοι άρχοντες, ένα μόνο επιδιώκουν να ικανοποιήσουν, αυτόν που θα βραβεύσει τη νίκη τους, και ας είναι πολύ κατώτερος. Και εσύ που έχεις διπλή αιτία να παρουσιάσεις σε εκείνον την νίκη σου, διότι και ο βραβευτής είναι αυτός και ασύγκριτα υπερέχει από όλους όσοι κάθονται στο θέατρο, κάνεις επίδειξη της αρετής σου σε άλλους που όχι μόνο δεν σε ωφελούν, αλλά και σου προξενούν υπερβολική ζημία.
«Αλλά», λέγει, «και τούτο δεν σου το αποκλείω. Αν θέλεις να επιδειχτείς και στους ανθρώπους, περίμενε, και Εγώ θα σου το παραχωρήσω και τούτο πιο απλόχερα και με περισσότερο κέρδος. Σε αποσπά τώρα αυτό από τη δόξα μου, όπως σε συνδέει η περιφρόνησή τους. Τότε θα τα απολαύσεις όλα με κάθε ελευθερία. Αλλά και πριν από αυτά δεν θα είναι μικρή η ωφέλειά σου και εδώ να καταπατήσεις όλη τη δόξα των ανθρώπων, να ελευθερωθείς από τη βαριά ανθρώπινη δουλεία και να γίνεις γνήσιος εργάτης της αρετής. Επειδή με τέτοιου είδους αντιλήψεις, αν βρεθείς στην έρημο, θα γίνεις έρημος από κάθε αρετή, αφού δεν θα έχεις θεατές».
Αυτό όμως το κάνει ένας που υβρίζει την ίδια την αρετή, αν όχι γι’ αυτήν, αλλά πρόκειται να την ασκήσεις για τον σχοινοπλέχτη και τον σιδηρουργό και το πλήθος των ανθρώπων της αγοράς, για να σε θαυμάσουν οι κακοί και οι απομακρυσμένοι από αυτήν. Και καλείς τους εχθρούς της να σε δουν και να σε θαυμάσουν. Είναι το ίδιο να προτιμά κανείς τη σωφροσύνη όχι για την αξία της σωφροσύνης, αλλά για να την επιδείξει σε όσους ζουν με εταίρες. Και εσύ λοιπόν δεν θα προτιμούσες την αρετή, παρά μόνο για τους εχθρούς της. Αξίζει και από αυτό να τη θαυμάσει κανείς, επειδή την επαινούν και οι εχθροί της. Πρέπει όμως να τη θαυμάζουμε όχι για τους άλλους, αλλά γι’ αυτήν την ίδια. Επειδή και εμείς θεωρούμε προσβολή να μη μας αγαπούν για τον εαυτό μας, αλλά χάρη στους άλλους.
Να σκέπτεσαι το ίδιο και για την αρετή. Μην την επιδιώκεις προς χάριν των άλλων, μήτε να υπακούς στον Θεό για χάρη των ανθρώπων, αλλά στους ανθρώπους για χάρη του Θεού. Αν κάνεις το αντίθετο, ακόμη και αν νομίζεις ότι επιδιώκεις την αρετή, Τον ερεθίζεις όμοια με εκείνον που δεν την επιδιώκει· διότι όπως εκείνος παράκουσε με το να μην πράξει, έτσι και εσύ με το να πράξεις παράνομα.
«Μὴ θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπου σὴς καὶ βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται διαρύσσουσι καὶ κλέπτουσι· θησαυρίζετε δὲ ὑμῖν θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σὴς οὔτε βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν· ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν(:Μη συσσωρεύετε για τον εαυτό σας θησαυρούς πάνω στη γη, όπου ο σκόρος και η φθορά της σαπίλας ή της σκουριάς αφανίζουν τα αποθηκευμένα είδη του πλούτου και όπου οι κλέφτες τρυπούν τους τοίχους των θησαυροφυλακίων και τα κλέβουν. Μαζεύετε για τον εαυτό σας θησαυρούς στον ουρανό, όπου ούτε ο σκόρος ούτε η σαπίλα και η σκουριά αφανίζουν τους αποθηκευμένους θησαυρούς σας και όπου οι κλέφτες δεν τρυπούν τους τοίχους των θησαυροφυλακίων σας, ούτε κλέβουν. Πρέπει λοιπόν να θησαυρίζετε θησαυρούς στον ουρανό, για να είναι και η καρδιά σας προσκολλημένη στον Θεό και στα ουράνια˙διότι εκεί όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί θα είναι και η καρδιά σας)»[Ματθ.6,19-21].
[…]Αφού έβγαλε από την ψυχή μας το νόσημα της κενοδοξίας, στην κατάλληλη στιγμή πλέον ομιλεί και περί ακτημοσύνης˙διότι τίποτε δεν προετοιμάζει τόσο τον άνθρωπο στην αγάπη των χρημάτων, όσο ο έρως της κενοδοξίας: για τη δόξα οι άνθρωποι επινοούν και τις αγέλες των δούλων, και το πλήθος των ευνούχων, και τα χρυσοστόλιστα άλογα και τα αργυρά τραπέζια και τα άλλα που είναι περισσότερο ακόμη καταγέλαστα· όχι βέβαια για να ικανοποιήσουν κάποια ανάγκη, ούτε για να απολαύσουν κάποια ηδονή, αλλά για να επιδειχθούν στους πολλούς.
Πιο πάνω βέβαια έλεγε μόνο ότι πρέπει να ελεούμε, εδώ όμως υποδεικνύει και πόσο πρέπει να δίδουμε, όταν λέγει: «Μη θησαυρίζετε». Επειδή δεν ήταν δυνατόν να παρουσιάσει από την αρχή όλο μαζί τον λόγο για την περιφρόνηση των χρημάτων, καθόσον είναι τυραννική η κυριαρχία του πάθους, αφού τον χώρισε σε μέρη και τον ελευθέρωσε από αυτήν, τον σταλάζει στην ψυχή των ακροατών Του, ώστε να γίνει εύκολα παραδεκτός. Για τον λόγο αυτό έλεγε πρώτα, «Μακάριοι οι ελεήμονες» και έπειτα «Ἴσθι εὐνοῶν τῷ ἀντιδίκῳ σου ταχὺ ἕως ὅτου εἶ ἐν τῇ ὁδῷ μετ᾿ αὐτοῦ(:Να είσαι συμβιβαστικός και να έχεις συμφιλιωτικές διαθέσεις απέναντι στον δανειστή με τον οποίο βρίσκεσαι σε δίκη)»[Ματθ.5,25]. Και στη συνέχεια: «Καὶ τῷ θέλοντί σοι κριθῆναι καὶ τὸν χιτῶνά σου λαβεῖν, ἄφες αὐτῷ καὶ τὸ ἱμάτιον(:Και σε εκείνον που θέλει να κάνει δίκη μαζί σου και να σου πάρει το πουκάμισο, άφησέ του και το πανωφόρι σου)»[Ματθ.5,40]. Εδώ όμως είπε το μεγαλύτερο από όλα. Εκεί είχε πει: «Αν δεις να πλησιάζει δικαστικός αγώνας, να κάνεις τούτο: αντί να το κρατήσεις με φιλονικία, καλύτερα να αποφύγεις τη διαμάχη και ας μην το έχεις». Αλλά εδώ χωρίς να παρουσιάζει ούτε αντίδικο, ούτε κατηγορούμενο, ούτε να μνημονεύει κάποιον άλλο σχετικό, μας συμβουλεύει την ίδια την περιφρόνηση των χρημάτων, και μας δείχνει ότι θέτει αυτόν τον νόμο όχι τόσο για αυτούς που ευεργετούνται, όσο για αυτόν που ευεργετεί. Ώστε και αν ακόμη δεν υπάρχει κανείς να μας αδικεί ή να μας σέρνει στο δικαστήριο, ακόμη και έτσι να περιφρονούμε τα υπάρχοντά μας και να τα μοιράζουμε σε όσους έχουν ανάγκη.
Και εδώ όμως δεν έθεσε τον νόμο στο σύνολό του, αλλά και τώρα σιγά σιγά προχωρεί, μολονότι παρουσίασε τους αγώνες Του ενάντια σε αυτά στην έρημο με πολλή την υπερβάλλουσα σημασία. Ούτε όμως το αναφέρει, ούτε το εξιστορεί· δεν ήταν ακόμη καιρός να το φανερώσει. Μέχρι τώρα εξετάζει σκέψεις, και λαμβάνει περισσότερο την θέση συμβούλου στους λόγους αυτούς και όχι νομοθέτου. Αφού λοιπόν είπε «Μη θησαυρίζετε επάνω στη γη», πρόσθεσε «όπου το σαράκι και το σκουλήκι αφανίζουν και όπου οι κλέπτες ανοίγουν και κλέπτουν». Παρουσίασε και του εδώ «θησαυρού» τη βλάβη και του εκεί την ωφέλεια και από τον τόπο και από τους καταστροφείς τους.
Δεν σταματά όμως μέχρις εδώ, αλλά προσθέτει και άλλη σκέψη. Πρώτα, στηρίζει την προτροπή Του σε εκείνα που φοβούνται. «Τι φοβάσαι;» λέγει. «Μήπως ξοδευθούν τα χρήματά σου ,όταν δώσεις ελεημοσύνη; Δώσε λοιπόν ελεημοσύνη και τότε ακριβώς δεν θα ξοδευθούν.» Και το μεγαλύτερο βέβαια είναι ότι όχι μόνο δεν θα ξοδευθούν, αλλά και προσθήκη μεγαλύτερη θα λάβουν καθόσον προστίθενται σε αυτά και τα ουράνια αγαθά. Δεν το λέγει όμως αυτό από την αρχή· το προσθέτει έπειτα.
Μέχρι τώρα ό, τι μπορούσε να αποτελέσει για αυτούς τη μεγαλύτερη προτροπή αυτό φέρει στο κέντρο, το ότι ο θησαυρός τους παραμένει άθικτος και τους προσελκύει με δύο σκέψεις. Δεν είπε δηλαδή μόνο ότι διατηρείται ο θησαυρός μονάχα αν δώσει κανείς ελεημοσύνη, αλλά διατύπωσε και την αντίθετη απειλή: αν δεν δώσεις, χάνεται. Πρόσεξε την απερίγραπτη σοφία Του. Διότι δεν είπε: «Αφήνεις τα πλούτη σου σε άλλους», επειδή και τούτο ευχαριστεί τους ανθρώπους. Τους εκφοβίζει και από άλλη άποψη, δείχνοντας ότι δεν το επιτυγχάνουν μήτε αυτό· διότι και εάν δεν αδικήσουν άνθρωπο, υπάρχουν οπωσδήποτε αυτοί που αδικούν, το σαράκι και το σκουλήκι˙ διότι μολονότι η φθορά που προκαλούν αυτά φαίνεται ότι είναι δυνατόν εύκολα να αντιμετωπιστεί, στην πραγματικότητα είναι ακαταμάχητη και ασυγκράτητη. Και οτιδήποτε μηχανευθείς, δεν θα επιτύχεις να αναχαιτίσεις τη ζημία που προκαλούν.
Τι λοιπόν; Το σαράκι αφανίζει το χρυσάφι; Όχι βέβαια το σαράκι, οπωσδήποτε όμως οι κλέφτες. Και έπεσαν όλοι θύματα κλοπής; Αν όχι όλοι, οπωσδήποτε έπεσαν οι περισσότεροι. Για τον λόγο αυτό προσθέτει, όπως είπα προ ολίγου και άλλη σκέψη· «ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν(:πρέπει λοιπόν να θησαυρίζετε θησαυρούς στον ουρανό, για να είναι και η καρδιά σας προσκολλημένη στον Θεό και στα ουράνια˙ διότι εκεί όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί θα είναι και η καρδιά σας)»[Ματθ.6,21]. Ακόμη και τίποτε από αυτά να μη γίνει, δεν θα υποστείς μικρή βλάβη να είσαι προσηλωμένος στα κάτω, να γίνεις δούλος από ελεύθερος που είσαι, να χάσεις τα ουράνια, τίποτε από τα υψηλά να μην μπορείς να εννοήσεις, αλλά να τα βλέπεις όλα σαν χρήματα και τόκους και δάνεια και κέρδη και ανελεύθερες συναλλαγές. Υπάρχει μεγαλύτερη αθλιότητα από αυτήν; Διότι ο άνθρωπος αυτό είναι χειρότερος από κάθε ανδράποδο, είναι δούλος στη χειρότερη τυραννία και έχει προδώσει το σημαντικότερο από όλα, την ευγένεια του ανθρώπου και την ελευθερία. Όσα και να σου λέγει κανείς, όταν ο νους σου είναι προσηλωμένος στα χρήματα, τίποτε δε θα μπορέσεις να ακούσεις από όσα σου αρμόζουν. Αλλά σαν το σκυλί δεμένο σε τάφο με τη βαρύτερη αλυσίδα, την τυραννία των χρημάτων, θα γαυγίζεις όλους όσους πλησιάζουν και θα έχεις τούτο μόνο το αδιάκοπο έργο, να φυλάγεις για άλλους τον θησαυρό. Υπάρχει μεγαλύτερη αθλιότητα από αυτό;
Επειδή όμως τούτο ήταν ανώτερο από την αντιληπτική ικανότητα των ακροατών του και δεν ήταν εύκολο στους πολλούς να δουν με μία ματιά τη βλάβη και δεν ήταν και το κέρδος φανερό, αλλά χρειαζόταν μία πιο πνευματική διάθεση για να διακρίνουν το ένα από το άλλο, το έθεσε τούτο έπειτα από τα φανερά εκείνα λέγοντας· «όπου βρίσκεται ο θησαυρός του ανθρώπου εκεί είναι και η καρδιά του». Και τούτο πάλι το αποσαφηνίζει, οδηγώντας τον λόγο από τα νοητά στα αισθητά και λέγοντας· «Ὁ λύχνος τοῦ σώματός ἐστιν ὁ ὀφθαλμός(: Και δεν είναι μικρή συμφορά να κολλήσει ο νους και η καρδιά σας στα γήινα και τα μάταια. Για να το καταλάβετε αυτό, σας φέρνω μία εικόνα: Το λυχνάρι που δίνει φως στο σώμα είναι το μάτι˙ και το λυχνάρι που φωτίζει την ψυχή είναι ο νους)»[Ματθ.6,22]. Η σημασία δε αυτού που λέγει είναι η εξής: «Μην κρύψεις τον χρυσό μέσα στη γη, ούτε κάτι άλλο από τα παρόμοια, διότι τα συγκεντρώνεις αυτά για το σαράκι και το σκουλήκι και για τους κλέφτες. Εάν δε και αυτές τις βλάβες τις αποφύγεις δεν θα διαφύγεις την υποδούλωση της καρδιάς σου και την προσήλωσή σου σε όλα τα επίγεια»˙ «ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν(:διότι εκεί όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί θα είναι και η καρδιά σας)».
Έτσι λοιπόν αν τον αποθέσεις στον ουρανό, δεν καρπούσαι μόνον αυτό, το να λάβεις δηλαδή τα έπαθλα γι’ αυτά, αλλά λαμβάνεις ήδη και εδώ τον μισθό, που τον μεταφέρεις εκεί,με το να μεταφέρεσαι νοερώς στον ουρανό, να σκέπτεσαι συνεχώς τα εκεί υπάρχοντα και να φροντίζεις διαρκώς για αυτά· διότι όπου απέθεσες τον θησαυρό, είναι φανερό ότι εκεί έχεις και τη σκέψη σου. Ώστε εάν αυτό το κάνεις στη γη, θα πάθεις τα αντίθετα. Εάν δε αυτό που ειπώθηκε σου είναι ασαφές, άκουσε τα εξής: «Ὁ λύχνος τοῦ σώματός ἐστιν ὁ ὀφθαλμός· ἐὰν οὖν ὁ ὀφθαλμός σου ἁπλοῦς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου φωτεινόν ἔσται· ἐὰν δὲ ὁ ὀφθαλμός σου πονηρὸς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου σκοτεινὸν ἔσται. εἰ οὖν τὸ φῶς τὸ ἐν σοὶ σκότος ἐστί, τὸ σκότος πόσον;(:Ο λύχνος του σώματος είναι το μάτι. Αν το μάτι σου είναι υγιές, όλο το σώμα σου θα είναι γεμάτο φως, σαν να ήταν ολόκληρο το σώμα σου μάτι. Έτσι θα φωτίζεται και η ψυχή σου εάν ο νους σου και η καρδιά σου δεν έχουν τυφλωθεί από τη φιλαργυρία και από την προσκόλληση στα μάταια. Εάν όμως το μάτι σου είναι βλαμμένο και τυφλωμένο, όλο το σώμα σου θα είναι βυθισμένο στο σκοτάδι. Εάν λοιπόν εκείνο που σου δόθηκε για να σου μεταδίδει φως, γίνει σκοτάδι, σε πόσο σκοτάδι θα βυθιστείς; Κάτι ανάλογο θα συμβεί εάν και ο νους σκοτιστεί από την προσκόλληση στον πλούτο. Σε πόσο ηθικό σκοτάδι θα βυθιστεί τότε η ψυχή σου;)»[Ματθ.6,22-23].
Στρέφει τον λόγο στα περισσότερο αισθητά. Επειδή δηλαδή ανέφερε τη διάνοια, ότι καταδουλώνεται και αιχμαλωτίζεται και αυτό δεν μπορούν να το δουν πολλοί αμέσως, μεταθέτει τη διδασκαλία Του στα εξωτερικά που βρίσκονται μπροστά στα μάτια τους, ώστε από αυτά να κατανοήσουν και εκείνα. Αν όμως δεν γνωρίζεις, λέγει, τι τέλος πάντων είναι «βλάβη του νου», κατανόησέ το αυτό από τα σωματικά. Ό,τι δηλαδή είναι για το σώμα το μάτι, αυτό είναι ο νους για την ψυχή. Ασφαλώς λοιπόν δεν θα προτιμούσες να φορείς χρυσά και να είσαι ενδεδυμένος με ρούχα μεταξωτά, και να είναι χαλασμένα τα μάτια σου, αλλά θεωρείς την υγεία των ματιών σου πιο ποθητή από όλα αυτά˙ διότι αν την καταστρέψεις και τη χαλάσεις, δεν σε ωφελεί πλέον να ζεις, διότι όπως με την τύφλωση των ματιών χάνεται το μεγαλύτερο ποσοστό της ενεργητικότητας των άλλων μελών, όταν σβήσει για αυτά το φως, έτσι και όταν καταστραφεί ο νους σου, η ζωή σου θα γεμίσει από μύρια δεινά. Όπως λοιπόν στη φροντίδα του σώματος θέτουμε αυτόν τον σκοπό, να έχουμε τα μάτια μας γερά, έτσι και στην ψυχή σκοπούμε να έχουμε υγιή τον νου. Αν τραυματίσουμε αυτό που οφείλει και στα άλλα να παρέχει το φως, πώς θα μπορέσουμε αν δούμε; Όπως αυτός που φράζει την πηγή, ξηραίνει τον ποταμό, έτσι και όποιος αφανίζει τον νου του, θολώνει όλη τη δραστηριότητά του στη ζωή αυτή. Για τον λόγο αυτόν λέγει: «Αν το δικό σου φως είναι σκοτάδι, το σκοτάδι πόσο είναι;». Όταν ο κυβερνήτης βουλιάξει και σβήσει το λυχνάρι και ο αρχηγός αιχμαλωτισθεί, ποια ελπίδα απομένει στους υπηκόους;
Για τούτον ακριβώς τον λόγο, λοιπόν, αφού άφησε να αναφέρει τώρα τους κινδύνους, τον φθόνο τις φιλονικίες, τις δίκες, που προκαλούνται εξαιτίας του πλούτου (βέβαια έκανε υπαινιγμό παραπάνω όταν είπε· «Θα σε παραδώσει ο αντίδικος στον κριτή και ο κριτής στον δεσμοφύλακα»[Ματθ.5,25] με το να αναφέρει τα βαρύτερα και χειρότερα περιστατικά, που συμβαίνουν, απομακρύνει με τον τρόπο αυτόν από την πονηρή επιθυμία. Πραγματικά είναι πολύ φοβερότερο να υποδουλωθεί ο νους σου σε αυτό το πάθος παρά να κλεισθείς στη φυλακή. Και το μεν τελευταίο δεν συμβαίνει συχνά, το πρώτο όμως έχει συνδεθεί με την επιθυμία των χρημάτων. Για τον λόγο αυτό θέτει την υποδούλωση του νου, επειδή ένα βαρύτερο κακό, μετά τη φυλάκιση, που οπωσδήποτε βέβαια συμβαίνει. «Ο Θεός», λέγει, «μας έδωσε νου, για να διαλύσουμε την άγνοιά μας και να σχηματίσουμε ορθή κρίση για τα πράγματα κι ακόμη να μείνουμε ασφαλισμένοι έναντι όσων μας λυπούν και μας βλάπτουν χρησιμοποιώντας αυτόν ως κάποιο όπλο και φως».
Εμείς όμως σπαταλούμε το χάρισμα σε περιττά και ανώφελα. Τι ωφελούν οι χρυσοντυμένοι στρατιώτες, όταν ο στρατηγός σύρεται στην αιχμαλωσία; Ποιο το κέρδος από το στολισμένο πλοίο, όταν ο κυβερνήτης καταποντισθεί; Και τι αξία έχει το τέλειο σώμα, όταν από τα μάτια αποκοπεί η όραση; Δηλαδή, όπως ακριβώς ο γιατρός που οφείλει να παραμένει υγιής για να θεραπεύει τις ασθένειες, εάν κάποιος, αφού τον κάνει να ασθενήσει, ορίσει έπειτα να είναι ξαπλωμένος ως ασθενής σε ασημένιο κρεβάτι και χρυσό θάλαμο, δε θα προσφέρει καμία ωφέλεια στους υπόλοιπους αρρώστους, κατά όμοιο τρόπο αν, αφού καταστρέψεις τον νου που έχει τη δύναμη να θεραπεύει τα πάθη, καθίσεις δίπλα στον θησαυρό σου, όχι μόνο δεν θα έχεις καμία ωφέλεια, αλλά θα πάθεις μεγίστη ζημία και την ψυχή σου ολόκληρη θα βλάψεις.
Είδες πως διαμέσου εκείνων με τα οποία οι άνθρωποι επιθυμούν σε κάθε περίπτωση την πονηρία, με αυτά τους απομακρύνει από αυτήν και τους επαναφέρει στην αρετή; Για ποιο λόγο, ρωτάει , επιθυμείς τα χρήματα; Όχι για να χαρείς την ηδονή και την απόλαυση; Αυτό ακριβώς δεν θα το δοκιμάσεις με τον τρόπο αυτόν, αλλά με τον εντελώς αντίθετο. Αν με τη στέρηση των ματιών δεν αισθανόμαστε κανένα από τα ευχάριστα εξαιτίας αυτής της συμφοράς μας, παθαίνουμε το ίδιο σε μεγαλύτερο βαθμό εξαιτίας της διαστροφής και της αναπηρίας του νου.
Και για ποιο λόγο τα κρύβεις στη γη; Για να φυλάγονται με ασφάλεια; Και εδώ, λέγει, συμβαίνει το αντίθετο. «Για ποιον λόγο», λέγει, «προσεύχεσαι και ελεείς; Επιθυμείς τη δόξα των ανθρώπων; Μην προσεύχεσαι λοιπόν γι’ αυτήν και θα την έχεις κατά την ημέρα της κρίσεως». Όπως λοιπόν εκείνον που νηστεύει και ελεεί και προσεύχεται για λόγους κενοδοξίας, τον οδηγεί στην έλλειψη κενοδοξίας χρησιμοποιώντας την ίδια την επιθυμία του, ομοίως και τον φιλάργυρο τον αποσπά με όσα ακριβώς τράβηξαν την επιθυμία του. «Τι θέλεις;» , του λέγει. «Να φυλάσσονται τα χρήματά σου και να απολαύσεις την ηδονή; Θα σου τα δώσω και τα δύο με μεγάλη αφθονία, αν καταθέσεις το χρυσάφι σου όπου σου ορίζω».
Στα επόμενα έδειξε σαφέστερα τη βλάβη του νου που προέρχεται από αυτά, όταν μνημόνευσε τα αγκάθια. Προ ολίγου και εδώ δεν έκανε αυτόν τον υπαινιγμό τυχαία, παρουσιάζοντας ότι είναι σκοτισμένος όποιος έχει αυτή τη μανία. Και όπως όσοι βαδίζουν στα σκοτεινά δεν βλέπουν τίποτε με σαφήνεια, αλλά το σχοινί το νομίζουν φίδι και αν δουν βουνά και φαράγγια πεθαίνουν από τον φόβο, έτσι και αυτοί υποψιάζονται τα μη φοβερά για όσους βλέπουν. Τρέμουν τη φτώχεια και όχι μόνο αυτήν, αλλά και τη ζημία που θα τύχαινε να τους συμβεί. Αν στερηθούν κάτι ασήμαντο, θρηνούν και υποφέρουν περισσότερο από όσους στερούνται την απαραίτητη τροφή. Πολλοί από τους πλούσιους έφθασαν στην αγχόνη, επειδή δεν μπόρεσαν να αντέξουν τις κακές αυτές ημέρες. Αλλά και την προσβολή και την κακομεταχείριση τόσο ανυπόφορα τα θεωρούν, ώστε πολλοί και γι’ αυτήν την αιτία αποσπάστηκαν από τη ζωή.
Σε όλα, εκτός από τη διακονία του, τους έκανε ο πλούτος μαλακούς. Όταν διατάζει να του δουλεύουν, δεν δειλιάζουν ούτε μπροστά στο φόνο, ούτε στα μαστίγια, ούτε στις κατηγορίες, ούτε σε κάθε εξευτελισμό. Τούτο αποτελεί εσχάτη αθλιότητα, να δειλιάζεις περισσότερο από όλους όπου πρέπει να δείχνεις γενναιότητα· και εκεί που πρέπει να είσαι πιο προσεκτικός, να γίνεσαι αναιδέστερος και θρασύτερος. Αυτοί εδώ παθαίνουν ό, τι και αυτός που σπαταλά την περιουσία του εκεί που δεν πρέπει. Αυτός όταν φθάσει ο καιρός για τη δαπάνη που πρέπει να γίνει, επειδή δεν έχει τι να δώσει, υποφέρει αθεράπευτα δεινά, αφού έχει ξοδέψει κακώς πριν της ώρας τους τα δικά του.
Και όπως αυτοί που ασχολούνται με τις πονηρές εκείνες τέχνες επάνω στη σκηνή, υπομένουν ένα πλήθος από επικίνδυνους και περίεργες ασκήσεις, ενώ σε εργασίες χρήσιμες και απαραίτητες είναι από όλους πιο καταγέλαστοι, έτσι και αυτοί εδώ˙διότι αυτοί που βαδίζουν πάνω στο τεντωμένο σχοινί επιδεικνύοντας τόσο θάρρος, αν κάτι από τα αναπόφευκτα της ζωής απαιτήσει τόλμη και θάρρος, ούτε να το εννοήσουν κάτι τέτοιο μπορούν, ούτε να το ανεχθούν. Έτσι και εκείνοι που πλουτούν, ενώ τολμούν τα πάντα για τα χρήματα, για την πνευματική ζωή ούτε μικρό ούτε μεγάλο δεν θέλουν να υπομείνουν. Και όπως εκείνοι ασκούν κάτι και επικίνδυνο και ανώφελο, έτσι και αυτοί υπομένουν πολλούς κινδύνους και πολλές κακοτοπιές, δεν καταλήγουν όμως σε τέλος καλό και υπομένουν διπλό σκότος και από τη διαστροφή του νου τυφλωμένοι και από την απατηλή θολούρα των φροντίδων τυλιγμένοι. Για τον λόγο αυτό, ούτε να διακρίνουν εύκολα κάτι δεν μπορούν˙ διότι όποιος βρίσκεται στα σκοτεινά, μόνο όταν φανεί ο ήλιος ελευθερώνεται από το σκοτάδι. Όποιος όμως έχει χαλασμένα μάτια, δεν βλέπει ούτε όταν φανεί ο ήλιος. Αυτό ακριβώς έπαθαν και αυτοί εδώ. Δεν αντιλαμβάνονται μήτε τον Ήλιο της Δικαιοσύνης που έλαμψε και τους καλεί, επειδή ο πλούτος τους έκλεισε τα μάτια. Για τον λόγο αυτό και υπομένουν διπλό σκότος· το ένα από τον εαυτό τους, το άλλο επειδή δεν προσέχουν τον Διδάσκαλο. Ας Τον παρακολουθούμε λοιπόν με προσοχή, για να ξαναβρούμε τέλος κάποτε το φως μας.
Και πώς είναι δυνατόν να ξαναδείς; Αν μάθεις πως τυφλώθηκες. Και πώς λοιπόν τυφλώθηκες; Από την πονηρή επιθυμία βεβαίως. Διότι, όπως σε μάτι καθαρό, έρχεται, ως υγρό ερεθιστικό, η επιθυμία των χρημάτων και δημιουργεί πυκνό νέφος. Αλλά είναι εύκολο και να σπάσει και να διαλυθεί το νέφος τούτο, αν δεχθούμε την ακτίνα από τη διδασκαλία του Χριστού. Αν ακούσουμε τις συμβουλές και τους λόγους Του· «Μη θησαυρίζετε για τον εαυτό σας θησαυρούς επάνω στη γη».
«Και τι θα κερδίσω από την ακρόαση», θα ρωτήσει κάποιος, «όταν με κατέχει η επιθυμία;». Αλλά ακριβώς η συνεχής ακρόαση μπορεί να εξαλείψει και την επιθυμία. Και αν επιμένεις να κυριαρχείσαι από αυτήν, κατανόησε ότι δεν πρόκειται για επιθυμία. Τι είδους επιθυμία είναι να βρίσκεσαι σε σκληρή δουλεία, να είσαι κάτω από τυραννικό ζυγό, κλεισμένος πίσω από τους τοίχους μιας φυλακής, να ζεις στο σκοτάδι, να είσαι γεμάτος από ταραχή, να υπομένεις ανώφελους κόπους, να φυλάττεις τα χρήματα για άλλους και συχνά και για τους εχθρούς; Σε ποιου είδους επιθυμία ταιριάζουν αυτά; Ποια φυγή ή δρόμο δεν αξίζουν αυτά; Τι είδους επιθυμία είναι αυτή, να εμπιστεύεσαι τον θησαυρό σου στους κλέπτες; Αν επιθυμείς τα χρήματά σου στο σύνολό τους, τοποθέτησέ τα όπου μπορούν να μείνουν ασφαλισμένα και απείρακτα˙διότι αυτά που κάνεις τώρα δεν δείχνουν άνθρωπο που επιθυμεί χρήματα, αλλά μαρτυρούν δουλεία, επιβουλή, ζημία, αγωνία αδιάκοπη.
Εσύ όμως αν κάποιος σου δείξει ένα μέρος απαραβίαστο επάνω στη γη, και αν σε φέρει στην ίδια την έρημο υποσχόμενος την ασφαλισμένη φύλαξη των χρημάτων σου, ούτε διστάζεις ούτε επιφυλάσσεσαι, αλλά δείχνεις εμπιστοσύνη και μεταφέρεις εκεί τα χρήματά σου. Όταν όμως σου υπόσχεται το ίδιο ο Θεός και όχι κάποιος άνθρωπος και σου προτείνει όχι την έρημο αλλά τον ουρανό, πράττεις τα αντίθετα. Και όμως, αν χίλιες φορές αυτά είναι ασφαλισμένα εδώ κάτω, ποτέ δεν θα μπορέσεις να ελευθερωθείς από τη φροντίδα. Και αν ακόμα δεν τα χάσεις, δεν θα ελευθερωθείς ποτέ από την αγωνία μήπως τα χάσεις Εκεί όμως δεν θα υποφέρεις τίποτε από αυτά. Και επιπλέον θα ωφεληθείς, διότι δεν κρύβεις μόνο το χρυσάφι σου, αλλά και το σπείρεις. Το ίδιο γίνεται θησαυρός και σπόρος και κάτι περισσότερο από τα δύο˙διότι ο σπόρος δεν κρατεί για πάντοτε, ενώ τούτο μένει παντοτινά. Και ο θησαυρός δεν βλαστάνει, ενώ αυτό σου δίδει καρπούς αθανάτους.
Και αν μου προβάλλεις τον χρόνο και την αναβολή της ανταποδόσεως, μπορώ και εγώ να σου δείξω και να σου πω, πόσα και εδώ κερδίζεις. Χωριστά όμως από αυτά θα προσπαθήσω να σου αποδείξω και από αυτές τις βιοτικές φροντίδες ότι αυτά αποτελούν προφάσεις μάταιες. Πολλά στη ζωή αυτή δημιουργείς, που δεν πρόκειται να τα χαρείς ο ίδιος. Και αν σε κατηγορήσει κανείς, προβάλλεις τα παιδιά σου και τα παιδιά των παιδιών σου και νομίζεις ότι ανακάλυψες ικανοποιητική δικαιολογία για περιττούς κόπους. Όταν στα έσχατα γηρατειά σου κτίζεις σπίτια μεγαλόπρεπα, που προτού τελειώσουν, θα έχεις εσύ πολλές φορές αναχωρήσει, και όταν φυτεύεις δένδρα, που μετά από χρόνο πολύ θα σου δώσουν καρπό, και όταν αγοράζεις περιουσίες και κτήματα, που θα αποκτήσεις την κυριότητά τους έπειτα από πολύ διάστημα, και όταν πολλά άλλα παρόμοια δημιουργείς, που δεν θα δοκιμάσεις εσύ τη χαρά τους, τα ετοιμάζεις τάχα για τον εαυτό σου ή για τους άλλους; Δεν είναι λοιπόν εσχάτη ανοησία να μη στενοχωρείσαι καθόλου εδώ για την αργοπορία του χρόνου, τη στιγμή μάλιστα που από την αργοπορία αυτή θα χάσεις όλη την αμοιβή σου, για την εκεί όμως καθυστέρηση να αδρανείς, τη στιγμή που αυτή σου δίδει μεγαλύτερο κέρδος και δεν προορίζει σε άλλους τα αγαθά, αλλά φέρει τις απολαβές σε εσένα;
Εκτός από αυτά και η αναβολή δεν είναι και πολλή. Τα πράγματα έχουν πλησιάσει πολύ και δεν γνωρίζουμε μήπως και στη δική μας γενιά πάρει τέλος η ζωή αυτή και φθάσει η φοβερή εκείνη ημέρα, που θα μας παρουσιάσει το φρικτό και αδέκαστο δικαστήριο. Τα περισσότερα σημεία έχουν πραγματοποιηθεί και το Ευαγγέλιο έχει κηρυχθεί σε όλα τα μέρη του κόσμου και οι πόλεμοι και οι σεισμοί και οι λιμοί έχουν γίνει και η απόσταση πια δεν είναι μεγάλη. Δεν βλέπεις τα σημεία; Αυτό ακριβώς είναι το μεγαλύτερο σημείο. Ούτε οι επί Νώε δεν είχαν διακρίνει τα προμηνύματα της καταστροφής εκείνης, αλλά ενώ έπαιζαν και έτρωγαν και νυμφεύονταν και έπρατταν όλα τα συνηθισμένα της ζωής, τους βρήκε η φοβερή εκείνη τιμωρία. Τα ίδια και στα Σόδομα: ενώ διασκέδαζαν και δεν υποψιάζονταν τίποτε, κεραυνοβολήθηκαν από τους κεραυνούς που έπεσαν.
Αυτά ας έχουμε στον νου μας και ας κατευθύνουμε τον εαυτό μας στην προετοιμασία της αποδημίας μας από εδώ. Διότι και αν ακόμη δεν φθάσει ποτέ η κοινή ημέρα της συντέλειας, το τέλος του καθενός μας είναι πλησίον, είτε γέροντας είναι είτε νέος. Και δεν μπορούμε, όταν φύγουμε από εδώ, ούτε λάδι πια να αγοράσουμε, ούτε να παρακαλέσουμε και να λάβουμε συγνώμη, είτε ο Αβραάμ μεσολαβήσει, είτε ο Νώε, ο Ιώβ ή ο Δανιήλ. Έως ότου λοιπόν έχουμε καιρό, ας ετοιμάσουμε για τον εαυτό μας από τώρα για τότε την παρρησία μας πολλή, ας συγκεντρώσουμε τα πάντα στον ουρανό, για να τα απολαύσουμε την κατάλληλη ώρα και όταν τα χρειαζόμαστε, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δύναμις και η δόξα και τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
· Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλίες ΙΘ΄και Κ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1978, τόμος 9, σελίδες 685-727.
· Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 64, σελ. 81-92.
· Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
· Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
· http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm