Κατηγορούν οι άνθρωποι το Ευαγγέλιο, χωρίς να το έχουν καν διαβάσει. Απορρίπτουν τον Ιησού, χωρίς καν να Τον έχουν μελετήσει.
Αναφέρεται ότι ένας άπιστος συγγραφέας περπατούσε μια μέρα με τον φίλο του και περνούσαν έξω από μία Εκκλησία. Βλέποντας τον κόσμο να πηγαίνει εκεί για τη Θεία Λειτουργία, ο φίλος του συγγραφέως, του λέει:
– Δεν είναι παράξενο αγαπητέ μου, να υπάρχουν τόσοι άνθρωποι, που εξακολουθούν στον αιώνα μας να πιστεύουν σε αυτόν τον λεγόμενο Χριστό; Δεν θα ήταν καλό, να αναλάβεις και να γράψεις ένα βιβλίο, που να αποδεικνύει, ότι το Ευαγγέλιο περιέχει ανοησίες;
Ο συγγραφέας βρήκε δελεαστική την ιδέα και άρχισε από την ίδια κιόλας ημέρα, να μελετά το Ευαγγέλιο, για να βρει επιχειρήματα εναντίον του Ευαγγελίου. Μάλιστα το ανακοίνωσε και στην γυναίκα του, που ήταν πιστή Χριστιανή. Εκείνη λυπήθηκε για τον έργο που αναλάμβανε και του είπε:
– Δεν φτάνει που είσαι άπιστος; Προσπαθείς τώρα την απιστία σου να την μεταφέρεις και σε άλλους και να τους κρεμάσεις στο λαιμό σου… Μη το γράψεις το βιβλίο!

Τα λόγια δεν συνέτισαν τον συγγραφέα, αλλά με πολύ ζήλο επιδόθηκε στην μελέτη του Ευαγγελίου. Πέρασε καιρός… Η μελέτη της διδασκαλίας του Ευαγγελίου, έκανε τον συγγραφέα – που κατά βάθος ήταν καλή ψυχή ως φαίνεται – να αλλάξει παραδόξως ιδέες. Άναψε έτσι μέσα του μια φλόγα, άναψε η θεία πίστη. Και μία νύχτα νικημένος προφανώς από τη Χάρη του Ναζωραίου, έπεσε στα γόνατα, προσευχήθηκε για πρώτη φορά στη ζωή του, ζητώντας συγχώρεση από τον Θεό. Ύστερα ξύπνησε και τη γυναίκα του και της ανείγγειλε τα ευλογημένα νέα. Εκείνη του είπε:
– Από την ημέρα που μου είπες, ότι θα έγραφες το βιβλίο αυτό, σου ομολογώ, ότι δεν έπαψα να προσεύχομαι για σένα.
Τότε γονάτισαν και οι 2 γεμάτοι από ανεκλάλητη χαρά και δόξασαν τον Θεό. Κατόπιν ο συγγραφεας έγραψε εκείνο το βιβλίο, αλλά ήταν ένας ύμνος στον Ιησού και διαβάστηκε από πολλούς, χτίζοντας αναρίθμητες ψυχές στον Χριστό και στην αιωνιότητα.
Δημήτριος Παναγόπουλος ο Ιεροκήρυξ