Κάποιος πολύ διακριτικός γέροντας ἔλεγε πώς πρέπει πάντα στή ζωή μας νά εἴμαστε ὅσο γίνεται πιό ἁπλοί καί διακριτικοί. Καί ἔφερνε γιά παράδειγμα τήν προσευχή.
Ἔλεγε: “Ξέρεις, παιδί μου, τί ὄμορφο πράγμα εἶναι ;
Χωρίς νά σέ καταλαβαίνει κανείς! Νά ἔχεις, παιδί μου, στήν τσέπη σου ἕνα κομποσκοινάκι καί ἡ εὐχή νά ρέει, νά κυλάει ἀσταμάτητα. Δέν ὑπάρχει πιό ὡραῖο πράγμα ἀπ’ αὐτό.
Νά περπατᾶς στό δρόμο, νά ἔχεις τά χέρια σου στίς τσέπες καί νά εὔχεσαι.
Χωρίς νά σέ καταλαβαίνει κανείς! Διακριτικά, παιδί μου. Ἔτσι γίνεται ἡ σωστή προσευχή: διακριτικά, ἀφανῶς…
Ἄν τό προσπαθήσεις, θά’ χεις μεγάλη ὡφέλεια.
Θά δεῖς πόσο χαρούμενο θά κάνεις καί τόν ἄγγελό σου!
Θά χαμογελάει! Θά πετάει ἀπ΄ τή χαρά του ὅταν θά σέ βλέπει νά προσεύχεσαι!”
http://agathan.wordpress.com/