«Τῇ ἀγνώστῳ Ὀρθοδοξίᾳ» 

(Ἀπομαγνητοφωνημένο Κήρυγμα, κατά τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, 25 Φεβρουαρίου 2018, στόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό τοῦ Ἁγίου Δημητρίου Ναυπάκτου.)

τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου

Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας σήμερα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, καί ἑορτάζει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί ὡς θεολογία καί ὡς Ἐκκλησία καί ὡς ζωή. Δέν εἶναι, δηλαδή, μόνον ἡ ὀρθόδοξη πίστη, ἀλλά καί ἡ ὀρθόδοξη ζωή, εἶναι ἡ ὀρθο-δοξία καί ἡ ὀρθο-ζωΐα.

Ὅπως εἶναι καθιερωμένο, σήμερα παντοῦ, σέ ὅλους τούς Ἱερούς Ναούς ὅπου γίνεται θεία Λειτουργία, θά ἀκουστοῦν κηρύγματα γύρω ἀπό τό θέμα τῆς Ὀρθοδοξίας καί θά μιλήσουν πολλοί Ἐπίσκοποι, Κληρικοί καί θεολόγοι γιά τήν Ὀρθοδοξία. Ὅλοι οἱ ὁμιλητές, ὀρθόδοξοι, νεορθόδοξοι, μετα-ορθόδοξοι, πατερικοί, μετα-πατερικοί, νεο-πατερικοί, μοντέρνοι καί μετα-μοντέρνοι θά ἀναφερθοῦν στήν Ὀρθοδοξία καί θά προσπαθήσουν νά παρουσιάσουν ἐκεῖνα πού οἱ ἴδιοι νομίζουν ὅτι εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ ὀρθόδοξη θεολογία καί ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση.

Τό ἐρώτημα ὅμως πού τίθεται εἶναι: Τί εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία;

Εἶναι ἕνα ἐρώτημα, τό ὁποῖο πρέπει νά ἀπαντηθῆ. Καί φυσικά δέν ἀρκεῖ ἕνα σύντομο εὐχαριστιακό κήρυγμα γιά νά δώση κανείς μία τέτοια ἀπάντηση, γιά τό τί εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία. Ὡστόσο θά προσπαθήσω σήμερα Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας νά διατυπώσω μερικές ἀπόψεις μου. 

Σκεπτόμενος χθές τό βράδυ αὐτό τό ἐρώτημα –τί εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία– ἦρθε στόν νοῦ μου ἡ ὁμιλία τήν ὁποία ἔκανε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στόν Ἄρειο Πάγο. Μεταξύ τῶν ἄλλων τούς εἶπε ὅτι περιῆλθε τήν ἀγορά καί εἶδε τά ἀγάλματα πού ὑπῆρχαν ἐκεῖ, ὅλα τά ἀγάλματα τῶν θεῶν, καί μεταξύ αὐτῶν εἶδε καί ἕνα ἄγαλμα τό ὁποῖο ἦταν ἀφιερωμένο στόν «ἄγνωστο θεό», δηλαδή ἐπιγραφόταν: «Τῷ ἀγνώστῳ Θεῷ».

Αὐτό τό περισταστικό μέ ὁδήγησε στό νά ἐπιλέξω τό θέμα μου γιά τήν σημερινή ἡμέρα. Σκέφθηκα ὅτι μᾶλλον αὐτό συμβαίνει καί μέ τήν Ὀρθοδοξία. Ὅλοι μιλοῦν γιά τήν Ὀρθοδοξία, ἀλλά τελικά ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἄγνωστη στούς πολλούς.
Ὁπότε, ἂν θά μπορούσαμε νά δώσουμε σήμερα μία ἐπιγραφή στήν Ὀρθοδοξία, θά λέγαμε: «Τῇ ἀγνώστῳ Ὀρθοδοξίᾳ». Νομίζω ὅτι σέ πολλούς εἶναι ἄγνωστη ἡ Ὀρθοδοξία, ἐνῶ ὅλοι μιλοῦν γι’ αὐτήν, ὅλοι γράφουν γι’ αὐτήν καί ὑπάρχουν βιβλία τά ὁποῖα ἀναφέρονται σέ αὐτήν. Σέ ὅλα αὐτά γίνεται λόγος γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση, τήν ὀρθόδοξη θεολογία, τήν ὀρθόδοξη ζωή, ἀλλά τά βλέπουν ἐπιλεκτικά καί ἐπιφανειακά.

Ἴσως θά μέ ἐρωτήσετε: «Γιατί εἶναι ἄγνωστη ἡ Ὀρθοδοξία σήμερα; Πῶς τό λέτε αυτό;»

Ὑπάρχουν δύο βασικοί λόγοι γιά τούς ὁποίους ἰσχυρίζομαι ὅτι εἶναι ἄγνωστη ἐν πολλοῖς ἡ Ὀρθοδοξία στόν λαό, καί ὄχι μόνο στόν λαό, ἀλλά καί στούς Κληρικούς ὅλων τῶν βαθμῶν.

Πρῶτον, εἶναι ἄγνωστη, ἐν πολλοῖς ἡ Ὀρθοδοξία, γιατί ὑπάρχει μεγάλη σύγχυση γύρω ἀπό ὀρθόδοξα θεολογικά θέματα, ὑπάρχει παχυλή ἄγνοια τοῦ καθαροῦ περιεχoμένου τῶν ὀρθοδόξων θεμάτων. Τό λέω τόσο ἁπλά. Δηλαδή, ὑπάρχει ἐν πολλοῖς ἄγνοια τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀκριβῶς ἐπειδή ὑπάρχει σύγχυση στά θεολογικά ζητήματα. Αὐτό συμβαίνει, γιατί ὑπάρχουν τόσες προσμείξεις, τόσες ἐπιρροές ἀπό ὅλες τίς κατευθύνσεις, ἀπό φιλοσοφικές, θεολογικές, χριστιανικές, θρησκευτικές, πού στό τέλος λέει κανείς: εἶναι αὐτό Ὀρθοδοξία; Καί ἐπειδή ὑπάρχουν πολλές προσμείξεις καί ἐπιρροές, γι’ αὐτό ἀκριβῶς καί ὑπάρχει ἄγνοια τοῦ βάθους τῆς Ὀρθοδοξίας.

Ὅποιος παρακολουθεῖ τά διάφορα θεολογικά καί φιλοσοφικά ρεύματα πού ἐπικρατοῦν στόν δυτικό χῶρο βλέπει πόσο ἐπηρεάσθηκαν τά ὀρθόδοξα θεολογικά θέματα ἀπό τόν Σχολαστικισμό, τήν Μεταρρύθμιση, τόν Διαφωτισμό, ἀλλά καί ἀπό ἄλλες ἀνατολικές παραδόσεις.

Ἀκόμη, ὅταν κανείς γνωρίζη σέ ἕνα βαθμό τήν πατερική διδασκαλία ἤ τήν διδασκαλία τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί διαβάζη μέ προσοχή μερικές παλαιότερες Δογματικές, πού συνέγραψαν καθηγητές Θεολογικῶν Σχολῶν, βλέπει ἐκεῖ ἀπόψεις οἱ ὁποῖες δέν εἶναι πατερικές, ἀλλά γράφονται ἀπό ἄλλους, οἱ ὁποῖοι προσπαθοῦν νά ὑπερβοῦν τήν πατερική παράδοση, τούς Πατέρες, καί μεταφέρονται καί στόν ὀρθόδοξο χῶρο. Ὁπότε, λέει κανείς: εἶναι δυνατόν νά διαβάζη κανείς τήν Δογματική τῆς Ἐκκλησίας καί νά συναντᾶ ἐπιρροές καί ἐπιδράσεις ἀπό ἄλλες παραδόσεις;

Ὅσοι ἀσχολούμαστε μέ τήν διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων καί τίς χριστιανικές ἀναταράξεις πού ἔγιναν στήν Εὐρώπη ἀπό τόν 11ο αἰώνα καί ἑξῆς γνωρίζουμε ὅτι οἱ σχολαστικοί θεολόγοι τοῦ Μεσαίωνος χρησιμοποιοῦσαν τούς φιλοσόφους γιά νά ἑρμηνεύσουν τά θεολογικά δόγματα. Ἐπίσης, γνωρίζουμε ὅτι οἱ Προτεστάντες ἔχουν μιά τάση νά ἀποδέχωνται τίς ἀπόψεις τῶν αἱρετικῶν, μέ τό σκεπτικό ὅτι ἀδίκως καταδικάστηκαν ἀπό τούς Πατέρες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ὅπως τοῦ Ἀρείου, τοῦ Νεστορίου, τοῦ Θεοδώρου Μομψουεστίας, τοῦ Ἀπολλιναρίου, τοῦ Διόσκορου καί ἄλλων, καί μάλιστα γράφουν διάφορες μελέτες γύρω ἀπό αὐτά τά θέματα.

Αὐτό δείχνει ὅτι δυστυχῶς σήμερα ἀπό τούς δυτικούς ἑτεροδόξους Χριστιανούς διάφορες αἱρετικές ἀπόψεις πού καταδικάστηκαν ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, θεωροῦνται ὡς προοδευτικές καί ἀφοῦ προσλαμβάνονται ἀπό μερικούς Ὀρθοδόξους θεολόγους εἰσάγονται σέ ὀρθόδοξα βιβλία.

Ἑπομένως, ἕνα ἀπό τά μεγάλα προβλήματα πού ἔχουμε σήμερα, ἀπό πλευρᾶς Ὀρθοδοξίας, εἶναι τί εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση καί τί εἶναι οἱ ἄλλες παραδόσεις. Γιατί τό λέω αὐτό; Διότι ὑπάρχουν πολλές παραδόσεις, παραδόσεις χριστιανικές, παραδόσεις θρησκευτικές, καί εἶναι ἀνάγκη νά δοῦμε τί ἀκριβῶς εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση, πῶς ὁρίζεται αὐτή καί πῶς διακρίνεται ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση ἀπό τίς ἄλλες παραδόσεις.

Δεύτερον, ὑπάρχει ἄγνοια τῆς Ὀρθοδοξίας σήμερα, γιατί κυριαρχεῖ ἡ σκοπιμότητα καί ἡ ἰδιοτέλεια. Δηλαδή, μπορεῖ μερικοί νά γνωρίζουν τί λένε οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας πάνω σέ διάφορα θεολογικά θέματα, ἀλλά ἐπειδή διακρίνονται ἀπό διάφορες σκοπιμότητες, δέν τά παρουσιάζουν ἀκριβῶς ὅπως τά διάβασαν στά ἴδια τά πατερικά κείμενα, ἀλλά τά παρουσιάζουν σύμφωνα μέ ἑρμηνεῖες πού καλύπτουν τά πάθη τους. Ὑπάρχει μεγάλη σκοπιμότητα ὡς πρός τό θέμα αὐτό καί αὐτό ὀφείλεται στά πάθη τά ὁποῖα ὑπάρχουν μέσα στούς ἀνθρώπους αὐτούς.

Ὅταν κάνω λόγο γιά σκοπιμότητες ἐννοῶ, ἐκτός τῶν ἄλλων, καί τούς σύγχρονους ἐθνικισμούς καί τίς γεωπολιτικές στρατηγικές, πού ἔχουν ἀποδυναμώσει τό οὐσιαστικό περιεχόμενο τῆς Ἐκκλησίας καί τήν ἔχουν καταστήσει αἰχμάλωτη σέ κοσμικές πρακτικές.

Ἔτσι, ὁ καθένας ἑρμηνεύει τά πατερικά κείμενα ἤ παρουσιάζει τά θεολογικά θέματα, σύμφωνα μέ τά πάθη του καί παρουσιάζει ὡς Ὀρθοδοξία τήν δική του ἐσωτερική ἀρρωστημένη κατάσταση. Ὅταν θέλη κανείς νά καλύψη τόν ἑαυτό του καί νά τόν δικαιολογῆ γιά τίς πράξεις του, τότε στηρίζεται σέ πατερικά κείμενα τά ὁποῖα βέβαια παρερμηνεύει. Ὑπάρχει αὐτή ἡ μεγάλη σκοπιμότητα τήν ὁποία βλέπουμε σήμερα, γι’ αὐτό καί πολλοί δέν γνωρίζουν τί εἶναι Ὀρθοδοξία ἢ δέν θέλουν νά τήν παρουσιάσουν στήν αὐθεντικότητά της.

Αὐτό συνδέεται μέ τό ὅτι δίδουν διαφόρους χαρακτηρισμούς σέ αὐτούς πού θέλουν νά παραμείνουν πιστοί στήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ὡς φονταμενταλιστές, συντηρητικούς, παραδοσιακούς κλπ.

Ἐπίσης, στήν κατηγορία αὐτή ὑπάγονται καί ἐκεῖνοι πού αἰσθάνονται ἕναν φόβο ὅταν βρίσκωνται μπροστά σέ ἰσχυρούς τῆς γῆς, εἴτε πολιτικούς εἴτε ἐκκλησιαστικούς, πάλιν χάρη μιᾶς σκοπιμότητας, καί δέν θέλουν νά ἐκφρασθοῦν καθαρά, ἀλλά ρέπουν περισσότερο στήν λεγόμενη θεολογική «διπλωματική ἀσάφεια» πού συσκοτίζει τά θεολογικά ζητήματα τά ὁποῖα, ὅμως, ἀπαιτοῦν μιά καθαρή ἔκφραση. Αὐτό σημαίνει ὅτι σήμερα ἀκόμη καί σέ δογματικά ζητήματα χρησιμοποιοῦνται ὅροι καί φράσεις πού νά ἔχουν δύο ἤ περισσότερα νοήματα, διφορούμενες ἔννοιες, ὥστε νά συσκοτίζωνται ἀκόμη περισσότερο τά πράγματα.

Ἀκόμη, παρατηρεῖται τό φαινόμενο, ὅταν παρευρίσκεται κάποιος Κληρικός ἤ θεολόγος σέ ἀκροατήρια πού παρίστανται ἑτερόδοξοι νά παριστάνη τόν εὐγενῆ, νά αὐτολογοκρίνεται γιά νά ἔχουν οἱ ἄλλοι καλή ἰδέα γι’ αὐτόν, εἶναι φοβικός καί δέν ὁμιλεῖ αὐθεντικά, ὀρθόδοξα καί πατερικά. Ὅταν ὅμως στήν συνέχεια βρίσκεται στά δικά του ἀκροατήρια εἶναι «σούπερ» (ὑπέρ) ὀρθόδοξος. Σέ αὐτήν τήν νοοτροπία διακρίνει κανείς τήν ὕπαρξη τοῦ φόβου καί τῆς σκοπιμότητας. Ἀλλά ἡ Ὀρθοδοξία καί ἡ ὁμολογία τῆς ἀληθείας δέν μπορεῖ νά ἐκφρασθῆ με φοβικά σύνδρομα καί μέ διάφορες κοσμικές σκοπιμότητες.

Ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, ἕνας καθηγητής τῆς Δογματικῆς, πού συμμετεῖχε ὁ ἴδιος σέ διορθόδοξες καί διαχριστιανικές συναντήσεις, ἔλεγε ὅτι ὑπάρχουν ὀρθόδοξοι θεολόγοι καί Κληρικοί, οἱ ὁποῖοι μπροστά στούς ἑτεροδόξους στέκονται σάν «ποντίκια», δηλαδή εἶναι φοβισμένοι καί δέν ὀρθοτομοῦν τόν λόγο τῆς ἀληθείας, ἀλλά ὅταν βρίσκωνται στά δικά τους ἀκροατήρια, τότε παρουσιάζονται σάν «λιοντάρια ὀρθοδοξίας». Καί ἐνῶ δίνεται ἡ δυνατότητα σέ διάφορες διαχριστιανικές καί διορθόδοξες συναντήσεις νά ὁμολογῆ κανείς τόν Χριστό καί τήν Ὀρθόδοξη θεολογία καί δέν τό κάνει, ἐν τούτοις ὅταν πηγαίνη στά ποίμνιά του ὁ καθένας, γίνεται διαπρύσιος ὁμολογητής τῆς Ὀρθοδοξίας.

Κάπως ἔτσι γίνεται καί αὐτήν τήν ἡμέρα τῆς Ὀρθοδοξίας. Σήμερα, ὅπως εἶπα προηγουμένως, ὅλοι θά ὁμιλήσουν γιά τό μεγαλεῖο καί τήν ἀξία της Ὀρθοδόξου Πίστεως καί τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Θά προτιμοῦσα ὅμως αὐτό τό ίδιο νά τό κάνουν, ὅταν εὑρίσκωνται σέ διαχριστιανικές καί διορθόδοξες συναντήσεις.

Μέ λύπη παρατήρησα ὅτι ὅταν γινόταν συζήτηση στήν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος γιά τό νέο πρόγραμμα τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν πολλοί Ἀρχιερεῖς δέν ὁμίλησαν, ἀλλά μέ τήν σιωπή τους φάνηκε ὅτι ἀποδέχθηκαν τό νέο πρόγραμμα, ἐνῶ ὅταν ἐπέστρεψαν στίς Ἐπαρχίες τους καί εἶδαν τήν ἀντίδραση τῶν θεολόγων καθηγητῶν καί πολλῶν ἄλλων Χριστιανῶν, ὁμίλησαν ἐναντίον τοῦ νέου Προγράμματος τῶν Θρησκευτικῶν.

Γι’ αὐτό καί εἶπα προηγουμένως ὅτι εἶναι ἄγνωστη ἡ Ὀρθοδοξία, ἀφ’ ἑνός μέν γιατί ὑπάρχει σύγχυση μεταξύ τῶν παραδόσεων, ἀφ’ ἑτέρου δέ γιατί ἐπικρατεῖ φόβος καί σκοπιμότητα μεταξύ αὐτῶν πού θά ὄφειλαν νά εἶναι ὁμολογητές τῆς πίστεως.

Τελικά παραμένει τό ἐρώτημα καί ἐπανέρχομαι σέ αὐτό: Τί ἀκριβῶς εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία;

Θά μοῦ πῆτε: «Ὡραῖα, σήμερα σέ πολλούς Χριστιανούς ὑπάρχει ἄγνοια τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀλλά καί σκοπιμότητα μαζί μέ φόβο ἔναντι τῶν ἰσχυρῶν. Τελικά τί θά μπορούσατε ἐσεῖς νά μᾶς πῆτε μέ λίγα λόγια γιά τό τί εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία;».

Νομίζω ὅτι μέ πολλή μεγάλη συντομία μπορῶ νά πῶ ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι τρία συγεκριμένα γεγονότα:

Πρῶτον, Ὀρθοδοξία εἶναι οἱ ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, δηλαδή τά δόγματα πού διατυπώθηκαν ἀπό τίς Οἰκουμενικές Συνόδους, ἀλλά καί τίς Τοπικές Συνόδους οἱ ὁποῖες ἔχουν ἀναγνωρισθῆ ἀπό τίς πρῶτες. Ὅταν διαβάση κανείς τά Πρακτικά καί τίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, τότε θά καταλάβη τήν οὐσία τῆς Ὀρθοδοξίας.

Δεύτερον, Ὀρθοδοξία εἶναι τό περιεχόμενο τοῦ σημαντικοῦ πεντάτομου ἔργου πού λέγεται «Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν νηπτικῶν», τό ὁποῖο δείχνει τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο μπορεῖ κανείς νά φθάση στήν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ, δηλαδή εἶναι ὁ ἱερός ἡσυχασμός πού συνδέεται μέ τήν μετάνοια, τήν προσευχή, τήν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς. Ἡ «Φιλοκαλία τῶν Ἱερῶν Νηπτικῶν» εἶναι συλλογή πατερικῶν ἔργων, στά ὁποῖα γίνεται λόγος γιά τόν ἱερό ἡσυχασμό. Αὐτό ἀκριβῶς δείχνει οὐσιαστικά τήν μέθοδο γιά νά φθάση κανείς στήν ἐσωτερική πνευματική γνώση τοῦ Θεοῦ, αὐτό πού ἐκφράζουν τά δόγματα, οὐσιαστικά οἱ ὅροι τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων.

Καί τρίτον, Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ λατρεία τῆς Ἐκκλησίας μας, τά Μυστήριά της μέ κορυφαῖο τό Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, μαζί μέ τίς ἐκκλησιαστικές μας τέχνες, δηλαδή, τήν ἐκκληασιαστική ὑμνογραφία, τήν ἐκκλησιαστική μουσική, τήν ἐκκλησιαστική ἁγιογραφία, τίς ἱερές εἰκόνες κλπ.

Ἄλλωστε, γιατί καθόρισε ἡ Ἐκκλησία τήν σημερινή ἡμέρα πού εἶναι ἡ ἀναστήλωση τῶν ἱερῶν εἰκόνων, νά ἑορτάζεται ὡς Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας; Τό ἔκανε αὐτό, γιατί οἱ εἰκόνες εἶναι ἐκεῖνες πού παρουσιάζουν ὅλο τό πνευματικό ἐσωτερικό μεγαλεῖο τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας καί τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, δείχνουν κατά τρόπο αὐθεντικό τό μυστήριο τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, καί τό μυστήριο τῆς θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου.

Ἑπομένως, ὅταν συνδέση κανείς καί τά τρία αὐτά γεγονότα, δηλαδή τά δόγματα, πού εἶναι οἱ ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, τήν ἡσυχαστική παράδοση, ὅπως καταγράφεται στό βιβλίο τῆς «Φιλοκαλίας» καί σέ ἄλλα πατερικά κείμενα, καί τίς ἐκκλησιαστικές τέχνες, τήν ἁγιογραφία, τήν μουσική μας παράδοση, τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο κτίζουμε τούς ναούς, τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο τελοῦμε τήν θεία Λειτουργία, τήν θεία Εὐχαριστία, τότε καταλαβαίνει τί εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία. Ὅλα τά ἄλλα πού γίνονται στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι καρπός αὐτῶν τῶν βασικῶν γνωρισμάτων.

Αὐτό σημαίνει ὅτι συνδέεται στενά τό δόγμα μέ τήν προσευχή πού γίνεται μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου καί τήν λατρεία τῆς Ἐκκλησίας μας, ἰδιαιτέρως μέ τήν θεία Κοινωνία τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ.

Γιά νά τό ἐκφράσω αὐτό μέ ἁπλούστερο τρόπο θά ἔλεγα ὅτι Ὀρθοδοξία εἶναι νά συναντήση κανείς ἕναν θεόπτη ἅγιο, ὁ ὁποῖος συνδέει στενά τήν θεία Λειτουργία μέ τήν προσευχή στήν καρδιά καί τήν ἐμπειρική γνώση τοῦ Θεοῦ, νά μαθητεύση κοντά του, νά ἀκολουθήση τίς συμβουλές του καί νά μιμηθῆ τήν ζωή του.

Τότε θά μάθη ἐκ πείρας –ὅπως ἕνας φοιτητής μαθαίνει τήν ἐπιστημονική γνώση ἀπό τόν ἐπιστήμονα ἐρευνητή– τί εἶναι ’Ορθοδοξία καί θά γίνη ὀρθόδοξος σέ ὅλες τίς ἐκφράσεις καί ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς του. Ἡ Ὀρθοδοξία παραλαμβάνεται ὡς πνευματική γέννηση μέσα ἀπό πνευματικά «ζωντανούς ὀργανισμούς». Συμβαίνει καί ἐδῶ ὅ,τι μέ τήν βιολογική ζωή, ἡ ὁποία μεταδίδεται ἀπό γενιά σέ γενιά, ἀπό ζωντανούς βιολογικά ὀργανισμούς. Αὐτό εἶναι ἐκεῖνο πού χαρακτηρίζεται ὡς «θεολογία γεγονότων». Τότε θά μάθη στήν πράξη ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναι ὁ βερμπαλισμός, τά ἰδεολογήματα, τά συνθήματα, οἱ ἔξυπνες ἀτάκες πού ἐντυπωσιάζουν πρόσκαιρα, ὅπως οἱ φωτοβολίδες τόν οὐρανό.

Ὁπότε, γιά νά μάθη κανείς τήν Ὀρθοδοξία, πρέπει νά ἀσχοληθῆ καί νά ἐνδιαφερθῆ μέ τό βάθος αὐτῶν τῶν πραγμάτων. Καί τελικά Ὀρθοδοξία εἶναι νά γνωρίση κανείς τό βάθος της, πού εἶναι ἡ μετάνοια καί ἡ ταπείνωση καί τότε θά γνωρίση καί τό ὕψος της, πού εἶναι τό ὄρος Θαβώρ, τό φῶς τῆς Ἀναστάσεως, καί βιαία πνοή τῆς Πεντηκοστῆς.

Μακάρι, μέχρι πού νά τελειώσουμε τήν ζωή μας, μέχρι πού νά φύγουμε ἀπό τόν μάταιο αὐτόν κόσμο νά μάθουμε, ἔστω καί λίγο, τί εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί τί εἶναι ἡ ὀρθόδοξη θεολογία καί νά μήν παραμείνη μέχρι τέλους ἡ Ὀρθοδοξια ἄγνωστη σ’ ἐμᾶς, ἔστω κι ἄν τήν ὁμολογοῦμε καί τήν πανηγυρίζουμε λαμπρά.

parembasis.gr

 

http://aktines.blogspot.gr/2018/03/blog-post_73.html?m=1