Ὁ πάπα Φώτης εἶναι ἕνας κεκοιμημένος πρό ἐτῶν κληρικός τῆς Λέσβου πού ἔκανε τόν ἀγώνα του ὅπως ἐκεῖνος μποροῦσε καί τόν ἐνδιέφερε μόνο τί θά πεῖ ὁ Ἰησοῦς καί ὄχι ὁ περίγυρός του. Δέν μπορεῖ σίγουρα νά θεωρηθεῖ ὡς ἕνα τοπικό θρησκευτικό μασκότ,αὐτό πού ἀναζητᾶ κάθε κοινωνία (ἰδίως οἱ κλειστές) προκειμένου νά ἐξαντλήσει τόν σχολιασμό της ἕως καί τήν ἄρνησή της. Προκαλοῦσε ἄθελά του. Ἦταν ἄραγε ἕνας σύγχρονος ἀκτιβιστής τῆς πίστης;
Οἱ ἄνθρωποι ἤθελαν νά τόν προσδιορίσουν καί τελικά νά τόν κατατάξουν κάπου. Εἶναι ἡ κοινωνική νοοτροπία πού ἀπαιτεῖ μέ τόν τρόπο της νά τοποθετήσει στήν κριτική σκέψη της τούς πάντες καί τά πάντα. Πολύ περισσότερο συνέβη στόν πάπα-Φώτη, ἀφοῦ αὐτός πήγαινε ἐνάντια στό πνεῦμα τῶν καιρῶν του καί στό ρεῦμα τῆς ἐποχῆς του, ἀκόμα καί μέσα στόν ἐκκλησιαστικό χῶρο, μέ ὅ,τι αὐτό συνεπάγεται. Ἡ γνήσια ἐκκλησιαστική ἐμπειρία ἔχει κατατάξει τίς περιπτώσεις αὐτές στούς «διά Χριστόν σαλούς».
Γιά τό ποῦ καί πῶς ἔζησε ὁ Ἀρχιμ. Φώτιος Λαυριώτης ὀφείλουμε νά ποῦμε ὅτι, γεννήθηκε τό 1913 (κατά ἄλλους τό 1912) στά Πάμφιλα τῆς Λέσβου, παιδί τῆς οἰκογένειας Σαρδέλλη. Στό ἁγιώνυμο Ὄρος βρίσκεται τό 1931, χειροτονεῖται Διάκονος τό 1936 καί Πρεσβύτερος τό 1944.
Ἀπό τό 1950 ὑπηρετεῖ στήν Ἐνορία τοῦ Τρίγωνα Πλωμαρίου μέχρι τό 1994, χρονιά πού ἀφυπηρέτησε, ἐκτός ἀπό τό διάστημα 1972-1976 πού τόν βρίσκουμε στά Ἱεροσόλυμα καί στό Σινά.
Ἀποσυρόμενος στό πατρογονικό του χωριό ἀφοσιώθηκε πλέον ὁλοκληρωτικά στήν ἀνέγερση τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Λουκᾶ τοῦ Νεομάρτυρος. Ὅλα μέχρι τόν Μάρτιο τοῦ 2010 πού παρέδωσε τήν ἁγία ψυχή του στόν Θεό. Ἡ ὅλη του βιωτή ἦταν μιά ἔκπληξη γιά τό νησί, ἱκανός νά δίνει μαρτυρία Ἰησοῦ μέ τόν δικό του ἀνεπιτήδευτο τρόπο, κάποιες φορές καί ἄκομψο.
Σκοπός του πάντως ἦταν νά διδάξει καί ὄχι νά μειώσει, νά ἑλκύσει καί ὄχι νά εὐτελίσει, νά οἰκοδομήσει καί ὄχι νά ταπεινώσει. Πάντα καί μόνο γιά τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία Του. Μέσα ἀπό τήν σκανδαλιστική ἁπλότητα κρυβόταν ἡ ἁγιότητα, αὐτή πού δέν καλλιεργεῖται ἀλλά κατακτιέται ἀγωνιστικά. Ἦταν τελικά ὁ «Ἅγιος ἀλήτης τῆς Λέσβου». Ἐμβληματική ἱερατική ὕπαρξη, ἄξιος συνεχιστής καί τηρητής τῆς κολλυβαδικῆς σκέψης καί παράδοσης. Ὑπῆρξε γιά νά προσφέρει σε ὅσους εἶχαν ἀνάγκη τῆς ἐλεημοσύνης του, τῆς συμβουλῆς του, τῆς βοήθειάς του, πάντα ἔμπρακτα. Ἐδῶ εἶναι ἄλλωστε καί τό δύσκολο σημεῖο ὅλων, νά φεύγουμε ἀπό τά λόγια καί νά πηγαίνουμε στά ἔργα, νά μήν ἀπαιτοῦμε ἀλλά νά κάνουμε.
Ἡ προβολή προσώπων σάν τοῦ ἁγνοῦ μυτιληνιοῦ λευίτη εἶναι ἐπιταγή πού ἐξαργυρώνεται στήν πνευματική τράπεζα τοῦ μέλλοντος. Τότε θά δοῦμε τά ὀφέλη. Εἶχε παράξενη στάση ζωῆς, τρόπο ἔκφρασης, κώδικα ἐπικοινωνίας. Μέσα ἀπό ὅλα αὐτά ἀναδύονταν οἱ ἁγνές προθέσεις καί ἡ καθαρή καρδιά. Φαινόταν νά σχοινοβατεῖ πάνω σε μιά ἱερή ἀσυδοσία, αὐθαιρεσία, παραίτηση. Παρουσιαζόταν ὡς ἀπότομος, ἀπόλυτος, ἀκραῖος· ἀλλά καί φερόταν ὡς λιτός, οἰκεῖος, αὐθόρμητος. Στό πέρασμα τους οἱ κάθε μορφῆς πάπα-φώτηδες χαράσσουν δρόμο γιά νά βαδίσουμε, παρέχουν ἀφορμή γιά νά παλέψουμε, χαρίζουν αἰτία γιά νά ἀγωνισθοῦμε. π. ΧρυσόστομοςΠεριοδικό «EΡXOY και IΔE» EKΔOΣH IEΡOY ΝΑΟY ΑΓΙΩΝ ΑΝΑΡΓΥΡΩΝ ΟΜΩΝΥΜΟΥ ΔΗΜΟΥ ΑΤΤΙΚΗΣ
https://paraklisi.blogspot.com/2018/10/blog-post_566.html