1η Επιστολή

Μεγάλον κακόν η καταλαλιά, όπως ακριβώς το μικρόν τιμόνι του καραβιού οδηγεί όπου θέλει το καράβι, έτσι και η γλώσσα οδηγεί τον άνθρωπον είτε εις το καλόν είτε εις το κακόν. Οι άγιοι πατέρες το κρίνειν τα ξένα αμαρτήματα ή ελαττώματα ή τας κακάς συνηθείας πολύ το ελέγχουν.
Όταν κρίνωμεν τον αδελφόν μας, κατακρίνομεν τον εαυτόν μας εις μεγάλο αμάρτημα. Όταν λοιπόν σκεπάζωμε τον αδελφό μας, θα μας σκεπάση και ημάς ο Θεός από μεγάλα αμαρτήματα. Όταν ξεσκεπάζωμε τον αδελφόν μας, διώκομεν από επάνω μας την χάριν του Θεού και
παραχωρούμεθα να πέσωμεν εις τα ίδια και ημείς, δια να μάθωμεν ότι όλοι μας, είμεθα αδύνατοι και ότι η χάρις του Θεού μας βαστάζει. Όποιος φυλάττει την γλώσσαν του, εκείνος φυλάττει την ψυχήν του από μεγάλα αμαρτήματα και πτώσεις. Το κύριον αίτιον της κατακρίσεως και καταλαλιάς είναι η υπερηφάνεια και ο εγωϊσμός, διότι έχει ο άνθρωπος καλύτερον τον εαυτόν του. Δια τούτο ωφέλιμον πολύ είναι κανείς να λογίζεται τον εαυτόν του μικρότερον από όλους, ώστε να θεωρή τον αδελφόν καλύτερον, δια να ημπορέση με την βοήθειαν του Θεού, να λυτρωθή από αυτό το κακόν.
2η Επιστολή
Αν κάτι σε ωθή εις κατάκρισιν δια οιανδήποτε υπόθεσιν αδελφού ή μοναστηρίου, εσύ προσπάθησε μάλλον να προσευχηθής δια την υπόθεσιν, παρά να την περάσης από το κριτήριον του λογικού σου.
Αν κλεισθής εις τον εαυτόν σου δια της προσευχής, της ταπεινώσεως και του πένθους, θα εύρης θησαυρόν πνεύματος, μόνον μακράν σου έστω η υπερηφάνεια και η κατάκρισις.
3η Επιστολή
Πρόσεχε, παιδί μου, να μη κρίνης ουδεμίαν ψυχήν, διότι εις τον κρίνοντα τον πλησίον παραχωρεί ο Θεός και πίπτει, δια να μάθη να συμπαθή τον ασθενή αδελφόν του. Όλους, μας στηρίζει το έλεος του Θεού και εάν υπερηφανευθώμεν, σηκώνει ο Θεός την χάριν Του και γινόμεθα ημείς χειρότεροι των άλλων.
Άλλο το να κατακρίνη κανείς και άλλο το να πολεμήται εις την κατάκρισιν.
Το να κατακρίνη είναι δεινόν πάθος, το να πολεμήται όμως και να αντιπολεμή, τούτο στεφάνων αιτία.
4η Επιστολή
Μη κρίνετε ο ένας τον άλλον, διότι παραβαίνετε τον ευαγγελικόν νόμον και «πάσα παράβασις και παρακοή έλαβεν ένδικον μισθαποδοσίαν» ( Εβρ. 2,2 ).
«Τις ει συ ο κρίνων αλλότριον οικέτην;» ( Ρωμ. 14,4 ).
Ουκ οίδατε, ότι ο κρίνων πλανάται εξ υπερηφανείας και ότι «πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται» ( Λουκ. 14,11 ) υπό του Κυρίου, όταν τον καταλάβη ο πειρασμός;
5η Επιστολή
Πρέπει να υπομένη ο εις τας αδυναμίας του άλλου, ποίος είναι τέλειος; Ποίος ημπορεί να καυχηθή, ότι ετήρησε την καρδίαν του αμόλυντον; Άρα είμεθα όλοι άρρωστοι και όποιος κατακρίνει τον αδελφόν του, δεν αισθάνεται ότι είναι άρρωστος, διότι ο άρρωστος τον άρρωστον δεν τον κατακρίνει. Η κατάκρισις είναι σοβαρόν αμάρτημα, καθώς επίσης είναι σοβαρόν, το να μη υπομένη κανείς του πλησίον του τας αδυναμίας. Αγαπάτε, υπομένετε, παραβλέπετε, μη θυμώνετε, μην εξάπτεσθε, αλληλοσυγχωρείτε, ίνα ομοιάσητε του Χριστού μας και αξιωθήτε να είσθε κοντά Του εις την βασιλείαν Του. Αποφεύγετε, παιδιά μου, την κατάκρισιν, πολύ μεγάλη αμαρτία, πολύ λυπείται ο Θεός όταν κατακρίνωμεν και συχαινώμεθα τους ανθρώπους. Μόνον δια τα ιδικά μας σφάλματα να μεριμνώμεν, δι’ αυτά να πονούμεν, τον εαυτόν μας να κατακρίνωμεν και τότε θα εύρωμεν έλεος και χάριν από τον Θεόν.
6η Επιστολή
Να αγαπάτε ο ένας τον άλλον και να μη πικραίνεσθε λόγω εγωϊσμού. Η ταπείνωσις είναι ασφαλής οδηγός, δεν αφήνει τον έχοντα ταύτην να προσκρούση εις υφάλους απροσεξίας και να συντριβή, αλλά ως οδηγός φωτεινός οδηγεί απταίστως επί του ασφαλούς. Ο εγωϊσμός είναι το κάκιστον των κακών, αυτός μας δημιουργεί όλα τα σφάλματα, με τους ανυποτάκτους λογισμούς. Φοβηθήτε αυτόν και προσπαθείτε να απαλλαγήτε εξ αυτού, καθ’ ότι όσον μένει μέσα μας ακτύπητος, τόσον θα μας πληγώνη με αναλόγους πόνους.
Παρακαλώ μη κατακρίνετε ο ένας τον άλλον, διότι είναι πέρα για πέρα εγωϊσμός, ας δικαιολογή ο αδελφός του αδελφού το σφάλμα, και τούτο είναι μαρτυρία ταπεινώσεως και αγάπης. Αυτός ο αδελφός που πράττει αυτό θα εύρη πολλήν την χάριν του Θεού, εκείνος όμως που κρίνει και σκανδαλίζει τον πλησίον του, πρέπει να γνωρίζη ότι όχι χάριν δεν θα εύρη, αλλά και αν κάτι έχη θα το χάση, δια να μάθη το μάθημα της ταπεινώσεως δια του παθήματος. Φοβηθήτε περισσότερον την εσωτερικήν κατάκρισιν, την δια των λογισμών, και τούτο, διότι δεν έρχεται εις το φως δια του προφορικού λόγου, όπου ενδέχεται να διορθωθή εκ του ακούοντος ταύτην. Προσέξατε, λέγω, την ένδοθεν κατάκρισιν, που ανεπαισθήτως μας ενοχοποιεί θανασίμως και μας υστερεί την ζωήν της θείας χάριτος και μας προσφέρει ως ποτόν πικρότατον, την ψυχικήν νέκρωσιν. Πόσα και πόσα δεν μας λέγουν το ιερόν Ευαγγέλιον και οι Πατέρες περί κατακρίσεως. Κάλλιον πεσείν εξ ύψους, παρά εκ γλώσσης. Εύχομαι η αγάπη και η ακατακρισία να βασιλεύσουν εις πάσας τας εκδηλώσεις μεταξύ σας, ώστε το Άγιον Πνεύμα να αναπαύεται εις τας ψυχάς σας.
7η Επιστολή
Η πείρα έδειξε, ότι χωρίς να απολογηθή ο κατηγορούμενος, όταν κατακρίνεται, αδικείται, ως λέγει και το ιερόν Ευαγγέλιον: «Μη ο νόμος ημών κρίνει τον άνθρωπον, εάν μη ακούση παρ’ αυτού πρότερον και γνω τι ποιεί;» ( Ιωαν. 7,51 ). Εάν δεν προσέξωμεν, συσσωρεύονται κατακρίσεις πολλαί και τότε χρειάζεται μετάνοια, πόσας φοράς δεν μετανοεί ο άνθρωπος, διότι ωμίλησε; Ας ενθυμηθώμεν τους λόγους του αββά Αρσενίου: «Οσάκις ωμίλησα, μετενόησα, οσάκις εσιώπησα, ποτέ δεν μετενόησα». Εάν ψηλαφώντας πλανώμεθα πολλάκις, πόσον μάλλον από τα λόγια των ανθρώπων, δια τούτο χρειάζεται μεγάλη προσοχή, διότι ο διάβολος ωρύεται να μας καταπίη, ως τα χερουβείμ τα πολυόμματα οφείλει ο χριστιανός να είναι, διότι η κακία έχει πληθυνθή σφόδρα, ιδίως της κατακρίσεως το πταίσμα, ως «ψωμί και τυρί», ο Θεός να μας καθαρίση και εξαγιάση εις δόξαν Του. «Μη επιδυέτω ο ήλιος επί τω παροργισμώ του αδελφού σου» (Εφες. 4,26 ), δηλαδή να μην είναι κανείς οργισμένος και θυμωμένος εναντίον του αδελφού του, μέχρι το βασίλεμα του ηλίου. Είδατε εκείνο τον αδελφό, που ήταν αμελής και ράθυμος, που δεν κατέβαινε στις αγρυπνίες και δεν έκανε τα καθήκοντά του, που τον ήξεραν οι αδελφοί και τον είχαν σαν αμελή αδελφό; Όταν αρρώστησε λοιπόν και πλησίαζε η ώρα του θανάτου, μαζεύτηκαν οι αδελφοί ν’ ακούσουν κάτι να ωφεληθούν ή να τον παρηγορήσουν ή μήπως ήθελε κάτι να τους ειπή, αλλά τον είδαν χαρούμενο, φαιδρό. Ένας αδελφός σκανδαλίσθηκε και λέγει: «Μα τι βλέπουμε σε σένα, αδελφέ; Χαρούμενο σε βλέπουμε ενώ πλησιάζεις το θάνατο; Μα εμάς ο λογισμός μας λέγει ότι δεν ήσουν βιαστής άνθρωπος και πως έχεις αυτό το θάρρος και αυτό το χαρούμενο πρόσωπο; Που στηρίζεις αυτό το πράγμα;» «Ναι, αδελφοί, λέγει, πράγματι ήμουν αμελής άνθρωπος και δεν εκπλήρωνα τα καθήκοντά μου. Αλλά ένα καλό κατώρθωσα, με τη χάρι του Θεού, το να μη κατακρίνω κανένα αδελφό και να μη τον σκανδαλίσω, και πριν βασιλεύση ο ήλιος, ποτέ δεν άφησα την καρδιά μου να έχη κάτι εναντίον κανενός αδελφού της μονής. Και επειδή δεν έκρινα κανένα αδελφό, πιστεύω ότι δεν θα με κρίνη και μένα ο Θεός, διότι είπε: «Μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε» (Ματθ. 7,1 ), και εφ’ όσον εγώ δεν έκρινα, δεν θα κριθώ». Εθαύμασαν οι αδελφοί και είπαν: «Αδελφέ, πολύ εύκολα εσύ βρήκες τον δρόμο της σωτηρίας». Και πέθανε ο αδελφός με πολλή χαρά. Βλέπετε πως οι Πατέρες αγωνιζόντουσαν; Πως έβρισκαν τον δρόμον της σωτηρίας;
Από το βιβλίο ΠΑΤΡΙΚΑΙ ΝΟΥΘΕΣΙΑΙ του Γέροντος Εφραίμ
Ψηφιοποίηση κειμένου Κώστας Αργυρακόπουλος
https://paraklisi.blogspot.com/2018/09/1-7.html#more