Ἀκολουθεῖ ἡ ἐπιστολή τήν ὁποίαν ἀπέστειλε ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Πειραιῶς κ. Σεραφείμ στόν Κόπτη Πατριάρχη Θεόδωρο τόν Β΄ μέ ἀφορμή τήν ἐπίσημη ἐπίσκεψι Του στήν Ἑλλάδα, πού μετεφράσθη εἰς τήν κοπτικήν καί ἀραβικήν γλῶσσαν.
᾿Εν Πειραιεῖ τῇ 9ῃ Ἰανουαρίου 2017
Τῶ ἐκλαμπροτάτω κ. Θεοδώρῳ Β΄, (Tawadros II) ἀρχηγῷ τῆς Κοπτικῆς Κοινότητος εἰς Κάϊρον Αἰγύπτου.
Ἐκλαμπρότατε, μετά τοῦ προσήκοντος σεβασμοῦ καί εἰλικρινοῦς ἀγάπης,
Σᾶς ἀποστέλλουμε τήν παρούσα Ἐπισκοπική ἐπιστολή μας, ὁ σκοπός τῆς ὁποῖας δέν προέρχεται ἀπό κανένα ἄλλο ἰδιοτελές κίνητρο, παρά μόνο ἀπό καθαρή, ἄδολη καί ἀνιδιοτελῆ χριστιανική ἀγάπη, ἀπό χριστιανικό καθῆκον, ἀπό ἐντολή ἐπιβεβλημένη ἀπό τον Σωτῆρα μας Χριστό, ὁ ὁποῖος «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν»[1], καί τέλος…
ἀπό θερμή καί σφοδρή ἐπιθυμία γιά τήν σωτηρία Σας. Γι’ αυτό θεωροῦμε καθῆκον μας ἱερό καί ἐπιβεβλημένο, ὡς ἔσχατο μέλος τοῦ Παναγίου καί Παναχράντου Σώματος τοῦ Χριστοῦ καί δή ὡς Ὀρθόδοξος Ἐπίσκοπος, ὁ ὁποῖος ὑπαγόμαστε τόσο στήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἁγιωτάτης καί Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἡ ὁποία εἶναι ἡ Ἀνωτάτη Ἐκκλησιαστική μας Ἀρχή, ὅσο καί στήν καθόλου καί Ἀδιαίρετο Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία, νά φροντίσουμε παντί σθένει νά Σᾶς ἐπαναφέρουμε στήν Μητέρα Καθολική Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία, ἀπό τήν ὁποῖα ἀποχωρήσατε καί ἀποκοπήκατε, ἔργο τό ὁποῖο ἐλπίζουμε, συνεργούσης τῆς ἀκτίστου Θείας Χάριτος τοῦ Κυρίου, νά κατορθωθεῖ. Τό ἱερό αὐτό χρέος τῆς ἐπιστροφῆς τῶν αἱρετικῶν στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχει βεβαίως ἱεροκανονικό ἔρεισμα καί βάση καί στηρίζεται στούς 131ο, 132ο καί 133ο Ἱερούς Κανόνες τῆς ἐν Καρθαγένῃ Τοπικῆς Συνόδου (418 ἤ 419 μ.Χ.)[2].
Ἔνας ἐπιπρόσθετος λόγος, πού ἀναδεικνύει τήν ἐπικαιρότητα καί τήν σημαντικότητα τῆς παρούσης Ἐπισκοπικῆς ἐπιστολῆς μας, εἶναι τά τεκταινόμενα στα πλαίσια τῆς συγχρόνου αἱρετικῆς οἰκουμενι(στι)κῆς κινήσεως μέ τούς οἰκουμενι(στι)κούς θεολογικούς διμερεῖς διαλόγους μεταξύ Ὀρθοδόξων καί Μονοφυσιτῶν, ὅπου οἱ ἐκπρόσωποι ἀπό πλευρᾶς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐμφορούμενοι δυστυχῶς ἀπό τό παναιρετικό πνεῦμα τοῦ διαχριστιανικοῦ καί διαθρησκειακοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, καί μεταχειριζόμενοι τήν ἀπάτη τῆς ψευδοῦς οἰκουμενιστικῆς ἀγάπης ἄνευ τῆς ἀληθείας καί τῆς ἑνότητος ἐν τῆ Ὀρθοδόξῳ πίστει, φενακίζουν, ἐξαπατοῦν καί κοροϊδεύουν Ὑμᾶς, Ἐκλαμπρότατε, ἰσχυριζόμενοι ὅτι ὁ Μονοφυσιτισμός εἶναι δῆθεν «ἀδελφή Ἐκκλησία», μέ ἔγκυρα μυστήρια, βάπτισμα, ἱερωσύνη καί Χάρι, ὅτι Ὑμεῖς, ὁ ἀρχηγός τῆς αἱρετικῆς μονοφυσιτικῆς Κοπτικῆς Κοινότητος, εἶστε κανονικός Ἐπίσκοπος καί διάδοχος τοῦ Ἀποστόλου Μάρκου, θεωρίες παντελῶς ἄγνωστες, ἀμαρτύρητες, ἀβάσιμες στήν ἐν γένει Παράδοση τῆς Καθολικῆς Ὁρθοδόξου Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦν ξεκάθαρη βλασφημία πρός τό Πανάγιον Πνεῦμα καί ἀναδεικνύουν τήν θεολογική ἐκτροπή Ὑμῶν.
Τρανή ἀπόδειξη τῆς ἐξαπατήσεως Ὑμῶν ἐκ μέρους τῶν Ὀρθοδόξων Οἰκουμενιστῶν εἶναι ὅτι, ἐνῶ ἀποδίδουν τίτλους ἐκκλησιαστικότητας εἰς Ὑμᾶς, τούς πρόδηλα κακοδόξους αἱρετικούς, δέν τολμοῦν, συνεπεῖς πρός τίς διακηρύξεις τους, τήν μαζί Σας μυστηριακή διακοινωνία, γιατί γνωρίζουν ὅτι ἀπό ἐκείνη τήν στιγμή θά ἀπωλέσουν ἄμεσα τήν ἐκκλησιαστική τους ἰδιότητα. Αὐτό δέν ἀποτελεῖτήν πλέον κραυγαλέα ἀπόδειξη τῆς κακοδοξίας τοῦ Οἰκουμενισμοῦ; Ἄν πράγματι πιστεύουν τίς ἀπαράδεκτες καί προκλητικές τους διακηρύξεις, ἄς τό τολμήσουν, λοιπόν, γιατί ἀλλιώς ἀποδεικνύουν μέ τήν στάση τους αὐτή τήν ἀνυπαρξία τῶν τίτλων ἐκκλησιαστικότητος, πού ἀποδίδουν σ’ Ἐσᾶς, τούς ψευδεπισκόπους τῶν κακοδόξων.
Εὐθύς ἐξ ἀρχῆς θά πρέπει νά διευκρινισθεῖ ὅτι τά ὅσα θά λεχθοῦν στή συνέχεια, γράφονται μέ πόνο καρδίας καί ὄχι ἀπό κάποια προσωπική ἐμπάθεια καί μίσος πρός τό σεβαστό πρόσωπό Σας. Σκοπός μας δέν εἶναι νά θιγεῖ τό πρόσωπό Σας, ἀλλά νά ἀποκαλύψει, στηλιτεύσει, ἐλέγξει καί ἀνασκευάσει πλανεμένες καί αἱρετικές ἀπόψεις, θεωρίες, πράξεις καί ἐνέργειές Σας. Βασικός κανόνας μας εἶναι ὅτι πρέπει νά ἀγαπᾶμε τά πρόσωπα τῶν αἱρετικῶν, ἀλλά νά ἐλέγχουμε καί νά ἀποστρεφόμαστε τήν πλάνη καί τήν αἵρεσή τους. Μοναδικό ἐνδιαφέρον μας εἶναι ἡ Ἁγία Ὀρθοδοξία μας, μόνο μέσα στήν ὁποῖα ἔχει ὁ ἄνθρωπος σωτηρία. Πάντοτε προσευχόμαστε ὅπως ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός ἐπισυναγάγη Ὑμᾶς, τόν πεπλανημένο ἀρχηγό τῆς Κοπτικῆς Κοινότητος καί τούς Κόπτες, διά τῆς μετανοίας καί τῆς ἀποκηρύξεως τῆς πλάνης καί αἱρέσεως Ὑμῶν, στήν Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική, Ὁρθόδοξη Ἐκκλησία.
Ἐπικοινωνοῦντες, λοιπόν, μεθ’ Ὑμῶν, διά τοῦ παρόντος Ἐπισκοπικοῦ γράμματος, ἐπιθυμοῦμε νά Σᾶς καταστήσουμε γνωστό ὅτι, ἡ ἡμετέρα ἐλαχιστότης, παρ’ ὅτι τυγχάνει μέλος τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τῆς τρεχούσης περιόδου, ἦταν ἀποῦσα κατά τήν ἐπίσημη ὑποδοχή τῆς Ὑμετέρας Ἐκλαμπρότητος στήν Ἱερά Σύνοδο τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἐκκλησίας, πού πραγματοποιήθηκε περίπου πρό μηνός, στίς 9-12-2016[3], ὄχι βεβαίως γιά λόγους προσωπικούς, ἀλλά γιά λόγους καθαρά θεολογικούς, δογματικούς καί σωτηριολογικούς.
Ἀκραδάντως πιστεύουμε ὅτι, κατά τήν Ἁγιογραφική, Ἱεροκανονική καί Ἁγιοπατερική διαχρονική Ἱερά Παράδοση καί τήν ἀλάνθαστη συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Καθολικῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, ὁ Μονοφυσιτισμός, τοῦ ὁποίου ἡγεῖστε, Ἐκλαμπρότατε, δέν εἶναι «Ἐκκλησία», ἀλλά θρησκευτική κοινότης, αἱρετική παρασυναγωγή, αἵρεσις, ἀναίρεσις, καθαίρεσις καί πλήρης διαστροφή τῆς ἀληθείας, δηλ. τοῦ ἰδίου τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ. Ἀρνούμαστε κάθε ὀνοματοδοσία τῶν αἱρέσεων, μεταξύ τῶν ὁποίων καί τήν δική σας αἵρεση τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ, ὡς Ἐκκλησιῶν.
Ὁ παραπάνω ὅρος, Ἐκλαμπρότατε, εἶναι ἀντιφατικός καί ἀπαράδεκτος, διότι, ἄν ὁμιλοῦμε περί Ἐκκλησίας, αὐτή δέν μπορεῖ νά εἶναι ἑτερόδοξος, καί, ἄν ὁμιλοῦμε περί ἑτεροδόξου, αὐτή δέν μπορεῖ νά εἶναι Ἐκκλησία, μέ τήν θεολογική ἔννοια τοῦ ὅρου. Ὁ ὁρισμός τῆς Ἐκκλησίας μᾶς δίδεται ἀπό τόν ἴδιο τόν Δομήτορά Της, μέ τό ἀψευδέστατο στόμα Του, τόν οὐρανοβάμονα θεῖο Παῦλο, ὁ ὁποῖος στήν πρός Ἐφεσίους ἐπιστολή Του (1, 17-23) μᾶς ἀποκαλύπτει ὅτι:
«ἵνα ὁ Θεὸς τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ πατὴρ τῆς δόξης, δῴη ὑμῖν πνεῦμα σοφίας καὶ ἀποκαλύψεως ἐν ἐπιγνώσει αὐτοῦ, πεφωτισμένους τοὺς ὀφθαλμοὺς τῆς καρδίας ὑμῶν, εἰς τὸ εἰδέναι ὑμᾶς τίς ἐστιν ἡ ἐλπὶς τῆς κλήσεως αὐτοῦ, καὶ τίς ὁ πλοῦτος τῆς δόξης τῆς κληρονομίας αὐτοῦ ἐν τοῖς ἁγίοις, καὶ τί τὸ ὑπερβάλλον μέγεθος τῆς δυνάμεως αὐτοῦ εἰς ἡμᾶς τοὺς πιστεύοντας κατὰ τὴν ἐνέργειαν τοῦ κράτους τῆς ἰσχύος αὐτοῦ, ἥν ἐνήργησεν ἐν τῷ Χριστῷ ἐγείρας αὐτὸν ἐκ νεκρῶν, καὶ ἐκάθισεν ἐν δεξιᾷ αὐτοῦ ἐν τοῖς ἐπουρανίοις ὑπεράνω πάσης ἀρχῆς καὶ ἐξουσίας καὶ δυνάμεως καὶ κυριότητος καὶ παντὸς ὀνόματος ὀνομαζομένου οὐ μόνον ἐν τῷ αἰῶνι τούτῳ, ἀλλὰ καὶ ἐν τῷ μέλλοντι· καὶ πάντα ὑπέταξεν ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτοῦ, καὶ αὐτὸν ἔδωκε κεφαλὴν ὑπὲρ πάντα τῇ ἐκκλησίᾳ, ἥτις ἐστὶ τὸ σῶμα αὐτοῦ, τὸ πλήρωμα τοῦ τὰ πάντα ἐν πᾶσι πληρουμένου».
Συνεπῶς εἶναι ἀδύνατος ἡ ὕπαρξις ἑτεροδόξου Ἐκκλησίας, ὅπως εἶναι ἀδύνατος ἡ ὕπαρξις ἑτεροδόξου Χριστοῦ. Εἶναι παραλογισμός νά ἔχεται ἀληθείας ταυτόχρονα ἡ πίστις, πού τό στόμα τοῦ Ἀπ. Παύλου, ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, μᾶς παραδίδει ὅτι «ἐν τῷ ἅδει οὐκ ἔστι μετάνοια», σχολιάζοντας τήν παραβολή τοῦ πλουσίου καί τοῦ Λαζάρου, καί ἡ ὕπαρξις ἑνός ἄλλου σώματος Χριστοῦ μέ κεφαλή τόν Ἴδιο, πού διδάσκει ἀκριβῶς τά ἀντίθετα, ὅπως τῆς δικῆς Σας Μονοφυσιτικῆς Κοπτικῆς Κοινότητος ἤ τῆς Παπικῆς Κοινωνίας, ἡ ὁποία στήν κατήχησή της, ἐκδ. Βατικανοῦ – Κάκτου 1996, στήν σελ. 332, μέ τίτλο «Ὁ τελικός ἐξαγνισμός ἤ τό καθαρτήριο», μᾶς λέγει ὅτι «Ὅσοι πεθαίνουν χωρίς νά ἔχουν ἐξαγνιστεῖ ὑποβάλλονται μετά τόν θανατό τους σέ ἕναν ἐξαγνισμό, γιά νά εἰσέλθουν στήν χαρά τοῦ οὐρανοῦ. Αὐτόν τόν τελικό ἐξαγνισμό ἡ Ἐκκλησία τόν ὀνομάζει καθαρτήριο».
Ἐκλαμπρότατε,
Ἡ αἵρεση τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ ἔθεσε καί θέτει ἀκόμη καί σήμερα τήν Ὀρθόδοξη πίστη καί τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου σέ κίνδυνο. Ἐσεῖς, οἱ αἱρετικοί Μονοφυσίτες, πρεσβεύετε ὅτι ὁ Χριστός, μετά τήν ἐνανθρώπησή Του, δηλ. μετά τήν ἕνωση τῶν δύο τελείων φύσεών Του (θείας καί ἀνθρωπίνης) στό ἕνα πρόσωπό Του, εἶχε μόνο μία φύση, τήν θεία, ἡ ὁποία ἀπορρόφησε τήν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ καί κυριάρχησε ἐπ’ αὐτῆς.
Οἱ ἅγιοι Πατέρες, ὅμως, τῆς Ἁγίας καί Οἰκουμενικῆς Δ΄ Συνόδου, (ὅπως οἱ ἅγιοι Φλαβιανός Κων/λεως, Προτέριος Ἀλεξανδρείας, Ἀνατόλιος κ.ἄ.), ἡ ὁποία συνεκλήθη στή Χαλκηδόνα τῆς Βιθυνίας τό 451 μ.Χ. κατεδίκασαν τήν μεγάλη αἵρεσή σας τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ καί τούς μονοφυσίτες αἱρεσιάρχες σας Εὐτυχή, Διόσκορο καί Σεβήρο, καί δογμάτισαν ὅτι οἱ δύο τέλειες φύσεις τοῦ Χριστοῦ (θεία καί ἀνθρώπινη), μετά τήν ἕνωσή τους στό ἕνα πρόσωπο τοῦ Θεοῦ Λόγου, παρέμειναν μεταξύ τους ἑνωμένες ἀσυγχύτως, ἀδιαιρέτως, ἀτρέπτως καί ἀχωρίστως.
Δέν ὑπῆρξε καμμία ἀπορρόφηση ἤ προσχώρηση ἤ σύγχυση ἤ διαίρεση ἤ τροπή τῶν δύο φύσεων, ἀλλά παρέμειναν καί οἱ δύο ἀκέραιες, διατηρώντας ἡ κάθε μία τά ἰδιαίτερα χαρακτηριστικάτης γνωρίσματα καί παραμένοντας στά ὅριά της. Δηλ. οἱ δύο τέλειες φύσεις ἑνώθηκαν στήν μία ὑπόσταση τοῦ Θεοῦ Λόγου. Ἑπομένως, τό ὀρθόδοξο εἶναι νά κάνουμε λόγο γιά δυοφυσιτισμό, δηλ. γιά δύο τέλειες φύσεις μετά τήν ἕνωση, καί ὄχι γιά μονοφυσιτισμό, δηλ. γιά μία φύση, καί συγκεκριμένα τήν θεία, μετά τήν ἕνωση, ὅπως κάνετε ἐσεῖς[4].
Σύμφωνα μέ τόν Καθηγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους, Πανοσιολογιώτατο Ἀρχιμανδρίτη κυρό Γεώργιο Γρηγοριάτη (Καψάνη), «Ἀντιχαλκηδόνιοι Μονοφυσίτες ὀνομάζονται οἱ Χριστιανοί, οἱ ὁποῖοι δέν ἐδέχθησαν τήν Δ΄ καί τίς ἑπόμενες Οἰκουμενικές Συνόδους, ἀπεκόπησαν ἀπό τήν Ἐκκλησία καί ἐσχημάτισαν τίς μονοφυσιτικές «ἐκκλησίες» τῆς Ἀνατολῆς, δηλ. τῶν Κοπτῶν τῆς Αἰγύπτου, τῶν Αἰθιόπων, τῶν Ἀρμενίων, τῶν Συροϊακωβιτῶν καί τῶν Ἰνδῶν τοῦ Μαλαμπάρ»[5].
Ὁ Μονοφυσιτισμός σας δημιουργήθηκε ἀπό τήν λανθασμένη ἑρμηνεία τῆς Χριστολογίας τοῦ ἁγίου Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας. Ἡ καθ’ ὑπόστασιν ἕνωση τῶν δύο φύσεων στό πρόσωπο τοῦ Λόγου δηλώνεται, κατά τόν ἅγιο Κύριλλο, σαφέστατα μέ τή φράση «μία φύσις τοῦ Θεοῦ Λόγου σεσαρκωμένη». Ἡ φράση αὐτή τοῦ ἁγίου Κυρίλλου δέν νοεῖται μονοφυσιτικά, ὅπως τήν ἐννοεῖτε ἐσεῖς, διότι τό «μία φύσις» ἀναφέρεται στήν θεία φύση τοῦ Λόγου, ἐνῶ τό «σεσαρκωμένη» ἀναφέρεται στήν ἀνθρώπινη φύση Του.
Ἔτσι, ἐνῶ μέ τήν φράση αὐτή δηλώνεται ἡ ἀκεραιότητα τῆς ἀνθρωπίνης φύσεώς Του, τονίζεται παράλληλα ἡ πραγματικότητα καί ἡ ἑνότητα τοῦ προσώπου Του. Ἡ ἔμφαση μάλιστα αὐτή, πού δίνει ὁ ἅγιος Κύριλλος στήν ἑνότητα τοῦ προσώπου τοῦ Χριστοῦ καί τήν ταυτότητά του μέ τόν Θεό Λόγο («ἕνα καί τόν αὐτόν») μετά τήν ἕνωση τῶν δύο φύσεων, ἀποτελεῖ τό κυριότερο χαρακτηριστικό γνώρισμα τῆς χριστολογίας του[6].
Οἱ ἱδρυτές τῆς αἱρέσεως τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ, τούς ὁποίους ἐσεῖς τιμᾶτε ὡς «ἁγίους», ἑρμήνευσαν μονοφυσιτικῶς τήν παραπάνω φράση τοῦ ἁγίου Κυρίλλου ὁὁποῖος τήν ἐχρησιμοποίησε ὡς φράσι τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου ἐνῶ ἀνῆκει εἰς τόν αἱρεσιάρχη Ἀπολλινάριο Λαοδικείας τόν καταδικασθέντα ὑπό τῆς Ἁγίας Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, γεγονός πού ἀπέδειξαν οἱ Λεόντιος Βυζάντιος καί Ἰωάννης Σκυθοπολίτης (Λεοντίου Ἱεροσολύμων PG 86,1865) στήν προσπάθεια ἀντιδράσεώς τους στήν αἵρεση τοῦ Νεστοριανισμοῦ. Ὁ δυστυχής ἀρχιμανδρίτης Εὐτυχής δίδασκε ὅτι στόν Χριστό δέν ὑπάρχουν πλέον, μετά τήν ἐνανθρώπηση, δύο φύσεις, ἀλλά μόνο ἡ θεία, πού προῆλθε οὐσιαστικά μετά ἀπό τή σύγκραση τῶν δύο φύσεων[7].
Εἶναι χαρακτηριστική ἡ αἱρετική δήλωση τοῦ Εὐτυχοῦς «δύο φύσεις πρό τῆς ἑνώσεως, μία φύσις μετά τήν ἕνωσιν». Ὁ Διόσκορος πατριάρχης Ἀλεξανδρείας δέν εἶχε ὀρθόδοξη Χριστολογία, ἐπειδή ἡ ἔκφραση «ἐκ δύο φύσεων», πού ὑποστήριζε, δέν εἶναι δογματικῶς ἰσοδύναμη μέ τήν ἔκφραση «ἐν δύο φύσεσιν». Ἡ ἔκφραση «ἐκ δύο φύσεων», ἄν καί ὀρθόδοξη καθ’ ἐαυτή, χωρίς τήν ἔκφραση «ἐν δύο φύσεσιν», δέν ἐξασφαλίζει ἀπό τήν ἐκτροπή τοῦ χριστολογικοῦ φρονήματος στή σεβηριανή Χριστολογία. Ὁ Διόσκορος ἀποκατέστησε τόν Εὐτυχή στή ληστρική σύνοδο τοῦ 449, ἐπειδή ἐμφοροῦνταν ἀπό τήν μονοφυσιτική Χριστολογία καί ὄχι τήν Χριστολογία τοῦ ἁγίου Κυρίλλου.
Δικαίως καθαιρέθηκε ἀπό τήν Δ΄ Ἁγία καί Οἰκουμενική Σύνοδο, ἐπειδή κλήθηκε τρεῖς φορές καί δέν προσῆλθε. Ἀλλά, καί ἄν προσερχόταν, πάλι θά καταδικαζόταν ὡς αἱρετικός, ἐπειδή ἀρνοῦνταν τήν Ἔκθεση Πίστεως τῶν Διαλλαγῶν. Γι’ αὐτό ἄλλωστε τόν ἀναθεμάτισαν ἡ Δ΄ καί ὅλες οἱ μεταγενέστερες Ἅγιες καί Οἰκουμενικές Σύνοδοι. Ἡ μεταγενέστερη παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καί τά ἱστορικοδογματικά δεδομένα τῆς ἐποχῆς του μαρτυροῦν γιά τό μονοφυσιτικό φρόνημα τοῦ Διοσκόρου καί τόν καταδικάζουν ὡς ὁμόφρονα καί ὑπερασπιστή τοῦ Εὐτυχοῦς[8].
Ὁ Σεβῆρος ὁμιλεῖ γιά μία σύνθετη φύση, ἡ ὁποία, μέ τήν φαντασία τοῦ νοῦ, μπορεῖ νάἀναλυθεῖ σέ δύο φύσεις. Ὑπό τήν ἔννοια αὐτή ὁ λεγόμενος δυοφυσιτισμός τοῦ Σεβήρου εἶναι φανταστικός καί ἐπινόημα, καί δέν συνιστᾶ δύο πραγματικές φύσεις. Ἀπόδειξη τοῦ γεγονότος εἶναι ὁ ἰσχυρισμός τοῦ Σεβήρου ὅτι στόν Χριστό ὑπάρχει μία σύνθετη φυσική ἐνεργητική κίνηση (μονοενεργητισμός), ἀνάλογη πρός τήν σύνθετη φύση[9].
Ἑπομένως, «ἡ διαφορά ἡμῶν τῶν Ὀρθοδόξων μ’ ἐσᾶς τούς Ἀντιχαλκηδονίους ἀφορᾶ αὐτό τό Πανάγιο Πρόσωπο τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Οἱ ἅγιοι καί Θεοφόροι Πατέρες μας, ἀπό τήν Δ΄ Ἁγία καί Οἰκουμενική Σύνοδο καί ἐντεῦθεν ἐπεσήμαναν ὅτι, ὄχι μόνο ὁ Εὐτυχής, ἀλλά καί ὁ Σεβῆρος καί ὁ Διόσκορος, δέν εἶχαν ὀρθή πίστη περί τοῦ Προσώπου τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Λόγου καί τῶν δύο ἐν Αὐτῷ τελείων φύσεων, τῆς θείας καί τῆς ἀνθρωπίνης. Καί ἀκόμη ὅτι συνέχεαν τίς φύσεις, πρεσβεύοντες ὅτι ὁ Θεάνθρωπος δέν εἶναι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, τό δεύτερο Πρόσωπο τῆς Παναγίας Τριάδος, τό ὁποῖο προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση καί τήν ἕνωσε ἐν τῇ ἀϊδίῳ Ὑποστάσει Του μέ τήν θεία φύση, ἀλλά κάποια ἄλλη θεανθρώπινη ὕπαρξις, ἡ ὁποία προῆλθε ἀπό τήνἕνωση τῶν δύο φύσεων»[10].
Ὁ προκάτοχός Σας Σενούντα, πολλές αἱρέσεις ἀπωλείας εἰσήγαγε στήν Κοπτική Κοινότητα. Μελετώντας κανείς τό βιβλίο του «Ἡ φύσις τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Θεότητα τοῦ Χριστοῦ»[11], διαπιστώνει ὅτι υἱοθετεῖ τήν αἱρετική παπική θεωρία τοῦ μεσαίωνα περί ἱκανοποιήσεως τῆς θείας δικαιοσύνης καί ἀρνεῖται κατηγορηματικῶς τήν πατερική διδασκαλία τῆς κατά χάριν θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου, ὡς μία ἀπό τίς σωτηριολογικές συνέπειες τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου. Οἱ Κόπτες σήμερα μπορεῖ νά ἐκφράζεσθε μέ τρόπο, πού δίνει τήν ἐντύπωση ὅτι «ὀρθοδοξεῖτε», ὅτι ἔχετε λεκτική «ὀρθοδοξία» (Orthodoxie Verbale), ἀλλά στήν ἐπίσημη διδασκαλία σας πολεμᾶτε μετά μανίας τά ὀρθόδοξα δόγματα.
Τό βασικό ἔργο τοῦ Χριστοῦ, σύμφωνα μέ τό κήρυγμα Ὑμῶν τῶν Κοπτῶν, εἶναι ἁπλῶς νά ἀντιπροσωπεύει τήν ἀνθρωπότητα μπροστά στόν Θεό, καί ὄχι νά ἑνώσει τους ἀνθρώπους μέ τόν Θεό. Ὁ Χριστός, στά γραπτά Ὑμῶν τῶν Κοπτῶν, εἶναι ἕνας προφήτης, ὁ ὁποῖος μεσολαβεῖ στόν Θεό, ἀλλά δέν ἑνώνεται ὁ Ἴδιος στήν Θεία φύση ὑποστατικά. Αὐτό φαίνεται ἀπό τήν ἄρνηση τοῦ προκατόχου Σας Σενοῦντα νά ἀναγνωρίσει τήν πραγματικότητα τῆς Θείας Εὐχαριστίας.
Ἀπορρίπτει τήν «βυζαντινῆς κατασκευῆς καί προελεύσεως», ὅπως ἰσχυρίζεται, ἀντίληψη ὅτι κοινωνοῦμε τήν Θεότητα, καί δέν μπορεῖ νά διακρίνει τήν θεωμένη ἀνθρώπινη φύση ἀπό τήν θεία φύση τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία (ἀνθρώπινη φύση) ἑνώθηκε μέ τήν θεία φύση. Αὐτό ἐξηγεῖ καί τό γιατί ἐσεῖς οἱ Κόπτες, ἄνευ ἐξαιρέσεων, ἀρνεῖσθε τήν κατά χάριν θέωση τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά καί κάθε ἀπόπειρα ἁγιασμοῦ. Ἐμεῖς, ὅμως, οἱ Ὀρθόδοξοι, στήν Θεία Εὐχαριστία δέν κοινωνοῦμε τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ, ἀλλά μεταλαμβάνουμε τό Τίμιο Σῶμα καί τό Τίμιο Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, τά ὁποῖα ἑνώθηκαν μέ τήν Θεία Φύση ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀδιαιρέτως καί ἀχωρίστως, σύμφωνα μέ τον ὅρο τῆς Χαλκηδόνας.
Ὁ Κόπτης «μητροπολίτης» Δαμιέτας Bishoy, συμπρόεδρος τῆς Μικτῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Θεολογικοῦ διαλόγου μεταξύ Ὀρθοδόξων καί Ἀντιχαλκηδονίων, δημοσίευσε στίς 30-1-2015, στό ἐπίσημο περιοδικό τοῦ «Πατριαρχείου» τῶν Κοπτῶν «Ἡ Ἱεραποστολή», ἄρθρο μέ τίτλο «Διατί ὁ πειρασμός»[12], τό ὁποῖο μετέφρασε ἀπό τά ἀραβικά στά ἑλληνικά ὁ ἐπί 15 χρόνια προϊστάμενος τῆς Κοπτικῆς Κοινότητος Ἀθηνῶν καί μεταφραστής τοῦ Bishoy, σήμερα, ὅμως, Ὀρθόδοξος ἱερεύς, Αἰδεσιμολογιώτατος Πρωτοπρεσβύτερος π. Ἀθανάσιος Χενεΐν, ἐφημέριος τοῦ Παλαιοῦ Ναοῦ Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Παλαιᾶς Κοκκινιᾶς τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως.
Στό ἄρθρο αὐτό ὁ Bishoy ἀρνεῖται μέ τόν πιό κατηγορηματικό τρόπο τήν πραγματικότητα τῆς ὑπάρξεως τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως στό πρόσωπο τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, καί κατ’ ἐπέκτασιν ἀρνεῖται τό αὐτεξούσιο στόν ἄνθρωπο Ἰησοῦ. Πλέον συγκεκριμένα ἀναρωτιέται: «Ποίαν ὠφέλειαν δύναται νά φέρῃ ὁ πειρασμός εἰς τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν»; Καί ἀπαντᾶ ὁ ἴδιος: «Διότι γνωρίζομεν ἐκ τῶν προτέρων ὅτι ὁ Χριστός ἦτο ἀπολύτως καί ἄνευ οὐδεμιᾶς συζητήσεως προορισμένος νά κριθῆ ἄξιος εἰς τήν ἐξέτασιν, νά ἐπιτύχῃ εἰς τήν δοκιμασίαν καί νά νικήσῃ τόν πειρασμόν».
Ὁ Bishoy μιλᾶ γιά τόν πειρασμό τοῦ Χριστοῦ καί ἀφαιρεῖ τραγικῶς τήν προσωπική ἐλευθερία τοῦ Χριστοῦ ὡς τελείου ἀνθρώπου. Μιλᾶ μ’ ἕνα προτεσταντικό τρόπο γιά τόν ἀπόλυτο προορισμό τοῦ Χριστοῦ καί μ’ ἕνα κορανικό τρόπο γιά τό κισμέτ, τήν μοίρα τοῦ Χριστοῦ. Ὁ κακόμοιρος Χριστός, στήν ἀντιλήψη τοῦ Bishoy, δέν ἔχει τήν ἐλευθερία νά δεχθεῖ ἐλευθέρως τόν πειρασμό, ἀλλά εἶναι καταδικασμένος, χωρίς καμμιά συζήτηση, νά νικήσει. Ἐσβήσε ὁ Bishoy ὅλα τά χωρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τά ὁποία μιλοῦν καί περιγράφουν τόν ἀγώνα, ἀλλά καί τήν ἀγωνία τοῦ Θεανθρώπου μπροστά στόν φρικτό θάνατο τοῦ Σταυροῦ. Κατήργησε τήν ἀνθρώπινη θέληση τοῦ Χριστοῦ.
Στό ἴδιο ἄρθρο ὁ Bishoy, ὅπως καί ὁ Σενούντα, υἱοθετεῖ τήν αἱρετική παπική θεωρία περί ἱκανοποιήσεως τῆς θείας δικαιοσύνης. Λέει: «Τό δεύτερον σημεῖον εὑρίσκεται εἰς τό νά ἀποθνήσκῃ ἐπί τοῦ σταυροῦ, ἐκπροσωπῶν τούς πάντας, ἤ ὡς ἐκπρόσωπος ὅλου τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, διά νά ἱκανοποιήσῃ ἀπολύτως τήν ἀπόλυτον θείαν δικαιοσύνην, οὗτος ὥστε νά δυνηθῇ νά ἐξιλεώσῃ τάς ἁμαρτίας πάντων τῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι θά τόν δεχθοῦν ὡς λυτρωτήν καί σωτήρα». Τά παραπάνω σημεία μᾶς παρέχουν τήν δυνατότητα νά ὁμιλοῦμε γιά ἐκλατινισμό ἤ ἐξουνιτισμό τῶν Κοπτῶν, τύπου Μαρωνιτῶν τοῦ Λιβάνου.
Περίπου στό ἴδιο κλίμα κινήθηκαν καί οἱ δηλώσεις Σας, Ἐκλαμπρότατε, κατά τήν πρόσφατη ἐπίσκεψή Σας στήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος (9-12-2016). Ἀναφερθήκατε ἐκτενῶς στίς σχέσεις τῶν δύο λαῶν καί κυρίως τῶν δύο «Ἐκκλησιῶν», τονίζοντας ὅτι «οἱ μεταξύ τῶν δύο Λαῶν, Ἑλλήνων καί Αἰγυπτίων Χριστιανῶν, θερμοί δεσμοί ἀδελφοσύνης ἀνανεώνονται στό διάβα τῶν αἰώνων, ἀφοῦ στήν Αἴγυπτο ὑπάρχει παλαιόθεν Ἑλληνική Κοινότητα, ἐνῷ καί ἡ Ἑλλάδα σήμερα φιλοξενεῖ ἀδελφικά καίμέ ἀγάπη Χριστοῦ Κόπτες Χριστιανούς στήν Ἀθήνα»[13].
Ἐπίσης, σημειώσατε μεταξύ ἄλλων καί τά ἑξῆς: «Ἔχομεν κοινήν Ἱστορίαν καί κληρονομίαν, καθώς ἐπίσης γενεάς καί γενεάς, αἱ ὁποῖαι ἔζησαν εἰς τάς δύο χώρας μας, ὥστε αἱ ὁμοιότητες καί τά κοινά μεταξύ μας νά εἶναι πλέον πολύ περισσότερα ἀπό τυχόν σημεῖα διαφορᾶς ἤ διαφωνίας. Ἐκ μέσης καρδίας εὐχαριστοῦμεν Ὑμᾶς, Μακαριώτατε, διά τήν πολύτιμον μεσολάβησίν Σας εἰς τό θέμα τῆς ἀναγνωρίσεως τῆς Κοπτικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὁμοῦ μεθ’ ἑτέρων ἕξι Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν, ὑπό τοῦ ἑλληνικοῦ Κοινοβουλίου, κατά μήνα Ὀκτώβριον τοῦ ἔτους 2014.
Ἐπίσης, εὐχαριστοῦμεν Ὑμᾶς διά τόν ἀνθρωπιστικόν σας ρόλον εἰς τήν παροχήν βοηθείας πρός πρόσφυγας, προερχομένους ἐκ χωρῶν πολέμου καί καταστροφῆς. Προσθέτομεν εἰς τό σημεῖον αὐτό ὅτι θά ἠδύνατο καί ἡ ἐν Ἑλλάδι Κοπτική Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία νά συμβάλει εἰς τήν παροχήν βοηθείας πρός τυχόν νέους πρόσφυγας». Τέλος, προσκαλέσατε στήν Αἴγυπτο τόν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμο καί τοῦ προσφέρατε τήν αἱρετική μονοφυσιτική εἰκόνα τῆς Φυγῆς εἰς Αἴγυπτον[14].
Ὁ Θεολογικός Διάλογος μεταξύ Ὀρθοδόξων καί Ἀντιχαλκηδονίων (1964-1971, 1971, 1979, 1985-1993), παραβλέποντας τήν σαφῶς αἱρετική Χριστολογία τῶν Μονοφυσιτῶν, τυπικά ὁλοκληρώθηκε μέ τήν δημοσίευση τῶν Α΄ καί Β΄ Κοινῶν Δηλώσεων (1989, 1990), μέ τίς ὁποῖες διακηρύσσεται ὅτι ἡ Χριστολογία Ὑμῶν τῶν Ἀντιχαλκηδονίων εἶναι οὐσιαστικά ὀρθόδοξη, παρά τήν λεκτική διαφοροποίησή της ἀπό ἐκείνη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Ἐπί τῇ βάσει αὐτῆς τῆς παραδοχῆς ἔχει προταθεῖ ἡ δυνατότητα νά ἀρθοῦν τά ἀναθέματα, πού οἱ ἅγιες Οἰκουμενικές Σύνοδοι ἐξεφώνησαν καθ’ Ὑμῶν τῶν Ἀντιχαλκηδονίων αἱρεσιαρχῶν, ἐφ’ ὅσον ἀποδειχθεῖ ὅτι οἱ συγκεκριμένοι αἱρεσιάρχες ἔχουν καταδικασθεῖ, ὄχι ἐπί αἱρέσει, ἀλλά ἐπειδή προκάλεσαν τό ἀντιχαλκηδόνιο σχίσμα στήν Ἐκκλησία (δηλ. γιά κανονικούς λόγους). Ἀποτέλεσμα τοῦ διαλόγου ἦταν ἡ ὑπογραφή ἀπό πλευρᾶς Ὀρθοδόξων τῶν ἀπαραδέκτων καί ἐπαισχύντων θέσεων τῆς συμφωνίας τοῦ Σαμπεζύ τό 1990 μ’ Ἐσᾶς τούς Μονοφυσίτες[15].
Προωθώντας οἱ σημερινοί Ὀρθόδοξοι Οἰκουμενιστές Πατριάρχες, Ἀρχιεπίσκοποι, Μητροπολίτες, Ἐπίσκοποι καί ἀκαδημαϊκοί θεολόγοι τό σχέδιο τῆς παναιρέσεως τοῦ διαχριστιανικοῦ οἰκουμενισμοῦ γιά ψευδοένωση μέ τούς Μονοφυσίτες ἔχουν προβεῖ σέ ἀπαράδεκτες καί καταδικαστέες ἀπό ὀρθοδόξου πλευρᾶς οἰκουμενιστικές ἐνέργειες, ὅπως ἡ συγγραφή διδακτορικῶν διατριβῶν, μέ τίς ὁποῖες συμπεραίνεται ἐσφαλμένως ὅτι ἡ χριστολογία τῶν Διοσκόρου καί Σεβήρου εἶναι ὀρθόδοξη, ἡ ἀναγνώριση ἀποστολικῆς διαδοχῆς, ἱερωσύνης, ἐκκλησιαστικότητος καί μυστηρίων Ὑμῶν τῶν Μονοφυσιτῶν, οἱ συμπροσευχές μ’ ἐσᾶς τούς Μονοφυσίτες, ἡ συμμετοχή σέ μονοφυσιτικές θρησκευτικές ἐκδηλώσεις σας, οἱ κοινές εὐλογίες, ἡ ἀνταλλαγή δώρων (ὅπως μίτρες, ποιμαντορικές ράβδοι, ἐγκόλπια, εἰκόνες), ἡ εἴσοδος Ὑμῶν τῶν Μονοφυσιτῶν σέ ὀρθοδόξους ναούς καί μάλιστα στό Ἱερό Βῆμα, ἡ τέλεση δοξολογίας πρός τιμήν σας, ἡ προσκύνηση ἀπό σᾶς λειψάνων ὀρθοδόξων ἁγίων, ἡ ἀναγόρευση Ὑμῶν τῶν Μονοφυσιτῶν σέ ἐπιτίμους διδάκτορες[16] καί τέλος ἡ μετάδοση τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων σ’ ἐσᾶς Μονοφυσίτες[17].
Παραλλήλως, εἶναι τελείως ἀπαράδεκτο νά συμμετέχει ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία στήν καρικατούρα τοῦ διαλόγου τοῦ παμπροτεσταντικοῦ λεγομένου Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν «ἐκκλησιῶν» (Π.Σ.Ε.), πού οὐσιαστικά εἶναι Παγκόσμιο Συμβούλιο τῶν Αἱρέσεων, καί ὄχι τῶν Ἐκκλησιῶν, καί Παγκόσμιο Συνονθύλευμα τῶν Αἱρέσεων, τήν στιγμή πού τό Π.Σ.Ε., ἀναγνωρίζει Ἐσᾶς τούς Μονοφυσίτες ὡς Ὀρθοδόξους, σᾶς ἀποκαλεῖ «Ἀρχαῖες Ἀνατολικές Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες», καί παρακάθεστε στό τραπέζι τοῦ διαλόγου μαζί μ’ ἐμᾶς τούς Ὀρθοδόξους ὡς «Ὀρθόδοξοι».
Τό πρόσφατο (11-12-2016) θλιβερό γεγονός τῆς τρομοκρατικῆς ἐπιθέσεως τοῦ ISIS στό Κάιρο, πού εἶχε σάν συνέπεια τόν θάνατο 25 ἀθώων πολιτῶν καί τόν τραυματισμό 49 ἀτόμων δίπλα στήν ἔδρα τῆς καθ’ ἡμᾶς Κοπτικῆς Κοινότητος[18], φανερώνει ὅχι μόνο τήν ἀποτυχία τῶν διεξαγομένων διαθρησκειακῶν διαλόγων μέ τό Ἰσλάμ καί τήν φενάκη περί εἰρηνικῆς συνυπάρξεως Χριστιανισμοῦ καί Ἰσλάμ, ἀλλά καί τό πραγματικό καί εἰδεχθές πρόσωπο τοῦ Ἰσλάμ, τό ὁποῖο ἐφαρμόζει ἀπαρέγκλιτα, ἰδιαίτερα στίς ἡμέρες μας, τήν βασική καί κύρια Κορανική διδασκαλία τοῦ ἱεροῦ πολέμου (τζιχάντ) ἐναντίον τῶν ἀπίστων, δηλ. τῶν μή μουσουλμάνων.
Τό Ἰσλάμ εἶναι ἡ μοναδική θρησκεία στόν κόσμο, πού στοχοποιεῖ ἐγκληματικά τήν ἄρνησή της, πού ἐπιβάλλεται μέ τήν βία καί τό ἔγκλημα, πού δέν ἀναγνωρίζει τήν αὐτεξούσια καί ἐλευθέρα βούληση τῶν προσώπων, καί πού, πέραν τῆς ἱστορικῆς, ἔχει καί «θεολογική» ἑρμηνεία γιά τά τρομοκρατικά χτυπήματα και τούς ἀποκεφαλισμούς, πού διεξάγουν οἱ Ἰσλαμιστές – Τζιχαντιστές τοῦ ISIS ἀνά τόν κόσμο. Τά «ἱερά κίνητρα» τῶν ἐκτελεστῶν ἑδράζονται στό Ἰσλαμικό κοσμοείδωλο. Διότι, Ἰσλάμ σημαῖνει ὑποταγή.
Ὅμως, Ἐκλαμπρότατε, ἄν ἐξετάσει κανείς εἰς βάθος τά πράγματα, θά δεῖ οὐσιαστικά ὅτι, ἀνάμεσα στίς ἄλλες αἰτίες, καί ἡ αἵρεση τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ, στήν ὁποία Ἐσεῖς καί οἱ πατέρες σας πιστεύετε, εὐθύνεται γιά τήν ἐξάπλωση τοῦ Ἰσλάμ καί γιά τά πολυώδυνα βάσανα τῶν πολυνέκρων ἐπιθέσεων. Διότι, ὡς γνωστόν, οἱ διδαχές τῆς λαοπλάνου θρησκείας τοῦ Ἰσλάμ ἀποτελοῦν ἕνα συμπίλημα διαφόρων ἀνθρωποπαθῶν αἱρετικῶν θρησκευτικῶν παραδοχῶν (π.χ. Εἰδωλολατρεία, Ζωροαστρισμός, Μανιχαϊσμός, Γνωστικισμός, Ἀρειανισμός, Νεστοριανισμός, Ἀφθαρτοδοκητισμός, Εἰκονομαχία) μεταξύ τῶν ὁποίων κύρια θέση κατέχει καί ἡ αἵρεσή σας, Ἐκλαμπρότατε, τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ.
Ἄν, Ἐσεῖς καί οἱ πατέρες σας, Ἐκλαμπρότατε, δέν στρεβλώνατε τήν Χριστολογία τῆς Δ΄ Ἁγίας καί Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί δέν ἀναπτύσατε τήν αἵρεσή σας τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ δογματίζουσα τόν Θεόν ὡς ἀπρόσιτον καί μή οὐσιαστικῶς ἐνανθρωπίσαντα ἀφοῦ ὁ Χριστός δέν εἶχε ἀνθρώπινη θέλησι καί ἐνέργεια τόν 5ο αἰῶνα, οὔτε καί ὁ ψευδοπροφήτης Μωάμεθ, δύο αἰῶνες μετά ἀπό Σᾶς, τόν 7ο δηλ. αἰῶνα, θά δανείζονταν τήν αἱρετική διδασκαλία σας, οὔτε θά καθιέρωνε τά «γέλωτος ἄξια» θεσπίσματα τοῦ ἀνιέρου Κορανίου, ὅπου παρουσιάζεται ὁ Θεός ὡς ἀμέθεκτος ἀπό τόν ἄνθρωπο κατά τίς ἐνέργειές του, ὁ ὁποῖος ὀφείλει μόνον νά ὑποταγεῖ σέ Αὐτόν καί τό ὁποῖο, μέ τίς ψευδολογίες του, ἐπιδιώκει νά ἀνατρέψει τό σωτηριῶδες ἔργο τοῦ Θεοῦ Λόγου, τοῦ ἀληθινοῦ Μεσσία.
Ἑπομένως, Ἐκλαμπρότατε, ἡ Χριστολογική Σας αἵρεση ἀποτελεῖ ἀπαρχή καί ρίζα τοῦ Ἰσλάμ, ὑποθάλπει τό Ἰσλάμ καί φέρει τεράστιες εὐθύνες γιά τήν ἐξάπλωσή του. Τό Ἰσλάμ εἶναι τέκνο καί συνέχεια τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ.
Πιστεύουμε, ἐπίσης, ὅτι ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός χρησιμοποιεῖ τό ἀλλόθρησκο Ἰσλάμ ὡς ἔσχατο παιδαγωγικό μέσο τιμωρίας, ἐξαιτίας τῆς ἀποστασίας ἀπό τήν Ὀρθόδοξη πίστη, καί ὡς ἀφύπνιση γιά τόν ἐγκεντρισμό στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία Του.
Ἐμεῖς, ὅμως, οἱ Ὀρθόδοξοι, ἀντιθέτως μέ τήν ἐπικρατούσα παναιρετική συγκρητιστική οἰκουμενιστική τακτική, «μετά τῶν Ἁγίων Πατέρων καί τῶν Συνόδων ἀπορρίπτουμε καί ἀναθεματίζουμε ὅλες τίς αἱρέσεις, πού παρουσιάσθηκαν κατά τήν ἱστορική διαδρομή τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπό τίς παλαιές αἱρέσεις, πού ἐπιβιώνουν μέχρι σήμερα, καταδικάζουμε τόν Μονοφυσιτισμό, τόν ἀκραῖο τοῦ Εὐτυχοῦς καί τόν μετριοπαθῆ τοῦ Σεβήρου καί Διοσκόρου, σύμφωνα μέ τίς ἀποφάσεις τῆς Δ’ ἐν Χαλκηδόνι Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί τήν χριστολογική διδασκαλία μεγάλων Ἁγίων Πατέρων καί Διδασκάλων, ὅπως τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, τοῦ ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, τοῦ Μεγάλου Φωτίου καί τῶν ὕμνων τῆς λατρείας»[19]. Ἐπίσης,«ἀποκηρύττουμε καὶ ἀπορρίπτουμε δημόσια τὴν συγκατάθεση τῶν Τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν στὸν διάλογο τοῦ Chambesy, βάσει τοῦ ὁποίου οἱ ἀντιχαλκηδόνιοι αἱρετικοί, οἱ μονοφυσίτες, οἱ λεγόμενοι μιαφυσίτες, διάδοχοι τῆς αἱρέσεως τοῦ Σεβήρου Ἀντιοχείας, ἀναγνωρίζονται ὡς ὀρθόδοξοι»[20].
Γιά νά γίνει μία συνεπής πρός τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιολογία ἕνωση Ὑμῶν τῶν Ἀντιχαλκηδονίων μέ τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, θά πρέπει Ἐσεῖς οἱ Μονοφυσίτες νά ἀποδεχθεῖτε τίς Δ΄, Ε΄, ΣΤ΄, Ζ΄, Η΄ καί Θ΄ Ἅγιες καί Οἰκουμενικές Συνόδους μέ ὅ,τι αὐτή ἡ ἀποδοχή συνεπάγεται˙νά ἀποκηρύξετε δηλ. τήν σεβηριανή Χριστολογία σας, νά ἀποδεχθεῖτε τίς καταδίκες, πού ἔχουν ἐπιβληθεῖ στούς αἱρεσιάρχες Διόσκορο, Σεβήρο, Εὐτυχή, Ἰάκωβο Ἀρμένιο τόν Ζάνζαλο, καί νά διακόψετε τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ ὅσους παραμένουν στά ἀντιχαλκηδόνια φρονήματά τους (Εὐτυχιανιστές, Ἰακωβίτες, Ἀρτζιβουρίτες). Αὐτή ἡ τακτική εἶναι σύμφωνη μέ τήν ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τίς ἑνωτικές προσπάθειες, πού ἀπέτυχαν, καί ἀπό ἐκεῖνες, πού καρποφόρησαν τήν ἀληθινή ἑνότητα, ὅπως ἡ ἐπί ἁγίου Φωτίου. Ἡ μεθόδευση, πού θά παρακάμψει τίς ἀνωτέρω στοιχειώδεις ἀπαιτήσεις, δῆθεν ὡς οἰκονομία, θά ζημιώσει τήν Ἐκκλησία.
Ἐκλαμπρότατε,
Ἐμεῖς, οἱ Ὀρθόδοξοι, θέλουμε τήν ἕνωση καί εὐχόμαστε διαρκῶς «ὑπέρ τῆς τῶν πάντων (ἀνθρώπων) ἑνώσεως» μέ τήν Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Οὐσιαστικά τήν ἐμποδίζετε Ἐσεῖς, οἱ Κόπτες, καί οἱ ἐκ τῶν Ὀρθοδόξων Οἰκουμενιστές. Ἐμεῖς, οἱ Ὀρθόδοξοι, εἴμαστε οἱ κατ’ ἐξοχήν ἑνωτικοί, ἐνῶ Ἐσεῖς, οἱ Κόπτες, οἱ ἀνθενωτικοί. Ἄν δέν μετανοήσετε ἐδῶ, στήν πρόσκαιρη ζωή, θά μετανοήσετε στόν Ἅδη, ὅπου, ὅμως, «οὐκ ἔστι μετάνοια»! Ἐμεῖς, οἱ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες, θέλουμε τήν ἕνωση, ὅπως τήν ὁρίζει ὁ Χριστός, ἐνῶ ἐσεῖς, οἱ Κόπτες, τήν θέλετε, ὅπως τήν ὁρίζετε, Ἐσεῖς, Ἐκλαμπρότατε.
Ἐάν Ἐσεῖς, Ἐκλαμπρότατε, ἤσασταν σύμφωνος μέ τόν Χριστό, μήν ἀμφιβάλλετε ὅτι κι ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι, πού κατέχουμε τήν ὀρθή πίστη τοῦ Χριστοῦ, θά δεχόμασταν τήν ἕνωση. Ἐφόσον, ὅμως, Ἐσεῖς, Ἐκλαμπρότατε, δέν συμφωνεῖτε μέ τόν Χριστό, δέν εἶναι ποτέ δυνατόν νά συμφωνήσουμε μ’ Ἐσᾶς. Πῶς εἶναι δυνατόν, Ἐκλαμπρότατε, νά δεχθοῦμε ἕνωση, ἐφόσον Ἐσεῖς καί οἱ Κόπτες εἶστε ἀσύμφωνοι καί ἀντίθετοι στή διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Σωτῆρος μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τῶν ἁγίων Ἀποστόλων; Πῶς εἶναι δυνατόν νά δεχτοῦμε ἕνωση μ’ Ἐσᾶς, πού μιλᾶτε, φρονεῖτε καί ἐνεργεῖτε ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, ἐναντίον τῶν Πατερικῶν Παραδόσεων;
Ἐφ’ ὅσον, λοιπόν, Ἐσεῖς, Ἐκλαμπρότατε, παραμένετε ἀμετανόητος καί ἐμμένετε ἑωσφορικῶς στίς αἱρέσεις Σας, ὀφείλουμε νά διακόψουμε κάθε σχέση μαζί Σας καί ὁκαθένας νά πορευθεῖ τόν δρόμο του.
Ὁ θεοκήρυκας Ἀπόστολος Παῦλος γράφει: «Νά εἶστε σταθεροί καί νά μένετε πιστοί στίς διδασκαλίες, πού σᾶς παραδώσαμε εἴτε προφορικά εἴτε μέ ἐπιστολή μας»[21]. Καί πάλι: «Ἀλλά κι ἄν ἐμεῖς ἤ ἀκόμη κι ἕνας ἄγγελος ἀπό τόν οὐρανό σᾶς κηρύξει ἕνα εὐαγγέλιο διαφορετικό ἀπό τό εὐαγγέλιο, πού σᾶς κηρύξαμε, νά εἶναι ἀνάθεμα»[22]!
Τό ἴδιο λέει καί ὁ θεοφόρος Ἰγνάτιος: «Ὅποιος μιλάει ἤ κάνει ἐνάντια σ’ αὐτά, πού διαταχτήκαμε, κι ἄν ἀκόμη εἶναι ἀξιόπιστος ἄνθρωπος, κι ἄν νηστεύει, κι ἄν ζεῖ στήν παρθενία, κι ἄν κάνει θαυμαστά σημεῖα, νά τόν βλέπεις σάν λύκο μέ προβειά προβάτου, πού ἑτοιμάζει μέ τά ἔργα του τή φθορά τῶν προβάτων». Ἀλλά καί ἡ Ζ’ Ἁγία καί Οἰκουμενική Σύνοδος ὁρίζει: «Τρεῖς φορές ἀναθεματίζουμε ὅλες τίς καινοτομίες, πού ἔγιναν, καί πού μέλλουν νά γίνουν, ἐνάντια στήν Ἐκκλησιαστική Παράδοση καί στή διδασκαλία καί στό παράδειγμα τῶν ἁγίων καί ἀειμνήστων Πατέρων»[23]. Ἐπίσης, ὁ σοφός Βρυέννιος λέει: «Ἄν κάποιος σαλεύει κάτι ἀπό τίς διδασκαλίες τῶν θεοφόρων Πατέρων, αὐτό νά μήν τό ποῦμε κατ’ οἰκονομία παρέκκλιση, ἀλλά παράβαση καί προδοσία τῆς πίστης καί ἀσέβεια πρός τό Θεό».
Ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε τήν πρώτη ἐντολή τῆς ἀγάπης. Μᾶς δίδαξε, ὅμως, τήν ἀγάπη τήν ἀληθινή, ὄχι τήν ψεύτικη. Τήν ἀγάπη, ὄχι μέ τά χείλη καί τό στόμα, ἀλλά τήν ἀγάπη μέ ὅλη μας τήν ψυχή καί τήν καρδιά. Ὄχι τήν ἀγάπη τήν ἐπιφανειακή, ἀλλά τήν ἐσωτερική. Ὁ Κύριος μᾶς δίδαξε τήν ἀληθινή ἀγάπη, ἀλλά συγχρόνως μᾶς δίδαξε καί μᾶς παρήγγειλε, γιά νά μᾶς προφυλάξει, νά προσέχουμε ἀπό τούς ψευδοπροφῆτες, τούς ψευδόχριστους, τούς ψευδοδιδασκάλους, τούς λυκοποιμένες, τούς λύκους, τούς σκύλους, τούς ὑποκριτές, ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς, γραμματεῖς καί φαρισαίους, μεταξύ τῶν ὁποίων εἶστε κι Ἐσεῖς, Ἐκλαμπρότατε.
Αὐτούς ὁ Κύριος καυτηρίασε μέ τά φοβερά καί φριχτά ἐκεῖνα «οὐαί», χαρακτηρίζοντάς τους ὑποκριτές, ἀνοήτους, τυφλούς, ὁδηγούς τυφλῶν, ἅρπαγες, ἄδικους, τάφους ἀσβεστωμένους, φίδια, γεννήματα ἐχιδνῶν. Ἀπό τέτοιους ἀνθρώπους μᾶς παρήγγειλε ὁ Κύριος νά προσέχουμε, νά μήν τούς πλησιάζουμε, νά μήν ἔχουμε καμιά ἐπικοινωνία. Μόνο νά εὐχόμαστε νά σᾶς φωτίσει ὁ Κύριος νά μετανοήσετε. Πῶς φέρθηκαν ἀπέναντι σέ τέτοιους ἀνθρώπους σάν ἐσᾶς (λυκοποιμένες, ψευδοδιδασκάλους, ψευδοπροφῆτες, ψευδόχριστους αἱρετικούς) οἱ ἅγιοι Πατέρες;
Αὐτοί, λοιπόν, οἱ ἅγιοι Πατέρες, οἱ μιμητές τοῦ Ἀρχιποίμενος Χριστοῦ καί διάδοχοι τῶν Μαθητῶν του, οἱ θεῖοι ποιμένες, πού θυσίασαν τή ζωή τους γιά τά λογικά τους πρόβατα, πού συγκρότησαν τίς σεπτές καί ἅγιες Ἑννέα Οἰκουμενικές Συνόδους, ὅλους αὐτούς τούς αἱρετικούς, πού ἀναφέραμε, τούς ἐκσφενδόνισαν μέ τή σφενδόνη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μακρυά ἀπό τό ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ. Τούς ἐδίωξαν μακρυά καί τούς παρέδωσαν, ὡς ἀμετανοήτους, στό αἰώνιο ἀνάθεμα[24].
Μεταξὺ Ὀρθοδοξίας καὶ Μονοφυσιτισμοῦ δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει κανενὸς εἴδους συμβιβασμός. Οὔτε ἑνότητα, οὔτε πολὺ περισσότερο ἕνωση. Ἐμεῖς λατρεύουμε τὸν αὐθεντικό Θεάνθρωπο Χριστό, ἐνῶ ἐσεῖς λατρεύετε ἕναν νοθευμένο καί ἀλλοιωμένο, ἀνύπαρκτο καί ἀνυπόστατο Χριστό, ὁ ὁποῖος δέν σώζει τόν ἄνθρωπο. Ἐμεῖς, οἱ πραγματικοὶ καὶ συνεπεῖς Ὀρθόδοξοι σὲ καμμία περίπτωση καὶ μὲ κανένα ἀντάλλαγμα δὲν κάνουμε μικτοὺς γάμους, δὲν συμπεθεριάζουμε μὲ αἱρετικοὺς καὶ ἀπίστους. Τὸ τέρμα καὶ ὁ σκοπός, ποὺ ἐπιδιώκουμε ἐμεῖς, εἶναι ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ αἰώνια μακαριότητα, ἐνῶ για’ Σᾶς εἶναι ἡ γῆ καὶ ἡ εὐδαιμονία πάνω σ᾽ αὐτήν.
Προκειμένου νὰ πετύχει τὸ συνοικέσιο, σ᾽ ἕνα μικτὸ γάμο, εἶναι ἀνάγκη κάποιος νὰ ἀρνηθεῖ τὸ πιστεύω καὶ τὶς ἀρχές του, νὰ ἀρνηθεῖ τὸν ἑαυτό του. Καὶ αὐτὸς γιὰ κανένα λόγο δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ εἴμαστε ἐμεῖς, οἱ Ὀρθόδοξοι.
Ἐμεῖς πειθαρχοῦμε στὴν θεόπνευστη παραγγελία τοῦ Ἀπ. Παύλου: «Μὴ γίνεσθε ἑτεροζυγοῦντες ἀπίστοις… τίς κοινωνία φωτὶ πρὸς σκότος; Τίς δὲ συμφώνησις Χριστῷ πρὸς Βελίαλ; ἢ τίς μερὶς πιστῷ μετὰ ἀπίστου; τίς δὲ συγκατάθεσις ναῷ Θεοῦ μετὰεἰδώλων;… ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε»[25].
Ἐάν, Ἐσεῖς, Ἐκλαμπρότατε, θέλετε ἕνωση, νά ἀναγνωρίσετε καί νά ὁμολογήσετε ὅλες τίς πλάνες, αἱρέσεις καί καινοτομίες, τίς ὁποῖες εἰσήγαγαν, ἀπ’ ἀρχῆς οἱ κατά καιρούς ἀρχηγοί σας, ἀποσχισθέντες ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, νά μετανοήσετε, νά κλάψετε πικρῶς, νά ταπεινωθεῖτε, νά κατηχηθεῖτε καί νά βαπτισθεῖτε ὀρθόδοξα καί τότε θά εἶστε ἀποδεκτός. Ἐάν δέν ἀποβάλλετε τήν ὑπερηφάνεια καί ἐάν δέν ταπεινωθεῖτε, μιμούμενος τόν Κύριο, ὄχι μόνο δέν θά πετύχετε, ἀλλά θά αὐξήσετε τήν διαίρεση καί θά προξενήσετε μεγάλα σκάνδαλα, ταραχές, συγχύσεις, μεγάλη βλάβη καί ζημιά στό ποίμνιο.
Ἐάν μιμηθεῖτε τόν Κύριο καί ταπεινωθεῖτε, θά πετύχετε τήν ἕνωση, θά ὠφελήσετε τόν ἑαυτό Σας καί τό ποίμνιο καί θά δοξασθεῖ καί ἀπό’ Σας, ὅπως δοξάσθηκε καί ἀπό τούς Ἁγίους Ἀποστόλους τό Ὄνομα τοῦ Οὐρανίου Πατρός, ἐπειδή ὁ «Κύριος ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δέ δίδωσι χάριν», καί «πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτόν ταπεινωθήσεται, ὁ δέ ταπεινῶν ἑαυτόν ὑψωθήσεται»[26].
Ἐπειδή, λοιπόν, Ἐκλαμπρότατε, ὁ θάνατος εἶναι ἄδηλος και ἐπειδή, σύμφωνα μέ τόν Ευαγγελικό λόγο, «οὐκ οἴδατε τήν ὥραν οὐδέ τήν στιγμήν τοῦ θανάτου», ἐξαιτίας αὐτοῦ Σᾶς προτρέπουμε, Σᾶς συμβουλεύουμε καί Σᾶς παρακαλοῦμε, ὡς ἔσχατο μέλος τοῦ Παναγίου καί Παναχράντου Σώματος τοῦ Χριστοῦ καί δή ὡς Ὀρθόδοξος Ἐπίσκοπος, νά σπεύσετε νά ἐπανέλθετε στούς κόλπους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, προτοῦ ἔλθει τό τέλος. Ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός Σᾶς δέχεται μέ ἀνοικτές ἀγκάλες! Χαρά θά γίνει καί στή γῆ ἀπό τούς ὀρθῶς φρονοῦντας ἀδελφούς, χαρά θά γίνει καί στούς Οὐρανούς ἀπό τούς Ἀγγέλους γιά τήν ἐπιστροφή Σας! Δράμετε καί προφθάστε νά εἰσέλθετε στόν θεῖο νυμφῶνα πρίν κλείσει ἡ θύρα, ἐπειδή, σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Κύριλλο, ὅσοι μιάνθηκαν μέ αἵρεση, θά στερηθοῦν τοῦ ἐνδύματος τῆς ἀφθαρσίας.
Εὐχόμαστε ἡ ἄκτιστος Θεία Χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος νά φωτίσει τόν νοῦ Σας, νά Σᾶς ἐνισχύσει καί νά Σᾶς ἐνδυναμώσει, γιά νά ἀποτινάξετε καί νά ἀποσκορακίσετε τόν ὕπνο τῆς πλάνης, τῆς αἱρέσεως καί τῆς ραθυμίας καί νά προσέλθετε στίς ἀγκάλες τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Μετά τιμῆς
+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ
[1] Α΄ Τιμ. 2, 4.
[2] ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, ἐκδ. Β. Ρηγόπουλος, Θεσ/κη 2003, σσ. 533-535.
[3] Ο Κόπτης Πατριάρχης στην Ιερά Σύνοδο, 9-12-2016, http://www.romfea.gr/epikairotita-xronika/11909-o-koptis-patriarxis-stin-iera-sunodo
[4] ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, σσ. 180-185.
[5] Εἶναι οἱ Ἀντιχαλκηδόνοι ὀρθόδοξοι; Κείμενα τῆς Ἱερᾶς Κοινότητος τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί ἄλλων ἁγιορειτῶν Πατέρων περί τοῦ διαλόγου Ὀρθοδόξων καί Ἀντιχαλκηδονίων (Μονοφυσιτῶν), ἔκδ. Ἱ. Μ. Ὁσίου Γρηγορίου, Ἅγιον Ὄρος 1995, σ. 9, βλ. καί ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, Ἡ «Ὀρθοδοξία» τῶν Ἀντιχαλκηδονίων Μονοφυσιτῶν, Θεσ/κη 1994.
[6] ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΑΡΤΖΕΛΟΣ, Ἰστορία τῆς Ὀρθόδοξης Θεολογίας καί πνευματικότητας, ἔκδ. Ὑπηρεσία Δημοσιευμάτων ΑΠΘ, Θεσ/κη 2000-2001, σσ. 74-75.
[7] Ὅ.π., σσ. 84-85.
[8] Διόσκορος και Σεβήρος˙ οἱ Ἀντιχαλκηδόνιοι αἱρεσιάρχαι. Κριτική δύο διδακτορικῶν διατριβῶν, ἔκδ. Ἱ. Μ. Ὁσίου Γρηγορίου, Ἅγιον Ὄρος 2003, σ. 94.
[9] Ὅ.π., σ. 216.
[10] Εἶναι οἱ Ἀντιχαλκηδόνοι ὀρθόδοξοι;…, σ. 10.
[11] ΣΕΝΟΥΝΤΑ Γ΄, Πατριάρχης Κοπτοορθόδοξης Ἐκκλησίας Ἀλεξάνδρειας τῆς Αἰγύπτου, Ἡ φύσις τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Θεότητα τοῦ Χριστοῦ, ἐκδ. Ἁρμός 1996.
[12] www.alkerazamagazine.com
[13] Ὁ Πατριάρχης τῶν Κοπτῶν τῆς Αἰγύπτου στόν Μ.Κ.Ο. ”Ἀποστολή”, 8-12-2016, http://www.romfea.gr/diafora/11895-o-patriarxis-ton-kopton-tis-aiguptou-stin-mko-apostoli
[14] Ὁ Κόπτης Πατριάρχης στήν Ἱερά Σύνοδο, 9-12-2016, http://www.romfea.gr/epikairotita-xronika/11909-o-koptis-patriarxis-stin-iera-sunodo
[15] 26-11-2013 Ἡ συμφωνία τῆς ντροπῆς στό Σαμπεζύ τῆς Ἐλβετίας Οἰκουμενιστῶν Ὀρθοδόξων καί αἱρετικῶν Μονοφυσιτῶν,http://entoytwnika1.blogspot.gr/2013/11/blog-post_5337.html
[16] Ἅγιον Ὄρος˙ Διαχρονική μαρτυρία στούς ἀγῶνες ὑπέρ τῆς Πίστεως, ἔκδ. Ἁγιορειτῶν Πατέρων, Ἅγιον Ὄρος 2014, σσ. 96-103.
[17] Μητροπολίτης Διοκλείας Κάλλιστος Ware : Ὁ πρῶτος ἐπίσκοπος πού ἔδωσε τά Ἄχραντα Μυστήρια εἰς τούς αἱρετικωτάτους Κόπτας!!! 30-5-2015 http://katanixis.blogspot.gr/2015/05/ware.html
[18] http://www.newsbomb.gr/kosmos/news/story/753403/epithesi-aigyptos-se-triimero-penthos-i-xora-meta-to-aimatiro-xtypima-se-xristianiko-nao, http://www.newsbomb.gr/kosmos/news/story/753411/aigyptos-martyria-sok-pantoy-ypirxan-ptomata-sklhres-eikones
[19]ΣΥΝΑΞΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΩΝ, Ὁμολογία Πίστεως κατά τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, Ἀπρίλιος 2009, http://www.impantokratoros.gr/B742476A.el.aspx
[20] ΣΥΝΑΞΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΩΝ, Νέα Ὁμολογία Πίστεως κατά τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, 23-5-2015, http://www.impantokratoros.gr/46A08503.el.aspx, http://www.impantokratoros.gr/dat/storage/dat/C5E5C0FD/nea_omologia_pisteos.pdf
[21] Β΄ Θεσ. 2, 15.
[22] Γαλ. 1, 8.
[23] Συνοδικό τῆς Ζ’ Ἁγίας καί Οἰκουμενικῆς Συνόδου ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας, Τριώδιο, Κυριακή Ὀρθοδοξίας.
[24] ΓΕΡΩΝ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ, Διδαχές πατρικές καί θαυμαστά γεγονότα τοῦ γέροντος Φιλόθεου Ζερβάκου, ἐκδ. Ὀρθόδοξη Κυψέλη, σσ. 103-111, http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=984.
[25] Β´ Κορ. 6, 14-17, Ὀρθόδοξος Τύπος, 19-10-2012, http://aktines.blogspot.gr/2012/10/blog-post_282.html.
[26] Λκ. 18, 14, http://www.impantokratoros.gr/C140A962.el.aspx
imp.gr
http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2017/01/blog-post_29.html