ΟΜΙΛΙΑ 1η
π. Ἀθανασίου Μυτιληναίου
“Λόγοι Ἀφυπνίσεως”
«ὥρα ἡμᾶς ἤδη ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι»
Ρωμ: ιγ΄ : 11
Σωματικές αἰσθήσεις, βλάβες καί νέκρωσή τους.
Ἐάν κάποτε διαπιστώσουμε ὅτι μία αἴσθησή μας δέν ἀνταποκρίνεται λειτουργικῶς, ἀνησυχοῦμε καί καταφεύγουμε στόν γιατρό. Ὅταν ἐπί παραδείγματι τά μάτια μας ἀλλοιώνουν τό σχῆμα ἤ τό χρῶμα τῶν ἀντικειμένων, ἤ ἀκόμη τά αὐτιά μας δέν μποροῦν νά συλλάβουν χαμηλῆς ἀντάσεως ἤ ὑψηλῆς συχνότητος ἤχους, ὁμοίως ἀνησυχοῦμε, καί καταφεύγουμε στόν γιατρό. Ἐάν ὑπάρχει αὐτή ἡ κατάσταση, ἐάν δηλαδή οἱ αἰσθήσεις δέν μᾶς πληροφοροῦν ἐπακριβῶς ἀλλά ἀσθενοῦν, τότε ἀντιλαμβάνεσθε ὅτι δέν μποροῦμε νά ἔχουμε εἰκόνα τοῦ ἐξωτερικοῦ μας κόσμου· ἀλλά ἐάν δέν ἔχουμε εἰκόνα τοῦ ἐξωτερικοῦ μας κόσμου, δέν μποροῦμε νά προσαρμοσθοῦμε σ᾿ αὐτόν.
Ἄν πάλι οἱ αἰσθήσεις μας, ὅλες οἱ αἰσθήσεις μας, ἔχουν νεκρωθεῖ, καί ἡ ὅραση καί ἡ ἀκοή καί ἡ ὄσφρηση καί ἡ γεύση καί ἡ ἁφή, τότε τό σῶμα, πρίν ἀκόμη χωρισθεῖ ἀπό τήν ψυχή, θεωρεῖται ὅτι εἶναι νεκρό, ἤ μοιάζει μέ νεκρό σῶμα. Τότε, στήν περίπτωση αὐτή, λέμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν διατηρεῖ τίς αἰσθήσεις του, ἤ ἀκόμη ὅτι δέν ἔχει αἴσθηση τοῦ περιβάλλοντός του. Ζεῖ· ἀλλά δέν ἀκούει, δέν βλέπει, δέν αἰσθάνεται. Ἄν οἱ αἰσθήσεις ἐγκαταλείψουν ὁλότελα τόν ἄνθρωπο, τότε θά λέγαμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτός εἶναι ἕνας ζωντανός νεκρός.
Οἱ πνευματικές αἰσθήσεις.
Αὐτά ἀναφέρονται καί συμβαίνουν στίς φυσικές μας αἰσθήσεις. Ἀλλά, ὅπως γνωρίζετε, οἱ αἰσθήσεις, τά αἰσθητήρια, δέν ἀναφέρονται μόνο στό σῶμα, ἀλλά ἀναφέρονται καί στήν ψυχή. Ἔχει καί ἡ ψυχή τά αἰσθητήριά της, καί μάλιστα τά ἀντίστοιχα αἰσθητήρια μέ τά αἰσθητήρια τοῦ σώματος· δηλαδή ἔχουμε πνευματική ὅραση, πνευματική ἀκοή, πνευματική γεύση, καί οὕτω καθ᾿ ἑξῆς.
Σ᾿ αὐτές μάλιστα τίς πνευματικές αἰσθήσεις ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἀναφέρεται πολύ συχνά· μᾶς πληροφορεῖ σέ πολλά σημεῖα της ἡ Ἁγία Γραφή γι᾿ αὐτές.
Γιά τήν πνευματική ὅραση, ἐπί παραδείγματι, μᾶς λέγει τό ἑξῆς στό βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως, στήν ἐπιστολή πρός τόν ἄγγελον, τόν ἐπίσκοπο τῆς Λαοδικείας: «συμβουλεύω σοι», σέ συμβουλεύω, «ἀγορᾶσαι παρ᾿ ἐμοῦ κολλούριον», νά ἀγοράσεις ἀπό μένα κολλύριον, δηλαδή φάρμακο γιά τά μάτια – γενική ὀνομασία –«ἔγχισον τούς ὀφθαλμούς σου, ἵνα βλέπῃς»1, βάλε φάρμακο στά μάτια σου, γιά νά μπορεῖς νά βλέπεις.
Ὕστερα αὐτός ὁ Κύριος ἔλεγξε τούς Φαρισαίους καί τούς ἄρχοντες τοῦ λαοῦ, οἱ ὁποῖοι ἔβλεπαν τά θαύματά Του, ἀλλά δέν ἔβλεπαν. Καί μάλιστα σημειώνει αὐτό τό περίεργο ὁ Κύριος: «Γιά τοῦτο ἔχω ἔλθει, λέει, ὥστε οἱ τυφλοί νά βλέπουν, καί αὐτοί πού ἔχουν μάτια νά γίνονται τυφλοί καί νά μήν βλέπουν.»2. Ὁ τυφλός ὁμολογεῖ τόν Ἰησοῦν καί Θεόν, οἱ δέ ἀνοιχτομάτηδες Φαρισαῖοι καί ἄρχοντες τοῦ λαοῦ καί τό Συνέδριο τυφλώνονται συνειδητῶς καί οἰκειοθελῶς, τυφλώνονται καί παραγνωρίζουν τό θαῦμα.
Μάλιστα σ᾿ ἐκεῖνον τόν ἐκ γενετῆς τυφλό, πού διά πολλῶν ἀναφέρει ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης3, ἐπιμένουν καί λέγουν: «Ἐσύ εἶσαι ὁ πρώην τυφλός, πού καθόσουν ἐκεῖ στά σκαλοπάτια τοῦ ναοῦ;». Καλοῦν τούς γονεῖς· «Αὐτός εἶναι ὁ γυιός σας;». Τόν ξαναρωτοῦν: «Σύ εἶσαι;». Γιατί τόση δυσπιστία; Ὅταν ὁ ἴδιος λέγει «Ναί, ἐγώ εἶμαι. Ἀφοῦ σᾶς τό εἶπα· ἐγώ εἶμαι!», δέν δυσπιστοῦν γιά τόν τυφλό, ἀλλά δέν θέλουν νά πιστέψουν σ᾿ ἐκεῖνο τό ὁποῖο ἐπιτέλεσε ὁ Χριστός, δέν θέλουν νά ἀναγνωρίσουν τόν Ἰησοῦ Χριστό. Γι᾿ αὐτό λοιπόν οἱ τυφλοί βλέπουν καί ὁμολογοῦν, οἱ δέ ἀνοιχτομάτιδες δέν βλέπουν καί ἀρνοῦνται.
Ἀκόμα, γιά τήν ἀκοή, ἐπανειλημμένως ὁ Κύριος ἔλεγε: «βλέπετε πῶς ἀκούετε»4 –τό κάναμε καί εἰδικό θέμα τήν προπερασμένη Κυριακή –προσέχετε πῶς ἀκοῦτε· διότι πνευματική ἀκοή δέν εἶναι ἁπλῶς νά χτυπήσουν οἱ λέξεις στά αὐτιά καί νά καταγραφοῦν οἱ ἔννοιες στόν ἐγκέφαλο καί μετά νά ἐπεξεργασθεῖ τίς λέξεις ὡς ἔννοιες πιά ὁ ἐγκέφαλος· ἡ πνευματική ἀκοή εἶναι ἡ βαθύτερη κατανόηση τῶν ἐννοιῶν πού ὁ ἐγκέφαλος ἐπεξεργάστηκε.
Γιά τή γεύση λέγει πάλι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ: «γεύσασθε καί οἴδετε ὅτι χρηστός ὁ Κύριος»5, ἐλᾶτε νά γευθεῖτε. Ὄχι ἁπλῶς νά δεῖτε, ὄχι ἁπλῶς νά ἀκούσετε, ἀλλά νά γευθεῖτε –ἡ γεύση εἶναι κάτι ἀκόμη πιό κοντινό– καί νά γνωρίσετε ἐξ αὐτῆς τῆς πνευματικῆς γεύσεως ὅτι ὁ Θεός εἶναι «χρηστός» –τό χρη μέ ἦτα– δηλαδή δοκιμᾶστε ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἀγαθός.
Ἡ ἀπουσία τῶν πνευματικῶν αἰσθήσεων.
Ἡ ἀπουσία αὐτῶν τῶν πνευματικῶν αἰσθήσεων ὁδηγεῖ, ἀγαπητοί μου, στό θλιβερό ἐκεῖνο κατάντημα πού μᾶς περιγράφει ὁ προφήτης Ἡσαΐας, στόν ὁποῖο ἀναφέρεται καί ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης, πού ἡ προφητεία του πραγματοποιεῖται στό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Λέγει: «Κύριε, τίς ἐπίστευσε τῇ ἀκοῇ ἡμῶν; καί ὁ βραχίων Κυρίου τίνι ἀπεκαλύφθη; τετύφλωκεν αὐτῶν τούς ὀφθαλμούς καί πεπώρωκεν αὐτῶν τήν καρδίαν, ἵνα μή ἴδωσι τοῖς ὀφθαλμοῖς», γιά νά μή δοῦνε μέ τά μάτια τους, «καί νοήσωσι τῇ καρδίᾳ καί ἐπιστραφῶσι, καί ἰάσομαι αὐτούς»6. Θλιβερό κατάντημα πνευματικῆς ἀναισθησίας!
Ὥστε λοιπόν θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι ἐκτός ἀπό τήν σωματική ἀναισθησία, τήν ἔλλειψη δηλαδή κανονικῆς λειτουργίας τῶν σωματικῶν αἰσθήσεων, ἔχουμε καί τήν πνευματική ἀναισθησία; Ναί! Καί εἶναι μάλιστα ἕνα φαινόμενο τό ὁποῖο ὄχι μόνο δέν εἶναι καθόλου σπάνιο, ἀλλά δυστυχῶς συνηθέστατο, σέ βαθμό πολλές φορές ἀνησυχητικώτατο. Αὐτό ἀκριβῶς θά εἶναι τό θέμα μας σήμερα· περί τῆς πνευματικῆς ἀναισθησίας.
Ἡ πνευματική ἀναισθησία τοῦ Ἰσραήλ.
Ἀπ᾿ αὐτή τήν πνευματική ἀσθένια ὁ Ἰσραήλ –ἀφοῦ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἀναφέρεται σνεχῶς στόν Ἰσραήλ– ἔπασχε πάντοτε. Ἀπό τούς χρόνους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, καί καθ᾿ ὅλη τήν διάρκειά της, ἕως τούς χρόνους τῆς Καινῆς Διαθήκης· δυστυχῶς καί μέχρι σήμερα.
Ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης πάλι θά σημειώσει γιά τόν Ἰσραήλ, ὡς πρός τά ἐπιτελούμενα θαύματα τοῦ Κυρίου: «Τοσαῦτα δέ αὐτοῖς σημεία –τοῦ Κυρίου– πεποιηκότος ἔμπροσθεν αὐτῶν –τῶν Ἰουδαίων– οὐκ ἐπίστευσον εἰς αὐτόν»7. Γιατί δέν πίστευαν; Διότι δέν ἔβλεπαν. Τί δέν ἔβλεπαν; δέν ἔβλεπαν μέ τοῦτα τά μάτια; Μέ τοῦτα τά μάτια ἔβλεπαν, ἀλλά δέν ἔβλεπαν μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς.
Ἀλλά ὁ Ἰσραήλ, σᾶς εἶπα, πάσχει μέχρι σήμερα· καί ἐπειδή ἀκριβῶς ὁ Ἰσραήλ πάσχει μέχρι σήμερα ἀπ᾿ αὐτή τήν πνευματική ἀναισθησία, ἐξ αἰτίας του, ἐπειδή ὁ ἴδιος γίνεται ἀφορμή, πάσχει ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπότητα. Καί οἱ χριστιανικοί λαοί πάσχουν ἀπό τόν Ἰσραήλ, διότι ἀπό τήν πνευματική του ἀναισθησία ἔχει ἱδρύσει τόν Σιωνισμό, μέ τόν ὁποῖο στρέφεται ἐναντίον χριστιανικῶν λαῶν.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος μέ πόνο ψυχῆς θά σημειώσει στή Β΄ Πρός Κορινθίους ἐπιστολή του τό ἑξῆς: «ἐπορώθη τά νοήματα αὐτῶν», τά νοήματα τῶν Ἰσραηλιτῶν δηλαδή πορώθηκαν· «ἄχρι γάρ τῆς σήμερον τό αὐτό κάλυμμα ἐπί τῇ ἀναγνώσει τῆς παλαιᾶς διαθήκης μένει, μή ἀνακαλυπτόμενον ὅτι ἐν Χριστῷ καταργεῖται, ἀλλ᾿ ἕως σήμερον», καί θά λέγαμε ὄχι μόνον τότε, τόν 1ο αἰῶνα, ἀλλά μέχρι καί σήμερα, τόν 20ο αἰῶνα, «ἡνίκα ἀναγινώσκεται Μωϋσῆς, κάλυμμα ἐπί τήν καρδίαν αὐτῶν κεῖται»8.
«…κάλυμμα ἐπί τήν καρδίαν αὐτῶν κεῖται»!
Γιά νά καταλάβετε τό νόημα τῶν λόγων, θά σᾶς πῶ ἕνα ἱστορικό σημεῖο, ἐπί τοῦ ὁποίου στηρίζεται ὁ λόγος αὐτός τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Ὅταν ὁ Μωϋσῆς κατέβηκε ἀπό τό ὄρος Σινᾶ, τή δεύτερη φορά, χωρίς νά τό γνωρίζει ὁ ἴδιος, τό πρόσωπό του, ἡ ὄψη του, εἶχε δοξασθεῖ· ἔλαμπε ὅπως τό πρόσωπό τοῦ, Ἰησοῦ Χριστοῦ στό Θαβώρ, ἀκτινοβολοῦσε ἡ ὄψη του. Ἦταν ἕνα φῶς, τό ὁποῖο δέν μποροῦσαν νά δοῦν οἱ Ἰσδραηλίτες· τούς δημιουργοῦσε μιάν ἀπώθηση. Εἶναι τό φῶς τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἕλκει καί ἀπωθεῖ. Πάντοτε ὁ Θεός ἕλκει καί ἀπωθεῖ· ἕλκει ἐκείνους οἱ ὁποῖοι εἶναι, θά λέγαμε, πρόσωπα κατάλληλα πρός ἕλξη, καί ἀπωθεῖ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι εἶναι πρόσωπα κατάλληλα πρός ἀπώθηση. Γενικά ὅμως ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ ἕλκει καί ἀπωθεῖ.
Φοβᾶται ὁ ἀπόστολος Πέτρος πάνω στό Θαβώρ· καί οἱ λοιποί Μαθητές φοβοῦνται, κι ἀπό τόν φόβο πέφτουν κάτω. Μάλιστα ἡ εἰκονογραφία μας παρουσιάζει μέ πολλή ζωηρότητα, θά ᾿λεγα ἀντιρρεαλιστικά, αὐτή τήν κίνηση. Βλέπουμε ἕναν τόπο αἰχμηρό, δηλαδή βραχώδη, μέ ἀπότομες πλευρές, καί βλέπουμε τούς Μαθητές νά πέφτουνε μέ τό κεφάλι πρός τά κάτω – θά ᾿χετε δεῖ εἰκόνα τῆς Μεταμορφώσεως – μέ τό κεφάλι πρός τά κάτω, τά χέρια μπροστά καί τά πόδια πίσω ἀνοιγμένα, ἀπό τόν φόβο τους! Παρουσιάζεται μία τέτοια κίνηση, πού ἴσως μόνο ἀπό γκρεμό ἄν ἔπεφτε κανείς στό χάος μέσα θά μποροῦσε νά παρουσιάσει τέτοια εἰκόνα. Καί ταυτοχρόνως ὁ ἀπόστολος Πέτρος λέγει: «Κύριε, καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι»9! Ἕλξη λοιπόν καί ἄπωση. Αὐτό εἶναι χαρακτηριστικό τῆς θείας παρουσίας.
Ἔτσι λοιπόν οἱ Ἰσραηλίτες, ὅταν εἶδαν τό πρόσωπο τοῦ Μωϋσέως νά φωτίζεται, νά εἶναι δοξασμένο, φοβήθηκαν, τρόμαξαν· δέν μποροῦσαν οὔτε νά τόν πλησιάσουν οὔτε νά μιλήσουν μαζί του. Γι᾿ αὐτό καί τόν παρακάλεσαν νά βάλει ἕνα κάλυμμα στό πρόσωπό του, καί μέ τό κάλυμμα αὐτό νά τόν πλησιάζουν καί νά τοῦ ὁμιλοῦν10.
«Ἡνίκα δ᾿ ἄν ἐπιστρέψῃ πρός Κύριον, περιαιρεῖται τό κάλυμμα11».
Ἀλληγορεῖ τώρα ὁ Ἀπόστολος τό κάλυμμα αὐτό τοῦ Μωϋσέως. Βέβαια, ὅταν λέμε Μωϋσῆς, ἐννοοῦμε Νόμος. Θυμηθεῖτε τήν παραβολή τοῦ πλουσίου καί τοῦ Λαζάρου. Ὅταν ὁ πλούσιος παρακαλεῖ τόν Ἀβραάμ νά στείλει τόν Λάζαρο στόν κόσμο νά πεῖ τά καθέκαστα τοῦ Ἅδου, ὁ Ἀβραάμ τοῦ λέγει: «ἔχουσι Μωϋσέα καί τούς προφήτας12». Ὅταν λέγει «ἔχουνε τόν Μωϋσέα», ἐννοεῖ ἔχουν τόν Νόμο. Συνεπῶς ὁ Μωϋσῆς ταυτίζεται μέ τόν Νόμο, ἐπειδή εἶναι ὁ φορέας τοῦ Νόμου. Ὄχι ὁ συγγραφέας· ὁ φορέας, ὁ μεταφορέας τοῦ Νόμου. Ἔτσι, ὅταν λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅτι μέχρι σήμερα ἐκεῖνο τό κάλημμα πού ἔβαλε ὁ Μωϋσῆς ὑπάρχει στά μάτια αὐτῶν, τοῦ λαοῦ τῶν Ἑβραίων, ἐννοεῖ ὅτι δέν μποροῦν νά ἀνακαλύψουν τόν Χριστό μέσα στή Γραφή. Ἐκεῖνο ἤτανε προσωρινό. Βγάλτε τό κάλυμμα ἀπ᾿ τά μάτια σας, σάν νά τούς λέει, νά δεῖτε τή Γραφή. Δέν τό βγάζουν· τό ᾿χουν μέχρι σήμερα αὐτό τό κάλυμμα κι ἅμα διαβάζουνε τήν Παλαιά Διαθήκη, ὅπως λέει ἐδῶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος, δέν καταλαβαίνουν τίποτα. Μπορεῖ νά δώσουν μύριες ἑρμηνεῖες καί ἐξηγήσεις, ἐκτός ἀπό μία· ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ ἐνανθωπήσας Θεός.
Κι ἄλλοτε σᾶς ἔχω πεῖ, μπορεῖ νά ποῦν ὅτι ἀναμένουν ἀκόμη τό πρόσωπο τοῦ Μεσσία, ἤ ὅτι ὁ Μεσσίας δέν εἶναι πρόσωπο ἀλλά εἶναι ἕνας λαός –ἑρμηνεῖες μεσσιανικές αὐτές– κι ὅτι ὁ λαός αὐτός εἶναι ὁ Ἰσραήλ, ὁ ὁποῖος θά διεκδικήσει τά δίκαιά του διά τοῦ Σιωνισμοῦ. Ἔτσι οἱ Σιωνιστές θά λέγαμε ὅτι ἔχουν γίνει ὁ μεγάλος βραχνάς καί ἡ μεγάλη πληγή καί μάστιγα τῶν χριστιανικῶν λαῶν. Διάβαζα ὅτι καί ὁ Ὀργανισμός Ἡνωμένων Ἐθνῶν καταφέρθηκε ἐναντίον τοῦ Σιωνισμοῦ, παρά τό γεγονός θά λέγαμε ὅτι ἔχουνε καταλάβει ὅλες τίς θέσεις οἱ ἄνθρωποι αὐτοί· τίς πιό ὑψηλές θέσεις ἔχουν καταλάβει! Μάστιγα πραγματική! Γιατί; Γιατί κάνουν παρερμηνεία· γιατί ἀκόμη ἔχουν αὐτό τό κάλυμμα. Ἀν φύγει αὐτό τό κάλυμμα καί δοῦν τόν Χριστό ὄχι μέσα στήν Καινή Διαθήκη ἀλλά στήν Παλαιά Διαθήκη, τήν ὁποία κρατοῦν, τότε, ὁπωσδήποτε τότε, θά παύσουν αὐτή τήν ἐγκληματική τους ἐνέργεια ἐναντίον τῶν χριστιανικῶν λαῶν.
Ἀλλά τί εἶναι αὐτό τό κάλυμμα στίς καρδιές τους πλέον; Ὅπως λέγει ἐδῶ ὁ Ἀπόστολος, «ἡνίκα ἀναγινώσκεται Μωϋσῆς, κάλυμμα –ὄχι στά μάτια τους– ἐπί τήν καρδίαν αὐτῶν κεῖται». Εἶναι ἡ ἀναισθησία. Εἶναι ἀναίσθητοι! ἐπειδή θέλησαν νά εἶναι ἀναίσθητοι.
Συνεχίζεται….
Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι
κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.
Ἐκδόσεις: «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»
Ἱ. Μ. Κομνηνείου «Κοιμήσεως Θεοτόκου» καί «Ἁγίου Δημητρίου»
400.07 Στόμιον Λαρίσης.
Τηλ. & Fax.:24950.91220.
1Ἀποκ. Γ΄: 18.
2Ἰωάν. Θ΄ : 39. πρβλ. Λουκ. Δ΄: 18-19.
3Βλ. Ἰωάν. Θ΄ : 1-41.
4Λουκ. Η΄: 18. πρβλ. Ματθ. Ια΄: 15. ιγ΄: 9· 43. Μᾶρκ. Δ΄ : 9. Λουκ. Η΄ : 8. ιδ΄: 35. κ.ἀ.
5Ψαλμ. 33 : 9. πρβλ. Α΄ Πέτρ. Β΄: 3.
6Ἡσ. 53: 1. Ἰωάν. Ιβ΄: 38-40.
7Ἰωάν. Ιβ΄: 37.
8Β΄ Κορ. γ΄: 14-15.
9Ματθ. Ιζ΄: 4. Μᾶρκ. Θ΄: 5. Λουκ. Θ΄ : 33.
10 Βλ.Ἔξοδ. 34 : 29-35.
11Β΄ Κορ. Γ΄ : 16.
12 Λουκ. Ιστ΄ : 29.