Ο ΟΣΙΟΣ ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ ΤΗΣ ΟΠΤΙΝΑ
κεφ. Γ΄ ( μέρος α΄)
Πνευματική κυψέλη
Δέν εἶναι καί πολύ δύσκολο νά μαντέψουμε τήν κατεύθυνσι πού ἀκολούθησε ὁ τολμηρός διδάσκαλος τοῦ Λίπετσκ. Ὁ τόπος πού τόν περίμενε εἶχε καθορισθῆ ἄνωθεν καί τοῦ εἶχε γνωστοποιηθῆ μέ τόν ἔγκλειστο ἀσκητή τοῦ Τροεκουρώφ. Ἡ ἔρημος τῆς Ὄπτινα ἀγωνιοῦσε νά τόν δῆ κοντά της, γιατί τόν χρειαζόταν πολύ.
Στό ἑξῆς οἱ ἀφηγήσεις μας θά προσδιορίζωνται τοπικά ἀπό τήνμοναστική αὐτή πολιτεία τῆς Ὄπτινα, καί εἶναι ἀπαραίτητο νά κατατοπισθῆ ὁ ἀναγνώστης στό καινούγιο περιβάλλον.
Σ᾿ ἕνα ἀπό τά πολλά δάση τῆς ἐπαρχίας τῆς Καλούγας, νοτιοδυτικά τῆς Μόσχας, ὑπάρχει μιά ἥσυχη καί ἀπομονωμένη περιοχή πού ἀπό τόν 14ο αἰῶνα θεωρήθηκε κατάλληλη γιά κατοικία μοναχῶν. Ὁ πτῶτος πού ἐγκαινίασε ἐκεῖ τήν ἀσκητική ζωή, χαρίζοντας σ᾿ αὐτήν καί τήν ὀνομασία της, ὑπῆρξε ὁ Ὄπτο, πρώην ἀρχηγός ληστοσυμμορίας καί ἐν συνεχείᾳ μοναχός μέ τό ὄνομα Μακάριος.
Ἱ. Μ. τῆς Ὄπτινα
Ἡ μοναχική ζωή ἐδῶ γνώρισε ἀρκετές διακυμάνσεις. Τόν 18ο μάλιστα αἰῶνα γιά κάποια μικρή περίοδο δοκίμασε καί τήν ἐρήμωσι, πρᾶγμα ὄχι ἄσχετο μέ τήν στάσι πού ἔλαβε τό Κράτος ἀπέναντι στόν μοναχισμό. Ἀπό τά τέλη ὅμως τοῦ αἰῶνος ἄρχισε νά ἀναφαίνεται κάποια σοβαρά ἄνθησις, χάρις στίς ἐνέργειες τοῦ Μητροπολίτου Μόσχας Πλάτωνος, τοῦ μοναχοῦ Ἀβραμίου πού ἦταν φορεύς τοῦ πνεύματος τοῦ Ὁσίου Παϊσίου Βελιτσκόφσκι1 καί τοῦ δραστηρίου Ἡγουμένου Μωϋσῆ.
Παράλληλα μέ τήν κοινοβιακή ζωή ἀνεπτύχθη στήν ἔρημο τῆς Ὄπτινα καί ἡ σκητιώτικη. Στήν Σκήτη της, σέ περιβάλλον ἡσυχαστικώτερο προσφερόταν ἡ δυνατότης αὐστηροτέρων ἀσκητικῶν ἀγώνων. Ὁ 19ος αἰών παρουσίασε τόσο στήν Σκήτη, ὅσο καί στό Κοινόβιο ἔξοχες ἀσκητικές φυσιογνωμίες πού ἐτίμησαν ὄχι μόνο τήν Ὄπτινα, ἀλλά καί ὅλη τήν Ὀρθοδοξία τοῦ Βορρᾶ.
Ὅσιος Παΐσιος Βελιτσκόφσκι
Μερικά ἀπό τά ἀστέρια πού ἔλαμπαν ἐκεῖ, ὅταν κατέφθασε ὁ νεαρός διδάσκαλος Γρένκωφ, ὀφείλουμε νά τά παρουσιάσουμε ἔστω καί μέ συντομία, ὥστε νά γίνη περισσότερο κατανοητή ἡ πνευματική ἐξέλιξις τοῦ βιογραφουμένου στάρετς. Γιά νά ἀναβλαστήση κάπου ἕνα θαυμάσιο δέντρο, πρέπει νά συνήντησε ὁπωσδήποτε τίς ἀπαραίτητες καί κατάλληλες συνθῆκες.
Ὁ Ἀρχιμανδρίτης Μωϋσῆς Πουτίλωφ μέ τίς ἀρετές του καί τούς ἀγῶνες του ἀνέδειξε ἐπί τῆς ἡγουμενείας του τήν Ὄπτινα σέ θαυμαστή πνευματική κυψέλη. Ἄς σημειωθῆ ὅτι ἐρχόμενος ἐκεῖ δέν βρῆκε παρά τρεῖς μοναχούς καί πολλά ἑτοιμόρροπα κτήρια. Τόν ἐγκωμίαζαν ὅλοι γιά τήν ταπείνωσι, τήν εὐγένεια, τήν ἐργατικότητα, τήν ὑπομονή καί ἰδίως γιά τήν ἀφιλοχρηματία του. Τόν ἐχαρακτήρισαν, καί πολύ ὀρθά, «διώκτη τῶν χρημάτων». Ἄν τοῦ ζητοῦσε κάποιος φτωχός ἐλεημοσύνη, εἶχε δέν εἶχε, δέν θά τόν ἀπεμάκρυνε μέ ἄδεια τά χέρια. Στούς ἐργάτες συμπεριφερόταν μέ πολλή ἀνωτερότητα. Ἄν ζητοῦσαν κάτι παραπάνω γιά τήν ἐργασία τους, τό ἔδινε χωρίς διαπραγματεύσεις.
-
Ἅγιε Ἡγούμενε, τοῦ ἔλεγαν μερικοί Πατέρες προσέξτε γιατί σᾶς παίρνουν περισσότερα ἀπό τά κανονικά.
-
Δέν πειράζει, ἀδελφοί, τούς ἀπαντοῦσε, ἄς θεωρηθῆ ὅτι κάνουμε καί στούς ἐργάτες ἐλεημοσύνη. Εἶναι καί αὐτό, νομίζω, ἕνα εἶδος ἐλεημοσύνης.
Ἀπό τήν ἁπλοχεριά του ἔρχονταν στιγμές πού δέν ὑπῆρχε στό ταμεῖο του οὔτε λεπτό. Μόλις τοῦ ζητοῦσαν τότε ἐργατικούς μισθούς, ἔβγαζε τό πορτοφόλι του, τό γύριζε ἀνάποδα καί τό τίναζε λέγοντας:
-
Κοιτάξτε! Δέν ὑπάρχει τίποτε.
Οἱ ἐργάτες πού τόν ἀγαποῦσαν καί τόν σέβονταν πολύ, ἀφωπλίζονταν. Ἤξεραν πώς τούς λέει τήν ἀλήθεια καί χωρίς διαμαρτυρίες περίμεναν πότε θά ἀποκτήση χρήματα τό πορτοφόλι του, ὥστε νά πληρωθοῦν.
Γιά τόν περίφημο στάρετς Λέοντα, ἐξέχουσα μορφή τῆς Ὄπτινα, θά ἀφιερώσουμε ἀργότερα εἰδικό κεφάλαιο.
Ἱ. Μ. τῆς Ὄπτινα
Γιά τόν Ἱεροδιάκονο Μεθόδιο ἔχουμε νά ὑπογραμμίσουμε τήν καρτερία του. Ἄνθρωπος ἰωβείου ὑπομονῆς! Εἴκοσι χρόνια καί πλέον δοκιμάσθηκε ὡς παράλυτος πάνω στό κρεββάτι, συγχρόνως δέ εἶχε χάσει καί τήν ὁμιλία του, καί ἐν τούτοις δέν ἔπαυε νά δοξάζη τόν Θεόν γιά τόν βαρύ αὐτό σταυρό. Μέ τήν ὑπομονή του ἀπέκτησε καί τό προορατικό χάρισμα.
Ὁ Ἱεροδιάκονος Παλλάδιος ζοῦσε στό Μοναστήρι «ὡς ὤν καί μή ὤν» ὅπως θά ἔλεγε ὁ Ὅσιος Συμεών ὁ Εὐλαβῆς (ὁ Γέροντας τοῦ Ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου). Δηλαδή ὡς παρών μέ τό σῶμα καί ἀπών μέ τό πνεῦμα. Τό σῶμα στό Μοναστήρι καί τό πνεῦμα στούς χώρους τοῦ Οὐρανοῦ. Ὅλα τά ὁρατά πράγματα συνήθιζε νά τά βλέπη μέ μάτι πνευματικό, καί ἀνέβαινε ἔτσι «διά τῶν αἰσθητῶν ἐπί τά νοητά» (Διονύσιος Ἀρεοπαγίτης).
Τόν ὑπέργηρο στάρετς Μελχισεδέκ, ἄλλη ἐκλεκτή μορφή τῆς Μονῆς, τόν ἄκουγες συχνά νά καυχᾶται πού ἀξιώθηκε νά γνωρίση στήν ζωή του τόν Ἅγιο Τύχωνα τοῦ Ζαντόνσκ, τόν «Χρυσόστομο τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας», ὅταν εἶχε ἀποσυρθῆ ἀπό τόν ἀρχιερατικό θρόνο σ᾿ ἕνα ταπεινό ἐρημικό κελλί.
Ἰδιαίτερα ἀγαπητός σ᾿ ὅλους τούς ἀδελφούς ἦταν ὁ Ἱερομόναχος Γεννάδιος, πού πάντα σκορποῦσε ἀγάπη, γλυκύτητα καί καλωσύνη γύρω του. Εἶχε ὑπηρετήσει καί ὡς στρατιωτικός Ἱερεύς στό Ναυτικό καί μάλιστα δύο φορές ἐξωμολόγησε τόν Τσάρο Ἀλέξανδρο τόν Α΄.
Οἱ Πατέρες πού ἀνεφέρθησαν ἁγίαζαν τήν ζωή τους μέσα στό Κοινόβιο τῆς Ὄπτινα. Καί στήν Σκήτη ὅμως πού εἶχε ὡς προστάτη της τόν Τίμιο Πρόδρομο διέπρεπαν ἐκεῖνες τίς ἡμέρες σπουδαῖοι ἀγωνισταί.
Ὁ Προϊστάμενος τῆς Σκήτης Ἱερομόναχος Ἀντώνιος, κατά σάρκα ἀδελφός τοῦ Ἡγουμένου Μωϋσῆ, ἦταν ἀνεβασμένος σέ ὑψηλά μέτρα ἀρετῆς. Στήν καρδιά του βασίλευε τό εὐλογημένο πνεῦμα τῆς πραότητος καί τῆς ταπεινοφροσύνης. Ἡ ὑπακοή του πρός τόν Ἡγούμενο τῆς Ὄπτινα, τόν ἀδελφό του δηλαδή, ἦταν ὑποδειγματική. Ὑπομένοντας τίς δοκιμασίες πού συνήντησε, δέχθηκε μέσα του πλούσιο τόν φωτισμό τοῦ καί παρά ταῦτα δέν παραμελοῦσε οὔτε τίς Ἀκολουθίες στόν Ναό οὔτε τήν χειρωνακτική ἐργασία.
Γενικῶς οἱ Πατέρες τῆς Σκήτης εἶχαν τήν δυνατότητα νά ἀφοσιώνονται σέ ξεχωριστά καί ἐπίπονα ἀσκητικά ἀγωνίσματα.
Ἔτσι ὁ Μεγαλόσχημος Ἰώβ ἐπί δεκαοκτώ ὁλόκληρα χρόνια ἀπέφευγε τίς συζητήσεις καί καλλιεργοῦσε τήν σιωπή. Ἄλλος Μεγαλόσχημος, ὁ Βασσιανός, εἶχε σημειώσει μεγάλες νῖκες στήν χαλιναγώγησι τῆς σαρκός. Ὑπῆρξε μέγας νηστευτής. Κατώρθωσε μάλιστα δύο φορές νά νηστεύση διαρκῶς ἐπί σαράντα συνεχεῖς ἡμέρες χωρίς νά φάη ἤ νά πιῆ τίποτε!
Ὁ ἔγκλειστος Βαρλαάμ, πρώην Ἡγούμενος σέ κάποιο ἄλλο Μοναστήρι, εἶχε ἀναπτύξει σέ ὕψιστό βαθμό τήν ἐσωτερική ζωή. Ζοῦσε σάν ἄσαρκος, βυθισμένος στήν παρουσία τοῦ Θεοῦ. Οἱ βλεφαρίδες εἶχαν πέσει ἀπό τά μάτια του ἀπό τήν ἀδιάκοπη ροή τῶν δακρύων. Ἡ κατάνυξις ἀποτελοῦσε μόνομο σύντροφό του. Στό κελλί του δέν ὑπῆρχε τίποτε πού νά τό ζήλευε ἄνθρωπος, καί ἡ πόρτα ποτέ δέν κλείδωνε.
Ἕνα πρωϊνό, τήν ὥρα τῆς Ἀκολουθίας, ἔκαναν ἔφοδο κλέφτες στά κελλιά τῶν Πατέρων. Ἀπό τό κελλί τοῦ Γέροντος Βαρλαάμ δέν βρῆκαν τίποτε πιό ἀξιόλογο νά ἀφαιρέσουν ἐκτός ἀπό κάτι πελεκούδια.
-
Ἐσένα, Γέροντα, τί σοῦ πῆραν; ρώτησε ἕνας γείτονας μοναχός.
-
Τί νά μοῦ πάρουν; Τά πελεκούδια! Ἀλλά θά κουβαλήσω ἄλλα, ἀπάντησε χαμογελαστά ἐκεῖνος.
Σ᾿ ἕναν τέτοιο χῶρο ἀρωματισμένο ἀπό τήν χάρι τῶν ἱερῶν αὐτῶν κρίνων τῆς ἐρήμου, ὡδήγησε ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ τά βήματα τοῦ 27ετοῦς Γρένκωφ, γιά νά ἀνθήση καί αὐτός ἐδῶ σάν φοίνιξ καί νά αὐξηθῆ σάν κέδρος τοῦ Λιβάνου.
Τῷ Θεῷ δόξα. Ἀμήν!
Συνεχίζεται…
1. Ὁ Ὅσιος Παΐσιος Βελιτσκόφσκι (1722-1794) ἀνήκει στίς πρωτοπορειακές μορφές τοῦ ρωσικοῦ ἀσκητισμοῦ. Ἐγνώρισε στό Ἅγιον Ὄρος τήν νηπτική ζωή καί μεταδίδοντάς την στήν Ρουμανία καί ἐν συνεχείᾳ στήν Ρωσία ἀνεμόρφωσε καί ἀνεζωπύρωσε τόν Ὀρθόδοξο μοναχισμό τοῦ Βορρᾶ. Ἡ μετάφρασις τῆς Φιλοκαλίας στήν σλαβωνική γλῶσσα εἶναι δικό του ἔργο.
Ἀπό τό βιβλίο: “Ο ΟΣΙΟΣ ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ ΤΗΣ ΟΠΤΙΝΑ”
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ.