Πάμε να καθίσουμε στο τραπέζι και δεν σηκωνόμαστε να κάνουμε το σταυρό μας. Και αν κάνουμε το σταυρό μας, κάνουμε το ένα μπατζάκι έτσι, η κυρά με τα στήθια της έξω, ο άλλος με το πουκάμισο ανοιχτό… κ.λπ. Πού;
Καλείς τον Θεό; Πώς πρέπει να είσαι μπροστά στον Θεό; Του λες να έρθει να ευλογήσει την βρώση και την πόση…
Και σε τόσα πράγματα που μας έχει δώσει ο Θεός να φάμε, ποιός ευχαρίστησε τον Θεό και να πει:
– Θεέ μου, για μένα είναι όλα αυτά; Για μένα όλα αυτά Θεέ μου, έχεις Εσύ τόσα πράγματα; Για μένα; Δεν είμαι άξιος να τα λάβω; Τί έκανα εγώ καλό; Τί σκέφτηκα εγώ καλό; Τί έπραξα εγώ καλό στη ζωή μου; Πότε εφήρμοσα το νόμο σου, τις εντολές σου; Πότε Σε ευχαρίστησα που με έχεις τόσα αγαθά;
Νάσου η μπριζόλα σου, νάσου το ψάρι σου, νάσου η σαλάτα σου, νάσου το γλυκό σου, νάσου τα φρούτα σου, νάσου τα ποτά σου, νάσου τα μεταλλικά σου νερά, τα,τα, τα…
Και τι δεν έχεις…
Πρέπει να μας πέφτουν τα πιρούνια από το χέρι, αν έχουμε φιλότιμο δηλαδή. Αλλά εμείς νομίζουμε:
– Είναι δικά μας! Το ψυγείο είναι δικό μας!…
– Πώς θα γεμίσει το ψυγείο, αν Αυτός από επάνω δεν ευλογήσει; Και τί θα βάλεις στη χύτρα, στη σκάρα ή στο σουβλί; Τί θα βάλεις; Πού;
Δυστυχώς δεν υπάρχει αυτός ο φόβος, αυτός ο σεβασμός, να γεμίσουν τα μάτια μας από ευγνωμοσύνη.
Να γεμίσουν τα μάτια μας, να μην βλέπουμε το πιάτο μας από τα δάκρυά μας.
Αλλά για να τα έχουμε τα δάκρυα αυτά, πρέπει να τα ζητήσουμε:
– Θεέ μου, άνοιξέ μου τα μάτια να δω την χρηστότητά Σου και την αγάπη Σου ακόμη για μένα…
Γιατί αν ο Χριστός τραβήξει τον μπερτέ από μπροστά και δει (την προσωπική μας ζωή), θα ντραπούμε, θα πάμε να πέσουμε στο γυαλό μέσα, θα φύγουμε από προσώπου Θεού.
Πού ευγνωμοσύνη σε εμάς, για τις δωρεές αυτές του Θεού! Που ευγνωμοσύνη και δάκρυα στις απλοχεριές του Θεού!
Δεν υπάρχουν δάκρυα…..
Δημήτριος Παναγόπουλος ο Ιεροκήρυκας (1916 – 1982)