Από την αφηγηματική βιογραφία του Οσίου Αρσένιου του Μεγάλου, βασισμένη σε εγκώμιο του Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτη.
(Είπαν οι δύο υποτακτικοί του):
“- Πάτερ πλησίον σου είμαστε εμείς αυτή τη ώρα. Δείξε αγάπη σ΄εμάς και ευεργέτησέ μας με λόγο αγαθό….
-Διαισθάνομαι ότι πλησιάζει το τέλος μου…Μη με κλαίτε ζωντανό. Θα σας πω ακριβώς πότε θα αναχωρήσω. Τώρα ακούστε τον πατέρα σας για να έχετε παρρησία ενώπιον του Θεού.
Όταν φύγω να μην κάνετε ελεημοσύνη για χάρη μου. Αν εγώ ελέησα τον εαυτό μου,, όσο ζούσα, θα με ελεήσει ο Θεός στον ουρανό.
– Πώς ελεεί κάποιος τον εαυτό του, πάτερ; Η ελεημοσύνη δε μεταβαίνει στον πλησίον; Τι εννοείς ότι ελέησες τον εαυτό σου;
– Πατέρες όλος ο κόπος που καταβάλει ο άνθρωπος να συντηρήσει το σώμα του στη ζωή και να αγιάσει την ψυχή του για την αιωνιότητα δεν είναι το έλεος που δείχνει στον εαυτό του;
Το έλεος του Θεού μας σώζει σε συνδυασμό με το έλεος την προσπάθεια και τον αγώνα που καταβάλλομε εμείς για τη σωτηρία μας.
Το έλεος του Θεού μας σώζει σε συνδυασμό με το έλεος την προσπάθεια και τον αγώνα που καταβάλλομε εμείς για τη σωτηρία μας.
Αν εγώ αδιαφόρησα, αμέλησα, δεν ελέησα την ψυχή μου όσο ζούσα πώς θα με ελεήσει ο Θεός στον ουρανό;
Η ελεημοσύνη μας πρέπει να έχει δύο δέκτες: τον πλησίον και τον εαυτό μας.
Ποια από τις δύο είναι ανώτερη, πάτερ;
-Κόρες του Παραδείσου είναι και οι δύο.
Για μας τους μοναχούς προέχει η ελεημοσύνη στον εαυτό μας.
Ποιος θα σε καθαρίσει από τα πάθη αν δεν το κάνεις εσύ;
Ποιος μπορεί να αγωνιστεί για χάρη σου, αν δεν αγωνιστείς εσύ;
Ποιος θα προσλάβει το φάρμακα αντί για σένα αν είσαι άρρωστος;
Εσύ και μόνο εσύ θα καταθέσεις αίμα, ιδρώτα, έλεος και φροντίδα για την άρρωστη ψυχή σου.
Οι άλλοι έχουν ρόλο συμβουλευτικό.
Φυσικά η μία ελεημοσύνη στον εαυτό μας δεν αποκλείει την άλλη ελεημοσύνη προς τον πλησίον.
– Το καταλάβαμε, πάτερ.
*********
– Όταν πεθάνω προσέξτε μην τιμήσετε το λείψανό μου. Να μην καλέσετε άλλους πατέρες. Να μη δώσετε σε κανέναν το λείψανό μου.
Αν κάνετε τα αντίθετα να ξέρετε θα δώσετε λόγο. Μπροστά στο φοβερό βήμα του Χριστού μαζί με εμένα.
– Φοβάσαι και μετά τον θάνατο την τιμή, πάτερ;
– Αλήθεια φοβάμαι τη φροντίδα και την περιποίηση μετά τον θάνατο, μήπως μου αποκλείσουν τη θύρα του Παραδείσου.
Και πώς θα κάνουμε την ταφή που δεν γνωρίζουμε τον τρόπο, ρώτησαν οι υποτακτικοί;
– Να τυλίξετε στο πόδι μου ένα σκοινί. να με ανεβάσετε στο βουνό. Εκεί να με αφήσετε. Να μη γνωρίζει κανείς τον τόπο. Να τον ξεχάσετε κι εσείς.
Σημ. συγγραφέα: Πληροφοριακά να πούμε πώς δεν είχε ακόμα διαμορφωθεί η τάξη της κηδείας στην Εκκλησία. Αρχικά οι πιστοί έλουζαν κι έντυναν τον νεκρό. Διάβαζαν ευαγγελικές περικοπές και τους ψαλμούς του Δαβίδ. Έπειτα τον έθαβαν στη γη. Στο τέλος του 5ου αιώνα αναφέρεται κάποιος σκελετός της σημερινής νεκρικής ακολουθίας που εμπλουτίστηκε αργότερα από τροπάρια κυρίως του Αγ. Ιωάννου του Δαμασκηνού. Να γιατί οι υποτακτικοί του Αγίου Αρσενίου δεν γνώριζαν πώς να κάνουν την ταφή.
[………………]
Απομακρύνθηκα με αργά βήματα από το άγιο σκήνωμα του οσίου Αρσενίου.
Σκέφτομαι.
Θα τον αγγίξουν τάχα τα θηρία; Αποκλείεται.
Θα τον ξεκοκαλίσουν τα όρνεα; Άδύνατον.
Θα τον καταπιεί η γη; Αμφίβολο.
Θα τον πάρουν οι άγγελοι στον ουρανό; Ίσως”.
——————————
Από το βιβλίο:
Ο θησαυρός υπό σιγήν
Μοναχής Ολυμπιάδος Ντίτορα
Έκδοση Ι.Μ. Αγ. Αθανασίου
Ι.Μ. Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας
https://agiopneymatika.blogspot.gr/2016/07/blog-post_10.html