Ἀκοῦστε ἐδῶ τήν ὁμιλία: «Πῶς ἡ Εὐρώπη ἔχασε τήν Ὀρθοδοξία»
«Ἐμεῖς ξέρουμε ὅτι μέσα στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση ἔχουμε νά κάνουμε μέ τήν Ἑλληνική καί Ρωμαϊκή φιλοσοφία καί ὅτι δέν ἔχουμε καμία ἄλλη φιλοσοφική ἐξέλιξη». Δηλαδή ἔχουμε τούς Ἕλληνες φιλοσόφους, τούς Ρωμαίους φιλοσόφους πού πάλι ἦταν Ἕλληνες, γιατί ἡ Ρώμη ἦταν ἑλληνική ἀποικία καί στή συνέχεια ἔχουμε τούς Ἁγίους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, τούς μεγάλους Καππαδόκες Πατέρες, οἱ ὁποῖοι εἶχαν σπουδάσει καί τήν φιλοσοφία, τήν ἀρχαία ἑλληνική φιλοσοφία. Ἔχουμε ὅλη τήν Πατερική παράδοση. «Στήν Δύση ὅμως», στήν Εὐρώπη, δέν εἴχαμε τήν ἴδια συνέχεια πού εἴχαμε στήν Ἀνατολή. «Ἔχουν μία ξεχωριστή φιλοσοφική παράδοση, τήν ὁποία ὀνομάζουν Μεσαιωνική φιλοσοφία, ἡ ὁποία εἶναι ἡ φιλοσοφία ὅπως ἀναπτύχθηκε ἀπό τούς Γερμανούς κατακτητές τῆς Εὐρώπης (Νορμανδούς, Φράγκους, Γότθους, Σάξονες, Λογγοβάρδους κλπ)». Ἡ Εὐρώπη μέχρι ἕνα χρονικό σημεῖο ἦταν Ὀρθόδοξη καί ἔχουμε καί πολλούς ὀρθόδοξους ἁγίους ἀπό τήν Ἀγγλία, ἀπό τήν Ἑλβετία, ἀπό τήν Ἱσπανία, τήν Γαλλία.. πάρα πολλούς ἁγίους ὀρθοδόξους. Μέ τήν εἰσβολή τῶν Γερμανικῶν φύλων ἤ «φίλων» ἄν θέλετε, τῶν Νορμανδῶν, τῶν Φράγκων, ὅλων αὐτῶν, τῶν Γότθων, τῶν Σαξόνων, τῶν Λογγοβάρδων καταστρέφεται τό Δυτικό κομμάτι τοῦ λεγόμενου Βυζαντινοῦ κράτους, τῆς Ρωμιοσύνης, ὑποτάσσεται σ’ αὐτούς καί διακόπτεται καί ἡ Πατερική παράδοσις. Ἔτσι διαμορφώνεται μία νέα φιλοσοφία, μία παράδοση πού ὀνομάζεται Μεσαιωνική, ἡ ὁποία πλέον εἶναι ἡ παράδοση τῶν Γερμανῶν, ξεκομμένη καί τελείως διαφορετική ἀπό τήν ὀρθόδοξη παράδοση πού ὑπῆρχε μέχρι τότε.
«Οἱ ἀσχολούμενοι μέ αὐτήν – τήν Μεσαιωνική φιλοσοφία – εἶναι οἱ λεγόμενοι Σχολαστικοί θεολόγοι τοῦ Δυτικοῦ Μεσαίωνα». Σχολαστική θεολογία εἶναι ἡ θεολογία τῆς Δύσης, ὁ Θωμᾶς ὁ Ἀκινάτης καί ὅλοι αὐτοί, οἱ ὁποῖοι μέ βάση τήν φιλοσοφία, τοῦ Πλάτωνα καί τοῦ Ἀριστοτέλη κυρίως, προσπάθησαν νά θεολογήσουν. «Ἐμείς -αὐτούς τούς θεολόγους τούς σχολαστικούς- τούς λέμε Λατίνους. Εἶναι οἱ Φράγκοι καί τώρα τούς ὀνομάζουμε Εὐρωπαίους». Γι’ αὐτό καί τό σύμβολο τῆς Ἑνωμένης Εὐρώπης εἶναι ὁ Καρλομάγνος, δηλαδή αὐτός ὁ Γερμανός ὁ αὐτοκράτορας. Ἀπό τότε θεωρεῖται ὅτι ἀρχίζει ἡ Εὐρώπη, ἀπό τό 800 μ.Χ..
«Αὐτοί οἱ κατακτηταί τῆς Δυτικῆς Ρωμηοσύνης ἔχουν μία εἰδική θεολογική παράδοση, πού λέγεται Σχολαστική καί ἡ ὁποία ἔχει μία εἰδική φιλοσοφική παράδοση, πού λέγεται Μεσαιωνική φιλοσοφία. Μέ αὐτό τό ὄνομα ἀναφέρεται στά διδακτικά ἐγχειρίδια τῆς ἱστορίας τῆς φιλοσοφίας. Αὐτά τά διδακτικά ἐγχειρίδια δέν ἀσχολοῦνται μέ τήν Θεολογία τῶν Πατέρων τῆς Ἀνατολῆς, παρά μόνο μέ ἐκείνη τῶν Πατέρων τῆς Δύσεως, τήν ὁποία διδάσκουν ὅπως οἱ Φράγκοι κατάλαβαν τήν θεολογία». Τήν κατάλαβαν δηλαδή λανθασμένα καί, ὅπως θά πεῖ καί πιό κάτω ὁ π. Ἰωάννης, δέν μελετοῦσαν τούς Πατέρες τῆς Ἀνατολῆς παρά μόνο τόν ἱερό Αὐγουστίνο, τόν ὁποῖο τόν κατάλαβαν λανθασμένα.
«Ὁπότε, ἐφ’ ὅσον ἐμεῖς γίναμε αἱρετικοί γιά τούς Φράγκους», ἐμᾶς μᾶς ὀνόμασαν αἱρετικούς οἱ θεολόγοι τῶν Φράγκων, τούς Ἀνατολικούς δηλαδή. Ἐνῶ ἐμεῖς εἴμαστε ἡ συνέχεια τῶν Ἁγίων Πατέρων, τῶν μεγάλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἐδῶ. Αὐτοί ἀλλοίωσαν τήν ὀρθόδοξη παράδοση πού ὑπῆρχε στήν χώρα τους, μᾶλλον στίς χῶρες πού κατέκτησαν. Γιατί οἱ Γερμανοί ἦρθαν ὡς κατακτητές στήν Δυτική Ρωμιοσύνη καί μετά μέ τό ἔτσι θέλω εἶπαν ὅτι ἐμεῖς ἔχουμε τήν σωστή θεολογία, ἐσεῖς εἶστε αἱρετικοί (ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι). «Γι’ αὐτό καί μείναμε ἔξω ἀπό τήν ἱστορική ἐξέλιξη καί τῆς θεολογίας καί τῆς φιλοσοφίας, μετά τό Σχίσμα τῶν Ἐκκλησιῶν». Ὅπως ἔχουμε πεῖ κι ἄλλη φορά, στήν οὐσία δέν εἶναι σχίσμα, εἶναι αἵρεση ἡ ἀποκοπή τῶν αἱρετικῶν ἀπό τήν Ὀρθοδοξία, τῶν Λατίνων. «Μετά δηλαδή τό Σχίσμα», τήν ἀποκοπή τους, κατ’ αὐτούς «δέν ὑπάρχουν Πατέρες ἀπό τήν Ἀνατολή γιά τούς Εὐρωπαίους! Ἄν πάρετε τίς Πατρολογίες», τό βιβλίο δηλαδή πού παρουσιάζει τούς Πατέρες, «θά τό δεῖτε αὐτό. Λένε ὅτι ὁ τελευταῖος Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός (!)», δηλαδή στόν 8ο αἰῶνα σταματᾶνε οἱ Πατέρες. Μετά δέν ἔχουμε ἄλλους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Δηλαδή ὁ Μέγας Φώτιος, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὁ Ἅγιος Φιλόθεος ὁ Κόκκινος, ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Καβάσιλας, ὅλοι αὐτοί δέν εἶναι Πατέρες γιά τούς Δυτικούς, γιατί μετά τόν 8ο αἰῶνα ἐμεῖς κατ’ αὐτούς γίναμε αἱρετικοί. Λένε λοιπόν ὅτι ὁ τελευταῖος Πατέρας στήν Ἀνατολή εἶναι ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, «ἐνῶ στήν Δύση, ὁ Ἰσίδωρος τῆς Σεβίλλης. Μετά ἔχουμε τήν λεγόμενη Σχολαστική Θεολογία», δική τους θεολογία, τῶν Φράγκων «καί μαζί της ἐμφανίζεται καί ἡ Μεσαιωνική φιλοσοφία γιά τούς Δυτικούς, χωρίς καμία ἀπολύτως ἀναφορά στήν Ανατολή», σέ μᾶς.
«Οἱ Δυτικοί δέν δέχονται ὅτι ἡ Πατερική Θεολογία εἶναι ὁ Παλαμισμός». Σύμφωνα μέ αὐτούς ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς δέν εἶναι Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ θεολογία του δέν εἶναι ὀρθόδοξη. Γι’ αὐτό καί ὑπάρχει στό Παρίσι εἰδική Σχολή ἐναντίον τῆς Παλαμικῆς Θεολογίας, ἀντι-Παλαμική Σχολή! Τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ τόν βρίζουν μέ τά χειρότερα λόγια οἱ Λατίνοι. «Ἡ γραμμή τῶν Δυτικῶν εἶναι ὅτι οἱ Ἀνατολίτες δέν κατάλαβαν(!) τούς ἀρχαίους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας -τούς πρώτους- ἐνῶ ἐκεῖνοι (οἱ Δυτικοί) ἔμειναν πιστοί στήν Πατερική Παράδοση, τήν ὁποία ἐμεῖς -οἱ Ὀρθόδοξοι– διαστρέψαμε!». Δηλαδή ἡ ἀλήθεια εἶναι τελείως ἀντίστροφη. Αὐτοί διέστρεψαν τήν Πατερική Παράδοση καί συκοφαντοῦν ὅτι ἐμεῖς τήν διαστρέψαμε.
«Ὅταν ἐμφανίζεται ξεχωριστή Θεολογία τῶν Φράγκων, ἐμφανίζεται μέ αὐτόν τόν παράδοξο ἰσχυρισμό, ὅτι δηλαδή οἱ Φράγκοι παρέμειναν πιστοί στήν Πατερική Παράδοση, ἐνῶ οἱ Γραικοί πρόδωσαν τήν Ἑλληνική Παράδοση τῶν Πατέρων!». Ἐξ οὗ καί τό Greece, πού σημαίνει αἱρετικός. Γραικός (Graecus) γιά τούς Δυτικούς σήμαινε αἱρετικός, ψεύτης, κλέφτης, ἀπατεώνας. Τά λεξικά τους τό γράφουν αὐτό. Θεωροῦν ὅτι ἐμεῖς διαστρέψαμε τούς πρώτους Πατέρες, δέν τούς καταλάβαμε καί ἔχουμε πέσει σέ αἵρεση. Θυμηθεῖτε τόν προηγούμενο καί τόν νῦν Πάπα πού λένε ὅτι ἔχουμε ἔλλειμμα, δέν ἔχουμε πλήρη, σωστή πίστη, κάτι μᾶς λείπει. Ἀπό ἐδῶ ξεκινάει… Ὅτι δέν ἔχουμε σωστή θεολογία δηλαδή, αὐτό μᾶς λέει ὁ Πάπας. Γιατί ἀκριβῶς αὐτό πιστεύουν οἱ Λατίνοι ὅτι ἐμεῖς οἱ Γραικοί προδώσαμε τήν ἑλληνική παράδοση τῶν Πατέρων.
«Ὅμως τό πλέον ἀξιοσημείωτον εἶναι ὅτι οἱ Ἑλληνόφωνοι Ρωμιοί τῆς Ἀνατολῆς, ἀλλά καί οἱ Ρωμιοί τῆς Δύσεως, κυρίως τῆς Ἰταλίας», πού εἴχαμε πάρα πολλούς ὀρθοδόξους ἐκεῖ, «ἔχουν μία ἀδιάκοπη συνέχεια μέ τό παρελθόν τους, τό γνωσιολογικό, τό ἱστορικό, τό πολιτιστικό, τό γλωσσικό καί τό θεολογικό». Ὑπάρχει μιά ἀδιάκοπη, μιά ἀδιάσπαστη συνέχεια, «ἐνῶ στήν Δύση παρατηρεῖται μία ὑποδούλωση τῶν Ρωμαίων Ὀρθοδόξων (Ρωμιῶν), μία μετατροπή τῶν Ρωμαίων Ὀρθοδόξων σέ ἀγραμμάτους». Εἴπαμε ὅτι ἡ Εὐρώπη ἦταν Ὀρθόδοξη. Τί ἔγιναν οἱ Ὀρθόδοξοι τῆς Εὐρώπης, οἰ Ρωμιοί; Ὅταν ἦρθαν οἱ Φράγκοι τούς ὑποδούλωσαν καί τούς καταδίκασαν σέ μία κατάσταση ἀγραμματοσύνης. Ξέχασαν σιγά-σιγά τίς ρίζες τους καί κατά κάποιο τρόπο ἀφομοιώθηκαν μέ τούς Γερμανούς καί ἀποκόπηκαν ἀπό τήν μητέρα πού ἦταν τό Βυζάντιο, ἀπό τήν πρωτεύουσα, ἡ ὁποία ἦταν, θά λέγαμε, τό κέντρο τῆς πίστεως καί τῆς θεολογίας. Μετατρέπονται λοιπόν οἱ Ρωμαῖοι Ὀρθόδοξοι τῆς Εὐρώπης σέ ἀγράμματους. Προσέξτε, αὐτό ἔχει σημασία καί γιά μᾶς, μέ αὐτό πού γίνεται σήμερα στά σχολεῖα. Σήμερα τά παιδιά μας δέν μαθαίνουν γράμματα, δέν μαθαίνουν τήν ὀρθόδοξη παράδοση καί αὐτό εἶναι σκόπιμο. Γιατί, ἀκριβῶς, θέλουνε νά ἔχουμε ἀγράμματους καί ἀπαίδευτους, ἀθεολόγητους καί ἀνθρώπους ἀποκομμένους ἀπό τήν ὀρθόδοξη παράδοση. Γιατί, ὅταν κανείς ἀποκοπεῖ ἀπό τήν ὀρθόδοξη παράδοση, ἀπό τά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, ἀπό τήν Ὀρθόδοξη πίστη, μετά γίνεται μάζα, χάνει τήν προσωπικότητά του καί μπορεῖ εὔκολα νά χειραγωγηθεῖ. Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι θέλουν ἕνα ζαλισμένο κοπάδι. Δέν θέλουν ἀνθρώπους – προσωπικότητες πού νά μποροῦν νά ἀντισταθοῦν καί νά ἀντιταχθοῦν στά σχέδιά τους. Γι’ αὐτό ἀκριβῶς προωθοῦν τήν ἀγραμματοσύνη καί τήν ἀποκοπή τῶν παιδιῶν ἀπό τήν ὀρθόδοξη παράδοση. Καί βλέπουμε αὐτό τό τραγικό φαινόμενο σήμερα πού οἱ ἄνθρωποι δέν ξέρουν σχεδόν τίποτα γιά τήν πίστη καί τήν Ὀρθοδοξία. Οὔτε, ὅμως, καί γιά τήν ἱστορία, τήν ἑλληνική ἱστορία. Μετατρέπονται δηλαδή σιγά-σιγά σέ ἀγραμμάτους. Ἀκόμα καί ἡ γλώσσα εἶναι τά Greeklish (Γκρίκλις), δηλαδή μέ λατινικούς χαρακτῆρες γράφεις ἑλληνικές λέξεις… κάτι ἀκατανόητα πράγματα!
Αὐτό συνέβη στήν Εὐρώπη, οἱ Ρωμιοί Ὀρθόδοξοι γίνονται ἀγράμματοι κάτω ἀπό τήν καταπίεση τῶν Γερμανῶν «αὐτό συμβαίνει καί στήν Γαλλία καί στήν Ἱσπανία, πού ξέρουν ποιοί εἶναι οἱ τελευταῖοι Ρωμαῖοι συγγραφεῖς καί ξέρουν ποιοί εἶναι οἱ Φράγκοι συγγραφεῖς. Ξέρουν δηλαδή ποιοί εἶναι οἱ τελευταῖοι Ρωμαῖοι πού γράφουν στήν Λατινική γλώσσα καί ποιοί εἶναι οἱ πρῶτοι Φράγκοι πού γράφουν στήν Λατινική γλώσσα. Καί εἶναι παράδοξο τό ὅτι καί στήν Γαλλία καί στήν Ἱσπανία σταματοῦν τά Ρωμαϊκά συγγράμματα καί τά διαδέχονται τά Γοτθικά καί Φραγκικά συγγράμματα». Γιατί πλέον οἱ Ρωμιοί γίνανε ἀγράμματοι, δέν μποροῦσαν νά γράψουν καί παίρνουν τήν σκυτάλη οἱ Γότθοι καί οἱ Φράγκοι, οἱ ὁποῖοι ὅμως γράφουνε διεστραμμένα καί αἱρετικά.
«Καί πάλι τό παράδοξο εἶναι ὅτι αὐτή ἡ ριζική διακοπή, πού εἶναι μία ἐθνική καταστροφή γιά τούς Ρωμαίους καί νίκη τῶν Γερμανικῶν φυλῶν, πού ἐπέφερε μία διάσπαση μεταξύ τῶν δύο, ἀφοῦ οἱ μέν ὑποδουλώθηκαν στούς δέ, μαζί μέ τήν μακρόχρονη ὑποδούλωση τῶν Ρωμαίων στούς Γότθους καί στούς Γερμανούς δημιούργησε μία κατάσταση, ὥστε οἱ ἴδιοι οἱ Ρωμαῖοι νά χάσουν τήν παλιά ἐπαφή τους μέ τήν Κωνσταντινούπολη καί τόν ὑπόλοιπο Ρωμαϊκό κόσμο», τήν Ρωμιοσύνη δηλαδή, τήν Ρωμανία, τήν Ὀρθοδοξία. Ἔτσι, σήμερα στήν Εὐρώπη ἔχουμε οὐσιαστικά δύο πληθυσμούς. Ἔχουμε ἀφενός μέν τούς αὐτόχθονες, τούς ἀπογόνους τῶν Ρωμαίων, τῶν Ρωμιῶν, τούς πρώην Ὀρθοδόξους πού ἔχουν ἐκλατινιστεῖ καί ἔχουμε καί τούς εἰσβολεῖς, τούς Γερμανούς, τούς Φράγκους, οἱ ὁποῖοι ἔχουνε τήν ἐξουσία.
«Βλέπουμε ὅτι στήν Ἀνατολή κατά τήν ἴδια χρονική περίοδο δέν ὑπάρχει καμία διάσπασις, καμία ἀνακοπή τῆς ἱστορικῆς ἐξελίξεως, ἀλλά ὅτι ὑπάρχει μία ἀδιάκοπη συνέχεια καί στήν πνευματική ἐμπειρία καί στήν συγγραφική δραστηριότητα τῶν Πατέρων καί στήν Παράδοση τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων κλπ». Ἔχουμε μιά συνεχή σειρά τῶν ἀνθρώπων οἱ ὁποῖοι παραλαμβάνουν καί παραδίδουν τήν ὀρθόδοξη παράδοση. «Εἰς πεῖσμα ὅμως αὐτῆς τῆς πραγματικότητος οἱ Φράγκοι κατηγοροῦν τούς Graeci», ὄχι μόνο τούς Ἕλληνες, «τούς Ρωμαίους τῆς Ἀνατολῆς κατά τά μέσα τοῦ 9ου αἰῶνος, ὅτι δέν ἔχουν μείνει πιστοί στήν Πατερική παράδοση καί καλοῦν ἐμᾶς νά πιστέψουμε ὅτι πιστοί στήν Πατερική παράδοση ἔμειναν οἱ ἀγράμματοι Φράγκοι, πού δέν ἤξεραν καθόλου Ἑλληνικά οὔτε ἤξεραν νά διαβάσουν σωστά τά Λατινικά κείμενα!». Γι’ αὐτό εἶπα προηγουμένως καί τόν ἱερό Αὐγουστίνο, πού εἶναι Ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας μας καί ἔχει γράψει στά λατινικά, δέν τόν κατάλαβαν καί ἔπεσαν ἐπίσημα στήν αἵρεση τοῦ φιλιόκβε καί σέ πολλές ἄλλες κακοδοξίες. «Καί συμβαίνει ἀπό τότε μέχρι σήμερα νά συνεχίζουν νά ἔχουν αὐτήν τήν ὑπεροψία, ὅτι δηλαδή αὐτοί εἶναι ἐκεῖνοι πού διέσωσαν τήν Πατερική Παράδοση(!) καί μάλιστα τήν βελτίωσαν(!) μέ τήν Σχολαστική τους Θεολογία». Ἐνῶ ἡ Σχολαστική Θεολογία, εἶναι αἱρετική θεολογία.
«Σέ ἀντίθεση μέ ὅλα αὐτά ἔχουμε τήν παραμένουσα καί διαιωνιζομένη μεθοδολογία τῆς Ὀρθοδόξου παραδόσεως καί θεολογίας», ἡ ὁποία ὑπάρχει μέ μία ἀδιάσπαστη συνέχεια μέχρι τίς μέρες μας. Γι’ αὐτό βλέπουμε καί σήμερα ἀκόμα παραγωγή ἁγίων στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τόν Ἅγιο Πορφύριο, τόν Ἅγιο Νικηφόρο τόν Λεπρό καί πάρα πολλούς ἄλλους καί ἕπεται καί συνέχεια. Θά ἔχουμε ἀναγνωρίσεις καί ἄλλων συγχρόνων Ἁγίων. Πού σημαίνει ὅτι ὑπάρχει αὐτή ἡ ὀρθόδοξη θεραπευτική παράδοση, ὅπως ὑπῆρχε στούς ἀρχαίους ἁγίους, μέχρι τίς μέρες μας, δέν ὑπάρχει διακοπή. Ἐνῶ στήν Δύση ὑπάρχει διακοπή. «Βλέπουμε δέ νά συμβαίνει τοῦτο, ὅτι δηλαδή στήν Δύση ὑπάρχει ἤ ἴδια θεολογική μέθοδος μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων Ρωμαίων, ὅπως ὑπάρχει καί στήν Ἀνατολή». Ὑπῆρχε δηλαδή. Τώρα ἔχει σταματήσει, γιατί εἴπαμε ἐπεβλήθησαν οἱ Γερμανοί, οἱ Φράγκοι καί ἐπέβαλαν καί τήν δική τους θεολογία τήν αἱρετική. Ἀλλά, ὅσο ὑπῆρχε ὀρθοδοξία καί στήν Εὐρώπη, ἔχουμε κι ἐκεῖ τήν ἴδια θεραπευτική θεολογική παράδοση, τήν κάθαρση, τόν φωτισμό καί τήν θέωση. Γι’ αὐτό καί ἔχουμε ἁγίους. «Ἡ ἐμπειρία τῆς θεώσεως καί τοῦ φωτισμοῦ εἶναι ἡ ἴδια καί ἑπομένως ἡ Θεολογία εἶναι ἡ ἴδια καί στούς δύο χώρους». Πότε γίνεται ἡ διάσπαση; Πότε πέφτει στήν αἵρεση ἡ Δύση; Ὅταν ἐπιβάλλεται ἀναγκαστικά ἡ ἀλλότρια θεολογία τῶν Φράγκων. Τότε ἔχουμε τό λεγόμενο Σχίσμα, τό ὁποῖο, εἴπαμε, εἶναι ἡ ἀποκοπή τῶν αἱρετικῶν ἀπό τήν Ἐκκλησία.
Ἡ ἐμπειρία τῆς θεώσεως καί τοῦ φωτισμοῦ μέχρι τότε ἦταν ἡ ἴδια. «Αὐτό ἐξακριβώνεται ἀπό τά συγγράμματα τῶν Δυτικῶν κυρίως Ρωμαίων ἐπάνω σέ θέματα πνευματικῆς ζωῆς, ἀσκήσεως». Ἔχουμε Πατέρες τῆς Δύσης, πού γράφουν ἀκριβῶς τά ἴδια ὅπως οἱ Πατέρες τῆς Ἀνατολῆς. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ Μέγας Βασίλειος… ἔχουν τήν Ὀρθόδοξη θεολογία καί τήν ἴδια θεολογία ἔχουμε καί στούς Πατέρες τῆς Δύσης, στόν Ἅγιο Κασσιανό κ.λ.π. «Συμβαίνει, μάλιστα, σήμερα νά ἔχουν ἀποδεχθεῖ ἐκτός ἀπό τούς Ὀρθοδόξους καί οἱ Ἀγγλικανοί ὅτι τά πνευματικά θεμέλια τῆς θεολογίας εἶναι τά ἴδια καί ὅτι ἡ Θεολογία ἦταν ἡ ἴδια καί στήν Δύση καί στήν Ἀνατολή. Αὐτοί ἐξακρίβωσαν πῶς καί πότε ἄρχισε ἡ διαφοροποίηση μεταξύ Δύσεως καί Ἀνατολῆς ἐπάνω στά θεολογικά καί πνευματικά θέματα». Δηλαδή, βλέπετε; Οἱ ἴδιοι τό παραδέχονται ὅτι ἡ βάση εἶναι κοινή καί τῶν δύο. Γιατί, ὅμως, μετά ἔγινε διαφοροποίηση; Ἐνῶ ἐμεῖς κρατήσαμε τήν Ὀρθοδοξία, αὐτοί παρεξέκλιναν. Ἄλλαξαν τό Πιστεύω, ἄλλαξαν τά δόγματα καί πρόσθεσαν καί νέα πράγματα.
«Χαρακτηριστικό γνώρισμα αὐτῆς τῆς διαφοροποιήσεως εἶναι τό ὅτι στήν περιοχή τῶν κατακτήσεων στήν Δύση ἐγκαταλείφθηκε ἡ παλαιά παράδοση νά ἐκλέγονται οἱ ἐπίσκοποι ἀπό τούς φωτισμένους καί θεουμένους. Σ’ αὐτούς οἱ ἐπίσκοποι ἐξελέγοντο ὄχι γιά πνευματικούς λόγους, ἄλλα γιά διοικητικούς. Ὁπότε ὁ ἐπίσκοπος στήν Δύση μετατράπηκε ἀπό πνευματικό πατέρα σέ πολιτικό διοικητή (φεουδάρχη) μέ ἐξουσίες πολιτικές καί στρατιωτικές». Καί φτάσαμε στό ἐξωφρενικό νά εἶναι ἀρχηγός τῆς Ἀγγλικανικῆς «ἐκκλησίας», ξέρετε ποιός; Ἡ Βασίλισσα τῆς Ἀγγλίας! Ἀπό ποῦ καί ὡς ποῦ; Σούπερ ἐπίσκοπος δηλαδή… ὑπερ-ἐπίσκοπος… Πῶς φτάσαμε ἐδῶ; Ἀκριβῶς, ἐπειδή ἔχασαν τήν ὀρθόδοξη παράδοση, πού οἱ ἐπίσκοποι ἔβγαιναν ἀπό τά μοναστήρια, ἀπό τούς ἀνθρώπους πού ἦταν ἀφιερωμένοι πλήρως στόν Θεό καί ὁ ἐπίσκοπος ἔγινε διοικητής. Δυστυχῶς, αὐτό ἔχει περάσει τώρα καί σέ μᾶς. Σήμερα οἱ ἐπίσκοποι στήν πράξη εἶναι διοικητικά πρόσωπα ἐν πολλοῖς. Ὑπάρχουν βέβαια καί ἐπίσκοποι πολύ καλοί πού προσπαθοῦν νά ἀσκήσουν τό ποιμαντικό ἔργο, νά μιλήσουν, νά ἐξομολογήσουν, ἀλλά ὑπάρχει κι αὐτή ἡ τριβή μέ τά διοικητικά πού φθείρει καί αὐτούς τούς καλούς ἐπισκόπους.
Καί ὁ ἐπίσκοπος, ἀπό πνευματικός πατέρας τῶν ἱερέων καταρχήν καί ὅλου τοῦ λαοῦ, εἶναι πολιτικός διοικητής – φεουδάρχης μέ ἐξουσίες πολιτικές καί στρατιωτικές. «Αὐτό ἔγινε καί στήν Γοτθική παράδοση καί στήν Φραγκική καί στήν Νορμανδική, ὄχι ὅμως τόσο στήν Γερμανική, διότι ὁ Γερμανικός φεουδαλισμός διαφέρει ἀρκετά ἀπό τόν Φραγκικό, τόν Γοτθικό καί τόν Νορμανδικό φεουδαλισμό. Καί τοῦτο, ἐπειδή οἱ περισσότεροι Γερμανοί δέν εἶχαν ὡς σκλάβους Ρωμαίους δουλοπαροίκους, ἀφοῦ ζοῦσαν στήν Γερμανία, ὅπου δέν ὑπῆρχαν Ρωμαῖοι, οἱ δέ δοῦλοι τους ἦταν ἁπλῶς αἰχμάλωτοι πολέμου». Ἀλλά καί ἐκεῖ βεβαίως δέν ὑπάρχει ἡ Ὀρθόδοξη παράδοση.
«Ὅταν, λοιπόν, ὁ ἐπίσκοπος γίνεται φεουδάρχης, ἀρχίζει πλέον νά ἀσχολεῖται μέ τήν διοίκηση καί μέ τήν καθυπόταξη τῶν Ρωμαίων δουλοπαροίκων καί βιλάνων». Γίνεται ἕνα πρόσωπο πολιτικό, διοικητικό καί μέ στρατιωτικές ἐπιχειρήσεις ἀκόμα, τό ὁποῖο ἔχει σκοπό ὄχι νά ἀσκήσει ποιμαντική καί νά βοηθήσει τούς πιστούς νά φτάσουν στήν θέωση καί στή σωτηρία, ἀλλά νά ὑποτάξει τούς ὑπηκόους, νά τούς ἔχει ὑπό αὐτόν καί κατεξοχήν τούς Ρωμαίους, τούς Ρωμιούς Ὀρθοδόξους. «Ἔτσι δέν ἠσχολεῖτο πλέον μέ τά πνευματικά θέματα οὔτε μέ τά θεολογικά γράμματα, ἀλλά μέ διοικητικά θέματα. Τήν δέ Θεολογία τήν πῆραν στά χέρια τους, κάτι καλόγεροι στά μοναστήρια», στή Δύση. «Ὁπότε ἡ θεολογική ἐπιστήμη ἐκαλλιεργεῖτο συνήθως μέσα στά μοναστήρια, τά ὁποῖα καί αὐτά ὅμως -τά μοναστήρια τῆς δύσεως- δέν ἠσχολοῦντο μέ τό πῶς θά φθάσουν οἱ μοναχοί στήν κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θεώσεως, τήν ὁποία οὔτε ἐπεδίωκαν· διότι ἐπηρεασμένοι ὄντες ἀπό τήν Θεολογία», τήν δική τους, τήν αἱρετική θεολογία, «δέχθηκαν μία φιλοσοφική ἀντίληψη περί τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θεώσεως».
«Βλέπουμε λοιπόν ὅτι στόν χῶρο τῶν κατακτητῶν τῶν Δυτικῶν Ρωμαίων ἡ ἐμπειρία τοῦ φωτισμοῦ φιλοσοφοποιήθηκε». Ἔγινε μιά φιλοσοφία καί αὐτό πού ἐδῶ στήν Ὀρθοδοξία γνωρίζουμε ὡς μετάνοια, ὡς προσπάθεια νά καθαριστοῦμε ἀπό τά πάθη μας καί νά φτάσουμε στόν φωτισμό καί στήν θέωση, γιά αὐτούς ἦταν μία φιλοσοφία. Ἔγινε μιά φιλοσοφία «καί εἰσῆλθε στήν διδασκαλία περί φωτισμοῦ ὁ νοητός κόσμος τοῦ Πλάτωνος. Αὐτή λοιπόν ἡ διαστρεβλωμένη καί παραποιημένη θεώρησις περί φωτισμοῦ μπῆκε μέσα στόν μοναχισμό τῶν Φράγκων καί ἔτσι καί ὁ μοναχισμός τῶν Φράγκων ἔχει πλέον μία ἰδιαίτερη ἐξέλιξη καί δέν εἶναι μία συνέχιση τῆς ἀρχαίας πνευματικότητος καί ἀσκητικῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά διαμορφώθηκε μία παράδοση διαφορετική». Ἄν δεῖτε τούς δυτικούς μοναχούς, δέν ἔχουν τό ὀρθόδοξο πνεῦμα καί βίωμα. Κάνουν κάποιες φιλανθρωπίες, σχολεῖα, νοσοκομεῖα… ἀλλά δέν ὑπάρχει ἡ προσπάθεια γιά τήν κάθαρση ἀπό τά πάθη καί γιά τόν φωτισμό ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Καί πῶς νά ὑπάρξει; Ἀφοῦ εἶναι ἀβάπτιστοι κατ’ ἀρχάς. Πῶς νά φωτιστοῦν ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἀφοῦ δέν ἔχουν βαφτιστεῖ; Οἱ Λατίνοι εἶναι ἀβάπτιστοι καί κακῶς τούς χρίουμε μόνο μέ μύρο αὐτούς πού γίνονται ὀρθόδοξοι. Κανονικά πρέπει νά τούς βαπτίζουμε, ὅπως κάνουν στό Ἅγιο Ὄρος.
«Μέσα σ’ αὐτά τά πλαίσια», ὅπως τά λέει ἡ ἱστορία, «εἶναι πολύ παράδοξο τό νά ἰσχυρίζονται οἱ Δυτικοί ὅτι ἐκεῖνοι μόνο καταλαβαίνουν τήν Πατερική παράδοση καί ὅτι ἐμεῖς παρεκκλίναμε ἀπό αὐτήν. Ἰσχυρίζονται μάλιστα ὅτι ἐμεῖς ἀπό τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό καί μετά εἴμαστε μία εἰδωλολατρική μορφή τοῦ Χριστιανισμοῦ(!)», οἱ Ὀρθόδοξοι! Ἐνῶ στήν οὐσία ἰσχύει τό ἀντίθετο. Αὐτοί ἔχουν πέσει στήν εἰδωλολατρία. Τό βλέπουμε στήν Εὐρώπη πῶς λατρεύεται τό χρῆμα, ἡ κοσμική ἐξουσία, ἡ μάταιη δόξα καί οἱ ἡδονές. «Μέσα σ’ αὐτά τά πλαίσια γίνεται λοιπόν στήν Δύση ἡ συζήτησις ἐπάνω στά διάφορα κατηγορήματα τῆς Πατερικῆς θεολογίας. Στήν Δύση γιά κάποιο λόγο δέχθηκαν ὅτι ἡ οὐσία καί ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ εἶναι τό ἴδιο πράγμα». Δέν κάνουν, δηλαδή, στήν Δύση διάκριση μεταξύ οὐσίας καί ἐνέργειας στόν Θεό. «Ταυτίζουν δηλαδή τήν οὐσία μέ τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ». Αὐτό προῆλθε ἀπό μία κακή κατανόηση τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου. Φαίνεται ότι στά πρῶτα του συγγράματα εἶχε διατυπώσει κάποια τέτοια πράγματα, τά ὁποῖα μετά ἀναίρεσε -γι’ αὐτό εἶναι καί Ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας- ἤ αὐτοί δέν τά κατάλαβαν σωστά.
«Ἔτσι φαίνεται ὅτι οἱ Γερμανικές φυλές τοῦ Μεσαίωνα υἱοθέτησαν αὐτήν τήν -πλανεμένη- διδασκαλία τῆς ταύτισης τῆς οὐσίας καί τῆς ἐνεργείας στόν Θεό καί ἔγινε πλέον ἡ σπονδυλική στήλη τῆς Σχολαστικῆς παραδόσεως. Σ’ αὐτήν τήν γραμμή ὑπάρχουν καί ὁρισμένες παραλλαγές. Μερικοί ἐξ αὐτῶν κάνουν διάκριση μεταξύ οὐσίας καί προσόντων στόν Θεό. Σ’ αὐτήν τήν ἐξέλιξη τῆς Δύσεως οἱ ἐκπρόσωποι τῶν τριῶν ἐπικρατεστέρων τάσεων εἶναι ὁ Θωμᾶς Ἀκινάτης ἀπό τό ἕνα μέρος, ὁ Duns Scotus ἀπό τό δεύτερο μέρος καί ὁ Γουλιέλμος Ockham ἀπό τό τρίτο μέρος. Ὁ Duns Scotus, τοῦ ὁποίου οἱ ὁπαδοί λέγονται Σκωτισταί, κάνει μία διάκριση μεταξύ τῶν προσόντων καί τῆς οὐσίας τοῦ Θεοῦ, πού μοιάζει κατά κάποιο τρόπο μέ τήν Ὀρθόδοξη διάκριση μεταξύ τῆς οὐσίας καί τῆς ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ». Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι λέμε ὅτι ὁ Θεός ἔχει οὐσία παντελῶς ἀπρόσιτη, πού δέν ξέρουμε καθόλου τί εἶναι καί ἔχει καί ἐνέργεια, στήν ὁποία μετέχουμε. Οἱ Δυτικοί, οἱ Λατίνοι, ταυτίζουν οὐσία καί ἐνέργεια στόν Θεό καί ἀπό ἐκεῖ ξεκινᾶνε πάρα πολλές αἱρέσεις καί αἱρετικές ἀντιλήψεις πού ἔχουνε. «Μοιάζει, ἀλλά δέν ταυτίζεται, διότι ἡ διάκρισίς του εἶναι καθαρά φιλοσοφική, ἐνῶ ἡ Ὀρθόδοξη διάκριση εἶναι καθαρά ἐμπειρική». Ἐμεῖς τό γνωρίζουμε ὅτι ὑπάρχει ἐνέργεια στόν Θεό, διότι ἔχουμε ἐμπειρία αὐτῆς τῆς ἐνέργειας, μετέχουμε σ’ αὐτή τήν ἐνέργεια. Εἶναι ἡ ἐνέργεια τῆς κάθαρσης, τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θέωσης, στήν ὁποία μετέχει ὁ ἄνθρωπος. «Γι’ αὐτό καί ἡ διάκρισίς του αὐτή ὀνομάζεται καί ὀντολογική ἤ μεταφυσική». Εἶναι μιά φιλοσοφική διάκριση.
«Στήν ἀρχαία Ἐκκλησία τέτοιες διακρίσεις, ὀντολογικές ἤ μεταφυσικές, φιλοσοφικές δηλαδή, μεταξύ τῆς οὐσίας καί τῆς ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ ἔκαναν συστηματικά οἱ αἱρετικοί. Οἱ πιστοί τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας ἔκαναν καί αὐτοί διάκριση, πού ἦταν ὅμως καθαρά ἐμπειρική, ἀφοῦ ἐβασίζετο στήν ἐμπειρία τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θεώσεως».
Ἐκεῖνο τώρα πού ἐν κατακλείδι μποροῦμε νά ποῦμε εἶναι νά μήν ἐπηρεαζόμαστε καθόλου ἀπό διάφορες φωνές Οἰκουμενιστῶν κ.λ.π. πού μᾶς λένε ὅτι «δέν ἔχουμε διαφορές μέ τούς Παπικούς, μέ τούς Λατίνους.. κι αὐτοί στόν Χριστό πιστεύουνε..». Ὄχι, δέν εἶναι σωστό αὐτό, γιατί δέν ἔχουν σωστή πίστη γιά τόν Χριστό, γιά τήν Ἁγία Τριάδα. Δέν κάνουνε διάκριση μεταξύ οὐσίας καί ἐνέργειας. Γι’ αὐτό καί ἔχουν πέσει σέ πάρα πολλές αἱρετικές ἀντιλήψεις. Ἔχουνε χάσει τήν θεραπευτική παράδοση. Γι’ αὐτό καί ζοῦνε μέσα στά πάθη τους. Ἡ Εὐρώπη ζεῖ μέσα στά πάθη της. Εἶναι ἀβάπτιστοι καί οὐσιαστικά ὑποταγμένοι στά τρία μεγάλα πάθη, στήν φιληδονία, στήν φιλαργυρία καί στήν φιλοδοξία. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος πού δέν μποροῦν νά μᾶς καταλάβουν. Ἔρχεται ἐδῶ ἡ Τρόικα καί λέει «θέλουμε τά λεφτά μας».. καί ἐμεῖς τούς λέμε, ἐντάξει, κάντε λίγη ὑπομονή… Δέν μποροῦν νά τό καταλάβουν αὐτό. Δέν ὑπάρχει, νά τό ποῦμε ἁπλά, εὐσπλαχνία, συμπόνοια, ὅπως ἔχει ὁ Θεός καί ἡ ὁποία ὑπάρχει μόνο στήν Ὀρθοδοξία. Ὁ Θεός εἶναι ἄκρως φιλάνθρωπος καί φιλεύσπλαχνος, οἰκτίρμων καί ἐλεήμων. Στήν Εὐρώπη δέν ὑπάρχει φιλανθρωπία. Ἔχει χαθεῖ αὐτό τό πράγμα, γιατί οἱ ἴδιοι μέσα τους εἶναι σκληροί, ψυχροί καί ἀνάλγητοι καί αὐτό ὀφείλεται ἀκριβῶς στήν λανθασμένη θεολογία πού ἔχουνε, στήν αἱρετική θεολογία. Ἔτσι μποροῦμε νά ἑρμηνεύσουμε τήν συμπεριφορά τους, γιατί συμπεριφέρονται ἔτσι. Ἐντάξει, κάναμε λάθος, κάνανε οἱ πολιτικοί μας λάθος, δέν λέμε ὅτι εἶναι ἀθῶες περιστερές… κάνανε αὐτά πού κάνανε. Ἀλλά κάντε λίγο ὑπομονή. Ὄχι, λένε, δέν γίνεται. Σοῦ βάζουν τό μαχαίρι στό λαιμό. Αὐτό εἶναι ἀναλγησία, εἶναι ἀπανθρωπιά. Ἐνῶ, ἕνας ὀρθόδοξος δέν θά τό ἔκανε αὐτό, ἕνας πού ζεῖ μέσα σ’ αὐτή τήν θεραπευτική παράδοση. Ἔχει ἔλεος, γιατί ἔλεος ἔχει ὁ Θεός. Καί ἔλεος πρέπει νά ἔχουμε κι ἐμεῖς. Νά τό καλλιεργήσουμε αὐτό τό πράγμα, αὐτή τήν ὀρθόδοξη, τήν ἀνιδιοτελή ἀγάπη, τήν ἀγάπη πού ξέρει νά συγχωρεῖ, πού ξέρει ν’ ἀγαπάει καί τόν ἐχθρό, ξέρει ν’ ἀγαπάει καί αὐτόν πού μᾶς χρησιμοποιεῖ.
Ἔτσι, λοιπόν, ἄς παρακαλοῦμε τόν Θεό νά μᾶς δίνει αὐτή τήν ἀγάπη καί αὐτή τήν ὀρθή πίστη. Νά μήν χάσουμε τήν ὀρθόδοξη πίστη μας, γιατί ἄν χάσουμε τήν πίστη μας, μετά χάνουμε καί τήν ὀρθή ζωή καί χάνουμε καί τήν σωτηρία.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης