«Δέν εἶναι εὐσεβές νά προσκυνοῦμε τόν Χριστό ὡς ἁπλό ἄνθρωπο, οὔτε νά Τόν  ὁμολογοῦμε μόνο Θεό, χωρίς τήν ἀνθρώπινη φύση Του. Διότι πραγματικά, ἄν, ὅπως φυσικά καί συμβαίνει, ὁ Χριστός εἶναι ἀληθινά Θεός, δέν ἔχει προσλάβει ὅμως ἀνθρώπινη φύση, ἐμεῖς δέν εἶναι δυνατόν νά σωθοῦμε. Ἄς Τόν προσκυνοῦμε, λοιπόν, ὡς Θεό κι ἄς πιστεύουμε συνάμα ὅτι ἔγινε καί ἄνθρωπος. Διότι οὔτε νά Τόν ὁμολογοῦμε ἁπλό ἄνθρωπο, χωρίς τή θεότητά Του, μᾶς ὠφελεῖ, οὔτε τό νά δεχόμαστε μόνο τή θεότητά Του μᾶς ὁδηγεῖ πρός τή σωτηρία».

(Ἁγίου Κυρίλλου Ἱεροσολύμων,
Κατήχηση Φωτιζομένων ΙΒ΄, σελ. 313).