ΟΜΙΛΙΑ ΚΓ΄
Γέροντος Ἐφραίμ Φιλοθεΐτου
Εὐλογημένα μου παιδιά,
Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί ἡ ἄπειρη εὐσπλαχνία Του πού ἀγάπησε τόν ἄνθρωπο μέχρι σταυρικῆς θυσίας, εὐδόκησε, ὥστε καί αὐτήν τήν χρονιά νά ὁδηγήση τά βήματά μου –καίτοι κατά πάντα ἀνάξιος καί ταλαίπωρος ἄνθρωπος ἐγώ– κοντά σας μέ αἰσθήματα πολύ μεγάλης πατρικῆς ἀγάπης καί στοργῆς, πρᾶγμα, τό ὁποῖον πιστεύω ἀκράδαντα ὅτι συμβαίνει καί στίς δικές σας καρδιές ἀπέναντι τῆς ἐλεεινότητός μου.
Κάποια μέρα στό μοναστήρι μου, πού κάναμε μιά κοινή πατερική ἀνάγνωσι, κάτι μέ ἐντυπωσίασε, μπορῶ νά πῶ τρομακτικά, διά τό βάθος τοῦ νοήματος μιᾶς φράσεως, πού ἦταν ἡ ἑξῆς: «Οἴμοι, ὅταν ἀνοιχθοῦν τά βιβλία τῶν συνειδήσεων ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ!» Τρόμαξα πάρα πολύ, ὅσο μπόρεσα νά ἐμβαθύνω στήν σκέψι τοῦ ἁγίου πατρός τῆς Ἐκκλησίας πού τήν ἔγραψε. Ἄραγε πῶς ἐνοοῦσε τό: «βιβλία τῶν συνειδήσεων!»
Κάθε ἄνθρωπος ἔχει συνείδησι, ἀλλά ἔχει καί τό βιβλίο τῆς ζωῆς του. Τό βιβλίο εἶναι γεμᾶτο φύλλα καί σελίδες. Τό κάθε φύλλο, κατά τήν σκέψι τοῦ μεγάλου αὐτοῦ πατρός, εἶναι ἡ κάθε ἡμέρα τῆς ζωῆς πού περνάει καί τήν βιώνει κάθε ἄνθρωπος καί ἰδιαίτερα ὁ χριστιανός. Στήν μία σελίδα γράφονται τά ἁμαρτήματα καί στήν ἄλλη οἱ καλές πράξεις τοῦ ἀνθρώπου. Γράφονται τά διανοητικά, φανταστικά ἁμαρτήματα, δηλαδή ὅσα γίνονται μέ σωματικές πράξεις. Ὅλα αὐτά γράφονται στήν μία σελίδα, στήν μία ὄψι τοῦ πράγματος, ἐνῷ στήν ἄλλη γράφονται ἐπίσης ὅσες καλές πράξεις γίνονται ψυχικά καί σωματικά. Εἰς τόν Θεόν δέν ὑπάρχει κτίσις ἀφανής, διότι τά πάντα διά τόν Θεόν εἶναι φανερά. Καμμία σκέψις, κανένα συναίσθημα, κανένας λόγος δέν Τοῦ διαφεύγει, ἀλλά ὅλα γράφονται σ᾿ αὐτό τό βιβλίο τῆς ζωῆς. Εἶναι πάρα πολύ σοβαρό τό ὅτι δέν χάνεται τίποτα καί ὅτι τά πάντα θά περάσουν ἀπό τήν κρίσι τοῦ Θεοῦ. Οὐσιαστικά δέν ἔχουμε συνειδητοποιήσει τί ἀκριβῶς θά μᾶς συμβῆ, ὅταν γίνη ἡ ἔξοδος τῆς ψυχῆς μας πρός τόν Θεό. Ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώπου πολλές φορές τελειώνει μέσα σέ στιγμές χρόνου· καί μέσα σ᾿ αὐτές τίς στιγμές εἶναι πολύ φανερό ὅτι θά ἀνοιχθῆ αὐτό τό βιβλίο τῆς ζωῆς καί τῆς συνειδήσεως μπροστά στά μάτια τοῦ Θεοῦ καί ὁ ἄνθρωπος θά βρεθῆ στήν πάρα πολύ δύσκολη θέσι νά ἀπολογηθῆ –ἄν θά εἶναι δυνατόν νά ἀπολογηθῆ– γιά τίς πράξεις του στόν Θεό πού τά γνωρίζει ὅλα· δέν τοῦ λανθάνει τίποτα καί δέν θά χωρῆ καμμία δικαιολογία. Δέν θά μπορῆ νά δικαιολογηθῆ, ὅταν βρεθῆ μπροστά στόν Θεό, διότι ἡ συνείδησις θά καταμαρτυρήση κατά τῆς ψυχῆς, ὅταν αὐτή θά κρίνεται ἐνώπιον τοῦ Δεσποτικοῦ Θρόνου. Ἡ συνείδησις θά γίνη ὁ κατήγορος τῆς ψυχῆς, διότι δέν μπορεῖ νά παραποιήση τήν πραγματικότητα καί τήν ἀλήθεια τῶν πεπραγμένων τοῦ ἀνθρώπου.
Δέν ἔχουμε συνειδητοποιήσει ὅτι θά δικαστοῦμε. Γίνεται μία προδικαστική πρᾶξις κατά τήν ὥρα τῆς ψυχικῆς ἐξόδου, δηλαδή ὅταν ἡ ψυχή πρόκεται νά βγῆ ἤ ἀμέσως μετά τήν ἐξοδό της· βρίσκεται μπροστά σέ ἕνα μικροδικαστήριο, πού κάπως θά προσδιορίση κατά πόσον κατόπιν θά ἔχη ἐπιτυχία ἤ ἀποτυχία στό μεγάλο δικαστήριο τοῦ Θεοῦ.
Ἔχουμε τήν Πατερική παράδοσι, ἀλλά καί προσωπική παράδοσι καί ἐμπειρία πολλές φορές αὐτοῦ τοῦ γεγονότος πού πρόκειται νά συμβῆ σέ κάθε ἄνθρωπο πού περνάει ἐπάνω ἀπό αὐτόν τόν πλανήτη. Θά πρέπει νά κάνουμε μία ἀναδρομή στίς σκέψεις μας, στό «πιστεύω» μας, νά συγκροτήσουμε τίς ψυχικές δυνάμεις μας, ὥστε νά προετοιμασθοῦμε γι᾿ αὐτήν τήν ἔξοδο καί γι᾿ αὐτό τό πολύ σοβαρό γιά κάθε ἄνθρωπο πρόβλημα. Στόν κόσμο αὐτόν διορθώνονται ὅλα τά πράγματα. Δέν μποροῦμε νά κάνουμε τοῦτο, κάνουμε τό ἄλλο, τελειώνουμε. Ὅταν ὅμως πρόκειται νά κάνουμε αὐτό τό ἀνεπίστρεπτο ταξίδι πρός τόν οὐρανό, εἶναι τό πιό σοβαρό γιά τόν ὀρθόδοξο χριστιανό θέμα καί πρέπει, ὅσο μπορεῖ, μέ ὅλη του τή δύναμι νά κάμη τήν προετοιμασία, διότι μετά θάνατον «οὐκ ἔστι μετάνοια».
Ἡ Ἐκκλησία μᾶς βοηθᾶ πάρα πολύ νά γνωρίσουμε τό τί μέλλει νά συμβῆ μετά τήν ἔξοδο τῆς ψυχῆς. Πιστεύουμε ἀκράδαντα ὅτι ἡ ψυχή θά περάση τά ἐναέρια τελώνια, θά περάση τούς κακούς φορολόγους καί πρέπει ὁπωσδήποτε νά ἔχη τακτοποιημένα τά χαρτιά της, τό διαβατήριό της, διότι διαφορετικά κάπου θά «σκαλέψη», κάπου θά σταματήση κι ἀπό κεῖ καί πέρα ἡ θέσις της θά εἶναι πολύ δύσκολη. Βέβαια τότε λέμε ὅτι τό μυαλό ἔρχεται στήν θέσι του, ἀλλά θά εἶναι πιά ἀργά γιά τόν καθένα, διότι δέν θά μπορέση νά ἐπιστρέψη πίσω, ὥστε νά κάμη τήν ἀνάλογη μετάνοια ἤ νά διορθώση τά χαρτιά του ἤ νά τακτοποιήση τό διαβατήριο κι ἔτσι ξανά νά ἀναχωρήση. Δέν ξαναγυρίζει ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου πίσω, ἀλλά βαδίζει κατευθεῖαν πρός τόν Δημιουργό της. Τό θέμα δέν εἶναι τόσο ἁπλό ὅσο τό θεωροῦμε ὅλοι μας, καί περισσότερο ἐγώ.
Ἴσως νά ἔχετε διαβάσει γύρω ἀπό τήν ἔξοδο μιᾶς ψυχῆς πού λεγόταν Θεοδώρα, πού τήν ἀποκαλοῦν Ἁγία. Αὐτή ἡ ψυχή ὑπηρετοῦσε ἕναν ἅγιο ἄνθρωπο καί ἦρθε ἡ ὥρα της νά φύγη. Ἀνεβαίνοντας πρός τόν Θεό περνοῦσε τά τελώνια. Καί ἐκεῖ ἄρχισαν οἱ δυσκολίες. Εἶχε ἕνα ἁμάρτημα ἀνεξομολόγητο καί οἱ ἄγγελοι πού τήν συνόδευαν, τήν προστάτευαν καί τήν ὁδηγοῦσαν, βρέθηκαν στήν πάρα πολύ δύσκολη θέσι νά ἐντιμετωπίσουν τό πλῆθος τῶν δαιμόνων, πού παρουσίαζαν τό ἁμάρτημα καί ζητοῦσαν δικαιοσύνη ἀπό τόν Θεό νά δικάση δίκαια, διότι ὁ νόμος δέν τήν δικαίωνε αὐτήν τήν ψυχή. Καί λέγεται ἐκεῖ στό ἱστορικό ὅτι πρόφθασαν οἱ πρεσβεῖες, οἱ μεσιτεῖες αὐτοῦ τοῦ μεγάλου ἁγίου ἀνθρώπου πού εἶχε διακονήσει, πού λεγόταν Βασίλειος, καί τήν «ξέμπλεξαν» ἀπό τό «μπλέξιμο» μέ τούς δαίμονες. Ἔτσι οἱ ἄγγελοι τήν πέρασαν στόν οὐρανό συζητώντας μεταξύ τους καί λέγοντας ὅτι ἄν δέν πρόφθαναν οἱ πρεσβεῖες τοῦ Βασιλείου, θά ἦταν σέ πάρα πολύ ἐπικίνδυνη θέσι, γιά νά περάση πρός τά ἐπάνω.
Τό ὅτι δέν ἔχουμε καταλάβει τήν σοβαρότητα τοῦ θέματος φαίνεται ἀπό τήν ζωή πού κάνουμε. Ἄς πάρουμε ἕνα παράδειγμα· ὅτι εἴχαμε κάνει κάποια πρᾶξι κακή καί ἐπρόκειτο νά περάσουμε ἀπό κακουργοδικεῖο πού ὑπῆρχε περίπτωσις νά μᾶς ὁδηγήση στό θάνατο, στήν κρεμάλα, σέ κάτι πολύ σκληρό. Τότε, μέχρις ὅτου ἔρθη ἡ ἡμέρα τῆς δίκης, ἀπό μέρους μας θά γινόταν πολύ μεγάλη προσπάθεια μέ δικηγόρους καί μέ διάφορα μέσα, μέ στενοχώριες προσωπικές, μέ ἀγωνία, μέ ἀϋπνίες, μέ τό ἕνα, μέ τό ἄλλο γιά τό τί θά γίνη· καί ὅσο θά πλησίαζε ἡ ἡμέρα καί ἡ ὥρα τῆς δίκης, θά γινόταν ὅλο καί πιό ὀδυνηρή ἡ κατάστασις τῆς ψυχῆς. Καί τί θά συνέβαινε; Τό πολύ – πολύ ἕνας σωματικός θάνατος· τίποτε περισσότερο ἀπό μία σωματική περίπτωσι. Κι ὅμως τί ἀγωνία θά ὑπῆρχε προηγουμένως! Αὐτό ὅμως δέν συμβαίνει γιά τό μεγάλο θέμα τῆς ψυχῆς πού δέν θά εἶναι ἕνας σωματικός θάνατος, πού δέν δεσμεύει τήν ἐλευθερία τῆς σωτηρίας τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά εἶναι θέμα ψυχῆς ἐδῶ πού, ἐάν ἀποτύχη, τό θέμα πάει στήν αἰωνιότητα.
Δέν ξέρουμε, δέν μποροῦμε νά συλλάβουμε τήν λέξι «αἰωνιότης». Ἡ ἐρμηνεία τῆς λέξεως αὐτῆς εἶναι ἡ ἑξῆς: Ζωή χωρίς τέλος, χωρίς τέρμα. Ἀβασίλευτη ζωή. Ὅπως ὁ Θεός δέν ἔχει τέλος στήν ὕπαρξί Του, δέν θά ἔχη τέλος καί ἡ ζωή τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου. Ἑπομένως σέ περίπτωσι ἀποτυχίας στό θέμα τῆς σωτηρίας, θά ἔχουμε τήν αἰώνια δυστυχία. Ἁπλῶς δυστυχία μέ ἕναν πόνο μόνο, μέ κάτι πού τέλος πάντων ξεπερνιέται ἤ ἔχει κάποια συγγνώμη; Ὄχι. Δυστυχῶς ἔχουμε νά κάνουμε μέ μία φοβερά καί τρομακτική κόλασι, πού δέν θἄχη τέλος ποτέ. Γι᾿ αὐτό λέγω ὅτι δέν ἔχουμε συλλάβει τό τί θά γίνη μετά θάνατον.
Ἡ Ἐκκλησία μας μέ τίς διδασκαλίες, μέ τά κηρύγματα, μέ τά μυστήρια μᾶς βοηθᾶ πάρα πολύ νά ἀνοίξη τό μυαλό μας καί νά καταλάβη αὐτό τό κύριον θέμα· τό μόνο πρᾶγμα πού ἔχουμε ἀνάγκη, τό νά μή κολασθοῦμε. Θά πρέπει νά συνειδητοποιήσουμε τήν κατάστασί μας, γιά νά κάνουμε τήν ζωή μας ἀνάλογη. Χρειάζεται ἄμεσα νά τακτοποιηθοῦμε, διότι δέν ξέρουμε ἡ αὔριο τί θά φέρη καί ἡ αὔριο δέν εἶναι στό χέρι μας· οὔτε οἱ στιγμές τοῦ χρόνου εἶναι δικές μας, διότι βγαίνοντας ἀπό δῶ ἐνδεχομένως κάτι νά μᾶς συμβῆ καί νά τελειώση ἡ ζωή μας. Ἔτσι μετά ἀπό λίγη ὥρα θά ἀνοιχθῆ τό βιβλίο τῆς συνειδήσεως καί τῆς ζωῆς μας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί θά ἀρχίση ἡ δίκη. Ὁ Χριστός θά ξεφυλλίζη ἕνα – ἕνα φύλλο καί θά λέη: «Ἐδῶ ἔπραξες τοῦτο, τό ἄλλο, τό ἄλλο». Ἡ συνείδησις θά λέη: «Βέβαια ἔγιναν· ἔτσι εἶναι, εἶναι ἀλήθεια, κ.λ.π». Κι ὅταν τελειώση ὅλο αὐτό τό βιβλίο στήν κρίσι, ἡ ψυχή θά τρέμη ὅπως τρέμει τό φθινοπωρινό φύλλο στόν παραμικρό ἄνεμο κι ὅπως τρέμει τό ψάρι τό ζωντανό, ὅταν βγῆ ἀπό τή θάλασσα. Ἔτσι θά τρέμη μπροστά σ᾿ αὐτό τό φοβερό δικαστήριο. Ποιά θά εἶναι ἡ ἀποφασις τοῦ Θεοῦ; Ἐάν εἶναι θετική, τότε δέν μποροῦμε νά συλλάβουμε τήν ἐπιτυχία οὔτε σέ βάθος, οὔτε σέ ὕψος, οὔτε σέ πλάτος, διότι ἡ ψυχή αὐτή θά μπῆ μέσα στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, θά γνωρίση τόν Θεό ὅσο γίνεται βαθύτερα καί θά ἐπανέλθη στόν Ἴδιο τόν Θεό καί Πατέρα της. Καί σκεφθῆτε ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἡ πηγή πάσης εὐτυχίας.
Σέ μία ἀρνητική περίπτωσι ἀποτυχίας καί καταδικαστικῆς ἀποφάσεως, ἀνοίγεται μπροστά σ᾿ αὐτήν τήν δυστυχισμένη ψυχή μία τρομερώτατη κόλασις, πού ἄν θέλη κάποιος νά κάνη τό παλληκάρι γιά νά τήν συλλάβη, σταματᾶ ἡ λειτουργία τοῦ νοῦ του. Δέν συλλαμβάνεται σέ καμμιά περίπτωσι τό τρομερό τῆς κολάσεως. Θά σᾶς φέρω ἕνα παράδειγμα: μᾶς πονεῖ ἕνα δόντι καί πάει νά μᾶς φύγη τό μυαλό ἀπό τόν πόνο. Ἀμέσως τρέχουμε νά βροῦμε ἕνα φάρμακο, γιά νά σταματήσουμε τόν πόνο. Καί τί εἶναι ὁ πόνος αὐτός; Καί ὁποιοσδήποτε ἄλλος πόνος πολλές φορές εἶναι μεγάλος καί λέμε ὅτι δέν ἔχουμε ὑπομονή καί ζητᾶμε ἀμέσως ἰατρική βοήθεια. Τί θά γίνη ὅμως, ὅταν ἀντικρύση ἡ ψυχή τήν κόλασι; Ἐάν ἕνας δαίμονας θά μποροῦσε νά φανερωθῆ στά μάτια τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ἄνθρωπος θά πέθαινε ἀμέσως ἀκαριαῖα. Κι ὅμως ὁ κολασμένος ἄνθρωπος θά ζήση αἰώνια ὄχι μέ ἕναν, ἀλλά μέ ἑκατομμύρια δαιμόνια μαζί. Γίνεται ποτέ νά βιώση ἔτσι; Κί ὅμως ἔτσι εἶναι.
Γι᾿ αὐτό ὁ Χριστός μας, ἡ ἀγάπη μας, ὁ Σωτήρας μας, ὁ Θεάνθρωπος, πού ἔχυσε ἐπάνω στόν Σταυρό τό Πανάγιον Του Αἷμα, φωνάζει μέ τό Ἱερόν Του Εὐαγγέλιο: «Γρηγορεῖτε, ὅτι οὐκ οἴδατε τήν ἡμέραν οὐδέ τήν ὥραν, ἐν ᾗ ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται»1. Κανείς δέν μπορεῖ νά πῆ ὅτι δέν ἄκουσε τήν φωνή αὐτή. Γι᾿ αὐτό καί πάλι λέγει ὅτι «ἐκ τῶν λόγων σου κρινῶ σε, πονηρέ δοῦλε». Ἀπό ὅ,τι γνωρίζεις, ὁμολογεῖς καί κηρύττεις, θά σέ κρίνω.
Αὐτή ἡ φωνή τῆς συνειδήσεως εἶναι τό κριτήριον, τό ὁποῖον θά μᾶς κρίνει ἀνά πᾶσαν στιγμήν. Καί ἐκεῖνο τό ὁποῖον θά μᾶς βοηθήση πάρα πολύ νά ἐλαφρώσουμε τόν ἔλεγχο τῆς συνειδήσεώς μας, εἶναι τό νά τῆς κάνουμε ὑπακοή. Καί πῶς γίνεται ὑπακοή στήν συνείδησι; Ὅταν μᾶς συμβουλεύη ὅτι πρέπει νά τρέξουμε, νά ἀποβάλουμε τό φορτίον τῶν ἁμαρτιῶν μας καί τή λέπρα τῆς ψυχῆς μας νά τήν πλύνουμε στό ἄμισθο λουτρό τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως, νά μήν τῆς κάνουμε παρακοή. Φέρ᾿ εἰπεῖν· ἔρχονται σκέψεις μέ τίς ὁποῖες σφάλλουμε καί ἡ συνείδησις φωνάζει: «Ἁμάρτησες, ἐμολύνθηκες, ἐσκανδάλισες κ.ἄ. Πήγαινε καί κάμε τήν θεραπεία σου. Μήν τό ξανακάνης. Τρέξε καί διόρθωσέ το». Ἐάν ὑπακούση ὁ ἄνθρωπος, κλείνει τό θέμα καί διορθώνει τό πρᾶγμα· κλείνει ἡ πληγή. Ἐάν ὅμως δέν ὑπακούση στήν συνείδησι, τό πρᾶγμα χειροτερεύει, πηγαίνει βαθύτερα καί μετά ἔρχεται καί ἐρεθίζει ὁλόκληρο τόν ἄνθρωπο καί τόν σπρώχνει στήν ἁμαρτία. Φωνάζει ἡ συνείδησις: «Πρόσεχε, θά πᾶμε χειρότερα». Ἐάν κωφεύση καί δέν θελήση νά ὑπακούση, γιατί τό θέμα προϋποθέτει κόπο, ἀλλοίμονο!
Μά, θά μοῦ πῆτε ὅτι ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού ἡ συνείδησις δέν τούς φωνάζει. Δέν ἔχουν συνείδησι; Ἔχουν, ἀλλά ἡ συνείδησις ἔχει ἀτονήσει. Φώναξε, φωνάξε, ὁ ἄνθρωπος δέν τήν ἄκουγε, ἡ φωνή της ἀδυνάτισε καί τελικά ἔσβησε. Καί βλέπουμε πολλές φορές ἀνθρώπους νά σκοτώνουν καί τούς γονεῖς τους ἀκόμα καί τόσα ἄλλα καί λέμε: «Μά ἀποκτηνώθηκε ὁ ἄνθρωπος αὐτός;» Μάλιστα ἀποκτηνώθηκε, διότι τήν συνείδησί του τήν στραγγάλισε. Κι ἑπομένως δέν τοῦ φωνάζει.
συνεχίζεται…
Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι
κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.
Ἀπό τό βιβλίο: “ Ἡ τέχνη τῆς σωτηρίας”
Γέροντος Ἐφραίμ Φιλοθεΐτου
Ἔκδοσεις Ἱεράς Μονῆς Φιλοθέου Ἅγιον Ὄρος
Τόμος α΄
Κεντρική διάθεση:
ΕΚΔΟΣΕΙΣ: «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»
Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱ.Μ. Φιλοθέου γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει ἡ Ἱερά Μονή.Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτηςhttp://HristosPanagia3.blogspot.com
1Ματθ. Κε΄ : 13.