Όπως διαβάζουμε στα διάφορα ειδικά εγχειρίδια όταν μιλάμε για εξορκισμούς εννοούμε ότι πρόκειται για μιά αγιαστική πράξη της Εκκλησίας μας της κατηγορίας των αρνητικών καθιερώσεων.

 Σκοπός δηλαδή του εξορκισμού είναι η εν ονόματι του Θεού απαλλαγή του ανθρώπου αλλά και των κτισμάτων Του από της δαιμονικής κατοχής ή επηρείας ή και αυτής της ροπής των δαιμονίων δυνάμεων, υπό την οποία βρίσκεται η λογική και άλογη φύση.
Γι’ αυτό και ο εξορκισμός έχει συνήθως επιτιμητικό ή προστακτικό χαρακτήρα. Ο Άγ. Ιουστίνος, φιλόσοφος και μάρτυς των αρχών του 2ου αι., τονίζει την αρχαιότατη πράξη της Εκκλησίας μας, η οποία έχει τις ρίζες της στην Καινή Διαθήκη. Αναφέρει στην Απολογία του: «πάν δαιμόνιον εξορκιζόμενον τη δυνάμει του Ιησού ονόματος νικάται και υποτάσσεται».
Ήδη ο Κύριος ενεργεί πολλά θαύματα θεραπείας και απαλλαγής ανθρώπων από τους δαίμονες (όπως του νέου στη χώρα των Γεργεσηνών), αλλά κατηγορείται από τους Φαρισαίους ότι «εν τώ άρχοντι των δαιμονίων εκβάλλει τα δαιμόνια» (Ματθ. 9,34 και 12,24). Σε τέτοιες θεραπείες προβαίνουν στη συνέχεια και οι Απόστολοι, επικαλούμενοι βεβαίως το όνομα του Ιησού Χριστού· άλλωστε ο ίδιος ο Κύριος είπε για εκείνους· «εν τώ ονόματί μου δαιμόνια εκβαλούσι, γλώσσαις λαλήσουσι καιναίς, όφεις αρούσι, κάν θανάσιμόν τι πίωσιν, ου μη αυτούς βλάψει, επί αρρώστους χείρας επιθήσουσι και καλώς έξουσι» (Μάρκ. 16,17). Και ο ευαγγελιστής Ματθαίος αναφέρει το λόγο του Κυρίου: «εν τώ ονόματί μου δαιμόνια εκβάλλετε» (Ματθ. 10,18).
Σήμερα η Εκκλησία μας χρησιμοποιεί εξορκισμούς στους ασθενείς, που βρίσκονται υπό την επήρεια ακαθάρτων πνευμάτων, στις προβαπτισματικές της ακολουθίες (ήδη από τον 3ο αι.) και σε κάποιες ακόμη περιστάσεις.
Οι πρό του Βαπτίσματος αφορκισμοί ή εξορκισμοί κατά τους τελευταίους αιώνες αναγινώσκονται άπαξ επί του μέλλοντος να βαπτισθεί κατά την ακολουθία της Κατηχήσεως, η οποία τελείται συναπτά με το Βάπτισμα. Παλαιότερα διαβάζονταν περισσότερες φορές και πυκνότερα κατά τις πρό του Βαπτίσματος ημέρες. Με αυτές εξορκίζεται εν ονόματι του αληθινού Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού το πονηρό πνεύμα του Διαβόλου και επιτάσσεται να εξέλθει από το ακόμη αβάπτιστο νήπιο, καθ’ όσον και τα νήπια πρίν από το Βάπτισμα τελούν υπό το κράτος του προπατορικού αμαρτήματος και του Σατανά.Συμπεριλαμβάνονται βεβαίως στο Ευχολόγιο και τρείς εκτεταμένες ευχές εξορκισμών του Μεγάλου Βασιλείου, τέσσερις ακόμη του Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου (αναγινωσκόμενες «πρός τους πάσχοντας υπό δαιμόνων και πρός πάσαν ασθένειαν») και μία του Αγ. Τρύφωνος «λεγομένη εις κήπους, αμπελώνας και χωράφια», αφού και η κτίση, ολόκληρη η δημιουργία του Θεού, μετά την πτώση των πρωτοπλάστων συστενάζει και συνοδυνάται με τον άνθρωπο.
Οι εξορκισμοί σήμερα αναγινώσκονται από τους Ιερείς, αλλά στην αρχαία Εκκλησία υπήρχε ειδική τάξη εκκλησιαστικών λειτουργών, των εξορκιστών, οι οποίοι ανεγίνωσκαν αυτές τις καθιερωμένες εξορκιστικές ευχές. Δεν είχαν όμως καμία σχέση με τους πρό και μετά Χριστόν εξορκιστές, όπως οι «επτά υιοί Σκευά Ιουδαίου αρχιερέως», που αναφέρονται στις Πράξεις των Αποστόλων, οι οποίοι ισχυρίζονταν ότι έδιωχναν τα δαιμόνια από ανθρώπους και διαφόρους τόπους διά μαγείας ή εν ονόματι Ιησού Χριστού αλλά καταδικάστηκαν από την αρχαία Εκκλησία.
Δυστυχώς όμως ακόμη και σήμερα υπάρχουν πλείστοι όσοι «εξορκιστές», οι οποίοι καταφέρνουν να εξαπατούν καθημερινά πολλούς συνανθρώπους μας, κυρίως τους μωρόπιστους, τους απλοϊκούς και τους δεισιδαίμονες. Όλους αυτούς τους «εξορκιστές» θα μπορούσαμε να τους εντάξουμε σε ένα ευρύ φάσμα το οποίο συμπεριλαμβάνει από τους όντως πιστούς και οπαδούς του Σατανά και των δαιμόνων του, που προβαίνουν σε τέτοιου είδους τελετές και μαγείες, οι οποίες όμως είναι σκεπασμένες με ένα πέπλο ομορφιάς, αθωότητας και καλωσύνης μέχρι τις «ξεματιάστρες», τις κυρίες που «λένε το φλυτζάνι» ή που «ρίχνουν τα χαρτιά» και τους απατεώνες που εξαπατούν προσπαθώντας να πορισθούν χρήματα από αυτήν την «εργασία». Μόλις βεβαίως που χρειάζεται να ειπωθεί ότι τα προβλήματα, για τα οποία προβαίνουν σε τέτοιου είδους πράξεις «λύνονται». Ο Διάβολος τα δημιουργεί, ο ίδιος τα λύνει και έπειτα εύκολα, όσοι εμπλέκονται σε τέτοιου είδους καταστάσεις, πέφτουν στα χέρια του, γίνονται υποχείριά του και δέχονται ή πιστεύουν πλέον τα πάντα.
Δέν λείπουν βεβαίως και εκείνοι οι συνάνθρωποί μας, που δεν θέλουν να εμπλακούν σε τέτοιες καταστάσεις και προτιμούν να απευθυνθούν όχι σε έναν μάγο ή σε μία «χαρτορίχτρα», αλλά σε έναν Ιερέα, ο οποίος θα τους διαβάσει κάποια ή κάποιες από τις παραπάνω ευχές ή τις ευχές του Αγ. Κυπριανού –όπως συνηθίζεται εσχάτως– μη έχοντας ξεκαθαρίσει μέσα τους τους λόγους για μιά τέτοια κίνηση. Δυστυχώς οι περισσότεροι από αυτούς τους χριστιανούς μας δεν έχουν την διάθεση για πνευματικό αγώνα. Νομίζουν ότι με την ανάγνωση από τον Ιερέα αυτών των ευχών θα λυθούν αυτομάτως και όλα τους τα προβλήματα, αν και θα πρέπει να υπογραμμισθεί ότι αυτές οι ευχές είναι για ανθρώπους που έχουν καταληφθεί από τον Σατανά και τα δαιμόνιά του και δεν θα πρέπει να αναγινώσκονται τυχαία στον οποιονδήποτε (δυστυχώς όμως συμβαίνει και τούτο). Άλλωστε και ο Κύριος είπε ότι το γένος τούτο, δηλαδή των δαιμόνων, δεν εξέρχεται ει μη «εν προσευχή και νηστεία».
Χρειάζεται επίσης αγιότητα βίου εκ μέρους του Ιερέα, που θα προβεί σε εξορκισμό. Έχουμε μάθει όμως να μεταθέτουμε στους άλλους την λύση των δικών μας προβλημάτων. Δεν αγωνιζόμαστε τον «αγώνα τον καλόν», δεν διαθέτουμε χρόνο για προσευχή και εκκλησιασμό, δεν εξομολογούμαστε τις ανομίες μας, δεν έχουμε ταπείνωση αλλά εγωϊσμό, δεν εργαζόμαστε θεάρεστα, δεν συγχωρούμε, αλλά κατακρίνουμε, καταδικάζουμε και συκοφαντούμε τον αδελφό μας, πολλές φορές μεταλαμβάνουμε αναξίως και χωρίς πνευματική προετοιμασία του Σώματος και Αίματος του Κυρίου. Με άλλα λόγια όταν «αφήνουμε ανοιχτά παράθυρα» στην ψυχή μας, τότε εύκολα αυτή παραβιάζεται.
Όλα αυτά βρίσκουν τόπο στην καθημερινότητα πολλών ανθρώπων. Η Εκκλησία σοφά επεφύλαξε την ανάγνωση των εξορκισμών σε συγκεκριμένους ανθρώπους και για ειδικούς λόγους και καταστάσεις και έτσι θα πρέπει να παραμείνει. Και ας μην ξεχνάμε ότι «ει ο Θεός μεθ’ ημών» τότε «ουδείς καθ’ ημών».