Τό Διεθνές Θεολογικό Συνέδριο τῶν Αθηνῶν καί οἱ προκλήσεις (του)
Του Δημ. Κ. Αναγνώστου, Θεολόγου
Από 24 έως 28 Νοεμβρίου 2024 πραγματοποιήθηκε το Διεθνές Θεολογικό Συνέδριο, με θέμα: «Η Ορθόδοξη Θεολογία στον 21ο αιώνα. Προκλήσεις και προοπτικές», υπό την Αιγίδα της Εκκλησίας της Ελλάδος. Η επίσημη έναρξή του έγινε την Κυριακή 24 Νοεμβρίου τρ. έτ., παρουσία της Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Σακελλαροπούλου, του Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου και του Αρχιεπισκόπου Αθηνών κ. Ιερωνύμου. Οι εργασίες του έληξαν την Πέμπτη 28 Νοεμβρίου.
Εκτίμησή μας και από την παρακολούθησή του είναι ότι περισσότερο προβλημάτισε, παρά ικανοποίησε ή ενθουσίασε. Ωστόσο, ένα επιστημονικό Συνέδριο είναι πάντα κάτι σημαντικό. Οι εργασίες του έλαβαν χώρα στο ιστορικό Κτήριο του Πανεπιστημίου Αθηνών. Τέτοια Συνέδρια με διοργανωτές το ΕΚΠΑ και τη Θεολογική Σχολή γίνονται σχεδόν ανά πεντηκονταετία. Τον περασμένο αιώνα έγιναν δύο ανάλογα Συνέδρια (το 1936 και το 1976, αντίστοιχα) και αυτό είναι το πρώτο του 21ου αιώνα.
“Η αυτού θειοτάτη Παναγιότης ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. κ. Βαρθολομαίος” στην Εισαγωγική του Ομιλία, κατά την τελετή ενάρξεως των εργασιών του Διεθνούς Θεολογικού Συνεδρίου μίλησε θετικώς για τη “συναφειακότητα”, ανέφερε ότι “ο κοσμοπολιτισμός είναι χαρακτηριστικό της Ορθοδοξίας”, έκανε πολλές αναφορές στην “Αγία & Μεγάλη Σύνοδο της Κρήτης”, επεσήμανε ότι “το μέλλον ανήκει στη διαλεγόμενη θεολογία”, υπογράμμισε ότι “η τυφλή προσήλωση στο παρελθόν είναι ένδειξη της θρησκειοποίησης της Πίστεως”, και δήλωσε “ΟΧΙ στον ορθοδοξισμόν και τον συντηρητισμόν”!

Το Συνέδριο αποκλήθηκε Διεθνές και προφανώς ως ορθόδοξο Θεολογικό Συνέδριο με συμμετοχές Θεολόγων από διάφορες χώρες και Εκκλησίες ήταν υπερεθνικό. Γιατί, όμως, δεν αυτοπροσδιορίστηκε και ως διορθόδοξο; Πέραν τούτου, ένα άλλο χαρακτηριστικό του Συνεδρίου το οποίο και εκ του τίτλου και εκ της χρονικής συγκυρίας της διεξαγωγής του αναμενόταν να έχει, ως φαίνεται, δεν το πιστώθηκε. Πρόκειται για τον πνευματικό δυναμισμό και την καίρια συμβολή στην αντιμετώπιση των ουσιαστικών προκλήσεων και φλεγόντων συγχρόνων προβλημάτων στον χώρο της Θεολογίας και της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Επειδή, πλέον, η «νεωτερικότητα» της νεοπατερικής, μεταπατερικής και συναφειακής Θεολογίας έχει καταδειχθεί από ορθοδόξου απόψεως ανούσια και έχει καταστεί, κατά μίαν έννοια, παρωχημένη, κατά τούτο ένα Ορθόδοξο Θεολογικό Συνέδριο εγκλωβισμένο λιγότερο ή περισσότερο στο ανωτέρω πλαίσιο και τα ιδεολογήματά του, δεν μπορεί να είναι αληθινά τολμηρό, ούτε λυσιτελώς διαλεκτικό με τη σύγχρονη πραγματικότητα. Κυρίως, δεν μπορεί να έχει ως γενικό απόσταγμά του λόγο προφητικό, εκκλησιαστικό, αγιοπνευματικό και επομένως αληθινά ελπιδοφόρο για έναν κόσμο που παραπαίει και υποφέρει (και) από τις «συνταγές» της θεολογικής «νεωτερικότητας» και «μετανεωτερικότητας».
Το επιστημονικό δεν μπορεί να είναι και στρατευμένο και ιδίως όταν υπάρχει έλλειμμα διαλόγου δεν μπορεί να καταξιώνεται ως τέτοιο, χωρίς σοβαρές επιφυλάξεις. Η στόχευση και το θεολογικό πλαίσιο του εν λόγω Συνεδρίου ήταν μάλλον ασαφή και συγκεχυμένα. Δε νομίζουμε ότι ευθύνεται γι΄ αυτό (μόνον) το γεγονός ότι, όπως ανέφερε δημοσίως προεδρεύων μιας εκ των Συνεδριών, «ψυχή» του ήταν γνωστός αναπληρωτής Καθηγητής συγκεκριμένων απόψεων. Η Θεολογία των Σχολών μας παραμένει ακόμη δέσμια. Ίσως σε μία νέα, άλλου είδους αιχμαλωσία, από εκείνη την παλαιά, του σχολαστικισμού και της νοησιαρχίας, πάντως σε αιχμαλωσία διακριτή που δεν της επιτρέπει να είναι ελεύθερη, αμιγώς ορθόδοξη και συγχρόνως δυναμική.
Προφανώς, υπήρξαν και οι εξαιρέσεις. Άλλωστε έγιναν συνολικά περισσότερες από 100 Εισηγήσεις και μεταξύ αυτών κάποιες ήταν πραγματικά διαμάντια αλλά και άλλες παρουσίασαν ενδιαφέροντα στοιχεία και προσεγγίσεις που θα μπορούσαν να γίνουν αφορμή ενός γόνιμου διαλόγου. Όμως, ο χρόνος που συνήθως διατίθεται σε αντίστοιχα Συνέδρια σχεδόν ποτέ δεν είναι επαρκής. Τέτοια, ατυχώς, υπήρξε η διαχείριση του χρόνου και στο εν λόγω Συνέδριο.
Σε κάθε ευκαιρία κατά τη διάρκεια του Συνεδρίου εκφράστηκε η αποδοκιμασία των διοργανωτών (;) για τη Ρωσία, τους Ρώσους και το Πατριαρχείο της Μόσχας, προφανώς με αφορμή το Ουκρανικό (τον πόλεμο και το ζήτημα του «Αυτοκεφάλου») και αντίστοιχα η απόλυτη στήριξη στις επιλογές του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Οφείλω να επισημάνω ότι, κατά την προσωπική εκτίμησή μου, υπήρξε προκλητική μονομέρεια, η οποία όμως δεν αρμόζει σε επιστήμονες και ειδικότερα σε ορθοδόξους Θεολόγους.
Ιδιαίτερα στη συζήτηση με θέμα “Ορθόδοξη Εκκλησία και Γεωπολιτική σήμερα”, επιβεβαιώθηκε η αρνητικότητα σε βάρος των Ρώσων όχι μόνον στις τοποθετήσεις των φιλοξενουμένων πολιτικών, όπως του κ. Άγγελου Συρίγου και του κ. Ευάγγελου Βενιζέλου, αλλά και Μητροπολιτών της Ελλαδικής Ιεραρχίας που διδάσκουν ως Καθηγητές στη Θεολογική Σχολή Αθηνών. Μάλιστα, ακούσθηκε και μία απαράδεκτη ειρωνεία του δευτέρου σε βάρος της οσιακής μορφής του μοναχού Χριστοφόρου, γνωστού ως “Παπουλάκου”, τον οποίον, παραδόξως πως, αγιοκατέταξε εσχάτως το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Ωστόσο, θα παρατηρούσε κάποιος ότι είναι επόμενο να ενοχλεί ορισμένους ακόμη και τώρα η περίπτωση του «Παπουλάκου», ο οποίος, μεταξύ άλλων στηλίτευε με απαράμιλλη παρρησία τη Δυτικόπληκτη Πολιτική εξουσία της εποχής του.
Τέλος, αποτελεί ειρωνεία το γεγονός ότι σε ένα Συνέδριο σφόδρα «αντι-ρωσσικό» υπήρξε ως σημείο αναφοράς σε αρκετές Εισηγήσεις του ένας Ρώσσος Θεολόγος, ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ (+), ενώ επίσης ως ειρωνεία μπορεί να χαρακτηριστεί το γεγονός ότι όσοι αρέσκονται να εκθειάζουν τους ανοικτούς ορίζοντες, τον πλουραρισμό και τη διεθνή εμβέλεια του συγχρόνου ορθοδόξου λόγου περιορίστηκαν μονομερώς σε μια επιλογή και παραπομπή, στον χαρακτηρισθέντα ως δεξιό βραχίονα του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως ή του Πατριάρχου (αυτά τα δύο φαίνεται ότι είτε αλληλοπεριχωρούνται, είτε συγχέονται συχνάκις) τον μακαριστό Μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννη Ζηζιούλα.
Τόσο η έναρξη, όσο και η λήξη του Διεθνούς Συνεδρίου περιελάμβανε και μουσικά δρώμενα, μεταξύ των οποίων απόδοση εκκλησιαστικών ύμνων από Χορό Ψαλτριών (της Ι. Μητροπόλεως Δημητριάδος) καθώς και απόδοση κοσμικών τραγουδιών (Μάνου Χατζιδάκι, Σταύρου Κουγιουμτζή, Νίκου Παπάζογλου και Διονύση Σαββόπουλου) από Χορωδία υπό τη διεύθυνση του Καθηγητού της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ κ. Χρυσοστόμου Σταμούλη.
Περισσότερα και ακριβέστερα συμπεράσματα, όσον αφορά στην αποτίμηση της θεολογικής συνεισφοράς του Διεθνούς Συνεδρίου στην Ορθόδοξη Θεολογία, θα εξαχθούν μετά την μελέτη της παρουσιάσεως των κειμένων των Εισηγήσεων, οι οποίες προσεχώς θα δημοσιευθούν στην πλήρη έκταση και τελική διαμόρφωσή τους.
https://aktines.blogspot.com/2024/12/blog-post_21.html#more