ΤΑ ΑΣΚΗΤΙΚΑ ΤΗΣ ΕΝΟΡΙΑΣ
4.ΕΡΓΑ ΑΓΑΠΗΣ
Τό ἐπάγγελμα, ἡ ἐργασία τοῦ ἐνορίτη.
Στό Μοναστήρι ἡ ἐργασία-δουλειά λέγεται διακόνημα καί παραπέμπει στό ἀληθινό νόημα τῆς ἐργασίας, πού εἶναι ἡ ἐκπλήρωση τοῦ καθήκοντος τῆς ἀγάπης πρός τόν πλησίον. Τίποτε δέν χρωστᾶμε στόν πλησίον παρά τήν ἀγάπη: «Μηδενὶ μηδὲν ὀφείλετε͵ εἰ μὴ τὸ ἀλλήλους ἀγαπᾶν»43. Ὁ πιστός ἐργάζεται ὥστε νά μπορεῖ νά τρέφεται μή γινόμενος βάρος στούς ἄλλους. Ὁ κύριος ὅμως λόγος εἶναι ὁ ἐξαγιασμός του, ἡ προσφορά ἔργου ἀνιδιοτελοῦς ἀγάπης καί ἐλεημοσύνης πρός τόν πλησίον.
Τό ἐπάγγελμα γιά τά μέλη τῆς κοσμικῆς Ἐνορίας θά πρέπει νά βρεῖ τήν σωστή νοηματοδότησή του. Θά πρέπει δηλαδή νά ἀντιμετωπίζεται ὡς διακόνημα καί ὄχι ὡς δουλειά πού, κατά κανόνα, εἶναι «δουλεία» στά πάθη. Αὐτό τό πρότυπο ἀνήκει ὄχι στούς πιστούς ἀλλά στούς ὑποταγμένους στό κοσμικό φρόνημα ἀνθρώπους. Αὐτοί δουλεύουν στήν φιλαυτία τους καί τά ἔκγονά της: τήν φιλαργυρία, τήν φιλοδοξία καί τήν φιληδονία.
Ἐπίσης τό ἐπάγγελμα-διακόνημα θά πρέπει νά ὑπηρετεῖ τήν ὅλη πνευματική προσπάθεια γιά τόν ἐξαγιασμό τοῦ ἐνορίτη.
«Ὁ καθένας» δίδασκε ὁ π. Παΐσιος «πρέπει μὲ τὴς προσευχή του, μὲ τὴν ζωὴ του, νὰ ἁγιάζει τὴν ἐργασία του καὶ νὰ ἁγιάζεται. Ἀλλά, ἄν εἶναι ἀφεντικὸ καὶ ἔχει εὐθύνη, νὰ βοηθάη πνευματικὰ καὶ τοὺς ὑπαλλήλους του. Ἄν ἔχει καλὴ ἐσωτερικὴ κατάσταση, ἁγιάζει καὶ τὴν δουλειὰ του…
Ὁ γιατρὸς ποὺ εἶναι καλὸς Χριστιανὸς, παράλληλα μὲ τὴν ἐπίστήμη του, βοηθάει τοὺς ἀρρώστους μὲ τὴν καλωσύνη καὶ μὲ τὴν πίστη του, γιατὶ τοὺς ἐνθαρρύνει νὰ ἀντιμετωπίζουν τὴν ἀρρώστια τους μὲ πίστη. Σὲ μιὰ σοβαρὴ ἀρρώστια μπορεῖ νὰ πεῖ στὸν ἄρρωστο: “Μέχρις ἐδῶ ἔχει προχωρήσει ἡ ἐπιστήμη. Ἀπὸ’ δῶ καὶ πέρα ὅμως ὑπάρχει καὶ ὁ Θεὸς ποὺ κάνει θαύματα”.
Ἤ ἕνας δάσκαλος πρέπει νὰ προσπαθήσει νὰ κάνει τὴν διακονία τοῦ δασκάλου μὲ χαρὰ καὶ νὰ βοηθάει τὰ παιδιὰ γιὰ τὴν πνευματικὴ ἀναγέννηση, πράγμα ποὺ δὲν ἔχουν τὴν δυνατότητα ὅλοι οἱ γονεῖς νὰ τὸ κάνουν, ἔστω καὶ ἄν ἔχουν καλὴ διάθεση»44.
Σκοπός τῆς ἐργασίας εἶναι νά ἀποκτήσουμε τήν ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη ἐλεώντας τούς ἄλλους τόσο ὑλικά ὅσο καί πνευματικά. Δέν πρέπει νά ἐργαζόμαστε μέ ἰδιοτέλεια, γιά νά «ζήσουμε». Ἡ ζωή μας δέν ἐξασφαλίζεται ἀπό τήν «δουλειά» μας, ἀλλά ἀπό τόν Θεό· ἀφοῦ Ἐκεῖνος μᾶς εἶπε ὅτι «Ἐγώ εἰμί ἡ ζωή»45.
Ὁ Κύριος ἐπίσης μᾶς τόνισε ὅτι γιά νά ἔχουμε Ζωή πρέπει νά μετέχουμε στήν Θεία Κοινωνία. «Ἄν δέν φᾶτε τήν σάρκα μου» μᾶς εἶπε «καί δέν πιεῖτε τό Αἷμα μου δέν ἔχετε ζωή μέσα σας»46.
Δέν πρέπει νά ἀγωνιοῦμε γιά τήν ἐργασία. Ὁ Κύριος μᾶς διαβεβαίωσε ὅτι: «Ἐγώ θά φροντίσω γιά τά πάντα ὅσα ἔχετε πραγματική ἀνάγκη, ἀρκεῖ ἐσεῖς νά ζητᾶτε Ἐμένα»: «Οἶδεν γὰρ ὁ Πατὴρ ὑμῶν ὁ Οὐράνιος ὅτι χρῄζετε τούτων ἁπάντων. Ζητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν Βασιλείαν καὶ τὴν δικαιοσύνην Αὐτοῦ͵ καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν. Μὴ οὖν μεριμνήσητε εἰς τὴν αὔριον»47.
Ὅταν κανείς ἐργάζεται ἔτσι, δέν κουράζεται εὔκολα, δέν ἀλλοτριώνεται ὑπαρξιακά, δίνει νόημα στήν καθημερινή «ρουτίνα», ζεῖ θυσιαστικά, πολεμᾶ τόν ἐγωκεντρισμό, την φιλαυτία του, ξεπερνᾶ τίς ὅποιες ἀντιξοότητες, ὑπομένει, εὔκολα ἐλεεῖ τόν φτωχό πλησίον, ἁγιάζεται καί βοηθεῖ στόν ἁγιασμό τῶν ἄλλων. Μία χριστιανή μητέρα, πού ἐργάζεται στό σπίτι χωρίς ἄγχος, χωρίς ἰδιοτέλεια, πού μαγειρεύει καί προσεύχεται, τότε αὐτή ἁγιάζεται καθώς καί τό φαγητό της. Μεταδίδει ἔτσι καί σ’ αὐτούς πού τό τρῶνε ἁγιασμό48.
Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο:«Τά ἀσκητικά τῆς Ἐνορίας» (Ἱερομονάχου Σάββα Ἁγιορείτου) πού ἤδη κυκλοφορεῖ
48 Πρβλ. τά λόγια τοῦ Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου: «Ὅταν ἡ νοικοκυρὰ λέει τὴν εὐχή, κάνοντας τὶς δουλειὲς τοῦ σπιτιοῦ, ὅλα ἁγιάζονται. Καὶ τὸ φαγητό της καὶ αὐτοὶ ποὺ τρῶνε τὸ φαγητό της». Στό: Σωτήριου Λυσίκατου, Χαριτωμένες διδαχές τοῦ Γέροντος Παΐσιου, http://www.pigizois.net/afieromata/paisios/xaritomenes_didaxes.htm.