Ἡ κα­τά­κρι­ση, ἡ συ­κο­φαν­τί­α, ἡ δυ­σφή­μι­ση, τό ψέ­μα, εἶ­ναι ἀ­δι­κί­α τῆς γλώσ­σας, δηλαδή ἀ­δι­κοῦ­με τόν ἄλ­λο μέ τά λό­για μας.
Ὁ ἅ­γιος Ἰ­ά­κω­βος λέ­ει γιά τή γλώσσα: «καὶ ἡ γλῶσσα πῦρ , ὁ κό­σμος τῆς ἀ­δι­κί­ας… ἀ­κα­τά­σχε­τον κα­κόν, με­στὴ ἰ­οῦ θα­να­τη­φό­ρου». Δηλαδή: Ἡ γλώσσα εἶναι φωτιά , ἕνας κόσμος πολλῆς ἀδικίας… ἕνα κακό πού δέν μπο­ρεῖς νά τό πε­ρι­ο­ρί­σεις , γε­μά­τη ἀ­πό δη­λη­τή­ριο θα­να­τη­φό­ρο. Εἶναι ἐ­κεῖ­νο πού λέ­ει ὁ λα­ός, ὅτι ″ἡ γλώσσα κόκ­κα­λα δέν ἔ­χει –εἶ­ναι ἕ­νας μῦς, δέν ἔ­χει κόκ­κα­λα– καί κόκ­κα­λα τσα­κί­ζει″.

Λέ­γε­ται ὅ­τι οἱ για­τροί, γιά νά ἐ­ξα­κρι­βώ­σουν τήν ὅ­λη ὑ­γεί­α τοῦ σώ­μα­τος, τό πρῶ­το πράγμα πού ἔ­χουν νά κά­νουν εἶ­ναι νά κοι­τά­ξουν τήν κα­τά­στα­ση τῆς γλώσ­σας. Σοῦ λέ­ει ὁ για­τρός: «Νά δῶ τή γλώσσα σου». Ἀ­π’ αὐ­τό ἐ­ξαρ­τᾶ­ται ἡ νο­ση­ρό­τητα ἤ ἡ ὑ­γεί­α. Ἡ γλώσ­σα εἶ­ναι κα­θρέ­φτης τῆς ὑ­γεί­ας. Ἀλλά κι ὁ κα­θρέ­φτης τῆς δι­και­ο­σύ­νης θά λέ­γα­με πώς εἶ­ναι πάλι ἡ γλώσσα. Ἄν εἶ­σαι ἄν­θρω­πος κα­τή­γο­ρος, ἄν εἶ­σαι ἄν­θρω­πος συ­κο­φάν­της, δυ­σφη­μι­στής, ψεύ­της καί τά λοι­πά, δέν εἶ­ναι δυ­να­τόν νά ἔ­χεις πνευ­μα­τι­κή ὑ­γεί­α, καί βέ­βαι­α θά εἶ­σαι πι­θα­νό­τα­τα ἄ­δι­κος καί ψεύ­τι­κος ἄν­θρω­πος καί σέ ὅ­λους τούς ἄλ­λους το­μεῖς τῆς ζω­ῆς σου.
Απόσπασμα από την 4η ομιλία στην κατηγορία 
« Οἱ Μακαρισμοί »