ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΓΝΩΣΙΑΣ
Ή Θεογνωσία γεννήθηκε, καθώς προανέφερα, στις 5 Ιουνίου του 1923. Οι ευλαβείς γονείς της ονομάζονταν Τιμόθεος καί Ευγενία. Ή Θεογνωσία ήταν ή έκτη από τά έφτά τέκνα πού έφεραν στον κόσμο οι γονείς της. Από μικρή διακρινόταν για το ήθος, τήν αρετή καί την εξυπνάδα της. Τον καιρό εκείνο πολλοί γονείς άφηναν στο δημοτικό τά παιδιά τους δυο, τρία χρόνια, ίσα να μάθουν να διαβάζουν καί να γράφουν, καί έλεγαν αυτό είναι αρκετό• μετά τούς έβγαζαν έξω στις αγροτικές εργασίες. ‘Η Θεογνωσία από τήν πρώτη τάξη ήταν άριστη εν συνδυασμό δέ καί με το σπάνιο ήθος κέρδισαν τήν αγάπη της τότε δασκάλας, όπου τήν ευνοούσε ιδιαιτέρως καί σκόπευε να συστήσει στους γονείς, οπωσδήποτε να στείλουν σέ ανώτερο σχολείο- όμως, όμως παραδόξως, μόλις τελείωσε τήν Πέμπτη τάξη με άριστα, αποφάσισαν οι γονείς να διακόψει, για να τούς βοηθά στις αγροτικές ασχολίες. Ή δασκάλα, μόλις το έμαθε, έπεσε από τά σύννεφα, τρέχει αμέσως, παρακαλεί, θυμώνει, φωνάζει, όμως τίποτε. Ή απόφαση των γονέων ήταν αμετάκλητη. Μάλιστα δεν τούς έκρυψε ότι σκόπευε με πρωτοβουλία δική της να τήν εγγράψει σέ μία φημισμένη σχολή, μόλις τελειώσει στην Λευκωσία. Καί όμως τίποτε.
Ή μικρή Θεογνωσία βοηθεί τούς γονείς της
Μόλις λοιπόν έντεκα χρόνων ή Θεογνωσία βγαίνει με τούς γονείς έξω στα χωράφια. Οι γονείς της είχαν χαρουπόδενδρα, ελαιόδεντρα καί έσπερναν σιτηρά. Κυρίως όμως διακρινόταν ένα περιβόλι τους μόλις στους πρόποδας του χωρίου με εσπεριδοειδή (λεμονιές, πορτοκαλιές) όπου τότε ήταν το στολίδι του χωριού, όπως το έφτασα, αλλά καί στο σπίτι, σαν μοναχοκόρη, είχε μάθει από μικρή όλες τις εργασίες, μαγείρεμα, σκούπισμα, πλύσιμο κλπ. Δεν έφτανε αυτό, είχε καί τήν φροντίδα των ζώων, να ταΐσει, να ποτίσει τήν κατσίκα, το μοσχάρι, τις κότες. Όμως αν καί είχε τήν προαίρεση δεν άντεξε. ’Αν προσθέσουμε ότι σαν ευαίσθητος χαρακτήρας στενοχωριόταν πολύ εύκολα καί προπάντων όταν άκουε στο σπίτι να λογοφέρνουν, όπως συνήθως συμβαίνει σε πολυμελείς οικογένειες, δεν άργησε ή μικρή να πάθει ψυχοσωματική υπερκόπωση. Το σώμα αδυνάτησε καί τά πόδια παρέλυσαν από πάνω μέχρι κάτω.
Η ΠΡΩΤΗ ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΑΝΔΡΕΑ
Ήταν μία ανοιξιάτικη ωραία ημέρα καί ή Θεογνωσία βρισκόταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι του πόνου κατά το έτος 1934 σέ ηλικία μόλις έντεκα ετών. Εκεί πού έφαίνοντο όλα σκοτεινά, ξαφνικά φάνηκε μέσα στο δωμάτιο μία λάμψη. Εμφανίστηκε μπροστά της ένας κατάλευκος γέροντας. Το πρόσωπο του έλαμπε καί ήταν τόσο γλυκύ, ώστε από τήν πρώτη στιγμή προ-διέθεσε τήν κόρη όχι μόνο να φοβηθεί, αλλά τουναντίον μέσα της αισθάνθηκε χαρά. Σημειωτέον ότι, κατά τούς Αγίους πατέρες, ένα ση-μείο ότι είναι θεϊκή μία οπτασία, είναι όταν κάποιος δει έναν Άγιον, μέσα του αισθάνεται γαλήνη καί χαρά- ενώ αν είναι δαιμονική, σύγχυση καί ταραχή. Γι’ αυτό καί ή μικρή έλαβε αμέσως το θάρρος καί τον ρώτησε:
— Παππού, γιατί είσαι λυπημένος; Μήπως θέλεις τίποτε;
— Όχι, κόρη μου, εγώ για σένα ήρθα. Πες μου που πονάς.
Κι εκείνη του έδειξε τά πόδια.
— Να, αποδώ πάνω μέχρι κάτω δεν υποφέρω απ’ τούς πόνους.
Τής λέει ό γέροντας προστακτικά.
— Σήκω πάνω στην άκρη του κρεβατιού.
Εκείνη χωρίς δισταγμό, αν καί μέχρι εκείνη
τήν στιγμή δυσκολευόταν, παραδόξως σηκώθηκε αμέσως. Εν συνεχεία ό γέροντας επικαλέσθηκε το όνομα του Ιησού Χριστού.
— «Εν τώ ονόματι του Ιησού Χριστού… κλπ» καί έβαλε τά χέρια του πάνω στα πόδια. Εκείνη χωρίς να φοβηθεί τον άφησε να τήν σταυρώσει καί αμέσως αισθάνθηκε μία μεγάλη ζεστασιά. Κατόπιν της λέει ό παππούλης.
— Τώρα πώς αισθάνεσαι;
Του λέει,
— Τώρα αισθάνομαι ένα μούδιασμα στα πόδια.
— Καλά, καλά κόρη μου, δόξασε τον Χριστό. Τώρα έγιανες.
Πραγματικά τήν ίδια ώρα αισθανόταν στο σώμα της ότι δεν είχε τίποτε. Μάλιστα δεν χάνει το θάρρος ή μικρή να ρωτήσει ευθέως.
— Παππού, εσύ ποιός είσαι;
Καί ό παππούς της άπαντά.
— Είμαι παιδί μου ό Ανδρέας, ένας από τούς Αποστόλους του Χριστού. Καί τώρα έλα να κάνουμε μαζί προσευχή, να ευχαριστήσουμε
τον Κύριο πού σ’ έκανε χαλά.. Αφού ευχαρίστησαν μαζί τον Κύριο, της λέει.
— Τώρα θα φύγω, αλλά θα ξανάρθω, αλλά μην το πεις σέ κανένα.
Κατόπιν ό ‘Άγιος τήν ασπάστηκε στο μετωπάκι καί βγήκε από τήν κύρια είσοδο, όπου καί έγινε άφαντος. Φανταστείτε τώρα υστέρα απ’ αυτήν τήν θαυμαστή επίσκεψη του Αποστόλου καί τήν θαυματουργική θεραπεία τί συγκίνηση, τί χαρά στην μικρή Θεογνωσία. Έμεινε ώρα πολλή στο δωμάτιο καί συνεχώς με δάκρυα ψέλλιζε με τήν αθώα φωνή της.
— Σ’ ευχαριστώ παππού μου, καί πάλι• παππού μου σέ ευχαριστώ, σέ ευχαριστώ κλπ.
ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΑΝΔΡΕΑ,
Ή μικρή Θεογνωσία έγινε καλά, αλλά ή ζωή συνεχίζεται με τον ίδιο ρυθμό στους αγρούς, στα ζώα, στο σπίτι της. Αποτέλεσμα ήταν να ξαναπάθει καί πάλι υπερκόπωση. Μια μέρα του Αύγουστου του ιδίου έτους, ενώ ήταν ξαπλωμένη από τήν πολλή κούραση, να, καί πάλι έρχεται ό ουράνιος επισκέπτης. Για μία στιγμή ή μικρή Θεογνωσία βλέπει να ανοίγει ή πόρτα καί εμφανίζεται ξανά μπροστά της ό Μέγας Απόστολος του Χρίστου Ανδρέας. Το τί τόνωση καί τί χαρά αισθάνθηκε ή κόρη δεν περιγράφεται. Εν συνεχεία συνομίλησε μαζί της λίγη ώρα, αλλά της συνέστησε ή συνομιλία τους να μείνει μυστική, πράγμα πού ή Θεογνωσία το σεβάστηκε. Μετά κι απ’ αυτήν τήν συνομιλία ό Απόστολος βγήκε από τήν πόρτα καί έγινε άφαντος.
Σημειωτέον ότι οι δύο πρώτες εμφανίσεις του Αποστόλου Ανδρέου σέ πολλούς ήταν άγνωστες. Ό λόγος είναι καθώς προείπα ότι από ταπείνωση δεν ήθελε επαίνους. Από ενδιαφέρον ερωτώσα τον γιό της Ανδρέα, πώς έγιναν τά θαύματα αυτά γνωστά, καί μου απάντησε από το πολύ στενό περιβάλλον καί προπάντων από τήν γιαγιά μου Ευγενία (τήν μητέρα της) όπου καί αυτή της τά ’ βγάζε λίγα-λίγα. Γι’ αυτό μπορεί να υπάρχουν καί μερικές λεπτομέρειες πού έμειναν άγνωστες. Μία από τις λεπτομέρειες πού είπε μετά τον γάμο της ήταν κι αυτή. Τής λέει ό Άγιος.
— Θεογνωσία μου, το ξέρω ότι εσύ θέλεις να γίνεις μοναχή, όμως δυστυχώς οι γονείς σου θα σέ παντρέψουν, αλλά μην ανησυχείς• θα είναι ένας πολύ καλός χριστιανός καί μαζί του θα κάνεις καί ένα παιδί. Πράγματι καί έτσι έγινε.
ΤΡΙΤΗ ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΑΝΔΡΕΑ.
Το σπίτι των γονέων της Θεογνωσίας είναι στο κέντρο του χωρίου- περνά ό κεντρικός δρόμος προς την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου. Το σπίτι είναι δεξιά με μία ξύλινη παραδοσιακή πόρτα. Μπαίνοντας υπάρχει μία μακρόστενη αυλή καί από τά δεξιά είναι ή κατοικία με το ανώγι της. Βρισκόμαστε ακριβώς στην ημέρα του Αγίου, 30 Νοεμβρίου του ιδίου έτους. Ή Θεογνωσία βρίσκεται μόνη της στο σπίτι καί παρά τήν εξάντληση πού είχε ασχολείτο με οικιακές εργασίες. Μάλιστα ετοίμασε πατάτες καί άρχισε να τηγανίζει να φάνε οι γονείς όταν γυρίσουν σπίτι. Για μία στιγμή βλέπει ότι άνοιξε μόνη της ή εξώπορτα καί να καί μπαίνει μέσα ό Απ. Ανδρέας με ένα άσπρο γαϊδουράκι. Μόλις μπήκε έδεσε το γαϊδουράκι καί μετά χαιρέτισε καί τήν Θεογνωσία. Μετά τήν έκπληξη, με μεγάλη χαρά καλωσόρισε τον ‘Άγιο, επειδή τον γνώριζε από τις άλλες επισκέψεις. Εκείνος αφού τήν ευλόγησε της λέει αμέσως.
— Θεογνωσία θα πάμε κάπου με το γαϊδουράκι, αλλά μην φοβηθείς.
Κι εκείνη με θάρρος,
— Παππού, μαγειρεύω πατάτες, αν αργήσουμε θα καούν.
Καί ό Άγιος.
— Έλα μαζί μου θα πάμε σέ διάφορα μέρη καί στο μοναστήρι μου στην άκρη της Κύπρου πού γιορτάζει σήμερα, μόνο μην φοβηθείς. Όσο για τις πατάτες μην έχεις έννοια δεν παθαίνουν τίποτε- καί συνεχίζει.
– Μου έχεις εμπιστοσύνη Θεογνωσία μου, μ’ αγαπάς;
— Ναι, παππού, σου έχω εμπιστοσύνη, σέ αγαπώ.
Ξανά ό ‘Άγιος.
– Εσύ θα βλέπεις τον κόσμο, αλλά ό κόσμος δεν θα σέ βλέπει. Να ξέρεις ότι θα σου δείξω καί μερικά άσχημα πράγματα, αλλά μην φοβηθείς.
Δεν χάνουν καιρό κάθονται στο γαϊδουράκι καί, ώ του θαύματος, ό ‘Άγιος μπροστά καί ή μικρή πίσω, υψώνεται το γαϊδουράκι στον αέρα όπως ακριβώς ανεβαίνουν σήμερα τά ελικόπτερα καί με ιλιγγιώδη ταχύτητα φεύγει μακριά. Γύρω στα πενήντα μέτρα από το σπίτι ήταν το δημοτικό σχολείο του χωρίου καί στην μεγάλη αυλή ήταν ένας πελώριος ευκάλυπτος καθώς το θυμάμαι ό ίδιος. Ανεβαίνοντας το ιπτάμενο όχημα πέρασε ξυστά απ’ το πανύψηλο δένδρο το άγγιξε λίγο το γαϊδουράκι καί ή Θεογνωσία έκοψε λίγα φυλλαράκια.
Ή εποχή εκείνη ήταν εμπόλεμος. Ήταν τά προοίμια του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Εν ριπή οφθαλμού παρευρέθηκαν στην πρώτη γραμμή ενός πραγματικού πολέμου, δεν γνωρίζω ακριβώς που ήταν. “Όταν είδε μάχες καί ανθρώπους να σκοτώνονται ή μικρή τρόμαξε. Τότε της λέει ό Άγιος.
— Αχ παιδί μου, αυτό δεν είναι τίποτε. Έλα να σου δείξω το τί θα γίνει υστέρα από μερικά χρόνια, εννοώντας τον πόλεμο του ’40.
Τότε της έδειξε εν πνεύματι εκατοντάδες χιλιάδες να σκοτώνονται, ν’ ανοίγουν με τά μηχανήματα ομαδικούς τάφους καί να σπρώχνουν μέσα ανθρώπινα πτώματα. Εκεί ή Θεογνωσία φοβήθηκε πάρα πολύ γι’ αυτό τήν πήρε από το χέρι ό Άγιος καί αφού της έδειξε μερικές άλλες εικόνες του Β’ παγκοσμίου πολέμου, μετά της είπε.
— Αχ παιδί μου, αυτά δυστυχώς θα γίνουν σέ λίγα χρόνια, αλλά τώρα θα πάμε να δούμε τ’ αδέλφια σου πού ζουν στο εξωτερικό’ μόνο πρόσεξε μην τούς μιλήσεις. Αν γελαστείς καί μιλήσεις να ξέρεις ότι θα μείνεις εκεί. Πρώτα πέρασαν από τον αδελφό της τον Γιάννη, πού ζούσε στην Αγγλία. Ήταν μέσα στο κατάστημα μαζί με τήν γυναίκα του Μίνι (ήταν αγγλίδα καθολική). Μετά πέρασε καί από άλλα δύο αδέλφια της, αλλά δεν μίλησε σέ κανένα. Εν συνεχεία της είπε- «τώρα θα πάμε στο μοναστήρι μου πού γιορτάζει». Καί πάλι σαν αστραπή το γαϊδουράκι βρέθηκε στο μοναστήρι, στο ακρωτήρια της σκλαβωμένης σήμερα Καρπασίας. Κατέβηκαν κάτω καί ό Άγιος έδεσε το γαϊδουράκι κοντά στο άγιασμα. Μπήκαν, βγήκαν στον ναό από τήν πίσω πόρτα, κόσμος μέσα- έξω, κατάμεστη ή εκκλησία- όμως κανένας δεν τούς είδε. Παρακολούθησαν λίγη ώρα μέσα στην εκκλησία καί κατόπιν της λέει ό Άγιος.
— Αρκετά Θεογνωσία, τώρα πάμε πίσω.
Το άγιασμα, ώς γνωστό, είναι πίσω από
τον ναό, κοντά στην θάλασσα. Εκείνη τήν ώρα ή θάλασσα ήταν φουρτουνιασμένη καί τά κύματα κτυπούσαν έξω. Μόλις ή μικρή πήγε να καβαλήσει, ένα μεγάλο κύμα βγήκε καί της μούσκεψε το φουστάνι. Ήταν αργά, νύχτα 30 Νοεμβρίου, ημέρα της γιορτής του Αγίου, καί εν ριπή οφθαλμού το ουράνιο όχημα επιστρέφει καί πάλι ξανά στο σπίτι της Θεογνωσίας. Λίγο πριν τήν αφήσει ό ‘Άγιος της είπε.
— Θεογνωσία, θα σου αφήσω ένα σημάδι, για να δουν καί να πιστέψουν καί οι άλλοι.
Βγάζει λοιπόν μία σφραγίδα καί τήν σφράγισε πάνω στο γόνατο. Το χρώμα ήταν περίπου καφέ καί της λέει.
— Αυτή ή σφραγίδα θα μείνει πάνω σου μέχρι να αρραβωνιαστείς- όπως πράγματι έτσι καί έγινε. Απ’ ό,τι άκουσα από αυτόπτες, ή σφραγίδα απεικόνιζε ένα σταυρό καί αριστερά έγραφε ένα κεφαλαίο Α καί δεξιά Π δηλαδή τά αρχικά Ανδρέας Πρωτόκλητος.
Κατόπιν της είπε- «πριν φύγω θα σου πω μερικά πράγματα πού αφορούν προσωπικά μόνον εσένα- αυτά δεν θα τά πεις σέ κανένα μέχρι να πεθάνεις». Πράγματι, καθώς μάς διαβεβαιώνει καί ό γιός της Ανδρέας, ενώ τούς είπε ότι κάποια μυστικά της είπε ό Άγιος όμως κατόρθωσε να τά κρατήσει μέχρι τον τάφο.
Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΘΕΟΓΝΩΣΙΑΣ
Ή επιστήμη ανακάλυψε διαστημόπλοια καί αεροπλάνα πού μπορεί να τρέχουν με ιλιγγιώδη ταχύτητα πού ξεπερνούν καί τήν ταχύτητα του ήχου. Όμως το ιπτάμενο όχημα του Αποστόλου Ανδρέα πού ήταν ένα γαϊδουράκι, φανταστείτε πόσο ταχύτερο ήταν, ώστε σέ λίγες ώρες μόνο να κάνει τον γύρο του κόσμου, να περάσει από το μοναστήρι του στην άκρη της Κύπρου καί να επιστρέψει αυθημερόν. Ήτανε ή 30ή Νοεμβρίου του 1934 καί όλη ή Κύπρος εορτάζει τον μεγάλο προστάτη της Απόστολο Ανδρέα. Οι γονείς της Θεογνωσίας τήν άφησαν σπίτι, κάπου πήγαν καί επέστρεψαν λίγο πριν το μεσημέρι• όταν όμως γύρισαν ή Θεογνωσία δεν φάνηκε. Τήν φωνάζουν οι γονείς της.
— Θεογνωσία, παιδί μου, που είσαι;
Όμως καμιά απάντηση. Παραξενεμένοι οι γονείς διότι αυτό δεν το ξανάκανε ή κόρη τους έτρεξαν στο κρεβάτι, μήπως κοιμάται. Ερευνούν το σπίτι πάνω κάτω μην τυχόν έπαθε τίποτε, όμως τίποτε. Αρχίζουν να ανησυχούν, βγαίνουν έξω, ρωτούν στενούς συγγενείς μην τυχόν καί φάνηκε ή κόρη, όμως κανένας δεν ξέρει τίποτε. Αρχίζει, λοιπόν, τότε αγωνία, κλάματα καί προβληματισμός. Εκεί φαίνεται ό ‘Άγιος ότι έβαλε καλούς λογισμούς τόσο στους γονείς, όσο καί στους συγγενείς της. Ήδη οι δύο πρώτες εμφανίσεις του Αποστόλου Ανδρέα δεν μπόρεσαν να μείνουν μυστικές όσο κι αν τόκρυβε ή κόρη στον κόσμο, διότι ή μητέρα της έστω καί λίγα-λίγα, κατόρθωνε να μαθαίνει τά μυστικά της. Εκείνη με τήν σειρά της τά έλεγε στο στενό περιβάλλον, αδέλφια, ξαδέλφια, συγγενείς καί τέλος κατέληξε ή υπόθεση κοινό μυστικό για όλους. Δεν άργησε σέ λίγα λεπτά να γεμίσει το σπίτι από στενούς συγγενείς καί προκρίτους του χωριού, όπως ή αδελφή της μητέρας της, Ρεβέκκα, ό Μιλτιάδης Γιασεμίδης με τήν γυναίκα του Ελένη, ή Χατζιηκακουλλού, κρατώντας από το χέρι το μικρό εγγονάκι της τήν Γιωργούλλα καί πολλά άλλα μικρά παιδιά- απ’ αυτούς άλλοι κοιμήθηκαν καί άλλοι ζουν, αλλά είναι υπερήλικες, μεταξύ αυτών ήταν καί μία θεία μου, αδελφή του πατέρα μου, ή Παρασκευή, ή οποία μετανάστευσε στην Αγγλία, αλλά έρχεται πολύ συχνά για διακοπές στην Κύπρο. Αφού συν- διασκέφτηκαν όλοι αυτοί μεταξύ τους καί εν συνδυασμό ότι τήν ημέρα εκείνη γιόρταζε ό ‘Άγιος, όλοι από κοινού συμπέραναν, ότι τήν Θεογνωσία ήρθε καί τήν πήρε κάπου ό Απόστολος Ανδρέας. Δεν άργησε να γίνει γνωστό το γεγονός καί ή αυλή του σπιτιού γέμισε κόσμο όπου με αγωνία όλοι περίμεναν τί θα γίνει.
ΟΙ ΤΗΓΑΝΙΤΕΣ ΠΑΤΑΤΕΣ
Θυμάστε όταν ήρθε ό ‘Άγιος, ή μικρή τηγάνιζε πατάτες καί της είπε- άστες πατάτες καί δεν θα πάθουν τίποτε; Τον καιρό εκείνο μόνο με ξύλα μαγείρευε ό κόσμος. “Όταν ήρθε ό ‘Άγιος ή νηστιά (κάτι σαν τζάκι πού μαγείρευαν) ήταν από κάτω γεμάτο ξύλα άναμμένα. Οι πατάτες σέ 5-10 λεπτά έπρεπε να τηγανιστούν. Αν έμεναν παραπάνω θα καίοντο. Επίσης ή φωτιά λογικά μπορούσε να κρατήσει το πολύ μία ώρα χωρίς να ανανέωνε κανείς τά ξύλα, θα έσβηνε. Καί ναι μεν ήρθαν οι γονείς πριν αρκετή ώρα, όταν όμως είδαν ότι λείπει ή κόρη τους, ούτε κοίταξαν να δουν τήν φωτιά. Κι όμως τί νομίζετε ότι έγινε; Ή φωτιά άναβε κανονικά μέχρι πού γύρισε ή Θεογνωσία. Οι πατάτες έβραζαν στο τηγάνι καί όταν τις κατέβασαν ήτανε τηγανισμένες φρέσκες της ώρας.
ΕΡΧΕΤΑΙ Η ΘΕΟΓΝΩΣΙΑ
Εκεί στην ανησυχία, τήν αναμονή καί τήν αγωνία των γονιών καί του κόσμου αργά τήν νύχτα, φτάνει το πρώτο μήνυμα, ένας μικρός τοπικός σεισμός συγκλόνισε μόνο το χωριό. ‘Ο κόσμος αναστατώθηκε, σταυροκοπήθηκε αλλά στην συνέχεια ηρέμησαν με τήν σκέψη ότι κάποιο σημείο θα δείξει ό Θεός. Δεν περνούν όμως λίγα λεπτά, άλλο θαυμαστό σημείο. Ή καμπάνα της εκκλησίας του χωριού κρούει μόνη της χαρμόσυνα προϋπαντώντας τον ‘Άγιο. Τρέχουν αμέσως οι χωριανοί να δουν ποιός κτυπά τήν καμπάνα καί για ποιό λόγο τέτοια ώρα. Παραδόξως «ώ τών θαυμάσιων σου Χριστέ βασιλεύ», βλέπουν τήν καμπάνα να κρούει μόνη της. Αμέσως μετά ανοίγει μόνη της διά-πλατα ή πόρτα του σπιτιού της Θεογνωσίας καί μπήκε ξανά μέσα ό Άγιος με το γαϊδουράκι. Όμως αυτήν τήν φορά άοράτως.
Μόνο τήν πόρτα είδε ό κόσμος να ανοίγει καί ή μικρή Θεογνωσία ξαφνικά βρέθηκε στο μέσο του κόσμου. Σκεφτείτε τώρα τί συγκίνηση, τί χαρά, τί δάκρυα, όχι μόνο τών γονιών καί τών συγγενών αλλά καί όλου του κόσμου. Δεν χάνουν καιρό, πέφτουν πάνω της ώς άλλοι δημοσιογράφοι να υποβάλουν ερωτήσεις. Αυτήν τήν φορά ό ‘Άγιος της είπε να διηγείται τά θαυμαστά αυτά γεγονότα προς δόξα του Τριαδικού Θεού, αλλά καί προς ωφελείαν του κόσμου. Μάλιστα της συνέστησε να δείχνει καί τήν σφραγίδα πάνω στο δεξί της πόδι. Επειδή όμως ήταν βρεγμένη από το κύμα πού τήν κτύπησε στην ακροθαλασσιά της μονής του Αποστόλου ό κόσμος ρωτούσε να μάθει γιατί είναι βρεγμένη καί εκείνη τούς εξήγησε τί ακριβώς έγινε.
Αλλά αν καί από τούς αποστόλους βρέθηκε ένας, ό Θωμάς, να ζητάει αποδείξεις για να πιστέψει ότι αναστήθηκε ό Χριστός, κατά παρόμοιο τρόπο βρέθηκε τότε εκεί καί ό μικρός Χαράλαμπος (ό Παμπής του Άλκηδή, όπως όλοι τον ήξεραν) πού όταν αχούσε ότι το νερό είναι από τήν θάλασσα του Αποστόλου Ανδρέα πήγε κρυφά καί έβαλε στο στόμα τά βρεγμένα ρούχα της καί καθώς διηγείτο ό ίδιος σέ πολλούς καί μάλιστα στον γιό της Θεογνωσίας «Πιστέψετε με το νερόν ήταν αλμυρό λύσσα». ΤΟ Έλεγε καί μάλιστα συγκινημένος, δεν μπορούσε να κρατήσει τά δάκρυά του. Έδώ αξίζει να προσέξουμε ότι για να είναι τόσο πολύ μουσκεμένη σημαίνει ότι σε λίγα λεπτά ή καί δευτερόλεπτα να έφτασε στο χωριό.
Ύστερα απ’ όλη τήν συγκινητική ατμόσφαιρα τελευταίο απ’ όλα σκεφτήκαν τις πατάτες όπου κατά θαυμαστό τρόπον ήταν έτοιμες να τις κατεβάσουν από τήν φωτιά καί νόστιμες όσο ποτέ άλλοτε.
ΤΟ ΚΥΜΑ ΓΙΝΕΤΕ ΓΝΩΣΤΟ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ.
Παρόλο ότι τά μαζικά μέσα ενημερώσεως εκείνη τήν εποχή ήσαν πενιχρά, εν τούτοις, αστραπιαία το θαύμα έγινε γνωστό σ’ όλη τήν Κύπρο. Ασχολήθηκε ό τύπος καί μάλιστα είχε γραφτεί καί ένα λαϊκό ποίημα. Επειδή έγινε γνωστό παντού, πολλοί ενδιαφέροντα, όχι μόνο ν’ ακούσουν, αλλά να δουν καί αυτοπροσώπως γι’ αυτό οι προεστώτες του χωριού κατόπιν προσκλήσεως των επιτρόπων τής εκκλησίας τού χωριού Κάτω Δρύς έπεισαν τούς γονείς της Θεογνωσίας, να τήν πάνε εκεί κατά τήν εορτή τού Αγίου Χαραλάμπους, 10 Φεβρουάριου 1935 όπου γίνεται μεγάλη πανήγυρις. Πήγανε λοιπόν καί βάλαν τήν μικρή να καθίσει σέ μία καρέκλα καί να δείχνει τήν σφραγίδα πάνω στο πόδι. Χιλιάδες κόσμος
απ’ όλη τήν Κύπρο, ιδίως από τά γύρω χωριά, πέρασαν. Έβλεπαν, σταυροκοπιούντο καί δόξαζαν τον Θεόν καί τον Απόστολο, τον μεγάλο προστάτη της Κύπρου. Όμως καί δω δεν έλειψε ό άπιστος Θωμάς. “Ένας γιατρός δερματολόγος, μετέβη μετά σπουδής σίγουρος να αποδείξει ότι επρόκειτο περί απάτης για να μαζέψει ή εκκλησία χρήματα, μάλιστα, δεν δίστασαν να χρησιμοποιήσουν μία ανήλικη κοπελίτσα. υπό τήν ιδιότητά του ώς γιατρός δερματολόγος, εξετάζει πρώτα τήν σφραγίδα, εν συνεχεία με ένα αιχμηρό εργαλείο τολμά να ξύση τήν σφραγίδα, νομίζοντας ότι είναι μπογιά. Αποτέλεσμα ήταν να μπει το εργαλείο στο δέρμα της κόρης καί να της ματώσει το πόδι.
Το καημένο από τον πόνο έκλαψε, αλλά δεν διαμαρτυρήθηκε, ούτε μίλησε. Το γεγονός αυτό συγκλόνισε τον γιατρό, ώστε κι αυτός με τήν σειρά του επίστεψε, εζήτησε δημοσίως συγγνώμη καί στο έξης διαλαλούσε παντού ότι επρόκειτο για μεγάλο θαύμα. Στο χωριό αυτό ένας στενός φίλος καί συνεργάτης μου, ό αγαπητός μου Λουκάς Λουκά, ό όποιος υπηρετεί για χρόνια στο ραδιοφωνικό σταθμό της ‘Ιεράς Μητροπόλεως Λεμεσού, συνέπεσε ή νονά του κυρία Ουρανία Αντωνίου, να κατάγεται καί να διαμένει στο χωριό.
Γι’ αυτό με παρακίνησε να τήν επισκεφτούμε, να μάς φέρει σέ επαφή με τούς ελαχίστους υπερήλικες τού χωριού προς περαιτέρω ζωντανή μαρτυρία. Πράγματι, ή κυρία Ουρανία, προσεφέρθη με πολλή Αγάπη καί έτσι συναντηθήκαμε με ορισμένους, μεταξύ των οποίων τον κύριο Άγγελή Κυριάκου, έναν αξιόλογο ύπερήλικα, ό όποιος υπηρέτησε πιστά σαν κοινοτάρχης επί σαράντα χρόνια (1961- 2001), αλλά καί ώς καλλίφωνος ψάλτης πέρα των πενήντα χρόνων μέχρι σήμερα. Ό ανωτέρω μάς διαβεβαίωσε ότι θυμόταν πολύ καλά το περιστατικό χωρίς όμως ακριβή χρονολογία, όμως ήταν ή πανήγυρης τού Αγίου Χαραλάμπους καί έφεραν από το Μαρώνι ένα κοριτσάκι πού της εμφανίστηκε ό Απ. Ανδρέας καί της έβαλε στο πόδι καί μία σφραγίδα με σταυρό, τήν οποία έδειχνε στον κόσμο.
Επίσης δύο ευλαβείς κυρίες από το χωριό, αλλά χρόνια τώρα μετανάστες στην Αγγλία, ή μεν κυρία Στέλλα Γαβριηλάτσου στο COVERTY καί ή κυρία Στέλλα Ζήνωνος στο ενθυμούνται πολύ καθαρά σαν μικρά παιδιά ότι τήν ημέρα τού Άγ. Χαραλάμπους έφεραν από το Μαρώνι ένα κοριτσάκι πού είχε μία σφραγίδα πάνω στο πόδι, πού τήν έβαλε ό Απ. Ανδρέας καί μία άλλη κάτοικος τού χωριού, ή κ. Ειρήνη Στυλιανού ενθυμείται πολύ καλά το γεγονός όμως δέ μπόρεσε να συγκρατήσει λεπτομέρειες.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. Η ΜΙΚΡΗ ΘΕΟΓΝΩΣΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟ ΘΑΥΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΑΝΔΡΕΑ.
http://apantaortodoxias.blogspot.gr/2015/03/blog-post_178.html