Πολλές φορές τίθεται αυτό το ερώτημα από πολλούς ιερείς. Όμως ευθύς εξ αρχής πρέπει να τονίσουμε ότι περί του ορθώς πρακτέου των τελουμένων κατά την ορθόδοξη Παράδοσή μας πρέπει να είμαστε πολύ επιφυλακτικοί. Συνηθίζουν κάποιοι ιερείς οι οποίοι ασχολούνται επισταμένως με τα θέματα της Τελετουργικής να αποφαίνονται ότι η δική τους άποψη περί του ενός ή του άλλου πρακτέου περί των τελουμένων είναι η σωστή και όχι η άποψη κάποιου άλλου. Η επιφύλαξη έγγειται στο γεγονός ότι περί των λεπτομερειών της τελετουργικής πράξεως πολύ ολίγα έχουν καταγραφεί στην χειρόγραφη παράδοσή μας. Οπότε ως ολίγα έχουν καταγραφεί στη χειρόγραφη παράδοσή μας.Οπότε ως συμπέρασμα καταλήγουμε να πούμε ότι πρέπει όλοι μας να είμαστε πολύ φειδωλοί στο να λέμε ότι η τάδε τελετουργική είναι πιο σωστή από κάποια άλλη. Η αλήθεια είναι ότι μέσα στους χειρόγραφους κώδικες, ιδιαίτερα στους παλαιούς, δεν υπάρχουν τελετουργικές σημειώσεις (rubbrichae=κόκκινα γράμματα). Η λεπτομέρεια της τελετουργικής πρακτικής εντασσόταν στην ζώσα προφορική παράδοση, από στόμα σε στόμα, από τον γέροντα κληρικό στο νεώτερο, από τον δάσκαλο στο μαθητή. Η τελετουργική θα λέγαμε ήταν μια ζωντανή προφορική «μετάγγιση», μια μαθητεία.
Για το θέμα μας αυτό πολύ αριστοτεχνικά και με κατανοητή σειρά μας κατέλειπε ο αείμνηστος καθηγητής και δάσκαλος της Λειτουργικής κυρ-Ιωάννης Φουντούλης1 τα ακόλουθα σημαντικά τα οποία και παραθέτουμε για μια ολοκληρωμένη και σφαιρική εικόνα περί της μνημονεύσεως των ονομάτων, ζώντων και κεκοιμημένων μετά μερίδων στην ιερά πρόθεση, χωρίς ώστοσο να ορίζει και από ποιο μέρος του προσφόρου γίνεται η εξαγωγή των μερίδων. Μεταξύ των πολλών προθέσεως ο ιερεύς εξήγε και έθετε στο δισκάριο μόνο τον αμνό. Ακόμη και κατά τον 14ο αι. μαρτυρείται από πολλά χειρόγραφα ότι ο ιερεύς μετά την εξαγωγή του αμνού, την σταυροειδή χάραξί του, την νύξι και την έκχυσι του οίνου και του ύδατος στο ποτήριο, έθετε αμέσως τον αστερίσκο στο δισκάριο και εκάλυπτε τα δώρα. Σε κώδικας της εποχής αυτής αρχίζει να εμφανίζεται ύψωσις και άλλων προσφορών στον πρόθεσι, εκτός από εκείνην από την οποία εξήχθη ο αμνός, εις την τιμήν του τιμίου σταυρού, της Θεοτόκου, των αρχαγγέλων, του Προδρόμου, ως και άλλων αγίων, αν υπήρχαν και άλλες προσφορές ή αν υπήρχε ανάγκη υψώσεως και άλλων, προφανώς τόσων όσων θα προεβλέπετο για να επαρκέσουν στην διανομή του αντιδώρου στο τέλος της θείας λειτουργίας. Μερίδες όμως προς τιμήν των προσώπων αυτών δεν εξήγοντο. Την ίδια εποχή παρουσιάζεται και η μνημόνευσις των ονομάτων των ζώντων και των τεθνεώτων και η ύψωσις υπέρ αυτών προσφορών, χωρίς και πάλι εξαγωγή μερίδων υπέρ αυτών».
«Διάταξις της θείας Λειτουργίας» του 12ου-13ου αι. (κώδιξ Εθνικής Βιβλιοθήκης Αθηνών 662) παρουσιάζει ακριβώς την τάξι αυτή. Μετά δηλαδή την ένωσι και πρίν από την κάλυψι των δώρων «λαμβάνει (ο ιερεύς) την ετέραν προσφοράν και λέγει: «Πρόσδεξαι, Κύριε, την θυσίαν ταύτην δια πρεσβειών της υπερευλογημένης δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας». Είτα λαμβάνει την τρίτην προσφοράν και λέγει: «Των τιμίων επουρανίων δυνάμεων ασωμάτων. Του τιμίου ενδόξου προφήτου προδρόμου και βαπτιστού Ιωάννου. Των αγίων και πανευφήμων αποστόλων» και αναφέρει ονόματα διάφορα. Και εις την τετάρτην προσφοράν μνημονεύει τον εορταζόμενον άγιον, εν η μετά το ειπείν το όνομα του της ημέρας αγίου λέγει «και πάντων σου των αγίων. Και μνήσθητι, Κύριε του αρχιεπισκόπου ημών (του δείνος), των ευσεβεστάτων και φιλοχρίστων βασιλέων ημών (των δείνα), του δούλου σου (δείνος, ήγουν του καθηγουμένου) και πάντων των αδελφών… και πάτνων των προκειμηθέντων…». Είτα μνημονεύει όσους βούλεται ζώντας κα νεκρούς».
Στην «Διάταξη της θείας λειτουργίας» του Πατριάρχου Φιλοθέου (14ος αι.) ευρίσκομε την παλαιοτέρα σαφή μαρτυρία για τον συνδυασμό του ανωτέρου μνημοσύνου με την εξαγωγή μερίδων. Οι διαφορές προς την σημερινή πράξι είναι καταφανείς: «Ο δε ιερεύς λαβών εν ταις χερσί την δευτέρα προσφοράν λέγει: «Εις τιμήν και μνήμην της υπερευλογημένης δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, ης ταις πρεσβείαις…»
Και αίρων μερίδα μετά της αγίας λόγχης τίθησιν εξ αριστερών του αγίου άρτου. Εν τη Τρίτη προσφορά λέγει: «Δυνάμει του τιμίου και ζωοποιού σταυρού. Των τιμίων επουρανίων δυνάμεων ασωμάτων… και πάντων σου των αγίων. Ων ταις ικεσίαις…». Και αίρων μερίδα μετά της αγίας λόγχης τίθησιν εξ αριστερών του αγίου άρτου. Εν τη Τρίτη προσφορά λέγει: «Δυνάμει του τιμίου και ζωοποιού σταυρού. Των τιμίων επουρανίων δυνάμεων ασωμάτων…. Και πάντων σου των αγίων. Ων ταις ικεσίαις…». Και ούτως αίρων την μερίδα τίθησιν αυτήν εν τω αυτώ μέρει ήτοι τω αριστερώ, υποκάτω δε τας λοιπάς εφεξής τίθησιν. Είτα λαμβάνων ετέραν προσφοράν λέγει: Υπέρ πάσης επισκοπής ορθοδόξων…». Είτα λέγει ο ιερεύς έκαστον όνομα ζώντων και τούτου αίρει των αμαρτιών των μακαρίων …και αίρει μερίδα. Ο δε διάκονος λαβών και αυτός προσφοράν και την αγία λόγχην λέγει ούτως: «Μνήσθιτι, Κύριε, της εμής αναξιότητος …» και τίθησι τας μερίδας εν τω κάτω μέρει του αγίου άρτου, ώσπερ και ο ιερεύς». Κατά την ίδια περίπου εποχή και ο Νικόλαος Καβάσιλας ομιλεί για την «προσαγωγήν» εκτός του πρώτου προσφόρου, από το οποίο εξάγεται ο αμνός, και άλλων άρτων «εις δόξαν της Πανγίας του Θεού Μητρός. Εις πρεσβείαν τούδε του αγίου ή τούδε. Εις αμαρτιών ψυχών άφεσιν ή ζώντων ή τεθνεώτων» και την εξαγωγή και προσφορά «μέρους εκάστου» (Ερμηνεία της θείας λειτουργίας, κεφ. 10).
Σε μεταγενέστερους από την Διάταξη του Φιλοθέου χρόνους ο αριθμός και η θέσις των μερίδων έλαβαν την σημερινή των μορφή και δεξιά του αμνού τίθεται η μερίς της Θεοτόκου, αριστερά οι εννέα μερίδες των αγίων, τα «τάγματα» και κάτω οι μερίδες των ζώντων και των τεθνεώτων. Ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης (+1429) και λειτουργικά χειρόγραφα της ίδιας εποχής μαρτυρούν με μικρές παραλλαγές την σύγχρονό μας πράξι. Ο Συμεών είναι και ο πρώτος που μας δίδει και το νόημα της πράξεως αυτής…. Ο σκοπός της προσφοράς των μερίδων υπέρ των ζώντων και των τεθνεώτων είναι ανάλογος. Και αι μερίδες αυταί προσφέρονται αντί των προσώπων, «υπέρ των πιστών, κεκοιμημένων μεν εις λύτρωσιν αμαρτιών και θείας χάριτος ένωσιν, ζώντων δε, ει μετανοία μόνον την ζωήν εξοικονομοιείν, εις δεινών απαλλαγήν, εις αμαρτημάτων άφεσιν, εις ζωής αιωνίου ελπίδα (Ερμηνεια, 102) ή «ως υπερ ημών και ταπεινών προσενεχθείσας των ιλασμού και μεσιτείας δεομένων και το μέγα έλεος του Θεού απεκδεχομένων (Διάλογος, Κεφ.94)»…
Οι μερίδες της προθέσεως εξάγονται και προσφέρονται προς τιμήν μεν των αγίων, προς ιλασμόν δε των ζώντων και των τεθνεώτων. Με την όλη τελεσιουργία αγιάζονται και μεταβιβάζουν τον αγιασμό σ’ όλα τα μέλη της Εκκλησίας, την οποία και τυπικώς εικονίζουν».
Εν συνέχεια καταθέτουμε κι εμείς το μικρό λιθαράκι μας επί του θέματος αυτού προσπαθώντας να απαντήσουμε στο ερώτημα. Ευθύς εξ αρχής για μερικούς επαΐοντες θα φανεί το θέμα μας άκρως τυπικόν. Για κάποιους άλλους άκρως σχολαστικόν. Εμείς όμως πιστεύουμε ότι είναι χρήσιμη και μόνο η καταγραφή των λειτουργικών μας πράξεων και για τον λόγο αυτό προσπαθούμε.
Κανονικά θα έπρεπε κατά την πρόθεση να χρησιμοποιείται ένας άρτος. «Εις άρτος παραλαμβάνεται εν τη Ευχαριστία και ου πολλοί, ότι εις Χριστός και ου πολλοί»2.
Ο π. Κων/νος Καλλίνικος σημειώνει σχετικά ότι η χρήση ενός άρτου κατά την πρόθεση φανερώνει ότι η πράξη αυτή είναι αρχαία3. Άλλωστε και ο απόστολος Παύλος αναφέρει ότι «ο άρτος ον κλώμεν, οχί κοινωνία του σώματος του Χριστού εστίν; Ότι εις άρτος, εν σώμα οι πολλοί εσμέν. Οι γάρ πάντες εκ του ενός άρτου μετέχομεν»4. Αλλά και ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος αναφέρει: «Ένα άρτον κλώντες, ος εστι φάρμακον αθανασίας, αντίδοτον του με αποθάνειν»5. Στα συγγράμματα του Διονυσίου του Αρεοπαγίτου λέγεται «η θειοτάτη του ενός και ταυτού και άρτου και ποτηρίου κοινή και ειρηναία μετάδοσις ομοτροπίαν αυτοίς ένθεον ως ομοτρόφοις νομοθετεί»6. Εκ των υστέρων όμως άρχισαν να χρησιμοποιούνται περισσότεροι. Ο π. Κων/νος Καλλίνικος αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «υπό την ώθησιν του διαρκώς στολίζειν και πολλαπλασιάζειν τα υφιστάμενα, ελησμονήθη η ωραία έννοια ην υπέθαλπεν η παλαιά απλότης…»7. Έτσι εισήχθησαν τρείς (την πράξη αυτή σημειώνει και ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης) ή πέντε άρτοι (πολλά χειρόγραφα) ή ακόμα και επτά (χειρ. Κωδ. Σινά 986 (15ου αι.). Εκ των υστέρων όμως σε δύσκολες εποχές πενίας των πιστών επινοήθηκε σ’ ένα πρόσφορο να τυπώνονται όλες οι μερίδες, η γνωστή μορφή σφραγίδας που σήμερα τη χρησιμοποιούμε κατά κόρον στις ενορίες μας. Σήμερα που υπάρχει ευμάρεια και τα πρόσφορα είναι περισσότερα, ευλαβέστατοι κληρικοί συνήθως χρησιμοποιούν τρία ή πέντε πρόσφορα.
Στο παραπάνω ερώτημα που αφορά το θέμα από ποιο μέρος του άρτου της προθέσεως εξάγονται οι μερίδες των ζώντων ή των κεκοιμημένων απλώς θα σημειώσουμε το τι επικρατεί στην καθ’ ημάς ελλαδική πράξη.
Ενοριακές πράξεις
1η. Συνηθίσουν κάποιοι ιερείς, όταν εξάγουν τον αμνό (ΙΣ,ΧΡ,ΝΙ,ΚΑ), κατά την τομή, προκειμένου να εξαχθεί καθ’ όλα τέλειος και ολοκληρωμένος ο αμνός, να κόπτουν τελείως το κάτω από τη σφραγίδα μέρος. Απ’ αυτό το τεμάχιο που φέρει συνήθως, στις εγχάρακτες σφραγίδες που κυκλοφορούν για τη χρήση των ενοριών, οι ιερείς εξάγουν τις μερίδες των ζώντων και των κεκοιμημένων. Συνήθως οι μερίδες εξάγονται με δύο τρόπους. Είτε από το κάτω μέρος, δήλ. Από την ψίχα, μεικτά τα ονόματα ζώντων και κεκοιμημένων, είτε από το επάνω μέρος, την κόρα, τα ονόματα των ζώντων, και από την ψίχα των κεκοιμημένων. Μερικοί εκ των ιερέων συνηθίζουν να εξάγουν τα ονόματα από το κάτω μέρος, δηλ. την ψίχα, σχηματίζοντας κατά την εξαγωγή σταυρό, οπότε οριζοντίως τα ονόματα των ζώντων και καθέτως μνημονεύουν τα ονόματα των κεκοιμημένων.
2η. Συνηθίζεται κατά την εξαγωγή του αμνού να εξάγεται το τεμάχιον το ευρισκόμενον επάνω του εξαχθέντος αμνού ως τεμάχιον από το οποίον εξάγονται οι μερίδες υπέρ των ζώντων και από το κάτωθεν του εξαχθέντος αμνού τεμάχιον υπέρ των κεκοιμημένων. Και τα δύο αυτά τεμάχια φέρουν στις σφραγίδες της ενοριακής χρήσης τον ίδιο ενσφραγιζόμενο τύπο με το του αμνού, δηλ το ΙΣ,ΧΡ,ΝΙ,ΚΑ. Και σ’ αυτή την περίπτωση όπου ισχύει αυτός ο τρόπος, άλλοι εκ των ιερέων εξάγουν από το σκληρό μέρος, δηλ. την κόρα, τις μερίδες των ζώντων, και άλλοι από το μαλακό μέρος του προσφόρου, δηλ. την ψίχα, τις μερίδες των κεκοιμημένων.
3η. Μια άλλη πράξη καταγράφεται από εκείνους τους ιερείς οι οποίοι χρησιμοποιούν πέντε πρόσφορα κατά την ακολουθία της προθέσεως. Κατ’ αυτήν την πράξη από το τέταρτο πρόσφορο εξάγονται οι μερίδες των ζώντων και από το πέμπτο οι μερίδες των κεκοιμημένων.
4η. Μια συνηθέστερη πράξη θέλει οι μερίδες των ζώντων και κεκοιμημένων να εξάγονται μόνο από το τεμάχιο του προσφόρου το ευρισκόμενο επάνω του αμνού. Και από το μέρος της κόρας να εξάγονται οι μερίδες των ζώντων και από το κάτω, την ψίχα, οι μερίδες των κεκοιμημένων.
5η. Παρόμοια πράξη ορίζει από το επάνω μέρος του αμνού που φέρει κι αυτό την σφαγίδα ΙΣ ΧΡ ΝΙ ΚΑ να εξάγονται οι μερίδες των ζώντων και από το κάτω μέρος του αμνού που φέρει κι αυτό την σφραγίδα ΙΣ ΧΡ ΝΙ ΚΑ να εξάγονται οι μερίδες των κεκοιμημένων.
6η. Στη χειρόγραφη λειτουργική παράδοση εντοπίσαμε εκτός των πέντε προσφόρων8 και τη χρήση επτά άρτων9. Για μεν την παράδοση των πέντε προσφόρων, που είναι και η πιο συνηθισμένη, από τον τέταρτο άρτο εξάγονται οι μερίδες των ζώντων και από τον πέμπτο οι μερίδες των κεμοιμημένων. Για την σπάνια παράδοση που αναφέρεται στη χρήση επτά προσφόρων συμβαίνει από τον πρώτο άρτο να εξάγεται ο αμνός. Από τον δεύτερο εξάγεται η μερίδα της Παναγίας. Από τον τρίτο άρτο εξάγεται μια μερίδα υπέρ των φιλοχρίστων βασιλέων, του παλατίου και του στρατοπέδου αυτών καθώς επίσης και του αρχιεπισκόπου και του καθηγουμένου μετά πάσης της αδελφότητος, πρεσβυτέρων, διακόνων, υποδιακόνων, αναγνωστών και πάσης της διακονίας. Για όλους αυτούς εξάγεται μια μερίδα από το τέταρτο άρτο και τίθεται ακριβώς κάτω από τον αμνό. Από το πέμπτο πρόσφορο εξάγονται μερίδες υπέρ των ζώντων. Ο λειτουργός εξάγει όσες μερίδες επιθυμεί μνημονεύοντας όσους θέλει. Από το έκτο πρόσφορο εξάγεται μία μερίδα υπέρ των κτητόρων της μονής, πάντων των προαναπαυσαμένων πατέρων και αδελφών και απανταχού ορθοδόξων, μνημονεύονται κατ’ όνομα οι κεκοιμημένοι, όσους επιθυμεί και θέλει ο λειτουργός. Από την έβδομη προσφορά εξάγεται μερίδα υπέρ του προσκομίζοντος δια την συγχώρησιν παντός πλημμελήματος εκουσίου και ακουσίου. Κατά την περίπτωση αυτή ουδείς λόγος γίνεται από ποιο μέρος των προσφόρων εξάγονται οι μερίδες.
7η. Μια έβδομη παράδοση, πιθανόν ρωσικής προελεύσεως, θέλει τη χρήση δύο ή τριών προσφόρων για τις εξαγωγές των βασικών μερίδων, ήτοι αμνού, Παναγίας και Ταγμάτων, ενώ για τις μνημονεύσεις ζώντων και κεκοιμημένων εξάγονται μερίδες από όλα τα προσφερθέντα πρόσφορα των πιστών. Η εξαγωγή γίνεται από το επάνω σκληρός μέρος, την κόρα.
8η. Παρόμοια με την παραπάνω περίπτωση έχουμε δει ιδίοις όμμασι εις Θεσσαλονίκην εισαγωγήν νέας συνηθείας, όπου υπάρχουν έτοιμα πολύ μικρά αρτίδια έχοντας πάνω την σφραγίδα ΙΣ ΧΡ ΝΙ ΚΑ τα οποία προμηθεύονται οι πιστοί κατά την είσοδό τους στον ναόν και ακολούθως από αυτά προσκομίζει ο λειτουργός τα ονόματα των ζώντων και κεκοιμημένων, εξάγοντας τις μερίδες του κάθε πιστού από το αρτίδιό του.
Μοναστική πράξη
1η. Στο Άγιο Όρος συνηθίζεται να χρησιμοποιούνται δύο πρόσφορα κατά την πρόθεση. Το μέγεθος των προσφόρων είναι μικρό. Το πρώτο πρόσφορο φέρει μόνο τη σφραγίδα του αμνού. Το δεύτερο πρόσφορο, που είναι επίσης μικρό, φέρει τις σφραγίδες της Παναγίας, των εννέα Ταγμάτων και στο πάνω μέρος υπάρχουν δύο μικροί αμνοί. Πολλές φορές σε μικρά κελλιά ή καθίσματα συνηθίζουν οι λειτουργοί πατέρες να χρησιμοποιούν ένα μόνο πρόσφορο. Περί του θέματος που μας απασχολεί οι μερίδες των ζώντων και των κεκοιμημένων εξάγονται, όταν λειτουργούνται δύο πρόσφορα, όχι από τον πρώτο αμνό, αλλά από το δεύτερο. Έτσι αφού πρώτα ο λειτουργός εξάγει τις μερίδες τους Παναγίας και των Ταγμάτων, απομονώνει το επάνω μέρος που βρίσκονται αποτυπωμένοι οι δύο αμνοί και από εκείνο το κομμάτι εξάγει τις μερίδες των ζώντων και των κεκοιμημένων. Συμβαίνει άλλοι από τους ιερείς να σχηματίζουν από το μέρος της ψίχας σταυρό και να εξάγουν τις μερίδες για μεν τους ζώντες από την οριζόντια γραμμή για δε τους κεκοιμημένους από την κάθετη. Άλλοι πάλι πατέρες εξάγουν από το επάνω μέρος την κόρα, τις μερίδες των ζώντων και από το κάτω, την ψίχα, των κεκοιμημένων. Όταν ο λειτουργός χρησιμοποιεί το ένα πρόσφορο, τότε από τον εναπομείναντα αμνό του προσφόρου εξάγει τις μερίδες των ζώντων και των κεκοιμημένων κατά τους τρόπους που καταγράψαμε ανωτέρω.
Τέλος, πρέπει να σημειώσουμε ότι κατά την παράδοση της Εκκλησίας ποτέ από το ίδιο πρόσφορο δεν εξάγονται περισσότεροι αμνοί. Αυτό μπορεί για παράδειγμα να συμβαίνει κατά την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, όταν ο ιερέας προκειμένου να προετοιμάσει Προηγιασμένες για τις μη λειτουργικές ημέρες της εβδομάδος καλείται να εξάγει τόσους αμνούς όσες και οι Προηγιασμένες ακολουθίες των Τιμίων Δώρων. Ποτέ όμως δεν κάνει εξαγωγές αμνών από το ίδιο πρόσφορο10.
Φυσικά εκτός των ανωτέρω περιγραφομένων τρόπων εξαγωγής μερίδων υπέρ των ζώντων και κεκοιμημένων μπορεί πιθανόν να υπάρχουν και άλλες πράξεις τις οποίες αγνοούμε, τις οποίες όμως θα θέλαμε να μας κατέθεταν οι σεβαστοί ιερείς για την ολοκλήρωση αυτής της περιγραφής και προς μελλοντικήν επεξεργασίαν.
1 Για περισσότερα και αναλυτικότερα στο μνημειώδες έργο του αειμνήστου κυρ-Ιω. Φουντούλη, «Απαντήσεις εις λειτουργικάς απορίας, τ. Β΄(151-300)», εκδ. 3η Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 1989, ερωτ. 180, 181, 182, σσ. 82-92.
2 Σωφρονίου Ιεροσολύμων, P.G. 87, 3989. Κατ’ αυτόν η σφραγίδα του προσφόρου προέρχεται από τον Μ. Βασίλειο.
3 Πρωτ. Κων/νου Καλλινίκου, «Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ», εκδ. 4η Γρηγόρη, αθήνα 1969, σ. 311.
4 1. Κορ. 10,16.
5 Ιγνάτιος προς Εφες. Παράγρ.20 & Πρωτ. Κων/νου Καλλινίκου, σ. 311.
6 Διονυσίου Αρεοπαγίτου, Περί εκκλησιαστικής ιεραρχίας Γ΄3, P.G. 3, 428.
7 Πρωτ. Κων/νου Καλλινίκου, «Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ», εκδ. 4η Γρηγόρη, Αθήνα 1969, σ. 311.
8 DM, τ ΙΙ, σ. 263-264: Σε ειλητάριο της Μονής Εσφιγμένου Αγίου Όρους του έτους 1306 μ.Χ. γίνεται μνεία χρήσης πέντε προσφορών κατά την πρόθεση. Από το τέταρτο εξάγονται οι μερίδες των ζώντων και από το πέμπτο οι μερίδες των κεκοιμημένων. Από ποιο ακριβώς μέρος του προσφόρου γίνεται η εξαγωγή των μερίδων δεν αναφέρεται εις το χειρόγραφον. Πέντε πρόσφορα αναφέρει επίσης και ειλητάριο της Μονής Πάτμου 716 (16ου αι.) στο DM, τ. ΙΙ, σ. 919-920. Κατά το χειρόγραφο αυτό από το πέμπτο πρόσφορο εξάγονται οι μερίδες των ζώντων και κεκοιμημένων. Ο Άγιος Συμεών Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης αναφέρει ότι κατά την πρόθεση χρησιμοποιεί ο ιερεύς τρία πρόσφορα (Περί των εν Προσκομιδή τελουμένων, P.G. 115, 264AB, και Περί των προσφερομένων εν τη προθέσει μερίδων υπέρ των αγίων και πάντων των ευσεβών P.G. 115, 280CD-281A, 284BC «έπειτα και λοιπάς προσφέρει μερίδας. Προηγουμένως μεν υπέρ του αρχιερέως, επεί της ιερωσύνης εστί πηγή, έπειτα δε υπέρ παντός ιερατικού τάγματος, των λειτουργούντων τω μυστηρίω δει γαρ πρώτον λαμβάνειν τον κοπιώντα, ως και τω Παύλω δοκεί, είτα υπέρ των πιστών βασιλέων των προμαχούντων της ευσεύβειας, και σωτηρίας αυτών, και του φιλοχρίστου λαού, μεθ’ ους του καθηγουμένου, ει εν μονή τα της τελετής, και της λοιπής αδελφότητος, ει δε εν ναώ τινι , υπέρ του ανεγείραντος, ή την μνήην τελούντος, και των συναγομένων εκείσε. Και έτι υπέρ του προσενέγκοντος, και υπέρ ων τα δώρα προσήγαγε. τελευταίον δε υπέρ των εν Χριστώ κοιμηθέντων, και παντός ιερατικού τάγματος και μοναχικού, και έτι πάντων των ορθοδόξων τελειωθέντων πιστών, αλλά και υπέρ ων έτι βούλεται ή οφείλει ο ιερεύς. Και τελευταίον κοινώς προσφέρει μερίδα υπέρ πάσης ψυχής Χριστιανών ορθοδόξων. Και την ευχήν επιλέγει πάσαν, προς Θεόν αναφέρων τα ρήματα, ην λε΄γομεν εν τη των αγρυπνιών λιτανεία, «Πρόσδεξαι Κύριε, λέγων την θυσίαν ταύτην εις το επουράνιόν σου θυσιαστήριον υπέρ πάσης ψυχής Χριστιανών θλιβομένης τε και καταπονουμένης, ελέους σου και βοηθείας επιδεομένης», και τα λοιπά άρχι τέλους» P.G. 115,892D-893A).
9 Σινά 986 (15ου αι), DM, τ. ΙΙ, σ. 603-605.
10 Σημειωτέον ότι η εξαγωγή πολλών αμνών μπορεί να γίνει μόνο από πρόσφορο που φέρει τη σφραγίδα με τρεις αμνούς, Σχετικό ερώτημα ετέθη εις τον αείμνηστον καθηγητήν της Λειτουργικής Ιω. Φουντούλη, στο βιβλίο του «Απαντήσεις εις λειτουργικάς απορίας, τ. Α΄(1-150)», εκδ. γ΄Αποστολικής Διακονίας Αθήνα 1988, ερωτ. 41, σ. 88.
http://www.orthmad.gr