ΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητοῦ
Ἀνάμεσα στήν πληθώρα τῶν ἐνδόξων Νεομαρτύρων, συγκαταλέγεται καί ὁ ἅγιος καί ἔνδοξος Νεομάρτυρας Μάρκος ὁ ἐν Χίῳ μαρτυρήσας. Ἕνας ἀπό τούς πολλούς ἐξωμότες, ὁ ὁποῖος συναισθάνθηκε τό μεγάλο λάθος του καί τό ξεπλήρωσε μέ τό αἷμα τοῦ μαρτυρίου του.
Γεννήθηκε στή Σμύρνη στό δεύτερο μισό τοῦ 18ου αἰῶνα. Ὁ πατέρας του καταγόταν ἀπό τή Θεσσαλονίκη καί ὀνομαζόταν Χατζή Κωνσταντῆς καί ἡ μητέρα του ἀπό τή Σμύρνη καί ὀνομαζόταν Μαρία. Ἀσκοῦσε τό ἐπάγγελμα τοῦ πλανόδιου ἔμπορα (γυρολόγου) στήν περιοχή Κουσάντασι (Νέα Ἔφεσο), ἀπέναντι ἀπό τή Χίο. Στά 1788, ὅταν ἦρθε σέ ἡλικία γάμου νυμφεύτηκε μιά…σεμνή χριστιανή κοπέλα. Μέ παρότρυνση τοῦ ἀδελφοῦ του ἐγκαταστάθηκε στήν Ἔφεσο. Ἐκεῖ ὅμως γνωρίστηκε μέ μιά ἄλλη χριστιανή γυναῖκα, ὀνόματι καί αὐτῇ Μαρίᾳ, μέ τήν ὁποία σύναψε μαζί της παράνομο ἐρωτικό δεσμό. Κάποια στιγμή τους συνέλαβαν αὐτοφώρῳ καί τούς ὁδήγησαν δεμένους στόν τοῦρκο δικαστῆ τῆς πόλεως, νά δικαστοῦν γιά τό ἀδίκημα τῆς μοιχείας καί νά διαπομπευτοῦν. Τούς τέθηκε τό δίλλημα: ἄν ἤθελαν νά ἀθωωθοῦν, ἔπρεπε νά ἀλλαξοπιστήσουν. Ὁ Μάρκος καί ἡ ἐρωμένη του δέχτηκαν νά γίνουν μουσουλμᾶνοι καί ἀφέθηκαν ἐλεύθεροι.
 
Τήν ἄλλη μέρα ὁ Μάρκος ὑπέστη περιτομή καί υἱοθετήθηκε ἀπό τόν ἀγᾶ τῆς περιοχῆς. Ἡ μοιχαλίδα Μαρία κλείστηκε στό χαρέμι τοῦ ἀγᾶ, ἀλλά ἀργότερα ἀφέθηκε νά ζήσει ἐλεύθερη, μέ μισθό, πού τῆς ἔδινε ὁ ἀγᾶς.
 
Ὅμως γρήγορα ὁ Μάρκος συναισθάνθηκε τό μεγάλο σφάλμα του, νά ἀρνηθεῖ τήν πίστη του καί νά τουρκέψει. Γιά νά μή δώσει ὑποψίες στόν ἀγᾶ, ἔδειχνε φαινομενική σκληρότητα στούς Χριστιανούς καί ἐπαινοῦσε τούς τούρκους. Πῆγε κρυφά σέ κάποιο ἐξομολόγο, στόν ὁποῖο, μέ δάκρυα καί στεναγμούς μετανοίας ἐξομολογήθηκε τό κρίμα του. Ἔπεισε καί τή Μαρία νά συναισθανθεῖ καί αὐτή τό σφάλμα της, πείθοντάς την νά πάει στόν ἐξομολόγο. Ὁ πνευματικός τους συμβούλεψε νά φύγουν μακριά, διότι κινδύνευε ἡ ζωή τους. Μάλιστα τούς ὑποσχέθηκε ὅτι θά τούς διευκόλυνε νά φύγουν. Κάποιος φίλος του γιατρός πιστοποίησε δῆθεν σοβαρή ἀσθένεια τῆς Μαρίας, ζήτησαν τήν ἄδεια νά μεταβοῦν στή Σμύρνη, γιά θεραπεία. Ὁ ἀγᾶς τους ἐπέτρεψε καί ἀναχώρησαν γιά τή Σμύρνη.

Ὅμως ὁ ἀγᾶς κατάλαβε ὅτι ἀπατήθηκε καί ἔστειλε ἀνθρώπους του στή Σμύρνη γιά νά τούς συλλάβουν καί νά τούς γυρίσουν στήν Ἔφεσο. Ὁ Μάρκος καί ἡ Μαρία τούς ἀντιλήφτηκαν καί πρόλαβαν νά φύγουν μέ τό πλοῖο γιά τήν Τεργέστη. Στά 1792 βρέθηκαν στή Βενετία, ὅπου χρίστηκαν μέ τό Ἅγιο Μύρο καί ἐντάχτηκαν ξανά στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Μάλιστα, ἐφόσον εἶχαν προφανῶς λυθεῖ οἱ προηγούμενοι γάμοι τους, ζήτησαν καί παντρεύτηκαν, ζῶντας μέ μετάνοια καί συντριβῆ.
Ὁ Μάρκος περιπλανήθηκε σέ πολλούς τόπους, ἔφτασε μέ τήν οἰκογένειά του ἐν τέλει στή Ρωσία. Ὅμως δέν ἔβρισκε ἡσυχία καί γαλήνη, τόν ἔτυπτε ἡ συνείδησή του γιά τό κρίμα τοῦ ἐξισλαμισμοῦ του. Γι’ αὐτό πῆρε τή μεγάλη ἀπόφαση νά πληρώσει μέ τό μαρτύριο τό μεγάλο λάθος του.
Ἔτσι γύρισε στήν Χίο καί ἀπό ἐκεῖ πέρα στήν Ἔφεσο. Πῆγε καί βρῆκε τόν ἐξομολόγο, πού τόν εἶχε βοηθήσει, ἀποκαλύπτοντας τόν πόθο του νά μαρτυρήσει γιά τό Χριστό. Ἐκεῖνος ὅμως τόν ἀπέτρεψε, διότι τήν ἐποχή ἐκείνη οἱ τοῦρκοι ἦταν ἐξαγριωμένοι ἀπό τό πρόσφατο μαρτύριο τοῦ Νεομάρτυρα ἁγίου Γεωργίου ἀπό τήν Ἔφεσο καί τήν ἀνέγερση ναοῦ πρός τιμή. Ὑπῆρχε κίνδυνος νά γκρεμίσουν το ναό καί νά προβοῦν σέ βιαιοπραγίες κατά τοῦ χριστιανικοῦ πληθυσμοῦ.
Ὁ Μάρκος ὑπάκουσε καί γύρισε στή Χίο. Ἐκεῖ ἀποφάσισε νά μαρτυρήσει. Ὕστερα ἀπό κατάλληλη πνευματική προετοιμασία, θερμή προσευχή καί κοινωνία τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων καί πῆγε στόν τοῦρκο δικαστῆ, ὅπου ὁμολόγησε τή χριστιανική του πίστη: «Ἐγώ ἤμουν Χριστιανός καί ὀνομάζομαι Μάρκος. Κατάγομαι ἀπό τή Θεσσαλονίκη καί γεννήθηκα στή Σμύρνη ἀπό γονεῖς χριστιανούς. Ἀλλαξοπίστησα καί ἔγινα πρός στιγμή μουσουλμᾶνος. Ἀλλά μετάνιωσα καί γύρισα ξανά στήν ἀληθινή πίστη τοῦ Χριστοῦ». Ἀμέσως πέταξε τό τουρκικό σαρίκι (μουσουλμανικό σκοῦφο) καταγῆς, τό πάτησε καί βγάζοντας τό σταυρό ἀπό τό στῆθος τόν ἀσπάσθηκε! Ὁ κατής του εἶπε: «Εἶσαι τρελός ἤ μεθυσμένος, ἄνθρωπε;» «Οὔτε τρελός οὔτε μεθυσμένος εἶμαι», ἀπάντησε ὁ ἅγιος. Τότε προσπάθησε μέ διάφορες κολακεῖες καί ταξίματα νά τόν συνεφέρει καί νά ἀλλάξει γνώμη, ἀλλά ὁ Μάρκος ἔμεινε ἀμετάπειστος. Τότε ὁ κατής ἔδωσε διαταγή καί τόν ἔκλεισαν στή φυλακή καί νά τόν ὑποβάλλουν σέ ἐπώδυνα βασανιστήρια, ἐλπίζοντας πώς δέν θά ἄντεχε τούς πόνους καί θά ἄλλαζε γνώμη. Μάλιστα ὁ ἀστυνόμος, ἕνας θηριώδης καί κακοῦργος ἄνθρωπος, ἔμπαινε κάθε τόσο στή φυλακή καί κλωτσοῦσε μέ μανία τόν Μάρκο, προξενῶντας του αἱμορραγίες!
 
Μετά μερικές ἡμέρες τόν ὁδήγησαν ξανά στόν κατή, ἀλλά καί πάλι ὁ Μάρκος ἔμεινε σταθερός στήν πίστη του, κωφεύοντας γιά στίς κολακεῖες καί τίς ἀπειλές του. Μάλιστα δέ καλοῦσε τούς παριστάμενους τούρκους νά μεταστραφοῦν στό Χριστό! Ἐκεῖνοι ἐξαγριώθηκαν, ὅρμισαν ἐναντίον του, τό ξυλοφόρτωσαν ἀνελέητα καί τόν ἔριξαν ἀπό τίς σκάλες, τραυματίζοντάς τον σοβαρά. Ὁ θηριώδης ἀστυνόμος ἅρπαξε ἕνα χονδρό ξύλο, μέ τό ὁποῖο τοῦ τσάκισε καί τοῦ διέλυσε τά πόδια! Κατόπιν τόν πέταξαν ξανά στή φυλακή, ὅπου τόν ὑπέβαλλαν σέ σκληρότερα βασανιστήρια. Ἐκεῖνος, παρά τούς φρικτούς πόνους του δέν διαμαρτύρονταν καί δέν βογκοῦσε. Ἀντίθετα ὕψωνε τή φωνή του, ὅσο ἄντεχε καί ἔψελνε ὕμνους στό Θεό! Παρά τήν ἀλγεινή του κατάσταση, ἔδειχνε εὐχαριστημένος καί χαρούμενος, πού ὁ Θεός τόν ἀξίωσε νά ὑφίσταται μαρτύρια γιά τήν ἀγάπη Του! Προσευχόταν ἀδιάκοπα στό Χριστό καί Τόν παρακαλοῦσε: «Κύριε, δέξου με, ἐμένα, τόν ἀρνητή Σου»!
Οἱ χριστιανοί τῆς Χίου, ὅταν ἔμαθαν γιά το Μάρτυρα, γέμισε ἡ ψυχή τους ἀπό χαρά καί ἀγαλλίαση. Ἐκδήλωσαν τή χαρά τους μέ νηστεία καί προσευχή στό Θεό, γιά νά ἐνισχύσει τόν Μάρτυρα καί νά μήν δειλιάσει στά φρικτά βασανιστήρια. Οἱ ναοί λειτουργοῦσαν καθημερινά καί πολλοί ἀψηφῶντας τούς κινδύνους τόν ἐπισκέπτονταν στή φυλακή νά τόν ἐνθαρρύνουν, ἀσπαζόμενοι τίς πληγές του! Μάλιστα τούς ἔδινε ἐκεῖνος κουράγιο καί δύναμη, λέγοντάς τους νά μή λυποῦνται γι’ αὐτόν. «Αὔριο, τούς ἔλεγε, γίνεται ὁ γάμος μου», ἔλεγε χαρακτηριστικά, «νά χαίρεστε ὄχι νά λυπᾶστε καί νά κλαῖτε». Καί τοῦτο διότι προεῖδε τόν θάνατό του καί ζήτησε συγχώρεση ἀπ’ ὅλους. Ἔστειλε ἐπίσης τίς εὐχαριστίες τοῦ σ’ ὅσους τοῦ συμπαραστάθηκαν καί τά σέβη του στούς κληρικούς τῆς Χίου. Ζήτησε νά κοινωνήσει τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων καί γιά μιά ἀκόμη φορά ὁμολόγησε τήν πίστη του στό Χριστό.
Ἔτσι, ὅταν ὁ τοῦρκος κριτής εἶδε ὅτι δέν ὑπῆρχε περίπτωση νά τόν μεταστρέψει, ἐνώπιον τοῦ μουφτῆ τῆς νήσου, ἔβγαλε διαταγή γιά τήν θανάτωσή του, ὅπως προβλέπει τό Κοράνιο γιά τούς ἐξωμότες. Τόν ὁδήγησαν, μέ βρισιές, κλωτσιές καί ραβδισμούς στόν τόπο τῆς ἐκτέλεσης. Ἐκεῖνος, παρ’ ὅλους τούς φρικτούς πόνους του καί τά τσακισμένα πόδια του βάδιζε μέ χαρά καί ἀγαλλίαση γιά το θάνατο, ὁ ὁποῖος ὅμως ἦταν γέννηση στήν πραγματική ζωή. Φαινόταν σάν νά μήν πατᾶ στή γῆ! Βλέποντας τό θέαμα αὐτό οἱ μουσουλμᾶνοι ἀποροῦσαν καί τό ἀπέδιδαν σέ δαιμονική ἐνέργεια! «Τό πῆραν καί τόν σήκωσαν οἱ δαίμονες» ἔλεγαν!
Ὅταν ἔφτασαν στόν τόπο τῆς ἐκτέλεσης, ἕνα πλῆθος ἀπό τούρκους καί χριστιανούς περίμεναν νά δοῦν τήν ἐκτέλεση, Οἱ τοῦρκοι νά ἀπολαύσουν τό θέαμα τῆς θανάτωσης τοῦ «ἀπίστου» καί οἱ Χριστιανοί νά θαυμάσουν τόν ἡρωισμό τοῦ Μάρτυρα. Ὁ ἅγιος γονάτισε μόνος του καί εἶπε στόν δήμιο: «Ἐμπρός κτύπα»! Ἐκεῖνος ἀπό ἀδεξιότητα δέν κατάφερε νά τόν ἀποκεφαλίσει καί ὁ ἅγιος ἔπεσε καταγῆς, περιμένοντας τό ἑπόμενο κτύπημα. Τελικά ὕστερα ἀπό πολλά κτυπήματα κατάφερε νά ἀποκόψει τήν τίμια κεφαλή τοῦ Μάρτυρα. Ἦταν 5 Ἰουνίου 1801, ἡμέρα Τετάρτη. Οἱ κάτοικοι τῆς Χίου κατέκλεισαν τούς ναούς, ψάλλοντες ὠδές στό Θεό, γιά τήν ὁμολογία τοῦ Μάρτυρα. Χωρίς νά λυπηθοῦν τά χρήματα συγκέντρωσαν τό ποσό πού ζητοῦσε ὁ τοῦρκος διοικητής γιά νά τούς δοθεῖ τό τίμιο λείψανό του, τό ὁποῖο εὐωδίαζε καί δέν ἀποσυντίθετο! Τό παρέλαβαν μέ εὐλάβεια καί τό ἔθαψαν μέ τιμές. Κάποιοι πῆγαν στό τόπο τή ἐκτελέσεως καί πῆραν τό ματωμένο χῶμα γιά εὐλογία καί φυλακτό στά σπίτια τους! Τεμάχιο τοῦ ἱεροῦ του λειψάνου βρίσκεται στήν Ἱερά Μητρόπολη Χίου. Ἡ μνήμη του τιμᾶται στίς 5 Ἰουνίου, τήν ἡμέρα τοῦ μαρτυρίου του.
 
 
http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2024/06/5.html#more