– Εἴπατε, Γέροντα, ὅτι θὰ κάνουμε ἕνα συνεργεῖο προσευχῆς. Πότε θὰ γίνη;
 
– Ἀπὸ σᾶς ἐξαρτᾶται… Τὴν ἄλλη φορὰ θὰ δῶ σὲ τί κατάσταση εἶστε καὶ ἀνάλογα… Θὰ κάνουμε πνευμα­τικὸ συνεργεῖο προσευχῆς. Ἂν θὰ γίνεται προσευχὴ μὲ πόνο, ξέρετε τί δύναμη θὰ ἔχη; Θὰ προσεύχεσθε γιὰ τὰ προβλήματα τοῦ κόσμου καὶ ὅσοι ἄνθρωποι ζητοῦν ἐκείνη τὴν ὥρα βοήθεια ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ βρίσκονται στὴν ἴδια συχνότητα, θὰ δέχωνται τὴν βοήθειά Του. Ἐγὼ αἰσθάνομαι τὶς ψυχὲς ποὺ προσεύχονται· σὰν κύματα-κύματα δυνάμεως νιώθω τὴν προσευχή τους. Πολλὲς φορὲς καταλαβαίνω καὶ ποιά ὥρα ἔκανε προ­σευχὴ ἕνας ἄρρωστος καὶ βοηθήθηκε.
 
– Γέροντα, οἱ ψυχὲς γιὰ τὶς ὁποῖες προσεύχεσθε τὸ αἰσθάνονται;
 
– Ναί, αἰσθάνονται ὅτι τὶς «κάνω σεισμό», συγκλο­νίζονται. Ὅταν γίνεται προσευχὴ μὲ πόνο, ἀκόμη καὶ ἄγνωστοι ἄνθρωποι τὸ πληροφοροῦνται.
 
– Γέροντα, πότε ἡ προσευχή μας γιὰ τοὺς ἄλλους εἶναι περισσότερο εὐπρόσδεκτη στὸν Θεό;
 
– Ὅταν τὴν αἰσθανόμαστε. Καὶ τὴν αἰσθανόμαστε, ἂν βάζουμε τὸν ἑαυτό μας στὴν θέση τῶν ἄλλων. Ἂν μποῦμε δηλαδὴ στὴν θέση τῶν ἀρρώστων ἢ τῶν κεκοιμημένων, αὐτὸ θὰ μᾶς βοηθήση νὰ προσευχηθοῦμε μὲ πόνο· ὁ πόνος κατεβαίνει στὴν καρδιὰ καὶ ἡ προσευχή μας γίνεται καρδιακή.
 
– Ὅταν, Γέροντα, εἶμαι πνιγμένη στοὺς λογισμούς, δὲν μπορῶ νὰ προσευχηθῶ.

 
– Γιατί, καλό μου παιδί, κόλλησες στὸν ἑαυτό σου καὶ δὲν σκέφτεσαι καὶ λίγο τὸν κόσμο ποὺ ὑποφέρει; Ξέρεις πόσες οἰκογένειες εἶναι διαλυμένες, πόσα κα­κόμοιρα παιδάκια εἶναι ἐγκαταλελειμμένα στοὺς δρό­μους ἢ σὲ ἱδρύματα δίχως στοργή; Πόσοι αὐτὴν τὴν στιγμὴ φωνάζουν: «βοήθεια, βοήθεια!», καὶ δὲν ὑπάρχει κανεὶς κοντά τους νὰ τοὺς βοηθήση; Πόσοι βουλιάζουν στὸ πέλαγος, πόσοι αὐτοκτονοῦν, πόσοι ὑποφέρουν; Τόσοι ἄνθρωποι ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ τὶς προσευχὲς τῶν μοναχῶν, κι ἐμεῖς νὰ χάνουμε τὸν πολύτιμο χρόνο μας μὲ μπανταλοὺς λογισμοὺς ἢ παιδικὰ παράπονα καὶ νὰ μὴν κάνουμε οὔτε τὰ πνευματικά μας καθήκοντα ὅπως πρέπει; Κοίταξε νὰ βγῆς ἀπὸ τὸν ἑαυτό σου καὶ νὰ κάνης δικό σου τὸν πόνο τῶν ἄλλων. Ἔτσι καὶ εἰρήνη θὰ βρῆς, καὶ μισθὸ θὰ ἔχης ἀπὸ τὸν Θεό, καὶ βοή­θεια θὰ προσφέρης στοὺς ἄλλους.
 
Ὅταν ἤμουν στὴν Μονὴ Φιλοθέου, ἡ ὁποία τότε ἦταν ἰδιόρρυθμη, μιὰ νύχτα, ἐνῶ ἀγρυπνοῦσα στὸ κελλί, ἀντιλήφθηκα πὼς κάποιος ἦρθε ἔξω ἀπὸ τὸ μονα­στήρι καὶ εἶχε ἀνάγκη. Ἦταν ἕνας ταλαίπωρος ἄνθρωπος ποὺ εἶχε καὶ δαιμόνιο. Ἡ πόρτα τῆς μονῆς ἔκλεινε μὲ τὴν δύση τοῦ ἡλίου καὶ ἄνοιγε τὴν ἄλλη μέρα τὸ πρωί. «Τί νὰ κάνω τώρα; εἶπα. Νὰ μποροῦσα νὰ τοῦ δώσω κάτι νὰ φάη. Πῶς νὰ περιμένη νηστικὸς μέχρι τὸ πρωί;». Τότε μοῦ ἦρθε μιὰ σκέψη. Πῆγα, πῆρα μερικὰ τρόφιμα[1], τὰ ἔβαλα μέσα σὲ ἕνα καλαθάκι, τὸ ἔδεσα μὲ ἕνα σχοινὶ καὶ τὸ κατέβασα ἀπὸ τὸ παράθυ­ρό μου ποὺ ἔβλεπε ἔξω ἀπὸ τὴν μονή. Ἦταν τέτοια ἡ κατάστασή του, ποὺ δὲν μποροῦσα μετὰ νὰ ἡσυχάσω. Ὅλη τὴν νύχτα προσευχόμουν μὲ πόνο. «Θεέ μου, ἔλε­γα, ἐγὼ αὐτὸ μποροῦσα νὰ κάνω· δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ Σὲ παρακαλέσω νὰ βοηθήσης τὸ πλάσμα Σου. Ἀλλὰ δὲν εἶναι κρίμα νὰ ταλαιπωρῆται ἐξ αἰτίας μου;». Τὸ πρωὶ ποὺ ἄνοιξε τὸ μοναστήρι καὶ μπῆκε ὁ ἄνθρωπος μέσα, εἶχε γίνει καλά. Προσκύνησε στὸν ναὸ καὶ δόξαζε τὸν Θεό. Ὁ Καλὸς Θεὸς τὸν λυπήθηκε καὶ τὸν ἀπάλλαξε ἀπὸ τὸ δαιμόνιο.
 
– Γέροντα, ὅταν προσεύχεται κάποιος γιὰ ἕναν πο­νεμένο ἄνθρωπο, ὁ νοῦς πάει στὸν Χριστὸ ἢ στὸν πόνο τοῦ ἀνθρώπου;
 
– Ἀπὸ τὸν Χριστὸ δὲν ζητάει βοήθεια; Ξεκινάει ἀπὸ τὸν πόνο τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ γυρίζει στὸν Χριστό.
 
– Ὅταν, Γέροντα, ἡ καρδιά μου εἶναι σκληρή, θυμᾶμαι τὶς διάφορες δυσκολίες ποὺ ἔχω περάσει καὶ ζητῶ ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ βοηθήση ὅσους περνοῦν παρό­μοιες δυσκολίες.
 
– Καλὸ εἶναι αὐτό. Νὰ τὸ κάνης, ἀφοῦ ἔτσι καταλα­βαίνεις περισσότερο τὸν ἄλλον καὶ συμπάσχεις μαζί του. «Θεέ μου, νὰ λές, ὅπως εὐεργέτησες ἐμένα τόσο πολύ, βοήθησε καὶ τὸν ἀδελφό μου, ποὺ εἶναι καλύτε­ρος ἀπὸ μένα».
 
– Ὅταν, Γέροντα, προσεύχωμαι γιὰ τὴν σωτηρία μιᾶς ψυχῆς καὶ παράλληλα παρακαλῶ τὸν Θεὸ νὰ μὴν ἐπιτρέψη νὰ κακοπαθήση, μήπως δὲν εἶναι σωστό;
 
– Ὄχι, εὐλογημένη, καὶ αὐτὸ μέσα στὸν πόνο εἶναι. Ὁ Θεὸς συγκινεῖται, ὅταν αὐτὸς ποὺ προσεύχεται ἔχη μέσα του ἀγάπη γιὰ τὸν πλησίον, ἀλλὰ τελικὰ ὁ Θεὸς θὰ κάνη αὐτὸ ποὺ συμφέρει στὴν ψυχή.
 
 
Ἀπὸ τὸ βιβλίο Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου ΛΟΓΟΙ ΣΤ’ «Περὶ προσευχῆς»
______________________________
 
[1] Ὁ Γέροντας στὴν Ἱερὰ Μονὴ Φιλοθέου γιὰ ἕνα διάστημα ἦταν δοχειάρης, δηλαδὴ ὑπεύθυνος γιὰ τὴν παραλαβή, ἀποθήκευ­ση καὶ διανομὴ τῶν τροφίμων.
http://ethnegersis.blogspot.com/2023/07/blog-post_12.html#more