Μοῦ ἔλεγε, μιὰ μέρα: «Ἐγὼ δὲν εἶμαι μάγος, δὲν εἶμαι προφήτης. Δὲν λέω ὅτι εἶδα τὴν Παναγία, ὅτι θὰ γίνει πόλεμος. Ἐγὼ εἶμαι ἕνας μεγάλος ἁμαρτωλὸς καὶ προσεύχομαι ταπεινὰ στὸν Χριστό, νὰ μὲ ἐλεήσει». 

 Ἡ τελευταία φράση του ἀποτελοῦσε τὸ μεγαλύτερο θαῦμα τῆς ζωῆς του, ἐμεῖς ὅμως δὲν τὸ βλέπαμε. Μ᾿ αὐτὸ τὸ θαῦμα, ἀνέβηκε ἀθόρυβα καὶ μυστικά, ἕνα ἕνα τα σκαλοπάτια τῆς ἁγιότητος.
Ἀξιώθηκε ν᾿ ἀκούσει τὴν φωνὴ τοῦ Χριστοῦ: «ὑμεῖς φίλοι μού ἐστε, ἐὰν ποιῆτε ὅσα ἐγὼ ἐντέλλομαι ὑμῖν. Οὐκέτι ὑμᾶς λέγω δούλους, ὅτι ὁ δοῦλος οὐκ οἶδε τί ποιεῖ αὐτοῦ ὁ κύριος· ὑμᾶς δὲ εἴρηκα φίλους, ὅτι πάντα ἃ ἤκουσα παρὰ τοῦ πατρός μου ἐγνώρισα ὑμῖν».
Τὰ ἀποτελέσματα τῆς τελειώσεως τῆς ἀγάπης του, γίνονταν γνωστά, ὅλο καὶ σὲ περισσότερους, ποὺ συνέρρεαν στὸ Μοναστήρι του.
 Ἀπὸ τὸ βιβλίο “Κοντὰ στὸν Γέροντα Πορφύριο”.
https://paraklisi.blogspot.gr/2017/06/blog-post_483.html