“Ὁ δάσκαλος ὅμως δέ διδάσκει μόνο μέ λόγια, ἀλλά καί μέ ἔργα, γιατί αὐτή εἶναι ἡ ἄριστη διδασκαλία τοῦ δασκάλου. Γιατί καί ὁ κυβερνήτης, ὅταν βάζει δίπλα του τό μαθητή, τοῦ δείχνει βέβαια πώς νά κρατάει τό τιμόνι, ἀλλά προσθέτει καί λόγια στήν πράξη, καί δέ λέγει μόνο, οὔτε ἐργάζεται μόνο.
Τό ἴδιο καί ὁ οἰκοδόμος, ἀφοῦ τοποθετήσει δίπλα του ἐκεῖνον πού θέλει νά μάθει πῶς χτίζεται ὁ τοῖχος, τοῦ δείχνει βέβαια μέ τήν πράξη, τοῦ δείχνει ὅμως καί μέ λόγια. Τό ἴδιο κάνει καί ὁ ὑφαντής καί κεντητής καί χρυσοχόος καί χαλκουργός, καί κάθε τέχνη ἔχει τό δάσκαλό της καί μέ λόγια καί μέ ἔργα.
Ἐπειδή λοιπόν καί ὁ Χριστός ἦρθε νά μᾶς διδάξει κάθε ἀρετή, γι’ αὐτό καί λέγει νά κάνουμε καί τά κάμνει ὁ ἴδιος. Γιατί λέγει “ὅποιος ἔκαμε καί δίδαξε, αὐτός θά ὀνομασθεῖ μεγάλος στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν” (Ματθ. ε΄ 19).
Πρόσεχε ὅμως, πρόσταξε νά εἴμαστε ταπεινόφρονες καί πρᾶοι καί τά δίδαξε αὐτά μέ τά λόγια, Βλέπε πῶς τά διδάσκει αὐτά καί μέ τίς πράξεις. Γιατί λέγοντας, “μακάριοι εἶναι οἱ ταπεινόφρονες, μακάριοι οἱ πρᾶοι” (Ματθ. ε΄ 3-5), δείχνει πῶς πρέπει νά κατορθώνουμε αὐτά. Πῶς λοιπόν δίδαξε; Πῆρε μιά ποδιά καί ζώσθηκε μ’ αὐτή, καί ἔπλυνε τά πόδια τῶν μαθητῶν του (Ἰωάν. ιγ΄ 4-5). Τί εἶναι ἴσο μέ τήν ταπεινοφροσύνη αὐτή; Γιατί δέν τή διδάσκει πιά μόνο μέ τά λόγια, ἀλλά καί μέ τά ἔργα. Ἐπίσης τήν πραότητα καί τήν ἀνεξικακία τά διδάσκει μέ τά ἔργα. Πῶς; Δέχθηκε ράπισμα ἀπό τό δοῦλο τοῦ ἀρχιερέα καί λέγει “ἄν εἶπα κάτι κακό, πές ποιό ἦταν αὐτό, ἄν ὅμως μίλησα συνετά, γιατί μέ δέρνεις;” (Ἰωάν. ιη΄ 23). Πρόσταξε νά προσευχόμαστε γιά τούς ἐχθρούς μας. Καί αὐτό πάλι τό διδάσκει μέ τά ἔργα, γιατί ὅταν ἀνέβηκε πάνω στό σταυρό λέγει “Πατέρα, συγχώρησέ τους, γιατί δέν ξέρουν τί κάνουν” (Λουκ. κγ΄ 34). Ὅπως λοιπόν ἔδωσε ἐντολή νά προσευχόμαστε, ἔτσι καί ὁ ἴδιος προσεύχεται, γιά νά διδάξει ἐσένα νά προσεύχεσαι, γιατί καί ὁ ἴδιος δέν παύει νά συγχωρεῖ.
Ἐπίσης διέταξε νά εὐεργετοῦμε ὅσους μᾶς μισοῦν καί νά ὠφελοῦμε ὅσους μᾶς βλάπτουν… Ἔλεγε πάλι στούς μαθητές του “μή πάρετε στό ζωνάρι σας χρυσό ἤ ἀσημένιο ἤ χάλκινο νόμισμα” (Ματθ. ι΄ 9), μέ σκοπό νά τούς προετοιμάσει στήν ἀκτημοσύνη.
Κατά τόν ἴδιο τρόπο τούς ἐδίδαξε πάλι καί νά προσεύχονται… Ἀλλ’ ὄχι μόνο νά προσεύχονται, ἀλλά ἔπρεπε νά μάθουν καί πῶς πρέπει νά προσεύχονται. Γι’ αὐτό λοιπόν τούς παρέδωσε καί προσευχή πού ἔχει ὡς ἐξῆς· “Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς…” (Ματθ. στ΄ 9-13).
Ἐπειδή λοιπόν διέταξε νά προσεύχονται “μή εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν”, αὐτό ἀκριβῶς τό ἴδιο τούς διδάσκει μέ τήν πράξη, λέγοντας “Πάτερ, εἰ δυνατόν, παρελθέτῳ ἀπ’ ἐμοῦ τό ποτήριον τοῦτο”, διδάσκοντας ὅλους τούς πιστούς νά μήν ὁρμοῦν στούς κινδύνους, οὔτε νά χάνουν τό θάρρος τους, ἀλλά νά τούς ὑπομένουν ὅταν ἐπέρχονται καί νά δείχνουν κάθε ἀνδρεία, ὅμως νά μήν τρέχουν ἀπό πρίν, οὔτε νά ὁρμοῦν πρῶτοι στά δεινά. Γιατί; Γιά νά τούς διδάξει τήν ταπεινοφροσύνη καί νά τούς ἀπαλλάξει ἀπό τίς κατηγορίες τῆς ματαιοδοξίας. Γι’ αὐτό ἀκριβῶς καί ἐδῶ ὅταν ἔλεγε αὐτά “ἀπομακρύνθηκε”, λέγει, “καί προσευχήθηκε” καί ὕστερα ἀπό τήν προσευχή λέγει στούς μαθητές τά ἐξῆς: “δέν μπορέσατε οὔτε μία ὥρα νά μείνετε ξάγρυπνοι μαζί μου; Μένετε ξάγρυπνοι καί προσεύχεστε, γιά νά μήν πέσετε σέ πειρασμό” (Ματθ. κστ΄ 40, 41). Βλέπεις ὅτι δέν προσεύχεται μόνο ἀλλά καί συμβουλεύει; “Τό πνεῦμα εἶναι πρόθυμο”, λέγει, “ἀλλά ἡ σάρκα ἀδύναμη”. Καί αὐτό τό ἔλεγε γιά νά διώξει τήν ὑπερηφάνεια ἀπό τήν ψυχή τους, νά τούς ἀπαλλάξει ἀπό τήν ἀλαζονεία, νά τούς κάνει προσεκτικούς, καί νά τούς καταστήσει μετριόφρονες.”