Περί της πνευματικής τελειότητας (Κεφάλαια11,12,13)
————————————————————————————————————
Oι πρώτες θείες εντολές, η αγάπη και ο φόβος του Θεού, είναι τα θεμέλια της πνευματικής μας οικοδομής.
Με τη βοήθεια της θείας χάρης, οι δύο αυτές αρετές καταφέρνουν να κάνουν περιεχόμενο της καρδιάς μας την αδιάκοπη μνήμη του Θεού.
Η αγάπη αυξάνεται μέρα με τη μέρα και προκόβουμε πνευματικά, όταν τη ζητάμε ακατάπαυστα από τον Κύριο.  “Κύριε πρόσθες ημίν πίστιν” και αγάπη.
Καλός ζήλος, σθένος, αγώνας και φροντίδα επίσης, μάς κάνουν ικανούς να αποκτήσουμε τη θεία αγάπη, που είναι μία δωρεά του Χριστού.
Από αυτή ξεκινάει και η δεύτερη εντολή, η αγάπη προς τον πλησίον.Διότι πνευματικός νόμος είναι να φροντίζουμε τις εντολές του Θεού με σειρά προτεραιότητας. Τα πρώτα προηγούνται τα δεύτερα έπονται.
Αγαθή προαίρεση, εσωτερική λαχτάρα για τον Θεό και σωστή τοποθέτηση απέναντι στον θείο νόμο μαζί με τη θεία χάρη συντελούν στη μεγέθυνση της αγάπης μέσα μας.

Αντίθετα όσοι θεωρούν αγάπη την αφοσίωση στην εξωτερική διακονία και τις καλές πράξεις μόνο δεν γίνεται να  ασκήσουν καθαρά και σωστά την αγάπη.

Διότι χωρίς τα πρώτα, δηλαδή την αγάπη, τη μνήμη και την αναζήτηση του Θεού, η κακία βρίσκει έρημο το πεδίο της ψυχής, οπότε συμβαίνουν δύο δυσάρεστες εξελίξεις:
  • Ή ο πιστός βρίσκει κοπιαστικές τις προσταγές του Θεού, συσσωρεύοντας στην ψυχή του λύπες, γογγυσμούς και κατηγορίες κατά της διακονίας των αδελφών του
  • ή εξαπατάται και φουσκώνει με την ιδέα ότι είναι τάχα ενάρετος και θεωρεί τον εαυτό του σπουδαίο, τέλειο τηρητή των θείων εντολών και άξιο τιμών.
Στη δεύτερη περίπτωση αμαρτία είναι ότι έκρινε μόνος τον εαυτό του, μη περιμένοντας να τον κρίνει αληθινά ο Κύριος. Δεν είναι σωστό να δικαιώνουμε μόνοι τον εαυτό μας. Ο Απόστολος Παύλος τονίζει πως δόκιμος (άξιος) είναι εκείνος που τον συστήνει ο Κύριος και όχι αυτός που αυτοσυστήνεται.
Είμαστε γνήσια τέκνα του Θεού, όταν το Άγιο Πνεύμα επικυρώνει την καλή κρίση για μας και δίνει τότε κοινή μαρτυρία με το δικό μας πνεύμα.
Είναι παράβαση της  εντολής του Κυρίου να κυνηγάμε τη δόξα και τον έπαινο εκείνων που υπηρετούμε. Αυτό συμβαίνει όταν έχουμε απογυμνωθεί από τη μνήμη και τον φόβο του Θεού. Χαρακτηρίζει ‘απιστους ο Χριστός όσους δέχονται δόξα ο ένας από τον άλλον και δεν ζητούν τη δόξα από τον μοναδικό Θεό.
Θέλει αγώνα, κόπο και αδιάκοπη επιμέλεια όλων των αρετών η επίτευξη της αγάπης προς τον Θεό. Γιατί ο εχθρός εμποδίζει τον νου να προσηλώνεται στον Θεό και του γεννάει γήινες επιθυμίες.
Διότι ο εχθρός εξολοθρεύεται όταν ο νους απερίσπαστος  βυθίζεται στην αγάπη και τη μνήμη του Θεού.
Τότε μπορεί να γεννηθούν οι αρετές:
η αγάπη στον πλησίον, η απλότητα, η πραότητα, η ταπείνωση, η ακεραιότητα, η αγαθότητα, η προσευχή και γενικά όλο το μπουκέτο των αρετών που αντλεί την ομορφιά του από την πρώτη εντολή που είναι η αγάπη στον Θεό. Από αυτήν ξεκινούν όλα τα χαρίσματα και σε αυτήν καταλήγουν.
  • Γι΄αυτό έχουμε ανάγκη από αγώνα και πόνο κρυφό.
  • Από εξέταση και έλεγχο των λογισμών μας.
  • Από εκγύμναση των αισθητήρων της ψυχής για να διακρίνουν το καλό από το κακό.
  • Από ενδυνάμωση των καταπονημένων μελών της ψυχής. Από ανάταση του νου προς τον Θεό.
  • Γιατί μόνο τότε ο πιστός έχει ελπίδα, όντας προσκολημμένος στον Θεό, να γίνει ένα πνεύμα με τον Κύριο.

Ελεύθερη απόδοση

++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++
ΑΓΙΟΣ ΜΑΚΑΡΙΟΣ Ο ΑΙΓΥΠΤΙΟΣ
Περί της πνευματικής τελειότητας
Απόδοση του πρωτοτύπου στη Νεοελληνική
11. Ο καθένας πού θέλει να χαραχθούν επάνω του τα καλά ήθη, πρέπει πριν από κάθε άλλο και παντού να επιδιώκει τον φόβο του Θεού και την ιερή αγάπη, η οποία είναι πρώτη και μεγαλύτερη εντολή. Και να την ζητεί από τον Κύριο ακατάπαυστα να την κάνει περιεχόμενο της καρδιάς του και έτσι με τη συνεχή και αδιάκοπη μνήμη του Θεού, προκόβοντας μέρα τη μέρα με τη χάρη, να προσθέτει σ΄ αυτήν και να την αυξάνει.
 Γιατί με τον ζήλο και το σθένος, τη φροντίδα και τον αγώνα, γινόμαστε ικανοί να αποκτήσομε την αγάπη του Θεού, η οποία διαμορφώνεται μέσα μας με τη χάρη και τη δωρεά του Χριστού. Από αυτήν κατορθώνομε εύκολα και τη δεύτερη εντολή, δηλαδή την αγάπη προς τον πλησίον.
Γιατί τα πρώτα πρέπει να μπαίνουν μπροστά και να τα φροντίζομε περισσότερα από τα άλλα, και κατόπιν τα δεύτερα ακολουθούν τα πρώτα. Αν τώρα κανείς παραμελήσει την πρώτη και μεγάλη εντολή, δηλαδή την αγάπη προς το Θεό, -η οποία συγκροτείται από την εσωτερική μας διάθεση, την αγαθή συνείδηση και τα ορθά περί Θεού φρονήματα, συνάμα δε και από τη θεία βοήθεια-, και από τη δεύτερη θέλει μόνο στην εξωτερική επιμέλεια της διακονίας να αφοσιωθεί, είναι αδύνατο να την ασκήσει σωστά και καθαρά.
Γιατί όταν η κακία βρει το νου έρημο από τη μνήμη και την αγάπη και την αναζήτηση του Θεού, η κάνει να φαίνονται δύσκολα και κοπιαστικά τα θεια προστάγματα, συνδαυλίζοντας στην ψυχή γογγυσμούς και λύπες και κατηγορίες εναντίον της διακονίας των αδελφών, η τον εξαπατά με την ιδέα ότι είναι τάχα ενάρετος και τον φουσκώνει και τον παραπείθει να θεωρεί τον εαυτό του άξιο τιμής και σπουδαίο και τέλειο τηρητή των εντολών.
12. Όταν ο άνθρωπος νομίσει ότι επιμελείται άριστα τις εντολές (του Θεού), τότε είναι φανερό ότι αμαρτάνει και παραβαίνει την εντολή, γιατί έκρινε ο ίδιος τον εαυτό του και δεν περίμενε Εκείνον πού κρίνει αληθινά.
Όταν το Πνεύμα του Θεού δίνει κοινή μαρτυρία με το δικό μας πνεύμα, σύμφωνα με το ρητό του Παύλου, τότε είμαστε αληθινά άξιοι του Χριστού και τέκνα Θεού· όχι όμως όταν από τη δική μας ιδέα δικαιώσουμε τον εαυτό μας.
Γιατί, όπως λέει ο Απόστολος, δεν είναι δόκιμος εκείνος πού αυτοσυστήνεται, αλλά εκείνος πού τον συστήνει ο Κύριος.
Όταν ο άνθρωπος είναι γυμνός από τη μνήμη και το φόβο του Θεού, τότε είναι αναπόφευκτο να έχει έρωτα για τη δόξα και να κυνηγά τον έπαινο εκείνων τούς οποίους υπηρετεί. Αυτός όμως ελέγχεται ως άπιστος από τον Κύριο, όπως προείπαμε. «Πως μπορείτε, λέει, να πιστεύετε σεις πού δέχεστε δόξα ο ένας από τον άλλον και δε ζητάτε τη δόξα από τον μόνο Θεό;».
13. Με μεγάλο αγώνα και κόπο του νου, με σεμνές έννοιες και με συνεχή φροντίδα όλων των καλών κατορθώνεται η αγάπη προς το Θεό, όπως προείπαμε.
Και αυτό γιατί ο εχθρός εμποδίζει τον νου και δεν τον αφήνει να προσηλώνεται στον θειο έρωτα με τη μνήμη των καλών, αλλά του ερεθίζει την αίσθηση προς τις γήινες επιθυμίες.
Γιατί ο θάνατος του εχθρού και η αγχόνη του, μπορούμε να πούμε, είναι όταν ο νους χωρίς περισπασμό ενδιατρίβει στην αγάπη και στη μνήμη του Θεού.
Από αυτό μπορεί να γεννηθεί
και η ειλικρινής αγάπη του πλησίον· επίσης
και η αληθινή απλότητα,
η πραότητα,
η ταπείνωση,
η ακεραιότητα,
 η αγαθότητα
και η προσευχή
και γενικά όλο το πανέμορφο στεφάνι των αρετών, από τη μία και μόνη και πρώτη εντολή, την αγάπη προς το Θεό, αντλεί την τελειότητα.
Έχουμε λοιπόν ανάγκη από μεγάλο αγώνα και πόνο κρυφό και εσωτερικό,
από έρευνα των λογισμών
και γύμναση των εξασθενημένων αισθητηρίων της ψυχής
για να διακρίνουν το καλό και το κακό και από ενδυνάμωση και αναζωπύρωση των καταπονημένων μελών της ψυχής με την επιμελή ύψωση του νου προς τον Θεό. Γιατί όταν ο νους μας συνεχώς  προσκολλάται με τέτοιο τρόπο στο Θεό, θα γίνει ένα πνεύμα με τον Κύριο, σύμφωνα με το ρητό του Παύλου.