Κήρυγμα 9/5/22
Ἐκεῖνος ποὺ ἀδικεῖται ἀπὸ κάποιον καὶ δὲν ἐπιζητεῖ ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ τὸν ἀδίκησε τὸ ὀφειλόμενο, τὸ πρέπον, αὐτὸ ποὺ τοῦ ἀνήκει, ἐμπιστεύεται τὸν Χριστό· ἐμπιστεύεται στὸν Χριστὸ γιὰ ἐκεῖνο τὸ μέρος ποὺ ἀδικήθηκε, καὶ λαμβάνει ἑκατονταπλάσια στὸν παρόντα χρόνο καὶ τὴν αἰώνια ζωὴ κληρονομεῖ. «Ὁ ἀδικούμενος παρά τινος, καὶ μὴ παραζητῶν τῷ ἀδικοῦντι τὸ δέον, ἐκείνῳ τῷ μέρει πιστεύει τῷ Χριστῷ, καὶ ἑκατονταπλασίονα λαμβάνει ἐν τῷ αἰῶνι τούτῳ, καὶ ζωὴν αἰώνιον κληρονομεῖ». Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δὲν ζητάει τὸ δίκιο του, ἀλλὰ ἐμπιστεύεται, τὰ ἀφήνει ὅλα στὸν Χριστό, αὐτὸς φανερώνει ὅτι ἔχει ἀληθινή, ζωντανὴ πίστη. Καὶ αὐτός, ὅπως λέει ὁ Ἀββᾶς Μάρκος ὁ Ἀσκητὴς στὸ ἀπόφθεγμα ποὺ μόλις προηγουμένως διαβάσαμε, αὐτὸς λαμβάνει ἐν τῷ αἰῶνι τούτῳ ἑκατονταπλασίονα, ἀλλὰ καὶ κληρονομεῖ τὴν αἰώνια ζωή.
 
«Ἡ ἀνθρώπινη δικαιοσύνη» ἔλεγε καὶ ὁ Ἅγιος Παΐσιος, «δὲν εἶναι γιὰ τοὺς πνευματικοὺς ἀνθρώπους. Ὁ πνευματικὸς ἄνθρωπος εἶναι ἀνόητος ἄν ἀποβλέπει σ’ αὐτήν, γιατὶ μπροστὰ στὴν θεία δικαιοσύνη, ἡ ἀνθρώπινη εἶναι μηδέν. Ἀλλὰ καὶ ὁ κοσμικὸς ἄνθρωπος ἄν πετύχει κάτι σ’ αὐτὴ τὴ ζωὴ ἐφαρμόζοντας τὴν ἀνθρώπινη δικαιοσύνη, δὲν θὰ ἔχει τὴν πραγματικὴ χαρὰ καὶ ἀνάπαυση. Ἡ ἀληθινὴ χαρὰ καὶ ἀνάπαυση ἔρχεται ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀφήνεται μὲ πίστη στὸν Θεό. Ἐμπιστεύεται τὸν Θεὸ καὶ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος βρίσκει ἀληθινὰ τὸ δίκιο του, καὶ μάλιστα ἑκατονταπλάσιο καὶ σ’ αὐτὴν τὴν ζωή, ἀλλὰ καὶ κερδίζει τὴν αἰώνια ζωή. Ἐκεῖνος ποὺ ἀποβλέπει στὴν ἀνθρώπινη δικαιοσύνη» λέει πάλι ὁ Ἅγιος Παΐσιος, «θέλει νὰ βρεῖ τὸ δίκιο του, εἶναι ἀνόητος. Καὶ περισσότερο ἀνόητος εἶναι ἐκεῖνος ποὺ δὲν ξεχνάει τὶς ἀδικίες ποὺ τοῦ ἔκαναν οἱ ἄλλοι.Ὅλα αὐτὰ γιατὶ τὶς ἀδικίες ὁ Θεὸς μᾶς τὶς φυλάει τοκισμένες στὸ οὐράνιο ταμιευτήριό Του. Ὁ Θεὸς μᾶς ἔχει πεῖ ὅτι ἄν συγχωρέσουμε, θὰ συγχωρεθοῦμε. Καὶ ἄν ἀδικηθοῦμε καὶ δὲν ἐκδικήσουμε τὸν ἀδικοῦντα ἡμᾶς, θὰ πάρουμε συγχώρηση γιὰ τὶς δικές μας ἀδικίες καὶ ἁμαρτίες ἀπὸ τὸν Θεό. Ἡ ἀνθρώπινη δικαιοσύνη λέει: ἔσφαλες; Πρέπει νὰ τιμωρηθεῖς. Ἡ θεία δικαιοσύνη λέει: ἀναγνωρίζεις τὸ λάθος σου καὶ μετανοεῖς; Συγχωρεῖσαι. Βλέπεις» λέει ὁ Ἅγιος Παῒσιος, «ἀκόμα καὶ ἀπὸ τὸν ἀνθρώπινο νόμο δικάζεται μὲ ἐπιείκεια κάποιος ποὺ κάνει ἕνα ἔγκλημα, ὅταν μετανοεῖ εἰλικρινά, καὶ πάει μόνος του καὶ τὸ ὁμολογεῖ ἐνῷ δὲν ὑπάρχει καμμιὰ ὑποψία γιὰ τὸ πρόσωπό του. Καὶ ἄν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους δικάζεται μὲ ἐπιείκεια, πόσο μάλλον ἀπὸ τὸν δικαιοκρίτη καὶ φιλεύσπλαχνο Θεό. Εἴμαστε στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς μᾶς παρακολουθεῖ μὲ ἀκρίβεια καὶ γνωρίζει τὴν καρδιὰ τοῦ καθενός. Δὲν θὰ μᾶς ἀδικήσει, ἀφοῦ ὑπάρχει θεία δικαιοσύνη, καὶ θεία ἀνταπόδοση καὶ ὁ Θεὸς μᾶς ἀγαπάει, τὸ κυριότερο ἀπὸ ὅλα. Ὅ,τι καλὸ κάνει κανεὶς δὲν χάνεται. Γι’ αὐτὸ εἶναι χαμένος, τελείως λειψὸς ὅποιος ζητάει νὰ δικαιωθεῖ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους».
«Δὲν μπορεῖς» διαβάζουμε πάλι στὴν Πατερικὴ Συλλογὴ Φῶς στὰ φῶτα· «δὲν μπορεῖς» λέει ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος, «νὰ βρεῖς μόνος τὸ δίκιο σου. Ὅσο μπορεῖ ὁ Θεὸς θὰ σοῦ τὸ ἀνταποδώσει, ἄν τὸ ἀναθέσεις σ’ Αὐτόν». Γι’ αὐτὸ καὶ λέγει ἐδῶ ὁ Αββᾶς Μάρκος ὅτι αὐτὸς ποὺ ἀδικεῖται καὶ δὲν ζητάει ἐκεῖνο ποὺ τοῦ ἁρμόζει, ἐκεῖνο ποὺ τοῦ ὀφείλεται ἀπὸ αὐτὸν ποὺ τὸν ἀδικεῖ, αὐτὸς ἐμπιστεύεται εἰς τὸν Χριστὸν καὶ λαμβάνει ἑκατονταπλάσια· παίρνει πολὺ περισσότερο ἀπὸ ὅ,τι δικαιοῦται σ’ αὐτὴ τὴ ζωή, ἀλλὰ συνάμα κληρονομεῖ καὶ τὴν αἰώνια ζωή.
 
«Ὁ κόσμος» λέει ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος Μπραντσιανίνωφ, «δὲν δικαίωσε τὸν σαρκωμένο Θεό, καὶ ζητᾶμε νὰ δικαιώσει ἐμᾶς;». Ἄς ἀπαρνηθοῦμε λοιπὸν τὴν δικαίωση, τὴν τιμή, τὴν δόξα τοῦ κόσμου, ἄς τὴν θάψουμε κάτω ἀπὸ τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι πράγματι πολὺ σοφὸ τὸ ἐπιχείρημα τοῦ Ἁγίου Ἰγνατίου· γιὰ τὸν Θεὸ δὲν δικαίωσαν οἱ ἄνθρωποι καὶ τὰ ἀνθρώπινα δικαστήρια, καὶ οἱ ἄνθρωποι/δικαστὲς δὲν περιμένουμε νὰ δικαιώσουν ἐμᾶς.
 
«Ὅταν ἔχουμε δίκιο σὲ κάτι» λέει καὶ ἕνας σύγχρονος Γέροντας Ἁγιορείτης, «μιὰ φορὰ μόνο θὰ μιλήσουμε γι’ αὐτό. Ἄν εἰσακουστοῦμε, ἔχει καλῶς. Ἄν ὄχι, σωπαίνουμε καὶ προσευχόμαστε νὰ φωτιστοῦν οἱ νόες τῶν ἄλλων γιὰ τὸ θέμα αὐτό. Δὲν ἐπιμένουμε, γιατὶ αὐτὸ δὲν ἔχει ταπείνωση».
 
«Νά πῶς πρέπει κανεὶς νὰ ὑπερασπίζεται τὴν δικαιοσύνη» λέει καὶ ὁ Γέροντας Θαδδαῖος τῆς Βιτόβνιτσας· «ὄχι μὲ λόγια, γιατὶ τὰ λόγια ἐρεθίζουν τοὺς ἄλλους, ἀλλὰ νὰ στρεφόμαστε μὲ τὴν προσευχὴ στὸν Κύριο ποὺ εἶναι ἡ πηγὴ τῆς δικαιοσύνης καὶ τότε, ὅλα τακτοποιοῦνται», καὶ αὐτὸ εἶναι πράγματι πάρα πολὺ σοφό. Ὁ ἀληθινὰ ταπεινὸς ἄνθρωπος ὅταν ἀδικεῖται, στρέφεται πρὸς τὸν Θεό· τὰ ἀφήνει ὅλα εἰς τὸν Θεὸ καὶ ὁ Θεὸς τακτοποιεῖ τὰ πάντα μὲ τέλειο τρόπο. «Ὅσο πιὸ πνευματικὸς ἄνθρωπος» λέει ὁ Ἅγιος Παῒσιος, «εἶναι κάποιος, τόσα λιγότερα δικαιώματα ἔχει σ’ αὐτὴν τὴν ζωὴ ἐνῷ ὁ ὑπερήφανος ἔχει μόνο δικαιώματα. Ἐμεῖς οἱ Χριστιανοὶ τὰ δικαιώματά μας τὰ ἔχουμε πάνω στὸν οὐρανό· μᾶς τὰ φυλάει ὁ Θεὸς στὸ οὐράνιο ταμιευτήριο».
 
«Προσέχετε τὸν ἐγωϊσμὸ» ἔλεγε καὶ ὁ Ἅγιος Νεκτάριος, «ποὺ κρύβεται κάτω ἀπὸ τὴν μορφὴ τοῦ δικαιώματος». Σήμερα, οἱ ἄνθρωποι ζητοῦν τὰ δικαιώματά τους καὶ τελικὰ τὰ χάνουν ὅλα. Ἄν ζητᾶμε τὰ δικαιώματα τοῦ Θεοῦ, τότε πραγματικὰ εἴμαστε ταπεινοί καὶ κερδίζουμε τὰ πάντα. «Ὁ ἄνθρωπος» λέει ὁ Ἅγιος Ἀμφιλόχιος Μακρῆς, «ὅταν δὲν ζητάει τὰ δικαιώματά του, θὰ φωτίσει ὁ Θεὸς τὸν ἄλλον νὰ τοῦ τὰ δώσει».
 
Ἄς ἀκολουθήσουμε λοιπὸν αὐτὲς τὶς συμβουλὲς τῶν Ἁγίων μας Πατέρων καὶ ἄς μὴν ζητᾶμε τὸ δίκαιό μας. Ἄς μὴν ἐκδικούμαστε καὶ ἄς μὴν καταφεύγουμε στὰ ἀνθρώπινα δικαστήρια. Λέγει ὁ Κύριος, «καὶ τῷ θέλοντί σοι κριθῆναι καὶ τὸν χιτῶνα σου λαβεῖν, ἄφες αὐτῷ καὶ τὸ ἱμάτιον» (Ματθ. 5, 40)· νὰ εἶσαι ἕτοιμος νὰ χάσεις καὶ αὐτὸ ποὺ σοῦ ἀνήκει προκειμένου νὰ διαφυλάξεις τὴν ἀγάπη, σ’ ἐκεῖνον ποὺ θέλει νὰ σὲ ὁδηγεῖ στὰ δικαστήρια γιὰ νὰ σοῦ πάρει τὸ πουκάμισο, ἄφησε του καὶ τὸ πανωφόρι. «Τολμᾶ τις ὑμῶν πρᾶγμα ἔχων πρὸς τὸν ἕτερον, κρίνεσθαι ἐπὶ τῶν ἀδίκων καὶ οὐχὶ ἐπὶ τῶν ἁγίων;» λέγει ὁ Ἀπόστολος (Α’Κορινθ. 6, 1). Πῶς τολμάει, λέει, κάποιος ἀπὸ ἐσᾶς ὅταν ἔχει μιὰ διαφορὰ μὲ ἕνα ἄλλο Χριστιανὸ νὰ πηγαίνει στὰ δικαστήρια τῶν ἀδίκων εἰδωλολατρῶν καὶ νὰ μὴν προσφεύγει στὴν κρίση τῶν Χριστιανῶν; «Ἀλλὰ ἀδελφὸς μετὰ ἀδελφοῦ κρίνεται, καὶ τοῦτο ἐπὶ ἀπίστων;» (Α’ Κορινθ. 6, 6)· ἀλλὰ φτάνετε μέχρι τοῦ σημείου ὥστε ἀδελφὸς νὰ ἔρχεται σὲ ἀντιδικία μὲ ἄλλον ἀδελφὸ στὰ δικαστήρια, καὶ μάλιστα στὰ δικαστήρια ποὺ δικάζουν ἄπιστοι; «ἤδη μὲν οὖν ὅλως ἥττημα ὑμῖν ἐστιν ὅτι κρίματα ἔχετε μεθ’ ἑαυτῶν» (Α’Κορινθ. 6, 7)· καὶ μόνο τὸ γεγονὸς ὅτι ἔχετε δικαστικὲς διαφορὲς ὁ ἕνας μὲ τὸν ἄλλον, φανερώνετε τὴν πλήρη ἠθική σας ἔλλειψη. «διατί οὐχὶ μᾶλλον ἀδικεῖσθε; διατί οὐχὶ μᾶλλον ἀποστερεῖσθε;»(Α’Κορινθ. 6,7)· γιατί δὲν προτιμᾶτε νὰ ἀδικεῖσθε; Γιατί δὲν προτιμᾶτε νὰ ζημιώνεστε; Βλέπουμε πῶς καὶ ὁ Ἀπόστολος μᾶς διδάσκει νὰ ὑπομένουμε μὲ χαρὰ τὴν ὅποια ἀδικία, χωρὶς νὰ διεκδικοῦμε μὲ ἀνθρώπινα μέσα τὸ δίκιο μας.
 
«Σήμερα» λέει ὁ Ἅγιος Παῒσιος, «ὑπάρχει ἕνα λανθασμένο πνεῦμα. Ἀκόμα καὶ πνευματικοὶ ἄνθρωποι ζητοῦν μιὰ νομικὴ δικαιοσύνη, καὶ λένε ὅτι πιστεύουν καὶ στὸν Θεό· τὸ δίκιο σου τὸ δίκιο μου. Αὐτὸ τὸ ‘Εὐαγγέλιο’ τῆς λογικῆς, τῆς παράξενης λογικῆς, νὰ μὴν ὑπῆρχε… ‘Νὰ μὴν μὲ περνοῦν κορόϊδο’ λένε. Δὲν βλέπετε ποῦ φτάνουν οἱ Χριστιανοὶ στὰ δικαστήρια; Καὶ νὰ ἔχουν δίκιο, δὲν πρέπει νὰ πᾶνε στὰ δικαστήρια· πόσο μάλλον ὅταν δὲν ἔχουν. Γι’ αὐτὸ καὶ μερικοὶ γίνονται ἐξ αἰτίας τους ἄπιστοι. Βλέπουν ὅτι ὁ ἕνας ποὺ οὔτε στὴν Ἐκκλησία πάει οὔτε ἀγρυπνίες κάνει, μπορεῖ νὰ μὴν κάνει κάτι τέτοιο ἐνῷ ὁ ἄλλος ποὺ πάει στὴν Ἐκκλησία, κάνει ἀγρυπνίες κλπ. πηγαίνει στὸ δικαστήριο ἕνα φτωχὸ γιὰ λίγα χρήματα ποὺ τοῦ χρωστάει, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ βρεῖ τὸ δίκιο του».«Νὰ μὴν ἔρθεις σὲ δικαστήριο μὲ κανένα» λέγει καὶ ὁ Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος, «ἀλλὰ ἄν κατακριθεῖς, ὑπέμεινε ἔστω καὶ ἄν δὲν εἶσαι ἔνοχος».
 
Ἄς ὑπομένουμε λοιπὸν κάθε ἀδικία, καὶ ἄς φανερώνουμε ἔτσι ἔμπρακτα τὴν πίστη μας εἰς τὸν Κύριο, καὶ θὰ λάβουμε ἑκατονταπλάσια καὶ στὴν παρούσα ζωὴ καὶ μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ θὰ κερδίσουμε καὶ τὴν αἰώνια, ὅπως λέει ὁ Ἀββᾶς Μάρκος.
 
Τῷ δὲ Θεῷ ἡμῶν δόξα πάντοτε νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.