«Οὐκ έστι μείζων Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ· ὁ δέ ελάχιστος ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν μείζων αὐτοῦ ἐστιν»[1], λέγει ὁ Κύριος. Πῶς ὁ κάθε ἕνας ἀπό μᾶς πού εἴμαστε στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τήν Ἁγία μας Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τήν μιά καί μόνη ἀληθινή Ἐκκλησία, εἶναι μεγαλύτερος ἀπό τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Πρόδρομο; Βεβαίως ὄχι κατά τήν ἁγιότητα, ἀλλά κατά τό πλῆθος τῶν χαρισμάτων καί τῶν ἀποκαλύψεων τῆς Καινῆς Διαθήκης. Αὐτά πού ἀπολαμβάνουμε ἐμεῖς ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος δέν τά εἶχε, παρόλο ὅμως πού ἤτανε πολύ πιό ἁγιότερος ἀπό ἐμᾶς, οἱ ὁποῖοι βεβαίως, ὄχι ἅγιοι δέν εἴμαστε, ἀλλά μεγάλοι ἁμαρτωλοί. Καί θέλει νά πεῖ ὁ Κύριος, ὅτι στήν περίοδο τῆς Καινῆς Διαθήκης, τήν ὁποία περνοῦμε τώρα καί πορευόμαστε πρός τά ἔσχατα, πρός τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, θά ἐκχυθεῖ πλούσια ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καί θά προσφερθοῦν ἄφθονα τά θεῖα χαρίσματα.
 
Καί βλέπουμε στήν ἐποχή μας, μεγάλους Ἁγίους, ὅπως ὁ Ἅγιος Πορφύριος, ὁ Ἅγιος Παΐσιος, ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Τσαλίκης, μέ πλήθη χαρισμάτων ἁγιοπνευματικῶν καί πλήθη ἀποκαλύψεων ἐκ τοῦ Θεοῦ. Καί βλέπουμε ἐπίσης καί τήν στάση τους ἀπέναντι στά θεῖα αὐτά χαρίσματα, στίς θεῖες δωρεές. Βλέπουμε πῶς οἱ Ἅγιοι, αὐτά τά χαρίσματα πού τούς ἔδωσε ὁ Θεός, τά χρησιμοποιοῦν γιά τήν δόξα Του, ἀλλά τά προσφέρουν καί σέ μᾶς. Μᾶς διακονοῦν, μᾶς δείχνουν ποιά εἶναι ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ.
Λέει στήν Παλαιά Διαθήκη στήν Σοφία Σολομῶντος: «οὔτε μήν φθόνῳ τετηκότι συνοδεύσω, ὅτι οὗτος οὐ κοινωνήσει σοφίᾳ»[2]. Λέγει δηλαδή ὁ σοφός, ὁ ὁποῖος συνέγραψε τήν Σοφία Σολομῶντος, ὅτι ὅλη τήν γνώση περί τῆς Σοφίας -πού δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τόν Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ- ὅλη αὐτή τήν γνώση θά τήν κάμω φανερά καί δέν θά κρύψω τίποτε. Δηλαδή αὐτά πού μοῦ ἀποκάλυψε ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ, ὁ Υἱός καί Λόγος, καί τά ζῶ μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, αὐτά θά τά γνωρίσω, θά τά ἀποκαλύψω καί σέ σᾶς. Δέν θά κάμω συντροφιά καί δέν θά μιμηθῶ ἄνθρωπο πού ἔχει λιώσει ἀπό τόν φθόνο καί ἐκ ζηλοτυπίας κατακρατεῖ μυστικές τίς γνώσεις του. Γιατί αὐτός μέ φθόνο ἐπιδιώκει μέ τόν τρόπο αὐτό νά φαίνεται σοφότερος κρατώντας τήν σοφία γιά τόν ἑαυτό του καί τά ποικίλα χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἄν τά κρύβει καί δέν κοινωνεῖ, καί δέν τά κοινωνεῖ καί στούς ἀδελφούς του, δέν ἔχει καμία σχέση μέ τήν Σοφία πού εἶναι ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ.

Κι ὁ Ἅγιος Πορφύριος ἔλεγε: «σᾶς λέω πολλά πού εἶναι βαθιά ἐσωτερικά δικά μου. Ἴσως κάποιος θά μέ παρεξηγοῦσε πού δέν κρατάω μυστικά τά βιώματά μου, αὐτά πού μοῦ ἀποκαλύπτει ὁ Θεός, καί λέω τόσα πολλά. Θά πεῖ κανείς, ὅτι εἶμαι ἐγωιστής, πού λέω κι ἐγώ τά βιώματά μου»[3].
 
Ἄραγε ἐπιτρέπεται νά ἀποκαλύπτουμε τά πνευματικά μας βιώματα ἤ ὄχι; Βεβαίως γιά μᾶς τούς ταπεινούς καί ἁμαρτωλούς εἶναι καλύτερα νά μήν τά ἀποκαλύπτουμε παρά μόνο εἰς τόν πνευματικό μας, γιατί πάντα ἐμφωλεύει ὁ κίνδυνος τῆς ὑπερηφανείας, τῆς κενοδοξίας, τῆς αὐτοϋψώσεως, τῆς ἀνθρωπαρέσκειας. Ὅμως οἱ Ἅγιοι πού δέν κινδύνευαν ἀπό αὐτά τά πάθη, ἀποκάλυπταν καί μᾶς ἔκαναν κοινωνούς τῶν χαρισμάτων τους καί τῶν ἐμπειριῶν τους. Ἔτσι ἔκανε καί ὁ Ἅγιος Πορφύριος, ἀποκάλυπτε αὐτά πού ζοῦσε. Ἔλεγε ὅτι «τό κάνω αὐτό ἀπ’ τήν πολλή μου ἀγάπη γιά σᾶς, τά παιδιά μου. Γιά νά σᾶς ὠφελήσω, νά πάρετε κι ἐσεῖς αὐτόν τόν δρόμο. Νά ζεῖτε καί ἐσεῖς δηλαδή σέ αὐτή τήν μακαριότητα πού ζῶ κι ἐγώ.
Τί λέει ὁ σοφός Σολομών; «Οὔτε μήν φθόνῳ τετηκόκοτι συνοδεύσω, ὅτι οὗτος οὐ κοινωνήσει σοφίᾳ»[4]. Δηλαδή αὐτός ὁ ὁποῖος ἀπό φθόνο τήκεται καί ἀποκρύπτει τά δῶρα τοῦ Θεοῦ, αὐτός τελικά δέν θά κοινωνήσει μέ τήν Θεία Σοφία, μέ τόν Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ. Καί ἀκόμη λέει καί κάτι ἄλλο: «Οὐκ ἀποκρύψω ὑμιν μυστήρια»[5]. Εἶναι στή Σοφία Σολομῶντος στό ἕκτο κεφάλαιο στόν εἰκοστό δεύτερο στίχο. «Τί δέ ἐστι σοφία καί πῶς ἐγένετο, ἀπαγγελῶ καί οὐκ ἀποκρύψω ὑμῖν μυστήρια, ἀλλά ἀπ᾿ ἀρχῆς γενέσεως ἐξιχνιάσω καί θήσω εἰς τό ἐμφανές τήν γνῶσιν αὐτῆς καί οὐ μή παροδεύσω τήν ἀλήθειαν»[6]. Τί εἶναι ἡ σοφία; Καί πῶς ἔγινε; Ποιά εἶναι ἡ ἀρχή της; Λέει ὁ σοφός Σολομών, θά σᾶς τό ἐκθέσω καί δέν θά σᾶς ἀποκρύψω μυστηριώδεις καί ἄγνωστες ἀλήθειες, ἀλλά θά ἐρευνήσω καταλεπτῶς ὅλα, ἀπό αὐτήν τήν ἀρχή τῆς γεννήσεώς της καί θά φέρω στό φῶς τήν περί αὐτῆς γνώση καί δέν θά παρατρέξω ἀπρόσεκτα τήν ἀλήθεια.
Οἱ Ἅγιοι μᾶς ἀποκαλύπτουν τίς θεῖες τους ἐμπειρίες καί κοινωνοῦν μαζί μέ μᾶς τά θεῖα χαρίσματα πού τούς δώρισε ὁ Θεός. «Δέν θέλει ὁ σοφός Σολομών νά κρύπτει τήν σοφία τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός τόν παρακινεῖ νά φανερώσει τά μυστήρια τῆς σοφίας. Αὐτό πού κάνω καί σᾶς λέω τί μοῦ ἔδωσε ὁ Θεός», λέει ὁ Ἅγιος Πορφύριος, «εἶναι καί ἀποστολικό. Τό λέει ὁ Ἄποστολος Παῦλος στήν πρός Ρωμαίους ἐπιστολή του». Τί λέγει; «Ἐπιποθῶ γάρ ἰδεῖν ὑμᾶς, ἵνα τί μεταδῶ χάρισμα ὑμῖν πνευματικόν εἰς τό στηριχθῆναι ὑμᾶς, τοῦτο δέ ἐστι συμπαρακληθῆναι ἐν ὑμῖν διά τῆς ἐν ἀλλήλοις πίστεως ὑμῶν τε καί ἐμοῦ»[7]»[8]. Δηλαδή ἐπιθυμῶ νά σᾶς ἰδῶ, γράφεις στούς Ρωμαίους, γιά νά σᾶς μεταδώσω χάρισμα πνευματικό, αὐτό πού μοῦ ἔδωσε κι ἐμένα ὁ Θεός, ὥστε νά στηριχθεῖτε. Κι αὐτό τί σημαίνει; Νά παρηγορηθῶ κι ἐγώ, μαζί μέ σᾶς, γιά τήν αὔξηση τῆς πίστεώς σας, καί ἐσεῖς ἐπίσης νά στηριχθεῖτε ἀπό ἐμένα. Κι ἔτσι καί οἱ μέν καί οἱ δέ νά συμπαρακληθοῦμε νά συμπαρηγορηθοῦμε καί νά προχωρήσουμε στήν δόξα τοῦ Θεοῦ, στήν μετοχή τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
 
«Ἐπιποθῶ ἰδεῖν ὑμᾶς, ἵνα τί μεταδῶ χάρισμα». «Μετάδοση». Τί σημαίνει μετάδοση; Λέει ὁ Ἅγιος Πορφύριος: «Πῆρες κάτι; Νά τό μεταδώσεις ἀπό ἀγάπη, ὄχι νά τό κρατήσεις γιά τόν ἑαυτό σου. Δέν εἶναι δικό σου. Δέν πιστεύεις ὅτι ἔχεις κάτι δικό σου. Εἶναι τοῦ Θεοῦ καί τό μεταδίδεις. Αὐτό εἶναι ἀληθινή ταπείνωση»[9]. Αὐτή τήν πίστη εἶχε καί ὁ Ἅγιος Πορφύριος γιά τά χαρίσματα τά πολλά πού τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός. Γνώριζε ὅτι δέν εἶναι δικά του, εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ. Ἔ, ὁ ἴδιος ὄφειλε κι αὐτός νά κοινωνεῖ τῶν χαρισμάτων αὐτοῦ καί στούς ἄλλους, νά τά μεταδίδει καί στούς ἄλλους, νά μεταδίδει τήν Χάρη καί τά ἀποτελέσματα τῆς Θείας Χάρης πού βίωνε ὁ ἴδιος στούς ἄλλους ἀδελφούς του. Αὐτό λέει εἶναι ἡ ἀληθινή ταπείνωση, νά πιστεύεις ὅ,τι ἔχεις καλό, δέν εἶναι δικό σου, ἀλλά εἶναι τοῦ Θεοῦ τό δῶρο. Καί αὐτό τό δῶρο δέν πρέπει κι ἐσύ νά τό κρύψεις, ἀλλά νά τό δώσεις στούς ἄλλους κι ἔτσι νά πολλαπλασιαστεῖ τό δῶρο καί νά αὐξηθεῖ ἡ δοξολογία τοῦ Θεοῦ μέσῳ καί σοῦ.
 
«Ἕνας φανατικός, λέει: «Πώ, πώ! Μιλάει γιά τόν ἑαυτό του, αὐτό εἶναι ἐγωισμός!». Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τό κάνει αὐτό «εἰς τό στηριχθῆναι». Θέλει δηλαδή, ὅπως γράφει στούς Ρωμαίους, νά βρεθεῖ μαζί τους, ἔτσι ὥστε νά τούς στηρίξει στήν πίστη, μεταδίδοντάς τους ἀπό αὐτό πού τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός. Κι ὁ ἴδιος πάλι μετά καί αὐτός νά χαρεῖ καί νά παρηγορηθεῖ μέ τήν αὔξηση τῆς πίστεως πού θά ἔβλεπε εἰς τούς Ρωμαίους. «Σάν τό δέντρο, πού, ὅταν φυσάει πολύ, λυγίζει, ἔτσι συμβαίνει καί στόν ἄνθρωπο. Γι’ αὐτό χρειάζεται νά βάλει ἕνα στήριγμα, γιά νά μήν λυγίσει καί στραβώσει. Ἄν στραβώσεις, ἀναπτύσσεσαι στραβά καί ἔτσι «χοντραίνεις», δέν εἶσαι ἄξιος τοῦ Θεοῦ»[10]. Γι’ αὐτό θά πρέπει νά προσέχουμε πάρα πολύ στήν πνευματική μας πορεία καί στόν πνευματικό μας ἀγῶνα. Καί πάντοτε νά φροντίζουμε νά κοινωνοῦμε τῶν χαρισμάτων τῶν Ἁγίων καί τοῦ πνευματικοῦ μας πατρός, νά δεχόμαστε τίς συμβουλές καί ὑποδείξεις.
«Βέβαια, γιά τά μυστήρια πού ὁ Θεός ἀποκαλύπτει», λέει ὁ Ἅγιος Πορφύριος, «μέσα μας καλύτερη εἶναι ἡ σιωπή. Νά, ὅμως, πού μπορεῖ νά μᾶς συμβεῖ, ὅπως στόν Ἀπόστολο Παῦλο, πού λέει: «Παραφέρθηκα, ἐσεῖς μέ ἀναγκάσατε νά τά πῶ λόγῳ τῆς ἀγάπης»[11]». Δέν ἤθελε νά πεῖ, ἀλλά ἀναγκάστηκε ἐξαιτίας τῆς ἀγάπης. Αὐτός εἶναι καί ὁ λόγος πού μπορεῖ κάποιος νά ἀποκαλύψει τίς προσωπικές του πνευματικές ἐμπειρίες, ἡ ἀγάπη καί ἡ οἰκοδομή τῶν ἄλλων καί σέ καμιά περίπτωση ἡ προσωπική του προβολή. «Τό ἴδιο στενοχωριέται καί ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ, πού ἀναγκάζεται νά πεῖ τά μυστήρια καί τά βαθιά βιώματα τῆς καρδιᾶς του, ὁρμώμενος ἀπό ἀγάπη καί μόνο. Νά πῶς τό λέει: «Ἔγινα μωρός· δέν ὑποφέρω νά φυλάξω τό μυστήριον ἐν σιωπῇ, ἀλλά γίνομαι ἀνόητος διά τήν ὠφέλειαν τῶν ἀδελφῶν…». Λέει στόν τριακοστό ὄγδοο λόγο του στά Ἀσκητικά του. «Τά δικά μου», σχολιάζει τώρα ὁ Ἅγιος Πορφύριος, «τά δικά μου ἔκανε κι ἐκεῖνος πρίν ἀπό τόσα χρόνια!»[12]. Δηλαδή, ἐνῶ ἔβλεπε ὅτι δέν ἔπρεπε νά τά πεῖ κανονικά, ἀπό ἀγάπη ὅμως ἀναγκάζεται καί τά λέει γιά νά βοηθήσει καί τούς ἀδελφούς του καί τούς ἀναγνῶστες του στήν πνευματική τους οἰκοδομή.
«Κι ἐγώ ὁ καημένος», λέει ὁ Ἅγιος Πορφύριος, «ἀπ’ τήν ἀγάπη μου σᾶς λέω μερικά ἀπ’ ὅσα μοῦ ἀποκαλύπτει ὁ Θεός. Ἔχω ὅμως πολύ βαθιά τήν συναίσθηση στήν καρδιά μου ὅτι ἄλλος τά λέει». Τά λέει δηλαδή τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, κι αὐτό εἶναι πού τόν ὠθεῖ, πού τόν παρακινεῖ νά τά πεῖ. «Αὐτό τό πιστεύω πολύ, γιατί βλέπω κάτι κι ἀμέσως μετά αἰσθάνομαι τίς ἀδυναμίες μου πάρα πολύ, διότι δέν εἶναι οὔτε ἀπό ἁγιοσύνη, οὔτε ἀπό τίποτ’ ἄλλο, ἀλλά ἀπ’ τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρός ἐμένα, πού μέ θέλει νά γίνω καλός»[13]. Θεωροῦσε καί πίστευε ὁ Ἅγιος, ὅτι τά χαρίσματα δέν τά πῆρε γιατί ἄξιζε ἐπειδή ἦταν Ἅγιος, ἀλλά ἐπειδή ὁ Θεός τόν λυπήθηκε καί θέλησε νά τόν βοηθήσει μέσῳ τῶν χαρισμάτων αὐτῶν, ὥστε νά γίνει πραγματικά καλός.
 
«Αὐτά ὅμως πού μοῦ ἀποκαλύπτει ὁ Θεός», λέει ὁ Ἅγιος Πορφύριος, «σέ λίγους τά λέω, γιατί πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά εἶναι πνευματικός, γιά νά τά καταλάβει». Ἐδῶ βλέπουμε τήν διάκριση τοῦ Ἁγίου. Δέν μπορεῖ κανείς νά ἀποκαλύπτει καί δέν ἐπιτρέπεται νά ἀποκαλύπτει σέ ὅλους τά μυστήρια τοῦ Θεοῦ, τά ἅγια βιώματα, πού τοῦ χαρίζει ὁ Θεός. Θά πρέπει μέ διάκριση καί σέ αὐτούς πού πραγματικά εἶναι δεκτικοί καί ἔχουν πνευματικότητα ἀληθινή ὀρθόδοξη. «Μπορεῖ ἕνας ἐπιστήμονας», λέει ὁ Ἅγιος Πορφύριος, «νά δεῖ, ν’ ἀκούσει κάτι καί νά τό διηγηθεῖ καί νά τό γράψει καί τελικά νά πεῖ: «Νά, τά ἴδια λέει κι ὁ Πλάτωνας». Δέν συμβαίνει ὅμως ἐδῶ αὐτό, γιατί μπορεῖ νά χρησιμοποιοῦμε τίς ἴδιες λέξεις, ἀλλά μέ διαφορετικό νόημα.
Ὅταν δέν θέλω νά πῶ κάτι ἀπ’ αὐτά πού βλέπω, δέν πρέπει κανείς νά μέ βιάζει», ἔλεγε ὁ Ἅγιος, «γιατί ἔχω συνηθίσει νά κάνω ὑπακοή. Εἶμαι πολύ μαλακός καί ἁπλός κι ὅταν δέν θέλω κάτι νά δώσω καί μέ πίεση τό δίνω, μετά μετανοῶ. Αὐτό εἶναι ἀδυναμία μου, ἡ ὁποία ἔχει προέλθει ἀπό τήν ἄκρα ὑπακοή πού ἔκανα στούς Γέροντές μου στό Ἅγιον Ὄρος. Κι ὅταν καμιά φορά βλέπω ὅτι κάποιος πάει γιά καταστροφή στή ζωή του, δέν μπορῶ νά κάνω τίποτα. Τοῦ τό δείχνω λίγο, δέν καταλαβαίνει. Δέν πρέπει νά ἐπέμβω ἰσχυρά καί νά περιορίσω τήν ἐλευθερία του. Δέν εἶναι ἁπλό τό πράγμα»[14].
Βλέπουμε πῶς οἱ Ἅγιοι μέ τά θεῖα χαρίσματα, τά ὑπερφυῆ πολλές φορές, ἔρχονται σέ δύσκολη θέση. Γιατί ἀπό τήν μιά πλευρά ἡ ἀγάπη τούς παρακινεῖ νά ἀποκαλύψουν, ἀπό τήν ἄλλη ὅμως τό Πνεῦμα τό Ἅγιο τούς ἐμποδίζει, γιατί δέν πρέπει νά δεσμεύεται καί νά περιορίζεται ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου καί τό αὐτεξούσιο. Ἔτσι βλέπουμε πώς καί οἱ Ἅγιοι πάσχουν βλέποντας τήν ἀμαρτωλότητα τῶν ἀνθρώπων καί βλέποντας καί τήν τραγική πορεία πού παίρνουν πολλές φορές μέ τό αὐτεξούσιο, τήν κακή χρήση τοῦ αὐτεξούσιου πού κάνουν.
Ἄς παρακαλοῦμε τούς Ἁγίους μας καί τόν Ἅγιο Πορφύριο νά μᾶς δίνει κι ἐμᾶς διάκριση ἀλλά καί νά μᾶς ἀξιώνει τῶν θείων ἐμπειριῶν καί χαρισμάτων ἀλλά προπάντων τῆς μετανοίας, τῆς ταπεινοφροσύνης, καί ὅλων αὐτῶν τῶν προϋποθέσεων πού ὑπάρχουν γιά τά θεῖα χαρίσματα. Νά ἔχουμε ταπεινό φρόνημα καί πίστη στόν Κύριο, ἔτσι ὥστε νά ἀξιωθοῦμε νά βιώσουμε τήν οὐράνια χαρά καί μακαριότητα στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
 
Τῷ δέ Θεῷ ἡμῶν δόξα πάντοτε νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
 
[1] Ματθ. 11, 11.
[2] Σοφ.Σολ. 6, 23.
[3] Βίος καί Λόγοι, Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Β΄ ἔκδοση, Ἱ.Μ. Χρυσοπηγῆς, (στό ἑξῆς: Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου).
[4] Σοφ.Σολ. 6, 23.
[5] Σοφ.Σολ. 6, 22.
 
[6] Ὅ.π.
[7] Ρωμ. 1, 11-12.
[8] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.
[9] Ὅ.π.
[10] Ὅ.π.
[11] Πρβλ. Β΄Κορ. 12, 11.
[12] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.
[13] Ὅ.π.
 
[14] Ὅ.π.