Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΟΥ ΟΡΘΡΟΥ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ
Κατά Ματθαίον, κεφάλαιο ΚΑ΄, εδάφια 18-46
18 Πρωΐας δὲ ἐπανάγων εἰς τὴν πόλιν ἐπείνασε· 19 καὶ ἰδὼν συκῆν μίαν ἐπὶ τῆς ὁδοῦ ἦλθεν ἐπ᾿ αὐτήν, καὶ οὐδὲν εὗρεν ἐν αὐτῇ εἰ μὴ φύλλα μόνον, καὶ λέγει αὐτῇ· μηκέτι ἐκ σοῦ καρπὸς γένηται εἰς τὸν αἰῶνα. Καὶ ἐξηράνθη παραχρῆμα ἡ συκῆ. 20 Καὶ ἰδόντες οἱ μαθηταὶ ἐθαύμασαν λέγοντες· πῶς παραχρῆμα ἐξηράνθη ἡ συκῆ; 21 Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν ἔχητε πίστιν καὶ μὴ διακριθῆτε, οὐ μόνον τὸ τῆς συκῆς ποιήσετε, ἀλλὰ κἂν τῷ ὄρει τούτῳ εἴπητε, ἄρθητι καὶ βλήθητι εἰς τὴν θάλασσαν, γενήσεται· 22καὶ πάντα ὅσα ἐὰν αἰτήσητε ἐν τῇ προσευχῇ πιστεύοντες, λήψεσθε.
23 Καὶ ἐλθόντι αὐτῷ εἰς τὸ ἱερὸν προσῆλθον αὐτῷ διδάσκοντι οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι τοῦ λαοῦ λέγοντες· ἐν ποίᾳ ἐξουσίᾳ ταῦτα ποιεῖς, καὶ τίς σοι ἔδωκε τὴν ἐξουσίαν ταύτην; 24 Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· ἐρωτήσω ὑμᾶς κἀγὼ λόγον ἕνα, ὃν ἐὰν εἴπητέ μοι, κἀγὼ ὑμῖν ἐρῶ ἐν ποίᾳ ἐξουσίᾳ ταῦτα ποιῶ. 25 Τὸ βάπτισμα ᾿Ιωάννου πόθεν ἦν, ἐξ οὐρανοῦ ἢ ἐξ ἀνθρώπων; Οἱ δὲ διελογίζοντο παρ᾿ ἑαυτοῖς λέγοντες· ἐὰν εἴπωμεν, ἐξ οὐρανοῦ, ἐρεῖ ἡμῖν, διατί οὖν οὐκ ἐπιστεύσατε αὐτῷ· 26 ἐὰν δὲ εἴπωμεν, ἐξ ἀνθρώπων, φοβούμεθα τὸν ὄχλον, πάντες γὰρ ἔχουσι τὸν ᾿Ιωάννην ὡς προφήτην. 27 Καὶ ἀποκριθέντες τῷ ᾿Ιησοῦ εἶπον· οὐκ οἴδαμεν. Ἔφη αὐτοῖς καὶ αὐτός· οὐδὲ ἐγὼ λέγω ὑμῖν ἐν ποίᾳ ἐξουσίᾳ ταῦτα ποιῶ.
28 Τί δὲ ὑμῖν δοκεῖ; Ἄνθρωπός τις εἶχε τέκνα δύο, καὶ προσελθὼν τῷ πρώτῳ εἶπε· τέκνον, ὕπαγε σήμερον ἐργάζου ἐν τῷ ἀμπελῶνί μου. 29 Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· οὐ θέλω· ὕστερον δὲ μεταμεληθεὶς ἀπῆλθε. 30 Καὶ προσελθὼν τῷ δευτέρῳ εἶπεν ὡσαύτως. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· ἐγώ, κύριε· καὶ οὐκ ἀπῆλθε. 31 Τίς ἐκ τῶν δύο ἐποίησε τὸ θέλημα τοῦ πατρός; Λέγουσιν αὐτῷ· ὁ πρῶτος. Λέγει αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι οἱ τελῶναι καὶ αἱ πόρναι προάγουσιν ὑμᾶς εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ. 32 Ἦλθε γὰρ πρὸς ὑμᾶς ᾿Ιωάννης ἐν ὁδῷ δικαιοσύνης, καὶ οὐκ ἐπιστεύσατε αὐτῷ· οἱ δὲ τελῶναι καὶ αἱ πόρναι ἐπίστευσαν αὐτῷ· ὑμεῖς δὲ ἰδόντες οὐ μετεμελήθητε ὕστερον τοῦ πιστεῦσαι αὐτῷ.
33 ῎Αλλην παραβολὴν ἀκούσατε. ἄνθρωπός τις ἦν οἰκοδεσπότης, ὅστις ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα καὶ φραγμὸν αὐτῷ περιέθηκε καὶ ὤρυξεν ἐν αὐτῷ ληνὸν καὶ ᾠκοδόμησε πύργον, καὶ ἐξέδοτο αὐτὸν γεωργοῖς καὶ ἀπεδήμησεν. 34 Ὅτε δὲ ἤγγισεν ὁ καιρὸς τῶν καρπῶν, ἀπέστειλε τοὺς δούλους αὐτοῦ πρὸς τοὺς γεωργοὺς λαβεῖν τοὺς καρποὺς αὐτοῦ.
35 Καὶ λαβόντες οἱ γεωργοὶ τοὺς δούλους αὐτοῦ ὃν μὲν ἔδειραν, ὃν δὲ ἀπέκτειναν, ὃν δὲ ἐλιθοβόλησαν. 36 Πάλιν ἀπέστειλεν ἄλλους δούλους πλείονας τῶν πρώτων, καὶ ἐποίησαν αὐτοῖς ὡσαύτως. 37 Ὑστερον δὲ ἀπέστειλε πρὸς αὐτοὺς τὸν υἱὸν αὐτοῦ λέγων· ἐντραπήσονται τὸν υἱόν μου. 38 Οἱ δὲ γεωργοὶ ἰδόντες τὸν υἱὸν εἶπον ἐν ἑαυτοῖς· οὗτός ἐστιν ὁ κληρονόμος· δεῦτε ἀποκτείνωμεν αὐτὸν καὶ κατάσχωμεν τὴν κληρονομίαν αὐτοῦ. 39 Καὶ λαβόντες αὐτὸν ἐξέβαλον ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος, καὶ ἀπέκτειναν.
40 ῞Οταν οὖν ἔλθῃ ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος, τί ποιήσει τοῖς γεωργοῖς ἐκείνοις; 41 Λέγουσιν αὐτῷ· κακοὺς κακῶς ἀπολέσει αὐτούς, καὶ τὸν ἀμπελῶνα ἐκδώσεται ἄλλοις γεωργοῖς, οἵτινες ἀποδώσουσιν αὐτῷ τοὺς καρποὺς ἐν τοῖς καιροῖς αὐτῶν. 42 Λέγει αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς· οὐδέποτε ἀνέγνωτε ἐν ταῖς γραφαῖς, λίθον ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας· παρὰ Κυρίου ἐγένετο αὕτη, καὶ ἔστι θαυμαστὴ ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν; 43 Διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν ὅτι ἀρθήσεται ἀφ᾿ ὑμῶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ δοθήσεται ἔθνει ποιοῦντι τοὺς καρποὺς αὐτῆς· 44 καὶ ὁ πεσὼν ἐπὶ τὸν λίθον τοῦτον συνθλασθήσεται· ἐφ᾿ ὃν δ᾿ ἂν πέσῃ, λικμήσει αὐτόν. 45 Καὶ ἀκούσαντες οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι τὰς παραβολὰς αὐτοῦ ἔγνωσαν ὅτι περὶ αὐτῶν λέγει· 46 καὶ ζητοῦντες αὐτὸν κρατῆσαι ἐφοβήθησαν τοὺς ὄχλους, ἐπειδὴ ὡς προφήτην αὐτὸν εἶχον.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παναγιώτη Τρεμπέλα
Στίχοι 18 – 22: Η άκαρπη συκιά που ξεράθηκε.
18 Κι όταν το πρωί επέστρεφε στην πόλη, πείνασε. 19 Και μόλις είδε κάποια συκιά στον δρόμο, ήλθε κοντά της, αλλά δεν βρήκε τίποτε επάνω της παρά μόνο φύλλα, ακριβώς όπως και η συναγωγή των Ιουδαίων τότε είχε να επιδείξει μόνο φύλλα και εξωτερικούς τύπους, όχι όμως και καρπούς αρετής. Και για να δώσει μάθημα για το ποια θα είναι η κατάληξη κάθε ανθρώπου άκαρπου σαν τη συκιά, λέει σ’ αυτήν: «Να μην ξαναβγάλεις ποτέ πια καρπό». Κι αμέσως ξεράθηκε η συκιά. 20 Κι όταν το είδαν αυτό οι μαθητές, θαύμασαν και είπαν: «Πώς αμέσως, την ίδια στιγμή ξεράθηκε η συκιά;». 21 Τότε ο Ιησούς τους αποκρίθηκε: «Αληθινά σας διαβεβαιώνω, εάν έχετε πίστη στη δύναμη του Θεού και δεν αμφιβάλλετε ότι θα λάβετε και σεις θαυματουργική δύναμη, όχι μόνο το θαύμα της συκιάς θα κάνετε, αλλά ακόμη κι αν στο βουνό αυτό πείτε «Σήκω και πέσε στην θάλασσα», θα γίνει. 22 Κι όλα όσα ζητήσετε στην προσευχή σας με πίστη στη δύναμη του Θεού, θα τα λάβετε».
Στίχοι 23 – 27: Αποστομωτικές απαντήσεις προς τους Φαρισαίους.
23 Κι όταν ο Ιησούς ήλθε στον ναό, την ώρα που δίδασκε, τον πλησίασαν οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού και του είπαν: «Με ποια εξουσία τα κάνεις αυτά; Και ποιος σου έδωσε το δικαίωμα να διώχνεις από τον ναό τους ανθρώπους και να διδάσκεις μέσα στον ιερό αυτό τόπο;». 24 Τότε τους αποκρίθηκε ο Ιησούς: «Θα σας ρωτήσω κι εγώ ένα λόγο, στον οποίο εάν μου απαντήσετε, θα σας πω κι εγώ με ποια εξουσία κάνω αυτά που έκανα. 25 Το βάπτισμα του Ιωάννου, ο οποίος μαρτύρησε για μένα και υπήρξε πρόδρομός μου, από πού προερχόταν; Από τον Θεό ή από επινόηση κι εντολή ανθρώπων;». Αυτοί λοιπόν συλλογίζονταν μέσα τους κι έλεγαν: «Αν πούμε ότι ήταν από τον Θεό, θα μας πει: ‘’Γιατί λοιπόν δεν πιστέψατε σ’ αυτόν;’’. 26Αν όμως πούμε ότι προερχόταν από εντολή ανθρώπων, φοβούμαστε μήπως μας κακοποιήσει ο λαός· διότι όλοι τιμούν τον Ιωάννη ως προφήτη. 27 Και αυτοί που ισχυρίζονταν ότι ήταν οι αναγνωρισμένοι διδάσκαλοι του Ισραήλ τού αποκρίθηκαν: «Δεν ξέρουμε». Τότε τους είπε και Αυτός: «Αφού ξεφεύγετε και δεν είστε ειλικρινείς, ούτε εγώ σας λέω με ποιο δικαίωμα τα κάνω αυτά».
Στίχοι 28 – 32: Η παραβολή για τους δύο γιους.
28 Πώς σας φαίνεται αυτό που θα σας πω; Κάποιος άνθρωπος είχε δύο γιους. Κι αφού πλησίασε τον πρώτο του είπε: «Παιδί μου, πήγαινε σήμερα και δούλεψε στο αμπέλι μου». 29 Εκείνος του αποκρίθηκε: «Δεν θέλω να πάω». Ύστερα όμως μετάνιωσε και πήγε.30 Πλησίασε τότε και τον δεύτερο γιο και του είπε τα ίδια. Κι αυτός του αποκρίθηκε: «Μάλιστα, κύριε, πηγαίνω». Και δεν πήγε. 31 Ποιος από τους δύο έκανε το θέλημα του πατέρα του; Του λένε: «Ο πρώτος». Τότε τους λέει ο Ιησούς: «Αληθινά σας λέω ότι οι τελώνες και οι πόρνες, οι οποίες στην αρχή έδειξαν απείθεια στον νόμο του Θεού, πηγαίνουν πριν από σας, τους Φαρισαίους και γραμματείς, στην Βασιλεία του Θεού. Διότι εσείς με λόγια μόνο δείξατε υπακοή στον Θεό, στην πραγματικότητα όμως υπήρξατε απειθείς και άπιστοι. 32 Διότι ήλθε σε σας ο Ιωάννης κηρύττοντας την οδό της αρετής, τον ενάρετο τρόπο ζωής και συμπεριφοράς, κι όμως δεν πιστέψατε σε αυτόν. Οι τελώνες όμως και οι πόρνες πίστεψαν σε αυτόν. Κι εσείς, ενώ τους είδατε να πιστεύουν, ούτε καν ύστερα μεταμεληθήκατε, ώστε να πιστέψετε σε αυτόν».
Στίχοι 33 – 46: Η παραβολή των κακών γεωργών.
33 Άλλη παραβολή ακούστε. Ήταν κάποιος νοικοκύρης (ο Θεός δηλαδή), ο οποίος φύτεψε αμπέλι (δηλαδή το ιουδαϊκό έθνος). Κι έδειξε ιδιαίτερη φροντίδα γι’ αυτό. Έβαλε δηλαδή τριγύρω του φράκτη κι έσκαψε μέσα σε αυτό ένα πατητήρι, έκτισε πύργο για να μένουν οι φύλακες και εργάτες, και το εμπιστεύτηκε σε γεωργούς (στους αρχιερείς και στους άρχοντες του λαού), και αναχώρησε σε άλλη χώρα. 34 Όταν πλησίασε ο καιρός της σοδειάς, απέστειλε τους δούλους του (:τους προφήτες), στους γεωργούς για να παραλάβουν τους καρπούς του (για να διαπιστώσουν δηλαδή την αφοσίωσή τους στον Θεό και τα έργα της αρετής που όφειλε ο λαός αυτός ύστερα από την τόση εύνοια και πρόνοια του Θεού να καρποφορήσει σαν ένα καλλιεργημένο πνευματικό αμπέλι). 35 Όμως οι γεωργοί, οι άρχοντες δηλαδή του Ισραήλ, αφού συνέλαβαν τους δούλους του, άλλον τον έδειραν, άλλον τον σκότωσαν κι άλλον τον λιθοβόλησαν. 36 Ξανάστειλε ο ιδιοκτήτης του αμπελιού άλλους δούλους περισσότερους απ’ τους πρώτους, κι έκαναν και σ’ αυτούς τα ίδια. 37 Ύστερα απέστειλε σε αυτούς τον γιο του λέγοντας: «Πρέπει τουλάχιστον οι άνθρωποι αυτοί να ντραπούν τον γιο μου». 38 Οι γεωργοί όμως, όταν είδαν τον γιο, τον Ιησού Χριστό δηλαδή, τον ενανθρωπήσαντα υιό του Θεού, είπαν μεταξύ τους: «Αυτός είναι ο κληρονόμος˙ ελάτε, ας τον σκοτώσουμε κι ας αρπάξουμε την κληρονομιά του, για να γίνουμε έτσι ανενόχλητοι πλέον κύριοι και εκμεταλλευτές της ιουδαϊκής συναγωγής». 39 Κι αφού τον έπιασαν, τον έβγαλαν έξω από το αμπέλι και τον σκότωσαν.
40 Όταν λοιπόν έλθει ο κύριος του αμπελιού, τι είναι δίκαιο να κάνει στους καλλιεργητές εκείνους; 41 Του απαντούν: «Θα εξολοθρεύσει με τον χειρότερο θάνατο αυτούς που είναι τόσο κακοί. Και το αμπέλι θα το νοικιάσει σε άλλους γεωργούς, οι οποίοι θα του δώσουν τους οφειλόμενους καρπούς στην κατάλληλη εποχή»(Πράγματι λοιπόν, αφού εξολόθρευσε τους Ιουδαίους και κατέστρεψε με τους Ρωμαίους την Ιερουσαλήμ, παρέδωσε το αμπέλι του, δηλαδή τον νέο Ισραήλ της χάριτος, στους Αποστόλους και τους διαδόχους τους για να το καλλιεργούν καρποφόρα. 42 Τους λέει ο Ιησούς: «Δεν διαβάσατε ποτέ στις Γραφές: ‘’Λίθο τον οποίο απέρριψαν ως ακατάλληλο οι κτίστες, αυτός έγινε κεφαλή όλης της οικοδομής και ακρογωνιαίος λίθος. Ο Κύριος το έκανε αυτό, και είναι θαυμαστό στα μάτια μας, στα μάτια των πιστών’’. Δηλαδή, ενώ αυτοί που με τη διδασκαλία τους έχουν ως έργο και καθήκον να σας οικοδομούν με απέρριψαν ως ακατάλληλο λίθο στην οικοδομή του Θεού, Εγώ έγινα κεφαλή της όλης οικοδομής και συνένωσα τους λαούς σε μία Εκκλησία. Το θαυμαστό αυτό γεγονός μπροστά στα μάτια όλων των πιστών το έκανε ο Κύριος. 43Γι’ αυτό σας λέω ότι θα αφαιρεθεί από σας η Βασιλεία και η ιδιαίτερη προστασία του Θεού, και θα δοθεί σε έθνος το οποίο θα παράγει τα αγαθά έργα, που είναι οι καρποί της βασιλείας αυτής. 44 Και εκείνος που θα πέσει με εχθρικές διαθέσεις πάνω στον λίθο αυτόν τον ακρογωνιαίο θα τσακιστεί˙ επιπλέον, σε όποιον πέσει βαρύς ο λίθος αυτός θα τον κομματιάσει και θα τον σκορπίσει σαν σκόνη. Όποιος, δηλαδή, πολεμήσει τον Χριστό, θα αντικρίσει την οργή Του και θα καταλήξει στον όλεθρο και τον αφανισμό.
45 Κι όταν οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι άκουσαν τις παραβολές Του, κατάλαβαν ότι γι’ αυτούς μιλάει και σε αυτούς αναφέρεται. 46 Κι ενώ ζητούσαν να Τον συλλάβουν, φοβήθηκαν τα πλήθη του λαού, επειδή ο λαός Τον θεωρούσε προφήτη και Τον τιμούσε.