Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΜΕΣΟΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ
Κατά Ιωάννην, κεφ. Ζ’, εδάφια 37-52 και κεφ. Η΄, εδάφιο 12
37 ᾿Εν δὲ τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ τῇ μεγάλῃ τῆς ἑορτῆς εἱστήκει ὁ ᾿Ιησοῦς καὶ ἔκραξε λέγων· ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καὶ πινέτω. 38 ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, καθὼς εἶπεν ἡ γραφή, ποταμοὶ ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ρεύσουσιν ὕδατος ζῶντος. 39 Τοῦτο δὲ εἶπε περὶ τοῦ Πνεύματος οὗ ἔμελλον λαμβάνειν οἱ πιστεύοντες εἰς αὐτόν· οὔπω γὰρ ἦν Πνεῦμα ῞Αγιον, ὅτι ᾿Ιησοῦς οὐδέπω ἐδοξάσθη.
40 Πολλοὶ οὖν ἐκ τοῦ ὄχλου ἀκούσαντες τὸν λόγον ἔλεγον· οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ προφήτης· 41 ἄλλοι ἔλεγον· οὗτός ἐστιν ὁ Χριστός· ἄλλοι ἔλεγον· μὴ γὰρ ἐκ τῆς Γαλιλαίας ὁ Χριστὸς ἔρχεται; 42 Οὐχὶ ἡ γραφὴ εἶπεν ὅτι ἐκ τοῦ σπέρματος Δαυῒδ καὶ ἀπὸ Βηθλεὲμ τῆς κώμης, ὅπου ἦν Δαυῒδ, ὁ Χριστὸς ἔρχεται; 43 Σχίσμα οὖν ἐν τῷ ὄχλῳ ἐγένετο δι’ αὐτόν. 44 Τινὲς δὲ ἤθελον ἐξ αὐτῶν πιάσαι αὐτόν, ἀλλ’ οὐδεὶς ἐπέβαλεν ἐπ’ αὐτὸν τὰς χεῖρας.
45 ῏Ηλθον οὖν οἱ ὑπηρέται πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ Φαρισαίους, καὶ εἶπον αὐτοῖς ἐκεῖνοι· διατί οὐκ ἠγάγετε αὐτόν; 46 Ἀπεκρίθησαν οἱ ὑπηρέται· οὐδέποτε οὕτως ἐλάλησεν ἄνθρωπος, ὡς οὗτος ὁ ἄνθρωπος. 47 Ἀπεκρίθησαν οὖν αὐτοῖς οἱ Φαρισαῖοι· μὴ καὶ ὑμεῖς πεπλάνησθε; 48 Μή τις ἐκ τῶν ἀρχόντων ἐπίστευσεν εἰς αὐτὸν ἢ ἐκ τῶν Φαρισαίων; 49 Ἀλλ’ ὁ ὄχλος οὗτος ὁ μὴ γινώσκων τὸν νόμον ἐπικατάρατοί εἰσι! 50 Λέγει Νικόδημος πρὸς αὐτούς, ὁ ἐλθὼν νυκτὸς πρὸς αὐτόν, εἷς ὢν ἐξ αὐτῶν· 51 μὴ ὁ νόμος ἡμῶν κρίνει τὸν ἄνθρωπον, ἐὰν μὴ ἀκούσῃ παρ’ αὐτοῦ πρότερον καὶ γνῷ τί ποιεῖ; 52 Ἀπεκρίθησαν καὶ εἶπον αὐτῷ· μὴ καὶ σὺ ἐκ τῆς Γαλιλαίας εἶ; Ἐρεύνησον καὶ ἴδε ὅτι προφήτης ἐκ τῆς Γαλιλαίας οὐκ ἐγήγερται.
Κεφ.Η΄ 12 Πάλιν οὖν αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς ἐλάλησε λέγων· ἐγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου· ὁ ἀκολουθῶν ἐμοὶ οὐ μὴ περιπατήσῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ, ἀλλ’ ἕξει τὸ φῶς τῆς ζωῆς.
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
37 Την τελευταία και πιο επίσημη ημέρα απ’ όλες τις άλλες ημέρες της εορτής στάθηκε όρθιος ο Ιησούς και με ζωηρή φωνή είπε: «Εάν κανείς αισθάνεται πόθο και δίψα όχι για αγαθά υλικά και φθαρτά, αλλά για την εσωτερική γαλήνη και τη μακαριότητα της θείας ζωής, ας έρχεται σε μένα με πίστη και ας πίνει ελεύθερα. Κοντά μου θα ικανοποιηθούν όλοι οι ευγενικοί πόθοι και θα βρει ανάπαυση η ψυχή του.38 Από την καρδιά και τα βάθη της ψυχής εκείνου που πιστεύει σε μένα, σύμφωνα με τα λόγια της Αγίας Γραφής, θα αναβλύζουν ποτάμια νερού που θα είναι πάντα τρεχούμενο. Και έτσι θα ποτίζεται όχι μόνο ο ίδιος, αλλά και οι άλλοι που θα έρχονται σε σχέση με αυτόν». 39 Αυτά τα λόγια τα είπε ο Κύριος για το Άγιο Πνεύμα, που θα αποκτούσαν μετά την Ανάληψή Του στους ουρανούς όσοι θα πίστευαν σε Αυτόν· διότι πρωτύτερα είχαν βέβαια δοθεί χαρίσματα προφητικά και θαυματουργικά σε ανθρώπους δικαίους και προφήτες, αλλά η χάρις του Αγίου Πνεύματος που αναγεννά τους ανθρώπους και τους μεταδίδει τη θεία και μακαρία ζωή δεν είχε δοθεί σε κανέναν. Και δεν είχε δοθεί η χάρις αυτή του Αγίου Πνεύματος, διότι ο Ιησούς δεν είχε ακόμη δοξαστεί με το Πάθος Του και την Ανάληψή Του.
40 Πολλοί λοιπόν από τον λαό, όταν άκουσαν τα λόγια αυτά που είπε ο Κύριος στη διάρκεια της εορτής, έλεγαν: «Πράγματι αυτός είναι ο προφήτης που μας προανήγγειλε ο Μωυσής». 41 Άλλοι έλεγαν: «Αυτός είναι ο Μεσσίας Χριστός». Άλλοι έλεγαν: «Δεν είναι δυνατόν να είναι ο Μεσσίας˙ διότι μήπως ο Μεσσίας είναι να έρθει από τη Γαλιλαία; 42 Δεν είπε η Αγία Γραφή ότι ο Μεσσίας Χριστός θα προέρχεται από το γένος του Δαβίδ και από το χωριό της Βηθλεέμ, όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε ο Δαβίδ;». 43 Προκλήθηκε λοιπόν διαίρεση και διαφωνία μεταξύ του λαού γι’ Aυτόν.
44 Μερικοί μάλιστα απ’ αυτούς ήθελαν να τον συλλάβουν, αλλά κανείς δεν τόλμησε να απλώσει χέρι πάνω του˙διότι μια αόρατη δύναμη τούς συγκρατούσε και τους παρεμπόδιζε. 45 Επειδή λοιπόν κανείς δεν μπορούσε να τον συλλάβει, γύρισαν άπρακτοι οι υπηρέτες στους αρχιερείς και τους Φαρισαίους. Κι εκείνοι τους ρώτησαν: «Γιατί δεν τον φέρατε, αφού και δημοσίως εμφανίστηκε και πολλοί απ’ το πλήθος τον άκουγαν με δυσμένεια και ήταν έτοιμοι να σας βοηθήσουν μη σας διαφύγει;». 46 Τότε οι υπηρέτες τούς έδωσαν την εξής απάντηση: «Ποτέ άλλοτε δεν δίδαξε άλλος άνθρωπος με τόση σοφία και δύναμη και χάρη με όση διδάσκει ο άνθρωπος αυτός». 47 Ύστερα λοιπόν από την ανέλπιστη αυτή απάντηση των υπηρετών τους ξαναρώτησαν οι Φαρισαίοι: «Μήπως παρασυρθήκατε κι εσείς, που είστε πάντοτε κοντά μας και ακούτε τη διδασκαλία μας, και έχετε πλανηθεί απ’ αυτόν, όπως τα αμαθή πλήθη του λαού; 48 Μήπως πίστεψε σε αυτόν κανείς απ’ τους άρχοντες, που είναι οι μόνοι αρμόδιοι να κρίνουν τα θρησκευτικά ζητήματα, ή απ’ τους Φαρισαίους, που είναι άγρυπνοι φύλακες των παραδόσεων και της αληθινής πίστεως; 49 Κανείς απ’ αυτούς δεν πίστεψε, παρά μόνον αυτός ο όχλος, που δεν ξέρει το νόμο και γι’ αυτό είναι όλοι τους καταραμένοι». 50 Τους ρώτησε τότε ο Νικόδημος, εκείνος που ήλθε στον Ιησού μέσα στη νύχτα και ήταν ένας απ’ αυτούς, διότι ήταν κι αυτός μέλος του συνεδρίου: 51«Μήπως ο νόμος μας μπορεί να καταδικάσει έναν άνθρωπο, εάν προηγουμένως δεν τον ακούσει ο δικαστής που εκπροσωπεί τον νόμο και μάθει από την απολογία του τι αξιοκατάκριτο και αξιόποινο έκανε;». 52 Εκείνοι τότε του είπαν: «Μήπως είσαι κι εσύ από τη Γαλιλαία; Εξέτασε και εύκολα θα δεις και θα πειστείς από τα πράγματα ότι κανείς προφήτης από τη Γαλιλαία δεν έχει βγει έως τώρα».
Κεφ. Η΄ 12 Ο Ιησούς τους μίλησε πάλι και τους είπε: «Εγώ είμαι το φως, όχι μόνο των Ιουδαίων, αλλά όλου του κόσμου. Εκείνος που με ακολουθεί με πλήρη εμπιστοσύνη κι ελπίδα και με πρόθυμη υπακοή στα λόγια μου, δεν θα περπατήσει, ούτε θα βρεθεί ποτέ στο σκοτάδι της πλάνης και της αμαρτίας, αλλά θα έχει μέσα του το ζωηφόρο και πνευματικό φως, που προέρχεται από την αληθινή ζωή, τον Θεό».