Ο Γέρων Ιάκωβος δεν θεώρησε σκόπιμο να αφήσει απαρατήρητη τη ζημιά που προκάλεσε κάποιος χωρικός στα χτήματα της Μονής. Γιατί θεωρούσε ότι η περιουσία της Μονής δεν είναι δική του αλλά του αγίου (στην προκείμενη περίπτωση του Οσίου Δαβίδ).
Κάποιο απόγευμα, τον επεσκέφθη στην Μονή ένας χωρικός της περιοχής, μεγάλης ηλικίας, ο οποίος του είπε: «Έμαθες τα νέα Γέροντα; Ποιά νέα βρε; Δεν έμαθες ότι κόψανε τις ελιές από το κτήμα της Μονής στο γυαλό και κάνανε καμίνι;
Και ρίξανε πάνω στους κομμένους κορμούς χώμα για να μην φαίνονται. Όχι δεν έμαθα, αλλά ποιος τις έκοψε; Ξεύρω κι εγώ Γέροντα, ρώτησε στο χωριό να μάθεις».
Στενοχωρήθηκα πολύ, κύριε Δημήτρη μου, και δεν ήξερα τί να κάνω· καλόγερος άνθρωπος να τρέχω στις αστυνομίες και τα αγρονομεία, να κάνω μηνύσεις και δικαστήρια.
Είναι αυτά πράγματα για μένα; Πάνω στην απελπισία μου σκέφθηκα τον Όσιο Δαβίδ, ιδρυτή και προστάτη της Μονής.Έτρεξα στην εκκλησία και μπροστά στην εικόνα του, όπως ήμουν ταραγμένος, του είπα τα έξης λόγια: Άκουσε, Όσιε Δαβίδ· όπως ξεύρεις, εγώ ούτε σπίτι έχω, ούτε οικογένεια, ούτε κτήματα. Όσα είχα τα χάρισα σε συγγενείς και φίλους· άφησα τα πάντα και ήρθα εδώ να Σε υπηρετήσω και Σε υπηρετώ με δοκιμασίες, στερήσεις και χίλιους πειρασμούς και προβλήματα, τα ξεύρεις… Άκουσε λοιπόν.
Σε παρακαλώ, αυτόν πού έκοψε τις ελιές από το κτήμα σου, να μου τον φέρεις εδώ, σε 24 ώρες το αργότερο. Διαφορετικά ούτε καντήλι θα Σου ανάψω, ούτε θα Σε λιβανίσω.
Άκουσες; Και σηκώθηκα και έφυγα πολύ στενοχωρημένος. Τί άλλο μπορούσα να κάνω.
Την άλλη ήμερα το απόγευμα και ενώ ετοιμαζόμαστε για τον Εσπερινό, ευρισκόμενος έξω από το καθολικό της Μονής, 20 περίπου μέτρα μακρυά, βλέπω να μπαίνει, από την εξωτερική πόρτα, στην αυλή, ένας ηλικιωμένος άνθρωπος, αγρότης, κακοντυμένος, ο οποίος με το κεφάλι κάτω, βλέποντας προς το έδαφος, ερχόταν προς έμενα. Εγώ, μόλις τον είδα, αμέσως είπα μέσα μου: Αυτός είναι πού έκοψε τις ελιές από το κτήμα της Μονής και ο Όσιος Δαβίδ μου τον έφερε, πριν περάσουν 24 ώρες, όπως του το είπα.
Όταν με πλησίασε, μου λέγει: Πατέρα Ιάκωβε, θέλω να σου μιλήσω και να σου πω κάτι. Τί να μου πεις βρε; Να, πως εγώ έκοψα τις ελιές από το κτήμα της Μονής στο γυαλό.
Και γιατί τις έκοψες βρε; Είναι σωστό να κόβομε τα δένδρα από τα ξένα κτήματα; Έχεις δίκιο πατέρα Ιάκωβε, δεν είναι σωστό, αλλά τί να κάνω; Είχα μεγάλη ανάγκη για τα παιδιά μου. Εσύ είσαι ένας άγιος άνθρωπος· τί; θα με πας στο Αγρονομείο και την Αστυνομία φαμελίτη άνθρωπο; θα με πας στα Δικαστήρια; Όχι, εγώ δεν θα σε πάω στην Αστυνομία και τα Δικαστήρια, όμως ο Αγρονόμος της Λίμνης, πού έμαθε το γεγονός, κάνει ανακρίσεις. Μπορώ εγώ να τον σταματήσω, αφού ενήργησε μόνος του από υπηρεσιακό καθήκον (αυτεπαγγέλτως); Δεν μπορείς να τον σταματήσεις, μπορείς όμως να με βοηθήσεις, όχι εμένα, τα 5 ανήλικα. Μετά 3 μήνες έγινε το Δικαστήριο στο Αγρονομείο της Λίμνης, για αγροτική φθορά. Πρώτος και μόνος μάρτυς εξητάσθη ο π. Ιάκωβος με διαβεβαίωση της ιερωσύνης του. Ο οποίος ουδέν επιβαρυντικό κατέθεσε διά τον κατηγορούμενο. Αυτός, όμως, ώμολόγησε την πράξη του και εζήτησε συγγνώμη από τον π. Ιάκωβο. Το δε Δικαστήριο τον κατεδίκασε σε χρηματικό πρόστιμο 300 δραχμών, το οποίον, αθορύβως και με διάκριση, κατέβαλε ο π. Ιάκωβος. Έτσι απέφυγαν ο κατηγορούμενος τον εγκλεισμό του στη φυλακή, διότι δεν είχε χρήματα να πληρώσει το πρόστιμο και τα 5 ανήλικα την στέρηση της προστασίας του πατέρα τους.
Πηγή
http://paraklisi.blogspot.gr/2016/06/blog-post_644.html#more