ΜΕΛΕΤΕΣ ΣΤΗΝ ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ

Ὁ σκοπός τῆς πνευματικῆς ζωῆς, τῆς ἄσκησης καί τῆς μετοχῆς στά μυστήρια εἶναι κατά τούς φιλοκαλικούς Πατέρες ἡ ἐπίτευξη τῆς ἀγάπης πρός τόν Χριστό καί ὄχι ἡ ὅραση φωτός, τό ὁποῖο μπορεῖ νά εἶναι καί φῶς δαιμονικό.

«Ὁ νοῦς, ὅταν ἀρχίσῃ», διδάσκει ὁ ἅγιος Διάδοχος Φωτικῆς, «νά δέχεται συχνά τήν ἐνέργεια τοῦ θείου φωτός, γίνεται ὁλόκληρος κάπως διαφανής, ὥστε ὁ ἴδιος νά βλέπῃ πλούσια τό φῶς τοῦ ἑαυτοῦ του. Αὐτό βέβαια καθ’ ὁλοκληρίαν γίνεται, ὅταν ἡ δύναμη τῆς ψυχῆς ἐξουσιάσῃ πλήρως τά πάθη. Ὅτι ἐξάλλου, κάθε τι τό ὁποῖο παρουσιάζεται σ’ αὐτόν [στό νοῦ] μέ σχῆμα, εἴτε σάν φῶς, εἴτε σάν φωτιά, προξενεῖται ἀπό τήν πανουργία τοῦ ἐχθροῦ [τοῦ διαβόλου], μᾶς [τό] διδάσκει μέ σαφήνεια ὁ θεσπέσιος [Ἀπόστολος] Παῦλος, λέγοντας ὅτι αὐτός [ὁ διάβολος] μετασχηματίζεται σέ ἄγγελο φωτός[20]. Δέν πρέπει λοιπόν κανείς νά μετέρχεται τόν ἀσκητικό βίο [στηριγμένος] σ’ αὐτήν τήν ἐλπίδα, [ὅτι δηλαδή θά βλέπῃ ὁράματα], γιά νά μήν εὕρῃ ὁ σατανᾶς εἰς τό ἑξῆς ἀπό αὐτό τήν ψυχή πρόσφορη γιά τήν συναρπαγή. Ἀλλά νά φθάσωμε [νά ἐπιθυμοῦμε], μόνον νά ἀγαπήσωμε τόν Θεό μέ κάθε [ἐσωτερική] αἴσθησι καί πληροφορία τῆς καρδίας, τό ὁποῖο ἀκριβῶς εἶναι [αὐτό τό ὁποῖο λέγει ἡ Ἁγία Γραφή]: «μέ ὁλόκληρη τήν ψυχή καί μέ ὁλόκληρη τήν καρδία καί μέ ὁλόκληρη τήν διάνοια»[21]. Διότι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος σ’ αὐτό δέχεται τήν θεία ἐνέργεια ἀπό τήν Χάρι τοῦ Θεοῦ, ἀποδημεῖ ἀπό τόν κόσμο, ἀκόμα κι ἄν διαμένῃ μέσα στόν κόσμο»[22].

Δέν πρέπει ἑπομένως νά ἀσκοῦμε τήν πνευματική ζωή μέ σκοπό τήν ὅραση φωτός ἤ τήν ὁποιαδήποτε «μεταφυσική» ἐμπειρία, ἀλλά γιά νά ἀγαπήσουμε τόν Θεό μέ κάθε αἴσθηση καί πληροφορία τῆς καρδίας. Αὐτός, πού ζεῖ διά τῆς χάριτος αὐτήν τήν κατάσταση, ἀποδημεῖ ἀπό τόν κόσμο ἀκόμη καί ἄν εἶναι παρών στόν κόσμο.

Ὁ σκοπός τῆς κάθε μας πράξης θά πρέπει νά εἶναι ἡ εὐαρέστηση στόν Χριστό. Ἡ ἀνταπόδοση σύμφωνα μέ τά φιλοκαλικά κείμενα θά ἔρθει ἀπό τήν ἴδια τήν Ἀλήθεια-Χριστό, πού βιώθηκε ἀπό τούς καλῶς βιώσαντας καί ὄχι ἀπό κάποιους ἀνθρώπους καί τήν κενή περιεχομένου δόξα τους.

Ὁ ἅγιος Νεῖλος ὁμιλεῖ γιά τόν «Δεσπότη Χριστό», ἀπό τόν ὁποῖο πρέπει νά ἐπιζητοῦμε τόν ἔπαινο[23]. Ὁμιλεῖ γιά τό «ἄνω θέατρον»[24], τό οὐράνιο θεωρεῖο τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο «κρίνει άδέκαστα τά πράγματα»[25] καί στό ὁποῖο καί μόνον πρέπει νά εὐαρεστήσουμε.

«Αὐτό λοιπόν τό [οὐράνιο] θεωρεῖο ἄς εὐχαριστηθῇ», διδάσκει ὁ ὅσιος, «τό ὁποῖο [εἶναι] καί ἀνάγκη νά εὐχαριστήσωμε, μέ τό εὐάρεστο τῶν ἔργων [μας]. Γιά δέ τούς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι δέν δύνανται οὔτε ἀμοιβές νά ἀποδώσουν γιά ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἔχουν βιωθῆ ἐνάρετα, οὔτε νά τιμωρήσουν ἕνεκα ἐκείνων πού ἔχουν ἀλλιῶς [εἶναι δηλαδή κακῶς ἐργασμένα], δέν εἶναι σπουδαῖος λόγος, ἐάν ἤ ἀπό φθόνο ἤ προσπάθεια, συγκαλύπτοντας μέ τά ὀνόματα τῆς κακίας τά ἔργα τῆς ἀρετῆς, διαβάλλουν μέ πεπλανημένες βλασφημίες τόν τρόπο ζωῆς, ὁ ὁποῖος εἶναι γνωστός στόν Θεό καί στούς Ἀγγέλους. Θά ἐπακολουθήσῃ βέβαια ὁπωσδήποτε, κατά τόν καιρό τῆς ἀνταποδόσεως, ἡ ἀμοιβή τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν, σ’ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ζήσει ἐνάρετα, ὄχι λόγῳ τῆς ὑπολήψεως τῶν ἀνθρώπων [γι’ αὐτούς], ἀλλά λόγῳ αὐτῆς τῆς ἰδίας τῆς ἀληθείας, ὅσων ἔπραξαν κατά τήν διάρκεια τῆς ζωῆς τους. Αὐτά [τά αἰώνια ἀγαθά], μακάρι νά γίνῃ νά ἐπιτύχωμε ὅλοι μας, μέ τήν Χάρι καί τήν φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ»[26].

Οἱ ἅγιοι φιλοκαλικοί Πατέρες γράφουν, διδάσκουν καί ζοῦν μέ σκοπό τήν εὐαρέστηση τοῦ «ἄνω θεάτρου» καί τοῦ ἀρχηγοῦ τῆς πίστεώς μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Κέντρο, στόχος, προσανατολισμός, ἐλπίδα, μισθός, βραβεῖο εἶναι γι’ αὐτούς ὁ Χριστός καί ἡ Ἐκκλησία Του. Οἱ Ἅγιοι γράφουν ἀπό ἀγάπη γιά τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία. Γράφουν μέ σκοπό νά βοηθήσουν τά μέλη τῆς Ἐκκλησιας, ὥστε νά ἐπικεντρώσουν τίς προσπάθειές τους στήν Θεία εὐαρέστηση καί ὄχι στήν τῶν ἀνθρώπων.

Οἱ ἄνθρωποι, πού διεστραμμένα «φθόνῳ ἤ προσπαθείᾳ, τά τῆς ἀρετῆς ἔργα κακίας ὀνόμασι συσκιάζοντες»[27] καί «τόν τῷ Θεῷ καί Ἀγγέλοις ἐγνωσμένον βίον, πεπλανημέναις διαβάλλωσι βλασφημίαις»[28] δέν πρέπει νά ἐπηρρεάζουν τούς πνευματικούς ἀγωνιστές.

Ἀπό ὅλα τά ἀνωτέρω συνάγεται ὅτι τό κέντρο τῆς ὅλης διδασκαλίας τῶν ἁγίων φιλοκαλικῶν Πατέρων εἶναι ὁ Θεάνθρωπος Κύριος καί ἑπομένως ἡ Ἁγία Του Ἐκκλησία, πού εἶναι τό σῶμα Του. Ὁ στόχος καί ἡ προσπάθεια εἶναι νά εὐαρεστήσουμε σ’ Αὐτόν, παραμένοντας μέσα στήν Ἐκκλησία Του, διά τῆς πρός Αὐτόν καί τόν πλησίον ἀνιδιοτελοῦς ἀγάπης. Αὐτή δέν εἶναι δυνατόν νά κατορθωθεῖ παρά διά τῆς χάριτος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία ἐνεργεῖ τήν κάθαρση, τόν φωτισμό καί τήν θέωση τῆς ὕπαρξής μας, μέσα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἐνῶ ἐμεῖς συμβάλλουμε μέ τήν προαίρεσή μας τηρώντας τίς θεῖες ἐντολές καί ἀσκώντας τίς ἀρετές.

ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ ΤΩ ΘΕΩ ΔΟΞΑ!

Ἀρχιμ. Σάββας Ἁγιορείτης 

[20] Β΄ Κορ. 11, 14.

[21] Δευτ. 6, 5.

[22] Ἅγίου Διαδόχου Φωτικῆς, Λόγος Ἀσκητικός,κεφ. 40, Φιλοκαλία, Ἔκδοσις Α΄, Ἱερᾶς Μονῆς Κοιμήσεως Θεοτόκου Μπούρα, τόμος Β΄, σελ. 359.

[23] Πρβλ. Ἁγ. Νείλου Ἀσκητοῦ, Λόγος Ἀσκητικός, Φιλοκαλία, Ἔκδοσις Α΄, Ἱερᾶς Μονῆς Κοιμήσεως Θεοτόκου Μπούρα, τόμος Β΄, Κεφ. 133, σελ. 309.

[24] Ἁγ. Νείλου Ἀσκητοῦ, Λόγος Ἀσκητικός, Φιλοκαλία, Ἔκδοσις Α΄, Ἱερᾶς Μονῆς Κοιμήσεως Θεοτόκου Μπούρα, τόμος Β΄, Κεφ. 133, σελ. 310.

[25] Ὅ.π.

[26] Ἁγ. Νείλου Ἀσκητοῦ, Λόγος Ἀσκητικός, Φιλοκαλία, Ἔκδοσις Α΄, Ἱερᾶς Μονῆς Κοιμήσεως Θεοτόκου Μπούρα, τόμος Β΄, Κεφ. 134, σελ. 310.

[27] Ὅ.π.

[28] Ὅ.π.