Μελέτες στήν Φιλοκαλία
Ἡ σημασία πού ἀποδίδουν τά φιλοκαλικά κείμενα στή θεία Λειτουργία καί κατ’ ἐπέκτασιν οἱ φιλοκαλικοί Πατέρες εἶναι πολύ μεγάλη καί ἴδια μέ αὐτή πού τῆς ἀποδίδει ἡ ὀρθόδοξη ἐκκλησιολογία. Χωρίς τήν θεία Λειτουργία, σύμφωνα μέ τούς φιλοκαλικούς ἁγίους, δέν φανερώνεται-λειτουργεῖ ὁ θεσμός τῆς Ἐκκλησίας[1].
«Τά φαινόμενα (ἐνν. στήν Ἐκκλησία)», γράφει ὁ ἅγιος Μακάριος, «νά τά θεωρεῖς τύπους καί σκιές τῶν ἀφανῶν. Ὁ ναός πού βλέπομε εἶναι τύπος τοῦ ναοῦ τῆς καρδιᾶς, ὁ ἱερέας εἶναι τύπος τοῦ ἀληθινοῦ ἱερέα, τῆς χάρης δηλαδή τοῦ Χριστοῦ, κλπ. Σ’ αὐτή λοιπόν τήν ὁρατή Ἐκκλησία, ἄν δέ γίνουν πρῶτα οἱ ἀναγνώσεις, οἱ ψαλμωδίες καί δέν προχωρήσει ὅλη ἡ ἀκολουθία κατά τήν ἐκκλησιαστική τάξη, δέν μπορεῖ ὁ ἱερέας νά ἐπιτελέσει τό θεῖο Μυστήριο τοῦ σώματος καί τοῦ αἵματος τοῦ Χριστοῦ.
Ἄν πάλι τηρηθεῖ ὅλος ὁ ἐκκλησιαστικός κανόνας, δέ γίνει ὅμως ἀπό τόν ἱερέα ἡ μυστική εὐχαριστία τῆς προσφορᾶς καί ἡ κοινωνία τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, τότε οὔτε ὁ ἐκκλησιαστικός θεσμός ὁλοκληρώθηκε, καί ἡ λατρεία τοῦ Μυστηρίου εἶναι ἐλλιπής»[2].
Ἡ ἀνωτέρω διδασκαλία εἶναι ἡ γενικά παραδεκτή ὀρθότατη ἐκκλησιολογική θέση γιά τήν κύρια σημασία, πού ἔχει στήν Ἐκκλησία τό Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας. Ἀπηχεῖ τήν θέση τοῦ ἁγίου Νικολάου τοῦ Καβάσιλα, πού διδάσκει ὅτι «σημαίνεται ἡ Ἐκκλησία ἐν τοῖς μυστηρίοις» ἢ «διὰ τῶν μυστηρίων»[3].
Ὁ ἅγιος Μακάριος, στό προαναφερθέν κείμενο, διδάσκει ὅτι ὁ ἐκκλησιαστικός θεσμός δέν «τελεσιουργεῖται», δηλαδή δέν φανερώνεται λειτουργικά καί δέν ὁλοκληρώνεται-πραγματώνεται, ἄν δέν τελεῖται ἡ θεία Λειτουργία. Αὐτό οὐσιαστικά σημαίνει ὅτι ἡ Ἐκκλησία φανερώνεται λειτουργικά διά τῶν μυστηρίων καί μάλιστα διά τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Σέ καμμιά περίπτωση ὅμως δέν σημαίνει ὅτι ἐπειδή ὑπάρχει ἡ Θεία Εὐχαριστία γι’ αὐτό ὑπάρχει καί ἡ Ἐκκλησία, ἤ ὅτι Εὐχαριστία καί Ἐκκλησία ταυτίζονται.
Δέν εἶναι ἡ Εὐχαριστία «ὁ πραγματικὸς ἑαυτὸς τῆς Ἐκκλησίας», οὔτε «ἡ Εὐχαριστία εἶναι αὐτὴ ποὺ πραγματοποιεῖ τὴν Ἐκκλησία»[4], ἀλλά ὁ θεσμός τῆς Ἐκκλησίας τελεσιουργεῖται, δηλαδή φανερώνεται λειτουργικά διά τῆς θείας Εὐχαριστίας καί διά τῶν ἄλλων μυστηρίων. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ «αἰτία» τῶν μυστηρίων καί ὄχι τά μυστήρια «αἰτία» τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπειδή ὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία ὑπάρχουν τά μυστήρια καί ὄχι ἐπειδή ὑπάρχουν τά μυστήρια ὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία.

«Ἡ ἱερωσύνη», ἐπισημαίνει ὁ Καθηγητής κ. Δ. Τσελεγγίδης, «ὅπως ἄλλωστε καί ὅλα τά μυστήρια, ἀποτελεῖ λειτουργική φανέρωση τῆς Ἐκκλησίας (ἡ Ἐκκλησία «σημαίνεται ἐν τοῖς μυστηρίοις», κατά τόν ἅγιο Νικόλαο Καβάσιλα). Τοῦτο σημαίνει, ὅτι γιά νά ὑπάρχουν μυστήρια, πρέπει προηγουμένως νά ὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία. Τά μυστήρια εἶναι σάν τά κλαδιά ἑνός δένδρου. Ζωντανά κλαδιά, πού ἀνθοῦν καί καρποφοροῦν, μποροῦν νά ὑπάρχουν μόνον ὅταν αὐτά εἶναι ὀργανική προέκταση τοῦ δένδρου, ὅταν δηλαδή εἶναι ὀντολογικά συνδεμένα μέ τόν κορμό τοῦ δένδρου»[5].
Ὁ ἅγιος Νικόλαος ὁ Καβάσιλας τό διευκρινίζει σαφέστατα: Ἡ Ἐκκλησία σημαίνεται μέ τά μυστήρια, ὄχι σάν μέ σύμβολα, ἀλλά σάν τά μέλη ὡς πρός τήν καρδιά καί σάν τά κλαδιά ὡς πρός τήν ρίζα τοῦ φυτοῦ, καί ὅπως εἶπε ὁ Κύριος, σάν τά κλήματα ὡς πρός τήν ἄμπελο»[6]. Δέν ὑπάρχει ἡ ἄμπελος ἐξ αἰτίας τῶν κλημάτων, ἀλλά τά κλήματα ἐξ αἰτίας τῆς ἀμπέλου.
«Δέν εἶναι ἡ Εὐχαριστία πού κάνει τήν Ἐκκλησία», ἔλεγε ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, «νά εἶναι ὄντως Ἐκκλησία, ἀλλά ἡ Ἐκκλησία εἶναι αὐτή πού κάνει τήν Εὐχαριστία νά εἶναι ὄντως Εὐχαριστία. Μέ ἄλλα λόγια, τό «ἄλογο» (δόγμα-Κανόνες) προηγεῖται τοῦ «κάρου» καί ὄχι τό ἀντίστροφο»[7].
«Ἄλλωστε», παρατηρεῖ ὁ Σεβ. Ναυπάκτου Ἱερόθεος, «ἔξω ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, μέ τά δόγματα καί τούς ἱερούς Κανόνες, δέν ὑφίσταται Εὐχαριστία, μέ τήν ὀρθόδοξη σημασία τῆς λέξεως. Ὁπότε μποροῦμε νά κάνουμε λόγο γιά ἐκκλησιαστική Εὐχαριστία καί ὄχι γιά εὐχαριστιακή ἐκκλησιολογία»[8].
Ἀρχιμ. Σάββας Ἁγιορείτης
[1] Πρβλ. Ἁγ. Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου, Λόγοι σέ 150 κεφάλαια, Περί ἀγάπης,κεφ. 113, Φιλοκαλία μετ. Γαλίτη, Τόμος Γ΄, σελ. 296.
[2] Ἁγ. Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου, Λόγοι σέ 150 κεφάλαια, Περί ἀγάπης,κεφ. 113, Φιλοκαλία μετ. Γαλίτη, Τόμος Γ΄, σελ. 296. Τό πρωτότυπο κείμενο βρίσκεται στό: Φιλοκαλία, ἐκδ. Ἀστέρος, τόμος Γ΄, Εἰς τούς ν΄ λόγους τοῦ Ἁγίου Μακαρίου, Παράφρασις Συμεών τοῦ Μεταφράστου, σελ. 217.
[3] Ἁγ. Νικολάου Καβάσιλα, «Εἰς τήν Θείαν Λειτουργίαν», κεφ. 38-39, Φιλοκαλία τῶν Νηπτικῶν καὶ Ἁσκητικῶν, 22 (κείμενο – μτφρ. – σχόλια Παναγιώτη Κ. Χρήστου, Νέα Μετάφραση ἀπό τόν Ἐλευθέριο Μερετάκη), ἐκδ. ΕΠΕ, Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, Θεσσαλονίκη 2011, σσ. 193. Ἡ φράσι ἐπαναλαμβάνεται τρεῖς φορές στὶς σσ. 190-192.
[4] Θανάση Ν. Παπαθανασίου, Οἱ εἰκόνες τῆς Βασιλείας, Σύναξη 114 (2010), http://eclass.uoa.gr/modules/document/file.php/SOCTHEOL104/%CE%95%CE%A1%CE%93%CE%91%CE%A3%CE%99%CE%91%20%CE%93%202013%20%CE%99%CE%A3%CE%9B%CE%91%CE%9C%20%CE%9A%CE%91%CE%99%20%CE%95%CE%A3%CE%A7%CE%91%CE%A4%CE%9F%CE%9B%CE%9F%CE%93%CE%99%CE%91/%CE%98.%20%CE%9D.%20%CE%A0.,%20%CE%95%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CE%BD%CE%B5%CF%82%20%CF%84%CE%B7%CF%82%20%CE%92%CE%B1%CF%83%CE%B9%CE%BB%CE%B5%CE%AF%CE%B1%CF%82.pdf (Προσβάθηκε στίς 28-9-2015).
[5] Δημητρίου Τσελεγγίδη, Τακτικοῦ Καθηγητοῦ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ., Ὀρθοδοξία καί Ἑτεροδοξία (Εἶναι οἱ ἑτερόδοξοι μέλη τῆς Ἐκκλησίας;) Κείμενο διάλεξης πού ἔγινε ἔγινε τήν Κυριακή 31η Μαΐου 2009, στή γενική συγκέντρωση γιά τή λήξη τῶν ἐργασιῶν τοῦ Τομέως Ἐπιστημόνων τοῦ Συλλόγου Ὀρθοδόξου Ἱεραποστολικῆς Δράσεως «Ὁ Μέγας Βασίλειος» (Μαυρομιχάλη 32, Ἀθῆναι). Τό ἴδιο κείμενο δημοσιεύθηκε καί στό Περιοδικό «Ἐν Συνειδήσει» (Ἰούνιος 2009), ἔκτακτη ἔκδοση τῆς Ἱ. Μονῆς Μεγ. Μετεώρου, ἁγια Μετέωρα ὑπό τόν τίτλο: «Εἶναι οἱ ἑτερόδοξοι μέλη τῆς Ἐκκλησίας;».
[6] Ἁγ. Νικολάου Καβάσιλα, «Εἰς τήν Θείαν Λειτουργίαν», κεφ. 38-39, Φιλοκαλία τῶν Νηπτικῶν καὶ Ἁσκητικῶν, 22 (κείμενο – μτφρ. – σχόλια Παναγιώτη Κ. Χρήστου, Νέα Μετάφραση ἀπό τόν Ἐλευθέριο Μερετάκη), ἐκδ. ΕΠΕ, Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, Θεσσαλονίκη 2011, σσ. 191. Τό πρωτότυπο κείμενο βρίσκεται στή σελ. 190 καί ἔχει ὡς ἑξῆς: «Σημαίνεται δέ ἡ Ἐκκλησία ἐν τοῖς μυστηρίοις οὐχ ὡς ἐν συμβόλοις, ἀλλ’ ὡς ἐν καρδίᾳ μέλη καί ὡς ἐν ῥίζῃ τοῦ φυτοῦ κλάδοι, καί καθάπερ ἔφη ὁ Κύριος, ὡς ἐν ἀμπέλῳ κλήματα».
[7] Andrew Sopko, Prophet of Roman Orthodoxy the Theology of John Romanides, Synaxis Press, Canada 1998, σελ 147 καί 128 στό: Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγ. Βλασίου Ἱεροθέου, Ἡ μεταπατερική Θεολογία ἀπό ἐκκλησιαστικῆς προοπτικῆς, πού εἶναι δημοσιευμένο στό: Ἱερά Μητρόπολη Πειραιῶς, Πατερική Θεολογία καί μεταπατερική αἵρεση, Πρακτικά Θεολογικῆς Ἡμερίδος, Πειραιεύς 2012, σελ. 203.
[8] Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγ. Βλασίου Ἱεροθέου, Ἡ μεταπατερική Θεολογία ἀπό ἐκκλησιαστικῆς προοπτικῆς, στό: Ἱερά Μητρόπολη Πειραιῶς, Πατερική Θεολογία καί μεταπατερική αἵρεση, Πρακτικά Θεολογικῆς Ἡμερίδος, Πειραιεύς 2012, σελ. 203.