Μελέτες στήν Φιλοκαλία
Ὅπως ἡ θεία Λειτουργία καί ἡ θεία Εὐχαριστία εἶναι τό κέντρο τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, ἔτσι καί ἡ ἐνεργός θεία χάρη εἶναι τό κέντρο τῆς πνευματικῆς ζωῆς τοῦ κάθε Χριστιανοῦ.
Ὅταν δέν τελεῖται ἡ θεία Εὐχαριστία, ὁ ἐκκλησιαστικός θεσμός δέν τελεσιουργεῖται, δέν ὁλοκληρώνεται-πραγματώνεται. Ἔτσι καί ὅταν ἡ θεία χάρη δέν εἶναι ἐνεργός μέσα στήν καρδιά τοῦ Χριστιανοῦ, αὐτός δέν εἶναι ἀκόμη τέλειος υἱός τοῦ Θεοῦ κατά χάριν, οὔτε ἀληθινά ὑγιές μέλος τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ ἅγιος Μακάριος πού γράφει ὅτι ἀκόμη καί ἄν «τηρηθεῖ ὅλος ὁ ἐκκλησιαστικός κανόνας, δέ γίνει ὅμως ἀπό τόν ἱερέα ἡ μυστική εὐχαριστία τῆς προσφορᾶς καί ἡ κοινωνία τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, τότε οὔτε ὁ ἐκκλησιαστικός θεσμός ὁλοκληρώθηκε, καί ἡ λατρεία τοῦ Μυστηρίου εἶναι ἐλλιπής»[1], συνεχίζει διδάσκοντας ὅτι «Τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τόν Χριστιανό. Ἄν δηλαδή ἔχει κατορθώσει τή νηστεία, τήν ἀγρυπνία, τήν ψαλμωδία καί ὅλη τήν ἄσκηση καί τήν ἀρετή, ἀλλά ἡ μυστική ἐνέργεια τοῦ Πνεύματος δέν ἐπιτελεῖται ἀπό τή χάρη στό θυσιαστήριο τῆς καρδιᾶς του μέ κάθε αἴσθηση καί πνευματική ἀνάπαυση, τότε εἶναι ἀτελής ὅλη αὐτή ἡ ἀκολουθία τῆς ἀσκήσεως καί σχεδόν ἄπρακτη, γιατί δέν ἔχει τήν ἀγαλλίαση τοῦ Πνεύματος νά γεμίζει μέ μυστικό τρόπο τήν καρδιά του»[2].
Ἐπομένως, ὅπως εἶναι ἀπαραίτητη ἡ θεία Λειτουργία στήν ἐκκλησιαστική ζωή καί λατρεία ὡς λειτουργική φανέρωση τῆς Ἐκκλησίας, ἔτσι εἶναι ἀπαραίτητη καί ἡ μυστική ἐν ἐν τῇ καρδίᾳ τοῦ χριστιανοῦ ἐνέργεια τοῦ ἁγίου Πνεύματος, ὡς ἀναγκαῖο πλήρωμα τῆς νηστείας, ψαλμῳδίας καί τοῦ ὅλου πνευματικοῦ καθημερινοῦ κανόνος. Δι’ αὐτῆς φανερώνεται ἡ γνήσια ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ λατρεία τοῦ Θεοῦ μέσα στόν κάθε πιστό, ὁ ὁποῖος ἔχει γίνει πλέον ἔμψυχος ναός τοῦ Θεοῦ[3]. Ὅπως ἡ ἐκκλησιαστική λατρεία εἶναι ἐλλιπής χωρίς τή Θεία Λειτουργία, ἔτσι καί ἡ πνευματική ζωή καί ἄσκηση εἶναι ἀτελής, ἄν δέν ἐπιτευχθεῖ ἡ ἐνεργοποίηση τῆς βαπτισματικῆς θείας χάρης στήν καρδία τοῦ πιστοῦ διά τῆς μετανοίας καί τῆς ὅλης ἀσκητικῆς καί μυστηριακῆς ζωῆς.
Ἐπίσης ἀπό τά ἀνωτέρω προκύπτει ὅτι, τόσο γιά τόν ἅγιο Μακάριο, ὅσο καί ὅλους τούς φιλοκαλικούς Πατέρες, ὁ σκοπός τῆς πνευματικῆς ζωῆς, τῆς ἄσκησης, τῆς ἡσυχίας δέν εἶναι μία προτεσταντικοῦ ἤ παπικοῦ τύπου ἠθική βελτίωση καί ἐξωτερική συμπεριφορική καλλιτέρευση τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά μία ὀντολογική ἐσωτερική ἀνακαίνιση καί μεταβολή. Σκοπός εἶναι ἡ μετοχή τοῦ χριστιανοῦ στήν θεία ἐνέργεια, στήν θεοποιό βαπτισματική θεία χάρη «ἐν πάσῃ αἰσθήσει». Σκοπός εἶναι ἡ ἕνωση μέ τόν ἴδιο τό Θεό, ἡ πρόγευση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ ἐν ἀγαλλιάσει καρδίας, ἡ θέωση τοῦ ἀνθρώπου, ἀφοῦ προηγηθεῖ ἡ κάθαρση ἀπό τά πάθη καί ὁ φωτισμός τοῦ νοῦ.
Χωρίς τήν μετοχή στή θεία χάρη εἶναι ἀδύνατη ἡ κατανίκηση τῶν δαιμόνων καί τῶν παθῶν. Ἡ πνευματική ζωή διεξάγεται μέ ἐπιτυχία, ὅταν μαζί μέ τήν ἀνθρώπινη προσπάθεια συνυπάρχει ἡ «ἄνωθεν ροπή».
«Κανείς ἀπό ἐμᾶς», παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Θεόδωρος Ἐδέσσης, «δέν δύναται μέ τήν δική του δύναμι, νά ὑπερισχύσῃ στίς μεθόδους καί τά τεχνάσματα τοῦ πονηροῦ, παρά μόνο μέ τήν ἀήτηττο δύναμι τοῦ Χριστοῦ. Ἀδίκως λοιπόν ἀπατῶνται ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι ὑπερηφανεύονται, ἕνεκα τῶν ἀσκήσεων, οἱ ὁποῖες τελοῦνται ἀπ’ αὐτούς, καί ἐπαινοῦν τό αὐτεξούσιο [τοῦ ἀνθρώπου] ὅτι καταργεῖ τήν ἁμαρτία, ἡ ὁποία μόνο διά τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ καταργεῖται, δεδομένου ὅτι ὄντως νεκρώθηκε διά τοῦ ἐν τῶ σταυρῷ μυστηρίου. Γι’ αὐτό καί ὁ φωστήρας τῆς Ἐκκλησίας, ὁ [Ἅγίος] Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέγει, ὅτι δέν ἀρκεῖ ἡ προθυμία τοῦ ἀνθρώπου, ἄν δέν λάβῃ καί ἄνωθεν τήν [θεία] ἐνέργεια, ἐάν δέν ὑπάρχῃ ἡ προθυμία καί αὐτά τά δύο φανερώνουν ὁ Ἰούδας καί ὁ Πέτρος. Διότι ὁ μέν [Ἰούδας], ἄν καί ἀπήλαυσε πολλή βοήθεια, δέν ὠφελήθηκε[4], ἐπειδή δέν θέλησε, οὔτε καί προσέφερε τά τοῦ ἑαυτοῦ του. Ὁ δέ Πέτρος, ἄν καί προθυμοποιήθηκε, ἐπειδή δέν ἔλαβε καμία [θεία] βοήθεια, ἐξέπεσε[5]. Διότι ἡ ἀρετή συνδυάζεται καί ἀπό τά δύο αὐτά [καί τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί τήν προθυμία τοῦ ἀνθρώπου]. Γι’ αὐτό, λέγει [ὁ Ἅγιος Ἰωάννης, ὁ Χρυσόστομος]: «παρακαλῶ [τούς ἐν Χριστῷ Ἀδελφούς], οὔτε νά κοιμοῦνται ἐναποθέτοντας τά πάντα στόν Θεό, οὔτε ὅταν δείχνουν μέ ζῆλο ἐπιμέλεια, νά νομίζουν ὅτι κατορθώνουν τά πάντα, ἕνεκα τῶν δικῶν τους κόπων»[6].
Οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Φιλοκαλίας δέν κηρύττουν μία αὐτονομημένη πνευματική ζωή καί ἄσκηση, οὔτε βασίζονται μόνο στήν ἀνθρώπινη δύναμη καί προθυμία. Ἀντίθετα τονίζουν ὅτι μόνο μέ τήν θεία χάρη ὡς βασική ἐπιδίωξη καί κέντρο τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, καθώς καί με τήν ἀνθρώπινη συνεργία, μπορεῖ ὁ ἀγωνιζόμενος πιστός νά καταλύσει τίς δαιμονικές μεθοδεῖες καί νά σωθεῖ. Ἡ θεία χάρη παρέχεται διά τῶν μυστηρίων ἐντός τῆς Ἐκκλησίας.
Συμπερασματικά, σύμφωνα μέ τούς θεοφόρους φιλοκαλικούς πατέρες, ὁ πνευματικός ἀγώνας τοῦ ὀρθοδόξου πιστοῦ, ἔχει ὡς κέντρο τήν Ἐκκλησία καί τήν ἐξ αὐτῆς πηγάζουσα θεία χάρη .
Ἀρχιμ. Σάββας Ἁγιορείτης
Τέλος καί τῷ Θεῷ δόξα!
[1] Ἁγ. Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου, Λόγοι σέ 150 κεφάλαια Περί ἀγάπης, κεφ.113, Φιλοκαλία μετ. Γαλίτη Τόμος Γ΄, σελ. 296. Τό πρωτότυπο κείμενο βρίσκεται στό: Φιλοκαλία, ἐκδ. Ἀστέρος, τόμος Γ΄, Εἰς τούς ν΄ λόγους τοῦ Ἁγίου Μακαρίου, Παράφρασις Συμεών τοῦ Μεταφράστου, σελ. 217.
[2] Ἁγ. Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου, Λόγοι σέ 150 κεφάλαια Περί ἀγάπης, κεφ.113, Φιλοκαλία μετ. Γαλίτη Τόμος Γ΄, σελ. 296. Τό πρωτότυπο κείμενο βρίσκεται στό: Φιλοκαλία, ἐκδ. Ἀστέρος, τόμος Γ΄, Εἰς τούς ν΄ λόγους τοῦ Ἁγίου Μακαρίου, Παράφρασις Συμεών τοῦ Μεταφράστου, σελ. 217.
[3] Σύμφωνα μέ τό τοῦ Ἀποστόλου Παύλουστό Β´Κορ. 6,16: «ὑμεῖς ναός ἐστε Θεοῦ ζῶντος».
[4] Ματθ. 27, 5.
[5] Ματθ. 26, 70 κ. ἑ.
[6] Ἁγίου Θεοδώρου Ἐδέσσης, Κεφάλαια Ψυχωφελῆ, Κεφ. 68, Φιλοκαλία, Ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κοιμήσεως Θεοτόκου Μπούρα, Ἔκδοσις Α΄ 2011, τόμος Β΄, σελ. 573-574.