Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ 

ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΣΤΟ ΘΕΟ 

 (ἀπομαγνητοφωνημένο ἀπόσπασμα ἀπό  ὁμιλία τοῦ Ἱερομονάχου Σάββα Ἁγιορείτη)

Δεῖτε ἐδῶ:Ἡ πορεία πρός Ἐμμαούς

   Ἡ Θεϊκή φλόγα καθαρίζει τήν καρδία τοῦ ἀνθρώπου καί τήν γεμίζει μέ εὐφροσύνη.

Μέ τήν Θεία Χάρη πραγματώνεται ἡ κάθαρση τῆς καρδίας τοῦ ἀνθρώπου. Δέν εἶναι ἡ κάθαρση τοῦ ἀνθρώπου μόνο μία κένωση (ἄδειασμα) τοῦ μυαλοῦ καί τῆς καρδιᾶς μας, ἀλλά εἶναι συνάμα καί ἡ πλήρωση (γέμισμα) ὅλου τοῦ ἐσωτερικοῦ του ἀπό τό πῦρ τῆς Θεότητος, ἀπό τήν φωτιά τῆς Θείας ἀγάπης. Τότε εἶναι πού καίγεται κάθε ἄλλη κατώτερη ἀγάπη, κάθε μορφή σαρκικῆς-κοσμικῆς ἀγά­πης, κάθε τί πού κλέβει μέρος ἀπ’ τήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου.

Τότε εἶναι πού ἡ ψυχή αἰσθάνε­ται τίς Θεῖες ἡδονές, οἱ ὁποῖες δέν συγκρί­νο­νται μέ καμμιά ἄλλη ἡδονή. Ὅταν ἀνάψει αὐτή ἡ θεϊκή φωτιά τότε ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται πάρα πολύ με­γά­λες πνευματικές ἡδονές. Αὐτές δέν συγκρίνονται καθόλου μέ τίς γήινες, μ΄ αὐτέ­ς τίς ἡδονές πού ἐκτιμᾶ πάρα πολύ ὁ κόσμος: τό καλό φαγητό, τήν σαρκική ἀγάπη, τίς σαρκικές ἡδονές καί ὅλα αὐτά τά γύρω ἀπό τό σῶμα, τό χρῆμα καί τήν μάταιη κοσμική δόξα.

«Τί μεγάλο σφάλμα» ἔλεγε ὁ π. Παΐσιος «κάνουμε οἱ ἄνθρωποι-οἱ περισσότεροι- μέ τό νά μήν θέλουμε νά δώσουμε τήν ἀγάπη μας στόν Χριστό, ἀλλά νά τήν χαραμίζουμε σέ γήινα, φτηνά καί μάταια πράγματα»1.

Πῶς κλεβό­μαστε ἀπό τόν πονηρό καί τοῦ δίνουμε τήν ἀγάπη μας, ἐνῶ θά ἔπρεπε νά τήν δώσουμε στόν Θεό! Πῶς διαθέτουμε τήν ἀγαπητική μας δύναμη σέ τόσο φτηνά πράγματα! Πῶς μοιράζουμε τήν καρδιά μας καί τήν σκορπί­ζουμε σέ χίλιες δυό ματαιότητες!

«Μιά ζωή ἀκόμη καί χιλίων ἐτῶν ἄν εἶχε κανείς καί πάλι δέν θά ἔφθανε γιά νά τήν δώσει στόν Χριστό Μας ὡς ἀνταπόδοση γιά τήν μεγάλη Του ἀγάπη, γι’ αὐτήν Του τήν ἀγάπη, πού μᾶς ἔδειξε καί πού μᾶς δείχνει συνέχεια. Μᾶς συγχωρεῖ, μᾶς ἀνέχεται καί καθαρίζει τίς βρώμικες ψυχές μας μέ τό θεϊκό Του αἷμα»2. Κανείς δέν μπορεῖ νά συλλάβει πόσο ἀγαπάει ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο. Ἡ ἀγάπη Του δέν συγκρίνεται μέ τίποτε. Δέν ἔχει ὅρια εἶναι ἄπειρη. 

 Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ «λιώνει» τόν ἄνθρωπο.

Ὅπως ὁ Θεός εἶναι ἄπειρος, ἔτσι καί ἡ ἐνέργεια Του, ἡ Ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, πού λέγεται ἀγάπη εἶναι καί αὐτή ἄπειρη. Ἄν μπορέσει νά αἰσθανθεῖ ὁ ἄνθρωπος κάτι λίγο ἀπό τήν ἀγάπη αὐτή, τότε ἡ πήλινη καρδιά του τείνει νά διαλυθεῖ. Δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά Τήν ἀντέξει· διαλύεται διότι εἶναι πηλός.

Κάποτε τόσο πολύ ὁ Γέροντας Παΐσιος εἶχε αἰσθανθεῖ αὐτήν τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πού ἔπεσε κάτω. Δέν ἄντεχε καί παρακα­λοῦσε τόν Θεό νά μήν τοῦ δώσει περισσότερη γιατί θά πεθάνει.

Ἡ Θεία Ἀγάπη, ἡ ἐνέργεια αὐτή, πού εἶναι ὁ Ἴδιος ὁ Θεός, εἶναι ἀβάστα­χτη γιά τόν ἄνθρωπο. Μόνο ὁ Θεός μπορεῖ νά ἀλλάξει τόν ἄνθρω­πο καί νά τόν κάνει ἱκανό νά Τήν ἀντέξει. Μόνο ἔτσι μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά αἰσθανθεῖ λίγο ἀπό τήν Θεία αὐτή Ἐνέργεια-ἀγάπη.

Στήν Μεταμόρφωση οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι εἶδαν τό Ἄκτιστο Φῶς καί ἔπεσαν κάτω.

-Γιατί ἔπεσαν κάτω;

-Διότι ἀκριβῶς δέν ἄντεχαν αὐτήν τήν ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός τούς παραχώρησε νά «δοῦν» ὅσον «ἠδύναντο». Ἄν τούς ἔδινε λίγο περισσότερο, μπορεῖ καί νά πέθαιναν. Εἶναι ὁ Θεός «φοβε­ρός», εἶναι «πῦρ καταναλίσκον»3. Δέν ἀντέχει ὁ ἄνθρωπος, ὁ χοϊκός νά «δεῖ» τόν Θεό. Εἶναι χῶμα ὁ ἄνθρωπος. Θά πρέπει αὐτό τό χῶμα, ὁ Θεός νά τό ἀλλάξει, γιά νά μπορέσει ν΄ ἀντέξει ὁ ἄνθρωπος, νά αἰσθανθεῖ, ἔστω λίγο, τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρός αὐτόν.

  συνεχίζεται…

Ἱερομόναχος Σάββας ὁ Ἁγιορείτης

hristospanagia.gr

1.Πρβλ. Πάθη καί ἀρετές σελ. 203.

2.Ὅ. π.

3.Ἑβρ. 12, 29