Ἀκοῦστε τήν ὁμιλία ἐδῶ:«Ἡ κακή χρήση τῶν μέσων πού μᾶς δίνει ὁ Θεός γιά τήν σωτηρία μας»
Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου
Λέγαμε τήν προηγούμενη φορά μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ, σχετικά μέ τά μέσα, πού μᾶς δίνει ὁ Θεός, γιά νά πετύχουμε τόν τελικό μας σκοπό. Ἀρχίσαμε νά κάνουμε κάποια θέματα, πού ἔχουν σχέση μέ τόν ἄνθρωπο, μέ ἐμᾶς δηλαδή τούς ἴδιους καί νά προσπαθοῦμε νά ἀπαντᾶμε σ’ αὐτά τά λεγόμενα ὑπαρξιακά ἐρωτήματα: «Γιατί ὑπάρχουμε», «ποιοί εἴμαστε», «ποῦ πηγαίνουμε», «ποιός εἶναι ὁ σκοπός τῆς ζωῆς μας;».
Εἴχαμε πεῖ, ὅτι ὁ σκοπός τῆς ζωῆς μας εἶναι ὁ Θεός. Πλαστήκαμε ἀπό τόν Θεό, γιά τόν Θεό καί μάλιστα ὄχι μόνο γι’ αὐτήν τήν ζωή, ἀλλά γιά νά εἴματε αἰώνια μέ τόν Θεό. Σ’ αὐτόν τόν ἀγῶνα νά εἴμαστε συνεχῶς καί πάντα μέ τόν Θεό, ἔρχεται ὁ ἴδιος ὁ Θεός καί μᾶς βοηθάει μέ πάρα πολλά μέσα, μέ πνευματικά καί ὑλικά ὅπλα. Ὅλα αὐτά τά ὑλικά ἀγαθά πού μᾶς δίνει, εἶναι οὐσιαστικά μέσα γιά νά πετύχουμε τήν σωτηρία μας, ἄν ἐμεῖς δέν κάναμε κακή χρήση, γιά τήν ὁποία θά μιλήσουμε σήμερα.
Ἐκτός ὅμως ἀπό τά ἐξωτερικά ἀγαθά πού μᾶς δίνει ὁ Θεός, ὅπως εἶναι ἡ περιουσία, οἱ τιμές, ὁ πλοῦτος, ἡ προσωρινή εὐτυχία πού ἔχουμε καί ἀπολαμβάνουμε πολλές φορές, μᾶς δίνει καί τά καλά τῆς φύσεως. Μᾶς δίνει τόν νοῦ, τήν κρίση, τήν ἀντίληψη, τήν εὐστροφία, τήν ἀκεραιότητα στίς αἰσθήσεις μας, στά μέλη μας, στό σῶμα μας, στήν ψυχή μας.Τέλος, μᾶς δίνει, προπάντων, ὐπερφυσικά ἀγαθά. Μᾶς δίνει τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό Βάπτισμα, τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέ τό Χρῖσμα. Αὐτά εἶναι τά κατεξοχήν ὅπλα μέ τά ὁποῖα μποροῦμε νά πετύχουμε τόν σκοπό μας, δηλαδή νά εἴμαστε αἰώνια μέ τόν Θεό, ξεκινώντας ἀπό ἐδῶ καί τώρα, γιατί ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ξεκινάει ἀπό ἐδῶ καί συνεχίζεται αἰώνια.
Δυστυχῶς, ὅμως, ἐμεῖς αὐτά ὅλα -κατά κανόνα- δέν τά χρησιμοποιοῦμε γιά τήν σωτηρία μας. Κάνουμε κακή χρήση σέ ὅλα αὐτά τά ἀγαθά, τά μέσα, πού δίνει ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο.
Λέει λοιπόν ὁ ἅγιος: «Σκέψου ἀδελφέ μου, τήν κακή χρήση πού ἔχεις κάνει μέχρι τώρα στά μέσα καί στά ὄργανα πού σοῦ χάρισε ὁ Θεός, γιά νά πετύχεις τήν σωτηρία σου. Σκέψου πῶς χρησιμοποίησες μέχρι τώρα τά ἐσωτερικά χαρίσματα τοῦ πνεύματός σου». Δές πρῶτα, λέει, δηλαδή τίς πνευματικές δυνατότητές σου. Πῶς χρησιμοποίησες τήν ἐξυπνάδα σου, τό μυαλό σου, τήν κρίση πού σοῦ ἔδωσε ὁ Θεός, ὅλη αὐτήν τήν σοφία πού ὑπάρχει στό πνεῦμα τοῦ ἀνθρώπου, ποῦ κατεύθυνες τίς σκέψεις σου, πῶς χρησιμοποίησες τήν ἱκανότητα τῆς διακρίσεως πού ἔχεις, πῶς χρησιμοποίησες τήν συνείδησή σου, ἄν ὑπάκουσες στήν συνείδησή σου ἤ ὄχι. Θά δεῖς ὅτι, κατά κανόνα, ὅλα αὐτά δέν τά χρησιμοποίησες γιά τό καλό σου. Μήπως, μάλιστα, παίρνοντας ἀφορμή ἀπό αὐτά, ἐργάστηκες, ὄχι γιά τήν σωτηρία σου, ἀλλά γιά τήν ἀπώλειά σου μέ τίς κακές σκέψεις, τίς κατακρίσεις, μέ τήν κακή χρήση ὅλων τῶν πνευματικῶν σου δυνάμεων.
«Καί ἀκόμα ἐκεῖνο τό φῶς πού σοῦ ἐμπιστεύτηκε ὁ Θεός στό βάπτισμα, ἐσύ τό ἔθαψες κάτω ἀπό πολλά πάθη καί ἀπό πολλές ἁμαρτίες. Καί ἐνῶ θά ἔπρεπε, κάτω ἀπό αὐτό τό φῶς, ἐσύ νά βρεῖς κι ἄλλο φῶς καί νά φωτίσεις καί ἄλλους ἀνθρώπους, ἐσύ ἐργάστηκες τό κακό καί μπῆκες περισσότερο στό σκοτάδι. Πολλές φορές αὐτήν τήν ἐλπίδα καί τήν εὐκολία τῆς συγχώρησης καί τῆς θεραπείας πού παίρνεις κατά τήν ἐξομολόγηση τήν χρησιμοποίησες κακῶς καί παρακινήθηκες σέ περισσότερες ὕβρεις καί κακίες ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ». Κατά κάποιον τρόπο ἐκμεταλλεύτηκες τήν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος κάθε φορά πού πήγαινες κοντά Του ζητώντας συγχώρεση, σέ συγχωροῦσε. Πίστεψες καί θεώρησες τότε πώς -κατά κάποιον τρόπο- εἶναι «τοῦ χεριοῦ σου» ὁ Θεός καί ὅτι εὔκολα θά πετύχεις τήν σωτηρία σου καί ἄς κάνεις πολλές ἁμαρτίες καί ἄς ἐπιμένεις στίς ἁμαρτίες… Αὐτό ὅμως εἶναι ἕνα ὀλέθριο τέχνασμα τοῦ διαβόλου.
Ἡ εὐκολία μέ τήν ὀποία παίρνουμε τήν συγχώρεση στήν ἐξομολόγηση, πολλές φορές μᾶς γίνεται ἀφορμή ἐξαπάτησης. Αὐτό, βέβαια, δέν συμβαίνει γιατί ὁ Θεός εἶναι ἀγαθός καί μᾶς συγχωρεῖ, ἀλλά γιατί ἐμεῖς δέν ἔχουμε καταλάβει, ὅτι δέν ἀρκεῖ ἁπλῶς ἡ συγχώρηση ἀλλά ὁ σκοπός εἶναι νά θεραπευτεῖ ἡ ψυχή μας. Καί, ὅσο περισσότερο ἐπιμένουμε στήν ἁμαρτία, τόσο περισσότερο ἑδραιώνεται μέσα μας ἡ ἁμαρτία. Ἀκόμα κι ἄν ἐξομολογεῖσαι κάθε φορά πού ἁμαρτάνεις, προχωράει μέσα σου ἡ κακή συνήθεια καί τελικά μένεις ἀθεράπευτος καί δέν κάνεις τίποτα. Ἀκόμα λοιπόν κι αὐτά τά ὑπερφυσικά ἀγαθά, ἐσύ τά χρησιμοποίησες μέ κακό τρόπο.
«Ἕνα εἶναι βέβαιο, ὅτι ἀνώφελα ἔλαβες τόσες ἐσωτερικές καί ἐξωτερικές βοήθειες ἀπό τήν Θεία Χάρη, τίς ὁποῖες, ἄν τίς λάμβαναν πολλοί ἄπιστοι, πολλοί αἱρετικοί καί πολλοί ἄλλοι ἁμαρτωλοί, σίγουρα θά τίς χρησιμοποιοῦσαν μέ μεγάλη ἐπιμέλεια, ὥστε μέ αὐτές νά σωθοῦν, ὅπως λέει ὁ Κύριος κατακρίνοντας τούς ἀκροατές Του». Ὁ ἄνθρωπος δέν πιάνεται πουθενά… ὅπως λέμε λαϊκά. Ἦρθε ὁ ἴδιος ὀ Χριστός μᾶς μίλησε κι ἐμεῖς Τόν περιφρονήσαμε. Καί ἔλεγε ὁ Κύριος μας: «οὐαί σοι, Χοραζίν, οὐαί σοι, Βηθσαϊδά καί σύ Καπερναούμ» (Ματθ. 11,21). Ἦταν οἱ πόλεις στίς ὁποῖες μίλησε πολλές φορές καί αὐτές ἄλλες τόσες Τόν περιφρόνησαν. Σήμερα, ἄν πᾶτε στήν Καπερναούμ, θά δεῖτε ὅτι εἶναι ἕνας σωρός ἀπό πέτρες… Δέν ὑπάρχει Καπερναούμ, γιατί ἀκριβῶς περιφρόνησε τόν Χριστό. Τό εἶχε προφητεύσει ὁ Χριστός, ὅτι δέν θά μείνει τίποτα: «Θά κατέβεις ὡς τόν Ἅδη, ἐσύ πού ἀνέβηκες ὡς τόν Οὐρανό» (Ματθ. 11,23). Γιατί ἀνέβηκε ὡς τόν οὐρανό; Γιατί ἡ Καπερναούμ ἦταν τό κέντρο τῆς ἱεραποστολικῆς δράσης τοῦ Χριστοῦ μας. Ἀπό ἐκεῖ ἀνέβαινε καί πήγαινε στά γύρω χωριά καί μιλοῦσε καί κήρυττε ἀκούραστα.. μᾶλλον μέ μεγάλη προθυμία… ἀλλά καί πολύ κόπο. Κι ὅμως πόσοι Τόν πίστεψαν; Πόσοι Τόν δέχθηκαν; Πόσοι τελικά μείνανε μαζί Του; Πολλοί λίγοι. Γι’ αὐτό εἶπε ὁ Χριστός μας: «Ἄν αὐτά πού λέω σέ σᾶς, τά ἔλεγα στήν Τύρο καί στήν Σιδώνα, πού ἦταν πόλεις εἰδωλολατρικές, πολλοί θά ἐπιστρέφανε. Γιατί, οἱ ἄνθρωποι ἀπό τήν πολλή ἁμαρτία εἶναι πολύ ταλαιπωρημένοι καί εἶναι πιό δεκτικοί.
Ἀλλοίμονο καί σέ μᾶς λοιπόν σήμερα πού ἀκοῦμε πολλά πράγματα, ἀκοῦμε τόν Χριστό μας νά μᾶς μιλάει στήν Ἐκκλησία, μέ τά Ἅγια Εὐαγγέλια, μέ τούς ἅγιους Πατέρες, πού μᾶς ἀναλύουν τό Εὐαγγέλιο κι ὅμως δέν ἀλλάζουμε ζωή. Τά ἀκοῦμε κάπως ἐγκυκλοπαιδικά, ἔτσι γιά νά ἀκούσουμε καί κάτι καινούριο καί ἔπειτα συνεχίζουμε τήν ζωή μας. Γι’ αὐτό λέει κι ἐδῶ ὁ ἅγιος: «ἀνώφελα σοῦ δόθηκαν ὅλα αὐτά τά δῶρα». Ἄν ὁ Θεός τά ἔδινε σέ κάποιους ἄλλους, ἀκόμα καί μουσουλμάνους, κατατρεγμένους, εἰδωλολάτρες καί ταλαιπωρημένους ἀπό τήν ἁμαρτία, πού τέτοιοι ὑπάρχουν πάρα πολλοί στόν κόσμο σήμερα, ἴσως νά μετανοοῦσαν πολύ καλύτερα, ἀπ’ ὅ,τι μετανοοῦμε ἐμεῖς.
Ἡ Ἐλλάδα παρόλο πού εἶναι ὀρθόδοξη χώρα καί ὁ κάθε βαπτισμένος Ἕλληνας ἔχει μέσα του τόν ἴδιο τόν Θεό, τό Ἅγιο Πνεῦμα κι ὅμως πολλές φορές ὁ καθένας ἀπό μᾶς τούς βαπτισμένους εἶναι πολύ χειρότερος ἀπό τούς ἀβάπτιστους. Θά ἀναρωτηθεῖτε γιατί. Γιατί, ὅπως εἶπε ὀ Χριστός μας, μέ τό βάπτισμα φεύγουν τά δαιμόνια πού ὑπάρχουν μέσα μας, ὅμως, ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν προσέξει, θά γυρίσει τό καθένα ἀπό αὐτά τά δαιμόνια καί θά φέρει μαζί του ἄλλα ἑπτά δαιμόνια. Αὐτό φαίνεται, ὅτι ἔχει γίνει στόν λαό μας σήμερα. Γι’ αὐτό βλέπετε ὅτι οὐσιαστικά ὑπάρχει κι ἕνας διωγμός στόν ὀρθόδοξο λαό, στήν Ἐκκλησία μας σήμερα ἀπό τούς ἄλλους πού ὑποτίθεται ὅτι εἶναι χριστιανοί, ἀλλά δέν εἶναι. Ἄν δεῖτε τί γίνεται στά σχολεῖα μας, στήν παιδεία, στήν κυβέρνηση… Ἐμεῖς ἐπιλέξαμε αὐτήν τήν κυβέρνηση, ἐμεῖς τούς δώσαμε τήν θέση καί τώρα μᾶς λένε ὅτι θά καταργήσουν τά θρησκευτικά ἤ ὅτι θά τά κάνουν προαιρετικά καί τόσα ἄλλα ἀκόμα πράγματα πού προωθοῦνται. Ὅμως καί ἡ βάση εἶναι διεφθαρμένη, δηλαδή ἐμεῖς, ὁ λαός… γιατί ἐμεῖς τούς ἐπιλέξαμε γιά νά παίρνουν ἀποφάσεις. Καί βλέπετε, ὅταν, ἄς ποῦμε ἕνας ἐκπαδευτικός στό σχολεῖο θέλει νά πεῖ κάτι γιά τόν Χριστό, νά μήν μπορεῖ πλέον, γιατί θά βρεθεῖ κάποιος μαθητής καί θά τόν καταγγείλει στόν σύμβουλο. Ὑπάρχει δηλαδή ἕνας διωγμός, γιατί τό κράτος μας ἔχει γίνει ἄθεο, καθώς καί ἡ παιδεία μας. Τά βιβλία μας εἶναι τελείως ἄθεα καί ἀνήθικα. Γιατί φτάσαμε νά ἔχουμε αὐτόν τόν διωγμό; Γιατί, ἀκριβῶς, δέν προσέξαμε νά ἔχουμε καί νά κρατήσουμε αὐτά τά χαρίσματα, αὐτά τά δῶρα τοῦ Θεοῦ, τά ὁποῖα μᾶς τά δίνει ὁ Θεός ἄφθονα, ἀλλά ἐμεῖς δέν τά ἀξιοποιοῦμε γιά τό καλό μας, τά χρησιμοποιοῦμε λάθος κάνοντας κακό στόν ἑαυτό μας.
«Σκέψου, ἔπειτα, ὅτι τόσο τά ἐξωτερικά καλά, ὅσο καί τά καλά τῆς φύσεως, τά κακομεταχειρίστηκες». Εἴπαμε τά ἐξωτερικά καλά εἶναι ὁ πλοῦτος, τό σπίτι πού ἔχουμε, τό αὐτοκίνητο, τό τηλέφωνο ἀκόμα πού ἔχουμε, ὅλα εἶναι ἀγαθά, εἶναι δῶρα Θεοῦ. Πόσο καλά τά χρησιμοποιήσαμε; Μᾶλλον τά κακομεταχειριστήκαμε, ὅπως καί τά καλά τῆς φύσεως: τό σῶμα πού μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός, τήν ἀρτιμέλεια, τήν εὐστροφία κ.λ.π. «Ἐνῶ θά ἔπρεπε αὐτά ὅλα τά κτίσματα νά ἦταν γιά σένα μία σκάλα γιά νά ἀνεβαίνεις στόν Κτίστη». Γι’ αὐτό ἔκανε ὁ Θεός τό σύμπαν, ὅλες αὐτές τίς ὀμορφιές, γι’ αὐτό σοῦ δίνει καί ὅλα αὐτά τά ἀγαθά καί σέ ἔχει βάλει σάν ἕνα πριγκηπόπουλο μέσα στό σύμπαν, γιά νά ἀνεβαίνεις σάν σέ σκάλα μέσω αὐτῶν στόν Ἴδιο.
«Ἀντί ὅμως ἐσύ νά τά χρησιμοποιήσεις αὐτά σάν σκάλα γιά νά ἀνέβεις στόν Θεό, τά ἔκανες τοῖχο διαχωρισμοῦ σου ἀπό τόν Θεό». Τά αὐτονόμησες, τά λάτρεψες αὐτά καθεαυτά. Ὕψωσες τείχη γύρω σου, τά ὁποῖα τά ἔχτισες ἀκριβῶς μέ αὐτά τά ἀγαθά πού σοῦ ἔδωσε ὁ Θεός. Σοῦ ἔδωσε χρήματα κι ἐσύ ἔγινες ἄπληστος, ἐγωιστής, ἀνελεήμων καί κενόδοξος. Σοῦ ἔδωσε καλή σύζυγο, παιδιά.. κι ἐσύ ἔγινες πάλι ἐγωιστής, ὑπερηφανεύτηκες, ἔκανες κακή χρήση, ἀντί νά δοξολογήσεις τόν Θεό. Σοῦ ἔδωσε γνώσεις καί ἀντί νά τίς χρησιμοποιήσεις γιά νά δοξασθεῖ ὁ Θεός, ἐσύ τίς χρησιμοποίησες γιά νά ἀπολαύσεις ἐγωιστικά, γιά νά προβληθεῖς ἤ γιά νά ἐπιβληθεῖς στούς ἄλλους. Δυστυχῶς, αὐτό εἶναι τό ἐμπόδιο. Λέμε μερικές φορές: – Γιατί ὁ Θεός δέν μέ βοηθάει; Μά, ἀκριβῶς, γιατί ἔχεις χτίσει τεῖχος γύρω σου καί ἐνῶ ἐκχέεται ἡ Χάρις, δέν περνάει ἡ βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Συνεχῶς ὁ Θεός εὐλογεῖ τόν κόσμο. Ὁ Θεός ἀναλήφθηκε σέ στάση εὐλογίας. Ἔφυγε στόν οὐρανό εὐλογώντας μας. Ἔτσι εἶναι καί τώρα, εὐλογεῖ. Καί ἔτσι πάλι θά ἔρθει, ἀπό τόν οὐρανό καί θά εἶναι καί ἕνα σημάδι γιά νά Τόν διακρίνουμε ἀπό τόν Ἀντίχριστο, πού θά ἔρθει ἀπό κάτω. Ὁ Χριστός μας, ὅμως, θά ἔρθει ἀπό τόν οὐρανό, ὅπως ἔφυγε. Κι ὅμως ἐμεῖς δέν παίρνουμε αὐτήν τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ, γιατί ἔχουμε περιχαρακωθεῖ, ἔχουμε χτίσει γύρω μας τείχη μέ τά ἀγαθά αὐτά πού μᾶς ἔχει δώσει κάνοντας κακή χρήση. Καί ἐνδιαφέρεται ὁ καθένας μόνο γιά τόν ἑαυτό του ἤ ἔστω και γιά τήν οἰκογένειά του… Ἔτσι ὅμως ἔχει φτιάξει ἕνα μεγάλο ἐγώ.
«Τά χρησιμοποίησες τά ἀγαθά τοῦ Θεοῦ ὄχι σάν μέσο γιά νά πλησιάσεις τόν Θεό, ἀλλά σάν ὅπλα γιά νά Τόν πολεμᾶς». Αὐτό εἶναι πόλεμος πρός τόν Θεό, γιατί ὁ Θεός εἶναι ἡ ἄπειρη ἀγάπη καί σέ ἔπλασε ἔτσι, ὥστε νά γίνεις ἕνα μαζί Του, νά κοινωνεῖς μαζί Του. Ὁπότε χτίζοντας ἐσύ τοῖχο γύρω σου, σηκώνεις πόλεμο ἐναντίον Του. «Καί θέλησες μέ τά ἴδια αὐτά τά δῶρα τοῦ Θεοῦ νά ἱκανοποιήσεις τίς αἰσθήσεις σου καί ἔτσι νά ντροπιάσεις τόν Δημιουργό σου». Νά γίνεις ἕνας ἄνθρωπος ζωώδης, ἕνας ἄνθρωπος τῶν ἐνστίκτων ντροπιάζοντας τόν Δημιουργό.
«Ἄχ, ἀδελφέ μου! Αὐτή εἶναι ἡ ὑπηρεσία πού προσφέρεις στόν Θεό; Ἀλλά μέ αὐτό φαίνεται σάν νά Τοῦ λές ‘ἐγώ δέν θέλω νά Σέ ὑπηρετῶ καθόλου’». Ἐνῶ αὐτός εἶναι ὁ κύριος σκοπός τῆς ζωῆς μας, νά προσφέρουμε ὑπηρεσία στόν Θεό, νά κάνουμε μία συνεχή Θεία Λειτουργία, νά δοξολογοῦμε τόν Θεό, νά Τόν ὑπηρετοῦμε, νά μιμηθοῦμε τούς ἀγγέλους πού ὑπηρετοῦν καί δοξολογοῦν συνέχεια τόν Θεό. Κατά μίμηση τῶν ἀγγέλων πρέπει νά λειτουργοῦν καί οἰ ἄνθρωποι. Κι ὅμως! Πόσο ὑπηρετοῦμε τόν Θεό; Πόσο χρόνο δίνουμε καθημερινά στόν Θεό;
«Ἄχ ἀδελφέ μου! Μ’ αὐτό φαίνεται σάν νά τοῦ λές: ‘Σύντριψες τόν ζυγό σου καί ἔσπασες τίς ἀλυσίδες σου καί εἶπες δέν θά σέ δουλέψω’ (Ἱερ. 2,20)». Αὐτά εἶναι λόγια ἀπό τόν προφήτη Ἱερεμία στήν Παλαιά Διαθήκη. Αὐτό ἀκριβῶς λέμε στόν Θεό. Ἐνῶ ἔχουμε πάρει ὅλα τά δῶρα Του, ἀρνούμαστε νά Τοῦ δώσουμε κάτι πίσω. Ἐνῶ βλέπετε πόσο ὡραῖα στήν Θεία Λειτουργία μᾶς δίδαξε ὁ Χριστός μας νά λέμε: «Τά σά ἐκ τῶν σῶν Σοί προσφέρομεν κατά πάντα καί διά πάντα», δηλαδή τά δικά Σου ἀπό τά δικά Σου, στά ξαναδίνουμε πίσω. Ὁ Θεός δέν μᾶς ζητάει νά Τοῦ τά ἐπιστρέψουμε ὅλα, ἀλλά κάτι ἀπό αὐτά πού μᾶς ἔδωσε, ὥστε νά Τοῦ δείξουμε τήν εὐγνωμοσύνη μας καί τήν ἀγάπη μας. Τί δίνουμε στόν Θεό; Δίνουμε λίγο ἀπό τό σιτάρι καί λίγο ἀπό τό σταφύλι πού μᾶς δίνει. Αὐτά ὁ Θεός μᾶς τά εὐλογεῖ καί τά κάνει τόν ἴδιο του τόν Ἑαυτό καί μᾶς τά δίνει πίσω μεταποιημένα σέ Σῶμα καί Αἷμα Του. Αὐτό γίνεται σέ κάθε Θεία Λειτουργία. Ἔτσι μᾶς ἁγιάζει. Νά, γιατί θέλει νά Τοῦ ἐπιστρέψουμε κάτι ἐνδεικτικά, γιά νά μᾶς διακονήσει, νά μᾶς ἁγιάσει καί τελικά νά μᾶς ἑνώσει τελείως μαζί Του.
«Μέ αὐτό πού κάνεις, -πού λές στόν Θεό ‘δέν θέλω νά σέ δουλέψω’- φανερώνεις ὅτι θέλεις, ὄχι νά ὑπηρετήσεις τόν Θεό, ἀλλά νά σέ ὑπηρετεῖ ὁ Θεός». Νά τόν ἔχεις τόν Θεό σάν δοῦλο σου. «Καί μάλιστα ὑπηρετώντας ἐσένα, νά ἐπιβαρύνει τόν Ἑαυτό του δίνοντάς σου δυνάμεις καί βοήθειες γιά νά κάνεις τά κακά σου θελήματα. Ὅπως λέει ὁ ἴδιος ὁ Θεός μέσω τοῦ προφήτη Ἡσαΐα: «μέ τίς ἁμαρτίες σου Μέ κούρασες» (πρβλ. Ἡσ. 1,14). Ἐμεῖς θέλουμε δηλαδή νά μήν δίνουμε τίποτα στόν Θεό, ἀλλά νά συνεχίζει ὁ Θεός νά μᾶς δίνει κι ἄλλα συνέχεια, ὥστε νά κάνουμε τά θελήματά μας. Καί, μάλιστα, ἄν σταματήσει νά μᾶς δίνει, τότε παραπονιόμαστε καί λέμε: – Μά τί Θεός εἶναι αὐτός;
«Μά ὡς πότε ἀγαπητέ θά παραμείνει αὐτή ἡ διαμάχη ἀνάμεσα σέ σένα καί στόν Θεό;». Πράγματι πρόκειται γιά μία μάχη, ἀπό τήν ὁποία ὅμως ὁ Θεός δέν παθαίνει κάτι, ἀλλά ὁ ἄνθρωπος παθαίνει.
«Ἕως πότε ὁ Θεός νά σοῦ δίνει τά ὄργανα καί τά μέσα γιά τήν σωτηρία σου κι ἐσύ νά τά χρησιμοποιεῖς ἐναντίον τῆς τιμῆς Του καί ἐναντίον τῆς σωτηρίας σου;». Μέχρι πότε δηλαδή θά πηγαίνει ὁ ἄνθρωπος ἀντίθετα στό σχέδιο τοῦ Θεοῦ; «Ὁ Θεός νά σοῦ δίνει τόσο καλό καί ἐσύ νά Τοῦ ἀνταποδίδεις τόσο κακό;». Βλέπετε ὅτι μερικές φορές ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού δέν πατᾶνε στήν Ἐκκλησία, πού δέν ἔχουν εὐλάβεια καί δέν σέβονται τόν Θεό κι ὅμως κοσμικά τούς πηγαίνουν ὅλα καλά καί ἔχουν χρήματα, σπίτια, παιδιά, ἐπιτυχίες καί χαρές. Κάποιοι ἄλλοι πάλι πού εἶναι εὐλαβεῖς καί πηγαίνουν στήν Ἐκκλησία ὅλα τά κακά, ἀπό κοσμική πλευρά, ἔρχονται πάνω τους. Τότε λές: – Γιατί συμβαίνει αὐτό; Κατ’ ἀρχάς, τό καλό καί τό κακό καί στίς δύο περιπτώσεις θεωρεῖται κοσμικά κακό καί καλό, γιατί ὁ Θεός δέν δίνει ποτέ τίποτα κακό. Ὅ,τι δίνει ὀ Θεός στόν ἄνθρωπο εἶναι εὐλογία. Τούς ἀνθρώπους λοιπόν πού ὅλα τούς πηγαίνουν καλά, πρέπει νά τούς κλαῖτε. Αὐτοί εἶναι στήν χειρότερη κατάσταση, γιατί συσσωρεύουν τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ, μέ ὅλη αὐτήν τήν ἀπαξίωση πρός τόν Θεό ἀφενός καί ἀφετέρου μέ τήν συνεχή εὐλογία πού δέχονται ἀπό τόν Θεό.
Σκεφτεῖτε, ἄς ποῦμε, ἕναν ἄνθρωπο πού σᾶς ἀγαπάει πάρα πολύ καί ἐνῶ ἐσεῖς συνέχεια τόν περιφρονεῖτε, αὐτός συνεχίζει νά σᾶς ἀγαπάει καί νά σᾶς εὐεργετεῖ πάρα πολύ. Αὐτό μάλιστα νά συνεχίζεται γιά χρόνια. Κάποια στιγμή, δέν θά ἔρθει ἡ ὥρα τῆς δικαιοσύνης καί τῆς κρίσεως, ὅπου μετά δέν θά μπορέσει νά ἀντικρύσει τόν ἄνθρωπο πού περιφρονοῦσε τόσα χρόνια; Ἔτσι θά γίνει καί μέ τόν Θεό καί τούς ἀνθρώπους, πού ἐνῶ τούς εὐεργετεῖ, ἐκεῖνοι Τόν περιφρονοῦν καί Τόν πολεμοῦν. Αὐτοί δέν θά μπορέσουν νά σταθοῦν μπροστά Του. Γιατί ὅλα αὐτά τά χρόνια τῆς ζωῆς τους ὁ Θεός τούς τά δίνει ὅλα. Καί τότε θά τούς πεῖ: «Τί θέλετε τώρα ἀπό Ἐμένα παιδιά μου; Τά πήρατε ὅλα, ὅσο ζούσατε στήν πρόσκαιρη ζωή, τώρα δέν ἔχετε νά πάρετε κάτι». «Ἀπέλαβες σύ τά ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου» (Ματθ. 16,25), εἶπε ὁ Κύριος στόν ἄφρονα πλούσιο.
«Ὤ ταλαίπωρος πού εἶσαι, ὅταν σέ λίγο καιρό θά δώσεις ἀπολογία γι’ αὐτό καί ὅταν ὁ Κύριός μας θά συγκρίνει ἐκεῖνα πού ἔκανε Αὐτός γιά σένα μέ ἐκεῖνα πού ἔκανες ἐσύ γι’ Αὐτόν. Τώρα ἀδελφέ μου διόρθωσε αὐτές τίς ἀταξίες σου καί ζήτησε συγχώρεση γι’ αὐτές ἀπό τόν Λυτρωτή σου, πρίν ἔρθει Αὐτός καί γίνει Κριτής σου». Ὅταν ἔρθει ἡ ὥρα τῆς Κρίσεως, θά εἶναι ἀργά καί ἀλλοίμονο ἄν μᾶς κρίνει ὁ Θεός. Τό εὐχάριστο θά εἶναι νά μήν μᾶς κρίνει ὁ Θεός. Μά θά ἀναρωτηθεῖτε: – Δέν θά μᾶς κρίνει ὅλους; Τό λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὅτι δέν θά κρίνει αὐτούς πού Τόν ἔχουν ἀγαπήσει, γιατί «θά ἁρπαχθοῦν εἰς νεφέλαις εἰς ἀπάντησιν τοῦ Κυρίου εἰς ἀέρα» (Α΄Θεσ. 4,17). Θά τούς ἁρπάξουν τά σύννεφα, δηλαδή οἱ Ἄγγελοι καί ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, γιά νά προϋπαντήσουν τόν Κύριο, πού θά ἔρχεται ἀπό τόν οὐρανό καί θά γίνει ἡ συνάντηση στόν ἀέρα. Τί ὡραῖο πράγμα πού θά εἶναι αὐτό! Ἀπό τήν ἄλλη, στήν γῆ θά παραμείνουν ὅλοι αὐτοί πού περιφρόνησαν τόν Χριστό, ὥστε νά κριθοῦν. Αὐτοί πού εἶπαν στόν Χριστό ‘δέν θέλω νά Σέ δουλέψω’, θά κριθοῦν. Οἰ ἄλλοι δέν θά κριθοῦν. Αὐτό τό Εὐαγγέλιο στό Ἅγιο Ὄρος τό διαβάζουμε κάθε Σάββατο πού κάνουμε μνημόσυνο γιά τούς κεκοιμημένους.
«Νιῶσε ντροπή ἀδελφέ μου γιά τήν μεγάλη ἀχαριστία πού Τοῦ ἔδειξες καί μέ κατανυκτικά δάκρυα, προσέλκυσέ Τον στήν ἀγάπη σου. Ἀπόρησε γιά τήν ἀσωτία σου, μέ τήν ὁποία σκόρπισες τόσους θησαυρούς, πού τόσο πλουσιοπάροχα σοῦ χάρισε ὁ Θεός γιά νά σέ πλουτίσει αἰώνια. Μίσησε τήν δυστυχισμένη ζωή πού τόσο τυφλός πέρασες μέχρι τώρα, σάν νά μήν ὑπῆρχε Θεός, γιά νά Τόν ὑπηρετεῖς καί νά Τόν κερδίσεις. Καί σάν νά ἤσουνα ἐσύ ὁ μόνος δεσπότης τοῦ κόσμου». Δυστυχῶς, ἔτσι ζοῦμε πολλές φορές, σάν νά μήν ὑπάρχει Θεός, σάν νά εἴμαστε ἐμεῖς οἱ κύριοι τοῦ κόσμου.
«Πάρε τήν ἀπόφαση ἀπό ἐδῶ καί στό ἑξῆς νά μήν θέλεις ἄλλο πράγμα, παρά μόνο τό πῶς νά ἀρέσεις στόν Θεό καί πῶς νά ἐξασφαλίσεις τήν σωτηρία σου». Εἶναι αὐτό πού λέγαμε, νά βάλει δηλαδή ὁ ἄνθρωπος κέντρο στήν ζωή του τόν Θεό, ἀρχή καί τέλος τόν Θεό. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τό λέει στήν Ἀπόκάλυψη: «ἐγώ εἰμι ἡ ἀρχή καί τό τέλος, τό Α καί τό Ω» (Ἀποκ. 22,13). Αὐτό σημαίνει ὅτι εἶναι ἡ ἀρχή καί τό τέλος τῆς ἱστορίας, ἡ ἀρχή καί τό τέλος τῶν πάντων, ἀλλά πρέπει νά εἶναι καί ἡ ἀρχή καί τό τέλος τοῦ καθενός ἀπό μᾶς, ἡ ἀρχή καί τό τέλος τῆς κάθε σκέψης, πράξης, ἐπιθυμίας καί κίνησής μας. Ἡ αἰτία θά πρέπει νά εἶναι ὁ Χριστός καί τό τέλος, δηλαδή ὁ σκοπός, γιά τόν ὁποῖο κάνουμε τό καθετί, νά εἶναι πάλι ὁ Θεός. Τότε ἀξιοποιοῦμε ὅλα αὐτά τά μέσα καί τίς εὐλογίες γιά τήν σωτηρία μας.
«Πάρε ἀπόφαση ἀπό ἐδῶ καί στό ἑξῆς νά μήν θέλεις τίποτα ἄλλο». Ὁ κόσμος μᾶς γεμίζει ἕνα σωρό ‘θέλω’, ἕνα σωρό ἐπιθυμίες καί θελήματα. Μάλιστα θεωροῦνται ἐπιτυχημένοι οἱ ἄνθρωποι πού ἔχουν ἰσχυρό θέλημα καί ἕχουν κι ἕνα καπρίτσιο, ὄχι μόνο νά ἱκανοποιοῦν, ἀλλά καί νά ἐπιβάλλουν τά θελήματά τους! Γιά τόν κόσμο αὐτοί εἶναι οἱ ἐπιτυχημένοι. Γιά τόν Θεό ὅμως εἶναι ἐπιτυχημένος αὐτός πού δέν θέλει τίποτα, αὐτός πού ὑποτάσσει τό θέλημά του στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἔκανε καί ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μας. Ὡς ἄνθρωπος πάντοτε ὑπέτασσε τό δικό Του θέλημα, στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ἔλεγε: «οὐχ ὡς ἐγώ θέλω, ἀλλ᾿ ὡς σύ» (Ματθ. 26,39). Αὐτό πού εἶναι ἐπιτυχία γιά τόν κόσμο εἶναι ἀποτυχία γιά τόν Χριστό καί αὐτό πού εἶναι ἀποτυχία γιά τόν κόσμο εἶναι ἐπιτυχία γιά τόν Χριστό. Στήν Ἐκκλησία μαθαίνουμε νά μήν θέλουμε. Στόν κόσμο μαθαίνουμε νά θέλουμε. Νά θέλουμε πολλά πράγματα καί ποτέ νά μήν εἴμαστε εὐτυχισμένοι, γιατί δέν ἱκανοποιοῦνται ὅλα τά θελήματά μας, ἀλλά ἐλάχιστα. Ἔχουμε φτιάξει ἕνα σωρό ἐπιθυμίες οἱ ὁποῖες δέν ἐκπληρώνονται καί γι’ αὐτό εἴμαστε δυστυχισμένοι. Ἀντίθετα ἕνας ἁπλός ἄνθρωπος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἀναπαυμένος καί ἥσυχος, γιατί νιώθει ὅτι ἔχει τά πάντα καί ἄς μήν ἔχει τίποτα. Τοῦ ἀρκεῖ πού ἔχει τόν Χριστό. Καί ὁ Χριστός τίποτα δέν εἶχε ὑλικό, εἶχε μόνο τήν ἀγάπη πρός τόν Πατέρα καί πρός ὅλους ἐμᾶς. Ἔτσι συμβαίνει καί μέ τούς ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ. Νιώθουν πάντοτε εὐτυχισμένοι καί ἱκανοποιημένοι. Δέν ἔχουν κανένα λόγο νά στενοχωρηθοῦν, δέν ἔχουν ἀνεκπλήρωτες ἐπιθυμίες, γιατί θέλουν ὅ,τι τούς δίνει ὁ Θεός, ὁπότε ὅλα τούς γίνονται, ὅπως τά θέλουν!
«Τέλος ζήτησε ἀπό Αὐτόν χάρη νά μπορέσεις νά κατορθώσεις αὐτό τό μεγάλο ἔργο, καί νά πάθεις ὅ,τι πάθεις, γιά νά ἐπιτύχεις τόν σκοπό σου, ὁ ὁποῖος εἶναι ὀ Θεός». Ὀ σκοπός μας δέν εἶναι ἕνα πράγμα, ἕνα ἀντικείμενο, ἕνα νοητό ὕψος στό ὁποῖο πρέπει νά φτάσουμε, ἀλλά ἕνα πρόσωπο, ὁ Χριστός. Ὅταν φτάσουμε σέ Αὐτόν, τότε πετυχαίνουμε τόν σκοπό μας.
«Καί νά τρέχεις πρός αὐτόν τόν σκοπό μέ ἐκείνη τήν προθυμία καί φροντίδα πού ἁρμόζει, ὅπως ἔγραφε ὁ θεοφόρος Ἰγνάτιος στούς Ρωμαίους: ‘Φωτιά καί σταυρός καί θηρίων ἐπιθέσεις, ἀνατομές, διαιρέσεις, σκορπισμοί ὀστῶν, συγκοπή μελῶν, ἀλεσμοί ὅλου τοῦ σώματος καί κόλασις τοῦ διαβόλου, ἄς ἔρθουνε ἐπάνω μου, ἀρκεῖ μόνο νά κερδίσω τόν Ἰησοῦ Χριστό’». Ἔλεγε δηλαδή ὅτι: δέν μέ φοβίζει τίποτα, ἄς μέ ἀλέσουν τά θηρία, ἄς ἔρθει ὅλη ἡ κόλαση ἐπάνω μου, ἐγώ θέλω μόνο νά ἑνωθῶ μέ τόν Χριστό. Γι’ αὐτό ἔκανε ὁλόκληρη πορεία, γιά νά πάει στή Ρώμη νά μαρτυρήσει. Οἱ φίλοι του, πού τόν σεβόντουσαν πολύ, τοῦ ἔλεγαν νά μεσιτεύσουν στόν αὐτοκράτορα, γιά νά μήν μαρτυρήσει κι ἐκεῖνος τούς παρακαλοῦσε νά μήν τό κάνουν καί τοῦ στερήσουν τήν χαρά νά χύσει τό αἷμα του γιά τόν Χριστό. Τέτοιο πόθο πρέπει νά ἔχουμε κι ἐμεῖς!
Κάναμε λοιπόν κακή χρήση τῶν μέσων πού μᾶς χάρισε ὁ Θεός. Αὐτό ὅμως πρέπει νά τό διορθώσουμε, ὄχι ἁπλῶς νά τό διαπιστώσουμε. Πῶς θά γίνει αὐτό; «Αὐτή ἡ διόρθωση μπορεῖ νά γίνει, ὅταν μεταχειρίζεσαι τά μέσα αὐτά γιά τόν σκοπό σου καί ὄχι γι’ αὐτά τά ἴδια τά μέσα. Δέν πρέπει νά ἀγαπᾶς τά μέσα αὐτά καθεαυτά, παρά μόνο ἄν σέ ὁδηγοῦν στόν ποθούμενο σκοπό». Αὐτό ἔχουμε πάθει ἀδελφοί μου. Ἀγαπᾶμε τά μέσα αὐτά καθεαυτά καί ἔχουμε χάσει τόν σκοπό. Αὐτό τό ἔλεγαν καί ἄνθρωποι κοσμικοί, ὅπως ὁ Ἀϊνστάιν: ‘Ἡ ἐποχή μας (ἐγώ θά ἔλεγα καί κάθε ἐποχή), εἶναι ἡ ἐποχή τῶν τέλειων μέσων καί τῶν συγκεχυμένων σκοπῶν’. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει χάσει τόν σκοπό του, γιατί εἶναι ἀφώτιστος καί ἄπιστος. Γιατί, ἄν πιστέψει κανείς στόν Θεό, τότε φωτίζεται, καταλαβαίνει γιατί ἦρθε σέ αὐτόν τόν κόσμο, γιατί ζεῖ καί ποῦ πάει. Μήν ἀγαπᾶς λοιπόν τά μέσα αὐτά καθεαυτά.
Γιά παράδειγμα, σοῦ ἔδωσε ὁ Θεός τά χρήματα; Μήν τά κάνεις αὐτοσκοπό, γιατί τότε γίνεσαι εἰδωλολάτρης. Σοῦ ἔδωσε ὁ Θεός οἰκογένεια; Ἐντάξει, εἶναι πολύ ὡραῖο πράγμα ἡ οἰκογένεια, ἀλλά δέν πρέπει νά εἶναι αὐτοσκοπός, ἀλλά τό μέσον γιά νά φτάσεις μέσω τῆς οἰκογένειας στόν Θεό. Σοῦ ἔδωσε ὁ Θεός γνώσεις; Μήν γίνεσαι εἰδωλολάτρης τῆς γνώσης. Καί τίς γνώσεις πρέπει νά τίς χρησιμοποιήσεις γιά νά φτάσεις στόν Θεό. Σοῦ ἔδωσε ὁ Θεός φυσική δύναμη ἤ σωματική ὀμορφιά; Μήν γίνεσαι εἰδωλολάτρης τοῦ ἑαυτοῦ σου, μήν γίνεσαι αὐτείδωλο, ὅπως λέει ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης στόν Κανόνα του. Μήν λατρεύεις τόν ἑαυτό σου, ἀλλά δές μέσα ἀπό τήν ὀμορφιά πού ὑπάρχει πάνω σου τόν Θεό, πού σοῦ ἔδωσε αὐτήν τήν ὀμορφιά καί σκέψου ὅτι, ἄν φτιάχνει τόσο ὡραίους ἀνθρώπους ὁ Θεός πόσο ὡραῖος θά εἶναι ὁ Ἴδιος.. πόσο σοφός καί πόσο δυνατός, βλέποντας ὅλη αὐτήν τήν σοφία καί τήν δύναμη πού ὑπάρχει στό σύμπαν. Τά μέσα λοιπόν δέν πρέπει νά τά κάνουμε αὐτοσκοπό, ἀλλά νά τά χρησιμοποιοῦμε γιά τήν σωτηρία μας.
«Γι’ αὐτό λοιπόν μοίρασε, κατάταξε, χώρισε ὅλα τά ἀγαθά, πού σοῦ χάρισε ὁ Θεός σέ τρεῖς τάξεις, σέ τρεῖς ὁμάδες». Δηλαδή νά κάνουμε μία συστηματική κατάταξη τῶν ἀγαθῶν πού μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός. «Πρῶτον, σέ ἐκεῖνα τά ἀγαθά πού ὠφελοῦν πάντοτε καί συνδράμουν στό νά πετύχεις τόν σκοπό σου». Αὐτά τά ἀγαθά εἶναι τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού πῆρες μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα καί τό Ἅγιο Χρῖσμα. Εἶναι τά Θεῖα μυστήρια, ἡ ἱερά Ἐξομολόγηση, ἡ Θεία Κοινωνία, τό μυστήριο τοῦ Γάμου, τό μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου, ὅ,τι ἔχει ἡ Ἐκκλησία μας. Εἶναι οἱ ἀρετές καί μάλιστα τά ἔργα τῆς ἐλεημοσύνης. Ὅλα αὐτά εἶναι τά ἀγαθά πού σοῦ δίνει ὁ Θεός καί τά ὁποῖα πάντοτε συμβάλλουν στήν σωτηρία σου, ὅταν τά χρησιμοποιεῖς σωστά, ὅπως θέλει ὁ Θεός. «Αὐτά λοιπόν πρέπει νά τά χρησιμοποιεῖς μέ μεγάλη φροντίδα καί νά μήν ἀμελεῖς», οὔτε τήν συμμετοχή σου στά μυστήρια, ὅπως μερικοί πού ἔχουν νά ἐξομολογηθοῦν μῆνες ἤ χρόνια ἤ ἔχουν νά κοινωνήσουν πολύ καιρό καί καθυστεροῦν. Ἤ ἄλλοι πού δέν σκέφτονται τίς ἀρετές καί δέν κάνουν καμία προσπάθεια νά κόψουν τά πάθη τους. Δέν κάνουν μία προσευχή νά κόψουν τό κύριο πάθος πού ἔχουν, γιατί λέει πάλι ὁ Ἅγιος Νικόδημος: βλέπεις ἕνα σωρό πάθη. Ξεκίνα ἀπό τό βασικότερο, αὐτό πού σέ βασανίζει περισσότερο. Μπές σέ μία διαδικασία νά κόψεις τά πάθη σου. Ἐργάσου τίς ἀρετές τίς ἀντίθετες ἀπό τό πάθος σου. Τά πάθη ἔτσι κόβονται, μέ τίς ἀντίθετες ἀπό αὐτό ἀρετές. Ἄν ἔχω τό πάθος τῆς πορνείας, θά κάνω ἐγκράτεια -καί ὄχι ἐλεημοσύνη- προσέχοντας τίς αἰσθήσεις μου καί ὅ,τι ἄλλο συνέβαλε στό νά κάνω πρίν τήν ἁμαρτία, αὐτό πού ὁνομάζουμε ἀραββῶνα, πού μέ ὁδήγησε στήν ἁμαρτία. Πρέπει νά κόψω πρῶτα ὅλα αὐτά, νά ἐργαστῶ τό ἔργο τῶν ἀρετῶν.
«Αὐτά λοιπόν τά μέσα νά τά χρησιμοποιεῖς πάντα, τά θεῖα μυστήρια, τίς ἀρετές, τήν ἐλεημοσύνη, ἔτσι ὥστε νά πετύχεις τόν σκοπό σου πού εἶναι ἡ σωτηρία σου. Καί νά ξέρεις τό ἑξῆς: Ἄν ὑποθέσουμε ὅτι ἕνας πού εἶναι ἤδη κολασμένος, εἶχε τήν δυνατότητα νά ἀπολαύσει ἕνα μόνο ἀπὀ αὐτά τά μέσα πού ἐμεῖς ἀπολαμβάνουμε ἄφθονα, θά προτιμοῦσε νά ὑποφέρει ὅλα τά βάσανα τῆς κόλασης γιά χιλιάδες χρόνια, μόνο καί μόνο γιά νά ἀπολαύσει ἕνα ἀπό αὐτά τά μέσα, γιά τά ὁποῖα ἐσύ τώρα ἀδιαφορεῖς». Ἔχουμε τόσο μεγάλη καί τόσο ἄφθονη δωρεά ἀπό τόν Θεό, ἀλλά ἐμεῖς τήν καταφρονοῦμε. Ὅταν ὅμως τήν στερηθοῦμε, τότε θά καταλάβουμε τί ἦταν αὐτό πού μᾶς ἔδινε ὁ Θεός.
Πρώτη λοιπόν κατηγορία ἀγαθῶν εἶναι αὐτά πού πάντα σέ ὠφελοῦν. «Ἡ δεύτερη κατηγορία ἀγαθῶν εἶναι αὐτά τά μέσα, τά ὁποῖα πάντοτε βλάπτουν στόν σκοπό τῆς σωτηρίας σου, γιατί εἶναι ἀπαγορευμένα ἀπό τόν νόμο τοῦ Θεοῦ καί διότι εἶναι πάντοτε ἑνωμένα μέ τήν ἁμαρτία». Θά σκεφτεῖτε ὅτι, ἄν ὑπάρχουν τέτοια πράγματα, τότε δέν εἶναι ἀγαθά, ἀλλά κακά. Θά ἔλεγα, ὅτι γίνεται τό ἑξῆς: εἶναι μέν ἀγαθά στήν ἀρχή, ἀλλά ἐπειδή ἐμεῖς δέν τά χρησιμοποιοῦμε μέ τόν σωστό τρόπο, γίνονται κακά. Γιά παράδειγμα, τά φαγητά, εἶναι ἀγαθό καί εὐλογία ἀπό τόν Θεό. Ἄν, ὅμως, ὁ ἄνθρωπος ἀντί νά τρώει γιά νά ζήσει, ζεῖ γιά νά τρώει, αὐτό εἶναι κακό. Ὑποδουλώνεται στό φαγητό καί γίνεται γαστρίμαργος, λαίμαργος καί ἔχει θεό του τήν κοιλία του (Φιλ. 3,19), ὅπως λέει καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Θά πρέπει λοιπόν νά ἀποφεύγει ὁ ἄνθρωπος αὐτά τά τρυφηλά φαγητά καί τά ποτά καί τά ὄμορφα φορέματα καί τίς διασκεδάσεις καί τά παιχνίδια καί τίς κακές συναναστροφές καί τίς συνομιλίες. Φυσικά δέν εἶναι κακό τό νά μιλᾶμε μέ ἕναν ἄνθρωπο, ἀλλά μπορεῖ νά γίνει κακό, ἄν δέν προσέξεις τί λές. Ἄν κατακρίνεις, λές πονηρά καί αἰσχρά πράγματα, τότε εἶναι πολύ κακό καί πρέπει νά τό ἀποφύγεις. Ἄν ἔχεις μία ψυχαγωγία, μία ἀνάπαυλα, δέν εἶναι κακό. Καί οἱ Ἅγιοι τήν εἶχαν, ἀλλά ποτέ δέν ἔκαναν αἰσχρά καί πονηρά πράγματα. Σήμερα οἱ ἄνθρωποι μέ τήν πρόφαση τῆς διασκέδασης, πέφτουν σέ πολλές ἁμαρτίες.
Τώρα διάβαζα ὅτι ἔχει ἐπικρατήσει ὁ θεσμός τῶν πολιτιστικῶν ἐκδηλώσεων καί κάθε χωριουδάκι ἔχει καί Πολιτιστικό Σύλλογο. Αὐτοί ὀργανώνουν διάφορες ἐκδηλώσεις τάχα γιά τήν ἀναβίωση τῆς παράδοσης… Αὐτή εἶναι ὅμως ἡ παράδοσή μας; Τά κουδουνίσματα τοῦ διαβόλου; Αὐτά τά τραγούδια διαφθείρουν τόν ἄνθρωπο καί τόν ρίχνουν σέ μία θλίψη. Αὐτό εἶναι πού μᾶς προάγει; Αὐτό εἶναι ὁ Χριστός μας; Δέν πρέπει νά συμμετέχουμε σ’ αὐτά κι ἄς μᾶς ποῦν ὅ,τι θέλουν οἱ ἄλλοι, ἄς μᾶς χαρακτηρίσουν καί ἀκοινώνητους. Ἀκοινώνητος εἶναι αὐτός πού δέν κοινωνάει τόν Χριστό, ὄχι αὐτός πού δέν συμμετέχει σ’ αὐτά. Αὐτή εἶναι ἡ ἀπάντηση πού θά τούς δώσουμε: ἐσεῖς εἶστε ἀκοινώνητοι πού δέν πατᾶτε στήν Ἐκκλησία.
«Ἐκεῖνα τά μέσα λοιπόν πού πάντοτε βλάπτουν τόν σκοπό τῆς σωτηρίας σου, γιατί αὐτά εἶναι ἀπαγορευμένα καί εἶναι ἑνωμένα πάντοτε μέ τήν ἁμαρτία καί τά ἀπαριθμήσαμε λίγο. Νά ποῦμε ἀκόμα γιά τίς περιπλανήσεις, γιά τά ἡδονικά καί ἀναπαυτικά ἀντικείμενα τῶν πέντε αἰσθήσεών μας». Σήμερα μάλιστα, ἡ τεχνολογία μᾶς ἔχει δώσει πάρα πολλά μέσω τοῦ ἴντερνετ καί τῆς τηλεόρασης. Μέσω αὐτῶν ἀναπαύονται οἱ αἰσθήσεις καί χαραμίζεται ἡ καρδιά καί ἡ ἠθική. Ὁ ἄνθρωπος μοιχεύει πολλές φορές μέσα του, γιατί ὁ Χριστός μᾶς εἶπε πώς, ἄν δεῖς πονηρά, ἤδη ἔχεις κάνει μοιχεία στήν καρδιά σου. Ὅταν λοιπόν ὁ ἄνθρωπος στήνεται μπροστά ἀπό αὐτό τό χαζοκούτι καί βλέπει ὅλα αὐτά τά αἰσχρά θεάματα, καταστρέφει τόν ἴδιο του τόν ἑαυτό. Αὐτό πού εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ, γιατί καί ἡ τεχνολογία δῶρο εἶναι, ὁ ἄνθρωπος τό χρησιμοποιεῖ μέ λάθος τρόπο. Ἐπίσης τό διαδίκτυο εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ καί ἐνῶ μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά κάνει μέσω αὐτοῦ πολλά καλά πράγματα, τό χρησιμοποιεῖ γιά νά καταστραφεῖ.
«Καί τρίτον, νά δεῖς ἐκεῖνα τά ἀγαθά, τά ὁποῖα μερικές φορές ὠφελοῦν γιά νά πετύχεις τόν σκοπό σου -πού ὅπως εἴπαμε εἶναι ὁ Θεός- καί μερικές φορές βλάπτουν καί ἐμποδίζουν. Ἡ διόρθωσή τους γίνεται ὡς ἑξῆς: Θά πρέπει νά μήν κλίνει ἡ καρδία σου σέ κανένα, παρά μόνο τόσο, ὅσο χρειάζεται γιά νά σέ ὁδηγήσει στόν Θεό καί στόν σκοπό τῆς σωτηρίας σου». Αὐτά τά ἀγαθά πού μερικές φορές ὠφελοῦν καί ἄλλες βλάπτουν καί δέν πρέπει νά κλίνει ἡ καρδιά μας σ’ αὐτά, παρά μόνο ὅσο χρειάζεται γιά νά σωθοῦμε, εἶναι, γιά παράδειγμα, ἡ ὑγεία. Πολλοί λένε: -Πάνω ἀπό ὅλα ἠ ὑγεία… καί φυσικά ἐννοοῦν τήν σωματική καί ὅχι τήν πνευματική ὑγεία. Εἶναι καλό πράγμα ἡ ὑγεία; Εἶναι μέχρι ἑνός σημείου. Ἄν κολλήσει ὁ ἄνθρωπος στήν ὑγεία, μπορεῖ νά πάει καί στήν κόλαση. Μπορεῖ, προκειμένου νά ἔχει ὑγεία, νά κάνει πράγματα πού νά μήν ἀρέσουν στόν Θεό. Αὐτό δέν εἶναι σωστό. Κάνει, ἄς ποῦμε, κάποιος μεταμόσχευση καρδιᾶς… γιά νά ἔχει ὑγεία, τό ὁποῖο δέν ἐπιτρέπεται, γιατί σκοτώνεις κάποιον ἄλλον γιά νά κάνεις μεταμόσχευση καρδιᾶς. Ἐπίσης ἡ μητέρα γιά νά καλοπεράσει, σκοτώνει τό παιδί πού ἔχει μέσα στήν κοιλιά της, κάνει ἔκτρωση. Ὑγεία λοιπόν μέχρι ἑνός ὁρίου. Σοῦ δίνει ὁ Θεός τό ἀγαθό αὐτό; Χρησιμοποίησέ το σωστά. Κάνε μετάνοιες, προσευχήσου, γονάτισε. Ἄν ὁ Θεός σοῦ πάρει τήν ὑγεία, δέν θά μπορεῖς νά κάνεις μετάνοιες καί νά γονατίζεις, γι’ αὐτό κάνε τώρα πού μπορεῖς. Κάνε νηστεία. Ἄν ἀρρωστήσεις, δέν θά μπορεῖς νά κάνεις νηστεία. Δούλεψε στόν Θεό μέ αὐτό τό ἀγαθό πού σοῦ ἔδωσε. Μήν χρησιμοποιεῖς τήν ὑγεία γιά νά ἁμαρτάνεις. Πολλές φορές θέλουμε ἀκριβῶς γι’ αὐτό τήν ὑγεία, γιά νά μποροῦμε νά τρῶμε ἀπό ὅλα καί νά ἁμαρτάνουμε.
«Ὑγεία λοιπόν ἤ ἀσθένεια;». Τί εἶναι καλύτερο; Πολλές φορές καλύτερη εἶναι ἡ ἀσθένεια. Κάποτε ὁ Ἅγιος Πορφύριος εἶχε ἀρρωστήσει καί κάποια πνευματικά παιδιά του, πήγαιναν στό δάσος καί προσεύχονταν στόν Θεό νά τόν κάνει καλά. Τότε ὁ γέροντας, μέ τό χάρισμα πού εἶχε, κατάλαβε τί ἔκαναν καί τούς εἶπε νά μήν προσεύχονται νά γίνει καλά, ἀλλά νά προσεύχονται νά γίνει καλός. Γιατί, γιά νά δώσει ὁ Θεός μία ἀρρώστια, ξέρει γιατί τήν δίνει. Τήν δίνει γιά νά μετανοήσουμε, νά ἐξομολογηθοῦμε καί νά βοηθηθοῦμε πνευματικά. Οἱ πιό πολλές ἀρρώστιες, γιά νά μήν πῶ ὅλες, εἶναι ἀποτέλεσμα ἁμαρτιῶν. Γι’ αὐτό ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά ψάξει πού ἔσφαλλε καί νά μετανοήσει εἰλικρινά. Τότε μόνο, καί ἄν θέλει ὁ Θεός, θά ἀποκατασταθεῖ ἡ ὑγεία του ἡ σωματική.
Τί εἶναι καλύτερο «τά πλούτη ἤ ἡ φτώχεια;». Μέχρι ἑνός ὁρίου εἶναι καλός ὁ πλοῦτος. Εἶσαι σάν τόν Ἀβραάμ; Νά μήν βλαφτεῖς ἀπό τόν πλοῦτο; Τότε ἐντάξει. Πόσοι εἶναι ὅμως σάν τόν Ἀβραάμ καί δέν παρασύρονται ἀπό τόν πλοῦτο; Συνήθως αὐξάνεται ὁ ἐγωισμός τους καί γίνονται ἄσπλαχνοι, σκληρόκαρδοι, καχύποπτοι καί γεμάτοι ἄγχος καί ἀγωνία μήν χάσουν τόν πλοῦτο πού ἔχουν. Ἄν ὀ ἄνθρωπος φτάσει σέ τέτοιο σημεῖο, τότε ὁ πλοῦτος δέν εἶναι καλός. Ἡ φτώχεια ἐπίσης ἐξαρτᾶται ἄν εἶναι καλό ἤ κακό. Ἄν, γιά παράδειγμα, εἶσαι φτωχός καί θέλεις νά γίνεις πλούσιος, εἶσαι σέ λάθος δρόμο. Ἄν ὅμως εἶσαι φτωχός καί δέν δυσανασχετεῖς, ἀλλά τό χαίρεσαι δοξάζοντας τόν Θεό, τότε αὐτό σέ βοηθάει πνευματικά, γιατί σέ ταπεινώνει.
Ἀκόμα «εἶναι καλύτερη ἡ τιμή ἤ ἡ ἀτιμία;». Ἐξαρτᾶται, πάλι, πῶς τό χρησιμοποιεῖς τό καθετί. Γι’ αὐτό ἔλεγαν οἱ ἅγιοι, νά εἶναι ὁ ἄνθρωπος πάνω ἀπό ὅλα αὐτά. Νά εἶναι τό ἴδιο γιά τόν ἄνθρωπο, εἴτε τόν τιμοῦν, εἴτε τόν ἀτιμάζουν. Νά εἶναι τό ἴδιο καί ὁ πλοῦτος καί ἡ φτώχεια καί ἡ ὑγεία καί οἱ ἀρρώστιες. Ἔλεγε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «οἶδα καί περισσεύειν καί ὑστερεῖσθαι» (Φιλ. 4,12). Θυμᾶστε τό περιστατικό μέ ἕναν ἄνθρωπο πού θέλοντας νά γίνει μοναχός πῆγε σέ ἕναν γέροντα, λέγοντάς του τήν ἐπιθυμία του. Ὁ γέροντας τότε τόν ἔστειλε στό κοιμητήριο καί τοῦ εἶπε νά βρίσει τούς κεκοιμημένους. Ὁ ἄνθρωπος τό ἔκανε καί ὅταν ἐπέστρεψε τόν ρωτάει ὁ γέροντας: – Πῶς ἀντέδρασαν οἱ κεκοιμημένοι στίς βρισιές καί στίς ἀτιμώσεις σου; Ἐκεῖνος ἀπάντησε πώς δέν εἶπαν τίποτα. Τότε ὁ γέροντας τοῦ εἶπε νά ξαναπάει καί νά τούς ἐπαινέσει. Ὅταν ἐπέστρεψε τόν ξαναρώτησε ὁ γέροντας τί τοῦ εἶπαν οἱ κεκοιμημένοι γιά τους ἐπαίνους πού τούς ἔκανε. Ἐκεῖνος πάλι ἀπάντησε πώς δέν τοῦ εἶπαν τίποτα. Τότε ὁ γέροντας τοῦ εἶπε ὄτι ἔτσι πρέπει νά γίνει κι αὐτός, ἄν θέλει νά γίνει μοναχός. Δηλαδή καλός χριστιανός. Ἄν θέλουμε νά γίνουμε καλοί χριστιανοί λοιπόν, πρέπει νά ἀποβάλλουμε τήν προσκόλληση καί στόν πλοῦτο καί στήν φτώχεια καί στήν τιμή καί στήν ἀτιμία καί νά εἶναι γιά μᾶς τό ἴδιο. Αὐτό ἰσχύει ἀκόμα καί γιά τήν ζωή καί τόν θάνατο. Εἶναι καλύτερη ἡ ζωή ἀπό τόν θάνατο; Ὄχι πάντα. Πολλές φορές εἶναι καλύτερος ὁ θάνατος ἀπό τήν ζωή. Ὅταν εἶναι, π.χ. νά ἀρνηθεῖς τόν Χριστό, τότε προτίμησε τόν θάνατο. Ἄν εἶναι νά ἀρνηθεῖς τόν Χριστό γιά νά ζήσεις, κολάστηκες, ἔχασες τήν αἰώνια σωτηρία. Ἑπομένως μήν κολλήσεις στό ἀγαθό τῆς ζωῆς καί μήν φοβᾶσαι τόν θάνατο.
«Ὅλα αὐτά καθεαυτά εἶναι ἀδιάφορα», οὔτε καλά, οὔτε κακά, ἀλλά ἐξαρτᾶται πῶς θά τά ἀξιοποιήσεις. Κι ἐσύ νά προτιμᾶς τήν ἀσθένεια, νά προτιμᾶς τήν φτώχεια, νά προτιμᾶς τήν ἀτιμία, ὅλα αὐτά πού ταπεινώνουν τήν ψυχή καί τό σῶμα». Τελικά αὐτά μᾶς βοηθᾶνε περισσότερο, γιά νά πετύχουμε τήν σωτηρία μας ἀπό τά ἄλλα, ἀπό τά πλούτη καί τίς τιμές, τήν ἄνετη ζωή καί τήν εὐρωστία τήν σωματική.
«Ἕνας ξενιτεμένος δέν προτιμάει τόν εὐκολότερο δρόμο γιά νά γυρίσει στό σπίτι του, ἀλλά τόν πιό ἀσφαλή». Ὁ πιό ἀσφαλής δρόμος εἶναι αὐτός τῆς ταπείνωσης, τῆς φτώχειας, τῆς ἀτιμίας καί τῆς ἀσθένειας. «Ἕνας ναύτης δέν ἐπιθυμεῖ τόν γλυκύτερο ἄνεμο, ἀλλά ἐκεῖνον πού τόν φέρνει πιό σίγουρα στό λιμάνι» κι ἄς εἶναι καί λίγο βίαιος. Ἕνας ἄρρωστος δέν ψάχνει γιά τά πιό γλυκά φάρμακα, ἀλλά προτιμάει τά ὠφέλιμα κι ἄς εἶναι καί πικρά. Ἐσύ ἀδελφέ μου, χρησιμοποιεῖς ὅλα αὐτά μέ τόν ἀντίθετο τρόπο καί κυνηγᾶς ἀκριβῶς αὐτά πού δέν σέ ὠφελοῦν», δηλαδή τόν πλοῦτο, τήν δόξα, τήν τιμή, τήν ὑγεία «καί ἀγαπᾶς μόνο αὐτά πού σοῦ δίνουν ἀνάπαυση στό σῶμα καί σοῦ προσκομίζουν ἡδονές», οἱ ὁποῖες ὅμως εἶναι τό δηλητήριο τῆς ψυχῆς. Ἀκριβῶς γι’ αὐτό τό δηλητήριο πέθανε ὁ Χριστός μας καί μᾶς ἔδειξε τόν τρόπο νά ἐξουδετερώνουμε αὐτό τό δηλητήριο τῆς μάταιης καί σαρκικῆς ἡδονῆς πού ἔρχεται μέσα ἀπό τά πάθη. Τό ἀντίδοτο σέ αὐτή τήν ἡδονή εἶναι ἡ ὀδύνη, ὁ πόνος, ἡ ἄσκηση, ὅλα αὐτά πού δέν μᾶς ἀρέσουν. Δέν ἀρέσουν στόν σωματικό, στόν ὑλικό, στόν γήινο ἄνθρωπο.
«Γι’ αὐτό ἀπό τώρα καί στό ἑξῆς μήν θέλεις νά εἶσαι ἀγαπητέ τόσο τυφλός, ὥστε νά νομίζεις γιά ὠφέλιμα ἐκεῖνα πού σέ ἀπομακρύνουν ἤ καί σέ ἐμποδίζουν ἀπό τό μέγιστο ἀγαθό». Μήν λές: πάνω ἀπό ὅλα ὑγεία, νά λές: πάνω ἀπό ὅλα ὁ Θεός καί ὅ,τι ἀρέσει στόν Θεό. «Καί μήν θέλεις νά ἀλλάζεις τά ὀνόματα τῶν πραγμάτων πού ὁδηγοῦν στήν ἀπώλειά σου, ὀνομάζοντας τό καλό, κακό καί τό κακό, καλό». Δυστυχῶς, σήμερα, τόσο ἔχουμε σκοτιστεῖ οἱ ἄνθρωποι πού ὀνομάζουμε τό μαῦρο ἄσπρο καί τό ἄσπρο μαῦρο. Γιά νά μήν ἀκούσεις τό «οὐαί καί ἀλλοίμονο», πού λέει ὁ Κύριος διά μέσω τοῦ Προφήτου Ἡσαΐα «Ἀλλοίμονο σέ ὅσους λένε τό καλό κακό καί τό κακό καλό» (Ἡσ. 5,20).
«Ξύπνα κάποτε ἀπό αὐτόν τόν θανατηφόρο ὕπνο καί ἄν ὁ Θεός σοῦ χάρισε ὐγεία, ὀμορφιά, γνώση, πλοῦτο, ἀξιώματα καί ἄλλα ὅμοια φυσικά καί ἀπρόβλεπτα καλά, μήν τά χρησιμοποιεῖς κακῶς γιά τήν ἀπώλειά σου, ἀλλά κάνε τα ὄργανα γιά τήν σωτηρία σου. Ἀποφάσισε νά τρέχεις πάντοτε πρός τόν τελικό σκοπό σου μέ ὅλη σου τήν καρδιά. Καί ἄν βρεῖς τίποτε ἐμπόδια, γκρέμισέ τα καί μήν σταματήσεις ποτέ μέχρι νά ἐπιτύχεις τόν σκοπό σου, ὅπως κάνει ἕνας ποταμός, ὁ ὁποῖος δέν ἐμποδίζεται ἀπό τά ἐμπόδια πού βρίσκει μπροστά του, ἀλλά τρέχει γρήγορα μέχρι νά φτάσει τήν θάλασσα». Λέει ὁ Ἐκκλησιαστής: «ὅλοι οἱ χείμαρροι πορεύονται στήν θάλασσα» (Ἐκκλ. 1,7) καί ὅλοι οἱ Χριστιανοί πορεύονται στόν Θεό, θά λέγαμε. Ὁ Χριστιανός θά πρέπει νά εἶναι σάν ὁρμητικός χείμαρρος. «Τρέχω ἐπί τό βραβεῖον τῆς ἄνω κλήσεως» (Φιλ. 3,14), ὅπως ἔλεγε καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Αὐτή πρέπει νά εἶναι ἡ ζωή μας, μία συνεχής ἄνοδος μέ πολλή προθυμία πρός τόν Θεό.
«Γι’ αὐτό, τί σοῦ χρησιμεύουν οἱ παράλογες ἐπιθυμίες πού ἔχεις γιά τά κτίσματα»; Γιατί κυνηγᾶς τά λεφτά, τίς τιμές; Τί σέ νοιάζει, ἄν κάποιος σέ ἀτιμάζει καί σέ βρίζει; Ἄφησέ τον καί βλέπε μόνο τό βραβεῖο τῆς ἄνω κλίσεως καί τρέχε πρός αὐτό.
«Αὐτές οἱ ἐπιθυμίες γιά τά κτίσματα εἶναι ἐμπόδιο γιά τόν σκοπό τῆς σωτηρίας σου. Ξερίζωσέ τες ὅλες ἀπό τήν καρδιά σου, μολονότι τίς ἀγάπησες μέχρι τώρα ὡς κόρη ὀφθαλμοῦ». Δυστυχῶς τά ἀγαπήσαμε, ἀδελφοί μου, τά πάθη μας, τίς ἁμαρτίες μας. Γι’ αὐτό χρειάζεται πολύ νά ἀγωνιστοῦμε. Μάλιστα σήμερα πού οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἀκατήχητοι καί βρίσκουν τόν Χριστό σέ μεγάλη ἡλικία, πρέπει νά παλέψουν μέ ὅλη τήν προηγούμενη ζωή τους, μέ ὅλες τίς κακές συνήθειες. Αὐτό δέν εἶναι εὔκολο, ἀλλά μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά τό κάνει μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ καί νά νικήσει. Δέν πρέπει ὅμως νά τά παρατήσει, δέν πρέπει νά βιαστεῖ καί νά περιμένει γρήγορα ἀποτελέσματα, γιατί ὁ πόλεμος μέ τόν ἑαυτό μας εἶναι ὁ πιό δύσκολος καί ὁ πιό αἱματηρός. Τελικά ὅμως ἡ νίκη θά εἶναι τοῦ Χριστοῦ, ἀρκεῖ νά ἔχουμε ὑπομονή.
«Ἐάν ὁ δεξιός σου ὀφθαλμός σέ σκανδαλίζει, βγάλτον καί πέταξέ τον μακριά». Αὐτό πονάει, γιατί εἶναι μάτι σου, ἀλλά πρέπει νά τό βγάλεις, γιατί εἶναι ἄρρωστο, σάπιο, ἔχει παθει γάγγραινα. Ἄν δέν βγάλεις τήν γάγγραινα, θά σαπίσει ὅλο τό σῶμα σου καί θά πεθάνεις. Ἔτσι εἶναι καί ἕνα πρόσωπο πού ἀγαπᾶς καί εἶναι πολύ δικό σου. Ἄν εἶναι ὅμως σάπιο, δέν πρέπει νά ἔχεις πλέον σχέση μαζί του. Αὐτό γίνεται καί μέ ἕνα πράγμα, πού τό ἀγαπᾶς, ἀλλά δέν σέ βοηθάει στήν σωτηρία σου, γιατί εἶναι ἕνα δηλητήριο πού δηλητηριάζει σιγά-σιγά ὅλη σου τήν ὕπαρξη.
«Τί σοῦ χρειάζονται ἐκεῖνα τά ξεφαντώματα, τί σοῦ χρειάζονται οἱ τόσες περιπλανήσεις ἀπό ἐδῶ καί ἀπό ἐκεῖ;». Βλέπε σήμερα τόν τουρισμό. Τότε, στά χρόνια τοῦ ἁγίου ἴσως νά μήν ὑπῆρχε ἤ ὑπῆρχε σέ μικρότερο βαθμό. Σήμερα οἱ ἄνθρωποι γυρνᾶμε συνεχῶς. Γιά ποιόν λόγο; Ὅλο αὐτό ξέρετε, λέγεται ‘διασκέδαση’ πού σημαίνει διασκορπισμός (διά+σκεδασμός). Εἶναι ἀκριβῶς τό ἀντίθετο ἀπό αὐτό πού οἱ ἅγιοι Πατέρες ὁνομάζουν ψυχαγωγία. Ψυχαγωγία σημαίνει ἀγωγή τῆς ψυχῆς, δηλαδή ὁδήγηση τῆς ψυχῆς πρός τόν σκοπό της, πού εἶναι ὁ Θεός. Πόσο λοιπόν βοηθάει ὁ διασκορπισμός στήν ψυχαγωγία; Εἶναι ἀκριβῶς τό ἀντίθετο. Κι ὅμως ἐμεῖς τά ἔχουμε ταυτίσει. Καί λένε σήμερα οἱ ἄνθρωποι νά ψυχαγωγηθῶ καί ἐννοοῦν νά διασκορπιστῶ. Ἀντίθετα, οἱ Πατέρες λένε νά συγκεντρωθεῖς στόν ἑαυτό σου, ὄχι νά διασκορπιστεῖς καί νά διαχυθεῖς στά κτίσματα. Νά συγκεντρώσεις τόν ἑαυτό σου μέσα στήν καρδιά σου, νά μιλήσεις στόν Θεό καί θά βρεῖς τά πάντα ἐκεῖ, θά βρεῖς τόν οὐρανό… «Ὁ θόλος τῆς καρδιᾶς σου εἶναι ὁ θόλος τοῦ οὐρανοῦ», λέει ὀ Ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σύρος. Ἡ σκάλα πού θά ἀνέβεις στόν οὐρανό εἶναι μέσα στήν καρδιά σου καί δέν εἶναι μέσα στόν διασκορπισμό τοῦ νοῦ διά τῶν αἰσθήσεων μέσα στά κτίσματα, ὅπως γίνεται μέ τίς συνεχεῖς περιπλανήσεις πού κάνει ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος. «Ὅλα αὐτά εἶναι ἐμπόδια, κόψτα ὅλα, ἀκόμα κι ἄν τά ἀγαπᾶς σάν τό δεξί σου χέρι. Ἄν τό δεξί σου χέρι σέ σκανδαλίζει, κόψτο καί ρίξτο μακριά».
«Τί σέ ὠφελοῦν τά τόσα μπλεξίματα πού χρησιμοποιεῖς στίς ὑποθέσεις τῶν ἄλλων, πού δέν σέ ἀφοροῦν»; Γιατί ἀνακατεύεσαι; Γιατί σέ ἐνδιαφέρει τί ἔκανε ὁ/ἡ τάδε; Γιατί νά μάθεις πράγματα πού δέν σέ βοηθᾶνε στή σωτηρία σου; Γιατί νά μάθεις τά νέα; «Ἕνα νέο μόνο νά μάθεις: ὅτι ὁ Χριστός ἔχει σταυρωθεῖ γιά σένα». Αὐτό τό νέο πρέπει νά τό μάθεις πολύ καλά, νά τό ζήσεις.
«Ἐάν τό χέρι σου ἤ τό πόδι σου σέ σκανδαλίζει, κόψτο καί ρίξτο μακριά. Σοῦ φαίνονται ἀσήμαντα αὐτά πού εἴπαμε; Γνώριζε, ὅμως, ἀγαπητέ, ὅτι αὐτά εἶναι κυρίως οἱ πέτρες καί τά ἐμπόδια, πού ἐμποδίζουν τόν δρόμο τῆς σωτηρίας σου καί εἶναι ἀνάγκη νά τά βγάλεις ἀπό τήν μέση, ὅπως σέ προστάζει ὁ Θεός μέ τόν Ἡσαΐα ‘Καθαρίστε τόν δρόμο ἀπό τίς πέτρες’ (Ἡσ. 57,14)». Ἔχεις νά κάνεις ἕναν δρόμο. Δέν εἶναι εὔκολο νά φτάσεις στόν Θεό. Πρέπει νά περάσεις ἕναν δρόμο πού ἔχει ἐμπόδια, τά ὁποῖα πολλές φορές μᾶς ἐμποδίζουν νά φτάσουμε στό τέρμα. Αὐτά τά ἐμπόδια εἶναι οἱ κακές συναναστροφές, οἱ κακές συνήθειες, τά πάθη, οἱ ἐνασχολήσεις μέ ὅλα αὐτά πού δέν μᾶς ὠφελοῦν. Ὁ καιρός μας, ὁ χρόνος πού θά ζήσουμε σ’ αὐτήν τήν ζωή εἶναι περιορισμένος. Κανένας δέν γλίτωσε τόν θάνατο. Βεβαίως ὁ θάνατος εἶναι μία εὐλογία, ἀλλά εἶναι καί ἕνα τέλος στήν εὐκαιρία πού ἔχουμε γιά τήν αἰώνια εὐτυχία. Μετά τόν θάνατο, στήν ἄλλη ζωή, δέν μποροῦμε νά μετανοήσουμε. Ἄς ἀξιοποιοῦμε τό κάθε δευτερόλεπτο.
Κάποτε πού εἶχα συναντήσει τόν γέροντα Παΐσιο, μοῦ εἶπε: «μήν χάνεις δευτερόλεπτο». Ξέρετε, οἱ Ἅγιοι εἶναι πολύ κοντά μας, ὄχι μόνο γιατί μᾶς βοηθᾶνε, ἀλλά καί γιατί εἶναι σάν κι ἐμᾶς. Ἔχουν τούς ἴδιους πειρασμούς, τίς ἴδιες ἀτιμίες, τούς ἴδιους λογισμούς, τίς ἴδιες προσβολές μέ μᾶς. Καί ὀ ἴδιος ὁ Χριστός μας εἶχε προσβολές ἀπό τόν πονηρό, χωρίς βέβαια νά ἁμαρτήσει. Καί οἱ ἅγιοί μας λοιπόν εἶχαν αὐτόν τόν πόλεμο. Γιατί, ὅμως, ἔγιναν ἅγιοι; Γιατί ἀκριβῶς ἀξιοποίησαν κάθε δευτερόλεπτο γιά τόν Θεό, δίνοντας κάθε δευτερόλεπτο σέ Αὐτόν.
«Καθαρίστε τούς δρόμους ἀπό τίς πέτρες. Βγάλτε τά ἐμπόδια. Καί ἀπό αὐτά τά φαινομενικά ἀσήμαντα, ἐξαρτᾶται, ἤ νά χάσεις, ἤ νά κερδίσεις τήν αἰώνια εὐτυχία, πού εἶναι ἡ ἀπόλαυσις τοῦ Θεοῦ». Μήν νομίζετε ὅτι εἶναι κοπιαστικό. Δέν εἶναι, γιατί κάποια στιγμή αὐτός ὁ ἀγῶνας, τό νά δίνεις κάθε δευτερόλεπτο στόν Θεό, ἔχει ἕνα τέρμα. Θά τελειώσει κάποια στιγμή. Ὁ διάβολος τό κάνει νά μᾶς φαίνεται πολύ δύσκολο καί μᾶς πειράζει μέ τόν λογισμό: ‘συνέχεια τόν Θεό θά σκεφτόμαστε, συνέχεια προσευχή θά κάνουμε;’. Ἄν κανείς ὅμως τό ἀρχίσει, θά καταλάβει πώς αὐτό δέν εἶναι τό δύσκολο, ἀλλά τό εὔκολο. Τό δύσκολο εἶναι αὐτό πού κάνουμε τώρα καί διασκορπιζόμαστε, ξεχνώντας τόν Θεό καί πέφτουμε σέ ἕνα σωρό παγίδες τοῦ διαβόλου, πού μᾶς κατατυραννάει.
«Μίσησε ἀδελφέ μου τούς διεστραμμένους δρόμους -τούς σκολιούς δρόμους (Παρ. 21,8), ὅπως λέει ἡ Ἁγία Γραφή- ὅλα αὐτά πού μέχρι τώρα περπατοῦσες. Ἀποφάσισε εἰς τό ἑξῆς νά χρησιμοποιήσεις ὅλους τούς λογισμούς σου καί ὅλες σου τίς ἐπιθυμίες γιά τήν ἐλπίδα τῆς εὐτυχίας πού σέ περιμένει». Μᾶς περιμένει μία ἀνείπωτη εὐτυχία, ἀγαθά πού δέν μπορεῖς νά τά περιγράψεις πόσο ὡραῖα εἶναι! Ἐκεῖ λοιπόν νά εἶναι ἡ σκέψη σου.
«Καί ἐπειδή σέ ἔπλασε ὁ Κύριος μόνο γιά τόν Ἑαυτό του, παρακάλεσέ Τον νά σοῦ δώσει χάρη καί δύναμη, γιά νά ξεκολλήσεις ἀπό ὅλα καί νά ζεῖς μόνο γι’ Αὐτόν». Ὑπάρχει μία πολύ ὡραία προσευχή, τήν ὁποία σᾶς παρακαλῶ καί σᾶς συνιστῶ νά τήν βρεῖτε. Βρίσκεται στόν «Ἀόρατο πόλεμο» καί τήν λέμε μετά τήν Θεία Κοινωνία. Τήν ἔχει στό δεύτερο μέρος μετά ἀπό τό κεφάλαιο πού λέει πῶς νά εὐχαριστοῦμε τόν Θεό γιά τήν Θεία Εὐχαριστία πού μᾶς ἔδωσε. Ἀφοῦ κοινωνήσεις, νά πεῖς αὐτήν τήν προσευχή. Καί ἀνάμεσα στά ἄλλα λόγια της λέμε: «Κάνε με Θεέ μου νά μήν θέλω τίποτα, νά μήν ἀκούω τίποτα, νά μήν βλέπω τίποτα, ἐκτός ἀπό Ἐσένα καί ἀπό τό θέλημά Σου». Ἔτσι πρέπει νά ζοῦμε.
«Ὅλη σου ἡ φροντίδα νά εἶναι μόνο πῶς νά πετύχεις τήν σωτηρία σου, ἐπειδή αὐτός εἶναι ὁ σκοπός τοῦ κάθε ἀνθρώπου, ὁ Θεός». ‘’Τοῦτο τέλος παντός ἀνθρώπου’’ (Ἐκκλ. 7,2), ὁ Θεός. Ὁ Θεός νά τό δώσει αὐτό γιά ὅλους μας.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Ἐρ. : Λέει ὁ Χριστός μας δύο πράγματα, τά ὁποῖα φαίνονται ἀντιφατικά. Τό πρῶτο πού λέει, εἶναι: «στενή καί τεθλιμμένη ὁδός, ἡ ἀπάγουσα εἰς τήν ζωήν» (Ματθ. 7,14). Ἀπό τήν ἄλλη λέει: «Ὁ ζυγός μου χρηστός καί τό φορτίο μου ἐλαφρόν» (Ματθ. 11,30). Ποιό ἀπό τά δύο ἰσχύει;
Ἀπ. : Αὐτά ἀναφέρονται στήν Ἁγία Γραφή. Καλό εἶναι νά διαβάζετε τήν Ἁγία Γραφή καί νά διαβάζετε τό πρωτότυπο, ὄχι τίς μεταφράσεις. Ξέρουμε πολύ καλά τά ἀρχαῖα ἑλληνικά, νά τό ξέρετε, εἶναι μέσα στό αἷμα μας. Τά νέα ἑλληνικά εἶναι πού μᾶς μπερδεύουν…
Στενή λοιπόν καί τεθλιμμένη ἡ ὁδός ἡ ἀπάγουσα εἰς τήν ζωήν, αὐτή ἡ ὁδός πού ὁδηγεῖ στήν ζωή. Ἀπό τήν ἄλλη ὁ Χριστός χαρακτηρίζει τόν ζυγό Του χρηστό, δηλαδή καλό καί τό φορτίο Του ἐλαφρό.
Ἰσχύουν καί τά δύο! Ξέρετε γιατί εἶναι στενή καί τεθλιμμένη ἡ ὁδός καί πολλοί παρασύρονται καί πηγαίνουν στήν πλατιά ὁδό; Γιατί εἴμαστε ράθυμοι, τεμπέληδες, δέν θέλουμε νά δουλέψουμε, δέν θέλουμε νά ξεκινήσουμε. Παρασυρόμαστε ἀπό τόν πονηρό, πού δέν μᾶς λέει νά μήν τό κάνουμε, ἀλλά ‘ἔχεις καιρό’… μᾶς πείθει ὅτι μποροῦμε νά δουλέψουμε ἤ νά προσπαθήσουμε ἀργότερα. Μᾶς πείθει νά τό ἀναβάλλουμε. Ἐκμεταλλεύεται τήν ραθυμία μας καί τήν τεμπελιά μας καί περνοῦν τά χρόνια τῆς ζωῆς μας ἄκαρπα καί καποια στιγμή τελειώνει ὁ χρόνος μας. Χάνουμε αὐτήν τήν ὀμορφιά, πού εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, γιατί ἡ ὁδός εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Τί ποιό μακάριο ὑπάρχει ἀπό τό νά εἶσαι μέ τόν Χριστό καί νά σηκώνεις τόν ζυγό τοῦ Χριστοῦ!
Ὅταν λοιπόν μπεῖς σ’ αὐτόν τόν ζυγό, μετά καταλαβαίνεις τί βαρύς ἦταν ὀ ζυγός πού σήκωνες ὡς τώρα, ὁ ζυγός τοῦ διαβόλου δηλαδή. Τότε καταλαβαίνεις… γιατί ἡ ἀμαρτία καί τό νά ζεῖς μέσα στήν ἁμαρτία καί νά ζεῖς μέ τό κοσμικό φρόνημα, εἶναι σάν ἔναν ἄνθρωπο πού περπατάει μέ τά χέρια. Εἶναι φυσιολογικό νά περπατᾶς μέ τά χέρια; Ὄχι φυσικά. Τό φυσιολογικό εἶναι νά περπατᾶς μέ τά πόδια. Ἡ ἁμαρτία εἶναι τό ἀντίθετο. Εἶναι σάν νά ἔχεις γυρίσει ἀνάποδα. Ἀλλά θά πεῖς: ὅλοι ἔτσι περπατᾶνε σήμερα. Ἔ, σχεδόν ὅλοι… Μᾶς ἔχει τυπωθεῖ λοιπόν πώς αὐτό εἶναι τό φυσιολογικό. Τό μαῦρο σήμερα ἔχει γίνει ἄσπρο καί τό ἄσπρο μαῦρο. Ἄν κάνεις τήν ἀντιστροφή, θά δεῖς πόση ἀνάπαυση θά νιώσεις καί θά καταλάβεις πόσα ἔχασες τόσα χρόνια. Σίγουρα τό ἔχετε ζήσει κι ἐσεῖς πού βρήκατε τήν ἐν Χριστῷ ζωή σέ μεγαλύτερη ἡλικία καί ἀναρωτηθήκατε τόσα χρόνια τί κάνατε, πόσο ἀνόητα φερθήκατε πού στερήσατε τήν ψυχή σας ἀπό τόν Θεό.
Γι’ αὐτό, ἄς διαλέξουμε καί ἄς πάρουμε τόν ζυγό τοῦ Χριστοῦ μας, γιατί αὐτό εἶναι τό φυσιολογικό μας. Οἱ ἐντολές τοῦ Χριστοῦ μας εἶναι οἱ ὁδηγίες τοῦ κατασκευαστοῦ μας. Εἶναι ὁ τρόπος πού ἔβαλε ὁ κατασκευαστής μας γιά νά λειτουργήσουμε. Εἶναι, ἄν θέλετε, οἱ προδιαγραφές μας. Ἕνα αὐτοκίνητο δέν εἶναι προορισμένο γιά τήν θάλασσα. Γιά τήν θάλασσα εἶναι ἡ βάρκα. Ἄν βάλουμε τό αὐτοκίνητο στήν θάλασσα, θά καταστραφεῖ. Ἔτσι καί ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε ἕνα σῶμα. Τό σῶμα δέν εἶναι προορισμένο γιά τήν πορνεία, ἀλλά γιά τήν ἁγνότητα καί γιά τήν σωφροσύνη μέσα στόν γάμο. Ἄν κάνουμε τό λάθος, θά καταστραφοῦμε καί ψυχικά καί σωματικά. Γι’ αὐτό σήμερα ἔχουμε ἕνα σωρό ἀρρώστιες ψυχικές καί σωματικές, γιατί δέν ἀκολουθοῦμε τίς ὁδηγίες τοῦ κατασκευαστή μας. Οἱ ἐντολές τοῦ Θεοῦ εἶναι οἱ ὁδηγίες γιά νά λειτουργήσουμε σωστά καί νά προάγουμε συνεχῶς τήν ὕπαρξή μας στόν τελικό σκοπό πού εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Ὅταν λοιπόν κάνεις τήν ἀντιστροφή, ὅταν γυρίσεις καί περπατήσεις κανονικά μέ τά πόδια καί ὄχι μέ τά χέρια, τότε καταλαβαίνεις πόσο καλός, πόσο χρηστός, εἶναι ὁ ζυγός τοῦ Χριστοῦ μας.
Ἐρ. : Γιατί ἀπαγορεύεται ἡ μεταμόσχευση καρδιᾶς;
Ἀπ. : Γιατί ὅταν παίρνεις τήν καρδιά ἀπό κάποιον, τόν σκοτώνεις. Εἶναι ψέμα πού λένε ὅτι εἶναι πεθαμένος. Ἄν κάποιος εἶναι πεθαμένος, τότε καί τά ὄργανά του εἶναι ἄχρηστα γιά μεταμόσχευση. Ἄν κάνετε μεταμόσχευση ἐπιτρέπεται μόνο σέ διπλά ὄργανα. Νά πάρεις δηλαδή ἕνα νεφρό ἤ ἕνα μάτι. Ὄχι νά τοῦ πάρεις τό συκώτι τοῦ ἄλλου ἀνθρώπου ἤ τήν καρδιά, γιατί ἔτσι τόν σκοτώνεις. Μά θά σκεφτεῖς: – Θά πεθάνει. Κι ὅμως δέν ἔχεις δικαίωμα ἐσύ νά τόν σκοτώσεις, γιατί αὐτές οἱ τελευταῖες στιγμές εἶναι οἱ πιό κρίσιμες γιά τόν ἄλλον. Ἐκείνη τήν ὥρα ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά παλεύει μέ τούς δαίμονες, νά παρακαλάει τόν Θεό, νά μετανοεῖ, νά προσεύχεται… Κι ἐσύ σταματᾶς τήν διαδικασία τῆς σωτηρίας του. Αὐτό εἶναι φόνος.
Ἐρ. : Εἶναι δυνατόν τά ὑλικά ἀγαθά νά φέρουν εὐτυχία;
Ἀπ. : Τό εἴπαμε νομίζω… Ἄν ἀξιοποιήσεις σωστά τά ἀγαθά, κερδίζεις εὐτυχία. Δέν μου ἀρέσει ἡ λέξη εὐτυχία, γιατί δέν ὑπάρχει τύχη. Ἄν θέλεις νά σοῦ χαρίσουν τήν αἰώνια ζωή, τότε θά ἔλεγα ὅτι μποροῦν, ἄν ζήσεις ὅπως ἔζησαν ὁ Ἀβραάμ καί οἱ ὑπόλοιποι. Ἄν ζήσεις ὅμως, ὅπως ζοῦν κατά κανόνα οἱ πλούσιοι, θά πᾶς στήν κόλαση. Ξεκάθαρα πράγματα…
Ἐρ. : …………………..
Ἀπ. : Ἡ ὑπακοή στόν Πνευματικό εἶναι ἡ σωτηρία μας. Αὐτό εἶναι τό εὔκολο πράγμα. Τό δύσκολο εἶναι νά μήν ἔχεις πνευματικό. Εἶναι ἀπώλεια, γιατί ὁ πνευματικός εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει κάνει τόν ἴδιο δρόμο, πού ξεκινᾶς ἐσύ νά κάνεις τώρα. Ξέρει νά σέ καθοδηγήσει σωστά καί νά σέ πάει ἐκεῖ πού πρέπει νά πᾶς.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
http://hristospanagia3.blogspot.gr/