Ἡ κακολογία καί ἡ κατάκριση εἶναι ἕνα ἄλλο φοβερό πάθος. Σ᾿ ἐκεῖνον πού ἀρχίζει νά σοῦ μιλάει γι᾿ ἄλλους, πές: “Ἄν πρόκειται νά παινέψεις κανέναν, ἀνοίγω τ᾿ αὐτιά μου. Ἄν, ὅμως, πρόκειται νά τόν κακολογήσεις, τά κλείνω.

Μόνο ἀρώματα κι εὐωδιά δέχομαι, ὄχι κοπριές καί βρώμα. Τί θά κερδίσω, ἄν μάθω ὅτι ὁ τάδε εἵναι κακός; Ἀπεναντίας, θά ζημιωθῶ ἀνυπολόγιστα.

Ἄς κοιτάξουμε τά δικά μας. Ἄς ἐνδιαφερθοῦμε γιά τίς ἁμαρτίες καί τά σφάλματά μας. Τί ἀπολογία θά δώσουμε στό Θεό καί τί ἔλεος θά Τοῦ ζητήσουμε, ὅταν ἀσχολούμαστε φιλοπερίεργα μέ τά ξένα, ἐνῶ τά δικά μας μήτε πού τά σκεφτόμαστε;



 Ἄς δείξουμε ἐνδιαφέρον καί φροντίδα γιά τή δική μας ζωή.



Ἡ ἐνασχόληση μέ τή ζωή τοῦ ἄλλου δείχνει κατωτερότητα καί ἀγένεια.


Εἵναι σάν νά περνᾶμε μπροστά ἀπό ἕνα ξένο σπίτι καί νά κοιτᾶμε ἀδιάκριτα μέσα, γιά νά δοῦμε τί κάνουν οἱ νοικοκυραῖοι”.


Ἄν δεῖς κάποιον ἄνθρωπο νά στέκεται σ᾿ ἕναν βαλτότοπο καί ν᾿ ἀναδεύει τό βοῦρκο, γεμίζοντας ἔτσι μέ δυσωδία τόν ἀέρα, δέν θά τοῦ κάνεις παρατήρηση;

Ἐ, αὐτό νά κάνεις καί σ᾿ ὅσους κατηγοροῦν ἤ κουτσομπολεύουν τούς ἄλλους. Καί νά σκεφτεῖς, ὅτι τῆς ἀκαθαρσίας ἡ βρώμα δέν χτυπάει τόσο πολύ στό κεφάλι, ὅσο βλάπτουν τήν ψυχή οἱ ἀκάθαρτες διηγήσεις γιά τή ζωή τῶν ἄλλων.




Προσοχή, λοιπόν, στά λόγια σου! Μήν κακολογεῖς, γιά νά μή λερωθεῖς. Μήν ἀνακατεύεις τό βοῦρκο· φτιάχνε στεφάνια ἀπό τριαντάφυλλα καί μενεξέδες καί ἄλλα λουλούδια.



 Μή βάζεις στό στόμα σου κοπριά· παῖρνε τόν ζαχαρένιο χυμό τῶν λουλουδιῶν, σάν τή μέλισσα, καί κάνε μέλι. Μέ ὅλους νά εἶσαι εὐγενικός, γλυκομίλητος, μειλίχιος, καταδεκτικός.



Γιά κανέναν ἄνθρωπο νά μή σοῦ ξεφεύγει κακός λόγος. Ἔτσι ὅλοι θά σέ ἀγαποῦν. Ἀλλά καί τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως θά σέ βρεῖ ὁ Κύριος καθαρό καί ἄμεμπτο. Γιατί, ἄν θά λογοδοτήσουμε τότε γιά κάθε ἀνώφελο λόγο μας, πολύ περισσότερο γιά κάθε κακολογία μας.

Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου ἀπό τό βιβλίο:

“Θέματα Ζωῆς” τόμος α΄

Ἱ.Μ.Παρακλήτου Ὠρωπός Ἀττικῆς