«Ὀρθρίσας προσευχαῖς, συνέλαβες θεῖον φόβον ἐν τῇ γαστρί σου καί τέτοκας Πνεύματι τῇ ποίμνη σου, δογμάτων ὅρους, δι’ ὧν τάς αἱρέσεις ἀποφράτουσα εἰς γῆν ὀρθοδοξίας ἐμπλατύνεται». Ἐδῶ ἀναφέρεται ὁ Ἅγιος Πορφύριος εἰς τόν Κανόνα τοῦ Ἁγίου Ἱεράρχου Μεθοδίου, ὁ ὁποῖος λέγει ὅτι ὁ Ἅγιος, ἀφοῦ ἀπό πολύ πρωί ὄρθριζε στίς προσευχές, συνέλαβε τόν θεῖο φόβο. Δηλαδή ἀπέκτησε τό Χάρισμα αὐτό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τοῦ νά φοβᾶται τόν Θεό, δηλαδή νά σέβεται τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί νά τηρεῖ τό θέλημά Του. Ἀφοῦ λοιπόν ὁ Ἅγιος ὄρθριζε στίς προσευχές, ἀσκοῦσε δηλαδή βία στόν ἑαυτό του, σηκωνότανε πάρα πολύ πρωί καί προσηύχετο, σιγά-σιγά συνέλαβε μέσα του τόν φόβο, δηλαδή τήν ἀγάπη στόν Θεό. Κι ἔτσι λέει, ἐγέννησε μαζί μέ τό Ἅγιο Πνέυμα γιά τήν ποίμνη του ὄρους δογμάτων, δηλαδή εἰς ὅλη τήν Ἐκκλησία προσέφερε τήν ἀληθινή Θεολογία καί τούς ὅρους τῶν ὀρθοδόξων δογμάτων. Ἔτσι ἡ Ἐκκλησία, διαμέσου αὐτῶν τῶν δογματικῶν ὅρων, τῶν διατυπώσεων δηλαδή τῶν ἀληθειῶν τῆς πίστεως, ἀποφράττει τάς αἱρέσεις. Δηλαδή βάζει φραγμό στήν ἐξάπλωση τῶν αἱρέσεων καί ἐμπλατύνεται εἰς τήν γῆν τῆς ὀρθοδοξίας καί προχωράει μέσα εἰς τόν χῶρο τῆς ἀληθινῆς πίστεως πού εἶναι ἡ ὀρθοδοξία.
 
Καί σχολιάζει ὁ Ἅγιος Πορφύριος καί λέγει: «Νά, ἡ ἀπάντηση σ’ αὐτό πού εἴπαμε πρίν». Προηγουμένως μιλοῦσε καί ἔλεγε, ὅτι μέ τήν πνευματική μελέτη καί τήν ἐμβάθυνση μέσα εἰς τούς Ἁγίους Κανόνες καί στά λειτουργικά κείμενα τῆς Ἐκκλησίας γενικότερα, ὁ ἄνθρωπος χωρίς νά τό καταλαβαίνει ἀποκτᾶ ἕναν ἐνθουσιασμό, μιά λαχτάρα γιά τά λόγια τοῦ Θεοῦ καί ξαφνικά ἀποκτᾶ τόν θεῖο ἔρωτα, τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό. Ἐδῶ τώρα ὁ Ἅγιος βλέπει ὅτι ἐπαληθεύεται μέσα ἀπό τά λόγια τοῦ Ὑμνογράφου. Γιατί ἀκριβῶς λέγει, ὅτι ὁ Ἅγιος Μεθόδιος ἔτσι ἀπέκτησε τόν φόβο τοῦ Θεοῦ, μέ τό νά ὀρθρίζει στίς προσευχές. Δηλαδή ἀπό πολύ πρωί νά ἀσχολεῖται μέ τά θεῖα λόγια, μέ τίς ψαλμωδίες καί τίς προσευχές τῆς Ἐκκλησίας. «Αὐτά γίνονται», ἔλεγε ὁ Ἅγιος Πορφύριος, «σιγά-σιγά, ἀνεπαίσθητα, χωρίς νά τό καταλάβεις. Ἡ ἡλικία ἐδῶ δέν παίζει κανένα ρόλο. Τί λέγει; «συνέλαβες θεῖον φόβον ἐν τῇ γαστρί σου». Πῶς ἔγινε αὐτό; «Ὀρθρίσας προσευχαῖς»[1]. Δηλαδή ὁ Ἅγιος Μεθόδιος ἀπέκτησε τόν θεῖο φόβο, πού γεννάει τόν θεῖο ἔρωτα, μέ τό νά ἐπιδίδεται στήν προσευχή, καί μάλιστα στήν πολύ πρωινή προσευχή.

 
«Διαβάστε μου καί τήν πρώτη ὠδή», λέει ὁ Ἅγιος. «Ἀφ’ ἁρπαγῆς καί προνομής καί δουλείας μέ τῆς ἁμαρτίας λύτρωσαι καί πρός μετανοίαν ποδηγήσας, οἰκτῖρμον, προνόμευσον ἀξίως ἐν τῇ ἀγάπῃ σου»[2]. Δηλαδή λέγει, παρακαλεῖ τόν Θεό ὁ Ὑμνογράφος καί λέγει, νά μέ γλιτώσεις ἀπό τήν ἁρπαγή καί τήν αἰχμαλωσία, τήν ὑποδούλωση στήν ἁμαρτία, καί νά μέ ὁδηγήσεις πρός τήν μετάνοια. Οἰκτίρμον, Ἐσύ πού εἶσαι γεμάτος συμπάθεια, «προνόμευσον ἀξίως ἐν τῇ ἀγάπῃ σου», πάρε με αἰχμάλωτο δηλαδή στήν ἐξουσία Σου, στήν ἀγάπη Σου. Αὐτό σημαίνει ἡ λέξη «προνόμευσον», αἰχμαλώτισέ με. Καί «ἀφ’ ἁρπαγῆς καί προνομῆς» σημαίνει ἡ μέν ἁρπαγή, λεία, λεηλασία, καί «προνομή» πάλι σημαίνει λεηλασία. Καί λέει ἑπομένως, νά μέ γλιτώσεις ἀπό τήν ἁρπαγή, ἀπό τήν λεηλασία τοῦ διαβόλου.
 
Καί στό τρίτο τροπάριο τῆς ἴδιας ὠδῆς λέγει: «Χαλιναγωγῶν σύ τῶν παθῶν τά σκιρτήματα, τῆς ἐγκρατείας ἔρωτι μετεστοιχείωσας τῆς σαρκός τό ὑλῶδες, πρός τήν τῆς ἀπαθείας, Πάτερ, ἀκρώρειαν». Δηλαδή, ἐσύ Ἅγιε Μεθόδιε, χαλιναγωγώντας τά σκιρτήματα τῶν παθῶν καί μάλιστα τά τῆς σαρκός παθῶν μέ τόν ἔρωτα τῆς ἐγκρατείας, τῆς νηστείας, τῆς ἀγρυπνίας, τῆς γενικότερης ἐγκράτειας, μεταστοιχείωσες, μεταμόρφωσες δηλαδή, τῆς σαρκός τό ὑλῶδες, τό ὑλιστικό φρόνημα τῆς σαρκός πρός τήν ἀκρώρεια, πρός τήν ἀκροτάτη, ἔτσι στό ἀκρότατο ὕψος τῆς ἀπαθείας. «Μετεστοιχείωσας. Τί ὡραία λέξη!», σχολιάζει ὁ Ἅγιος Πορφύριος, «ὅλα μετεστοιχειώνονται, ὅλα μεταβάλλονται πρός τό ἀγαθόν, ὅταν ὑπάρχει ὁ θεῖος ἔρωτας. «Ἀπάθεια». Αὐτό εἶναι πολύ μεγάλο, χρειάζεται λεπτό ἀγῶνα. Εἶναι δρόμος πορείας, εἶναι ψηλό βουνό καί «ἀκρώρεια», ἡ πιό ψηλή κορυφή τοῦ βουνοῦ. Καί γίνεται μέ τό πρῶτο, δηλαδή «χαλιναγωγῶν τά σκιρτήματα τῶν παθῶν» ἀποκτᾶς τήν ἀπάθεια, ἀλλ’ αὐτή θέλει θεῖο ἔρωτα»[3].
 
Αὐτά τόνιζε ὁ Ἅγιος, γιά νά μᾶς ἐμπνεύσει καί μᾶς τήν ἀγάπη πρός τούς Ἱερούς Κανόνες, πρός τά λειτουργικά κείμενα, ἔτσι ὥστε νά διδαχθοῦμε μέσα ἀπό αὐτά τόν θεῖο ἔρωτα, τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό καί νά φτάσουμε εἰς τήν ἀπάθεια, ἀγωνιζόμενοι στήν καθυπόταξη τῶν παθῶν καί μάλιστα τῶν σαρκικῶν.
 
Τῷ δέ Θεῷ ἡμῶν δόξα πάντοτε νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
 
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
 
 
[1] Βίος καί Λόγοι, Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Β΄ ἔκδοση, Ἱ.Μ. Χρυσοπηγῆς, (στό ἑξῆς: Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου).
[2] Βίος καί Λόγοι, Ἁγίου Πορφυρίου.
[3] Ὅ.π.